Η σχιζοφρένεια είναι μία ψυχική και εγκεφαλική ασθένεια σοβαρής σημασίας που απαιτεί άμεση και σταθερή θεραπευτική αγωγή. Το άτομο με σχιζοφρένεια διακρίνεται για την κατακερματισμένη, αλλοιωμένη αντίληψη που έχει για την πραγματικότητα, κλονίζοντας σημαντικά την ολότητα της αναπτυξιακής του εξέλιξης και της ίδιας του της προσωπικότητας.
Η διαταραχή της σχιζοφρένειας περιλαμβάνει διάφορους τύπους, οι οποίοι κάθε φορά καθορίζονται βάσει των ανάλογων συμπτωμάτων που εκδηλώνει το κάθε άτομο. Ένας από τους συχνούς και χαρακτηριστικούς τύπους σχιζοφρένειας είναι αυτός του παρανοϊκού τύπου, στον οποίο τα άτομα παρουσιάζουν τις λεγόμενες παραισθητικές ιδέες.
Το κλινικό προφίλ ανθρώπων με σχιζοφρένεια συνήθως περιλαμβάνει το σύμπτωμα των ακουστικών παραισθήσεων. Τα άτομα αισθάνονται συχνά πως ακούνε ήχους, φωνές και ομιλίες άλλων ατόμων κυρίως συγγενών, έχοντας διωκτικό περιεχόμενο, γεγονός που τους προκαλεί μεγάλη σύγχυση, καθώς δεν αντιπροσωπεύουν την πραγματικότητα.
Επιπλέον, πιστεύουν πως βρίσκονται σε ένα διαφορετικό κόσμο και ότι μπορούν να διαβάσουν και να ακούσουν τόσο τις σκέψεις όσο και το μυαλό των άλλων. Επιπροσθέτως, άνθρωποι με σχιζοφρένεια μπορεί να νιώθουν πως επικοινωνούν με την εσωτερική φωνή της δικής τους συνείδησης, την οποία αισθάνονται πως πρέπει να ακούνε και να υπηρετούν πιστά. Οι παραισθητικές ομιλίες μπορούν ακόμη να έχουν επικριτικό χαρακτήρα με το να δημιουργούν αβάσιμες τύψεις στο άτομο, προκαλώντας του μετέπειτα μία πολύ ανάρμοστη ή και επιθετική συμπεριφορά.
Ωστόσο, οι παραισθήσεις δεν έχουν μόνο ακουστικό αλλά εμφανίζουν -σε μικρότερο βαθμό- και οπτικό χαρακτήρα. Το άτομο μπορεί να ερμηνεύσει μια εικόνα με πολύ διαφορετικό τρόπο. Οι παραισθητικές εικόνες ενδέχεται ακόμα και να τον τρομοκρατήσουν. Κατά κύριο λόγο, οι εικόνες αυτές είναι εξωπραγματικές και κατασκευάζονται στο δικό του μυαλό. Γενικότερα οι οπτικές παραισθήσεις παρακωλύουν αρκετά την ψυχική ισορροπία των ανθρώπων με σχιζοφρένεια. Η ερμηνεία των εικόνων γίνεται με έναν μη λογικό τρόπο, έχοντας πάντα έναν μη αβάσιμο βαθμό επικινδυνότητας για τους ίδιους. Οι εικονικές παραισθήσεις δηλαδή προκαλούν στο άτομο έντονο φόβο μανίας και καταδίωξης με πολύ αρνητικά συναισθήματα που αυτά με την σειρά τους δικαιολογούν τις προκλητικές και παράλογες αντιδράσεις τους.
Ειδικότερα, σε σχέση με τους ενήλικες τα παιδιά είναι δυνατόν να εμφανίσουν συναισθηματικές κυκλοθυμικές συμπεριφορές, παθητικότητα ή αβουλησία, εκπτωτικές στάσεις στη σκέψη και στον λόγο τους και κοινωνική απόσυρση-απομόνωση.
Όπως είναι φανερό η σχιζοφρένεια περιλαμβάνει έντονα συναισθηματικά συμπτώματα που μπορούν να ξεκινήσουν έστω και σπάνια κατά την πρώιμη παιδική ηλικία. Το γεγονός αυτό καθιστά πολύ δύσκολη την διαφοροποίηση της σχιζοφρένειας από άλλες συναισθηματικές και αναπτυξιακές διαταραχές. Δυστυχώς σε πρώτη φάση η διάγνωση της δεν μπορεί να έχει θεμελιωμένο χαρακτήρα στα παιδιά, λόγω της ήδη υπάρχουσας γνωστικής και συναισθηματικής ανωριμότητας τους. Ακόμη, κάποια συναισθηματικά και συμπεριφοριστικά συμπτώματα μπορούν να συσχετιστούν εύκολα με τα κλινικά συμπτώματα άλλων αναπτυξιακών διαταραχών, δυσχεραίνοντας την μετέπειτα διαδικασία της διαφορικής διάγνωσης.
Συνοψίζοντας, παρόλο που σύμφωνα με το Διαγνωστικό Στατιστικό Εγχειρίδιο η συμπτωματολογία παιδιών και ενηλίκων είναι ίδια, είναι πασιφανές πως δεν γίνεται να εφαρμόζονται για τους παραπάνω λόγους τα εν λόγω κριτήρια για όλες τις ηλικίες και ιδίως για τα παιδιά. Η διαγνωστική διαδικασία της σχιζοφρενικής διαταραχής δεν αποτελεί εύκολο εγχείρημα καθώς πολύ εύκολα κάποιος ειδικός μπορεί να οδηγηθεί σε λαθεμένη διάγνωση. Επομένως, προβάλλεται επιτακτική η ανάγκη αμέριστης προσοχής και ουσιαστικής εξοικείωσης των ειδικών στο ζήτημα αυτό. Επιπλέον όπως προαναφέρθηκε για την αποφυγή λαθεμένης διάγνωσης ύψιστης σημασίας αποτελεί η εμπεριστατωμένη συσχέτιση των συναισθηματικών και των ψυχωτικών συμπτωμάτων των παιδιών βάσει πάντοτε του αναπτυξιακού και εξελικτικού τους επιπέδου. Η συγκεκριμένη νευρο-αναπτυξιακή προσέγγιση μπορεί να ανοίξει δρόμους για την καλύτερη αντιμετώπιση της διαταραχής, κάνοντας αργότερα σαφέστερη την αιτιολογία της όπως και την ύστερη διάγνωση και διαχείριση της.
Πότε εμφανίζεται η Σχιζοφρένεια
Η πρώτη εμφάνιση της σχιζοφρένειας γίνεται είτε στην όψιμη εφηβεία είτε αργότερα στη νεαρή ενήλικη ζωή. Ηλικιακά στους άνδρες μπορεί να ξεκινήσει από τα 15 έως τα 25 έτη ενώ στις γυναίκες το ηλιακό φάσμα είναι κάπως ευρύτερο αφού ξεκινά από τα 15 φτάνοντας έως τα 35 έτη, γι' αυτό και θα λέγαμε σύμφωνα με τα παραπάνω στοιχεία πως είναι αρκετά πιο σπάνιο να εμφανιστεί στην παιδική ηλικία. Η συχνότητα και η ένταση της συγκεκριμένης διαταραχής αυξάνεται ραγδαία στην ηλικία των 13-18 χρονών, δηλαδή κατά την κρίσιμη περίοδο τόσο της ανάπτυξης όσο και της εξέλιξης του ατόμου. Τα πρώτα σημάδια της νόσου συνήθως έρχονται με πολύ απότομους ρυθμούς, προκαλώντας αρχικά ένα δυσμενές κλινικό προφίλ. Έρευνες νευροψυχολογικού και νευροβιολογικού περιεχομένου έχουν καταδείξει την αδιάψευστη συνέχεια που έχει η σχιζοφρένεια ανάμεσα στην παιδική, εφηβική και ενήλικη ζωή.Συμπτωματολογία της σχιζοφρένειας
Τα κριτήρια-κλινικά συμπτώματα που έχουν καθοριστεί από το Διαγνωστικό Στατιστικό Εγχειρίδιο Ψυχικών Διαταραχών (DSM) όπως και από το ICD-10 είναι ίδια για όλες της ηλικιακές βαθμίδες. Ωστόσο η σωστή διάγνωση για την παιδική ηλικία πρέπει να γίνεται πάντοτε διαμέσου της ερμηνείας και τον συνδυασμού αυτών των συμπτωμάτων βάσει του αναπτυξιακού επιπέδου και των ιδιοσυστατικών του χαρακτηριστικών του παιδιού.Η διαταραχή της σχιζοφρένειας περιλαμβάνει διάφορους τύπους, οι οποίοι κάθε φορά καθορίζονται βάσει των ανάλογων συμπτωμάτων που εκδηλώνει το κάθε άτομο. Ένας από τους συχνούς και χαρακτηριστικούς τύπους σχιζοφρένειας είναι αυτός του παρανοϊκού τύπου, στον οποίο τα άτομα παρουσιάζουν τις λεγόμενες παραισθητικές ιδέες.
Το κλινικό προφίλ ανθρώπων με σχιζοφρένεια συνήθως περιλαμβάνει το σύμπτωμα των ακουστικών παραισθήσεων. Τα άτομα αισθάνονται συχνά πως ακούνε ήχους, φωνές και ομιλίες άλλων ατόμων κυρίως συγγενών, έχοντας διωκτικό περιεχόμενο, γεγονός που τους προκαλεί μεγάλη σύγχυση, καθώς δεν αντιπροσωπεύουν την πραγματικότητα.
Επιπλέον, πιστεύουν πως βρίσκονται σε ένα διαφορετικό κόσμο και ότι μπορούν να διαβάσουν και να ακούσουν τόσο τις σκέψεις όσο και το μυαλό των άλλων. Επιπροσθέτως, άνθρωποι με σχιζοφρένεια μπορεί να νιώθουν πως επικοινωνούν με την εσωτερική φωνή της δικής τους συνείδησης, την οποία αισθάνονται πως πρέπει να ακούνε και να υπηρετούν πιστά. Οι παραισθητικές ομιλίες μπορούν ακόμη να έχουν επικριτικό χαρακτήρα με το να δημιουργούν αβάσιμες τύψεις στο άτομο, προκαλώντας του μετέπειτα μία πολύ ανάρμοστη ή και επιθετική συμπεριφορά.
Ωστόσο, οι παραισθήσεις δεν έχουν μόνο ακουστικό αλλά εμφανίζουν -σε μικρότερο βαθμό- και οπτικό χαρακτήρα. Το άτομο μπορεί να ερμηνεύσει μια εικόνα με πολύ διαφορετικό τρόπο. Οι παραισθητικές εικόνες ενδέχεται ακόμα και να τον τρομοκρατήσουν. Κατά κύριο λόγο, οι εικόνες αυτές είναι εξωπραγματικές και κατασκευάζονται στο δικό του μυαλό. Γενικότερα οι οπτικές παραισθήσεις παρακωλύουν αρκετά την ψυχική ισορροπία των ανθρώπων με σχιζοφρένεια. Η ερμηνεία των εικόνων γίνεται με έναν μη λογικό τρόπο, έχοντας πάντα έναν μη αβάσιμο βαθμό επικινδυνότητας για τους ίδιους. Οι εικονικές παραισθήσεις δηλαδή προκαλούν στο άτομο έντονο φόβο μανίας και καταδίωξης με πολύ αρνητικά συναισθήματα που αυτά με την σειρά τους δικαιολογούν τις προκλητικές και παράλογες αντιδράσεις τους.
Κλινική Διάγνωση Σχιζοφρένειας σε Παιδιά & Εφήβους
Στα παιδιά και στους εφήβους η διαταραχή της σχιζοφρένειας περιλαμβάνει κατά κύριο λόγο ακουστικές παραισθήσεις και παραληρητικές ιδέες που δεν έχουν την ίδια σύνθεση, ένταση και εκδήλωση με τους ενήλικες. Οι παραληρητικές και παραισθητικές ιδέες των παιδιών έχουν διαφέρουν ανάλογα με την ηλικία. Συνήθως, σε μικρότερες ηλικίες τα παιδιά δεν έχουν σύνθετες παραισθητικές εικόνες ή ιδέες καθώς το περιεχόμενο αυτών συσχετίζεται κυρίως με διάφορες φανταστικές μορφές, με τέρατα, με φαντάσματα, με τους γονείς ή ακόμα και με τα ζώα. Επιπλέον βασικά συμπτώματα για τα παιδιά αποτελούν το μη απρόσφορο συναίσθημα, και η διαταραγμένη, χωρίς συνοχή, σκέψη που στην ουσία προκαλεί μια παράλογη συμπεριφορά και έναν αποδιοργανωμένο λόγο. Οι διαταραχές που παρουσιάζονται στη σκέψη εκδηλώνονται μέσω ασυνάρτητων νεολογισμών. Τα παιδιά σε αυτήν την περίπτωση διακρίνονται για την υπερβολική χρήση και τη συχνή επανάληψη λέξεων και προτάσεων ή ακόμα μπορεί να υπάρχει απουσία λόγου, η λεγόμενη αλαλία.Ειδικότερα, σε σχέση με τους ενήλικες τα παιδιά είναι δυνατόν να εμφανίσουν συναισθηματικές κυκλοθυμικές συμπεριφορές, παθητικότητα ή αβουλησία, εκπτωτικές στάσεις στη σκέψη και στον λόγο τους και κοινωνική απόσυρση-απομόνωση.
Όπως είναι φανερό η σχιζοφρένεια περιλαμβάνει έντονα συναισθηματικά συμπτώματα που μπορούν να ξεκινήσουν έστω και σπάνια κατά την πρώιμη παιδική ηλικία. Το γεγονός αυτό καθιστά πολύ δύσκολη την διαφοροποίηση της σχιζοφρένειας από άλλες συναισθηματικές και αναπτυξιακές διαταραχές. Δυστυχώς σε πρώτη φάση η διάγνωση της δεν μπορεί να έχει θεμελιωμένο χαρακτήρα στα παιδιά, λόγω της ήδη υπάρχουσας γνωστικής και συναισθηματικής ανωριμότητας τους. Ακόμη, κάποια συναισθηματικά και συμπεριφοριστικά συμπτώματα μπορούν να συσχετιστούν εύκολα με τα κλινικά συμπτώματα άλλων αναπτυξιακών διαταραχών, δυσχεραίνοντας την μετέπειτα διαδικασία της διαφορικής διάγνωσης.
Συνοψίζοντας, παρόλο που σύμφωνα με το Διαγνωστικό Στατιστικό Εγχειρίδιο η συμπτωματολογία παιδιών και ενηλίκων είναι ίδια, είναι πασιφανές πως δεν γίνεται να εφαρμόζονται για τους παραπάνω λόγους τα εν λόγω κριτήρια για όλες τις ηλικίες και ιδίως για τα παιδιά. Η διαγνωστική διαδικασία της σχιζοφρενικής διαταραχής δεν αποτελεί εύκολο εγχείρημα καθώς πολύ εύκολα κάποιος ειδικός μπορεί να οδηγηθεί σε λαθεμένη διάγνωση. Επομένως, προβάλλεται επιτακτική η ανάγκη αμέριστης προσοχής και ουσιαστικής εξοικείωσης των ειδικών στο ζήτημα αυτό. Επιπλέον όπως προαναφέρθηκε για την αποφυγή λαθεμένης διάγνωσης ύψιστης σημασίας αποτελεί η εμπεριστατωμένη συσχέτιση των συναισθηματικών και των ψυχωτικών συμπτωμάτων των παιδιών βάσει πάντοτε του αναπτυξιακού και εξελικτικού τους επιπέδου. Η συγκεκριμένη νευρο-αναπτυξιακή προσέγγιση μπορεί να ανοίξει δρόμους για την καλύτερη αντιμετώπιση της διαταραχής, κάνοντας αργότερα σαφέστερη την αιτιολογία της όπως και την ύστερη διάγνωση και διαχείριση της.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου