Μάρτιν Χάιντεγκερ: 1889–1976
Ο Αρχέγονος αγώνας κατά της φαύλης μαζικής ολιγαρχίας
Σκέπτεται ο Χάιντεγκερ πολιτικά; Όπως κάθε σοβαρή φιλοσοφική σκέψη, από τον Ηράκλειτο ήδη έως και σήμερα, είναι πρωτίστως στοχαστική αντιπαράθεση με το Πολιτικό, έτσι και η χαϊντεγκεριανή σκέψη διακρίνεται για τη μοναδική της δυναμική αντιπαράθεση με το Πολιτικό. Τούτο σημαίνει πως κατανοεί τον εαυτό της όχι ως μια απλή κατάφαση ή άρνηση μιας εν λειτουργία πολιτικής μηχανής: κομμάτων, μηχανισμών, κρατικών ή παρακρατικών σχημάτων κ.λπ., αλλά ως πολεμική, με το νόημα του Ηράκλειτου: αρχέγονος αγώνας (Kampf), σύγκρουση, αντιπαράθεση για την επικράτηση του κόσμου ως ευταξίας, ως αρμονίας των αντιθέτων. Με αυτόν τον πόλεμο και μόνο με αυτόν, τα πάντα εκ-τίθενται στο φως, εξ-έρχονται σε φανέρωση, εντάσσονται εκεί που ανήκουν: στο ξέφωτο της Πόλεως, δηλαδή της Πολιτείας. Εδώ τότε το παν είναι πολιτικό, όχι επειδή σχετίζεται με βάρβαρους πολιτικούς, «που βρίσκουν ευχαρίστηση στο βόρβορο» (Ηράκλειτος απ. 13), ή με οιονδήποτε ανισόρροπο, σε επίπεδο απλής λογικής, πολιτικό ακτιβισμό, αλλά επειδή ενδημεί στο πιο πάνω ξέφωτο και εξ-ίσταται στην επικινδυνότητα του Είναι του, προκειμένου να συμβεί ιστορία. Όταν συμβαίνει αυθεντική ιστορία, η πόλις δεν εκ-τοπίζεται από την τοπο-θεσία της, δηλαδή από τη θέση της ως τόπο της ιστορίας, ως εστία, ως πατρίδα, αλλά συνιστά αυτό τούτο το Είναι, που κρατάει γερά στα θεμέλιά του την ιστορία ενός λαού ως πρωταγωνιστή του παρόντος.
Η πολιτική σκέψη, επομένως, για τον Χάιντεγκερ, δεν έχει καμιά σχέση με την καθημερινή πολιτική της αγελαίας αντιπαλότητας ανάμεσα σε διεφθαρμένες μειοψηφίες, που ερωτοτροπούν με ξένους επικυρίαρχους, εξανδραποδίζουν τους εγχώριους ανθρώπους της πολιτείας και ενδιαφέρονται μόνο για τον δικό τους πλουτισμό, σε συνδυασμό και με την ικανοποίηση των άγριων εξουσιαστικών ενστίκτων τους. Τέτοιες αισχρές, ανυπόληπτες και άκρως αμοραλιστικές μειοψηφίες αφθονούν στην ελληνική πολιτεία και καταστρέφουν συθέμελα τον τόπο του αρχέγονου ιστορικού συμβάντος με καταχθόνιους υπολογισμούς, με κενές περιεχομένου «πολιτικές αντιπαραθέσεις», με μια ασυνάρτητη οχλοβοή, που προβάλλεται ως ασυναγώνιστη σοφία, με ηχηρή και απύθμενη πολιτική βλακεία, που δεν έχει εμφανισθεί ποτέ ως τώρα στην ιστορία αυτού του τόπου. Το Πολιτικό, για τον Χάιντεγκερ, εντάσσεται στις πολύμορφες αναζητήσεις του γύρω από τη φιλοσοφική αλήθεια του Είναι. Η συγκεκριμένη φιλοσοφική αλήθεια δεν είναι πάνω από το χρόνο, δεν είναι κάποια μεταφυσική ιδεολογικοποίηση αυτού, που καθημερινά εκτυλίσσεται ως πολιτικό φαίνεσθαι, αλλά κινείται στη γραμμή του αστραπιαίου, κεραυνοβόλου πολέμου, που διαλύει τα σκότη της μαζικής φαυλοκρατίας των αισχρών μειοδοτών και γκρεμίζει τα τείχη του αρνητικού μηδενισμού. Κατ’ αυτό τον τρόπο, αναλαμβάνει ενεργό ρόλο η ολοκληρωτική αποδόμηση αυτής της φαυλοκρατίας και πάσας σαθρής υποκειμενικότητας, που αποστερεί το Da-sein του σύγχρονου ανθρώπου από τη φιλοσοφική του πατρίδα, αυτή της ιστορικότητας του Είναι του.
Η εν λόγω αποδόμηση «ανταλλάσσει τα πάντα με το πυρ και το πυρ με τα πάντα» (Ηράκλειτος), πράγμα που σημαίνει πως σπέρνει τον όλεθρο στον όλεθρο, με τον οποίο τρομοκρατεί την ανθρώπινη κοινότητα η αδίστακτη «οχλοδημοκρατία». Δυνάμει ενός τέτοιου αστραπιαίου, κεραυνοβόλου αγώνα, η πολιτική σκέψη του Είναι δεν μας επι-σκέπτεται ως θεσμική, ακαδημαϊκή ή αξιολογική πράξη του ενός ή του άλλου κοινωνικο-πολιτικού ωφελιμισμού, αλλά ως μια στοχαστική βούληση της ανθρώπινης ύπαρξης να λογοδοτεί [=να δίνει και να θέτει τον Λόγο] στον εαυτό της μόνο και σε κανέναν εξωτερικό νομοθέτη ή δικαστή. Το ζητούμενο, στη συνάφεια τούτη, είναι πώς ο ίδιος ο άνθρωπος στέκεται απέναντι στην ως άνω πολιτική σκέψη: στέκεται ως φενακισμένη συνείδηση, ως ανεστραμμένη λογική, όπως συμβαίνει με τις ορδές των τεκτόνων του πολιτικού ψεύδους, οπότε στερείται τη δυνατότητα, την ικανότητα να αντιλαμβάνεται την παρακμή, το ξερίζωμα που του επιφυλάσσουν οι εν λόγω ψευδομάρτυρες του Πολιτικού και συμβιβάζεται με τη μοίρα του μαζανθρώπου, ή ως σκεπτόμενο ον, που αναζητεί μέσα στην ιστορική αποστολή της φιλοσοφίας την αφύπνιση, το ξέσπασμα, την έκρηξη (Aufbruch); Ετούτη η έκρηξη –όχι τα σωτηριολογικά κηρύγματα των καθεστωτικών– προετοιμάζει τους ανθρώπους να εισέρχονται μέσα στην ιστορία και να αποφασίζουν για την πολιτική κατεύθυνση της πολιτείας. Το αποφασίζειν (entschließen), κατά τον Χάιντεγκερ, δεν είναι ένα απλό σχέδιο επί χάρτου, αλλά η πιο αποφασιστική έναρξη δράσης (Χάιντεγκερ: περί πολιτικής, περί αλήθειας … εκδ. Ηριδανός, σ. 140 κ.εξ.), που δεν θα υποτάσσει την Πόλη στο Πολιτικό, αλλά το Πολιτικό στην Πόλη. Τούτο σημαίνει ότι οι μετριότητες δεν θα υποτάσσουν τους άριστους, αλλά οι άριστοι θα μάχονται να ανυψώσουν τις μετριότητες πάνω από την ανικανότητά τους, προς τον ορίζοντα του άριστου.
Ο Αρχέγονος αγώνας κατά της φαύλης μαζικής ολιγαρχίας
Σκέπτεται ο Χάιντεγκερ πολιτικά; Όπως κάθε σοβαρή φιλοσοφική σκέψη, από τον Ηράκλειτο ήδη έως και σήμερα, είναι πρωτίστως στοχαστική αντιπαράθεση με το Πολιτικό, έτσι και η χαϊντεγκεριανή σκέψη διακρίνεται για τη μοναδική της δυναμική αντιπαράθεση με το Πολιτικό. Τούτο σημαίνει πως κατανοεί τον εαυτό της όχι ως μια απλή κατάφαση ή άρνηση μιας εν λειτουργία πολιτικής μηχανής: κομμάτων, μηχανισμών, κρατικών ή παρακρατικών σχημάτων κ.λπ., αλλά ως πολεμική, με το νόημα του Ηράκλειτου: αρχέγονος αγώνας (Kampf), σύγκρουση, αντιπαράθεση για την επικράτηση του κόσμου ως ευταξίας, ως αρμονίας των αντιθέτων. Με αυτόν τον πόλεμο και μόνο με αυτόν, τα πάντα εκ-τίθενται στο φως, εξ-έρχονται σε φανέρωση, εντάσσονται εκεί που ανήκουν: στο ξέφωτο της Πόλεως, δηλαδή της Πολιτείας. Εδώ τότε το παν είναι πολιτικό, όχι επειδή σχετίζεται με βάρβαρους πολιτικούς, «που βρίσκουν ευχαρίστηση στο βόρβορο» (Ηράκλειτος απ. 13), ή με οιονδήποτε ανισόρροπο, σε επίπεδο απλής λογικής, πολιτικό ακτιβισμό, αλλά επειδή ενδημεί στο πιο πάνω ξέφωτο και εξ-ίσταται στην επικινδυνότητα του Είναι του, προκειμένου να συμβεί ιστορία. Όταν συμβαίνει αυθεντική ιστορία, η πόλις δεν εκ-τοπίζεται από την τοπο-θεσία της, δηλαδή από τη θέση της ως τόπο της ιστορίας, ως εστία, ως πατρίδα, αλλά συνιστά αυτό τούτο το Είναι, που κρατάει γερά στα θεμέλιά του την ιστορία ενός λαού ως πρωταγωνιστή του παρόντος.
Η πολιτική σκέψη, επομένως, για τον Χάιντεγκερ, δεν έχει καμιά σχέση με την καθημερινή πολιτική της αγελαίας αντιπαλότητας ανάμεσα σε διεφθαρμένες μειοψηφίες, που ερωτοτροπούν με ξένους επικυρίαρχους, εξανδραποδίζουν τους εγχώριους ανθρώπους της πολιτείας και ενδιαφέρονται μόνο για τον δικό τους πλουτισμό, σε συνδυασμό και με την ικανοποίηση των άγριων εξουσιαστικών ενστίκτων τους. Τέτοιες αισχρές, ανυπόληπτες και άκρως αμοραλιστικές μειοψηφίες αφθονούν στην ελληνική πολιτεία και καταστρέφουν συθέμελα τον τόπο του αρχέγονου ιστορικού συμβάντος με καταχθόνιους υπολογισμούς, με κενές περιεχομένου «πολιτικές αντιπαραθέσεις», με μια ασυνάρτητη οχλοβοή, που προβάλλεται ως ασυναγώνιστη σοφία, με ηχηρή και απύθμενη πολιτική βλακεία, που δεν έχει εμφανισθεί ποτέ ως τώρα στην ιστορία αυτού του τόπου. Το Πολιτικό, για τον Χάιντεγκερ, εντάσσεται στις πολύμορφες αναζητήσεις του γύρω από τη φιλοσοφική αλήθεια του Είναι. Η συγκεκριμένη φιλοσοφική αλήθεια δεν είναι πάνω από το χρόνο, δεν είναι κάποια μεταφυσική ιδεολογικοποίηση αυτού, που καθημερινά εκτυλίσσεται ως πολιτικό φαίνεσθαι, αλλά κινείται στη γραμμή του αστραπιαίου, κεραυνοβόλου πολέμου, που διαλύει τα σκότη της μαζικής φαυλοκρατίας των αισχρών μειοδοτών και γκρεμίζει τα τείχη του αρνητικού μηδενισμού. Κατ’ αυτό τον τρόπο, αναλαμβάνει ενεργό ρόλο η ολοκληρωτική αποδόμηση αυτής της φαυλοκρατίας και πάσας σαθρής υποκειμενικότητας, που αποστερεί το Da-sein του σύγχρονου ανθρώπου από τη φιλοσοφική του πατρίδα, αυτή της ιστορικότητας του Είναι του.
Η εν λόγω αποδόμηση «ανταλλάσσει τα πάντα με το πυρ και το πυρ με τα πάντα» (Ηράκλειτος), πράγμα που σημαίνει πως σπέρνει τον όλεθρο στον όλεθρο, με τον οποίο τρομοκρατεί την ανθρώπινη κοινότητα η αδίστακτη «οχλοδημοκρατία». Δυνάμει ενός τέτοιου αστραπιαίου, κεραυνοβόλου αγώνα, η πολιτική σκέψη του Είναι δεν μας επι-σκέπτεται ως θεσμική, ακαδημαϊκή ή αξιολογική πράξη του ενός ή του άλλου κοινωνικο-πολιτικού ωφελιμισμού, αλλά ως μια στοχαστική βούληση της ανθρώπινης ύπαρξης να λογοδοτεί [=να δίνει και να θέτει τον Λόγο] στον εαυτό της μόνο και σε κανέναν εξωτερικό νομοθέτη ή δικαστή. Το ζητούμενο, στη συνάφεια τούτη, είναι πώς ο ίδιος ο άνθρωπος στέκεται απέναντι στην ως άνω πολιτική σκέψη: στέκεται ως φενακισμένη συνείδηση, ως ανεστραμμένη λογική, όπως συμβαίνει με τις ορδές των τεκτόνων του πολιτικού ψεύδους, οπότε στερείται τη δυνατότητα, την ικανότητα να αντιλαμβάνεται την παρακμή, το ξερίζωμα που του επιφυλάσσουν οι εν λόγω ψευδομάρτυρες του Πολιτικού και συμβιβάζεται με τη μοίρα του μαζανθρώπου, ή ως σκεπτόμενο ον, που αναζητεί μέσα στην ιστορική αποστολή της φιλοσοφίας την αφύπνιση, το ξέσπασμα, την έκρηξη (Aufbruch); Ετούτη η έκρηξη –όχι τα σωτηριολογικά κηρύγματα των καθεστωτικών– προετοιμάζει τους ανθρώπους να εισέρχονται μέσα στην ιστορία και να αποφασίζουν για την πολιτική κατεύθυνση της πολιτείας. Το αποφασίζειν (entschließen), κατά τον Χάιντεγκερ, δεν είναι ένα απλό σχέδιο επί χάρτου, αλλά η πιο αποφασιστική έναρξη δράσης (Χάιντεγκερ: περί πολιτικής, περί αλήθειας … εκδ. Ηριδανός, σ. 140 κ.εξ.), που δεν θα υποτάσσει την Πόλη στο Πολιτικό, αλλά το Πολιτικό στην Πόλη. Τούτο σημαίνει ότι οι μετριότητες δεν θα υποτάσσουν τους άριστους, αλλά οι άριστοι θα μάχονται να ανυψώσουν τις μετριότητες πάνω από την ανικανότητά τους, προς τον ορίζοντα του άριστου.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου