Κυριακή 29 Ιουλίου 2018

Ρητορεία και ρητορική: Τα στάδια σύνθεσης του λόγου

ἔργα τοῦ ῥήτορος
(opera oratoris, partes artis)
 
Σύμφωνα με τους κανόνες της τέχνης, ο ρήτορας που επιδιώκει να πείσει το ακροατήριό του θα πρέπει καταρχάς να αναλογιστεί το γένος του λόγου του (αν πρόκειται για λόγο δικανικό, συμβουλευτικό ή επιδεικτικό), να συνειδητοποιήσει σε τι συνίσταται το θέμα του -και σε ποια στάσιν εμπίπτει ο λόγος- και επιπλέον, κυρίως στην περίπτωση μιας δικανικής υπόθεσης, να εκτιμήσει αν πράγματι μπορεί με τον λόγο του να εκπροσωπήσει ικανοποιητικά την πλευρά που ο ίδιος υποστηρίζει. Μετά την κατανόηση του θέματος (intellectio) θα προχωρήσει στη βαθύτερη επεξεργασία του, που προβλέπει πέντε στάδια. Πρόκειται για τα ακόλουθα ἔργα τοῦ ῥήτορος (opera oratoris, συχνά, αν και όχι αποκλειστικά, χρησιμοποιείται για τη συνοπτική αναφορά σε αυτά ο όρος μέρη τῆς τέχνης ή μέρη τῆς ῥητορικῆς): εὕρεσις (inventio, εύρεση του υλικού), τάξις (dispositio, διάταξη των μερών του λόγου), λέξις (elocutio, ύφος), μνήμη (memoria, απομνημόνευση), ὑπόκρισις (actio/pronuntiatio, εκφώνηση) (Κοϊντιλιανός, Institutio oratoria 3.3.1). Ωστόσο, στον Κατὰ τῶν Σοφιστῶν 16 (περ. 390 π.Χ.) λόγο του Ισοκράτη, το παλαιότερο σωζόμενο κείμενο της κλασικής αρχαιότητας που φαίνεται να γνωρίζει την ύπαρξη σταδίων σύνθεσης του λόγου, περιγράφονται ως περιοχές στις οποίες ο ρήτορας θα πρέπει να αποδείξει την ευχέρειά του οι ακόλουθες τρεις: η εύρεση των ιδεών που συνθέτουν το περιεχόμενο του λόγου, η διάταξή τους και η διατύπωσή τους.

Στη Ρητορική του πάλι ο Αριστοτέλης κάνει λόγο για τρία θέματα που πρέπει να πραγματευθεί κανείς σε σχέση με τον λόγο: καταρχάς τις πηγές και τη σύνθεση των πίστεων (των αποδείξεων), στη συνέχεια την λέξιν (το ύφος) και, ως τρίτο, τη διάταξη των μερών του λόγου (3.1.1403b6-8). Ωστόσο, στη συνέχεια αναφέρει ως τρίτο θέμα που, παρά τη σημασία του, δεν έχει μελετηθεί συστηματικά, τα σχετικά με την εκφώνηση του λόγου (τὰ περὶ τὴν ὑπόκρισιν, 3.1.1403b20-22). Η αναφορά του όμως σε αυτό το ζήτημα είναι σύντομη, γιατί εν τέλει θεωρεί ότι η εκφώνηση του λόγου, που σχετίζεται με τον τόνο της φωνής αλλά και τον ρυθμό της ομιλίας, δεν εμπίπτει στους κανόνες της τέχνης, αλλά εξαρτάται από τη φυσική προδιάθεση - σε αντίθεση με τη γλωσσική διατύπωση, που θα πρέπει, για να είναι σωστή και αποτελεσματική, να βασίζεται στην τέχνη (3.1.1404a15-16).
 
Η εύρεση του υλικού
(εὕρεσις, inventio)
 
Ο όρος εὕρεσις σημαίνει την εύρεση των ιδεών και του υλικού που μπορούν να παρουσιαστούν και να αναπτυχθούν σε σχέση με ένα ζήτημα, ώστε να είναι πειστική η πραγμάτευσή του. Για να φτάσει βεβαίως κανείς σε αυτό το σημείο, θα πρέπει να μελετήσει εντατικά και σε βάθος όλες τις διαστάσεις του θέματος που πρόκειται να πραγματευτεί. «Αμέσως μόλις κατανοήσω σε βάθος μια υπόθεση» γράφει ο Κικέρωνας «διαπιστώνω ποιά είναι η αιτία της διαμάχης, ποιό ακριβώς είναι το ερώτημα που τίθεται» (De oratore 2.104). Μετά τον εντοπισμό αυτού του σημείου ο ρήτορας μπορεί να συνθέσει τους κατάλληλους συλλογισμούς και τα αντίστοιχα ισχυρά επιχειρήματα.
 
Επομένως η εύρεση προϋποθέτει την κατανόηση του θέματος (intellectio) και προηγείται της διάταξης του υλικού που έχει στη διάθεσή του ο ρήτορας (τάξις, dispositio). Ωστόσο τα όρια μεταξύ των δύο εργασιών δεν είναι απολύτως ευκρινή. Έτσι ως μέρος της εὑρέσεως αντιμετωπίζεται η εκτίμηση της βαρύτητας, της ιδιαίτερης αποδεικτικής αξίας κάθε επιχειρήματος και κάθε συλλογισμού, όπως και η ιδιαίτερη λειτουργία του (αν για παράδειγμα αποβλέπει να συγκινήσει συναισθηματικά το κοινό ή αν ο ίδιος ο συλλογισμός απαιτεί επιπλέον επιμέρους επιχειρήματα).
 
Είναι όμως προφανές ότι η ποιότητα και ταυτότητα κάθε επιχειρήματος συνδέεται άμεσα με τη θέση του μέσα στον λόγο - τα πιο ισχυρά και εντυπωσιακά επιχειρήματα θα πρέπει να τοποθετούνται στην αρχή και στο τέλος τoυ (Κικέρων, De oratore 2.314).
 
Αν τώρα αναρωτιέται κανείς ποιές είναι οι προϋποθέσεις, για να πετύχει ο ρήτορας σε αυτό το στάδιο της εργασίας του τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα, η απάντηση είναι ότι θα πρέπει να ενισχύσει και να ενεργοποιήσει με μεγάλη επιμέλεια, αφοσίωση και μελέτη τη φυσική του προδιάθεση, το ταλέντο του, που θεωρείται απολύτως απαραίτητο και δεν διδάσκεται από καμία τέχνη. Η τέχνη θα διδάξει βεβαίως με τρόπο συστηματικό τις πηγές άντλησης των επιχειρημάτων (τους τόπους των επιχειρημάτων, loci). Ωστόσο, μόνο μέσα από την ακρόαση, την παρατήρηση, τον δημιουργικό αναστοχασμό θα αποφύγει ο ρήτορας την πνευματική νωθρότητα και την κουραστική και μονότονη εφαρμογή των τυπικών τεχνικών παραγγελμάτων (πρβλ. Κικέρωνα, De oratore 2.117).

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου