Στην αναζήτηση για την ομηρική «ευδείελο» Ιθάκη, αυτή δηλαδή που φαίνεται από μακριά, συναντώνται όλα αυτά τα χαρακτηριστικά που περιγράφουν το ομηρικό ζήτημα. Πολλοί ερευνητές, αλλά και απλοί άνθρωποι θεωρούν την ύπαρξή της αδιαμφισβήτητη, αφού την αναφέρει ο Όμηρος, θεωρούν αξιόπιστες τις γεωγραφικές και ιστορικές πληροφορίες που περιέχονται στα έπη και έτσι την ψάχνουν απεγνωσμένα και μάλιστα τόσο απεγνωσμένα που θυμίζουν τον ήρωα της Οδύσσειας, τον Οδυσσέα και τον πόθο του για νόστο, τον πόθο του δηλαδή να γυρίσει στο σπίτι του ή να δει, έστω, καπνό να βγαίνει από την καμινάδα του σπιτιού του.
Από τον 17ο αι., ήδη, Ευρωπαίοι περιηγητές και ταξιδιώτες θεωρούσαν ότι η ομηρική Ιθάκη βρισκόταν στο σημερινό ομώνυμο νησί. Η άποψη αυτή παρέμεινε ισχυρή και στον 20ό αι. Την υποστήριξε και ο Ε. Σλήμαν ο οποίος, μετά από επιτόπια έρευνα, ταύτισε το 1869 την ομηρική με τη σύγχρονη Ιθάκη και την τοποθέτησε στο κέντρο του νησιού, στην περιοχή Αετός, όπου υπάρχει και ο ομώνυμος κόλπος. Την εκδοχή του Αετού υποστήριξε από το 1984, ύστερα από νέες ανασκαφές, στο πλαίσιο του προγράμματος Odyssey Project (Σχέδιο Οδυσσέας) το οποίο πραγματοποιήθηκε υπό την αιγίδα της Αρχαιολογικής Εταιρείας και του αμερικανικού πανεπιστημίου "Washington" του St. Louis, ο καθηγητής Σ. Συμεώνογλου. Ακολουθώντας κατά γράμμα τον Όμηρο, προσπάθησε να ταυτίσει όλες τις τοποθεσίες με βάση τις περιγραφές του, θεωρώντας, παράλληλα, ότι η Οδύσσεια περιγράφει τη μυκηναϊκή περίοδο (Συμεώνογλου 1986).
Οι παραπάνω ανασκαφές απέδωσαν αρχιτεκτονικά κατάλοιπα σε μορφή κυκλώπειας τοιχοδομίας, μια πιθανή μυκηναϊκή ακρόπολη δηλαδή, αλλά τίποτε οριστικό δεν μπορεί να λεχθεί. Πρόσφατα, μέσα στο γενικότερο κλίμα της αναζήτησης της επωνυμίας στην αρχαιολογική επιστήμη, και την αναζήτηση του παλατιού του Οδυσσέα κατά συνέπεια, προτάθηκε, με βάση τα αρχαιολογικά ευρήματα μιας άλλης ανασκαφής που προσομοιάζουν με τα τυπικά δείγματα των γνωστών μυκηναϊκών κέντρων, η ταύτιση και μιας ακόμα περιοχής της Ιθάκης, του Αγίου Αθανασίου με τις ομηρικές περιγραφές, αλλά το ζήτημα δεν έχει τελεσιδικήσει.
Ο συνεργάτης του Σλήμαν στις ανασκαφές της Τροίας W. Doerpfeld αντίθετα θεώρησε ότι αποκάλυψε την πραγματική θέση της πατρίδας του ομηρικού Οδυσσέα με τις ανασκαφές του, των αρχών του 20ου αι., στην περιοχή Στενό κοντά στο Νυδρί της Λευκάδας. Οι 33 τάφοι που βρήκε εκεί και ονόμασε «βασιλικούς» -επειδή, προφανώς, είχαν τη μορφή κυκλικού, περιφραγμένου με πέτρες, τύμβου και απέδωσαν χρυσά και ασημένια κοσμήματα, προσομοίαζαν με τα ευρήματα του Σλήμαν στις Μυκήνες- αποδείχτηκε τελικά ότι ήταν οι περισσότεροι της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού (3200-1900 π.Χ.), ήταν δηλαδή πολύ πρωιμότεροι των μυκηναϊκών. Δεν θα μπορούσαν, συνεπώς, οι τύμβοι αυτοί να συσχετιστούν με τα ομηρικά έπη ακόμα και αν αυτά αποδίδουν ιστορικά γεγονότα των μυκηναϊκών χρόνων.
Οι απόψεις του Νταίρπφελντ σχολιάστηκαν διαχρονικά και σχολιάζονται ακόμα και σήμερα θετικά και αρνητικά ως προς την εγκυρότητά τους. Είναι όμως γεγονός ότι στις αρχές του αιώνα η αμφισβήτηση της ταύτισης του σύγχρονου νησιού με το αντίστοιχο ομηρικό, δημιούργησε το λεγόμενο «ζήτημα της Ιθάκης» (Συμεώνογλου 1986: 92).
Η εκδοχή, η ομηρική Ιθάκη να ταυτίζεται με τη σημερινή Κεφαλονιά, κέρδισε έδαφος από τη δεκαετία του 1990 και μετά. Η περιοχή της Παλλικής θεωρήθηκε ότι πληρούσε όλες τις προϋποθέσεις. Μετά το 2000 μια βρετανική διεπιστημονική ομάδα με επικεφαλής έναν ερασιτέχνη αρχαιολόγο και με μέλη έναν πανεπιστημιακό καθηγητή, κλασικό φιλόλογο, και έναν πανεπιστημιακό καθηγητή, γεωλόγο, κατέληξε σε κάποια νέα συμπεράσματα. Θεωρώντας ότι η περιγραφή που παρατίθεται στα ομηρικά έπη για την Ιθάκη παρέχει τις σωστές γεωγραφικές πληροφορίες για αυτήν, υιοθέτησαν μια άποψη του αρχαίου γεωγράφου Στράβωνα (1ος αι. π.Χ.-1ος αι. μ.Χ.). Ο τελευταίος πίστευε ότι η σημερινή χερσόνησος της Παλλικής ήταν αποκομμένη από την υπόλοιπη Κεφαλονιά στην αρχαιότητα και αποτελούσε ένα νησί, το οποίο ταίριαζε στην ομηρική περιγραφή της Ιθάκης. Την εκδοχή αυτή η παραπάνω ομάδα προσπάθησε να τη θεμελιώσει με γεωλογικές και γεωμορφολογικές παρατηρήσεις στην ίδια περιοχή. Προχώρησε, έτσι, στη συγκρότηση ενός ερευνητικού προγράμματος και στη δημοσίευση των προτάσεών της το 2005. Τα μέλη της ομάδας αυτής παραδέχθηκαν, όμως, ότι λείπει η αρχαιολογική τεκμηρίωση της άποψής τους, καθώς στην ομάδα τους δεν συμμετέχουν ειδικοί αρχαιολόγοι.
Οι πρόσφατες (2011) αρχαιολογικές έρευνες του αρχαιολόγου Α. Βασιλάκη, αντιθέτως, αποκάλυψαν στην αντίθετη πλευρά του νησιού της Κεφαλονιάς, απέναντι από την ηπειρωτική Ελλάδα, στην περιοχή των Τζαννάτων Πόρου, ένα μυκηναϊκό οικιστικό κέντρο, όπου εντοπίστηκαν ένας περίβολος, ένας δρόμος, καθώς και αψιδωτά κτίρια. Η πιστοποίηση της μυκηναϊκής παρουσίας στην περιοχή δεν σημαίνει, βέβαια, απαραίτητα και ταύτισή της με την Ιθάκη, δείχνει όμως ότι ήταν γνωστή από τα μυκηναϊκά χρόνια με ότι μπορεί να σημαίνει αυτό για την αλήθεια των πληροφοριών που παρέχονται στα ομηρικά έπη, λαμβάνοντας πάντα υπόψη τις συνθήκες τόσο της σύνθεσης, όσο και της διάδοσής τους.
Η παραπάνω παρατήρηση αναδεικνύει και όλες τις πτυχές του ζητήματος της ομηρικής Ιθάκης. Η αναζήτησή της σημαίνει και την αποδοχή δυο συνθηκών: α) ότι τα ομηρικά έπη αναφέρονταν σε μια πραγματική γεωγραφική περιοχή που ήταν γνωστή στην αρχαιότητα, β) ότι τα ομηρικά έπη περιγράφουν τη μυκηναϊκή εποχή, κάτι το οποίο, όμως, παραμένει αμφισβητούμενο. Εξάλλου, παρόλο που αρκετές από τις παραπάνω έρευνες εκλαμβάνουν ως δεδομένη την ιστορικότητα του Οδυσσέα, κάτι τέτοιο δεν αποδεικνύεται.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου