Πέμπτη 27 Νοεμβρίου 2014

Κέλσος, περί μύθων (αληθής λόγος κατά Χριστιανών)

Οι αρχαίοι μίλησαν αινιγματικά για κάποιον θεϊκό πόλεμο, ο Ηράκλειτος μάλιστα είπε τα εξής: “Πρέπει να ξέρουμε ότι ο πόλεμος μας συνέχει όλους, ότι η δικαιοσύνη είναι έριδα, και ότι όλα με την έριδα γεννιούνται και χάνονται”.

Kαι ο Φερεκύδης που ήταν πολύ παλιότερος από τον Ηράκλειτο, κατασκεύασε ένα μύθο όπου αντιπαρατάχθηκαν δυο αντίπαλες στρατιές, και στη μία έβαλε αρχηγό τον Κρόνο ενώ στην άλλη τον Οφιονέα και εξιστόρησε τις προκλήσεις και τις συμπλοκές τους, καθώς και το ότι έκαναν τη συμφωνία, όποια από τις δυο έπεφτε μέσα στον Ωγηνό θα ήταν η ηττημένη ενώ η άλλη, η νικήτρια θα κέρδιζε τον ουρανό.

Έτσι θέλει ο μύθος και τα σχετικά με τις μυστικές ιστορίες των Τιτάνων και των Γιγάντων που μάχονταν ενάντια στους θεούς, αλλά και των Αιγυπτίων η μυθολογία που μιλάει για τον Τυφώνα, τον Ώρο και τον Όσιρι. Όλα αυτά όμως δεν μοιάζουν με την υπόθεση του διαβολικού θεού ή (πράγμα αληθοφανέστερο) του απατεώνα ανθρώπου που έχει αντίθετη γνώμη.

Κι ο Όμηρος ακόμα, λίγο πολύ τα ίδια υπαινίσσεται με τον Ηράκλειτο και τον Φερεκύδη και όσους μιλούν για Τιτάνες και Γίγαντες, όταν βάζει τον Ήφαιστο να λέει στην Ήρα:

“Kαι την άλλη φορά που πήγα να πάρω το μέρος σου μ’ έπιασε από το πόδι και με πέταξε από την θεϊκή κατοικία” και τον Δία να λέει στην Ήρα τα παρακάτω: “Αλήθεια δεν θυμάσαι, που κρεμόσουνα από ψηλά κι είχες στα πόδια δυο αμόνια και γύρω από τα χέρια δεσμά χρυσά που ‘ταν αδύνατο να σπάσεις; και κρεμόσουν στον αιθέρα και στα σύννεφα. Τι κι αν σε λυπήθηκαν οι θεοί μακριά από τον Όλυμπο, να σε λύσουν δεν μπόρεσαν σαν ήρθαν κοντά σου και τον άρπαξα και τον πέταξα από το κατώφλι κι έπεσε αδύναμος πάνω στη γη”.

Οι λόγοι του Δία προς την Ήρα είναι λόγοι του θεού προς την ύλη. Κι οι λόγοι προς την ύλη μάς αφήνουν να καταλάβουμε ότι ο θεός, θεωρώντας ότι προηγουμένως η ύλη βρισκόταν σε αταξία, την ένωσε και την προίκισε με κάποιες συμμετρίες. Και τις θεότητες που την περιτριγύριζαν, όσες ήταν θρασείς, τις πέταξε μακριά τιμωρώντας τες με τον τρόπο αυτό.

Έτσι αντιλαμβανόμενος τα ομηρικά έπη ο Φερεκύδης είπε: “Κάτω από κείνη την περιοχή είναι η περιοχή του Ταρτάρου. Την φυλάγουν οι θυγατέρες του Βορέα, οι Άρπυιες κι η Θύελλα, και εκεί ξαποστέλνει ο Δίας όποιον θεό αποθρασυνθεί”.

Οι ίδιες ιδέες εκφράζονται και με τον πέπλο που τυλίγει την Αθηνά και που όλοι τον βλέπουν όταν γίνεται η πομπή των Παναθηναίων. Συμβολίζει το ότι κάποια αγνή θεά που δεν γεννήθηκε από μητέρα επιβάλλει την ισχύ της πάνω στους αυτόχθονες θεούς που αποθρασύνθηκαν. Τέτοια νοήματα έχουν οι μύθοι των Ελλήνων ενώ ot χριστιανικοί, που μας λένε ότι ο γιος του θεού τιμωρείται από τον διάβολο και μας δασκαλεύουν να είμαστε καρτερικοί όταν μας συμβαίνει το ίδιο, είναι ολωσδιόλου για γέλια. Εγώ νομίζω πως ο γιος του θεού θα πρεπε τον διάβολο να τιμωρήσει κι όχι να φοβερίζει τους ανθρώπους που έπεσαν θύματα της απάτης του διαβόλου. Όσο για το πώς τους ήρθε στο μυαλό να ονομάσουν κάποιον γιο του θεού, το ξεκαθαρίζω κι αυτό.

Κάποιοι αρχαίοι, θεωρώντας ότι τον κόσμο αυτόν τον έπλασε ο θεός, ονόμασαν τον κόσμο παιδί του θεού και “παλικάρι” του. Είναι λοιπόν ένα και το αυτό ο κόσμος με το “παιδί” εκείνο του θεού. Φυσικά η (χριστιανική) κοσμογονία κι η αφήγηση για τη γέννηση του ανθρώπου που πλάστηκε “κατ’ εικόνα του θεού”, είναι ό,τι πιο ανόητο. Και δεν καταλαβαίνω ούτε τον “παράδεισο” που φύτεψε ο θεός ούτε την προηγούμενη ζωή του ανθρώπου μέσα σ’ αυτόν ούτε το πώς άλλαξε η ζωή όταν ο άνθρωπος εξορίστηκε εξαιτίας της ''αμαρτίας'' κι έζησε μακριά από τον “παράδεισο της τρυφής”.
Μελετήστε το εδάφιο Γ 22-24* της Γένεσης και συγκρίνετε το με τις μπουρδολογίες που σας λένε οι ''θεολόγοι''!

Χωρίς να έχει καταλάβει τίποτα ο Μωυσής έκατσε και τα “γράψε όλα αυτά, με τον ίδιο τρόπο που οι αρχαίοι κωμωδοί έγραφαν για την πλάκα τους, “ο Προίτος παντρεύτηκε τον Βελερεφόντη ενώ ο Πήγασος ήταν από την Αρκαδία”.

Οι προφήτες που μας άφησαν συγγράμματα και ο Μωυσής, μη έχοντας ιδέα για τη φύση του ανθρώπου και του σύμπαντος, συνέθεσαν ένα απύθμενο παραμιλητό:

Μας μιλούν για “ημέρες” -που διαδέχονταν η μία την άλλη πριν ακόμα υπάρξει φως και ουρανός, ήλιος, σελήνη και άστρα. Μήπως ο δημιουργός χρειάστηκε εκεί πάνω το φως, όπως ο άνθρωπος που ανάβει το λυχνάρι του παίρνοντας από του γείτονα; Και αν όλα αυτά ήσαν έργα του καταραμένου θεού που ‘ναι αντίπαλος του μεγάλου θεού, κι έγιναν παρά τη θέληση του τελευταίου, τότε γιατί αυτός να του δανείσει το φως;
------------------------------------
*ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ

Γεν. γ,22           καὶ εἶπεν ὁ Θεός· ἰδοὺ Ἀδὰμ γέγονεν ὡς εἷς ἐξ ἡμῶν, τοῦ γινώσκειν καλὸν καὶ πονηρόν· καὶ νῦν μή ποτε ἐκτείνῃ τὴν χεῖρα αὐτοῦ καὶ λάβῃ ἀπὸ τοῦ ξύλου τῆς ζωῆς καὶ φάγῃ καὶ ζήσεται εἰς τὸν αἰῶνα.

Γεν. γ,22                   Είπε δε τότε ο Θεός· “ιδού ο Αδάμ έγινε πλέον σαν ένας από ημάς με την ικανότητα να γνωρίζη καλόν και κακόν ! Και τώρα μήπως τυχόν και απλώση το χέρι του και πάρη και φάγη από τον καρπόν του ξύλου της ζωής και γίνη αυτός και το κακόν αθάνατον, πρέπει να εκδιωχθή από τον παράδεισον”.

Γεν. γ,23           καὶ ἐξαπέστειλεν αὐτὸν Κύριος ὁ Θεὸς ἐκ τοῦ παραδείσου τῆς τρυφῆς ἐργάζεσθαι τὴν γῆν, ἐξ ἧς ἐλήφθη.

Γεν. γ,23                   Και έδιωξεν ο Θεός τον Αδάμ από τον παράδεισον της χαράς και της τέρψεως, δια να εργάζεται μετά κόπου την γην, από το χώμα της οποίας είχε πλασθή το σώμα του.
Γεν. γ,24           καὶ ἐξέβαλε τὸν Ἀδὰμ καὶ κατῴκισεν αὐτὸν ἀπέναντι τοῦ παραδείσου τῆς τρυφῆς καὶ ἔταξε τὰ Χερουβὶμ καὶ τὴν φλογίνην ῥομφαίαν τὴν στρεφομένην φυλάσσειν τὴν ὁδὸν τοῦ ξύλου τῆς ζωῆς.
Γεν. γ,24                   Εβγαλε τον Αδάμ και τον έφερε να κατοικήση απέναντι από τον παράδεισον της χαράς και της τέρψεως. Διέταξε δε τα Χερουβιμ και την φλογίνην ρομφαίαν, την συστρεφομένην, να φυλάσσουν την οδόν, η οποία ωδηγούσε προς το δένδρον της ζωής.
Μήπως καταλάβατε γιατί σύμφωνα με την  ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ εκδιωχθήκαμε ανεπιστρεπτί;
Από ζήλεια, εγωισμό, χαιρεκακία, φόβο, εκδίκηση, λάθος του; κλπ!

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου