Ο αναπάντεχος ρόλος της διασύνδεσης στη συνεργασία
Η φυσική επιλογή είναι μια αδυσώπητη διαδικασία. Μόνο τα «αρμοστικότερα» άτομα επιβιώνουν και καταφέρνουν να αναπαραχθούν και να μεταβιβάσουν τα γονίδιά τους στην επόμενη γενιά.
Αυτό δημιουργεί έναν γρίφο όσον αφορά τις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις. Ας υποθέσουμε ότι έχετε την τάση να μοιράζεστε την τροφή σας με φίλους με τους οποίους δεν έχετε συγγένεια εξ αίματος. Αν η τροφή σπανίζει, τότε η γενναιοδωρία σας θα βοηθήσει τους φίλους σας να γίνουν ισχυρότεροι. Συνεπώς, θα κάνει εσάς λιγότερο ισχυρούς (λιγότερο ικανούς να επιβιώσετε).
Έτσι, τα γονίδια που συμβάλλουν στην επιθυμία σας να μοιράζεστε την τροφή σας έχουν λιγότερες πιθανότητες να μεταβιβαστούν στις επόμενες γενιές συγκριτικά με τα γονίδια που θα σας έκαναν να κρατήσετε όλη την τροφή για τον εαυτό σας. Από πού λοιπόν προέρχεται το μοίρασμα της τροφής;
Αυτό είναι το αίνιγμα της συνεργασίας και του αλτρουισμού: φαίνεται ότι όσοι άνθρωποι είναι πρόθυμοι να βοηθήσουν τους άλλους θα έπρεπε να έχουν λιγότερες πιθανότητες επιβίωσης από εκείνους που ενδιαφέρονται μόνο για τον εαυτό τους. Σύμφωνα με την ορολογία της θεωρίας παιγνίων, οι συνεργάσιμοι, που είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν ένα προσωπικό τίμημα για να βοηθήσουν μια ομάδα ατόμων, έχουν λιγότερες πιθανότητες να επιβιώσουν απ’ ό,τι οι τσαμπατζήδες, που δεν πληρώνουν κανένα προσωπικό τίμημα, αλλά επωφελούνται από τις προσπάθειες της ομάδας.
Για παράδειγμα, όταν οι άνθρωποι έμαθαν να κυνηγούν μεγάλα θηράματα, εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια πριν, αυτό προσέδωσε ένα πλεονέκτημα προσαρμοστικότητας στις ομάδες που ήξεραν να το κάνουν. Αν όμως είναι επικίνδυνο να κυνηγήσεις ένα μαστόδοντο, τότε γιατί να μην αφήσεις κάποιον άλλο να το κάνει; Αν είσαι το πιο εγωιστικό άτομο στην ομάδα σου, τότε θα έπρεπε να έχεις τις περισσότερες πιθανότητες επιβίωσης.
Σε μία από τις πιο δοξαστικές εισόδους στον ναό του σύγχρονου μυθιστορήματος, ο Άγγλος συγγραφέας Ίαν Μακ Γιού αν, στο έργο του Enduring Love (Έμμονη αγάπη), περιγράφει γλαφυρά το πρόβλημα της συνεργασίας. Ένα αερόστατο αιωρείται κοντά στο έδαφος σε ένα πράσινο αγγλικό λιβάδι, απειλούμενο από τον δυνατό άνεμο. Κουρνιασμένο μέσα στο καλάθι κάθεται ένα τρομαγμένο αγόρι, ενώ έξω, κρεμασμένος από το σκοινί, βρίσκεται ο παππούς του, που προσπαθεί απεγνωσμένα να συγκρατήσει το αερόστατο πριν το παρασύρει ο αέρας.
Καλεί βοήθεια και καταφθάνουν πέντε άνδρες. Ο καθένας από τους έξι άνδρες τώρα κρατά ένα σκοινί δεμένο στο αερόστατο, αλλά κανείς δεν συντονίζει τις κινήσεις τους. Φθάνει ένα νέο κύμα αέρα, που σηκώνει το αερόστατο τρία μέτρα από το έδαφος, παρασέρνοντας τους άνδρες και σηκώνοντάς τους στον αέρα. Αν κρατηθούν όλοι, θα επιστρέψουν γρήγορα ασφαλείς στο έδαφος. Ένας όμως από αυτούς αφήνει το σκοινί, και το αερόστατο σηκώνεται ακόμη ψηλότερα. Αμέσως οι υπόλοιποι αντιμετωπίζουν ένα δίλημμα.
Άλλος ένας αφήνει το σκοινί, και μετά ακόμη ένας, αυξάνοντας την πίεση στους υπόλοιπους να ακολουθήσουν, και έτσι απομένει μόνο ένας. Αυτός ο άνδρας, ένας πραγματικά καλός άνθρωπος, που μέσα του «η φλόγα του αλτρουισμού […] έκαιγε λίγο πιο δυνατή», συνεχίζει να κρατά το σκοινί.
Παρασύρεται από το αερόστατο, που υψώνεται σαν χαρταετός, ώσπου, προς φρίκη και όνειδος των ανδρών που τον κοιτάζουν, δεν έχει άλλη επιλογή παρά να αφήσει το σκοινί, εκατό μέτρα από το έδαφος, και να πέσει βρίσκοντας τραγικό θάνατο. Όπως γράφει ο Μακ Γιούαν, αυτοί οι έξι άνδρες, καθώς κρέμονταν λίγα μέτρα από το έδαφος «αναπαράστησαν το αρχαίο, ανεπίλυτο ηθικό δίλημμα, εμείς ή εγώ;»
Τα καλά νέα είναι ότι οι άνθρωποι πολύ συχνά αγνοούν τις εγωιστικές τάσεις τους όταν αλληλεπιδρούν με ανθρώπους με τους οποίους συνδέονται. Στο Survivor, η Τίνα θα μπορούσε να αναγκάσει τον Κιθ να συνεχίσει να στέκεται στη δοκό, αλλά συνεργάστηκε και πήδηξε στο νερό όταν της το ζήτησε. Και σε πάρα πολλά εργαστηριακά πειράματα που μελετούν διλήμματα συνεργασίας και αλτρουισμού, οι άνθρωποι επιλέγουν να βοηθήσουν τους άλλους περίπου στις μισές περιπτώσεις ακόμη και άτομα τα οποία δεν θα συναντήσουν ποτέ ξανά.
Φαίνεται λοιπόν ότι θα ήταν λάθος να εφαρμόσουμε απλοϊκά την εξελικτική θεωρία για να καταλάβουμε αν είναι λογικό ή όχι να βοηθάμε τους άλλους. Ο εγωισμός δεν είναι πάντοτε αποδοτικός. Αν ήταν, όλοι θα ήμαστε εγωιστές.
Στον πραγματικό κόσμο όμως, έξω από το εργαστήριο, υπάρχουν και πολλοί άλλοι παράγοντες -διότι ζούμε σε ένα δίκτυο αλληλεπιδράσεων και οι αλληλεπιδράσεις αυτές είναι συχνά επαναλαμβανόμενες ή διαρκείς. Ίσως η Τίνα να παραιτήθηκε επειδή ήξερε ότι θα βρισκόταν αντιμέτωπη με τον Κιθ σε μελλοντικές δοκιμασίες και θα χρειαζόταν τη βοήθειά του. Οι εξελικτικοί επιστήμονες το ονομάζουν αυτό άμεση αμοιβαιότητα. Αν έχετε πολλές ευκαιρίες να συνεργαστείτε με το ίδιο άτομο, ένας τρόπος να διασφαλίσετε τη βοήθειά του είναι να υποσχεθείτε μια μελλοντική συνεργασία .
Σε μια έξυπνη και πασίγνωστη μελέτη που σχεδιάστηκε για να εξετάσει την αμοιβαιότητα, ο πολιτικός επιστήμονας Robert Axelrod έδειξε ότι η στρατηγική συνεργασίας που ονομάζεται «μία σου και μία μου» είναι συχνά πιο αποτελεσματική από τη διαρκή συνεργασία ή τον διαρκή εγωισμό. Στη στρατηγική «μία σου και μία μου» συνεργάζεστε την πρώτη φορά που γνωρίζετε κάποιον, και έκτοτε απλώς αντιγράφετε και επαναλαμβάνετε τη συμπεριφορά του κατά την τελευταία σας αλληλεπίδραση.
Αυτή η στρατηγική είναι στην ουσία το αντίστροφο του Χρυσού Κανόνα της ηθικής: να φέρεσαι στους άλλους όπως σου φέρθηκαν και εκείνοι. Αν κάποιος συνεργαστεί, τότε ανταποδίδουμε τη συνεργασία στον επόμενο γύρο. Αν δεν συνεργαστεί, τον τιμωρούμε την επόμενη φορά, αρνούμενοι τη συνεργασία. Απλό, αλλά αποτελεσματικό.
Σε έναν κόσμο γεμάτο ανθρώπους που χρησιμοποιούν τη στρατηγική «μία σου και μία μου», η συνεργασία συμβαίνει παντού και πάντα αλλά σε έναν κόσμο αποτελούμενο μόνο από εγωιστικά άτομα, εκείνοι που χρησιμοποιούν τηv εν λόγω στρατηγική δεν βγαίνουν κερδισμένοι. Αν χρησιμοποιείτε τον κανόνα «μία σου και μία μου», την πρώτη φορά που θα συναντήσετε ένα εγωιστικό άτομο, θα συνεργαστείτε μαζί του, αλλά εκείνος δεν θα συνεργαστεί μαζί σας.
Θα πάρετε το μάθημά σας, και στο μέλλον δεν θα τον εμπιστευθείτε ωστόσο, χάρη σε εκείνη την πρώτη συνάντησή σας, εκείνος θα είναι ελαφρώς πιο ενισχυμένος, αφού θα έχει κερδίσει κάτι από εσάς, ενώ εσείς όχι. Αν δεν γνωρίσετε άλλους ανθρώπους που θα είναι πρόθυμοι να συνεργαστούν μαζί σας, τότε εσείς και τα γονίδιά σας θα έχετε χάσει το παιχνίδι.
Αυτή η κατάσταση οδήγησε τον μαθηματικό Chris Hauert και τους συνεργάτες του να εξετάσουν άλλη μία πιθανότητα σε, ένα σημαντικό εξελικτικό μοντέλο που δημοσιεύθηκε το 2002 στο Science.s Στη μελέτη του Axelrod και στα περισσότερα προηγούμενα θεωρητικά μοντέλα, τα άτομα ήταν αναγκασμένα να αλληλεπιδρούν μεταξύ τους.
Αν όμως επέλεγαν να μην αλληλεπιδράσουν; Αντί να επιχειρήσει κανείς να συνεργαστεί, αναλαμβάνοντας το ρίσκο της εξαπάτησης, θα μπορούσε να κοιτάξει τον εαυτό του. Με άλλα λόγια, θα μπορούσε να διακόψει τις σχέσεις του με τους άλλους στο δίκτυο. Ο Hauert ονόμασε τα άτομα που υιοθετούν αυτή τη στρατηγική «μονόχνοτους».
Χρησιμοποιώντας όμορφα μαθηματικά, ο Hauert και οι συνεργάτες του έδειξαν ότι σε έναν κόσμο γεμάτο μονόχνοτους είναι εύκολο να αναπτυχθεί η συνεργασία, διότι δεν υπάρχουν άτομα που θα εκμεταλλεύονταν όσους συνεργάσιμους πιθανόν παρουσιαζόνταν. Οι μονόχνοτοι φροντίζουν για τον εαυτό τους, ενώ οι συνεργάσιμοι σχηματίζουν, ενώ οι συνεργάσιμοι σχηματίζουν δίκτυα μεταξύ τους. Οι συνεργάσιμοι σύντομα επικρατούν στον πληθυσμό, αφού πάντοτε τα καταφέρνουν καλύτερα από τους μονόχνοτους.
Μόλις όμως ο κόσμος γεμίσει από συνεργάσιμους, είναι πολύ εύκολο να παρασιτήσουν οι τσαμπατζήδες, απολαμβάνοντας τους καρπούς της συνεργασίας χωρίς να συνεισφέρουν. Καθώς οι τσαμπατζήδες γίνονται ο κυρίαρχος τύπος στον πληθυσμό, δεν υπάρχουν πλέον άτομα τα οποία να μπορούν να εκμεταλλευθούν τότε, κυριαρχούν και πάλι οι μονόχνοτοι καθότι δεν θέλουν να έχουν καμία σχέση, φέρ’ ειπείν, με εκείνους τους απατεώνες.
Εν ολίγοις, η συνεργασία αναδύεται επειδή μπορούμε να κάνουμε περισσότερα μαζί παρά χώρια. Ωστόσο, εξαιτίας του προβλήματος του παρασιτισμού των τσαμπατζήδων, η επιτυχία της συνεργασίας δεν είναι εγγυημένη.
Για να αντιμετωπιστούν οι τσαμπατζήδες, απαιτείται ένα άλλο είδος ατόμων: Οι τιμωροί. Όλοι νιώθουμε την επιθυμία να προστατεύσουμε τους κοινωνικούς κανόνες όταν παραβιάζονται. Κάποιοι κορνάρουν όταν ένας οδηγός παραβιάζει την προτεραιότητά τους, μολονότι το κορνάρισμα δεν αλλάζει τίποτε. Άλλοι διακινδυνεύουν έναν καβγά ζητώντας από τους καπνιστές να μην καπνίζουν στους χώρους των μη καπνιζόντων.
Και πολλές φορές οι αυτόπτες μάρτυρες είναι διατεθειμένοι να καταθέσουν στο δικαστήριο, παρότι αυτό θα μπορούσε να τους εκθέσει στον κίνδυνο της εκδικητικής συμπεριφοράς. Αυτοί οι άνθρωποι πληρώνουν ένα μικρό κόστος οι ίδιοι για να επιβάλουν ένα κόστος σε κάποιον που αρνείται να συνεργαστεί. Και αυτή είναι μια διαφορετικού είδους σύνδεση. Οι συνεργάσιμοι συνδέονται με τους άλλους για να αυξήσουν τα συνολικά οφέλη οι τσαμπατζήδες συνδέονται για να απομυζήσουν εκείνους που παράγουν και οι τιμωροί συνδέονται για να διώξουν τους τσαμπατζήδες.
Θεωρίες της τιμωρίας έχουν προταθεί προ πολλού, αλλά πάντα αδυνατούσαν να εξηγήσουν πως θα μπορούσε να έχει προκύψει αρχικά μια τέτοια συμπεριφορά. Σε έναν κόσμο τσαμπατζήδων, ένας τιμωρός θα πρέπει να αναλώνει διαρκώς ενέργεια για να διορθώνει κάθε παράβαση (κάτι προφανώς εξαντλητικό), οπότε σύντομα θα βρεθεί σε μειονεκτική θέση.
Σε έναν κόσμο αποσυνδεδεμένων μονόχνοτων, όμως, οι τιμωροί δεν θα χρειάζονταν να τιμωρήσουν κανέναν. Με βάση αυτή τη λογική, δημιουργήσαμε το δικό μας μοντέλο και δείξαμε ότι οι μικρές ομάδες διασυνδεδεμένων, αλληλεπιδρώντων συνεργασίμων και τιμωρών θα μπορούσαν να συνεξελίσσονται μέσα σε έναν κόσμο που, κατά τα άλλα, φροντίζει για τον εαυτό του, και αυτό θα ωθούσε ολόκληρο τον πληθυσμό σε ανώτερα επίπεδα συνεργασίας και σύνδεσης.
Ο Hauert και οι συνεργάτες του αργότερα επεξέτειναν το μοντέλο μας, δείχνοντας ότι υπό γενικές συνθήκες θα οδηγούσε σ’ έναν μεικτό πληθυσμό ατόμων που συνεργάζονται και παρασιτούν και ατόμων που συνδέονται και αποσυνδέονται. Έδειξαν, επίσης, ότι ο πληθυσμός βρισκόταν συχνά σε μεταβατικό στάδιο, το οποίο σημαίνει ότι σε κάθε δεδομένη στιγμή θα μπορούσαμε να βρούμε διαφορετικές αναλογίες ατόμων από κάθε κατηγορία.
Σε αντίθεση με τα μοντέλα που προβλέπουν πολύ μεγάλη ή πολύ μικρή συνεργασία, το επεκτεταμένο μοντέλο έδειξε ότι η συνεργασία θα λαμβάνει τόπο, συχνά σε έναν κόσμο στον οποίο θα ήταν εφικτό να εντοπιστούν και να τιμωρηθούν τα «παράσιτα» και στον οποίο θα υπήρχε ποικιλομορφία ως προς την τάση των ανθρώπων να εντάσσονται σε ομάδες. Με λίγα λόγια, το μοντέλο προέβλεπε δύο πράγματα: ορισμένοι άνθρωποι θα συνεργάζονται, ενώ άλλοι όχι και ορισμένοι άνθρωποι θα είναι καλά συνδεδεμένοι στο κοινωνικό δίκτυο, ενώ άλλοι -οι μονόχνοτοι- όχι.
Αυτό δημιουργεί έναν γρίφο όσον αφορά τις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις. Ας υποθέσουμε ότι έχετε την τάση να μοιράζεστε την τροφή σας με φίλους με τους οποίους δεν έχετε συγγένεια εξ αίματος. Αν η τροφή σπανίζει, τότε η γενναιοδωρία σας θα βοηθήσει τους φίλους σας να γίνουν ισχυρότεροι. Συνεπώς, θα κάνει εσάς λιγότερο ισχυρούς (λιγότερο ικανούς να επιβιώσετε).
Έτσι, τα γονίδια που συμβάλλουν στην επιθυμία σας να μοιράζεστε την τροφή σας έχουν λιγότερες πιθανότητες να μεταβιβαστούν στις επόμενες γενιές συγκριτικά με τα γονίδια που θα σας έκαναν να κρατήσετε όλη την τροφή για τον εαυτό σας. Από πού λοιπόν προέρχεται το μοίρασμα της τροφής;
Αυτό είναι το αίνιγμα της συνεργασίας και του αλτρουισμού: φαίνεται ότι όσοι άνθρωποι είναι πρόθυμοι να βοηθήσουν τους άλλους θα έπρεπε να έχουν λιγότερες πιθανότητες επιβίωσης από εκείνους που ενδιαφέρονται μόνο για τον εαυτό τους. Σύμφωνα με την ορολογία της θεωρίας παιγνίων, οι συνεργάσιμοι, που είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν ένα προσωπικό τίμημα για να βοηθήσουν μια ομάδα ατόμων, έχουν λιγότερες πιθανότητες να επιβιώσουν απ’ ό,τι οι τσαμπατζήδες, που δεν πληρώνουν κανένα προσωπικό τίμημα, αλλά επωφελούνται από τις προσπάθειες της ομάδας.
Για παράδειγμα, όταν οι άνθρωποι έμαθαν να κυνηγούν μεγάλα θηράματα, εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια πριν, αυτό προσέδωσε ένα πλεονέκτημα προσαρμοστικότητας στις ομάδες που ήξεραν να το κάνουν. Αν όμως είναι επικίνδυνο να κυνηγήσεις ένα μαστόδοντο, τότε γιατί να μην αφήσεις κάποιον άλλο να το κάνει; Αν είσαι το πιο εγωιστικό άτομο στην ομάδα σου, τότε θα έπρεπε να έχεις τις περισσότερες πιθανότητες επιβίωσης.
Σε μία από τις πιο δοξαστικές εισόδους στον ναό του σύγχρονου μυθιστορήματος, ο Άγγλος συγγραφέας Ίαν Μακ Γιού αν, στο έργο του Enduring Love (Έμμονη αγάπη), περιγράφει γλαφυρά το πρόβλημα της συνεργασίας. Ένα αερόστατο αιωρείται κοντά στο έδαφος σε ένα πράσινο αγγλικό λιβάδι, απειλούμενο από τον δυνατό άνεμο. Κουρνιασμένο μέσα στο καλάθι κάθεται ένα τρομαγμένο αγόρι, ενώ έξω, κρεμασμένος από το σκοινί, βρίσκεται ο παππούς του, που προσπαθεί απεγνωσμένα να συγκρατήσει το αερόστατο πριν το παρασύρει ο αέρας.
Καλεί βοήθεια και καταφθάνουν πέντε άνδρες. Ο καθένας από τους έξι άνδρες τώρα κρατά ένα σκοινί δεμένο στο αερόστατο, αλλά κανείς δεν συντονίζει τις κινήσεις τους. Φθάνει ένα νέο κύμα αέρα, που σηκώνει το αερόστατο τρία μέτρα από το έδαφος, παρασέρνοντας τους άνδρες και σηκώνοντάς τους στον αέρα. Αν κρατηθούν όλοι, θα επιστρέψουν γρήγορα ασφαλείς στο έδαφος. Ένας όμως από αυτούς αφήνει το σκοινί, και το αερόστατο σηκώνεται ακόμη ψηλότερα. Αμέσως οι υπόλοιποι αντιμετωπίζουν ένα δίλημμα.
Άλλος ένας αφήνει το σκοινί, και μετά ακόμη ένας, αυξάνοντας την πίεση στους υπόλοιπους να ακολουθήσουν, και έτσι απομένει μόνο ένας. Αυτός ο άνδρας, ένας πραγματικά καλός άνθρωπος, που μέσα του «η φλόγα του αλτρουισμού […] έκαιγε λίγο πιο δυνατή», συνεχίζει να κρατά το σκοινί.
Παρασύρεται από το αερόστατο, που υψώνεται σαν χαρταετός, ώσπου, προς φρίκη και όνειδος των ανδρών που τον κοιτάζουν, δεν έχει άλλη επιλογή παρά να αφήσει το σκοινί, εκατό μέτρα από το έδαφος, και να πέσει βρίσκοντας τραγικό θάνατο. Όπως γράφει ο Μακ Γιούαν, αυτοί οι έξι άνδρες, καθώς κρέμονταν λίγα μέτρα από το έδαφος «αναπαράστησαν το αρχαίο, ανεπίλυτο ηθικό δίλημμα, εμείς ή εγώ;»
Τα καλά νέα είναι ότι οι άνθρωποι πολύ συχνά αγνοούν τις εγωιστικές τάσεις τους όταν αλληλεπιδρούν με ανθρώπους με τους οποίους συνδέονται. Στο Survivor, η Τίνα θα μπορούσε να αναγκάσει τον Κιθ να συνεχίσει να στέκεται στη δοκό, αλλά συνεργάστηκε και πήδηξε στο νερό όταν της το ζήτησε. Και σε πάρα πολλά εργαστηριακά πειράματα που μελετούν διλήμματα συνεργασίας και αλτρουισμού, οι άνθρωποι επιλέγουν να βοηθήσουν τους άλλους περίπου στις μισές περιπτώσεις ακόμη και άτομα τα οποία δεν θα συναντήσουν ποτέ ξανά.
Φαίνεται λοιπόν ότι θα ήταν λάθος να εφαρμόσουμε απλοϊκά την εξελικτική θεωρία για να καταλάβουμε αν είναι λογικό ή όχι να βοηθάμε τους άλλους. Ο εγωισμός δεν είναι πάντοτε αποδοτικός. Αν ήταν, όλοι θα ήμαστε εγωιστές.
Στον πραγματικό κόσμο όμως, έξω από το εργαστήριο, υπάρχουν και πολλοί άλλοι παράγοντες -διότι ζούμε σε ένα δίκτυο αλληλεπιδράσεων και οι αλληλεπιδράσεις αυτές είναι συχνά επαναλαμβανόμενες ή διαρκείς. Ίσως η Τίνα να παραιτήθηκε επειδή ήξερε ότι θα βρισκόταν αντιμέτωπη με τον Κιθ σε μελλοντικές δοκιμασίες και θα χρειαζόταν τη βοήθειά του. Οι εξελικτικοί επιστήμονες το ονομάζουν αυτό άμεση αμοιβαιότητα. Αν έχετε πολλές ευκαιρίες να συνεργαστείτε με το ίδιο άτομο, ένας τρόπος να διασφαλίσετε τη βοήθειά του είναι να υποσχεθείτε μια μελλοντική συνεργασία .
Σε μια έξυπνη και πασίγνωστη μελέτη που σχεδιάστηκε για να εξετάσει την αμοιβαιότητα, ο πολιτικός επιστήμονας Robert Axelrod έδειξε ότι η στρατηγική συνεργασίας που ονομάζεται «μία σου και μία μου» είναι συχνά πιο αποτελεσματική από τη διαρκή συνεργασία ή τον διαρκή εγωισμό. Στη στρατηγική «μία σου και μία μου» συνεργάζεστε την πρώτη φορά που γνωρίζετε κάποιον, και έκτοτε απλώς αντιγράφετε και επαναλαμβάνετε τη συμπεριφορά του κατά την τελευταία σας αλληλεπίδραση.
Αυτή η στρατηγική είναι στην ουσία το αντίστροφο του Χρυσού Κανόνα της ηθικής: να φέρεσαι στους άλλους όπως σου φέρθηκαν και εκείνοι. Αν κάποιος συνεργαστεί, τότε ανταποδίδουμε τη συνεργασία στον επόμενο γύρο. Αν δεν συνεργαστεί, τον τιμωρούμε την επόμενη φορά, αρνούμενοι τη συνεργασία. Απλό, αλλά αποτελεσματικό.
Σε έναν κόσμο γεμάτο ανθρώπους που χρησιμοποιούν τη στρατηγική «μία σου και μία μου», η συνεργασία συμβαίνει παντού και πάντα αλλά σε έναν κόσμο αποτελούμενο μόνο από εγωιστικά άτομα, εκείνοι που χρησιμοποιούν τηv εν λόγω στρατηγική δεν βγαίνουν κερδισμένοι. Αν χρησιμοποιείτε τον κανόνα «μία σου και μία μου», την πρώτη φορά που θα συναντήσετε ένα εγωιστικό άτομο, θα συνεργαστείτε μαζί του, αλλά εκείνος δεν θα συνεργαστεί μαζί σας.
Θα πάρετε το μάθημά σας, και στο μέλλον δεν θα τον εμπιστευθείτε ωστόσο, χάρη σε εκείνη την πρώτη συνάντησή σας, εκείνος θα είναι ελαφρώς πιο ενισχυμένος, αφού θα έχει κερδίσει κάτι από εσάς, ενώ εσείς όχι. Αν δεν γνωρίσετε άλλους ανθρώπους που θα είναι πρόθυμοι να συνεργαστούν μαζί σας, τότε εσείς και τα γονίδιά σας θα έχετε χάσει το παιχνίδι.
Αυτή η κατάσταση οδήγησε τον μαθηματικό Chris Hauert και τους συνεργάτες του να εξετάσουν άλλη μία πιθανότητα σε, ένα σημαντικό εξελικτικό μοντέλο που δημοσιεύθηκε το 2002 στο Science.s Στη μελέτη του Axelrod και στα περισσότερα προηγούμενα θεωρητικά μοντέλα, τα άτομα ήταν αναγκασμένα να αλληλεπιδρούν μεταξύ τους.
Αν όμως επέλεγαν να μην αλληλεπιδράσουν; Αντί να επιχειρήσει κανείς να συνεργαστεί, αναλαμβάνοντας το ρίσκο της εξαπάτησης, θα μπορούσε να κοιτάξει τον εαυτό του. Με άλλα λόγια, θα μπορούσε να διακόψει τις σχέσεις του με τους άλλους στο δίκτυο. Ο Hauert ονόμασε τα άτομα που υιοθετούν αυτή τη στρατηγική «μονόχνοτους».
Χρησιμοποιώντας όμορφα μαθηματικά, ο Hauert και οι συνεργάτες του έδειξαν ότι σε έναν κόσμο γεμάτο μονόχνοτους είναι εύκολο να αναπτυχθεί η συνεργασία, διότι δεν υπάρχουν άτομα που θα εκμεταλλεύονταν όσους συνεργάσιμους πιθανόν παρουσιαζόνταν. Οι μονόχνοτοι φροντίζουν για τον εαυτό τους, ενώ οι συνεργάσιμοι σχηματίζουν, ενώ οι συνεργάσιμοι σχηματίζουν δίκτυα μεταξύ τους. Οι συνεργάσιμοι σύντομα επικρατούν στον πληθυσμό, αφού πάντοτε τα καταφέρνουν καλύτερα από τους μονόχνοτους.
Μόλις όμως ο κόσμος γεμίσει από συνεργάσιμους, είναι πολύ εύκολο να παρασιτήσουν οι τσαμπατζήδες, απολαμβάνοντας τους καρπούς της συνεργασίας χωρίς να συνεισφέρουν. Καθώς οι τσαμπατζήδες γίνονται ο κυρίαρχος τύπος στον πληθυσμό, δεν υπάρχουν πλέον άτομα τα οποία να μπορούν να εκμεταλλευθούν τότε, κυριαρχούν και πάλι οι μονόχνοτοι καθότι δεν θέλουν να έχουν καμία σχέση, φέρ’ ειπείν, με εκείνους τους απατεώνες.
Εν ολίγοις, η συνεργασία αναδύεται επειδή μπορούμε να κάνουμε περισσότερα μαζί παρά χώρια. Ωστόσο, εξαιτίας του προβλήματος του παρασιτισμού των τσαμπατζήδων, η επιτυχία της συνεργασίας δεν είναι εγγυημένη.
Για να αντιμετωπιστούν οι τσαμπατζήδες, απαιτείται ένα άλλο είδος ατόμων: Οι τιμωροί. Όλοι νιώθουμε την επιθυμία να προστατεύσουμε τους κοινωνικούς κανόνες όταν παραβιάζονται. Κάποιοι κορνάρουν όταν ένας οδηγός παραβιάζει την προτεραιότητά τους, μολονότι το κορνάρισμα δεν αλλάζει τίποτε. Άλλοι διακινδυνεύουν έναν καβγά ζητώντας από τους καπνιστές να μην καπνίζουν στους χώρους των μη καπνιζόντων.
Και πολλές φορές οι αυτόπτες μάρτυρες είναι διατεθειμένοι να καταθέσουν στο δικαστήριο, παρότι αυτό θα μπορούσε να τους εκθέσει στον κίνδυνο της εκδικητικής συμπεριφοράς. Αυτοί οι άνθρωποι πληρώνουν ένα μικρό κόστος οι ίδιοι για να επιβάλουν ένα κόστος σε κάποιον που αρνείται να συνεργαστεί. Και αυτή είναι μια διαφορετικού είδους σύνδεση. Οι συνεργάσιμοι συνδέονται με τους άλλους για να αυξήσουν τα συνολικά οφέλη οι τσαμπατζήδες συνδέονται για να απομυζήσουν εκείνους που παράγουν και οι τιμωροί συνδέονται για να διώξουν τους τσαμπατζήδες.
Θεωρίες της τιμωρίας έχουν προταθεί προ πολλού, αλλά πάντα αδυνατούσαν να εξηγήσουν πως θα μπορούσε να έχει προκύψει αρχικά μια τέτοια συμπεριφορά. Σε έναν κόσμο τσαμπατζήδων, ένας τιμωρός θα πρέπει να αναλώνει διαρκώς ενέργεια για να διορθώνει κάθε παράβαση (κάτι προφανώς εξαντλητικό), οπότε σύντομα θα βρεθεί σε μειονεκτική θέση.
Σε έναν κόσμο αποσυνδεδεμένων μονόχνοτων, όμως, οι τιμωροί δεν θα χρειάζονταν να τιμωρήσουν κανέναν. Με βάση αυτή τη λογική, δημιουργήσαμε το δικό μας μοντέλο και δείξαμε ότι οι μικρές ομάδες διασυνδεδεμένων, αλληλεπιδρώντων συνεργασίμων και τιμωρών θα μπορούσαν να συνεξελίσσονται μέσα σε έναν κόσμο που, κατά τα άλλα, φροντίζει για τον εαυτό του, και αυτό θα ωθούσε ολόκληρο τον πληθυσμό σε ανώτερα επίπεδα συνεργασίας και σύνδεσης.
Ο Hauert και οι συνεργάτες του αργότερα επεξέτειναν το μοντέλο μας, δείχνοντας ότι υπό γενικές συνθήκες θα οδηγούσε σ’ έναν μεικτό πληθυσμό ατόμων που συνεργάζονται και παρασιτούν και ατόμων που συνδέονται και αποσυνδέονται. Έδειξαν, επίσης, ότι ο πληθυσμός βρισκόταν συχνά σε μεταβατικό στάδιο, το οποίο σημαίνει ότι σε κάθε δεδομένη στιγμή θα μπορούσαμε να βρούμε διαφορετικές αναλογίες ατόμων από κάθε κατηγορία.
Σε αντίθεση με τα μοντέλα που προβλέπουν πολύ μεγάλη ή πολύ μικρή συνεργασία, το επεκτεταμένο μοντέλο έδειξε ότι η συνεργασία θα λαμβάνει τόπο, συχνά σε έναν κόσμο στον οποίο θα ήταν εφικτό να εντοπιστούν και να τιμωρηθούν τα «παράσιτα» και στον οποίο θα υπήρχε ποικιλομορφία ως προς την τάση των ανθρώπων να εντάσσονται σε ομάδες. Με λίγα λόγια, το μοντέλο προέβλεπε δύο πράγματα: ορισμένοι άνθρωποι θα συνεργάζονται, ενώ άλλοι όχι και ορισμένοι άνθρωποι θα είναι καλά συνδεδεμένοι στο κοινωνικό δίκτυο, ενώ άλλοι -οι μονόχνοτοι- όχι.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου