ΑΘ. ἤδη κελεύω τούσδ᾽ ἀπὸ γνώμης φέρειν
675 ψῆφον δικαίαν, ὡς ἅλις λελεγμένων;
ΧΟ. ἡμῖν μὲν ἤδη πᾶν τετόξευται βέλος.
μένω δ᾽ ἀκοῦσαι πῶς ἀγὼν κριθήσεται.
ΑΘ. τί γάρ; πρὸς ὑμῶν πῶς τιθεῖσ᾽ ἄμομφος ὦ;
ΑΠ. ἠκούσαθ᾽ ὧν ἠκούσατ᾽, ἐν δὲ καρδίᾳ
680 ψῆφον φέροντες ὅρκον αἰδεῖσθε, ξένοι.
ΑΘ. κλύοιτ᾽ ἂν ἤδη θεσμόν, Ἀττικὸς λεώς,
πρώτας δίκας κρίνοντες αἵματος χυτοῦ.
ἔσται δὲ καὶ τὸ λοιπὸν Αἰγέως στρατῷ
αἰεὶ δικαστῶν τοῦτο βουλευτήριον.
685 πάγον δ᾽ † Ἄρειον τόνδ᾽, Ἀμαζόνων ἕδραν
σκηνάς θ᾽, ὅτ᾽ ἦλθον Θησέως κατὰ φθόνον
στρατηλατοῦσαι, καὶ πόλει νεόπτολιν
τήνδ᾽ ὑψίπυργον ἀντεπύργωσαν τότε,
Ἄρει δ᾽ ἔθυον, ἔνθεν ἔστ᾽ ἐπώνυμος
690 πέτρα πάγος τ᾽ Ἄρειος· ἐν δὲ τῷ σέβας
ἀστῶν φόβος τε ξυγγενὴς τὸ μὴ ἀδικεῖν
σχήσει τό τ᾽ ἦμαρ καὶ κατ᾽ εὐφρόνην ὁμῶς,
αὐτῶν πολιτῶν μὴ ᾽πικαινούντων νόμους
κακαῖς ἐπιρροαῖσι· βορβόρῳ δ᾽ ὕδωρ
695 λαμπρὸν μιαίνων οὔποθ᾽ εὑρήσεις ποτόν.
τὸ μήτ᾽ ἄναρχον μήτε δεσποτούμενον
ἀστοῖς περιστέλλουσι βουλεύω σέβειν,
καὶ μὴ τὸ δεινὸν πᾶν πόλεως ἔξω βαλεῖν.
τίς γὰρ δεδοικὼς μηδὲν ἔνδικος βροτῶν;
700 τοιόνδε τοι ταρβοῦντες ἐνδίκως σέβας
ἔρυμα [τε] χώρας καὶ πόλεως σωτήριον
ἔχοιτ᾽ ἄν, οἷον οὔτις ἀνθρώπων ἔχει,
οὔτ᾽ ἐν Σκύθῃσιν οὔτε Πέλοπος ἐν τόποις.
κερδῶν ἄθικτον τοῦτο βουλευτήριον,
705 αἰδοῖον, ὀξύθυμον, εὑδόντων ὕπερ
ἐγρηγορὸς φρούρημα γῆς καθίσταμαι.
ταύτην μὲν ἐξέτειν᾽ ἐμοῖς παραίνεσιν
ἀστοῖσιν ἐς τὸ λοιπόν· ὀρθοῦσθαι δὲ χρὴ
καὶ ψῆφον αἴρειν καὶ διαγνῶναι δίκην
710 αἰδουμένους τὸν ὅρκον. εἴρηται λόγος.
***
ΑΘΗΝΑ
Δε φτάνει τόσα; να καλέσω αυτούς πια τώρα
δίκια με τη συνείδησή τους να ψηφίσουν;
ΧΟΡΟΣ
Εμείς τα βέλη που έχομε τα ρίξαμ᾽ όλα·
τώρα, πώς θα κριθεί ο αγώνας περιμένω.
ΑΘΗΝΑ
Και σεις; πώς κι από σας παράπονο δε θα ᾽χω;
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ
Είπαμ᾽ όσα είχαμε και μεις· και σεις τον όρκο
680 να ᾽χετε σα ψηφίζετε μες στην καρδιά σας.
ΑΘΗΝΑ
Ακούτε τώρα το τί ορίζω εδώ, Αθηναίοι:
Πρώτη φορά σήμερα εσείς κρίνετε δίκη
για αίμα χυμένο· μα το Βουλευτήριο τούτο
των δικαστών θα μείνει πια στο εξής για πάντα
στου Αιγέα τη χώρα. Πάνω στου Άρη αυτό το βράχο,
που οι Αμαζόνες είχαν στήσει τις σκηνές των,
όταν από έχτρα του Θησέα κίνησαν κι ήρθαν
για πόλεμο και πύργωσαν στο κάστρο ενάντια
καινούργιο κάστρο, τον ψηλόπυργο αυτόν τότε,
690 και κάμανε θυσίες στον Άρη, κι έτσι ως τώρα
κρατάει κι ο βράχος τ᾽ όνομά του, Άρειος πάγος,
— σ᾽ αυτόν επάνω ο Σεβασμός κι ο αδερφός Φόβος
θα συγκρατούνε το λαό μέρα και νύχτα
να μη αδικούν· φτάνει να μην παραμορφώνουν
με νέες τους νόμους αλλαγές οι ίδιοι οι πολίτες·
όταν μολύνεις καθαρό νερό με λάσπες
και βρωμερ᾽ αποχύματα, να πιεις δε θα ᾽χεις.
Ούτε δεσποτισμό μα ούτε αναρχία να στρέγει
— κι έγνοια του ας το ᾽χει — το λαό μου συμβουλεύω,
κι ούτ᾽ απ᾽ την πόλη κάθε φόβο να εξορίζει.
Σα δε φοβάται τίποτα, ποιός θα ᾽ναι δίκιος;
700 Τέτοιο ιερό θεσμόν αν σέβεστε όπως πρέπει,
κάστρο θενά ᾽χει η χώρα σας για να τη σώζει,
που όμοιό του δε θα βρίσκεται σ᾽ όλο τον κόσμο,
ούτε στου Πέλοπα τα μέρη ούτε στους Σκύθες·
αδιάφθορο και σεβαστό μ᾽ αυστηρή γνώμη
στήνω το Βουλευτήριο αυτό μέσα στη χώρα,
που όταν κοιμάται φρουρός άγρυπνός της να ᾽ναι.
Τις συμβουλές εμάκρυνα που είχα να δώσω
για το μέλλον στη πόλη μου· μα καιρός τώρα
να σηκώνεστ᾽ εσείς να ρίξετε στις κάλπες
τη ψήφο σας και ξεδιαλύνετε την κρίση
710 μ᾽ όλο το σέβας του όρκου σας. Είπα ό,τι είχα.
675 ψῆφον δικαίαν, ὡς ἅλις λελεγμένων;
ΧΟ. ἡμῖν μὲν ἤδη πᾶν τετόξευται βέλος.
μένω δ᾽ ἀκοῦσαι πῶς ἀγὼν κριθήσεται.
ΑΘ. τί γάρ; πρὸς ὑμῶν πῶς τιθεῖσ᾽ ἄμομφος ὦ;
ΑΠ. ἠκούσαθ᾽ ὧν ἠκούσατ᾽, ἐν δὲ καρδίᾳ
680 ψῆφον φέροντες ὅρκον αἰδεῖσθε, ξένοι.
ΑΘ. κλύοιτ᾽ ἂν ἤδη θεσμόν, Ἀττικὸς λεώς,
πρώτας δίκας κρίνοντες αἵματος χυτοῦ.
ἔσται δὲ καὶ τὸ λοιπὸν Αἰγέως στρατῷ
αἰεὶ δικαστῶν τοῦτο βουλευτήριον.
685 πάγον δ᾽ † Ἄρειον τόνδ᾽, Ἀμαζόνων ἕδραν
σκηνάς θ᾽, ὅτ᾽ ἦλθον Θησέως κατὰ φθόνον
στρατηλατοῦσαι, καὶ πόλει νεόπτολιν
τήνδ᾽ ὑψίπυργον ἀντεπύργωσαν τότε,
Ἄρει δ᾽ ἔθυον, ἔνθεν ἔστ᾽ ἐπώνυμος
690 πέτρα πάγος τ᾽ Ἄρειος· ἐν δὲ τῷ σέβας
ἀστῶν φόβος τε ξυγγενὴς τὸ μὴ ἀδικεῖν
σχήσει τό τ᾽ ἦμαρ καὶ κατ᾽ εὐφρόνην ὁμῶς,
αὐτῶν πολιτῶν μὴ ᾽πικαινούντων νόμους
κακαῖς ἐπιρροαῖσι· βορβόρῳ δ᾽ ὕδωρ
695 λαμπρὸν μιαίνων οὔποθ᾽ εὑρήσεις ποτόν.
τὸ μήτ᾽ ἄναρχον μήτε δεσποτούμενον
ἀστοῖς περιστέλλουσι βουλεύω σέβειν,
καὶ μὴ τὸ δεινὸν πᾶν πόλεως ἔξω βαλεῖν.
τίς γὰρ δεδοικὼς μηδὲν ἔνδικος βροτῶν;
700 τοιόνδε τοι ταρβοῦντες ἐνδίκως σέβας
ἔρυμα [τε] χώρας καὶ πόλεως σωτήριον
ἔχοιτ᾽ ἄν, οἷον οὔτις ἀνθρώπων ἔχει,
οὔτ᾽ ἐν Σκύθῃσιν οὔτε Πέλοπος ἐν τόποις.
κερδῶν ἄθικτον τοῦτο βουλευτήριον,
705 αἰδοῖον, ὀξύθυμον, εὑδόντων ὕπερ
ἐγρηγορὸς φρούρημα γῆς καθίσταμαι.
ταύτην μὲν ἐξέτειν᾽ ἐμοῖς παραίνεσιν
ἀστοῖσιν ἐς τὸ λοιπόν· ὀρθοῦσθαι δὲ χρὴ
καὶ ψῆφον αἴρειν καὶ διαγνῶναι δίκην
710 αἰδουμένους τὸν ὅρκον. εἴρηται λόγος.
***
ΑΘΗΝΑ
Δε φτάνει τόσα; να καλέσω αυτούς πια τώρα
δίκια με τη συνείδησή τους να ψηφίσουν;
ΧΟΡΟΣ
Εμείς τα βέλη που έχομε τα ρίξαμ᾽ όλα·
τώρα, πώς θα κριθεί ο αγώνας περιμένω.
ΑΘΗΝΑ
Και σεις; πώς κι από σας παράπονο δε θα ᾽χω;
ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ
Είπαμ᾽ όσα είχαμε και μεις· και σεις τον όρκο
680 να ᾽χετε σα ψηφίζετε μες στην καρδιά σας.
ΑΘΗΝΑ
Ακούτε τώρα το τί ορίζω εδώ, Αθηναίοι:
Πρώτη φορά σήμερα εσείς κρίνετε δίκη
για αίμα χυμένο· μα το Βουλευτήριο τούτο
των δικαστών θα μείνει πια στο εξής για πάντα
στου Αιγέα τη χώρα. Πάνω στου Άρη αυτό το βράχο,
που οι Αμαζόνες είχαν στήσει τις σκηνές των,
όταν από έχτρα του Θησέα κίνησαν κι ήρθαν
για πόλεμο και πύργωσαν στο κάστρο ενάντια
καινούργιο κάστρο, τον ψηλόπυργο αυτόν τότε,
690 και κάμανε θυσίες στον Άρη, κι έτσι ως τώρα
κρατάει κι ο βράχος τ᾽ όνομά του, Άρειος πάγος,
— σ᾽ αυτόν επάνω ο Σεβασμός κι ο αδερφός Φόβος
θα συγκρατούνε το λαό μέρα και νύχτα
να μη αδικούν· φτάνει να μην παραμορφώνουν
με νέες τους νόμους αλλαγές οι ίδιοι οι πολίτες·
όταν μολύνεις καθαρό νερό με λάσπες
και βρωμερ᾽ αποχύματα, να πιεις δε θα ᾽χεις.
Ούτε δεσποτισμό μα ούτε αναρχία να στρέγει
— κι έγνοια του ας το ᾽χει — το λαό μου συμβουλεύω,
κι ούτ᾽ απ᾽ την πόλη κάθε φόβο να εξορίζει.
Σα δε φοβάται τίποτα, ποιός θα ᾽ναι δίκιος;
700 Τέτοιο ιερό θεσμόν αν σέβεστε όπως πρέπει,
κάστρο θενά ᾽χει η χώρα σας για να τη σώζει,
που όμοιό του δε θα βρίσκεται σ᾽ όλο τον κόσμο,
ούτε στου Πέλοπα τα μέρη ούτε στους Σκύθες·
αδιάφθορο και σεβαστό μ᾽ αυστηρή γνώμη
στήνω το Βουλευτήριο αυτό μέσα στη χώρα,
που όταν κοιμάται φρουρός άγρυπνός της να ᾽ναι.
Τις συμβουλές εμάκρυνα που είχα να δώσω
για το μέλλον στη πόλη μου· μα καιρός τώρα
να σηκώνεστ᾽ εσείς να ρίξετε στις κάλπες
τη ψήφο σας και ξεδιαλύνετε την κρίση
710 μ᾽ όλο το σέβας του όρκου σας. Είπα ό,τι είχα.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου