Στις 30 Νοεμβρίου 1900, ο κόσμος έχασε τον μεγάλο και πολυτάλαντο Όσκαρ Ουάιλντ, ποιητή, μυθιστοριογράφο, θεατρικό συγγραφέα και κριτικό. Ο Ουάιλντ έφυγε πρόωρα, σε ηλικία 46 ετών από μηνιγγίτιδα, άπορος και μόνος στο Παρίσι. Το μυθιστόρημα, «Το πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέι» προκάλεσε την βικτοριανή ηθική και τον οδήγησε ακόμη και στη φυλακή. Αποτελεί έως και σήμερα το γνωστότερο έργο του.
Το πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέι», εκδόθηκε το 1891. Τον Ιούλιο του 1890, παρουσιάζεται στο περιοδικό Lippincott της Philadelphia η ιστορία ενός άνδρα που δε γερνάει ποτέ, όμως σε αντίθεση με το άψογο παρουσιαστικό του, το πορτρέτο φέρει τα σημάδια της φθοράς του.
"Υπάρχει ένα μόνο πράγμα χειρότερο από το να μιλάνε για σένα κι αυτό είναι να μη μιλάνε για σένα."
Πιο δυσοίωνη ήταν μια σύντομη αναφορά στον «Scots Observer», σύμφωνα με την οποία, παρόλο που «ο Ντόριαν Γκρέι» ήταν ένα έργο υψηλής λογοτεχνικής ποιότητας, διαπραγματευόταν «θέματα που άπτονται μόνο στο Τμήμα Εγκληματικών Ερευνών ή σε μια ακρόαση κεκλεισμένων των θυρών», καθώς και ότι θα ήταν ενδιαφέρον κυρίως για «εκτός νόμου ευγενείς και διεστρεμμένα αγόρια που μεταφέρουν τηλεγραφήματα» - ένας υπαινιγμός για το πρόσφατο τότε σκάνδαλο της Cleveland Street για έναν ανδρικό οίκο ανοχής στο Λονδίνο.
"Τα βιβλία που ο κόσμος αποκαλεί ανήθικα είναι τα βιβλία που δείχνουν στον κόσμο τη δική του αισχρότητα."
Σε πέντε χρόνια από τότε, στις 25 Μαΐου του 1895, ο Ουάιλντ βρέθηκε αντιμέτωπος με την καταδίκη για «διάπραξη άσεμνων πράξεων με ορισμένους άνδρες».
Ο σάλος που προκλήθηκε δεν προκαλεί έκπληξη: Κανένα έργο της κυρίαρχης αγγλόφωνης μυθιστοριογραφίας δεν είχε έρθει τόσο κοντά στο να εκφράσει ανοιχτά την ομοφυλοφιλική επιθυμία. Οι πρώτες σελίδες, λίγες αμφιβολίες αφήνουν ότι ο Basil Hallward, ο ζωγράφος του πορτραίτου του Ντόριαν Γκρέι, είναι ερωτευμένος με το «θέμα» του. Μόλις ο Ντόριαν ανακαλύπτει τις θεϊκές του δυνάμεις, προχωρά σε διάφορες ειδεχθείς πράξεις, συμπεριλαμβανομένης και της δολοφονίας. Όμως για τις βικτοριανές ευαισθησίες η πιο ανείπωτα έκνομη πράξη του θα ήταν ότι διέφθειρε νέους άνδρες.
"Είμαστε όλοι μέσα στο βούρκο, όμως μερικοί από εμάς κοιτάζουμε τ' άστρα."
Στις δίκες εναντίον του Όσκαρ Ουάιλντ το 1895, οι αντίπαλοι δικηγόροι διάβασαν φωναχτά αποσπάσματα από τον «Ντόριαν Γκρέι», αποκαλώντας το «σοδομιτικό βιβλίο». Ο Ουάιλντ φυλακίστηκε, όχι γιατί αγαπούσε ερωτικά νέους άνδρες αλλά επειδή έδειξε αυτή του την επιθυμία, και ο «Ντόριαν Γκρέι» έγινε το κυρίαρχο έκθεμα της «ξεδιαντροπιάς» του για την κοινωνία της εποχής.
"Το χειρότερο πράγμα με τους φανατικούς είναι η ειλικρίνεια."
Ο Όσκαρ Ουάιλντ πέθανε στις 30 Νοεμβρίου του 1900, σε ένα υποβαθμισμένο ξενοδοχείου στο Παρίσι, σε ηλικία 46 ετών. Σχεδόν μέσα σε μια νύχτα, ένας θρύλος γεννήθηκε: Ουάιλντ ο μάρτυρας της ομοφυλοφιλίας, Ουάιλντ ο ηθικός επαναστάτης. Ένα εκκολαπτόμενο κίνημα δικαιωμάτων των ομοφυλοφίλων τον «αγκάλιασε» ως ήρωα που περιφρονήθηκε.
"Είναι λυπηρό να το σκέφτεται κανείς, αλλά η μεγαλοφυΐα διαρκεί περισσότερο από την ομορφιά".
Όταν ο Graig Rodwell, το 1967, άνοιξε ένα γκέι και λεσβιακό βιβλιοπωλείο στη Νέα Υόρκη, το ονόμασε «The Oscar Wilde Memorial Bookshop» και μετά τις ταραχές στο Stonewall το 1969 ο Rodwell χρησιμοποίησε τη λίστα διευθύνσεων του βιβλιοπωλείου για να βοηθήσει να οργανωθεί η πρώτη παρέλαση υπερηφάνειας.
"Οι περισσότεροι άνθρωποι είναι άλλοι άνθρωποι. Οι σκέψεις τους είναι απόψεις κάποιου άλλου, οι ζωές τους μία μίμηση, τα πάθη τους μια αναφορά."
«Για τον κόσμο φαίνομαι, από δική μου πρόθεση, ένας ερασιτέχνης καλλιτέχνης και απλώς ένας δανδής δεν είναι σοφό να δείχνει κανείς την καρδιά του στον κόσμο», έγραψε κάποτε ο Ουάιλντ. Δε θα πρέπει λοιπόν να υποθέσουμε ότι μας αποκαλύφθηκε η ψυχή του όταν έγινε ένα gay σύμβολο ή όταν κανονικοποιήθηκε σε ευρύτερους κύκλους ως ο «πατέρας» του: «Να είσαι ο εαυτός σου».
"Μόνο οι ρηχοί άνθρωποι δεν κρίνουν από την εξωτερική εμφάνιση. Το πραγματικό μυστήριο του κόσμου είναι το ορατό, όχι το μη ορατό."
Ο αισθητισμός του Ουάιλντ, η φανατική του λατρεία για την ομορφιά, ήταν ίσως το πιο βαθύ και πιο μόνιμο από τα πάθη του. Ίσως μονάχα η απειλή της δίωξης να τον εμπόδισε από το να εκφράσει ελεύθερα τη δική του σεξουαλικότητα στο έργο του. Το άσχημο τέλος του «Ντόριαν Γκρέι» -που μαχαιρώνει σε παροξυσμό το πορτραίτο του- δείχνει έναν άντρα που χάνει τη μάχη με τη δημόσια εικόνα του.
erevoktonos
Φῶς καὶ Φωνὴ Ἐξυπνισμοῦ ἐν τῷ Αἰῶνι τῆς Νυκτός!
Κυριακή 23 Μαρτίου 2025
Ο Επίκουρος στον Αλμπέρ Καμί
Ο Αλμπέρ Καμύ (1913-1960) υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους φιλόσοφους και συγγραφείς του προηγούμενου αιώνα. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Αλγέρι και σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα πάνω στην ακμή της δημιουργίας του. Ο Ζαν Πωλ Σαρτρ είχε πει στον επικήδειο που εκφώνησε ότι, ήταν ο πυρήνας που γύρω του περιστρέφονται με ταχύτητα τα ηλεκτρόνια του κόσμου, της ζωής και του πνεύματος.
Βέβαια εγώ σαν Επικούρειος μπορεί να διαφωνώ σε πολλά σημεία με το έργο του. Ή και με όλο, ακόμα το έργο του. Ίσως να απορρίψω την διακήρυξή του, για την συμφιλίωση με την μοίρα. Ή ακόμα να διαφωνώ με τους ακρογωνιαίους λίθους της φιλοσοφίας του, που είναι «ο κόσμος και ο πόνος», «η γη και η έρημος» μέσα σ’ ένα σύμπαν που κείτεται σε συντρίμμια «με κατεδαφισμένα όλα τα ηθικά, ιδεολογικά και μεταφυσικά του στηρίγματα». Επίσης είναι δυνατόν να διαφωνήσω, διότι όλα αυτά είναι ανθρώπινες επινοήσεις και ξεφεύγουν, από αυτό που είπε ο Επίκουρος και το οποίο μας το διασώζει ο Φιλόδημος,
«ότι είναι αγοραίες και φορτικές εκείνες οι ιδέες για την ζωή, που δεν συμβάλουν στην ευδαίμονα ζωή».
Και διαφωνώ με το συνολικό έργο του Καμύ, διότι στόχος μας δεν είναι να απελευθερωθούμε από τις προκαταλήψεις αλλά να χρησιμοποιήσουμε αυτήν την ελευθερία, με φρόνηση και φιλία ώστε να φτιάξουμε μία ευτυχισμένη και καλύτερη κοινωνία.
Ας μην ξεχνάμε ότι σ’ όλα του τα έργα που εμφανίστηκαν πριν το 1948 ο Καμύ διακηρύσσει την συμφιλίωση, όπως ειπώθηκε, με την μοίρα. Και σαν παλιός Μαρξιστής διατήρησε σε πολλά σημεία την προδιαγεγραμμένη ιστορία και την ειμαρμένη και καθόλου το τυχαίο και την ανθρώπινη βούληση. Εδώ θα πρέπει να σημειώσω ότι πριν γίνει υπαρξιστής και επαναστάτης υπήρξε μέλος του Κ.Κ. Γαλλίας. Έτσι η φιλοσοφική σκέψη του Καμύ δέχεται το παράλογο της μοίρας του ανθρώπου, που ζει μέσα σ’ ένα αλόγιστο σύμπαν. Όσο και αν αναπτύξει το πνεύμα του είναι ανήμπορος μπροστά σ’ αυτήν την μοίρα και το μόνο που του απομένει είναι η προσήλωση σε κάποιο ιδανικό ικανό να διαφυλάξει μέσα στον κόσμο τις υψηλότερες ηθικές και πνευματικές αξίες. Προφανώς η μοίρα του Καμύ είναι ο Θάνατος, όμως ποιες είναι αυτές οι υψηλότερες ηθικές και πνευματικές αξίες; Για εμένα ως αξία είναι το δικαίωμα στην Ηδονή το οποίο αποσιωπά με επιμέλεια ο Καμύ.
Στο βιβλίο του ο επαναστατημένος άνθρωπος (1951) ολοκληρώνεται ο Καμύ ως προσωπικότητα και ως άτομο. Θα πρέπει δε να το διαβάσει ο κάθε εχέφρων αναγνώστης και δη ο κάθε ελεύθερος άνθρωπος. Το βιβλίο αυτό μας ενδιαφέρει και εμάς τους Επικούρειους, εκτός των άλλων, διότι μέσα σ’ αυτό κριτικάρει τον Επίκουρο.
Όμως πριν προχωρήσουμε στην ουσία της κριτικής του, για να δούμε ποιος είναι ο επαναστατημένος άνθρωπος του Καμύ; Είναι απ’ ότι μας λέει:
«ένας άνθρωπος που λέει όχι! Αρνιέται αλλά δεν παραιτείται». «Είναι ακόμα και αυτός που λέει ναι από την πρώτη του κίνηση. Και το περιεχόμενο του όχι, είναι ότι «μέχρι εδώ και μην παρέκει» Και ο σκλάβος άνθρωπος που θα το πει αυτό στον αφέντη του, σημαίνει συνειδητοποίηση που προχωρεί, στην αντιμετώπιση του, σαν «ίσο προς ίσο». Τέλος αποδέχεται ο άνθρωπος την τελική πτώση (τον θάνατο) αν υποχρεωθεί να στερηθεί αυτό το αποκλειστικό δικαίωμα που θα το ονομάσει π.χ. ελευθερία».
Μας λέει όμως ότι η «πραγματική ελευθερία δεν παρουσίασε άνοδο ανάλογη με την συνείδηση που έχει αποκτήσει ο άνθρωπος γι’ αυτήν» και μας αναφέρει πως «η εξέγερση αποτελεί έργο του ενημερωμένου ανθρώπου που έχει συνείδηση των δικαιωμάτων του».
Θεωρεί δε ως «ιερό και απαραβίαστο» «τις κοινωνίες εκείνες που δεν υπάρχει αντικειμενικός προβληματισμός αφού οι απαντήσεις έχουν δοθεί μια για πάντα». (Θεοκρατία). Άρα «επαναστατημένος άνθρωπος είναι αυτός που βρίσκεται πριν ή μετά το «ιερό και απαραβίαστο» και αγωνίζεται για την επιβολή μιας ανθρώπινης τάξης που όλες οι απαντήσεις να είναι ανθρώπινες, δηλαδή λογικά διατυπωμένες». «Μπορούμε όμως μακριά από αυτό το ιερό και απαραβίαστο και τις απόλυτες αξίες του, να βρούμε τους κανόνες μιας συμπεριφοράς; Αυτή είναι η ερώτηση που θέτει η εξέγερση».
Χωρίζει τέλος την εξέγερση, στο βιβλίο του, στην μεταφυσική εξέγερση και στην ιστορική.
Βέβαια ορθώς ενημερωμένος διατυπώνει ότι «η ιστορία της εξέγερσης στον δυτικό κόσμο είναι αξεχώριστη απ’ την ιστορία του Χριστιανισμού». Δηλαδή η ιστορική εξέγερση ήταν ενάντια στην Θεοκρατία του μοναδικού Θεού και κατ’ επέκταση των μοναρχών. Η οποία υποκατεστάθη από τις ίδιες δομές και από τους νέους ανθρώπινους Θεούς όπως π.χ. ο Λένιν ή Στάλιν.
Μας αναφέρει επίσης ότι «η μεταφυσική εξέγερση είναι το κίνημα με το οποίο ένας άνθρωπος εξεγείρεται ενάντια στην κατάσταση του και σ’ ολόκληρη την δημιουργία. Είναι μεταφυσική γιατί αμφισβητεί τους σκοπούς του ανθρώπου και της δημιουργίας».
Ποιοι όμως είναι οι σκοποί του ανθρώπου; Μα εκείνοι! και όχι μόνο, που πάρα κάτω θα σας προβληματίσουν. Αλλά αλήθεια! Αναρωτιέμαι! γιατί να βάζουμε σκοπούς; Και αν η δημιουργία είναι έτσι φτιαγμένη, τότε δεν είναι άδική; Για τον γράφοντα υπάρχουνε οι εξής καταστάσεις στο σόφισμα που ακολουθεί και στο οποίο θα μπορούσε να προσαρμοστεί η οποιαδήποτε παραλλαγή. Ή υπάρχει Θεός που σημαίνει πως υπάρχει και σκοπός, οπότε οποιονδήποτε σκοπό και να θέσουμε, είτε ως ανθρωπότητα είτε σαν άτομα, ένας θα είναι ο σκοπός, αυτός του Θεού. Και ο σκοπός αυτός, στα χρόνια του Χριστιανισμού, είναι η κατάκτηση του Παραδείσου.
Αν όμως υποθέσουμε ότι ο Θεός αφήνει τον άνθρωπό να επιλέγει σκοπούς, τότε δεν χρειάζεται ο Θεός. Γιατί τον υποκαθιστά ο άνθρωπος και κατασκευάζει αυτός τον δικό του παράδεισο. Αν όμως ο Θεός δοκιμάζει τον άνθρωπό ώστε να κατακτήσει ξανά τον χαμένο παράδεισο, τότε κάποια στιγμή θα πρέπει, να αρνηθεί ο άνθρωπος να γίνει πειραματόζωο.
Επίσης αν δεν υπάρχει Θεός και είμαστε όλοι τυχαίοι σαν αυτόν τον κόσμο, με μια τυχαία προσωπικότητα, τότε ματαιοπονούμε στον να βάζουμε σκοπούς. Γιατί να βάλω τον οποιοδήποτε σκοπό αφού γνωρίζω ότι μια μέρα θα πεθάνω και όλα θα χαθούν.
Ο Μαρξ παρ’ ότι αρνήθηκε την έννοια Θεός εντούτοις πιστεύει στον σκοπό και στην αιτιοκρατία. Μας λέει ότι ο άνθρωπος δεν είναι τυχαίος αλλά προϊόν ενός φυσικού προτσές.
Ο Επίκουρος δέχτηκε την ύπαρξη των Θεών, αλλά, οι Θεοί, ούτε το Σύμπαν έφτιαξαν, ούτε τον άνθρωπο, ούτε επεμβαίνουν στα φαινόμενα της φύσης και στα ανθρώπινα. Ο άνθρωπος δε, είναι τυχαίος και προϊόν της φυσικής επιλογής.
Έτσι σ’ όλες τις περιπτώσεις είναι μάταιο να θέτουμε σκοπούς διότι από την εμπειρία μας οι παράδεισοι είναι μέσα στο μυαλό μας.
Το παράλογο όμως σ’ αυτήν την υπόθεση είναι μία εγγενής κατάστασή. Ένα χαρακτηριστικό το οποίο αν το αρνηθούμε, θα οδηγηθούμε στο μοιραίο, στην αυτοκτονία. Και η κατάσταση αυτή έγκειται στο ότι δεν μπορεί να ζήσει κανείς άνθρωπος χωρίς να βάζει σκοπούς. Αν δεν βάλει ο άνθρωπος έστω έναν, οι πολλούς, από τον μικρότερο και ευτελή σκοπό, μέχρι τον μεγαλύτερο, τον ποιοτικότερο. Αν δεν βάλει σκοπό, προοπτική, τότε αυτοκτονεί.
Εδώ έχουμε μία Επικούρεια θεώρηση πάνω στην ανθρώπινη θέληση. Στο ότι η ανθρώπινη θέληση επιλέγει σκοπούς. Και εμείς ως Επικούρειοι, φρονώ, πως επιλέγουμε τους ποιοτικότερους. Ως Επικούρειοι επιλέγουμε το κίνητρο της φύσης που είναι η Ηδονή.
Τώρα το φιλοσοφικό ερώτημα το οποίον γεννάτε είναι γιατί να υπάρχει αυτή η θέληση; Αυτή η εγγενής τάση; Εικάζω πως, είτε είναι ένας εξωραϊσμός του ενστίκτου της επιβίωσης, ή είτε είναι η σκέψη ενός εξελιγμένου ανώτερου εγκεφάλου.
Όσον αφορά την δημιουργία, ναι είναι όντως λάθος. Στηρίζεται πάνω στον αιματηρό ανταγωνισμό. Εδώ βρίσκει το σωστό περιεχόμενο το «πόλεμος πατήρ πάντων» του Ηράκλειτου. Διότι όσο και αρμονική και αν βλέπουμε την φύση, εν τούτοις αυτή η αρμονία στηρίζεται στο έγκλημα.
Ο άνθρωπος! αν και φύση και αυτός, με την θέληση του μπορεί να υπερβεί την φύση με βάσει τον εξελιγμένο ανώτερο εγκέφαλό του. Και αυτό το βλέπουμε πιο ξεκάθαρα σήμερα με τις επιστημονικές καινοτομίες, με τις τεχνολογικές εφαρμογές, με τις ιατρικές κατακτήσεις κ.α. Μπορεί ακόμα να μην νίκησε τον θάνατο, αλλά η παρακαταθήκη και η εμπειρία, του δίνουν μία γεύση αθανασίας. Όμως εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε ότι υπάρχει και η διαστρεβλωμένη υπέρβαση της φύσης. Είναι αυτή η ρυπαρή διαστρέβλωση, που βιώνουμε καθημερινά.
Άρα λοιπόν αυτή η μεταφυσική εξέγερση στην οποία αναφέρεται ο Καμύ μπορεί άραγε να έχει συντελεστεί και να έχει στεφθεί από επιτυχία; Η απάντηση είναι Ναι.
Όμως μας λέει ο Καμύ «αφού η ποινή του θανάτου καθορίζει γενικά την ανθρώπινη φύση, ο επαναστάτης ν’ αναγνωρίσει και την δύναμη που τον κάνει να ζει μ’ αυτόν τον όρο». «Ο μεταφυσικός επαναστάτης, συνεχίζει, δεν είναι οπωσδήποτε άθεος, αλλά είναι αναγκαστικά βλάσφημος». Επίσης κάνει πολύ σωστά τον παραλληλισμό του Θεού και του Αφέντη γιατί και στα δύο ο άνθρωπος είναι δούλος. «Όμως και ο δούλος και ο αφέντης βρίσκονται πραγματικά στην ίδια θέση, η εφήμερη κυριαρχία του ενός είναι το ίδιο σχετική όσο η υποταγή στον άλλον». «Γι’ αυτό ο επαναστατημένος εξεγείρεται ενάντια στον αφέντη με αποτέλεσμα την εξέγερση ενάντια στον Θεό, θέλει να μιλήσει σαν ίσος προς ίσο μ’ αυτόν»
Και ερχόμαστε στο άκομψο κατά την άποψη μου κεφάλαιο τα παιδιά του Κάιν όπου μέσα σ’ αυτό κριτικάρει τόσον τον Προμηθέα όσον και τον Επίκουρο.
Ναι όντως μας αναφέρει πως η μεταφυσική εξέγερση υπόβοσκε στις πρώτες θεογονίες. Μας λέει επίσης ότι ήταν και προϊόν της Ελληνικής φιλοσοφίας (Ο Προμηθέας).
Όμως εδώ θα ήθελα θα παρατηρήσω κάτι. Τόσοι Έλληνες φιλόσοφοι λέτε να μην είχανε σκεφτεί την εξέγερση ή την επανάσταση; Απλά δεν υπήρχε η ανάγκη για κάτι τέτοιο, διότι διαβίωναν μέσα στην φύση, στρεφόμενοι με μέτρο ενάντια στην ίδια τους την κακή φύση. Μπορεί οι κοινωνίες να μην ήταν τόσο αρμονικές, αλλά ήταν πιο αρμονικές από την κάθε σημερινή. Έτσι για να επιδιώξουν μια αρμονικότερη κοινωνία θα έπρεπε οι άνθρωποι να αλλάξουν προς το καλύτερο, τον εαυτό τους. Ή αν θέλετε, να τον υπερβούν.
Αλήθεια, ποιοι και γιατί συντελέσαν στην προετοιμασία, κατά την διάρκεια του διαφωτισμού, των επαναστάσεων ή των διαστροφικών, όπως μας αναφέρει, εξεγέρσεων; Επαναστάσεων και εξεγέρσεων που συντελέσθηκαν από τον 19ο έως τον 20ο αιώνα; Και όλο αυτό το αίμα που χύθηκε; Όλοι αυτοί οι άνθρωποι που χάθηκαν; Γιατί άραγε δεν είμαστε ευχαριστημένοι; Και γιατί πέφτουμε από μία δικτατορία στην άλλη; Ναι οι νεότεροι φιλόσοφοί ήταν αυτοί που τις σκέφτηκαν. Αλλά μήπως οι φιλόσοφοι είτε εκούσια είτε ακούσια επηρεάστηκαν από τον Χριστιανισμό και θέλανε να επικρατήσει ο δικός τους μεσσιανισμός; Μήπως θέλανε να γκρεμίσουν αυτήν την αντιδραστική θρησκεία και με μία τάση δήθεν προοδευτισμού να εγκαθιδρύσουν την δικιά τους θρησκεία;
Ναι! και αυτά μας λέει ο Καμύ στον επαναστατημένο άνθρωπο.
Όμως ας κοιτάξουμε λίγο το παρελθόν. Και σας φέρνω για παράδειγμα τον Λεωνίδα και τους 300. Ναι γι’ αυτούς η ολοκλήρωση τους ήταν να πεθάνουν για την πατρίδα. Και δεν ζήτησαν να αγιοποιηθούν και ούτε κανείς μπορούσε να τους αγιοποιήσει, γιατί θα αποτελούσε ύβρη για τα Ελληνικά δεδομένα. Θα αποτελούσε ύβρη, την στιγμή που επικρατούσε το μέτρο. Το μέτρο που μας αναφέρει και ο Καμύ. Ανάλογη ενέργεια ήταν και του Σωκράτη. Και ο Σωκράτης θα μπορούσε να είχε γίνει ιδρυτής μιας Θρησκείας, ή ενός πολιτικού κινήματος της εποχής.
Αυτό που κάνει ο Κάϊν κατά τον Καμύ, είναι μεν εξέγερση ενάντια στον Θεό, αλλά είναι και ό ίδιος ο υπέρ εγωιστής άνθρωπος. Επίσης η ενέργειά του θέλει να μας δείξει, την εναντίωση στον Θεό ή στο αφεντικό. Όσο θα είσαι αφεντικό ή Θεός εγώ θα σε παραβαίνω. Το έγκλημα όμως του Κάιν παραβαίνει το μέτρο και αυτό είναι ίδιον της ανατολίτικης κοσμοθεωρίας, ή της θρησκείας της ερήμου με ηγέτη τον Ιησού.
Τον Ιησού όμως τον πλασάρανε και σαν θεάνθρωπο και σαν σωτήρα, γι’ αυτό πήρε τις διαστάσεις που κακώς πήρε. Στηριζόμενος σ’ αυτόν μας μίλησε για δύο επίπλαστα και ασταθή συναισθήματα, όπως την ελπίδα και την αγάπη.
Αλλά ας επανέλθουμε στην δικιά μας θεογονία με την μεταφυσική επανάσταση του Προμηθέα όπως την αναφέρει ο Καμύ και η οποία δεν παρέβη το μέτρο. Με βάση τον Αισχύλο που «τον βάζει να φωνάζει το μίσος του ενάντια σ’ όλους του θεούς και βυθίζοντάς τον σε μια φουρτουνιασμένη θάλασσα μοιραίας απελπισίας . Τον προσφέρει στις αστραπές και τους κεραυνούς να τον αποτελειώσουν και αναφωνεί ο Προμηθέας. Αχ βλέπετε τι αδικία υπομένω»;
Πόσοι και πόσοι, είτε ανάπηροι, είτε φτωχοί, είτε ζώντας στο περιθώριο της κοινωνίας, είτε άτομα με οποιοδήποτε κουσούρι δεν το έχουν πει αυτό;
Καταλήγει δε ο Καμύ ότι στο τελευταίο μέρος της τριλογίας του Αισχύλου ο Προμηθέας πυρφόρος «αναγγέλλεται η βασιλεία του συγχωρεμένου επαναστάτη». «Ναι, λέει, οι Έλληνες δεν νοθεύουν τίποτα. Στα πιο ακραία τολμήματα τους έμεναν πιστοί στο μέτρο που το είχαν θεοποιήσει» και ως εκ τούτου «Η εξέγερση του Προμηθέα, μας αναφέρει, δεν στρέφεται ενάντια σ’ όλη την δημιουργία αλλά ενάντια στον Δία και στους άλλους Θεούς και που οι ημέρες τους είναι μετρημένες». Προσθέτει πως «πρόκειται για μια ιδιωτική υπόθεση, μια αμφισβήτηση για το καλό και όχι για μια πάλη του καλού και του κακού στον κόσμο. Και αυτό οφείλεται στην φύση στην οποία ένοιωθαν να μετέχουν (οι Έλληνες). Αν εξεγερθούν ενάντια στην φύση είναι μία εξέγερση ενάντια στον εαυτό τους. Είναι σαν να χτυπάς το κεφάλι σου στον τοίχο». Είναι το έγκλημα του Καιν ενάντια στον αδελφό του.
Και σ’ αυτό ακριβώς το σημείο έγκειται και μία ακόμα από τις θεμελιώδεις διαφορές του Ελληνισμού από τον Χριστιανισμό. Ότι δηλαδή, όπως τουλάχιστον πρεσβεύει ο Χριστιανισμός, ο άνθρωπος είναι ανώτερος από την φύση. Το αυξάνεσθε και πληθήνατε και κατακυριεύσατε την Γη δίδει όντως ποικίλες ερμηνείες ιδιαίτερα στον μολυσμένο και άμετρο κόσμο μας.
Διότι απ’ ότι μας αναφέρει και συμφωνώ και εγώ , «ότι δεν υπήρχαν οι άνθρωποι από την μια και οι Θεοί από την άλλη (στους Έλληνες). Η ιδέα της αθωότητας σε αντίθεση με την ενοχή, η πάλη του κακού και του καλού ήταν στους Έλληνες άγνωστα. Μέσα στο σύμπαν τους υπάρχουν περισσότερο σφάλματα παρά εγκλήματα. Το μόνο έγκλημα που υπάρχει είναι το ξεπέρασμα του μέτρου. Στον Χριστιανικό κόσμο δεν υπάρχουν σφάλματα αλλά εγκλήματα και το φοβερότερο απ’ αυτό, είναι το μέτρο. Οι Έλληνες δεν θεώρησαν ποτέ την σκέψη, και αυτό υποβιβάζει τον Χριστιανικό μας κόσμο, ένα αποκομμένο από τον κόσμο χώρο». Γι’ αυτό όπως αναφέραμε, η ιστορία της εξέγερσης στον δυτικό κόσμο δεν ξεχωρίζει από την ιστορία του Χριστιανισμού.
Και ερχόμαστε στο προκείμενο. Δηλαδή στον Επίκουρο του Καμύ.
«Η φοβερή θλίψη, λέει, του Επίκουρου βγάζει ένα νέο ήχο. Γεννιέται αναμφίβολα από το άγχος του θανάτου. Μπορούμε να εξασφαλιστούμε ενάντια σ’ όλων των λογιών τα πράγματα αλλά όσο για τον θάνατο μένουμε όλοι σαν τους κατοίκους μιας κυριευμένης ακρόπολης.»
«Ο Λουκρήτιος αναφέρει πως η ουσία αυτού του ευρύχωρου κόσμου είναι μόνο ο θάνατος, η καταστροφή. Γιατί λοιπόν να αναβάλει κανείς την απόλαυση για αργότερα»;
«Έτσι ο Επίκουρος μας λέει ότι ξοδεύουμε την ζωή μας και πεθαίνουμε με πόνο. Πρέπει λοιπόν να απολαμβάνουμε». «Αλλά σχολιάζει ο Καμύ τι παράξενη απόλαυση; Έρχεται με το να εθελοτυφλούμε μπροστά στα τείχη της ακρόπολης, με το να εξασφαλίζουμε νερό και ψωμί μέσα στην σιωπηλή σκιά». Και παρά κάτω αναφέρει τον προβληματισμό του Επίκουρου «μήπως ο θάνατος είναι το μηδέν; και απαντάει ο Επίκουρος στον εαυτό του. Όχι γιατί όλα είναι ύλη σ’ αυτόν τον κόσμο και ο θάνατος σημαίνει επιστροφή στο στοιχείο». Και μας προσθέτει ο Καμύ «πως η παράξενη ηδονή που μας μιλάει ο Επίκουρος είναι κυρίως η απουσία του πόνου. Είναι, μας αναφέρει, η ευτυχία της πέτρας».
Εδώ θα μου επιτραπεί να διαφωνήσω με τον Καμύ: διότι η πέτρα δεν σκέπτεται, δεν δρα, δεν ερωτεύεται, δεν τρώει, δεν ζει τις χαρές της ζωής γιατί απλούστατα δεν έχει ζωή. Ζωή που εξύμνησε ο Επίκουρος όσο κανένας άλλος φιλόσοφος.
Το να ζεις σαν Θεός ανάμεσα στους ανθρώπους είναι μία υπέρβαση. Είναι μία υπέρβαση της φύσης. Είναι ενάντια στην φύση του ανθρώπου. Είναι η εξαίρεση που μπορεί να γίνει ο κανόνας. Δηλαδή είναι η αντιμετώπιση των παθών του ανθρώπου. Τα πάθη και την υπέρβασή τους: και αυτό δεν μπορεί να τα έχει αντικειμενικά μία πέτρα.
Μας λέει παρακάτω ότι σκοτώνει ο Επίκουρος την ευαισθησία. Και διασαφηνίζει, μια σειρά πιο κάτω, ότι εννοεί την Ελπίδα. Και προσθέτει πως αυτό που λέει ο Έλληνας φιλόσοφος για τους Θεούς δεν είναι τίποτε άλλο από το «ότι όλη η δυστυχία των ανθρώπων έρχεται από την ελπίδα που τους βγάζει από την σιωπή της ακρόπολης και τους στήνει στις επάλξεις να προσμένουν την σωτηρία».
Ναι σωστά τα λέει ο Επίκουρος όσο και να τα κριτικάρει ο Καμύ. Προφανώς η ακρόπολη είναι ο κήπος του Επίκουρου. Ένας δημιουργικός κήπος με ζωντανές υπάρξεις όπου σκέφτονται τα άτομα, φιλοσοφούν, δρουν και δεν υπάρχει σιωπή. Και όσον αφορά την ελπίδα αυτή ήταν ξένη όχι μόνο για τους Επικούρειους αλλά και για τους περισσότερους από τους Έλληνες. Διότι οι Έλληνες θεωρούσαν τον πάνω κόσμο ότι ήταν καλύτερος σε σχέση με τον κάτω κόσμο. Την ελπίδα αυτό το ασταθές συναίσθημα, όπως ειπώθηκε, μας το έφερε ο Χριστιανισμός. Η διαφορά έγκειται στο γεγονός ότι ο Λεωνίδας και οι 300, για παράδειγμα, ενώ γνώριζαν ότι θα πεθάνουν έφτασαν στην ολοκλήρωση τους πεθαίνοντας για ένα ιδανικό χωρίς να περιμένουν τίποτα από τους Θεούς. Ή το ότι θα οδηγηθούν σε μία ουτοπική περιοχή. Αυτή είναι και η ολοκλήρωση του ατόμου. Και αυτός θα πρέπει να είναι και ο σκοπός του. Ένας υπερβατικός σκοπός. Δηλαδή να δώσει μία ανώτερη προοπτική στο υπαρξιακό του πρόβλημα, στην μοναξιά του. Ενώ οι χριστιανοί δίνουν την ζωή τους προσμένοντας ότι θα πάνε σ’ ένα αβέβαιο παράδεισο. Σ’ έναν παράδεισο που κανείς δεν έχει δει και κανείς δεν έχει περιγράψει. Σ’ έναν παράδεισο που έγινε από τον Θεό χωρίς να ρωτηθεί το άτομο αν του αρέσει.
Το λεχθέν του Επίκουρου δηλαδή το να ζεις σαν θεός ανάμεσα στους ανθρώπους το έχει πάρει όχι τόσο κομψά ο Καμύ. Λέει πως «δεν αρνιέται του Θεούς ο Επίκουρος. αλλά τους απομακρύνει τόσο έντονα και οριστικά που η ψυχή δεν έχει άλλη διέξοδο παρά να κλειστεί πάλι στα τείχη. Οι Θεοί δεν έχουν καθόλου έννοιες ούτε προκαλούν τέτοιες σε κανέναν». Αλλά μας αναφέρει πως «Θεοί χωρίς ανταμοιβές και τιμωρίες είναι κουφοί θεοί». Και έπειτα προσθέτει ότι προσπαθεί ο Επίκουρος «να υψώσει τείχη γύρω από τον άνθρωπο, να ξανακλείσει τις πύλες της ακρόπολης και να πνίξει ανελέητα την ακαταμάχητη κραυγή της ανθρώπινης ελπίδας».
Αχ αλήθεια δεν είναι ανοησία να ζεις μια ζωή με απαγορεύσεις, πόνο και στέρηση για να μην χάσεις την κλήση ενός δικτάτορα Θεού που θέλει να σ’ έχει του χεριού του; Να σ’ έχει υποχείριο τόσον στην παρούσα όσο και στην υποτιθέμενη άλλη ζωή; Ας είμαστε ρεαλιστές και ας μην γεμίζουμε το μυαλό μας με φρούδες και ανόητες ελπίδες. Ναι σωστά τα λέει ο Επίκουρος, που αναφέρει κριτικάροντας τα λόγια του ο Καμύ. «Ξεγέλασα τις παγίδες σου ω μοίρα, έκλεισα όλους τους δρόμους απ’ όπου μπορούσες να με φτάσεις. Δεν θ’ αφεθούμε να νικηθούμε ούτε από εσένα ούτε από καμιά κακιά δύναμη. Και όταν η ώρα της αναπόφευκτης αναχώρησης θα σημάνει, η περιφρόνησή μας για κείνους που αγκιστρώνονται μάταια στην ύπαρξη θα ξεσπάσει στο ωραίο τραγούδι. Ω πόσο άξια ζήσαμε».
Τόσον ο Επίκουρος όσο και ο Λουκρήτιος μας λέει ο Καμύ αναγκάζονται να παραδεχτούν ότι,
«τα άτομα δεν ενώνονται μόνα τους σ’ ομάδες και αντί να παραδεχτεί την ύπαρξη ενός ανώτερου νόμου στο πεπρωμένο που θέλει να αρνιέται, δέχεται μια τυχαία κίνηση που σύμφωνα μ’ αυτήν τα άτομα συναντιόνται και χωρίζουν. Δηλαδή αποσπάει τον άνθρωπο από το πεπρωμένο και τον αφήνει στην τύχη».
Μα η μη ύπαρξη του πεπρωμένου είναι το μεγαλείο μας και όσον αφορά την τύχη ταυτίζεται με την μοίρα που ελέχθει ανωτέρω.
Ωστόσο δεν νομίζω πως στο θέμα τύχης έχει δίκιο ο Καμύ. Νομίζω πως ο Επίκουρος δεν αφήνει τον άνθρωπο στην τύχη. Η άρνηση του πεπρωμένου, της ειμαρμένης και την τελεολογίας, εκ μέρους του, που εκφράζεται με την τυχαία κίνηση των ατόμων, θέλει να αναδείξει την βουλητική, όπως ειπώθηκε, ικανότητα του Ανθρώπου
Και ο Λουκρήτιος, συνεχίζει ο Καμύ, ένεκα του μίσους του για το πεπρωμένο και τον θάνατο λέει ότι τα μόρια, για να δώσουν την ύπαρξη, ενώνονται από σύμπτωση και όπου από σύμπτωση η ύπαρξη διαλύεται σε άτομα. Η τυφλή ακρόπολη τότε γίνεται ένα περιχαρακωμένο στρατόπεδο. Moenia Mundi, τα τείχη του κόσμου. Σ’ αυτό το σημείο βγάλτε μόνοι σας τα συμπεράσματα σας.
Μας αναφέρει παρά κάτω πως «η μεγάλη υπόθεση δεν είναι η αποσιώπηση της ελπίδας αλλά ο ασκητισμός του Επίκουρου που δονείται και κορυφώνεται συχνά με κατάρες». «Το έλεος για τον Λουκρήτιο, προσθέτει, είναι να μπορεί να κοιτάζει τα πάντα μ’ ένα πνεύμα που δεν ταράζεται με τίποτα».
Εδώ θα πρέπει να σημειώσω, ότι κάπως αδικεί τον Επίκουρο ο Καμύ. Τόσον η ιδεολογία του όσο και η πρακτική του δεν ήταν ασκητική. Και το λάθε βιώσας δεν έχει καμιά σχέση με την ασκητική, αλλά με τα πολιτικά πράγματα της εποχής. Της κάθε εποχής που δεν επικρατεί η άμεση Δημοκρατία.
Και το έλεος που αναφέρθηκε είναι ένα συναίσθημα, του ανώτερου προς τον κατώτερο, γι’ αυτό ο Λουκρήτιος μπορεί να το βλέπει μ’ αυτό το πνεύμα. Όμως άλλο το έλεος και άλλο η βοήθεια και η στοργή, που πρακτικά αποδεικνύεται με την ανατροφή εκ μέρους του Επίκουρου των παιδιών του Μητρόδωρου.
«Το ίδιο πνεύμα μας λέει ο Καμύ τρέμει από την αδικία που γίνεται στον άνθρωπο εκ μέρους του Θεού. Ο Λουκρήτιος στο θαυμάσιο ποίημα του αναφέρεται στο πρώτο έγκλημα της θρησκείας που ήταν η Ιφιγένεια και η δολοφονία της αθωότητάς της». Όπως το κάνει και ο υπογράφων στο βιβλίο του, τα «Πάντα εν Σοφία Εποίησας; «Και ο Επίκουρος με έναν μαχητικό συλλογισμό λέει, γιατί το κακό θα πρέπει να τιμωρείται, αφού τώρα βλέπουμε ότι το καλό δεν αμείβεται»; Και συμπληρώνει ο Καμύ ότι,
«ο άνθρωπος του Λουκρήτιου αρνιέται τους ανάξιους και εγκληματίες Θεούς για να πάρει ο ίδιος την θέση τους. Βγαίνει από το οχυρωμένο στρατόπεδο και αρχίζει τις πρώτες επιθέσεις ενάντια στην θεότητα και στ’ όνομα του ανθρώπινου πόνου».
Είναι το ίδιο που κάνω και εγώ. Αν ήμουν Θεός θα έφτιαχνα τον κόσμο καλύτερο, η μην τολμήσεις να στήσεις δικαστήριο γιατί θα σε δικάσω εγώ ω Θεέ. Ναι τα πάντα όχι εν σοφία, αλλά εν ανοησία εποίησας.
«Στον Λουκρήτιο το έγκλημα του ανθρώπου είναι απάντηση στο Θείο έγκλημα». «Και δεν είναι τυχαίο που το ποίημα του Λουκρήτιου, μας αναφέρει ο Καμύ, τελειώνει με μια θαυμαστή εικόνα βωμών των Θεών γεμάτο από πτώματα που κατηγορούν τους θεούς για τον λοιμό των Αθηνών».
Και πάλι αδικεί τον Λουκρήτιο ο Καμύ. Διότι εντάξει ο Θεός ή οι Θεοί κάνουν εγκλήματα που όλοι μας τα γνωρίζουμε, αν φυσικά επεμβαίνουνε στα ανθρώπινα. Όμως είμαι σίγουρος τώρα πια, όπως ήταν και ο Επίκουρος, πως δεν παρεμβαίνουν. Όμως από την άλλη, θα πρέπει και ο άνθρωπος να ακολουθήσει την ίδια τακτική; Εκτός αν έγκλημα θεωρείτε η κριτική, της υποτιθέμενης παρέμβασης των Θεών. Των Θεών εκείνων που εμπιστεύονται οι πολλοί. Διότι όπως είπε ο Επίκουρος σε μία δόξα του.
Ασεβής δεν είναι εκείνος που δεν δέχεται τους θεούς των πολλών, αλλά εκείνος που προσδίδει στους Θεούς ιδιότητες σύμφωνα με τις γνώμες των πολλών.
Βέβαια εγώ σαν Επικούρειος μπορεί να διαφωνώ σε πολλά σημεία με το έργο του. Ή και με όλο, ακόμα το έργο του. Ίσως να απορρίψω την διακήρυξή του, για την συμφιλίωση με την μοίρα. Ή ακόμα να διαφωνώ με τους ακρογωνιαίους λίθους της φιλοσοφίας του, που είναι «ο κόσμος και ο πόνος», «η γη και η έρημος» μέσα σ’ ένα σύμπαν που κείτεται σε συντρίμμια «με κατεδαφισμένα όλα τα ηθικά, ιδεολογικά και μεταφυσικά του στηρίγματα». Επίσης είναι δυνατόν να διαφωνήσω, διότι όλα αυτά είναι ανθρώπινες επινοήσεις και ξεφεύγουν, από αυτό που είπε ο Επίκουρος και το οποίο μας το διασώζει ο Φιλόδημος,
«ότι είναι αγοραίες και φορτικές εκείνες οι ιδέες για την ζωή, που δεν συμβάλουν στην ευδαίμονα ζωή».
Και διαφωνώ με το συνολικό έργο του Καμύ, διότι στόχος μας δεν είναι να απελευθερωθούμε από τις προκαταλήψεις αλλά να χρησιμοποιήσουμε αυτήν την ελευθερία, με φρόνηση και φιλία ώστε να φτιάξουμε μία ευτυχισμένη και καλύτερη κοινωνία.
Ας μην ξεχνάμε ότι σ’ όλα του τα έργα που εμφανίστηκαν πριν το 1948 ο Καμύ διακηρύσσει την συμφιλίωση, όπως ειπώθηκε, με την μοίρα. Και σαν παλιός Μαρξιστής διατήρησε σε πολλά σημεία την προδιαγεγραμμένη ιστορία και την ειμαρμένη και καθόλου το τυχαίο και την ανθρώπινη βούληση. Εδώ θα πρέπει να σημειώσω ότι πριν γίνει υπαρξιστής και επαναστάτης υπήρξε μέλος του Κ.Κ. Γαλλίας. Έτσι η φιλοσοφική σκέψη του Καμύ δέχεται το παράλογο της μοίρας του ανθρώπου, που ζει μέσα σ’ ένα αλόγιστο σύμπαν. Όσο και αν αναπτύξει το πνεύμα του είναι ανήμπορος μπροστά σ’ αυτήν την μοίρα και το μόνο που του απομένει είναι η προσήλωση σε κάποιο ιδανικό ικανό να διαφυλάξει μέσα στον κόσμο τις υψηλότερες ηθικές και πνευματικές αξίες. Προφανώς η μοίρα του Καμύ είναι ο Θάνατος, όμως ποιες είναι αυτές οι υψηλότερες ηθικές και πνευματικές αξίες; Για εμένα ως αξία είναι το δικαίωμα στην Ηδονή το οποίο αποσιωπά με επιμέλεια ο Καμύ.
Στο βιβλίο του ο επαναστατημένος άνθρωπος (1951) ολοκληρώνεται ο Καμύ ως προσωπικότητα και ως άτομο. Θα πρέπει δε να το διαβάσει ο κάθε εχέφρων αναγνώστης και δη ο κάθε ελεύθερος άνθρωπος. Το βιβλίο αυτό μας ενδιαφέρει και εμάς τους Επικούρειους, εκτός των άλλων, διότι μέσα σ’ αυτό κριτικάρει τον Επίκουρο.
Όμως πριν προχωρήσουμε στην ουσία της κριτικής του, για να δούμε ποιος είναι ο επαναστατημένος άνθρωπος του Καμύ; Είναι απ’ ότι μας λέει:
«ένας άνθρωπος που λέει όχι! Αρνιέται αλλά δεν παραιτείται». «Είναι ακόμα και αυτός που λέει ναι από την πρώτη του κίνηση. Και το περιεχόμενο του όχι, είναι ότι «μέχρι εδώ και μην παρέκει» Και ο σκλάβος άνθρωπος που θα το πει αυτό στον αφέντη του, σημαίνει συνειδητοποίηση που προχωρεί, στην αντιμετώπιση του, σαν «ίσο προς ίσο». Τέλος αποδέχεται ο άνθρωπος την τελική πτώση (τον θάνατο) αν υποχρεωθεί να στερηθεί αυτό το αποκλειστικό δικαίωμα που θα το ονομάσει π.χ. ελευθερία».
Μας λέει όμως ότι η «πραγματική ελευθερία δεν παρουσίασε άνοδο ανάλογη με την συνείδηση που έχει αποκτήσει ο άνθρωπος γι’ αυτήν» και μας αναφέρει πως «η εξέγερση αποτελεί έργο του ενημερωμένου ανθρώπου που έχει συνείδηση των δικαιωμάτων του».
Θεωρεί δε ως «ιερό και απαραβίαστο» «τις κοινωνίες εκείνες που δεν υπάρχει αντικειμενικός προβληματισμός αφού οι απαντήσεις έχουν δοθεί μια για πάντα». (Θεοκρατία). Άρα «επαναστατημένος άνθρωπος είναι αυτός που βρίσκεται πριν ή μετά το «ιερό και απαραβίαστο» και αγωνίζεται για την επιβολή μιας ανθρώπινης τάξης που όλες οι απαντήσεις να είναι ανθρώπινες, δηλαδή λογικά διατυπωμένες». «Μπορούμε όμως μακριά από αυτό το ιερό και απαραβίαστο και τις απόλυτες αξίες του, να βρούμε τους κανόνες μιας συμπεριφοράς; Αυτή είναι η ερώτηση που θέτει η εξέγερση».
Χωρίζει τέλος την εξέγερση, στο βιβλίο του, στην μεταφυσική εξέγερση και στην ιστορική.
Βέβαια ορθώς ενημερωμένος διατυπώνει ότι «η ιστορία της εξέγερσης στον δυτικό κόσμο είναι αξεχώριστη απ’ την ιστορία του Χριστιανισμού». Δηλαδή η ιστορική εξέγερση ήταν ενάντια στην Θεοκρατία του μοναδικού Θεού και κατ’ επέκταση των μοναρχών. Η οποία υποκατεστάθη από τις ίδιες δομές και από τους νέους ανθρώπινους Θεούς όπως π.χ. ο Λένιν ή Στάλιν.
Μας αναφέρει επίσης ότι «η μεταφυσική εξέγερση είναι το κίνημα με το οποίο ένας άνθρωπος εξεγείρεται ενάντια στην κατάσταση του και σ’ ολόκληρη την δημιουργία. Είναι μεταφυσική γιατί αμφισβητεί τους σκοπούς του ανθρώπου και της δημιουργίας».
Ποιοι όμως είναι οι σκοποί του ανθρώπου; Μα εκείνοι! και όχι μόνο, που πάρα κάτω θα σας προβληματίσουν. Αλλά αλήθεια! Αναρωτιέμαι! γιατί να βάζουμε σκοπούς; Και αν η δημιουργία είναι έτσι φτιαγμένη, τότε δεν είναι άδική; Για τον γράφοντα υπάρχουνε οι εξής καταστάσεις στο σόφισμα που ακολουθεί και στο οποίο θα μπορούσε να προσαρμοστεί η οποιαδήποτε παραλλαγή. Ή υπάρχει Θεός που σημαίνει πως υπάρχει και σκοπός, οπότε οποιονδήποτε σκοπό και να θέσουμε, είτε ως ανθρωπότητα είτε σαν άτομα, ένας θα είναι ο σκοπός, αυτός του Θεού. Και ο σκοπός αυτός, στα χρόνια του Χριστιανισμού, είναι η κατάκτηση του Παραδείσου.
Αν όμως υποθέσουμε ότι ο Θεός αφήνει τον άνθρωπό να επιλέγει σκοπούς, τότε δεν χρειάζεται ο Θεός. Γιατί τον υποκαθιστά ο άνθρωπος και κατασκευάζει αυτός τον δικό του παράδεισο. Αν όμως ο Θεός δοκιμάζει τον άνθρωπό ώστε να κατακτήσει ξανά τον χαμένο παράδεισο, τότε κάποια στιγμή θα πρέπει, να αρνηθεί ο άνθρωπος να γίνει πειραματόζωο.
Επίσης αν δεν υπάρχει Θεός και είμαστε όλοι τυχαίοι σαν αυτόν τον κόσμο, με μια τυχαία προσωπικότητα, τότε ματαιοπονούμε στον να βάζουμε σκοπούς. Γιατί να βάλω τον οποιοδήποτε σκοπό αφού γνωρίζω ότι μια μέρα θα πεθάνω και όλα θα χαθούν.
Ο Μαρξ παρ’ ότι αρνήθηκε την έννοια Θεός εντούτοις πιστεύει στον σκοπό και στην αιτιοκρατία. Μας λέει ότι ο άνθρωπος δεν είναι τυχαίος αλλά προϊόν ενός φυσικού προτσές.
Ο Επίκουρος δέχτηκε την ύπαρξη των Θεών, αλλά, οι Θεοί, ούτε το Σύμπαν έφτιαξαν, ούτε τον άνθρωπο, ούτε επεμβαίνουν στα φαινόμενα της φύσης και στα ανθρώπινα. Ο άνθρωπος δε, είναι τυχαίος και προϊόν της φυσικής επιλογής.
Έτσι σ’ όλες τις περιπτώσεις είναι μάταιο να θέτουμε σκοπούς διότι από την εμπειρία μας οι παράδεισοι είναι μέσα στο μυαλό μας.
Το παράλογο όμως σ’ αυτήν την υπόθεση είναι μία εγγενής κατάστασή. Ένα χαρακτηριστικό το οποίο αν το αρνηθούμε, θα οδηγηθούμε στο μοιραίο, στην αυτοκτονία. Και η κατάσταση αυτή έγκειται στο ότι δεν μπορεί να ζήσει κανείς άνθρωπος χωρίς να βάζει σκοπούς. Αν δεν βάλει ο άνθρωπος έστω έναν, οι πολλούς, από τον μικρότερο και ευτελή σκοπό, μέχρι τον μεγαλύτερο, τον ποιοτικότερο. Αν δεν βάλει σκοπό, προοπτική, τότε αυτοκτονεί.
Εδώ έχουμε μία Επικούρεια θεώρηση πάνω στην ανθρώπινη θέληση. Στο ότι η ανθρώπινη θέληση επιλέγει σκοπούς. Και εμείς ως Επικούρειοι, φρονώ, πως επιλέγουμε τους ποιοτικότερους. Ως Επικούρειοι επιλέγουμε το κίνητρο της φύσης που είναι η Ηδονή.
Τώρα το φιλοσοφικό ερώτημα το οποίον γεννάτε είναι γιατί να υπάρχει αυτή η θέληση; Αυτή η εγγενής τάση; Εικάζω πως, είτε είναι ένας εξωραϊσμός του ενστίκτου της επιβίωσης, ή είτε είναι η σκέψη ενός εξελιγμένου ανώτερου εγκεφάλου.
Όσον αφορά την δημιουργία, ναι είναι όντως λάθος. Στηρίζεται πάνω στον αιματηρό ανταγωνισμό. Εδώ βρίσκει το σωστό περιεχόμενο το «πόλεμος πατήρ πάντων» του Ηράκλειτου. Διότι όσο και αρμονική και αν βλέπουμε την φύση, εν τούτοις αυτή η αρμονία στηρίζεται στο έγκλημα.
Ο άνθρωπος! αν και φύση και αυτός, με την θέληση του μπορεί να υπερβεί την φύση με βάσει τον εξελιγμένο ανώτερο εγκέφαλό του. Και αυτό το βλέπουμε πιο ξεκάθαρα σήμερα με τις επιστημονικές καινοτομίες, με τις τεχνολογικές εφαρμογές, με τις ιατρικές κατακτήσεις κ.α. Μπορεί ακόμα να μην νίκησε τον θάνατο, αλλά η παρακαταθήκη και η εμπειρία, του δίνουν μία γεύση αθανασίας. Όμως εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε ότι υπάρχει και η διαστρεβλωμένη υπέρβαση της φύσης. Είναι αυτή η ρυπαρή διαστρέβλωση, που βιώνουμε καθημερινά.
Άρα λοιπόν αυτή η μεταφυσική εξέγερση στην οποία αναφέρεται ο Καμύ μπορεί άραγε να έχει συντελεστεί και να έχει στεφθεί από επιτυχία; Η απάντηση είναι Ναι.
Όμως μας λέει ο Καμύ «αφού η ποινή του θανάτου καθορίζει γενικά την ανθρώπινη φύση, ο επαναστάτης ν’ αναγνωρίσει και την δύναμη που τον κάνει να ζει μ’ αυτόν τον όρο». «Ο μεταφυσικός επαναστάτης, συνεχίζει, δεν είναι οπωσδήποτε άθεος, αλλά είναι αναγκαστικά βλάσφημος». Επίσης κάνει πολύ σωστά τον παραλληλισμό του Θεού και του Αφέντη γιατί και στα δύο ο άνθρωπος είναι δούλος. «Όμως και ο δούλος και ο αφέντης βρίσκονται πραγματικά στην ίδια θέση, η εφήμερη κυριαρχία του ενός είναι το ίδιο σχετική όσο η υποταγή στον άλλον». «Γι’ αυτό ο επαναστατημένος εξεγείρεται ενάντια στον αφέντη με αποτέλεσμα την εξέγερση ενάντια στον Θεό, θέλει να μιλήσει σαν ίσος προς ίσο μ’ αυτόν»
Και ερχόμαστε στο άκομψο κατά την άποψη μου κεφάλαιο τα παιδιά του Κάιν όπου μέσα σ’ αυτό κριτικάρει τόσον τον Προμηθέα όσον και τον Επίκουρο.
Ναι όντως μας αναφέρει πως η μεταφυσική εξέγερση υπόβοσκε στις πρώτες θεογονίες. Μας λέει επίσης ότι ήταν και προϊόν της Ελληνικής φιλοσοφίας (Ο Προμηθέας).
Όμως εδώ θα ήθελα θα παρατηρήσω κάτι. Τόσοι Έλληνες φιλόσοφοι λέτε να μην είχανε σκεφτεί την εξέγερση ή την επανάσταση; Απλά δεν υπήρχε η ανάγκη για κάτι τέτοιο, διότι διαβίωναν μέσα στην φύση, στρεφόμενοι με μέτρο ενάντια στην ίδια τους την κακή φύση. Μπορεί οι κοινωνίες να μην ήταν τόσο αρμονικές, αλλά ήταν πιο αρμονικές από την κάθε σημερινή. Έτσι για να επιδιώξουν μια αρμονικότερη κοινωνία θα έπρεπε οι άνθρωποι να αλλάξουν προς το καλύτερο, τον εαυτό τους. Ή αν θέλετε, να τον υπερβούν.
Αλήθεια, ποιοι και γιατί συντελέσαν στην προετοιμασία, κατά την διάρκεια του διαφωτισμού, των επαναστάσεων ή των διαστροφικών, όπως μας αναφέρει, εξεγέρσεων; Επαναστάσεων και εξεγέρσεων που συντελέσθηκαν από τον 19ο έως τον 20ο αιώνα; Και όλο αυτό το αίμα που χύθηκε; Όλοι αυτοί οι άνθρωποι που χάθηκαν; Γιατί άραγε δεν είμαστε ευχαριστημένοι; Και γιατί πέφτουμε από μία δικτατορία στην άλλη; Ναι οι νεότεροι φιλόσοφοί ήταν αυτοί που τις σκέφτηκαν. Αλλά μήπως οι φιλόσοφοι είτε εκούσια είτε ακούσια επηρεάστηκαν από τον Χριστιανισμό και θέλανε να επικρατήσει ο δικός τους μεσσιανισμός; Μήπως θέλανε να γκρεμίσουν αυτήν την αντιδραστική θρησκεία και με μία τάση δήθεν προοδευτισμού να εγκαθιδρύσουν την δικιά τους θρησκεία;
Ναι! και αυτά μας λέει ο Καμύ στον επαναστατημένο άνθρωπο.
Όμως ας κοιτάξουμε λίγο το παρελθόν. Και σας φέρνω για παράδειγμα τον Λεωνίδα και τους 300. Ναι γι’ αυτούς η ολοκλήρωση τους ήταν να πεθάνουν για την πατρίδα. Και δεν ζήτησαν να αγιοποιηθούν και ούτε κανείς μπορούσε να τους αγιοποιήσει, γιατί θα αποτελούσε ύβρη για τα Ελληνικά δεδομένα. Θα αποτελούσε ύβρη, την στιγμή που επικρατούσε το μέτρο. Το μέτρο που μας αναφέρει και ο Καμύ. Ανάλογη ενέργεια ήταν και του Σωκράτη. Και ο Σωκράτης θα μπορούσε να είχε γίνει ιδρυτής μιας Θρησκείας, ή ενός πολιτικού κινήματος της εποχής.
Αυτό που κάνει ο Κάϊν κατά τον Καμύ, είναι μεν εξέγερση ενάντια στον Θεό, αλλά είναι και ό ίδιος ο υπέρ εγωιστής άνθρωπος. Επίσης η ενέργειά του θέλει να μας δείξει, την εναντίωση στον Θεό ή στο αφεντικό. Όσο θα είσαι αφεντικό ή Θεός εγώ θα σε παραβαίνω. Το έγκλημα όμως του Κάιν παραβαίνει το μέτρο και αυτό είναι ίδιον της ανατολίτικης κοσμοθεωρίας, ή της θρησκείας της ερήμου με ηγέτη τον Ιησού.
Τον Ιησού όμως τον πλασάρανε και σαν θεάνθρωπο και σαν σωτήρα, γι’ αυτό πήρε τις διαστάσεις που κακώς πήρε. Στηριζόμενος σ’ αυτόν μας μίλησε για δύο επίπλαστα και ασταθή συναισθήματα, όπως την ελπίδα και την αγάπη.
Αλλά ας επανέλθουμε στην δικιά μας θεογονία με την μεταφυσική επανάσταση του Προμηθέα όπως την αναφέρει ο Καμύ και η οποία δεν παρέβη το μέτρο. Με βάση τον Αισχύλο που «τον βάζει να φωνάζει το μίσος του ενάντια σ’ όλους του θεούς και βυθίζοντάς τον σε μια φουρτουνιασμένη θάλασσα μοιραίας απελπισίας . Τον προσφέρει στις αστραπές και τους κεραυνούς να τον αποτελειώσουν και αναφωνεί ο Προμηθέας. Αχ βλέπετε τι αδικία υπομένω»;
Πόσοι και πόσοι, είτε ανάπηροι, είτε φτωχοί, είτε ζώντας στο περιθώριο της κοινωνίας, είτε άτομα με οποιοδήποτε κουσούρι δεν το έχουν πει αυτό;
Καταλήγει δε ο Καμύ ότι στο τελευταίο μέρος της τριλογίας του Αισχύλου ο Προμηθέας πυρφόρος «αναγγέλλεται η βασιλεία του συγχωρεμένου επαναστάτη». «Ναι, λέει, οι Έλληνες δεν νοθεύουν τίποτα. Στα πιο ακραία τολμήματα τους έμεναν πιστοί στο μέτρο που το είχαν θεοποιήσει» και ως εκ τούτου «Η εξέγερση του Προμηθέα, μας αναφέρει, δεν στρέφεται ενάντια σ’ όλη την δημιουργία αλλά ενάντια στον Δία και στους άλλους Θεούς και που οι ημέρες τους είναι μετρημένες». Προσθέτει πως «πρόκειται για μια ιδιωτική υπόθεση, μια αμφισβήτηση για το καλό και όχι για μια πάλη του καλού και του κακού στον κόσμο. Και αυτό οφείλεται στην φύση στην οποία ένοιωθαν να μετέχουν (οι Έλληνες). Αν εξεγερθούν ενάντια στην φύση είναι μία εξέγερση ενάντια στον εαυτό τους. Είναι σαν να χτυπάς το κεφάλι σου στον τοίχο». Είναι το έγκλημα του Καιν ενάντια στον αδελφό του.
Και σ’ αυτό ακριβώς το σημείο έγκειται και μία ακόμα από τις θεμελιώδεις διαφορές του Ελληνισμού από τον Χριστιανισμό. Ότι δηλαδή, όπως τουλάχιστον πρεσβεύει ο Χριστιανισμός, ο άνθρωπος είναι ανώτερος από την φύση. Το αυξάνεσθε και πληθήνατε και κατακυριεύσατε την Γη δίδει όντως ποικίλες ερμηνείες ιδιαίτερα στον μολυσμένο και άμετρο κόσμο μας.
Διότι απ’ ότι μας αναφέρει και συμφωνώ και εγώ , «ότι δεν υπήρχαν οι άνθρωποι από την μια και οι Θεοί από την άλλη (στους Έλληνες). Η ιδέα της αθωότητας σε αντίθεση με την ενοχή, η πάλη του κακού και του καλού ήταν στους Έλληνες άγνωστα. Μέσα στο σύμπαν τους υπάρχουν περισσότερο σφάλματα παρά εγκλήματα. Το μόνο έγκλημα που υπάρχει είναι το ξεπέρασμα του μέτρου. Στον Χριστιανικό κόσμο δεν υπάρχουν σφάλματα αλλά εγκλήματα και το φοβερότερο απ’ αυτό, είναι το μέτρο. Οι Έλληνες δεν θεώρησαν ποτέ την σκέψη, και αυτό υποβιβάζει τον Χριστιανικό μας κόσμο, ένα αποκομμένο από τον κόσμο χώρο». Γι’ αυτό όπως αναφέραμε, η ιστορία της εξέγερσης στον δυτικό κόσμο δεν ξεχωρίζει από την ιστορία του Χριστιανισμού.
Και ερχόμαστε στο προκείμενο. Δηλαδή στον Επίκουρο του Καμύ.
«Η φοβερή θλίψη, λέει, του Επίκουρου βγάζει ένα νέο ήχο. Γεννιέται αναμφίβολα από το άγχος του θανάτου. Μπορούμε να εξασφαλιστούμε ενάντια σ’ όλων των λογιών τα πράγματα αλλά όσο για τον θάνατο μένουμε όλοι σαν τους κατοίκους μιας κυριευμένης ακρόπολης.»
«Ο Λουκρήτιος αναφέρει πως η ουσία αυτού του ευρύχωρου κόσμου είναι μόνο ο θάνατος, η καταστροφή. Γιατί λοιπόν να αναβάλει κανείς την απόλαυση για αργότερα»;
«Έτσι ο Επίκουρος μας λέει ότι ξοδεύουμε την ζωή μας και πεθαίνουμε με πόνο. Πρέπει λοιπόν να απολαμβάνουμε». «Αλλά σχολιάζει ο Καμύ τι παράξενη απόλαυση; Έρχεται με το να εθελοτυφλούμε μπροστά στα τείχη της ακρόπολης, με το να εξασφαλίζουμε νερό και ψωμί μέσα στην σιωπηλή σκιά». Και παρά κάτω αναφέρει τον προβληματισμό του Επίκουρου «μήπως ο θάνατος είναι το μηδέν; και απαντάει ο Επίκουρος στον εαυτό του. Όχι γιατί όλα είναι ύλη σ’ αυτόν τον κόσμο και ο θάνατος σημαίνει επιστροφή στο στοιχείο». Και μας προσθέτει ο Καμύ «πως η παράξενη ηδονή που μας μιλάει ο Επίκουρος είναι κυρίως η απουσία του πόνου. Είναι, μας αναφέρει, η ευτυχία της πέτρας».
Εδώ θα μου επιτραπεί να διαφωνήσω με τον Καμύ: διότι η πέτρα δεν σκέπτεται, δεν δρα, δεν ερωτεύεται, δεν τρώει, δεν ζει τις χαρές της ζωής γιατί απλούστατα δεν έχει ζωή. Ζωή που εξύμνησε ο Επίκουρος όσο κανένας άλλος φιλόσοφος.
Το να ζεις σαν Θεός ανάμεσα στους ανθρώπους είναι μία υπέρβαση. Είναι μία υπέρβαση της φύσης. Είναι ενάντια στην φύση του ανθρώπου. Είναι η εξαίρεση που μπορεί να γίνει ο κανόνας. Δηλαδή είναι η αντιμετώπιση των παθών του ανθρώπου. Τα πάθη και την υπέρβασή τους: και αυτό δεν μπορεί να τα έχει αντικειμενικά μία πέτρα.
Μας λέει παρακάτω ότι σκοτώνει ο Επίκουρος την ευαισθησία. Και διασαφηνίζει, μια σειρά πιο κάτω, ότι εννοεί την Ελπίδα. Και προσθέτει πως αυτό που λέει ο Έλληνας φιλόσοφος για τους Θεούς δεν είναι τίποτε άλλο από το «ότι όλη η δυστυχία των ανθρώπων έρχεται από την ελπίδα που τους βγάζει από την σιωπή της ακρόπολης και τους στήνει στις επάλξεις να προσμένουν την σωτηρία».
Ναι σωστά τα λέει ο Επίκουρος όσο και να τα κριτικάρει ο Καμύ. Προφανώς η ακρόπολη είναι ο κήπος του Επίκουρου. Ένας δημιουργικός κήπος με ζωντανές υπάρξεις όπου σκέφτονται τα άτομα, φιλοσοφούν, δρουν και δεν υπάρχει σιωπή. Και όσον αφορά την ελπίδα αυτή ήταν ξένη όχι μόνο για τους Επικούρειους αλλά και για τους περισσότερους από τους Έλληνες. Διότι οι Έλληνες θεωρούσαν τον πάνω κόσμο ότι ήταν καλύτερος σε σχέση με τον κάτω κόσμο. Την ελπίδα αυτό το ασταθές συναίσθημα, όπως ειπώθηκε, μας το έφερε ο Χριστιανισμός. Η διαφορά έγκειται στο γεγονός ότι ο Λεωνίδας και οι 300, για παράδειγμα, ενώ γνώριζαν ότι θα πεθάνουν έφτασαν στην ολοκλήρωση τους πεθαίνοντας για ένα ιδανικό χωρίς να περιμένουν τίποτα από τους Θεούς. Ή το ότι θα οδηγηθούν σε μία ουτοπική περιοχή. Αυτή είναι και η ολοκλήρωση του ατόμου. Και αυτός θα πρέπει να είναι και ο σκοπός του. Ένας υπερβατικός σκοπός. Δηλαδή να δώσει μία ανώτερη προοπτική στο υπαρξιακό του πρόβλημα, στην μοναξιά του. Ενώ οι χριστιανοί δίνουν την ζωή τους προσμένοντας ότι θα πάνε σ’ ένα αβέβαιο παράδεισο. Σ’ έναν παράδεισο που κανείς δεν έχει δει και κανείς δεν έχει περιγράψει. Σ’ έναν παράδεισο που έγινε από τον Θεό χωρίς να ρωτηθεί το άτομο αν του αρέσει.
Το λεχθέν του Επίκουρου δηλαδή το να ζεις σαν θεός ανάμεσα στους ανθρώπους το έχει πάρει όχι τόσο κομψά ο Καμύ. Λέει πως «δεν αρνιέται του Θεούς ο Επίκουρος. αλλά τους απομακρύνει τόσο έντονα και οριστικά που η ψυχή δεν έχει άλλη διέξοδο παρά να κλειστεί πάλι στα τείχη. Οι Θεοί δεν έχουν καθόλου έννοιες ούτε προκαλούν τέτοιες σε κανέναν». Αλλά μας αναφέρει πως «Θεοί χωρίς ανταμοιβές και τιμωρίες είναι κουφοί θεοί». Και έπειτα προσθέτει ότι προσπαθεί ο Επίκουρος «να υψώσει τείχη γύρω από τον άνθρωπο, να ξανακλείσει τις πύλες της ακρόπολης και να πνίξει ανελέητα την ακαταμάχητη κραυγή της ανθρώπινης ελπίδας».
Αχ αλήθεια δεν είναι ανοησία να ζεις μια ζωή με απαγορεύσεις, πόνο και στέρηση για να μην χάσεις την κλήση ενός δικτάτορα Θεού που θέλει να σ’ έχει του χεριού του; Να σ’ έχει υποχείριο τόσον στην παρούσα όσο και στην υποτιθέμενη άλλη ζωή; Ας είμαστε ρεαλιστές και ας μην γεμίζουμε το μυαλό μας με φρούδες και ανόητες ελπίδες. Ναι σωστά τα λέει ο Επίκουρος, που αναφέρει κριτικάροντας τα λόγια του ο Καμύ. «Ξεγέλασα τις παγίδες σου ω μοίρα, έκλεισα όλους τους δρόμους απ’ όπου μπορούσες να με φτάσεις. Δεν θ’ αφεθούμε να νικηθούμε ούτε από εσένα ούτε από καμιά κακιά δύναμη. Και όταν η ώρα της αναπόφευκτης αναχώρησης θα σημάνει, η περιφρόνησή μας για κείνους που αγκιστρώνονται μάταια στην ύπαρξη θα ξεσπάσει στο ωραίο τραγούδι. Ω πόσο άξια ζήσαμε».
Τόσον ο Επίκουρος όσο και ο Λουκρήτιος μας λέει ο Καμύ αναγκάζονται να παραδεχτούν ότι,
«τα άτομα δεν ενώνονται μόνα τους σ’ ομάδες και αντί να παραδεχτεί την ύπαρξη ενός ανώτερου νόμου στο πεπρωμένο που θέλει να αρνιέται, δέχεται μια τυχαία κίνηση που σύμφωνα μ’ αυτήν τα άτομα συναντιόνται και χωρίζουν. Δηλαδή αποσπάει τον άνθρωπο από το πεπρωμένο και τον αφήνει στην τύχη».
Μα η μη ύπαρξη του πεπρωμένου είναι το μεγαλείο μας και όσον αφορά την τύχη ταυτίζεται με την μοίρα που ελέχθει ανωτέρω.
Ωστόσο δεν νομίζω πως στο θέμα τύχης έχει δίκιο ο Καμύ. Νομίζω πως ο Επίκουρος δεν αφήνει τον άνθρωπο στην τύχη. Η άρνηση του πεπρωμένου, της ειμαρμένης και την τελεολογίας, εκ μέρους του, που εκφράζεται με την τυχαία κίνηση των ατόμων, θέλει να αναδείξει την βουλητική, όπως ειπώθηκε, ικανότητα του Ανθρώπου
Και ο Λουκρήτιος, συνεχίζει ο Καμύ, ένεκα του μίσους του για το πεπρωμένο και τον θάνατο λέει ότι τα μόρια, για να δώσουν την ύπαρξη, ενώνονται από σύμπτωση και όπου από σύμπτωση η ύπαρξη διαλύεται σε άτομα. Η τυφλή ακρόπολη τότε γίνεται ένα περιχαρακωμένο στρατόπεδο. Moenia Mundi, τα τείχη του κόσμου. Σ’ αυτό το σημείο βγάλτε μόνοι σας τα συμπεράσματα σας.
Μας αναφέρει παρά κάτω πως «η μεγάλη υπόθεση δεν είναι η αποσιώπηση της ελπίδας αλλά ο ασκητισμός του Επίκουρου που δονείται και κορυφώνεται συχνά με κατάρες». «Το έλεος για τον Λουκρήτιο, προσθέτει, είναι να μπορεί να κοιτάζει τα πάντα μ’ ένα πνεύμα που δεν ταράζεται με τίποτα».
Εδώ θα πρέπει να σημειώσω, ότι κάπως αδικεί τον Επίκουρο ο Καμύ. Τόσον η ιδεολογία του όσο και η πρακτική του δεν ήταν ασκητική. Και το λάθε βιώσας δεν έχει καμιά σχέση με την ασκητική, αλλά με τα πολιτικά πράγματα της εποχής. Της κάθε εποχής που δεν επικρατεί η άμεση Δημοκρατία.
Και το έλεος που αναφέρθηκε είναι ένα συναίσθημα, του ανώτερου προς τον κατώτερο, γι’ αυτό ο Λουκρήτιος μπορεί να το βλέπει μ’ αυτό το πνεύμα. Όμως άλλο το έλεος και άλλο η βοήθεια και η στοργή, που πρακτικά αποδεικνύεται με την ανατροφή εκ μέρους του Επίκουρου των παιδιών του Μητρόδωρου.
«Το ίδιο πνεύμα μας λέει ο Καμύ τρέμει από την αδικία που γίνεται στον άνθρωπο εκ μέρους του Θεού. Ο Λουκρήτιος στο θαυμάσιο ποίημα του αναφέρεται στο πρώτο έγκλημα της θρησκείας που ήταν η Ιφιγένεια και η δολοφονία της αθωότητάς της». Όπως το κάνει και ο υπογράφων στο βιβλίο του, τα «Πάντα εν Σοφία Εποίησας; «Και ο Επίκουρος με έναν μαχητικό συλλογισμό λέει, γιατί το κακό θα πρέπει να τιμωρείται, αφού τώρα βλέπουμε ότι το καλό δεν αμείβεται»; Και συμπληρώνει ο Καμύ ότι,
«ο άνθρωπος του Λουκρήτιου αρνιέται τους ανάξιους και εγκληματίες Θεούς για να πάρει ο ίδιος την θέση τους. Βγαίνει από το οχυρωμένο στρατόπεδο και αρχίζει τις πρώτες επιθέσεις ενάντια στην θεότητα και στ’ όνομα του ανθρώπινου πόνου».
Είναι το ίδιο που κάνω και εγώ. Αν ήμουν Θεός θα έφτιαχνα τον κόσμο καλύτερο, η μην τολμήσεις να στήσεις δικαστήριο γιατί θα σε δικάσω εγώ ω Θεέ. Ναι τα πάντα όχι εν σοφία, αλλά εν ανοησία εποίησας.
«Στον Λουκρήτιο το έγκλημα του ανθρώπου είναι απάντηση στο Θείο έγκλημα». «Και δεν είναι τυχαίο που το ποίημα του Λουκρήτιου, μας αναφέρει ο Καμύ, τελειώνει με μια θαυμαστή εικόνα βωμών των Θεών γεμάτο από πτώματα που κατηγορούν τους θεούς για τον λοιμό των Αθηνών».
Και πάλι αδικεί τον Λουκρήτιο ο Καμύ. Διότι εντάξει ο Θεός ή οι Θεοί κάνουν εγκλήματα που όλοι μας τα γνωρίζουμε, αν φυσικά επεμβαίνουνε στα ανθρώπινα. Όμως είμαι σίγουρος τώρα πια, όπως ήταν και ο Επίκουρος, πως δεν παρεμβαίνουν. Όμως από την άλλη, θα πρέπει και ο άνθρωπος να ακολουθήσει την ίδια τακτική; Εκτός αν έγκλημα θεωρείτε η κριτική, της υποτιθέμενης παρέμβασης των Θεών. Των Θεών εκείνων που εμπιστεύονται οι πολλοί. Διότι όπως είπε ο Επίκουρος σε μία δόξα του.
Ασεβής δεν είναι εκείνος που δεν δέχεται τους θεούς των πολλών, αλλά εκείνος που προσδίδει στους Θεούς ιδιότητες σύμφωνα με τις γνώμες των πολλών.
Περί Μυήσεως: Η Πραγματική Οδός προς τη Γνώση και την Πνευματική Εξέλιξη
Επειδή ότι λάμπει δεν είναι χρυσός. Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχουν ούτε «μύστες» ούτε «μυημένοι» στα άρρητα και τα άφατα. Υπάρχουν αυτοί που ίσως γνωρίζουν, αυτοί που δεν γνωρίζουν και αυτοί που επιδιώκουν να μάθουν. Το χρήμα δεν μπορεί να κάνει τα μάτια να δουν, τα αυτιά να ακούσουν ούτε την ψυχή να ανθίσει. Η έρευνα, η προπαίδευση, η καλλιέργεια του κριτικού πνεύματος, ο χρόνος και η θέληση είναι οι μόνοι ασφαλείς παράγοντες της γνώσης. Τα υπόλοιπα αποτελούν απλώς προσπάθειες για να αποκτήσουν γνώση και κύρος κάποιοι.
Η πραγματική μύηση δεν περιορίζεται σε μία τυπική και συμβολική διαδικασία που λαμβάνει χώρα σε μυστικιστικές ομάδες ή αποκλειστικές τελετές. Αντιθέτως, αποτελεί μια βαθιά εσωτερική πορεία αυτογνωσίας και μεταμόρφωσης που ανοίγει το δρόμο για πνευματική εξέλιξη πέρα από τα συμβατικά όρια. Εμπνευσμένοι από τις αρχαίες μυστηριακές τελετές, πολλοί διανοούμενοι θεωρούσαν τη μυήσει ως μονοπάτι αναγέννησης, το οποίο απαιτεί αληθινή δέσμευση, συνεχή αναζήτηση και εσωτερική ανανέωση.
Η ουσία της μυήσεως έγκειται στην αμφισβήτηση, στην αδιάκοπη αναζήτηση της αλήθειας και στην αφοσίωση στην προσωπική εξέλιξη. Δεν είναι μια κατάσταση σταθερή ή δεδομένη· αποτελεί μια διαδικασία που απαιτεί χρόνο, προσπάθεια και βαθιά ειλικρίνεια απέναντι στον εαυτό μας. Μέσω αυτής της διαδρομής, κάθε άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να προσεγγίσει το άρρητο και να φωτίσει την ψυχή του με γνώσεις που μεταμορφώνουν τη ζωή, ανεξάρτητα από κοινωνικές ή οικονομικές συνθήκες.
Τελικά, η αληθινή γνώση δεν επιβάλλεται εξωτερικά, αλλά εσωτερικεύεται μέσα από την προσωπική εμπειρία, την αυθεντική έρευνα και την ειλικρινή προσπάθεια για κατανόηση του κόσμου και του εαυτού μας. Η μύηση, λοιπόν, αποτελεί όχι απλώς μια έννοια ή τελετουργία, αλλά ένα δυναμικό μονοπάτι προς την αυτοπραγμάτωση, και την πλήρη ανθοφορία της ανθρώπινης ψυχής.
Η πραγματική μύηση δεν περιορίζεται σε μία τυπική και συμβολική διαδικασία που λαμβάνει χώρα σε μυστικιστικές ομάδες ή αποκλειστικές τελετές. Αντιθέτως, αποτελεί μια βαθιά εσωτερική πορεία αυτογνωσίας και μεταμόρφωσης που ανοίγει το δρόμο για πνευματική εξέλιξη πέρα από τα συμβατικά όρια. Εμπνευσμένοι από τις αρχαίες μυστηριακές τελετές, πολλοί διανοούμενοι θεωρούσαν τη μυήσει ως μονοπάτι αναγέννησης, το οποίο απαιτεί αληθινή δέσμευση, συνεχή αναζήτηση και εσωτερική ανανέωση.
Η ουσία της μυήσεως έγκειται στην αμφισβήτηση, στην αδιάκοπη αναζήτηση της αλήθειας και στην αφοσίωση στην προσωπική εξέλιξη. Δεν είναι μια κατάσταση σταθερή ή δεδομένη· αποτελεί μια διαδικασία που απαιτεί χρόνο, προσπάθεια και βαθιά ειλικρίνεια απέναντι στον εαυτό μας. Μέσω αυτής της διαδρομής, κάθε άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να προσεγγίσει το άρρητο και να φωτίσει την ψυχή του με γνώσεις που μεταμορφώνουν τη ζωή, ανεξάρτητα από κοινωνικές ή οικονομικές συνθήκες.
Τελικά, η αληθινή γνώση δεν επιβάλλεται εξωτερικά, αλλά εσωτερικεύεται μέσα από την προσωπική εμπειρία, την αυθεντική έρευνα και την ειλικρινή προσπάθεια για κατανόηση του κόσμου και του εαυτού μας. Η μύηση, λοιπόν, αποτελεί όχι απλώς μια έννοια ή τελετουργία, αλλά ένα δυναμικό μονοπάτι προς την αυτοπραγμάτωση, και την πλήρη ανθοφορία της ανθρώπινης ψυχής.
ΤΟ ΚΗΡΥΚΕΙΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΕΡΜΗ
To «κηρύκειο» ήταν το κύριο έμβλημα του Ερμή, το οποίο σχηματιζόταν από λεπτή ράβδο δάφνης ή ελιάς. Γύρω-γύρω περιτυλλίσσονταν δύο φίδια, που τα κεφάλια τους συναντιώνταν αντικρυστά. Λίγο πιό πάνω, στην κορυφή της ράβδου, υπήρχαν δυό φτερούγες.
Η ομοιότητά του με το έμβλημα του Ασκληπιού είχε ως αποτέλεσμα την υιοθέτηση του κηρύκειου ως συμβόλου των γιατρών και της Ιατρικής Επιστήμης γενικότερα. Κι ο Ερμής, δίχως να είναι καθ’ αυτό θεός της Ιατρικής, επιστατούσε στην υγεία των ανθρώπων και στην ανάγκη τούς πρόσφερνε αποτελεσματική συνδρομή κατά των ασθενειών. Διηγούνταν, πως κάποτε είχε σώσει την Τανάγρα από μιά θανατηφόρα επιδημία.
Για το τί συμβολίζουν τα δύο φίδια έχουν δοθεί πολλές ερμηνείες, οι οποίες δεν θα αναλυθούν εδώ, διότι πεποίθησή μου είναι, ότι το κηρύκειο είναι κάτι πολύ σημαντικότερο, όπως θα εξηγηθεί στη συνέχεια.
To DNA είναι ο κώδικας της ζωής, αποτελεί το συστατικό των χρωμοσωμάτων και των γονιδίων και βρίσκεται στον πυρήνα του κυττάρου. Περιέχει κωδικοποιημένες πληροφορίες για τη μεταβίβαση των γενετικών χαρακτηριστικών από τη μία γενιά στην επόμενη, καθώς επίσης για το σχηματισμό μορίων, που είναι απαραίτητα για την ανάπτυξη του οργανισμού. Μοιάζει με διπλή έλικα, που σχηματίζεται από δύο μακρά σπειροειδή νήματα (κλώνους), πλεγμένα το ένα γύρω από το άλλο κι αποτελείται από τέσσερις αζωτούχες βάσεις. Στον πυρήνα των σωματικών κυττάρων του ανθρώπου υπάρχουν 23 ζεύγη χρωμοσωμάτων.
Σύμφωνα με τον Απολλόδωρο το Κηρύκειο του Ερμή είχε επινοηθεί από το μάντη Τειρεσία, όταν βρήκε στην Κυλλήνη δύο φίδια ζευγαρωμένα και, επειδή τα πλήγωσε, έγινε γυναίκα. Ύστερα από λίγο καιρό ξαναβρήκε τα ίδια φίδια ζευγαρωμένα και ξανάγινε άνδρας.
Το αντίδοτο του Ερμή
Σύμφωνα με τη Μυθολογία ο Ασκληπιός διδάχθηκε την επιστήμη της Ιατρικής από το Χείρωνα, έγινε δε τόσο διάσημος γιατρός, που όχι μόνο βοηθούσε τους ανθρώπους ν’ αποφύγουν το θάνατο, αλλά τόλμησε ν’ αναστήσει με την επιστήμη του και νεκρούς (Απολλόδωρος, «Βιβλιοθήκη», Γ΄118-120). Κατόπιν αυτού ο θεός του Άδη, Πλούτων, θύμωσε και ειδοποίησε τον αδελφό του Δία, ότι υπάρχει κίνδυνος να ξεφύγουν οι άνθρωποι από τον φυσικό νόμο του θανάτου. Έπειτα απ’ αυτό ο Ζευς κατακεραύνωσε τον Ασκληπιό και τον θανάτωσε.
Στη ραψωδία κ της «Οδύσσειας», όπου περιγράφεται η περιπέτεια του Οδυσσέα και η μεταμόρφωση των συντρόφων του σε χοίρους στο νησί της Κίρκης, υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις, ότι ο Όμηρος μεταφέρει πληροφορίες, από τις οποίες προκύπτει, ότι υπήρχε γνώση της γενετικής από πανάρχαιες ακόμα εποχές. Συγκεκριμένα:
• Το όνομα Κίρκη δεν είναι κάποιο τυχαίο, αλλά τα γράμματα που το αποτελούν συναντώνται και στη λέξη Κηρύκειο.
• Το όνομα του γιού της Κίρκης και του Οδυσσέα είναι Τηλέγονος [τήλε (= από μακρυά) και γόνος].
• Όταν ο Όμηρος περιγράφει κάποιο πρόσωπο, συνήθως εκτός από το όνομα χρησιμοποιεί κι ένα η περισσότερα επίθετα, που το προσδιορίζουν καλύτερα. Τα επίθετα που χρησιμοποιεί για την Κίρκη είναι: πολυφάρμακος (κ 276), πότνια (σεβαστή: κ 549), καλλιπλοκάμοιος (κ 220) και εϋπλόκαμος (κ 136 και λ 8). Το πολυφάρμακος και το πότνια μπορούν εύκολα να εξηγηθούν, γιατί, όπως αναφέρει ο ποιητής, ήταν θεά (αδελφή του Αιήτη, κόρη του Ήλιου και της κόρης του Ωκεανού Περσηίδας ή κατ’ άλλους της Εκάτης). Για να επιμένει όμως ο Όμηρος, που πάντα ακριβολογεί, σε τρία σημεία μάλιστα στην περιγραφή, ότι η Κίρκη είχε καλούς πλοκάμους, πρέπει να είναι πολύ σημαντικό, κι ασφαλώς δεν πρέπει να αναφέρεται στην κόμμωσή της.
Πρόκειται για άριστη περιγραφή του Ομήρου, που ίσως έγινε, προκειμένου να παρομοιασθεί με απλά λόγια το DNA.
• Το αντίδοτο στον Οδυσσέα δεν το έδωσε η θεά Αθηνά, που πάντα τον προστάτευε, αλλά ο -κάτοχος του κηρυκείου- Ερμής.
• Η Κίρκη είχε τέσσερις θεραπαινίδες («αμφιπόλους»: κ 348-349), όσες και οι βάσεις του DNA. (*)
• Ο αριθμός των τεσσάρων θεραπαινίδων θα μπορούσε να θεωρηθεί τυχαίος, αλλά ο Όμηρος μας δίνει έντεχνα κι άλλον έναν εκπληκτικό αριθμό, ο οποίος δεν φαίνεται να είναι τυχαίος. Όταν οι σύντροφοι του Οδυσσέα πήγαν στο ανάκτορο της Κίρκης, χωρίστηκαν σε δύο ομάδες. Στην μία αρχηγός ήταν ο Ευρύλοχος και στην άλλη ο Οδυσσέας. Μαζί του ο κάθε αρχηγός πήρε 22 άνδρες (κ 203-209). Ο Όμηρος μας περιγράφει λοιπόν δύο ομάδες των 22, κι αν προσθέσουμε και τους αρχηγούς, προκύπτουν δύο ομάδες των 23. Σας θυμίζει τίποτε αυτός ο αριθμός; Είναι ο αριθμός των χρωμοσωμάτων στον πυρήνα των ανθρωπίνων κυττάρων!
Αυτός είναι ο τρόπος, με τον οποίο έχουν διασωθεί πληροφορίες πανάρχαιας επιστημονικής γνώσης δια μέσου των χιλιετιών με την βοήθεια της Μυθολογίας. Ασφαλώς δεν ήταν δυνατόν σε κανέναν άνθρωπο τόσα χρόνια να σκεφθεί, γιατί επισημαίνει ο Όμηρος τον αριθμό των 2 × 23. Μόνο τώρα μετά την αποκωδικοποίηση του DNA, και με σοβαρή κι επισταμένη μελέτη των κειμένων μπορούν να εξαχθούν τέτοια συμπεράσματα.
Αυτός είναι επίσης κι ο ορθός τρόπος, με τον οποίο πρέπει να προσεγγίζεται η Μυθολογία. Ποτέ δεν έχει ζήσει γυναίκα Κίρκη, ούτε έχουν ποτέ εκτυλιχθεί οι ιστορίες, που περιγράφει ο Όμηρος στο ανάκτορό της. Με το όνομα Κίρκη και με τις περιπέτειες, που περιγράφονται στην ραψωδία κ διασώθηκαν πληροφορίες για τα επιτεύγματα της γενετικής επιστήμης της «Χρυσής Εποχής» (όπως ονομάζεται από αρχαίους συγγραφείς μιά πανάρχαια -μή προσδιορίσιμη επ’ ακριβώς χρονικά- εποχή υψηλού πολιτισμού).
Αν όλοι αυτοί οι μύθοι εξετασθούν σοβαρά από ειδικούς επιστήμονες, δεν θα προκύψουν μόνον χρήσιμες πληροφορίες για την «Χρυσή Εποχή», αλλά ίσως τους βοηθήσουν να προβούν σε νέες επιστημονικές ανακαλύψεις.
Παρόμοιες πληροφορίες για την πανάρχαια Γενετική και το DNA υπάρχουν πολλές και σε άλλους αρχαίους συγγραφείς και σε άλλες μυθολογικές περιγραφές. Τα δύο φίδια δεν απεικονίζονται μόνο στο κηρύκειο του Ερμή. Με τα δυό φίδια είναι γεμάτη η Μυθολογία μας. Η θεά Ήρα έστειλε δύο φίδια στον Ηρακλή, όταν ήταν βρέφος. Η θεά Αθηνά, αφού αναδέχθηκε τον Εριχθόνιο από την γη, τον έκλεισε σε ένα κιβώτιο και του έβαλε φύλακες δύο φίδια. Στο Ανάκτορο της Κνωσού βρέθηκε αγαλματίδιο της θεάς Μητέρας, που κρατάει στα χέρια της δύο φίδια.
Εκτός από τα δύο φίδια, που ελίσσονται το ένα γύρω από το άλλο, συχνά συναντάται η παραλλαγή του ενός φιδιού να ελίσσεται γύρω από ένα ξύλο, το σύμβολο του θεού της Ιατρικής Ασκληπιού. Χαρακτηριστικότατη περίπτωση αυτής της παραλλαγής περιγράφεται στην Αργοναυτική Εκστρατεία και στην «Μήδεια».
Η αλληγορία του μύθου της Μήδειας
Η Μήδεια έχει συγγένεια με την Κίρκη. Είναι κόρη του βασιλιά της Κολχίδας Αιήτη· κατά συνέπεια είναι εγγονή του Ήλιου κι ανηψιά της Κίρκης. Μητέρα της είναι η Ωκεανίδα Ιδυία (ή κατά τον Διόδωρο η Εκάτη, οπότε η Μήδεια κι η Κίρκη είναι αδελφές). Χωρίς τη βοήθεια της Μήδειας ο Ιάσων δεν θα μπορούσε να πάρει το Χρυσόμαλλο Δέρας, το οποίο βρισκόταν σε δένδρο, που το φύλαγε ένα τυλιγμένο γύρω του φίδι.
Η συγγένεια της Μήδειας με την Κίρκη, το όνομα Ιάσων (αυτός που ιατρεύει) και το ξύλο, που περιελίσσεται το φίδι, μας παραπέμπουν στο DNA. Δεδομένου, ότι οι μύθοι είναι πολυεπίπεδοι, κι απαιτείται διεπιστημονική προσέγγιση για την ερμηνεία τους, εξετάζοντας την Αργοναυτική Εκστρατεία με το παραπάνω σκεπτικό υποθέτουμε, ότι περιγράφεται αλληγορικά η πορεία της Ιατρικής Επιστήμης προς την ανακάλυψη του DNA. Δεν είναι όμως μόνον αυτό.
Η Μήδεια στην Ιωλκό έπεισε τις κόρες του Πελία, πως ήταν ικανή να ξανακάνει νέο τον πατέρα τους, ο οποίος άρχιζε να γερνάει. Τους το απέδειξε υποβάλλοντας σε πειραματικές συνθήκες ένα γέρικο κριάρι (το έβαλε σε λέβητα με φάρμακα). Η επίδειξη πέτυχε κι έτσι εφαρμόστηκε και στον Πελία, χωρίς όμως επιτυχία.
Η καταλυτική λεπτομέρεια, ότι τα παιδιά της παρουσιάζεται, ότι τα σκότωσε η ίδια η Μήδεια από εκδικητική ζηλοτυπία, είναι εύρημα του Ευριπίδη. Το μύθο της «Μήδειας» πραγματεύτηκε κι ο Αισχύλος στο έργο του «Διονύσου τροφοί», καθώς κι ο Σοφοκλής στον «Αιγέα» και στις «Πελιάδες». Τα έργα αυτά δυστυχώς δεν διασώθηκαν. Σώθηκε μόνο η «Μήδεια» του Ευριπίδη· εξαφανίστηκαν επίσης τα άλλα δύο δράματα της τριλογίας, καθώς και το σατυρικό δράμα που τη συνόδευε. Η «Μήδεια» του Ευριπίδη (431 π.Χ.) είναι το μόνο ίσως κείμενο, όπου υπονοείται ο φόνος των παιδιών. Μετά από προσεκτική μελέτη του όμως, προκύπτει κάτι καταπληκτικό, που ανατρέπει όλα όσα νομίζαμε, ότι γνωρίζαμε για τη «Μήδεια», καθ’ ότι ούτε στη «Μήδεια» του Ευριπίδη αποδεικνύεται, ότι η Μήδεια σκότωσε τα παιδιά της!
Η επίμαχη σκηνή περιγράφεται στο τέλος του έργου. Στο Αρχαίο Ελληνικό Δράμα καμμία σκηνή φόνου δεν λαμβάνει χώρα ενώπιον των θεατών. Στην «ορχήστρα» είναι ο Χορός, ενώ ακούγονται οι φωνές των παιδιών -που λένε ότι η μητέρα τους πλησιάζει με ξίφος- από το παρασκήνιο, το οποίο είναι ο ναός της Ακραίας Ήρας. (Διαβάστε προσεκτικά τους στίχους από 1.277 έως το τέλος). Εμφανίζεται κατόπιν ο Ιάσων και ακούει από τον Χορό, ότι η Μήδεια σκότωσε εξ αιτίας του τα παιδιά τους. –Που είναι σκοτωμένα (ρωτάει), μέσα η έξω; –Αν ανοίξεις την πόρτα, θα δεις τον φόνο των δικών σου παιδιών (απαντάει ο Χορός). Παρουσιάζεται τότε η Μήδεια έτοιμη να φύγει. Λογομαχεί με τον Ιάσονα, ο οποίος της ζητάει να θάψει και να κλάψει τα παιδιά του. Η Μήδεια όμως αρνείται και προφασίζεται, ότι θέλει να τα θάψει η ίδια στο τέμενος του ναού της Ήρας, για να μην τα καθυβρίσουν οι πολέμιοι. Η λογομαχία συνεχίζεται κι η Μήδεια του αρνείται ακόμα και να τα χαϊδέψει, να τα φιλήσει ή να τα αγκαλιάσει και, χωρίς κανένας να διαβεβαιώσει, ότι τα παιδιά είναι πράγματι σκοτωμένα, τελειώνει η τραγωδία.
Τα παιδιά και ο πατέρας της Μήδειας
Το γεγονός, ότι -σύμφωνα με τον Ευριπίδη- η Μήδεια δεν αποδεικνύεται, ότι σκότωσε τα παιδιά της, αλλά μάλλον σκηνοθέτησε τον φόνο για τους δικούς της λόγους (προκειμένου να τα προστατέψει), σε συνάρτηση και με συγκερασμό αρκετών άλλων μεμονωμένων διασωθεισών παραδόσεων άλλων αρχαίων συγγραφέων (πχ. Απολλόδωρου 1,127 κ.ε. και 1,144 κ.ε., Παυσανία 2,3,6-11, Σχόλια στον Πίνδαρο, Ολύμπια 13,74 κ.λ.π.), μας οδηγεί στις εξής δύο εκδοχές:
• Είτε πως οι Κορίνθιοι οργάνωσαν φόνο εναντίον της κι εναντίον των παιδιών της, οπότε αυτή μεν γλίτωσε, τα παιδιά της όμως τα σκότωσαν οι Κορίνθιοι μέσα στο ναό, είτε πως
• κάθε παιδί που γεννούσε η Μήδεια το έβαζε στο ναό της Ακραίας Ήρας στην Κόρινθο, προκειμένου να το κάνει αθάνατο, αλλά αυτή η διαδικασία το σκότωνε.
Η δεύτερη αυτή εκδοχή παρουσιάζει περισσότερο ενδιαφέρον, καθ’ ότι μοιάζει με την προσπάθεια, που είχε κάνει η Μήδεια να ξανανιώσει τον Πελία. Ενώ με το κριάρι τα κατάφερε, με τους ανθρώπους τα πράγματα ήταν δυσκολότερα. Οι περιγραφές αυτές μας θυμίζουν τις προσπάθειες των επιστημόνων της εποχής μας, τα γενετικά πειράματα των οποίων άρχισαν να έχουν ικανοποιητικά αποτελέσματα στα ζώα (πρόβατο «Ντόλυ»), αλλά είναι δύσκολο να εφαρμοσθούν στον άνθρωπο.
Στην Αρχαία Ελληνική Γραμματεία έχουμε πολλές περιγραφές θεών, που πετάνε με το άρμα τους, που συνήθως το σέρνουν πτερωτά άλογα. Η Μήδεια όμως, φεύγοντας από την Κόρινθο για την Αθήνα, δεν πήγε επιγείως, αλλά χρησιμοποίησε ιπτάμενο άρμα, που το έσερναν δύο φίδια!
Το επίπεδο, στο οποίο είχε φθάσει η Ιατρική και η ποιότητα ζωής της «Χρυσής Εποχής» περιγράφεται από τον Ησίοδο ως εξής: «Σαν θεοί ζούσαν (οι άνθρωποι) έχοντας ανέγνοιαστη ψυχή χωρίς ολότελα κόπους και πόνο κι ούτε τα φοβερά γεράματα ήταν επάνω τους· και πάντα ίδιοι στα πόδια και στα χέρια χαίρονταν στα συμπόσια έξω απ’ όλα τα κακά και πέθαιναν σα δαμασμένοι από τον ύπνο» («Έργα και Ημέραι», 112-117).
Η ομοιότητά του με το έμβλημα του Ασκληπιού είχε ως αποτέλεσμα την υιοθέτηση του κηρύκειου ως συμβόλου των γιατρών και της Ιατρικής Επιστήμης γενικότερα. Κι ο Ερμής, δίχως να είναι καθ’ αυτό θεός της Ιατρικής, επιστατούσε στην υγεία των ανθρώπων και στην ανάγκη τούς πρόσφερνε αποτελεσματική συνδρομή κατά των ασθενειών. Διηγούνταν, πως κάποτε είχε σώσει την Τανάγρα από μιά θανατηφόρα επιδημία.
Για το τί συμβολίζουν τα δύο φίδια έχουν δοθεί πολλές ερμηνείες, οι οποίες δεν θα αναλυθούν εδώ, διότι πεποίθησή μου είναι, ότι το κηρύκειο είναι κάτι πολύ σημαντικότερο, όπως θα εξηγηθεί στη συνέχεια.
To DNA είναι ο κώδικας της ζωής, αποτελεί το συστατικό των χρωμοσωμάτων και των γονιδίων και βρίσκεται στον πυρήνα του κυττάρου. Περιέχει κωδικοποιημένες πληροφορίες για τη μεταβίβαση των γενετικών χαρακτηριστικών από τη μία γενιά στην επόμενη, καθώς επίσης για το σχηματισμό μορίων, που είναι απαραίτητα για την ανάπτυξη του οργανισμού. Μοιάζει με διπλή έλικα, που σχηματίζεται από δύο μακρά σπειροειδή νήματα (κλώνους), πλεγμένα το ένα γύρω από το άλλο κι αποτελείται από τέσσερις αζωτούχες βάσεις. Στον πυρήνα των σωματικών κυττάρων του ανθρώπου υπάρχουν 23 ζεύγη χρωμοσωμάτων.
Σύμφωνα με τον Απολλόδωρο το Κηρύκειο του Ερμή είχε επινοηθεί από το μάντη Τειρεσία, όταν βρήκε στην Κυλλήνη δύο φίδια ζευγαρωμένα και, επειδή τα πλήγωσε, έγινε γυναίκα. Ύστερα από λίγο καιρό ξαναβρήκε τα ίδια φίδια ζευγαρωμένα και ξανάγινε άνδρας.
Το αντίδοτο του Ερμή
Σύμφωνα με τη Μυθολογία ο Ασκληπιός διδάχθηκε την επιστήμη της Ιατρικής από το Χείρωνα, έγινε δε τόσο διάσημος γιατρός, που όχι μόνο βοηθούσε τους ανθρώπους ν’ αποφύγουν το θάνατο, αλλά τόλμησε ν’ αναστήσει με την επιστήμη του και νεκρούς (Απολλόδωρος, «Βιβλιοθήκη», Γ΄118-120). Κατόπιν αυτού ο θεός του Άδη, Πλούτων, θύμωσε και ειδοποίησε τον αδελφό του Δία, ότι υπάρχει κίνδυνος να ξεφύγουν οι άνθρωποι από τον φυσικό νόμο του θανάτου. Έπειτα απ’ αυτό ο Ζευς κατακεραύνωσε τον Ασκληπιό και τον θανάτωσε.
Στη ραψωδία κ της «Οδύσσειας», όπου περιγράφεται η περιπέτεια του Οδυσσέα και η μεταμόρφωση των συντρόφων του σε χοίρους στο νησί της Κίρκης, υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις, ότι ο Όμηρος μεταφέρει πληροφορίες, από τις οποίες προκύπτει, ότι υπήρχε γνώση της γενετικής από πανάρχαιες ακόμα εποχές. Συγκεκριμένα:
• Το όνομα Κίρκη δεν είναι κάποιο τυχαίο, αλλά τα γράμματα που το αποτελούν συναντώνται και στη λέξη Κηρύκειο.
• Το όνομα του γιού της Κίρκης και του Οδυσσέα είναι Τηλέγονος [τήλε (= από μακρυά) και γόνος].
• Όταν ο Όμηρος περιγράφει κάποιο πρόσωπο, συνήθως εκτός από το όνομα χρησιμοποιεί κι ένα η περισσότερα επίθετα, που το προσδιορίζουν καλύτερα. Τα επίθετα που χρησιμοποιεί για την Κίρκη είναι: πολυφάρμακος (κ 276), πότνια (σεβαστή: κ 549), καλλιπλοκάμοιος (κ 220) και εϋπλόκαμος (κ 136 και λ 8). Το πολυφάρμακος και το πότνια μπορούν εύκολα να εξηγηθούν, γιατί, όπως αναφέρει ο ποιητής, ήταν θεά (αδελφή του Αιήτη, κόρη του Ήλιου και της κόρης του Ωκεανού Περσηίδας ή κατ’ άλλους της Εκάτης). Για να επιμένει όμως ο Όμηρος, που πάντα ακριβολογεί, σε τρία σημεία μάλιστα στην περιγραφή, ότι η Κίρκη είχε καλούς πλοκάμους, πρέπει να είναι πολύ σημαντικό, κι ασφαλώς δεν πρέπει να αναφέρεται στην κόμμωσή της.
Πρόκειται για άριστη περιγραφή του Ομήρου, που ίσως έγινε, προκειμένου να παρομοιασθεί με απλά λόγια το DNA.
• Το αντίδοτο στον Οδυσσέα δεν το έδωσε η θεά Αθηνά, που πάντα τον προστάτευε, αλλά ο -κάτοχος του κηρυκείου- Ερμής.
• Η Κίρκη είχε τέσσερις θεραπαινίδες («αμφιπόλους»: κ 348-349), όσες και οι βάσεις του DNA. (*)
• Ο αριθμός των τεσσάρων θεραπαινίδων θα μπορούσε να θεωρηθεί τυχαίος, αλλά ο Όμηρος μας δίνει έντεχνα κι άλλον έναν εκπληκτικό αριθμό, ο οποίος δεν φαίνεται να είναι τυχαίος. Όταν οι σύντροφοι του Οδυσσέα πήγαν στο ανάκτορο της Κίρκης, χωρίστηκαν σε δύο ομάδες. Στην μία αρχηγός ήταν ο Ευρύλοχος και στην άλλη ο Οδυσσέας. Μαζί του ο κάθε αρχηγός πήρε 22 άνδρες (κ 203-209). Ο Όμηρος μας περιγράφει λοιπόν δύο ομάδες των 22, κι αν προσθέσουμε και τους αρχηγούς, προκύπτουν δύο ομάδες των 23. Σας θυμίζει τίποτε αυτός ο αριθμός; Είναι ο αριθμός των χρωμοσωμάτων στον πυρήνα των ανθρωπίνων κυττάρων!
Αυτός είναι ο τρόπος, με τον οποίο έχουν διασωθεί πληροφορίες πανάρχαιας επιστημονικής γνώσης δια μέσου των χιλιετιών με την βοήθεια της Μυθολογίας. Ασφαλώς δεν ήταν δυνατόν σε κανέναν άνθρωπο τόσα χρόνια να σκεφθεί, γιατί επισημαίνει ο Όμηρος τον αριθμό των 2 × 23. Μόνο τώρα μετά την αποκωδικοποίηση του DNA, και με σοβαρή κι επισταμένη μελέτη των κειμένων μπορούν να εξαχθούν τέτοια συμπεράσματα.
Αυτός είναι επίσης κι ο ορθός τρόπος, με τον οποίο πρέπει να προσεγγίζεται η Μυθολογία. Ποτέ δεν έχει ζήσει γυναίκα Κίρκη, ούτε έχουν ποτέ εκτυλιχθεί οι ιστορίες, που περιγράφει ο Όμηρος στο ανάκτορό της. Με το όνομα Κίρκη και με τις περιπέτειες, που περιγράφονται στην ραψωδία κ διασώθηκαν πληροφορίες για τα επιτεύγματα της γενετικής επιστήμης της «Χρυσής Εποχής» (όπως ονομάζεται από αρχαίους συγγραφείς μιά πανάρχαια -μή προσδιορίσιμη επ’ ακριβώς χρονικά- εποχή υψηλού πολιτισμού).
Αν όλοι αυτοί οι μύθοι εξετασθούν σοβαρά από ειδικούς επιστήμονες, δεν θα προκύψουν μόνον χρήσιμες πληροφορίες για την «Χρυσή Εποχή», αλλά ίσως τους βοηθήσουν να προβούν σε νέες επιστημονικές ανακαλύψεις.
Παρόμοιες πληροφορίες για την πανάρχαια Γενετική και το DNA υπάρχουν πολλές και σε άλλους αρχαίους συγγραφείς και σε άλλες μυθολογικές περιγραφές. Τα δύο φίδια δεν απεικονίζονται μόνο στο κηρύκειο του Ερμή. Με τα δυό φίδια είναι γεμάτη η Μυθολογία μας. Η θεά Ήρα έστειλε δύο φίδια στον Ηρακλή, όταν ήταν βρέφος. Η θεά Αθηνά, αφού αναδέχθηκε τον Εριχθόνιο από την γη, τον έκλεισε σε ένα κιβώτιο και του έβαλε φύλακες δύο φίδια. Στο Ανάκτορο της Κνωσού βρέθηκε αγαλματίδιο της θεάς Μητέρας, που κρατάει στα χέρια της δύο φίδια.
Εκτός από τα δύο φίδια, που ελίσσονται το ένα γύρω από το άλλο, συχνά συναντάται η παραλλαγή του ενός φιδιού να ελίσσεται γύρω από ένα ξύλο, το σύμβολο του θεού της Ιατρικής Ασκληπιού. Χαρακτηριστικότατη περίπτωση αυτής της παραλλαγής περιγράφεται στην Αργοναυτική Εκστρατεία και στην «Μήδεια».
Η αλληγορία του μύθου της Μήδειας
Η Μήδεια έχει συγγένεια με την Κίρκη. Είναι κόρη του βασιλιά της Κολχίδας Αιήτη· κατά συνέπεια είναι εγγονή του Ήλιου κι ανηψιά της Κίρκης. Μητέρα της είναι η Ωκεανίδα Ιδυία (ή κατά τον Διόδωρο η Εκάτη, οπότε η Μήδεια κι η Κίρκη είναι αδελφές). Χωρίς τη βοήθεια της Μήδειας ο Ιάσων δεν θα μπορούσε να πάρει το Χρυσόμαλλο Δέρας, το οποίο βρισκόταν σε δένδρο, που το φύλαγε ένα τυλιγμένο γύρω του φίδι.
Η συγγένεια της Μήδειας με την Κίρκη, το όνομα Ιάσων (αυτός που ιατρεύει) και το ξύλο, που περιελίσσεται το φίδι, μας παραπέμπουν στο DNA. Δεδομένου, ότι οι μύθοι είναι πολυεπίπεδοι, κι απαιτείται διεπιστημονική προσέγγιση για την ερμηνεία τους, εξετάζοντας την Αργοναυτική Εκστρατεία με το παραπάνω σκεπτικό υποθέτουμε, ότι περιγράφεται αλληγορικά η πορεία της Ιατρικής Επιστήμης προς την ανακάλυψη του DNA. Δεν είναι όμως μόνον αυτό.
Η Μήδεια στην Ιωλκό έπεισε τις κόρες του Πελία, πως ήταν ικανή να ξανακάνει νέο τον πατέρα τους, ο οποίος άρχιζε να γερνάει. Τους το απέδειξε υποβάλλοντας σε πειραματικές συνθήκες ένα γέρικο κριάρι (το έβαλε σε λέβητα με φάρμακα). Η επίδειξη πέτυχε κι έτσι εφαρμόστηκε και στον Πελία, χωρίς όμως επιτυχία.
Η καταλυτική λεπτομέρεια, ότι τα παιδιά της παρουσιάζεται, ότι τα σκότωσε η ίδια η Μήδεια από εκδικητική ζηλοτυπία, είναι εύρημα του Ευριπίδη. Το μύθο της «Μήδειας» πραγματεύτηκε κι ο Αισχύλος στο έργο του «Διονύσου τροφοί», καθώς κι ο Σοφοκλής στον «Αιγέα» και στις «Πελιάδες». Τα έργα αυτά δυστυχώς δεν διασώθηκαν. Σώθηκε μόνο η «Μήδεια» του Ευριπίδη· εξαφανίστηκαν επίσης τα άλλα δύο δράματα της τριλογίας, καθώς και το σατυρικό δράμα που τη συνόδευε. Η «Μήδεια» του Ευριπίδη (431 π.Χ.) είναι το μόνο ίσως κείμενο, όπου υπονοείται ο φόνος των παιδιών. Μετά από προσεκτική μελέτη του όμως, προκύπτει κάτι καταπληκτικό, που ανατρέπει όλα όσα νομίζαμε, ότι γνωρίζαμε για τη «Μήδεια», καθ’ ότι ούτε στη «Μήδεια» του Ευριπίδη αποδεικνύεται, ότι η Μήδεια σκότωσε τα παιδιά της!
Η επίμαχη σκηνή περιγράφεται στο τέλος του έργου. Στο Αρχαίο Ελληνικό Δράμα καμμία σκηνή φόνου δεν λαμβάνει χώρα ενώπιον των θεατών. Στην «ορχήστρα» είναι ο Χορός, ενώ ακούγονται οι φωνές των παιδιών -που λένε ότι η μητέρα τους πλησιάζει με ξίφος- από το παρασκήνιο, το οποίο είναι ο ναός της Ακραίας Ήρας. (Διαβάστε προσεκτικά τους στίχους από 1.277 έως το τέλος). Εμφανίζεται κατόπιν ο Ιάσων και ακούει από τον Χορό, ότι η Μήδεια σκότωσε εξ αιτίας του τα παιδιά τους. –Που είναι σκοτωμένα (ρωτάει), μέσα η έξω; –Αν ανοίξεις την πόρτα, θα δεις τον φόνο των δικών σου παιδιών (απαντάει ο Χορός). Παρουσιάζεται τότε η Μήδεια έτοιμη να φύγει. Λογομαχεί με τον Ιάσονα, ο οποίος της ζητάει να θάψει και να κλάψει τα παιδιά του. Η Μήδεια όμως αρνείται και προφασίζεται, ότι θέλει να τα θάψει η ίδια στο τέμενος του ναού της Ήρας, για να μην τα καθυβρίσουν οι πολέμιοι. Η λογομαχία συνεχίζεται κι η Μήδεια του αρνείται ακόμα και να τα χαϊδέψει, να τα φιλήσει ή να τα αγκαλιάσει και, χωρίς κανένας να διαβεβαιώσει, ότι τα παιδιά είναι πράγματι σκοτωμένα, τελειώνει η τραγωδία.
Τα παιδιά και ο πατέρας της Μήδειας
Το γεγονός, ότι -σύμφωνα με τον Ευριπίδη- η Μήδεια δεν αποδεικνύεται, ότι σκότωσε τα παιδιά της, αλλά μάλλον σκηνοθέτησε τον φόνο για τους δικούς της λόγους (προκειμένου να τα προστατέψει), σε συνάρτηση και με συγκερασμό αρκετών άλλων μεμονωμένων διασωθεισών παραδόσεων άλλων αρχαίων συγγραφέων (πχ. Απολλόδωρου 1,127 κ.ε. και 1,144 κ.ε., Παυσανία 2,3,6-11, Σχόλια στον Πίνδαρο, Ολύμπια 13,74 κ.λ.π.), μας οδηγεί στις εξής δύο εκδοχές:
• Είτε πως οι Κορίνθιοι οργάνωσαν φόνο εναντίον της κι εναντίον των παιδιών της, οπότε αυτή μεν γλίτωσε, τα παιδιά της όμως τα σκότωσαν οι Κορίνθιοι μέσα στο ναό, είτε πως
• κάθε παιδί που γεννούσε η Μήδεια το έβαζε στο ναό της Ακραίας Ήρας στην Κόρινθο, προκειμένου να το κάνει αθάνατο, αλλά αυτή η διαδικασία το σκότωνε.
Η δεύτερη αυτή εκδοχή παρουσιάζει περισσότερο ενδιαφέρον, καθ’ ότι μοιάζει με την προσπάθεια, που είχε κάνει η Μήδεια να ξανανιώσει τον Πελία. Ενώ με το κριάρι τα κατάφερε, με τους ανθρώπους τα πράγματα ήταν δυσκολότερα. Οι περιγραφές αυτές μας θυμίζουν τις προσπάθειες των επιστημόνων της εποχής μας, τα γενετικά πειράματα των οποίων άρχισαν να έχουν ικανοποιητικά αποτελέσματα στα ζώα (πρόβατο «Ντόλυ»), αλλά είναι δύσκολο να εφαρμοσθούν στον άνθρωπο.
Στην Αρχαία Ελληνική Γραμματεία έχουμε πολλές περιγραφές θεών, που πετάνε με το άρμα τους, που συνήθως το σέρνουν πτερωτά άλογα. Η Μήδεια όμως, φεύγοντας από την Κόρινθο για την Αθήνα, δεν πήγε επιγείως, αλλά χρησιμοποίησε ιπτάμενο άρμα, που το έσερναν δύο φίδια!
Το επίπεδο, στο οποίο είχε φθάσει η Ιατρική και η ποιότητα ζωής της «Χρυσής Εποχής» περιγράφεται από τον Ησίοδο ως εξής: «Σαν θεοί ζούσαν (οι άνθρωποι) έχοντας ανέγνοιαστη ψυχή χωρίς ολότελα κόπους και πόνο κι ούτε τα φοβερά γεράματα ήταν επάνω τους· και πάντα ίδιοι στα πόδια και στα χέρια χαίρονταν στα συμπόσια έξω απ’ όλα τα κακά και πέθαιναν σα δαμασμένοι από τον ύπνο» («Έργα και Ημέραι», 112-117).
---------------------------
* Κάθε κλώνος του DNA αποτελείται από πολλά μόρια, που λέγονται νουκλεοτίδια και είναι τεσσάρων ειδών: η αδενίνη, η θυμίνη, η κυτοσίνη και η γονανίνη∙ συμβολίζονται δε αντίστοιχα με τα γράμματα Α, Θ, Κ και Γ. Θα μπορούσαν ίσως να λέγονται αλλιώς και να συμβολίζονται με τα γράμματα Ι, Χ, Ω και Ρ; «Έτρεχε το αθάνατο αίμα της θεάς, ο ιχώρ, ο οποίος κυκλοφορεί ακριβώς μέσα στους μακάριους θεούς» (Ε 340.) Δεν έχουν γίνει μέχρι τώρα σοβαρές προτάσεις, για το τι ήταν ο ιχώρ. Όμως, με δεδομένο, ότι ο ιχώρ έχει τέσσερα γράμματα, όσα τα νουκλεοτίδια του DNA, μιά σοβαρή συνεργασία φιλολόγων, γλωσσολόγων, γιατρών και βιολόγων προς αυτή την κατεύθυνση, ίσως να μας επιφυλάσσει εκπλήξεις…
* Κάθε κλώνος του DNA αποτελείται από πολλά μόρια, που λέγονται νουκλεοτίδια και είναι τεσσάρων ειδών: η αδενίνη, η θυμίνη, η κυτοσίνη και η γονανίνη∙ συμβολίζονται δε αντίστοιχα με τα γράμματα Α, Θ, Κ και Γ. Θα μπορούσαν ίσως να λέγονται αλλιώς και να συμβολίζονται με τα γράμματα Ι, Χ, Ω και Ρ; «Έτρεχε το αθάνατο αίμα της θεάς, ο ιχώρ, ο οποίος κυκλοφορεί ακριβώς μέσα στους μακάριους θεούς» (Ε 340.) Δεν έχουν γίνει μέχρι τώρα σοβαρές προτάσεις, για το τι ήταν ο ιχώρ. Όμως, με δεδομένο, ότι ο ιχώρ έχει τέσσερα γράμματα, όσα τα νουκλεοτίδια του DNA, μιά σοβαρή συνεργασία φιλολόγων, γλωσσολόγων, γιατρών και βιολόγων προς αυτή την κατεύθυνση, ίσως να μας επιφυλάσσει εκπλήξεις…
Ηρωολατρεία
«Το γένος των Ηρώων συγκροτεί το μυθικό παρελθόν της Ελλάδας των πόλεων, τις ρίζες με τις οποίες έρχονται να συνδεθούν τα γένη των οικογενειών, οι κοινωνικές ομάδες, οι κοινότητες των Ελλήνων. Περισσότερο και από τη λατρεία των θεών, ακόμα και των πολιούχων, η λατρεία των ηρώων έχει ένα χαρακτήρα πολιτικό και ταυτόχρονα στενά συνδεδεμένο με τη γη. Λειτουργούν ως πρότυπα δόξας αλλά και προστασίας μιας κοινότητας. Σε κάθε περίπτωση, συνενώνουν τα μέλη μιας ομάδας γύρω από μια λατρεία, η οποία ανήκει κατ’ αποκλειστικότητα σε αυτήν και εμφανίζεται στενά συνδεδεμένη με έναν συγκεκριμένο τόπο.
Η λατρεία των ηρώων έχει μια σημασία καθαρά θρησκευτική και η θέσπιση αυτής επηρεάζει τη γενικότερη ισορροπία του λατρευτικού συστήματος. Θεσμοθετημένη από την πόλιν, κατά την εποχή της εμφάνισής της, συνδεδεμένη με το έδαφος που διαφυλάσσει, με τις ομάδες των πολιτών που θέτει υπό την προστασία της, δεν θα οδηγήσει κατά την ελληνιστική εποχή στη θεοποίηση ανθρώπινων προσωπικοτήτων, ούτε στην καθιέρωση μιας λατρείας ηγεμόνων: τα φαινόμενα αυτά προέρχονται από μια διαφορετική θρησκευτική θεώρηση. Άρρηκτα συνδεδεμένη με την πόλιν, η ηρωική λατρεία θα εκλείψει μαζί με εκείνη».(Αποσπάσματα από «Μύθος και θρησκεία στην Αρχαία Ελλάδα», Jean-Pierre Vernant).
Ο Ησίοδος, ήδη από τον 7ο π.κ.χ. αιώνα διέκρινε τις διάφορες τάξεις των όντων και τις κατέταξε σε τέσσερις κατηγορίες. Στους Θεούς, τους δαίμονες, τους ήρωες και τους ανθρώπους. Οι Ήρωες αποτελούν το λεγόμενο τέταρτο γένος, αμέσως μετά το Χρυσό, το Αργυρό και το Χάλκινο. Στα έργα του, μετέδωσε την αντίληψη των συγχρόνων του, αποκαλώντας ημίθεους όλους τους πολεμιστές που έπεσαν στην Τροία, ή προ των τείχων των Θηβών. Εάν η καταγωγή τους τους οδηγεί κάποτε να αναδειχθούν ημίθεοι, ο θάνατός τους τους τοποθετεί επίσης πέρα από τις ανθρώπινες συνθήκες. Ήταν ανδρειότεροι και γενναιότεροι, λέει, και δια τούτο ο Ζευς, εν τη δικαιοσύνη του, έδωσε σε αυτούς ως κατοικία μετά θάνατον τις νήσους των Μακάρων.
Tρις έτεος θάλλοντα φέρει ζείδωρος άρουρα μελιηδέα καρπόν
Ησιόδ. Έργ. Και Ημ. 158 κ.εξ
«Κι όταν το χώμα εσκέπασε και αυτό το γένος, άλλο, τέταρτο γένος έπλασε ο Δίας, ο γιος του Κρόνου, επάνω στην πολύβλαστη τη γη, πιο δίκαιο και πιο αντρείο, το θείο το γένος των Ηρώων που τους λεν ημίθεους, το γένος που ήρθε πριν εμάς στη γη που όρια δεν έχει. Όμως αυτούς ο μαύρος πόλεμος κι οι σκληρές μάχες ξολοθρέψανε, άλλους μπροστά στη Θήβα την επτάπυλη, στη γη του Κάδμου επάνω, όταν για του Οιδίποδα τα πλούτη πολεμούσανε, κι άλλους όταν τους έφερε με τα καράβια ο πόλεμος απ’ τη μεγάλη άβυσσο, της θάλασσας επάνω στην Τροία, για τη χάρη της Ελένης της ομορφομάλλας. Κι εκεί, άλλους πήρε ο θάνατος, κι άλλους ο Δίας πατέρας έφερε, του Κρόνου ο γιος, στα πέρατα της γης, όπου τους έβαλε απ’ τους ανθρώπους χωριστά να μένουνε και βιος τους έδωκε και τάξη. Και ζούνε αυτοί μ’ απίκραντη στα στήθη τους ψυχή μέσα στων μακάρων τα νησιά, δίπλα στον βαθυστρόβιλον ωκεανό, μακάριοι ήρωες αυτοί, που τρεις φορές καρπούς γλυκούς σα μέλι τους ωριμάζει κάθε χρόνο η γης, η γης η ζωοδότρα. Και στους άλλους που βρίσκονται στον κάτω Κόσμο χάρισε τιμή και κύδος. Ούτε άλλο γένος έκαμε τόσο ονομαστό ο ευρύοπας Ζευς ανάμεσα στους ανθρώπους που γεννήθηκαν επί της πολυτρόφας χθόνας.»
Οι Ήρωες λοιπόν, τα όντα που ακόμα και για τους «αρχαίους» είναι αυτοί που έζησαν «τα πολύ παλιά χρόνια», εξυμνήθηκαν μέσω της επικής ποίησης. Είναι το γένος αυτό που οι ιδιότητές του ήταν υψωμένες σε υπερθετικό βαθμό. Πιο κοντά στο τραπέζι των Θεών, μοιράζονται ακόμη και τον Έρωτα, κάρπιζαν και γεννούσαν ήρωες και μύθους.
Ο κόσμος των Ηρώων περιγράφεται γλαφυρά στα έπη του Ομήρου. Διογενείς βασιλείς που στις φλέβες τους ρέει θεϊκό αίμα (Αχιλλέας, Αινείας), κρατούν σκήπτρο (ως σύμβολο εξουσίας - Ζηνός), διακρίνονται για τη φυσική τους ρώμη (Αίαντας), την πνευματική τους ευστροφία (Οδυσσεύς), την αφοβία και την πολεμική τους ορμή (Διομήδης), την υπέρτατη φρόνησή τους (Νέστορας) καθώς επίσης επιδεικνύουν μέγιστη επιδεξιότητα στο έργο τους (ως τον θείον αοιδόν Δημόδοκον και τον κήρυκα Μούλιον, Οδ.σ.422).
Είναι δηλαδή οι Ήρωες του Ομήρου ανώτεροι των ανθρώπων κατά τα δώρα, τα οποία έδωσαν σε αυτούς οι Θεοί, αλλά δεν είναι απηλλαγμένοι από τη θνητότητά τους, καθώς πεθαίνουν κι αυτοί όπως οι λοιποί θνητοί, με τις ψυχές τους να κατοικούν στον Άδη. Μόνη εξαίρεση, ο Μενέλαος, ο οποίος έτυχε εξαιρετικής εύνοιας από τους Θεούς, και μεταφέρθηκε ζωντανός στα Ηλύσια Πεδία (Οδυσ.Δ.566) και κατά την μεθομηρική παράδοση (Πινδ.Νεμ.Χ) και ο Διομήδης.
Το τυπικό της λατρείας θυμίζει αυτό των Χθόνιων θεοτήτων. Τους προσφέρονται θυσίες, όχι με το φως της ημέρας όπως στους Ολύμπιους, αλλά προς το βράδυ. Το θυσιαζόμενο είναι στραμμένο προς το μέρος της Δύσης. Ο βωμός είναι χαμηλός (Eσχάρα), πολύ λίγο ανυψωμένος από το έδαφος.
Η λατρεία των Ηρώων θεσμοθετήθηκε αρχικά από τον Δράκοντα και ενισχύθηκε με τη νομοθεσία του Σόλωνα. Οι Δέκα Φυλές πήραν τ' ονομά τους από τους δέκα Αττικούς ήρωες: ο Ιπποθώον (Ιπποθωντίς), γιος του Ποσειδώνα και της Αλόπης, ο Αντίοχος (Αντιοχίς), γιος του Ηρακλή και της Μήδας, ο Αίας ο Τελαμώνιος (Αιαντίς), ο Λέως (Λεοντίς), ο Ερεχθέας (Ερεχθηίς), ο Αιγέας (Αιγηίς), ο Οινέας (Οινηίς), ο Ακάμας (Ακαμαντίς), γιος του Θησέα, ο Κέκροπας (Κεκροπίς) και ο Πανδίωνας (Πανδιωνίς).
Ήρωες πια ανακηρύσσονταν οι Γενάρχες μιας φυλής, ή και οι θρυλικοί αρχηγοί. Η λατρεία αυτών έδειχνε στις επόμενες γενιές τον δεσμό που τους ένωνε με μια θεϊκή πηγή ύπαρξης. Με έναν πρώτο κοινό πατέρα. Η λατρεία αυτή δυνάμωνε το αίσθημα της κοινότητας κι έφερνε τα μέλη της το ένα κοντά στο άλλο. Δεν υπήρχε γωνία στην Ελλάδα που να μην είχε τον Ήρωά της. Ήταν ο θεϊκός προστάτης της περιοχής και συνδεόταν με την ύπαρξή της. Η διατήρηση αυτής της λατρείας γινόταν αισθητή με τα ορατά σημάδια της παρουσίας των Ηρώων ανεγείροντας γι' αυτούς μνημεία ή μικρούς ναούς, κι άλλοτε απλούς τάφους. Ο τάφος αυτός ονομάζεται στη συνέχεια Ηρώον (κενοτάφια). Κάθε Ηρώο περιβαλλόταν συνήθως από μικρό δάσος με λιόδεντρα ή κυπαρίσσια, των οποίων απαγορευόταν η κοπή. Υπήρχαν μάλιστα κι αυστηρές ποινές. Ολόκληρες πόλεις κάνουν επίσημες πομπές προς τα Ιερά τους, τους προσφέρουν θυσίες θεωρώντας τους ανένδοτους υπερασπιστές της πατρίδας, αποδίδοντάς τους ευγνωμοσύνη και τιμές.
Εξαιρετικές και πανελλήνιες ήταν οι απονεμόμενες τιμές δίκη Ηρώων στους εν Πλαταιές πεσόντες, χάριν των οποίων ο χώρος της πόλεως κηρύχθηκε ιερός. Κάθε χρόνο, τελείτο επιμνημόσυνη δέηση για αυτούς, θυσιαζόταν μέλας ταύρος και έσπενδαν χοές οίνου, κατά τις οποίες ο άρχων της πόλεως έλεγε: «προπίνω τοις άνδράσι τοις υπέρ της ελευθερίας των Ελλήνων πεσούσι».
Στα νεκρικά Ηρωϊκά μνημεία της Θεσσαλίας και της Βοιωτίας δεν ήταν σπάνιες στις επιτύμβιες επιγραφές η έκφραση «Χρηστέ Χαίρε».
Ο Ησίοδος δέν αφιέρωσε κάποιο μέταλλο στο γένος των Ηρώων, ίσως διότι αυτό το γένος συνδυάζει ή συμμετέχει με τις πράξεις του σε όλα.
Οι Ήρωες δεν είναι απλά θνητοί αλλά ανώτερα όντα, ανάμεσα στη φύση των ανθρώπων και των Θεών. Η δικαιοσύνη του Διός δίνει ανώτερο κλήρο σε αυτά τα όντα. Οι Ήρωες ζουν στα όρια του Αιωνίου και της Ιστορικής γραμμικότητας. Αυτά τα αθάνατα εις τη μνήμη και ισχυρά όντα, μεσολαβούν υπέρ των ανθρώπων συνδέοντας τον Ουρανό και τη Γη, η απόσταση μεταξύ Θεών και ανθρώπων γεμίζει από την παρουσία τους. Ανάμεσα στους θεούς και τους ανθρώπους ζει η ένδοξη τάξη των Ηρώων, όντα άφθαρτα που ο άνθρωπος τα έχει πολύ κοντά του και μπορεί να τα επικαλεστεί, αφού κάποτε πέρασαν τη ζωή τους στο ιστορικό γίγνεσθαι.
Η ζωή των Ηρώων δεν είναι η ζωή των σκιών του Κάτω Κόσμου, είναι μια ζωή γεμάτη και λαμπερή. Εκεί είναι πιο δυνατοί, πιο φωτεινοί, ντυμένοι με τη δόξα και την αίγλη που τους προσέδωσε η δικαιοσύνη των Θεών και οι τιμές των ανθρώπων. Όταν φανερώνονται στα μάτια των θνητών, η εμφάνισή τους εκπλήσσει και θαμπώνει. Οι ναυτικοί στον Εύξεινο Πόντο, στις εκβολές του Ίστρου, στη νήσο Λευκή υπήρχε Ναός του Αχιλλέα, όπου είδαν πολλές φορές τον ίδιο τον Ήρωα με τη μορφή ενός νεαρού με ουράνια ομορφιά, ξανθά μαλλιά, χρυσή πανοπλία να χορεύει ή να τραγουδά έναν νικητήριο παιάνα. Στην Τροία, έβλεπαν τον Έκτορα τη νύχτα να τρέχει στα πεδία των μαχών εξακοντίζοντας αστραπές που φώτιζαν τον κάμπο. Ο φιλόσοφος Μάξιμος είδε αρκετές φορές στη θάλασσα τους Διόσκουρους να οδηγούν πλοία που τα χτύπησε η τρικυμία. Ο ίδιος είχε δεί και τον Ασκληπιό και τον Ηρακλή.
Οι Ήρωες βοήθησαν τους Έλληνες σε καιρούς πολέμου. Ο Πλούταρχος λέει ότι στον Μαραθώνα είδαν τον Θησέα ντυμένο με πανοπλία αστραφτερή να βαδίζει επικεφαλής των αθηναϊκών στρατευμάτων και να τους οδηγεί ενάντια στους βαρβάρους. Στη Σαλαμίνα οι πολεμιστές καλέσαν με τις κραυγές τους τον Αίαντα τον Τελαμώνιο. Έστειλαν καράβι στην Αίγινα και ζήτησαν την προστασία των Αιακιδών και στο κρισιμότερο σημείο της ναυμαχίας είδαν τα χέρια των Αιακιδών να απλώνονται προστατευτικά πάνω στον στόλο των Ελλήνων. Γι' αυτό μετά τη μάχη ο Θεμιστοκλής είπε ότι δεν νικήσαμε εμείς τους Πέρσες, μα οι Θεοί και οι Ήρωες.
Οι περιπτώσεις ηρωοποίησης που γνωρίζουμε κατά την κλασική εποχή είναι πολύ σπάνιες. Δεν αφορούν ποτέ πρόσωπα που βρίσκονται εν ζωή, αλλά νεκρούς που εμφανίζονται κατόπιν του θανάτου τους , άλλοτε ως φορείς ιδιαίτερων φυσικών ιδιοτήτων (δύναμη, ομορφιά, μέγεθος) και άλλοτε εξαιτίας των ίδιων των συνθηκών του θανάτου τους ( εξαφανίζονται δίχως να αφήνουν ίχνη), ενώ υπάρχουν φορές που αποζητούν να εξευμενιστούν επειδή καταλογίζουν στο φάντασμά τους εγκληματικές πράξεις. Θα αναφερθούμε στην περίπτωση του πυγμάχου Κλεομήδη από την Αστυπάλαια, ο οποίος έζησε στα μέσα του 5ου αιώνα π.κ.χ.. Κατά τη διάρκεια μιας μονομαχίας, ο Κλεομήδης, όντας άνθρωπος με εξαιρετική δύναμη, σκότωσε τον αντίπαλό του. Όταν οι κριτές λοιπόν αρνήθηκαν να του απονείμουν το βραβείο, αυτός από την οργή του, γκρέμισε την κολώνα ενός σχολείου με αποτέλεσμα να σκοτώσει τους μαθητές. Κυνηγημένος από το πλήθος του κόσμου, κατέφυγε στο ναό της Αθηνάς, όπου και κρύφτηκε σε μια κασέλα. Όταν κατάφεραν να ανοίξουν την κασέλα, ο Κλεομήδης ήταν άφαντος. Σύμφωνα με τον χρησμό που έδωσε αργότερα η Πυθία, έπρεπε να καθιερωθεί μια ηρωική λατρεία και να τιμάται ο Κλεομήδης ως το πρόσωπο του οποίου η δύναμη, η οργή, τα εγκλήματα και ο θάνατος τον τοποθετούν πάνω από τους κοινούς ανθρώπους. Θα έπρεπε λοιπόν να του προσφέρονται θυσίες σαν να μην είναι πλέον θνητός. Ο Παυσανίας από την άλλη μας μεταφέρει πως ο Κλεομήδης είναι ο «τελευταίος Ήρωας».
Ακολουθούν σύντομες αναφορές σε ξακουστούς Ήρωες.
Ο κατ’ εξοχήν Ήρως Ηρακλής, ο Ασκληπιός και οι Διόσκουροι βρίσκονται σ’ ένα ανώτερο «επίπεδο» από τους άλλους Ήρωες, με γενικευμένη Λατρεία που ξεπερνά την «τοπικότητα» κι εκτείνεται στο Πανελλήνιο ή ακόμη και στις Παραδόσεις άλλων Λαών (Ηρακλής).
Ο Ηρακλής κυριαρχεί στο Μυθολογικό κύκλο των Ηρώων με τον πλουσιότερο κύκλο Παραδόσεων, γονιμοποιώντας ολόκληρους Λαούς (Κελτός υιός του Ηρακλέους και της Κελτίνης, Γαλάτης υιός του Ηρακλέους και της Γαλάτειας). Θεώνεται με την έμπυρη αυτοθυσία του κι έτσι καμιά πόλη δεν διεκδικεί τον τάφο του ή το λείψανό του και οι τιμές που του αποδίδονται είναι αυτές του Θεού.
Ο Ασκληπιός, που σύμφωνα με τον μύθο, γεννήθηκε στην αρχαία Τρίκκη. Ο Ξενοφών τον αναφέρει ως Ήρωα - ιατρό που μπορούσε "τεθνεώντας μεν αναστήναι, νοσούντας δεν ιάσθαι". Ο Απολλόδωρος μας λέει ότι είναι ημίθεος. Υιός του Απόλλωνα και της Κορωνίδας. Γεννήθηκε, όπως και ο Διόνυσος, μέσα απ' τη φωτιά. Ενώ η Κορωνίδα καιγόταν, ο Απόλλων τον πήρε και τον πήγε στον Χείρωνα, όπου και διδάχθηκε την ιατρική.
Οι Διόσκουροι, ο Κάστωρ και ο Πολυδεύκης, είναι παιδιά δίδυμα του Διός και της Λήδας και αδέρφια της ωραίας Ελένης. Θεοί του φωτός διδάσκουν την εντιμότητα, τη γενναιοψυχία, την τόλμη, την ευγένεια και την αρετή. Προστάτες των καραβιών και των ναυτικών. Οι Έλληνες τους λατρεύουν και τους τιμούν ως Θεούς, ενώ συχνά ζητούν από αυτούς συμπαράσταση και βοήθεια στις δύσκολες ώρες. Είναι οι προστάτες και σωτήρες των θνητών.
Ο Οιδίποδας, ο οποίος προτίμησε να πεθάνει στην Αθήνα, υπέδειξε το σημείο της ταφής του λέγοντας: «Νεκρός δεν θα είμαι άχρηστος κάτοικος αυτής της χώρας, θα σας προστατεύω κατά του εχθρού σας, θα είμαι έπαλξη ισχυρότερη από χίλιους πολεμιστές».
Ο Αττικός Ήρωας Ανάγυρος προκαλούσε την κατάρρευση των οικιών που βρίσκονταν κοντά στο Ιερό του.
Ο Αιακός, ο ευσεβέστερος όλων, έτυχε μοναδικών τιμών τόσο από τους ανθρώπους όσο κι από τους Θεούς. Ζει στον Άδη παρακαθήμενος του Πλούτωνα και της Περσεφόνης.
Ο Μενέλαος δεν πεθαίνει. Μεταφέρεται ολοζώντανος στα Ηλύσια Πεδία, στον ευτυχισμένο τόπο που δεν έχει βαρύ χειμώνα, ούτε καλοκαίρι με καύσωνες, αλλά δροσίζεται αδιάκοπα από την πνοή του Ωκεανού. Ο Μενέλαος τυγχάνει αέναης ευδαιμονίας υπό την εύνοια των Θεών.
Όταν ο Περσέας πέθανε, οι θεοί δεν τον έστειλαν στον Άδη, αλλά τον έκαναν αστερισμό στον Ουράνιο θόλο.
Ο Φορωνέας ήταν ο αρχαιότερος βασιλιάς του κόσμου. Ο Υγίνος λέει ότι οι άνθρωποι παλαιότερα μιλούσαν διαφορετικές γλώσσες και ήταν διαιρεμένοι. Ο Φορωνέας ένωσε τις γλώσσες και μόνοιασε τους ανθρώπους. Ο Φορωνέας επίσης ίδρυσε την λατρεία της θεάς Ήρας, γιαυτό και ο Δίας τον αντάμειψε, δίνοντάς του την βασιλική εξουσία υπέρ όλων των ανθρώπων. Ο τάφος του λένε ότι βρίσκονταν δίπλα στον ναό του Νεμεσίου Διός, ενώ στον τάφο του κάνανε θυσία στον καιρό του Παυσανία. Κοντά στον θρόνο του Δαναού έκαιγε προς τιμή του ένα αιώνιο πυρ. Οί προγονοί μας θεωρούσαν τον Φορωνέα εφευρέτη της φωτιάς, αλλά και ιδρυτή του δικαίου και του πολιτισμού μεταξύ των ανθρώπων.
Ο Τριπτόλεμος είναι ο κατεξοχήν ήρωας, που συνδέεται με τον μύθο της Δήμητρας και τη διάδοση της καλλιέργειας της γης. Όταν γύρισε στην Ελευσίνα, η Δήμητρα τον μύησε στη λατρεία της και έγινε ο πρώτος ιερέας της. Στην Ελευσίνα υπήρχε βωμός του, καθώς και το αλώνι όπου κατά το θρύλο είχε αλωνιστεί το πρώτο σιτάρι που έβγαλε η σπορά του, και που ήταν γνωστό σαν Άλως Τριπτολέμου. Ο Τριπτόλεμος λατρευόταν και στην Αθήνα, στο Ελευσίνιο άντρο, μέσα στο οποίο υπήρχε άγαλμά του.
Ο Βελλεροφόντης αποφασίζει με το φτερωτό άλογό του να ανέβει στον ουρανό (ή στον Όλυμπο) και να ανακαλύψει την κατοικία των θεών. Τότε ο Δίας, εξοργισμένος από το θράσος του, του έριξε κεραυνό με αποτέλεσμα ο Βελλεροφόντης να πέσει από το άλογό του και να μείνει ανάπηρος, χάνοντας τόσο τη βασιλική αρχή όσο και τον Πήγασο (που του «τον πήραν οι θεοί»).
Ο Διομήδης είναι γνωστός από τα κατορθώματά του στην Τροία αλλά και ως ένας εκ των Επιγόνων, οι οποίοι ήταν οι γιοι των βασιλιάδων που έπεσαν στον πόλεμο των Επτά επί Θήβας. Η Αθηνά εγγυάται στο Διομήδη την αθανασία, η οποία προοριζόταν εξαρχής για τον πατέρα του. Έτσι ο Διομήδης έγινε θεός και λατρευόταν με διάφορες ονομασίες στην Ιταλία.
Ο Αμφιάραος, του οποίου ο Δίας δίνει την αθανασία, η γη ανοίγει και τον απορροφά μαζί με τα άλογά του, κι από εκεί ακούγεται η φωνή του σε όποιον έρχεται να τον συμβουλευτεί.
Σήμερα, όταν θέλουμε να προσδιορίσουμε τον Ήρωα μιλάμε για κάποιον που είναι προικισμένος με αρετές, δείχνει ευαισθησία στις ανάγκες και δυσκολίες των άλλων και υιοθετεί το κοινό καλό από το ατομικό. Είναι ένας άνθρωπος που αξίζει να θαυμάζει και να τιμά κανείς και το κυριώτερο προσπαθεί να μιμηθεί τις πράξεις του. Δεν ανέχεται την αδικία. Είναι φίλος, συμπαραστάτης, παίρνει με ανδρεία αποφάσεις, ισορροπώντας ανάμεσα στο κόστος και τις συνέπειες των πράξεών του.
Ο Ήρωας εμπνέει, αποτελώντας φωτεινό παράδειγμα για την κοινωνία.
Ο τάφος των Ηρώων είναι ολόκληρο το σύμπαν
«Κι όταν το χώμα εσκέπασε και αυτό το γένος, άλλο, τέταρτο γένος έπλασε ο Δίας, ο γιος του Κρόνου, επάνω στην πολύβλαστη τη γη, πιο δίκαιο και πιο αντρείο, το θείο το γένος των Ηρώων που τους λεν ημίθεους, το γένος που ήρθε πριν εμάς στη γη που όρια δεν έχει. Όμως αυτούς ο μαύρος πόλεμος κι οι σκληρές μάχες ξολοθρέψανε, άλλους μπροστά στη Θήβα την επτάπυλη, στη γη του Κάδμου επάνω, όταν για του Οιδίποδα τα πλούτη πολεμούσανε, κι άλλους όταν τους έφερε με τα καράβια ο πόλεμος απ’ τη μεγάλη άβυσσο, της θάλασσας επάνω στην Τροία, για τη χάρη της Ελένης της ομορφομάλλας. Κι εκεί, άλλους πήρε ο θάνατος, κι άλλους ο Δίας πατέρας έφερε, του Κρόνου ο γιος, στα πέρατα της γης, όπου τους έβαλε απ’ τους ανθρώπους χωριστά να μένουνε και βιος τους έδωκε και τάξη. Και ζούνε αυτοί μ’ απίκραντη στα στήθη τους ψυχή μέσα στων μακάρων τα νησιά, δίπλα στον βαθυστρόβιλον ωκεανό, μακάριοι ήρωες αυτοί, που τρεις φορές καρπούς γλυκούς σα μέλι τους ωριμάζει κάθε χρόνο η γης, η γης η ζωοδότρα. Και στους άλλους που βρίσκονται στον κάτω Κόσμο χάρισε τιμή και κύδος. Ούτε άλλο γένος έκαμε τόσο ονομαστό ο ευρύοπας Ζευς ανάμεσα στους ανθρώπους που γεννήθηκαν επί της πολυτρόφας χθόνας.»
Οι Ήρωες λοιπόν, τα όντα που ακόμα και για τους «αρχαίους» είναι αυτοί που έζησαν «τα πολύ παλιά χρόνια», εξυμνήθηκαν μέσω της επικής ποίησης. Είναι το γένος αυτό που οι ιδιότητές του ήταν υψωμένες σε υπερθετικό βαθμό. Πιο κοντά στο τραπέζι των Θεών, μοιράζονται ακόμη και τον Έρωτα, κάρπιζαν και γεννούσαν ήρωες και μύθους.
Ο κόσμος των Ηρώων περιγράφεται γλαφυρά στα έπη του Ομήρου. Διογενείς βασιλείς που στις φλέβες τους ρέει θεϊκό αίμα (Αχιλλέας, Αινείας), κρατούν σκήπτρο (ως σύμβολο εξουσίας - Ζηνός), διακρίνονται για τη φυσική τους ρώμη (Αίαντας), την πνευματική τους ευστροφία (Οδυσσεύς), την αφοβία και την πολεμική τους ορμή (Διομήδης), την υπέρτατη φρόνησή τους (Νέστορας) καθώς επίσης επιδεικνύουν μέγιστη επιδεξιότητα στο έργο τους (ως τον θείον αοιδόν Δημόδοκον και τον κήρυκα Μούλιον, Οδ.σ.422).
Είναι δηλαδή οι Ήρωες του Ομήρου ανώτεροι των ανθρώπων κατά τα δώρα, τα οποία έδωσαν σε αυτούς οι Θεοί, αλλά δεν είναι απηλλαγμένοι από τη θνητότητά τους, καθώς πεθαίνουν κι αυτοί όπως οι λοιποί θνητοί, με τις ψυχές τους να κατοικούν στον Άδη. Μόνη εξαίρεση, ο Μενέλαος, ο οποίος έτυχε εξαιρετικής εύνοιας από τους Θεούς, και μεταφέρθηκε ζωντανός στα Ηλύσια Πεδία (Οδυσ.Δ.566) και κατά την μεθομηρική παράδοση (Πινδ.Νεμ.Χ) και ο Διομήδης.
Το τυπικό της λατρείας θυμίζει αυτό των Χθόνιων θεοτήτων. Τους προσφέρονται θυσίες, όχι με το φως της ημέρας όπως στους Ολύμπιους, αλλά προς το βράδυ. Το θυσιαζόμενο είναι στραμμένο προς το μέρος της Δύσης. Ο βωμός είναι χαμηλός (Eσχάρα), πολύ λίγο ανυψωμένος από το έδαφος.
Η λατρεία των Ηρώων θεσμοθετήθηκε αρχικά από τον Δράκοντα και ενισχύθηκε με τη νομοθεσία του Σόλωνα. Οι Δέκα Φυλές πήραν τ' ονομά τους από τους δέκα Αττικούς ήρωες: ο Ιπποθώον (Ιπποθωντίς), γιος του Ποσειδώνα και της Αλόπης, ο Αντίοχος (Αντιοχίς), γιος του Ηρακλή και της Μήδας, ο Αίας ο Τελαμώνιος (Αιαντίς), ο Λέως (Λεοντίς), ο Ερεχθέας (Ερεχθηίς), ο Αιγέας (Αιγηίς), ο Οινέας (Οινηίς), ο Ακάμας (Ακαμαντίς), γιος του Θησέα, ο Κέκροπας (Κεκροπίς) και ο Πανδίωνας (Πανδιωνίς).
Ήρωες πια ανακηρύσσονταν οι Γενάρχες μιας φυλής, ή και οι θρυλικοί αρχηγοί. Η λατρεία αυτών έδειχνε στις επόμενες γενιές τον δεσμό που τους ένωνε με μια θεϊκή πηγή ύπαρξης. Με έναν πρώτο κοινό πατέρα. Η λατρεία αυτή δυνάμωνε το αίσθημα της κοινότητας κι έφερνε τα μέλη της το ένα κοντά στο άλλο. Δεν υπήρχε γωνία στην Ελλάδα που να μην είχε τον Ήρωά της. Ήταν ο θεϊκός προστάτης της περιοχής και συνδεόταν με την ύπαρξή της. Η διατήρηση αυτής της λατρείας γινόταν αισθητή με τα ορατά σημάδια της παρουσίας των Ηρώων ανεγείροντας γι' αυτούς μνημεία ή μικρούς ναούς, κι άλλοτε απλούς τάφους. Ο τάφος αυτός ονομάζεται στη συνέχεια Ηρώον (κενοτάφια). Κάθε Ηρώο περιβαλλόταν συνήθως από μικρό δάσος με λιόδεντρα ή κυπαρίσσια, των οποίων απαγορευόταν η κοπή. Υπήρχαν μάλιστα κι αυστηρές ποινές. Ολόκληρες πόλεις κάνουν επίσημες πομπές προς τα Ιερά τους, τους προσφέρουν θυσίες θεωρώντας τους ανένδοτους υπερασπιστές της πατρίδας, αποδίδοντάς τους ευγνωμοσύνη και τιμές.
Εξαιρετικές και πανελλήνιες ήταν οι απονεμόμενες τιμές δίκη Ηρώων στους εν Πλαταιές πεσόντες, χάριν των οποίων ο χώρος της πόλεως κηρύχθηκε ιερός. Κάθε χρόνο, τελείτο επιμνημόσυνη δέηση για αυτούς, θυσιαζόταν μέλας ταύρος και έσπενδαν χοές οίνου, κατά τις οποίες ο άρχων της πόλεως έλεγε: «προπίνω τοις άνδράσι τοις υπέρ της ελευθερίας των Ελλήνων πεσούσι».
Στα νεκρικά Ηρωϊκά μνημεία της Θεσσαλίας και της Βοιωτίας δεν ήταν σπάνιες στις επιτύμβιες επιγραφές η έκφραση «Χρηστέ Χαίρε».
Ο Ησίοδος δέν αφιέρωσε κάποιο μέταλλο στο γένος των Ηρώων, ίσως διότι αυτό το γένος συνδυάζει ή συμμετέχει με τις πράξεις του σε όλα.
Οι Ήρωες δεν είναι απλά θνητοί αλλά ανώτερα όντα, ανάμεσα στη φύση των ανθρώπων και των Θεών. Η δικαιοσύνη του Διός δίνει ανώτερο κλήρο σε αυτά τα όντα. Οι Ήρωες ζουν στα όρια του Αιωνίου και της Ιστορικής γραμμικότητας. Αυτά τα αθάνατα εις τη μνήμη και ισχυρά όντα, μεσολαβούν υπέρ των ανθρώπων συνδέοντας τον Ουρανό και τη Γη, η απόσταση μεταξύ Θεών και ανθρώπων γεμίζει από την παρουσία τους. Ανάμεσα στους θεούς και τους ανθρώπους ζει η ένδοξη τάξη των Ηρώων, όντα άφθαρτα που ο άνθρωπος τα έχει πολύ κοντά του και μπορεί να τα επικαλεστεί, αφού κάποτε πέρασαν τη ζωή τους στο ιστορικό γίγνεσθαι.
Η ζωή των Ηρώων δεν είναι η ζωή των σκιών του Κάτω Κόσμου, είναι μια ζωή γεμάτη και λαμπερή. Εκεί είναι πιο δυνατοί, πιο φωτεινοί, ντυμένοι με τη δόξα και την αίγλη που τους προσέδωσε η δικαιοσύνη των Θεών και οι τιμές των ανθρώπων. Όταν φανερώνονται στα μάτια των θνητών, η εμφάνισή τους εκπλήσσει και θαμπώνει. Οι ναυτικοί στον Εύξεινο Πόντο, στις εκβολές του Ίστρου, στη νήσο Λευκή υπήρχε Ναός του Αχιλλέα, όπου είδαν πολλές φορές τον ίδιο τον Ήρωα με τη μορφή ενός νεαρού με ουράνια ομορφιά, ξανθά μαλλιά, χρυσή πανοπλία να χορεύει ή να τραγουδά έναν νικητήριο παιάνα. Στην Τροία, έβλεπαν τον Έκτορα τη νύχτα να τρέχει στα πεδία των μαχών εξακοντίζοντας αστραπές που φώτιζαν τον κάμπο. Ο φιλόσοφος Μάξιμος είδε αρκετές φορές στη θάλασσα τους Διόσκουρους να οδηγούν πλοία που τα χτύπησε η τρικυμία. Ο ίδιος είχε δεί και τον Ασκληπιό και τον Ηρακλή.
Οι Ήρωες βοήθησαν τους Έλληνες σε καιρούς πολέμου. Ο Πλούταρχος λέει ότι στον Μαραθώνα είδαν τον Θησέα ντυμένο με πανοπλία αστραφτερή να βαδίζει επικεφαλής των αθηναϊκών στρατευμάτων και να τους οδηγεί ενάντια στους βαρβάρους. Στη Σαλαμίνα οι πολεμιστές καλέσαν με τις κραυγές τους τον Αίαντα τον Τελαμώνιο. Έστειλαν καράβι στην Αίγινα και ζήτησαν την προστασία των Αιακιδών και στο κρισιμότερο σημείο της ναυμαχίας είδαν τα χέρια των Αιακιδών να απλώνονται προστατευτικά πάνω στον στόλο των Ελλήνων. Γι' αυτό μετά τη μάχη ο Θεμιστοκλής είπε ότι δεν νικήσαμε εμείς τους Πέρσες, μα οι Θεοί και οι Ήρωες.
Οι περιπτώσεις ηρωοποίησης που γνωρίζουμε κατά την κλασική εποχή είναι πολύ σπάνιες. Δεν αφορούν ποτέ πρόσωπα που βρίσκονται εν ζωή, αλλά νεκρούς που εμφανίζονται κατόπιν του θανάτου τους , άλλοτε ως φορείς ιδιαίτερων φυσικών ιδιοτήτων (δύναμη, ομορφιά, μέγεθος) και άλλοτε εξαιτίας των ίδιων των συνθηκών του θανάτου τους ( εξαφανίζονται δίχως να αφήνουν ίχνη), ενώ υπάρχουν φορές που αποζητούν να εξευμενιστούν επειδή καταλογίζουν στο φάντασμά τους εγκληματικές πράξεις. Θα αναφερθούμε στην περίπτωση του πυγμάχου Κλεομήδη από την Αστυπάλαια, ο οποίος έζησε στα μέσα του 5ου αιώνα π.κ.χ.. Κατά τη διάρκεια μιας μονομαχίας, ο Κλεομήδης, όντας άνθρωπος με εξαιρετική δύναμη, σκότωσε τον αντίπαλό του. Όταν οι κριτές λοιπόν αρνήθηκαν να του απονείμουν το βραβείο, αυτός από την οργή του, γκρέμισε την κολώνα ενός σχολείου με αποτέλεσμα να σκοτώσει τους μαθητές. Κυνηγημένος από το πλήθος του κόσμου, κατέφυγε στο ναό της Αθηνάς, όπου και κρύφτηκε σε μια κασέλα. Όταν κατάφεραν να ανοίξουν την κασέλα, ο Κλεομήδης ήταν άφαντος. Σύμφωνα με τον χρησμό που έδωσε αργότερα η Πυθία, έπρεπε να καθιερωθεί μια ηρωική λατρεία και να τιμάται ο Κλεομήδης ως το πρόσωπο του οποίου η δύναμη, η οργή, τα εγκλήματα και ο θάνατος τον τοποθετούν πάνω από τους κοινούς ανθρώπους. Θα έπρεπε λοιπόν να του προσφέρονται θυσίες σαν να μην είναι πλέον θνητός. Ο Παυσανίας από την άλλη μας μεταφέρει πως ο Κλεομήδης είναι ο «τελευταίος Ήρωας».
Ακολουθούν σύντομες αναφορές σε ξακουστούς Ήρωες.
Ο κατ’ εξοχήν Ήρως Ηρακλής, ο Ασκληπιός και οι Διόσκουροι βρίσκονται σ’ ένα ανώτερο «επίπεδο» από τους άλλους Ήρωες, με γενικευμένη Λατρεία που ξεπερνά την «τοπικότητα» κι εκτείνεται στο Πανελλήνιο ή ακόμη και στις Παραδόσεις άλλων Λαών (Ηρακλής).
Ο Ηρακλής κυριαρχεί στο Μυθολογικό κύκλο των Ηρώων με τον πλουσιότερο κύκλο Παραδόσεων, γονιμοποιώντας ολόκληρους Λαούς (Κελτός υιός του Ηρακλέους και της Κελτίνης, Γαλάτης υιός του Ηρακλέους και της Γαλάτειας). Θεώνεται με την έμπυρη αυτοθυσία του κι έτσι καμιά πόλη δεν διεκδικεί τον τάφο του ή το λείψανό του και οι τιμές που του αποδίδονται είναι αυτές του Θεού.
Ο Ασκληπιός, που σύμφωνα με τον μύθο, γεννήθηκε στην αρχαία Τρίκκη. Ο Ξενοφών τον αναφέρει ως Ήρωα - ιατρό που μπορούσε "τεθνεώντας μεν αναστήναι, νοσούντας δεν ιάσθαι". Ο Απολλόδωρος μας λέει ότι είναι ημίθεος. Υιός του Απόλλωνα και της Κορωνίδας. Γεννήθηκε, όπως και ο Διόνυσος, μέσα απ' τη φωτιά. Ενώ η Κορωνίδα καιγόταν, ο Απόλλων τον πήρε και τον πήγε στον Χείρωνα, όπου και διδάχθηκε την ιατρική.
Οι Διόσκουροι, ο Κάστωρ και ο Πολυδεύκης, είναι παιδιά δίδυμα του Διός και της Λήδας και αδέρφια της ωραίας Ελένης. Θεοί του φωτός διδάσκουν την εντιμότητα, τη γενναιοψυχία, την τόλμη, την ευγένεια και την αρετή. Προστάτες των καραβιών και των ναυτικών. Οι Έλληνες τους λατρεύουν και τους τιμούν ως Θεούς, ενώ συχνά ζητούν από αυτούς συμπαράσταση και βοήθεια στις δύσκολες ώρες. Είναι οι προστάτες και σωτήρες των θνητών.
Ο Οιδίποδας, ο οποίος προτίμησε να πεθάνει στην Αθήνα, υπέδειξε το σημείο της ταφής του λέγοντας: «Νεκρός δεν θα είμαι άχρηστος κάτοικος αυτής της χώρας, θα σας προστατεύω κατά του εχθρού σας, θα είμαι έπαλξη ισχυρότερη από χίλιους πολεμιστές».
Ο Αττικός Ήρωας Ανάγυρος προκαλούσε την κατάρρευση των οικιών που βρίσκονταν κοντά στο Ιερό του.
Ο Αιακός, ο ευσεβέστερος όλων, έτυχε μοναδικών τιμών τόσο από τους ανθρώπους όσο κι από τους Θεούς. Ζει στον Άδη παρακαθήμενος του Πλούτωνα και της Περσεφόνης.
Ο Μενέλαος δεν πεθαίνει. Μεταφέρεται ολοζώντανος στα Ηλύσια Πεδία, στον ευτυχισμένο τόπο που δεν έχει βαρύ χειμώνα, ούτε καλοκαίρι με καύσωνες, αλλά δροσίζεται αδιάκοπα από την πνοή του Ωκεανού. Ο Μενέλαος τυγχάνει αέναης ευδαιμονίας υπό την εύνοια των Θεών.
Όταν ο Περσέας πέθανε, οι θεοί δεν τον έστειλαν στον Άδη, αλλά τον έκαναν αστερισμό στον Ουράνιο θόλο.
Ο Φορωνέας ήταν ο αρχαιότερος βασιλιάς του κόσμου. Ο Υγίνος λέει ότι οι άνθρωποι παλαιότερα μιλούσαν διαφορετικές γλώσσες και ήταν διαιρεμένοι. Ο Φορωνέας ένωσε τις γλώσσες και μόνοιασε τους ανθρώπους. Ο Φορωνέας επίσης ίδρυσε την λατρεία της θεάς Ήρας, γιαυτό και ο Δίας τον αντάμειψε, δίνοντάς του την βασιλική εξουσία υπέρ όλων των ανθρώπων. Ο τάφος του λένε ότι βρίσκονταν δίπλα στον ναό του Νεμεσίου Διός, ενώ στον τάφο του κάνανε θυσία στον καιρό του Παυσανία. Κοντά στον θρόνο του Δαναού έκαιγε προς τιμή του ένα αιώνιο πυρ. Οί προγονοί μας θεωρούσαν τον Φορωνέα εφευρέτη της φωτιάς, αλλά και ιδρυτή του δικαίου και του πολιτισμού μεταξύ των ανθρώπων.
Ο Τριπτόλεμος είναι ο κατεξοχήν ήρωας, που συνδέεται με τον μύθο της Δήμητρας και τη διάδοση της καλλιέργειας της γης. Όταν γύρισε στην Ελευσίνα, η Δήμητρα τον μύησε στη λατρεία της και έγινε ο πρώτος ιερέας της. Στην Ελευσίνα υπήρχε βωμός του, καθώς και το αλώνι όπου κατά το θρύλο είχε αλωνιστεί το πρώτο σιτάρι που έβγαλε η σπορά του, και που ήταν γνωστό σαν Άλως Τριπτολέμου. Ο Τριπτόλεμος λατρευόταν και στην Αθήνα, στο Ελευσίνιο άντρο, μέσα στο οποίο υπήρχε άγαλμά του.
Ο Βελλεροφόντης αποφασίζει με το φτερωτό άλογό του να ανέβει στον ουρανό (ή στον Όλυμπο) και να ανακαλύψει την κατοικία των θεών. Τότε ο Δίας, εξοργισμένος από το θράσος του, του έριξε κεραυνό με αποτέλεσμα ο Βελλεροφόντης να πέσει από το άλογό του και να μείνει ανάπηρος, χάνοντας τόσο τη βασιλική αρχή όσο και τον Πήγασο (που του «τον πήραν οι θεοί»).
Ο Διομήδης είναι γνωστός από τα κατορθώματά του στην Τροία αλλά και ως ένας εκ των Επιγόνων, οι οποίοι ήταν οι γιοι των βασιλιάδων που έπεσαν στον πόλεμο των Επτά επί Θήβας. Η Αθηνά εγγυάται στο Διομήδη την αθανασία, η οποία προοριζόταν εξαρχής για τον πατέρα του. Έτσι ο Διομήδης έγινε θεός και λατρευόταν με διάφορες ονομασίες στην Ιταλία.
Ο Αμφιάραος, του οποίου ο Δίας δίνει την αθανασία, η γη ανοίγει και τον απορροφά μαζί με τα άλογά του, κι από εκεί ακούγεται η φωνή του σε όποιον έρχεται να τον συμβουλευτεί.
Σήμερα, όταν θέλουμε να προσδιορίσουμε τον Ήρωα μιλάμε για κάποιον που είναι προικισμένος με αρετές, δείχνει ευαισθησία στις ανάγκες και δυσκολίες των άλλων και υιοθετεί το κοινό καλό από το ατομικό. Είναι ένας άνθρωπος που αξίζει να θαυμάζει και να τιμά κανείς και το κυριώτερο προσπαθεί να μιμηθεί τις πράξεις του. Δεν ανέχεται την αδικία. Είναι φίλος, συμπαραστάτης, παίρνει με ανδρεία αποφάσεις, ισορροπώντας ανάμεσα στο κόστος και τις συνέπειες των πράξεών του.
Ο Ήρωας εμπνέει, αποτελώντας φωτεινό παράδειγμα για την κοινωνία.
Ο τάφος των Ηρώων είναι ολόκληρο το σύμπαν
Περικλής
Σωκράτους - H πλαστή αλήθεια που πλασάρουν
Όλοι έχουμε ακούσει για το συνειδητό και το υποσυνείδητο. Το υποσυνείδητο είναι μια αποθήκη πληροφοριών από την οποία αντλούμε εικόνες ήχους κτλ για να αποκωδικοποιήσουμε κάτι. Π.χ. σπάει ένα γυαλί, τα ηχητικά κύματα τα οποία λαμβάνουν τα αυτιά μας τα στέλνουν στον εγκέφαλο για αποκωδικοποίηση, ο εγκέφαλος τρέχει στην αποθήκη (υποσυνείδητο) βρίσκει τον ίδιο ήχο ή παραπλήσιο από την data base και σχηματίζει την εικόνα ότι είναι ένα γυαλί που έσπασε… Ο Σωκράτης στον «Φαίδωνα» μας δίνει ένα ανάλογο παράδειγμα…με την όραση και την οπτική ισότητα.
Αυτά συμβαίνουν σε επίπεδο αισθητού δηλαδή ύλης, τι γίνεται όμως σε επίπεδο νοητού, δηλαδή καταστάσεων, γεγονότων κτλ;
Οι επιστήμονες ανακάλυψαν εδώ και πολλά χρόνια ότι ο μέσος άνθρωπος ζει και αντιδρά 95% με το υποσυνείδητο και 5% με το συνειδητό, αυτό δημιουργεί μια καλή ερώτηση: τελικά ζούμε σε έναν υποσυνείδητο κόσμο; (δηλαδή σε ένα Matrix?), επίσης τι θα συνέβαινε αν κάποιοι οι οποίοι γνώριζαν τον μηχανισμό αυτόν, δημιουργούσαν και γέμιζαν με συγκεκριμένες ασύμμετρες εικόνες το υποσυνείδητο μας με σκοπό την επιβολή των σχεδίων τους…; θα συνέβαινε αυτό που ήδη συμβαίνει…
Τα σχολεία Πανεπιστήμια κτλ δεν μας μαθαίνουν τον μηχανισμό με τον οποίο εμείς μόνοι μας θα διακρίνουμε την αλήθεια από το ψεύδος, αλλά μας μαθαίνουν έτοιμες γνώσεις-έννοιες τις οποίες κάποιοι άλλοι έχουν ορίσει γι' εμάς, αυτό σημαίνει ότι οικειοποιούμαστε ξένες ιδέες άρα και ξένη προσωπικότητα. Παράδειγμα αν σε μια πόλη (κράτος) κυβερνάει ένα συγκεκριμένο πολίτευμα ο κόσμος μαθαίνει ότι αυτό είναι το σωστό (διάλογος Σωκράτη και Θρασύμαχου στην «Πολιτεία» περί δικαίου και πολιτεύματος).
Το αντικλείδι
Την πραγματικότητα-αλήθεια όμως υπάρχει τρόπος να την προσεγγίσουμε, διότι μπορεί να λένε μερικοί ότι η πραγματικότητα είναι διαφορετική για τον καθένα ανάλογα τις γνώσεις και την νοημοσύνη του, παρόλα αυτά υπάρχει μια παγκόσμια πραγματικότητα-αλήθεια η οποία λειτουργεί απόλυτα μαθηματικά όπως άλλωστε και ολόκληρη η δημιουργία. Ο μηχανισμός αυτός γίνεται ορατός από τα Πλατωνικά κείμενα, στα οποία ο Σωκράτης χρησιμοποιεί συγκεκριμένες μαθηματικές μεθόδους για την εύρεση της αλήθειας και τον ξεχωρισμό της από το ψεύδος! βασίζεται στο root των μαθηματικών δηλαδή το 0/1, αυτό που είπε αργότερα ο Αριστοτέλης ως «εξίσωση των αντιθέτων».
Ο Σωκράτης στην απολογία του αναφέρει ότι δεν ήταν δάσκαλος και ότι δεν δίδαξε ποτέ τίποτα κανέναν, δεν είχε μαθητές αλλά συνομιλητές, τι εννοούσε; ότι δεν έδωσε έτοιμη γνώση, αλλά έδειχνε τον τρόπο με τον οποίο ο συνομιλητής μόνος του θα δει τον εαυτό του (γνώθι εις εαυτόν), θα ξεχωρίσει το αόριστο από το ορισμένο, θα διακρίνει και θα ξεχωρίσει τις αντίθετες έννοιες που πριν είχε σε σύγχυση μέσα στο μυαλό του, οπότε και την αλήθεια από το ψεύδος. Η επίπονη διαδικασία που υπέβαλε ο μαθητής στο να κοιτάξει μέσα στον εαυτό του (γνώθι εις εαυτόν) παραλληλίστηκε με τους πόνους της γέννας, η εύρεση της αλήθειας ως γέννεση και η μέθοδος αυτή του Σωκράτη ονομάστηκε «μαιευτική».
Εδώ μας αποκαλύπτουν οι πρόγονοι μας λίγο πολύ, ότι η ζωή μοιάζει σαν σπείρα, αν την κοιτάξεις από κάτοψη μοιάζει σαν κύκλος αλλά αν την κοιτάξεις από άλλη οπτική βλέπεις και τις διαβαθμίσεις της εξέλιξης (εξέλιξη=«εκ του έλικος» δηλαδή DNA).
Ο Σωκράτης το πρώτο πράγμα που έκανε πριν ξεκινήσει μια συνομιλία ήταν να ορίζει τις έννοιες, διότι δεν ήταν δυνατόν να αποκαλούμε κάποιον ή κάτι «καλό» ή «κακό» εφόσον δεν γνωρίζουμε τι είναι «καλό» και τι «κακό». Με την μέθοδο των αντιθέτων (0/1) όριζε τις έννοιες, τις έκανε «reserved words», και προχωρούσε στην εύρεση της αλήθειας χρησιμοποιώντας και το If/else, δηλαδή έφτιαχνε το πρόγραμμα. Π.χ. δεν μπορεί κανείς να πει «ένας νάνος 3 μέτρων» διότι έχουμε ορίσει ότι ο νάνος είναι το πολύ 1 μέτρο και ο γίγας 3 μέτρα, οπότε «νάνος 3 μέτρα» είναι αντίθετες έννοιες άρα υπάρχει ψεύδος.
Ο Σωκράτης ήταν ο πρώτος ο οποίος απέδειξε μαθηματικά ότι «η κακία είναι άγνοια» διότι αν τα ανθρωποειδή που χρησιμοποιούν την κακία για να «ανέβουν» κοινωνικά και οικονομικά, κατανοήσουν την πραγματικότητα θα διακρίνουν ότι οι προσπάθειες τους είναι μάταιες, όχι στον υλικό κόσμο αλλά στον ευρύτερο νοητό ο οποίος κατ επέκταση επηρεάζει και τον υλικό.
Αν σήμερα λοιπόν αυτοί οι κάποιοι χρησιμοποιούν το υποσυνείδητο για να μας γεμίσουν λανθασμένες εικόνες εμείς αντιστεκόμαστε με την Σωκρατική λογική ευρέσεως της αλήθειας όπως υπάρχουν στα Πλατωνικά κείμενα.
ΟΤΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΕΧΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΓΥΡΩ ΜΑΣ, ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΤΙΓΜΗ ΠΟΥ ΓΕΝΝΙΟΜΑΣΤΕ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ, ΑΥΤΟ ΒΛΕΠΟΥΜΕ!!! (θα ξεχωρίσει μόνος του το αόριστο από το ορισμένο).
ΘΑ ΞΕΧΩΡΙΣΟΥΜΕ ΜΟΝΟΙ ΜΑΣ ΔΗΛΑΔΗ ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΠΟΙΑ ΟΧΙ.
ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΝΟΜΙΖΟΥΜΕ ΟΤΙ ΖΟΥΜΕ ΕΙΝΑΙ Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ; 'Η ΚΑΤΙ ΑΛΛΟ.
Η ΖΩΗ ΠΟΥ ΖΟΥΜΕ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΛΗΘΙΝΗ! ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ! ΕΙΝΑΙ ΨΕΜΑ! ΚΑΙ ΔΕΝ ΤΟ ΛΕΩ ΕΓΩ, ΑΛΛΑ ΤΟ ΕΙΠΑΝ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΓΟΝΟΙ ΜΑΣ!
ΠΡΕΠΕΙ ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΣΕ ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΖΩΗ ΝΑ ΣΚΕΦΤΕΣΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΛΟΓΙΚΗ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ! ΤΟΝ ΝΟΥ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ! ΑΥΤΟ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΜΕ ΑΝΟΙΧΤΟ ΜΥΑΛΟ! ΝΑ ΔΕΧΕΣΑΙ ΟΤΙ ΚΑΙΝΟΥΡΙΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΝΑ ΤΗΝ ΑΚΟΥΣΕΙΣ, ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΝΑ ΤΗΝ ΚΡΙΝΕΙΣ.
ΝΑ ΤΗΝ ΚΡΙΝΕΙΣ ΟΧΙ ΜΕ ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΕΜΑΘΕΣ ΣΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ, ΣΤΗΝ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ, ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΓΥΡΩ ΣΟΥ.
ΑΛΛΑ ΝΑ ΤΗΝ ΚΡΙΝΕΙΣ ΜΕ ΤΗΝ ΨΥΧΗ ΣΟΥ, ΜΕ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΛΕΕΙ ΜΕΣΑ ΣΟΥ ΑΝ ΕΙΝΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑ Η ΟΧΙ.
Αυτά συμβαίνουν σε επίπεδο αισθητού δηλαδή ύλης, τι γίνεται όμως σε επίπεδο νοητού, δηλαδή καταστάσεων, γεγονότων κτλ;
Οι επιστήμονες ανακάλυψαν εδώ και πολλά χρόνια ότι ο μέσος άνθρωπος ζει και αντιδρά 95% με το υποσυνείδητο και 5% με το συνειδητό, αυτό δημιουργεί μια καλή ερώτηση: τελικά ζούμε σε έναν υποσυνείδητο κόσμο; (δηλαδή σε ένα Matrix?), επίσης τι θα συνέβαινε αν κάποιοι οι οποίοι γνώριζαν τον μηχανισμό αυτόν, δημιουργούσαν και γέμιζαν με συγκεκριμένες ασύμμετρες εικόνες το υποσυνείδητο μας με σκοπό την επιβολή των σχεδίων τους…; θα συνέβαινε αυτό που ήδη συμβαίνει…
Τα σχολεία Πανεπιστήμια κτλ δεν μας μαθαίνουν τον μηχανισμό με τον οποίο εμείς μόνοι μας θα διακρίνουμε την αλήθεια από το ψεύδος, αλλά μας μαθαίνουν έτοιμες γνώσεις-έννοιες τις οποίες κάποιοι άλλοι έχουν ορίσει γι' εμάς, αυτό σημαίνει ότι οικειοποιούμαστε ξένες ιδέες άρα και ξένη προσωπικότητα. Παράδειγμα αν σε μια πόλη (κράτος) κυβερνάει ένα συγκεκριμένο πολίτευμα ο κόσμος μαθαίνει ότι αυτό είναι το σωστό (διάλογος Σωκράτη και Θρασύμαχου στην «Πολιτεία» περί δικαίου και πολιτεύματος).
Το αντικλείδι
Την πραγματικότητα-αλήθεια όμως υπάρχει τρόπος να την προσεγγίσουμε, διότι μπορεί να λένε μερικοί ότι η πραγματικότητα είναι διαφορετική για τον καθένα ανάλογα τις γνώσεις και την νοημοσύνη του, παρόλα αυτά υπάρχει μια παγκόσμια πραγματικότητα-αλήθεια η οποία λειτουργεί απόλυτα μαθηματικά όπως άλλωστε και ολόκληρη η δημιουργία. Ο μηχανισμός αυτός γίνεται ορατός από τα Πλατωνικά κείμενα, στα οποία ο Σωκράτης χρησιμοποιεί συγκεκριμένες μαθηματικές μεθόδους για την εύρεση της αλήθειας και τον ξεχωρισμό της από το ψεύδος! βασίζεται στο root των μαθηματικών δηλαδή το 0/1, αυτό που είπε αργότερα ο Αριστοτέλης ως «εξίσωση των αντιθέτων».
Ο Σωκράτης στην απολογία του αναφέρει ότι δεν ήταν δάσκαλος και ότι δεν δίδαξε ποτέ τίποτα κανέναν, δεν είχε μαθητές αλλά συνομιλητές, τι εννοούσε; ότι δεν έδωσε έτοιμη γνώση, αλλά έδειχνε τον τρόπο με τον οποίο ο συνομιλητής μόνος του θα δει τον εαυτό του (γνώθι εις εαυτόν), θα ξεχωρίσει το αόριστο από το ορισμένο, θα διακρίνει και θα ξεχωρίσει τις αντίθετες έννοιες που πριν είχε σε σύγχυση μέσα στο μυαλό του, οπότε και την αλήθεια από το ψεύδος. Η επίπονη διαδικασία που υπέβαλε ο μαθητής στο να κοιτάξει μέσα στον εαυτό του (γνώθι εις εαυτόν) παραλληλίστηκε με τους πόνους της γέννας, η εύρεση της αλήθειας ως γέννεση και η μέθοδος αυτή του Σωκράτη ονομάστηκε «μαιευτική».
Εδώ μας αποκαλύπτουν οι πρόγονοι μας λίγο πολύ, ότι η ζωή μοιάζει σαν σπείρα, αν την κοιτάξεις από κάτοψη μοιάζει σαν κύκλος αλλά αν την κοιτάξεις από άλλη οπτική βλέπεις και τις διαβαθμίσεις της εξέλιξης (εξέλιξη=«εκ του έλικος» δηλαδή DNA).
Ο Σωκράτης το πρώτο πράγμα που έκανε πριν ξεκινήσει μια συνομιλία ήταν να ορίζει τις έννοιες, διότι δεν ήταν δυνατόν να αποκαλούμε κάποιον ή κάτι «καλό» ή «κακό» εφόσον δεν γνωρίζουμε τι είναι «καλό» και τι «κακό». Με την μέθοδο των αντιθέτων (0/1) όριζε τις έννοιες, τις έκανε «reserved words», και προχωρούσε στην εύρεση της αλήθειας χρησιμοποιώντας και το If/else, δηλαδή έφτιαχνε το πρόγραμμα. Π.χ. δεν μπορεί κανείς να πει «ένας νάνος 3 μέτρων» διότι έχουμε ορίσει ότι ο νάνος είναι το πολύ 1 μέτρο και ο γίγας 3 μέτρα, οπότε «νάνος 3 μέτρα» είναι αντίθετες έννοιες άρα υπάρχει ψεύδος.
Ο Σωκράτης ήταν ο πρώτος ο οποίος απέδειξε μαθηματικά ότι «η κακία είναι άγνοια» διότι αν τα ανθρωποειδή που χρησιμοποιούν την κακία για να «ανέβουν» κοινωνικά και οικονομικά, κατανοήσουν την πραγματικότητα θα διακρίνουν ότι οι προσπάθειες τους είναι μάταιες, όχι στον υλικό κόσμο αλλά στον ευρύτερο νοητό ο οποίος κατ επέκταση επηρεάζει και τον υλικό.
Αν σήμερα λοιπόν αυτοί οι κάποιοι χρησιμοποιούν το υποσυνείδητο για να μας γεμίσουν λανθασμένες εικόνες εμείς αντιστεκόμαστε με την Σωκρατική λογική ευρέσεως της αλήθειας όπως υπάρχουν στα Πλατωνικά κείμενα.
ΟΤΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΕΧΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΓΥΡΩ ΜΑΣ, ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΤΙΓΜΗ ΠΟΥ ΓΕΝΝΙΟΜΑΣΤΕ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ, ΑΥΤΟ ΒΛΕΠΟΥΜΕ!!! (θα ξεχωρίσει μόνος του το αόριστο από το ορισμένο).
ΘΑ ΞΕΧΩΡΙΣΟΥΜΕ ΜΟΝΟΙ ΜΑΣ ΔΗΛΑΔΗ ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΠΟΙΑ ΟΧΙ.
ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΝΟΜΙΖΟΥΜΕ ΟΤΙ ΖΟΥΜΕ ΕΙΝΑΙ Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ; 'Η ΚΑΤΙ ΑΛΛΟ.
ΟΤΑΝ ΠΡΟΣΕΥΧΟΜΑΣΤΕ ΠΟΥ ΑΠΕΥΘΥΝΟΜΑΣΤΕ; ΣΕ ΕΝΑΝ ΑΛΛΟ ΚΟΣΜΟ! ΤΟΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ!
ΔΗΛΑΔΗ, θα διακρίνει και θα ξεχωρίσει τις αντίθετες έννοιες που πριν είχε σε σύγχυση μέσα στο μυαλό του, οπότε και την αλήθεια από το ψεύδος.
Η ΖΩΗ ΠΟΥ ΖΟΥΜΕ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΛΗΘΙΝΗ! ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ! ΕΙΝΑΙ ΨΕΜΑ! ΚΑΙ ΔΕΝ ΤΟ ΛΕΩ ΕΓΩ, ΑΛΛΑ ΤΟ ΕΙΠΑΝ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΓΟΝΟΙ ΜΑΣ!
ΠΡΕΠΕΙ ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΙΣ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΣΕ ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΖΩΗ ΝΑ ΣΚΕΦΤΕΣΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΛΟΓΙΚΗ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ! ΤΟΝ ΝΟΥ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ! ΑΥΤΟ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΜΕ ΑΝΟΙΧΤΟ ΜΥΑΛΟ! ΝΑ ΔΕΧΕΣΑΙ ΟΤΙ ΚΑΙΝΟΥΡΙΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑ ΝΑ ΤΗΝ ΑΚΟΥΣΕΙΣ, ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΝΑ ΤΗΝ ΚΡΙΝΕΙΣ.
ΝΑ ΤΗΝ ΚΡΙΝΕΙΣ ΟΧΙ ΜΕ ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΕΜΑΘΕΣ ΣΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ, ΣΤΗΝ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ, ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΓΥΡΩ ΣΟΥ.
ΑΛΛΑ ΝΑ ΤΗΝ ΚΡΙΝΕΙΣ ΜΕ ΤΗΝ ΨΥΧΗ ΣΟΥ, ΜΕ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΛΕΕΙ ΜΕΣΑ ΣΟΥ ΑΝ ΕΙΝΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑ Η ΟΧΙ.
Ιππαρχία:η πρώτη κυνική φιλόσοφος
Η Ιππαρχία υπήρξε Κυνική φιλόσοφος με τη δική της αξία, που τόλμησε ν' αμφισβητήσει τα κοινωνικά ήθη της εποχής της και να διεκδικήσει με γενναιότητα την ισότητα των δύο φύλων.
Η γέννηση της τοποθετείται περίπου στο 346 π.Χ. στη Θράκη.
Ήταν κόρη Αθηναίων αριστοκρατών, οι οποίοι είχαν προσωρινά εγκατασταθεί στην παραλιακή πόλη της Μαρώνειας, γνωστής για τις καλλιέργειες σταφυλιών. Ο Διογένης Λαέρτιος, ο οποίος έγραψε τη βιογραφία της Ιππαρχίας, δεν αναφέρει τα ονόματα των γονέων της, ούτε δίδει πληροφορίες σχετικά με την παιδική της ηλικία. Όμως, μπορούμε με ασφάλεια να συμπεράνουμε ότι η Ιππαρχία, ακόμη και σε τρυφερή ηλικία, απέρριψε τις οικιακές δουλειές ρουτίνας που φυσιολογικά αναθέτονταν στις νεαρές Ελληνίδες. Αργότερα στη ζωή της, η ίδια παραδέχτηκε ότι παραμελούσε το γνέσιμο και την ύφανση προς χάρη της μελέτης.
Πράγματι, τα κύρια χαρακτηριστικά της Ιππαρχίας σα νεαρής κοπέλας ήταν ανησυχία και άσβεστη περιέργεια, καθώς και επιθυμία να μάθει ακόμη και γι' αυτά τα θέματα που ήταν απαγορευμένα στις γυναίκες της εποχής της. Επιθυμούσε πολύ να εισέλθει στους ανδρικούς κύκλους διανόησης και να συζητήσει με τους πολυμαθείς άνδρες πάνω σε βαθιά φιλοσοφικά θέματα. Αυτό, φυσικά, της το είχαν συστηματικά αρνηθεί οι αυστηρά παραδοσιακοί γονείς της.
Η Ιππαρχία μυήθηκε στη φιλοσοφία από το νεώτερο αδελφό της το Μητροκλή, και μέσω αυτού γνώρισε τον Κράτη. Από την πρώτη στιγμή που η υψηλής καταγωγής Αθηναία παρθένα αντίκρισε τον πληβείο σοφό η ευαίσθητη καρδιά της χτυπήθηκε από τα βέλη του έρωτα. Όχι βέβαια πως ο Κράτης πληρούσε τα ιδανικά στάνταρτ της ανδρικής ομορφιάς. Ήταν λιγνός και άχαρος, με τραχιά χαρακτηριστικά, άγαρμπες κινήσεις, περιτυλιγμένος στο μανδύα του με άκομψο τρόπο, και καμπούρης. Ζούσε σκληραγωγημένος, πάμπτωχος, αν και καταγόταν από πλούσια και αριστοκρατική οικογένεια αντισυμβατικός, και σεξουαλικά απελευθερωμένος, που για τα ήθη της εποχής του, θεωρούνταν προκλητικός.
Παρόλα αυτά, η πανέμορφη εικοσάχρονη Ιππαρχία εντυπωσιάστηκε από τον Κράτη που είχε τα διπλάσια χρόνια της. Είχε βέβαια ακούσει πολλά γι' αυτόν προηγουμένως από τον αδελφό της Μητροκλή, ο οποίος είχε εξάρει στα ουράνια την εξαιρετική σοφία και τον ανθρωπισμό του διδασκάλου του. Μετά από λίγα μόλις λεπτά συναρπαστικής συνομιλίας με τον Κράτη, η Ιππαρχία συνέλαβε πως όλα όσα της είχε πει ο αδελφός της για το Θηβαίο Κυνικό ήταν αλήθεια.
Πίσω από τον απότομο επαρχιώτικο αέρα και την απλή εξωτερική εμφάνιση του Κράτη, διέκρινε ένα μεγαλοφυή διανοητή, έναν ειλικρινή εραστή της αλήθειας, όπως ήταν και η ίδια, ο οποίος αγωνιζόταν για να διαδώσει τα ιδανικά της δικαιοσύνης και της ισότητας ανάμεσα σε όλους τους ανθρώπους.
Η Ιππαρχία ερωτεύτηκε πάραυτα τόσο τον ίδιο τον Κυνικό φιλόσοφο όσο και τα δόγματά του. Από εκείνη την ημέρα, είχε αποφασίσει στην καρδιά της να παντρευτεί τον Κράτη το Θηβαίο και κανέναν άλλο. Η αντίδραση των γονέων της Ιππαρχίας στην ξαφνική αναγγελία της κόρης τους ήταν εντελώς αρνητική. Πρώτα - πρώτα, καμιά νεαρή Ελληνίδα με σώας τας φρένας δεν τολμούσε να διαλέξει μόνη το μέλλοντα σύζυγό της. Έτσι λοιπόν, σύμφωνα με τους γονείς της, η Ιππαρχία δεν είχε σώας τας φρένας! Από τις αρχές της εφηβείας της, το όμορφο και ζωηρό κορίτσι είχε πολλές προτάσεις γάμου. Μερικοί από τους πιο ευγενείς, τους πιο πλούσιους και τους πιο ωραίους νεαρούς Αθηναίους είχαν ζητήσει το χέρι της για να την παντρευτούν. Παρόλα αυτά, η Ιππαρχία τους είχε όλους σθεναρά απορρίψει, επιμένοντας ότι θα προτιμούσε να παραμείνει ανύπανδρη για πάντα παρά να παντρευτεί έναν άνδρα που δεν αγαπούσε.
Πώς, όμως, έπεισε η Ιππαρχία τους γονείς της να της δώσουν την ευλογία να παντρευτεί το Θηβαίο Κυνικό; Ο Διογένης Λαέρτιος γράφει ότι τόσο πολύ ήθελε η Ιππαρχία να παντρευτεί τον Κράτη ώστε απείλησε ν' αυτοκτονήσει μάλλον παρά να ζήσει κατά οποιονδήποτε άλλο τρόπο. Μπροστά στην επιμονή της, και μετά από παράκληση των γονέων της, ο Κράτης προσπάθησε να μεταπείσει την Ιππαρχία ώστε να μην τον παντρευτεί. Όταν όμως απέτυχε σ' αυτή του την προσπάθεια, γδύθηκε μπροστά της και είπε:
"ὁ μὲν νυμφίος οὗτος, ἵ δὲ κτῆσις αὕτη,
πρὸς ταῦτα βουλεύου· οὐδὲ γὰρ ἔσεσθαι
κοινωνός, εἰ μὴ καὶ τῶν αὐτῶν
ἐπιτηδευμάτων γενηθείης."
"αυτός είναι ο γαμπρός και αυτή η περιουσία του.
Αποφάσισε μετά από σκέψη, γι' αυτά.
Διότι δεν θα είσαι σύντροφος, αν δεν
αποδεχθείς και τις συνήθειες μου".
Η Ιππαρχία, βεβαίως είχε ήδη διαλέξει, και παντρεύτηκε τον Κράτη το 326 π. Χ. Δέχτηκε να μοιραστεί μαζί του τη ζωή της. Ντύθηκε ανδρικά ρούχα, όμοια με του Κράτη, ζούσαν όπου έβρισκαν ακόμη και μέσα σε πιθάρια, όπως ο Διογένης και συνουσιαζόταν μαζί του ελεύθερα στο δρόμο, ακολουθώντας έναν ιδιαίτερα πρωτοποριακό τρόπο ζωής, ακόμη και για τα σημερινά δεδομένα.
Αυτή η ιστορία, βέβαια, θα πρέπει να θεωρηθεί ότι περιέχει και δόση αλατοπίπερου, δεδομένου ότι ο Διογένης Λαέρτιος έγραφε αιώνες αργότερα (3ο αιώνα μ.Χ.), ενώ οι ιστορίες, που είχαν μεταφερθεί από στόμα σε στόμα, θεωρούνταν επεξηγηματικές μιας νοοτροπίας και δεν πρέπει να λαμβάνονται στην κυριολεξία τους. Δεδομένου του ενδιαφέροντος και των συζητήσεων που γεννούσε μια γυναίκα Κυνικός, είναι εύκολο να φαντάζεται κανείς τέτοιου είδους ιστορίες να έχουν λεχθεί για την Ιππαρχία. Σε κάθε περίπτωση, είναι αδιαμφισβήτητο ότι η Ιππαρχία επέλεξε να παντρευτεί τον Κράτη και να συμμεριστεί τις φιλοσοφικές του επιδιώξεις.
Η απόφασή της ν' αποποιηθεί τα πλούτη της και να γίνει Κυνικός αποτελεί μεγάλη έκπληξη, δεδομένης τόσο της αντίθεσης των Κυνικών προς τους συμβατικούς θεσμούς όσο και της ακραίας κακουχίας που συνεπαγόταν ο Κυνικός τρόπος ζωής. Οι περισσότερες πληροφορίες που έχουμε για την Ιππαρχία προέρχονται από ανέκδοτα και ρητά που επαναλαμβάνονταν από μεταγενέστερους συγγραφείς. Ο Διογένης Λαέρτιος αναφέρει ότι η Ιππαρχία έγραψε μερικές επιστολές, αστεία και φιλοσοφικές αμφισβητήσεις, που όμως έχουν χαθεί. Συμπληρώνει ότι μυριάδες ιστορίες γράφτηκαν γι' αυτή τη "γυναίκα φιλόσοφο".
Όπως όλοι οι Κυνικοί, έτσι και η Ιππαρχία προσπαθούσε να ζήσει σύμφωνα με τη φύση, απορρίπτοντας τις τεχνητές κοινωνικές συμβατικότητες και αρνούμενη κάθε πολυτέλεια, συμπεριλαμβανομένων και των αντικειμένων που δεν ήταν απολύτως απαραίτητα για την επιβίωση.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο γάμος σαν θεσμός θεωρούνταν αταίριαστος προς τον Κυνικό τρόπο ζωής, και οι πρώτοι Κυνικοί, Αντισθένης και Διογένης, πίστευαν ότι ο φιλόσοφος δεν έπρεπε ποτέ να παντρεύεται.
Ο ίδιος ο Κράτης ονόμασε το γάμο τους κυνογάμια, αφού δημοσίως συνουσιαζόταν μαζί της και τέλεσε τα κυνογάμια στην Ποικίλη στοά.(γήμας δὲ Ἱππαρχίαν τὴν Μαρωνεῖτιν κυνογαμίαν τὸν γάμον ἐκάλεσε).
Ας δούμε όμως τι γράφει το λεξικό της Σούδας για τον Κράτη και το γάμο του με την Ιππαρχία
και όσα προκλητικά έπραξε.
Suda, Lexicon
<Κράτης,> Ἀσκώνδου, Θηβαῖος, φιλόσοφος Κυνικός, μαθητὴς
Διογένους καὶ Βρύσωνος τοῦ Ἀχαιοῦ· ὃς ἐξαργυρίσας τὴν οὐσίαν
δέδωκε τὰ ἀργύρια τραπεζίτῃ εἰπών, εἰ οἱ παῖδες αὐτῷ φιλοσοφή-
σουσι, τῷ δήμῳ δοῦναι, εἰ δὲ μή, τοῖς παισὶν αὐτοῖς. γήμας δὲ
Ἱππαρχίαν τὴν Μαρωνεῖτιν κυνογαμίαν τὸν γάμον ἐκάλεσε. παῖδα
δὲ ἔσχεν ἐξ αὐτῆς Πασικλέα. ἦν δὲ ἐπὶ τῆς ριγʹ Ὀλυμπιάδος.
ἐπεκλήθη δὲ Θυρεπανοίκτης διὰ τὸ ἀδεῶς ἐπεισιέναι εἰς παντός,
οὗπερ ἠβούλετο, οἶκον. οὗτος καταλιπὼν τὴν οὐσίαν μηλόβοτον,
ἀρθεὶς ἐπὶ τοῦ βωμοῦ εἶπεν· ἐλευθεροῖ Κράτητα Θηβαῖον Κράτης.
ἔγραψε φιλόσοφα. ὅτι Κράτης εἶπεν· ἔρωτα παύει λιμός· εἰ δὲ
μή, χρόνος· ἂν δὲ μηδὲ τούτῳ δύνασαι, βρόχος. οὗτος κατεπόντωσε
τὴν οὐσίαν, ὡς λέγει Φιλόστρατος ὁ Λήμνιος ἐν τῷ βίῳ Ἀπολλωνίου
τοῦ Τυανέως. καὶ ζήτει ἐν τῷ Ἀναξαγόρας.
Οὗτος εἰώθει λέγειν, τῆς εἰς τὰ ἀφροδίσια ὁρμῆς
κατάπλασμα λιμὸν εἶναι, εἰ δὲ μή, βρόχον.
Ἀλλὰ τοῦ πάθους ἐπαναστάντος,
Ἱππαρχίαν τὴν Μαρωνεῖτιν δημοσίᾳ ἔγημε
καὶ τὰ κυνογάμια ἐν τῇ Ποικίλῃ ἐτέλεσεν,
ἐρρῶσθαι πολλὰ φράσας τῇ ὑψηγορίᾳ τῶν λόγων.
Μερικούς αιώνες αργότερα, ο Επίκτητος, ενώ επιχειρηματολογεί ότι ο γάμος δεν ταιριάζει στον Κυνικό ή στον Στωικό φιλόσοφο, αφήνει περιθώριο για ειδικές περιπτώσεις, όπως ο φιλοσοφικός γάμος του Κράτη και της Ιππαρχίας. Η πρώτη γυναίκα Κυνικός εφάρμοσε στην πράξη το ρητό "παραχαράττειν το νόμισμα", που από την εποχή του Διογένη οι Κυνικοί χρησιμοποιούσαν με τη μεταφορική έννοια, απορρίπτοντας τόσο την κοινωνική της θέση όσο και την Κυνική παράδοση.
Ο Ερατοσθένης αναφέρει ότι η Ιππαρχία και ο Κράτης είχαν ένα γιο ονομαζόμενο Πασικλή, στον οποίο αναφέρεται επίσης και ο Διογένης Λαέρτιος, στο έργο του για τη ζωή του Κράτη. Στις Κυνικές Επιστολές, μια συλλογή ψευδεπίγραφων επιστολών που αποδίδονται σε διάφορες Κυνικές προσωπικότητες, και πιθανώς γράφτηκαν από αρκετούς διαφορετικούς συγγραφείς λίγους αιώνες μετά την εποχή που έζησε η Ιππαρχία, αναφέρεται πως γέννησε και ανάθρεψε τα παιδιά της σύμφωνα με τις Κυνικές της αξίες.
Οποιεσδήποτε κι αν ήταν οι πρακτικές της, το παράδειγμα της Ιππαρχίας επηρέασε μεταγενέστερες Κυνικές συμπεριφορές απέναντι στην εγκυμοσύνη και την ανατροφή παιδιών. Για παράδειγμα, μια από τις επιστολές αποδιδόμενη στον Κράτη αναφέρει ότι η Ιππαρχία γέννησε «χωρίς πρόβλημα». Πίστευε ότι η συνήθης κακουχία που αντιμετώπιζε με τον τρόπο που ζούσε ήταν η αιτία της έλλειψης ωδίνων κατά τη διάρκεια του τοκετού.
Ο τοκετός ήταν εύκολος διότι συνέχιζε να εργάζεται σαν αθλήτρια κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης, πράγμα ασυνήθιστο, όπως σημειώνει ο συγγραφέας της επιστολής. Οι επιστολές, επίσης, αναφέρουν ότι η Ιππαρχία χρησιμοποιούσε το κέλυφος μιας χελώνας για κούνια του μωρού, κρύο νερό για το μπάνιο του, και συνέχισε την προσκόλληση σε αυστηρή δίαιτα.
Η Ιππαρχία είναι επίσης διάσημη για μια αντιπαράθεση με το Θεόδωρο τον Άθεο, έναν Κυρηναϊκό φιλόσοφο, ο οποίος είχε προκαλέσει την νομιμοποίηση της παρουσίας της σ' ένα συμπόσιο. Αναφέρεται ότι η Ιππαρχία συχνά παρευρισκόταν σε τέτοιες εκδηλώσεις με τον Κράτη. Οι γυναίκες της κοινωνικής τάξης της Ιππαρχίας στην αρχαιοελληνική κουλτούρα θα ήταν απασχολημένες με τον αργαλειό και με την οργάνωση του υπηρετικού προσωπικού. Έτσι, η απόρριψη των παραδοσιακών προσδοκιών για γυναίκες από την Ιππαρχία θεωρούνταν άκρως ριζοσπαστική.
Ο Διογένης Λαέρτιος αναφέρει επίσης το συλλογισμό που η Ιππαρχία χρησιμοποιούσε για να αποστομώσει το Θεόδωρο, κατά τη διάρκεια του ίδιου Συμποσίου:
«Οποιαδήποτε πράξη, που δεν θα κρινόταν ως λάθος εάν την έκανε ο Θεόδωρος, θα κρινόταν ως λάθος εάν την έκανε η Ιππαρχία.»
Ο Διογένης Λαέρτιος γράφει ότι επειδή ο Θεόδωρος δεν έβρισκε το κατάλληλο επιχείρημα για ν' απαντήσει στην Ιππαρχία, προσπάθησε να της αφαιρέσει τον Κυνικό μανδύα. Όμως, εκείνη δεν έδειξε φόβο ή ταραχή, που είναι φυσιολογικά σε μια γυναίκα, όντας πιστή στην Κυνική αρχή της αναίδειας. Αλλά ο Θεόδωρος δεν σταμάτησε εκεί, και είπε:
"αὕτη ἐστὶν ἵ τὰς παρ' ἱστοῖς ἐκλιποῦσα κερκίδας;"
"αυτή είναι που παράτησε τις σαΐτες και τον αργαλειό;"
Μάλιστα, στους σύγχρονους καιρούς, το αναζωογονητικό και απελευθερωτικό μήνυμα του Κράτη και της Ιππαρχίας έχει γίνει κατανοητό και ευρέως αποδεκτό σε όλο τον κόσμο.
Τα υψηλά ιδανικά της κοινωνικής ισότητας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της αγάπης για την ανθρωπότητα, τα οποία με τόσο πάθος ο Κράτης και η Ιππαρχία υπερασπίστηκαν, έχουν υιοθετηθεί από όλα τα δημοκρατικά πολιτεύματα.
Σε βιβλία του Κράτητος αναφέρεται ότι η Ιππαρχία ήταν άριστη φιλόσοφος,γράφοντας τραγωδίες με υψηλότατο φιλοσοφικό χαρακτήρα, που δήλωναν και τον ελεύθερο τρόπο σκέψης και ζωής της. Πέθανε σε βαθιά γεράματα και τάφηκε στην Βοιωτία.
Ορισμένα αποσπάσματα που αναφέρονται σε όσα είπε η Ιππαρχία:
Ἱππαρχίᾳ.
28.1.1
Αἱ γυναῖκες ἀνδρῶν οὐκ ἔφυσαν χείρους. Ἀμαζόνες
γοῦν αἱ τοσαῦτα ἔργα ἀσκήσασαι ἐν οὐδενὶ ἀνδρῶν
ἐμειονέκτησαν. ὥστε εἰ μέμνησαι τούτων, μὴ ἀπολιποῦ
τούτων· οὐ γὰρ ἂν πείσειας ἡμᾶς, ὡς παρ' ἑαυτῇ θρύπτει.
28.1.5
αἰσχρὸν δὲ ὡς ἐπὶ τούτῳ συγκυνίζειν καὶ ἐν πύλαις
εὐδοκιμήσασαν τῷ γαμέτῃ καὶ τῷ πλούτῳ νῦν μετα-
νοεῖν καὶ ἐκ μέσης τῆς ὁδοῦ ἀναστρέφειν.
Τῇ αὐτῇ.
29.1.1
Οὐκ ἀπὸ τοῦ ἀδιαφορεῖν περὶ πάντα κυνικὴν τὴν φι-
λοσοφίαν ἡμῶν ἐκάλεσαν ἀλλ' ἀπὸ τοῦ σφοδρῶς ὑπο-
μένειν τὰ ἄλλοις διὰ μαλακίαν ἢ δόξαν ἀνυπομόνητα,
ὥστε διὰ τοῦτο καὶ οὐ διὰ τὰ πρῶτα κεκλήκασι κύνας
29.1.5
ἡμᾶς. μένε οὖν καὶ συγκύνιζε (οὐ γὰρ ἔφυς χείρων
Epistle 29, section 1, line 6
ἡμῶν· οὐδὲ γὰρ αἱ κύνες τῶν κυνῶν), ἵνα σοι γένηται
καὶ ἀπὸ τῆς φύσεως ἐλευθερωθῆναι, ὥστε ἀπὸ τοῦ
νόμου ἢ διὰ κακίαν πάντες δουλεύουσιν.
Τῇ αὐτῇ.
30.1.1
Ἔπεμψά σοι τὴν ἐξωμίδα, ἣν ὑφηναμένη μοι
ἔπεμψας, ὅτι ἀπαγορεύεται τοῖς καρτερίᾳ χρωμένοις
τοιαῦτα ἀμπέχεσθαι, καὶ ἵνα σε τούτου τοῦ ἔργου
ἀποπαύσαιμι, εἰς ὃ πολλῇ σπουδῇ ἐξῆλθες, ἵνα τις
30.1.5
δόξῃς φίλανδρος τοῖς πολλοῖς εἶναι. ἐγὼ δὲ εἰ μὲν διὰ
ταῦτά σε ἠγόμην, εὖ γε ποιεῖς καὶ αὐτὴ διὰ τούτων
ἐπιδεικνυμένη μοι· εἰ δὲ διὰ φιλοσοφίαν, ἧς καὶ αὐτὴ
ὠρέχθης, τὰ τοιαῦτα σπουδάσματα ἔα χαίρειν, πειρῶ
δὲ εἰς τὰ κρείττω τῶν ἀνθρώπων τὸν βίον ὠφελεῖν.
30.1.10
ταῦτα γὰρ ἔμαθες καὶ παρ' ἐμοὶ καὶ παρὰ Διογένει.
Τῇ αὐτῇ.
31.1.1
Λόγος ψυχῆς ἡγεμὼν καλὸν ἔργον καὶ μέγιστον ἀγα-
θὸν ἀνθρώποις. ζήτει οὖν, ὅτῳ τρόπῳ κτήσῃ τοῦτον·
ἀνθέξῃ γὰρ εὐδαίμονος βίου καὶ κτήματος. ζήτει δὲ
ἄνδρας σοφούς, κἂν δέῃ ἐπ' ἔσχατα γῆς ἀφικνεῖσθαι.
Τῇ αὐτῇ.
32.1.1
Ἧκόν τινες παρὰ σοῦ κομίζοντες ἐξωμίδα καινήν,
ἣν ἔφασκον ποιῆσαί σε, ἵνα ἔχοιμι ἐς τὰ χειμάδια.
ἐγὼ δὲ ὅτι μέν σοι μέλω, ἀπεδεξάμην σε, ὅτι δὲ ἔτι
ἰδιωτεύεις καὶ οὐ φιλοσοφεῖς, εἰς ὅ σε προυτρεψάμην,
32.1.5
μέμφομαι. ἔτι οὖν καὶ νῦν ἐπάνηκε, εἴ σοι ὄντως
μέλει καὶ οὐ καλλωπίζῃ ἐπὶ τούτῳ, καὶ σπούδαζε δι'
ἃ ἐπεθύμησας ἡμῖν συνελθεῖν πρὸς γάμον ταῦτα πράτ-
τειν, ταλασίας δὲ τὰς μικρὰς ὠφελείας ἔα ποιεῖν ταῖς
ἄλλαις γυναιξίν, αἳ μηδενὸς τῶν αὐτῶν σοι ὠρέχθησαν.
Τῇ αὐτῇ.
Epistle 33, section 1, line 1
Ἐπυθόμην σε ἀποτεκεῖν καὶ εὐμαρῶς· σὺ μὲν γὰρ
οὐδὲν ἡμῖν ἐδήλωσας. χάρις δὲ θεῷ καὶ σοί. πέ-
πεισαι ἄρα ὅτι τὸ πονεῖν αἴτιόν ἐστι τοῦ μὴ πονεῖν·
οὐδὲ γὰρ ἂν ὧδέ γ' εὐμαρῶς ἀπέτεκες, εἰ μὴ κύουσα
33.1.5
ἐπόνεις ὥσπερ οἱ ἀγωνισταί. ἀλλ' αἱ πολλαὶ γυναῖ-
κες, ἐπειδὰν κύωσι, θρύπτονται· ἐπειδὰν δὲ ἀποτέκω-
σιν, αἷς δ' ἂν συμβῇ περισωθῆναι, νοσερὰ τὰ βρέφη
γεννῶνται. ἀλλ' ἐπιδείξασα, εἰ ὅπερ ἐχρῆν ἥκειν
ἀφῖκται, μελέτω σοι τούτου τοῦ σκυλακίου ἡμῶν·
33.1.10
μελήσει δέ, ἐὰν ἀσφαλῶς σαυτῇ παραπλησίως ἐπεις-
έλθῃς.
33.2.1
ἔστω οὖν λουτρὸν μὲν ψυχρόν, σπάρ-
γανα δὲ τρίβων, τροφὴ δὲ γάλακτος ὅσον γε μὴ ἐς
κόρον, βαυκαλήσεις δὲ ἐν ὀστρακίῳ χελώνης· τοῦτο
γάρ φασι καὶ πρὸς νοσήματα παιδικὰ διαφέρειν. ἐπει-
33.2.5
δὰν δὲ ἐς τὸ λαλεῖν ἢ περιπατεῖν ἔλθῃ, κοσμήσασα
αὐτὸ μὴ ξίφει, ὥσπερ ἡ Αἴθρα τὸν Θησέα, ἀλλὰ
βακτηρίᾳ καὶ τρίβωνι καὶ πήρᾳ, τοῖς μᾶλλον δυναμέ-
νοις φυλάττειν ἀνθρώπους ξιφῶν, πέμπε Ἀθήναζε. τὰ
δ' ἄλλα ἡμῖν μελήσει πελαργὸν ἐς τὸ γῆρας ἑαυτῶν
33.2.10
ἀντὶ κυνὸς θρέψαι.
Η γέννηση της τοποθετείται περίπου στο 346 π.Χ. στη Θράκη.
Ήταν κόρη Αθηναίων αριστοκρατών, οι οποίοι είχαν προσωρινά εγκατασταθεί στην παραλιακή πόλη της Μαρώνειας, γνωστής για τις καλλιέργειες σταφυλιών. Ο Διογένης Λαέρτιος, ο οποίος έγραψε τη βιογραφία της Ιππαρχίας, δεν αναφέρει τα ονόματα των γονέων της, ούτε δίδει πληροφορίες σχετικά με την παιδική της ηλικία. Όμως, μπορούμε με ασφάλεια να συμπεράνουμε ότι η Ιππαρχία, ακόμη και σε τρυφερή ηλικία, απέρριψε τις οικιακές δουλειές ρουτίνας που φυσιολογικά αναθέτονταν στις νεαρές Ελληνίδες. Αργότερα στη ζωή της, η ίδια παραδέχτηκε ότι παραμελούσε το γνέσιμο και την ύφανση προς χάρη της μελέτης.
Πράγματι, τα κύρια χαρακτηριστικά της Ιππαρχίας σα νεαρής κοπέλας ήταν ανησυχία και άσβεστη περιέργεια, καθώς και επιθυμία να μάθει ακόμη και γι' αυτά τα θέματα που ήταν απαγορευμένα στις γυναίκες της εποχής της. Επιθυμούσε πολύ να εισέλθει στους ανδρικούς κύκλους διανόησης και να συζητήσει με τους πολυμαθείς άνδρες πάνω σε βαθιά φιλοσοφικά θέματα. Αυτό, φυσικά, της το είχαν συστηματικά αρνηθεί οι αυστηρά παραδοσιακοί γονείς της.
Η Ιππαρχία μυήθηκε στη φιλοσοφία από το νεώτερο αδελφό της το Μητροκλή, και μέσω αυτού γνώρισε τον Κράτη. Από την πρώτη στιγμή που η υψηλής καταγωγής Αθηναία παρθένα αντίκρισε τον πληβείο σοφό η ευαίσθητη καρδιά της χτυπήθηκε από τα βέλη του έρωτα. Όχι βέβαια πως ο Κράτης πληρούσε τα ιδανικά στάνταρτ της ανδρικής ομορφιάς. Ήταν λιγνός και άχαρος, με τραχιά χαρακτηριστικά, άγαρμπες κινήσεις, περιτυλιγμένος στο μανδύα του με άκομψο τρόπο, και καμπούρης. Ζούσε σκληραγωγημένος, πάμπτωχος, αν και καταγόταν από πλούσια και αριστοκρατική οικογένεια αντισυμβατικός, και σεξουαλικά απελευθερωμένος, που για τα ήθη της εποχής του, θεωρούνταν προκλητικός.
Παρόλα αυτά, η πανέμορφη εικοσάχρονη Ιππαρχία εντυπωσιάστηκε από τον Κράτη που είχε τα διπλάσια χρόνια της. Είχε βέβαια ακούσει πολλά γι' αυτόν προηγουμένως από τον αδελφό της Μητροκλή, ο οποίος είχε εξάρει στα ουράνια την εξαιρετική σοφία και τον ανθρωπισμό του διδασκάλου του. Μετά από λίγα μόλις λεπτά συναρπαστικής συνομιλίας με τον Κράτη, η Ιππαρχία συνέλαβε πως όλα όσα της είχε πει ο αδελφός της για το Θηβαίο Κυνικό ήταν αλήθεια.
Πίσω από τον απότομο επαρχιώτικο αέρα και την απλή εξωτερική εμφάνιση του Κράτη, διέκρινε ένα μεγαλοφυή διανοητή, έναν ειλικρινή εραστή της αλήθειας, όπως ήταν και η ίδια, ο οποίος αγωνιζόταν για να διαδώσει τα ιδανικά της δικαιοσύνης και της ισότητας ανάμεσα σε όλους τους ανθρώπους.
Η Ιππαρχία ερωτεύτηκε πάραυτα τόσο τον ίδιο τον Κυνικό φιλόσοφο όσο και τα δόγματά του. Από εκείνη την ημέρα, είχε αποφασίσει στην καρδιά της να παντρευτεί τον Κράτη το Θηβαίο και κανέναν άλλο. Η αντίδραση των γονέων της Ιππαρχίας στην ξαφνική αναγγελία της κόρης τους ήταν εντελώς αρνητική. Πρώτα - πρώτα, καμιά νεαρή Ελληνίδα με σώας τας φρένας δεν τολμούσε να διαλέξει μόνη το μέλλοντα σύζυγό της. Έτσι λοιπόν, σύμφωνα με τους γονείς της, η Ιππαρχία δεν είχε σώας τας φρένας! Από τις αρχές της εφηβείας της, το όμορφο και ζωηρό κορίτσι είχε πολλές προτάσεις γάμου. Μερικοί από τους πιο ευγενείς, τους πιο πλούσιους και τους πιο ωραίους νεαρούς Αθηναίους είχαν ζητήσει το χέρι της για να την παντρευτούν. Παρόλα αυτά, η Ιππαρχία τους είχε όλους σθεναρά απορρίψει, επιμένοντας ότι θα προτιμούσε να παραμείνει ανύπανδρη για πάντα παρά να παντρευτεί έναν άνδρα που δεν αγαπούσε.
Πώς, όμως, έπεισε η Ιππαρχία τους γονείς της να της δώσουν την ευλογία να παντρευτεί το Θηβαίο Κυνικό; Ο Διογένης Λαέρτιος γράφει ότι τόσο πολύ ήθελε η Ιππαρχία να παντρευτεί τον Κράτη ώστε απείλησε ν' αυτοκτονήσει μάλλον παρά να ζήσει κατά οποιονδήποτε άλλο τρόπο. Μπροστά στην επιμονή της, και μετά από παράκληση των γονέων της, ο Κράτης προσπάθησε να μεταπείσει την Ιππαρχία ώστε να μην τον παντρευτεί. Όταν όμως απέτυχε σ' αυτή του την προσπάθεια, γδύθηκε μπροστά της και είπε:
"ὁ μὲν νυμφίος οὗτος, ἵ δὲ κτῆσις αὕτη,
πρὸς ταῦτα βουλεύου· οὐδὲ γὰρ ἔσεσθαι
κοινωνός, εἰ μὴ καὶ τῶν αὐτῶν
ἐπιτηδευμάτων γενηθείης."
"αυτός είναι ο γαμπρός και αυτή η περιουσία του.
Αποφάσισε μετά από σκέψη, γι' αυτά.
Διότι δεν θα είσαι σύντροφος, αν δεν
αποδεχθείς και τις συνήθειες μου".
Η Ιππαρχία, βεβαίως είχε ήδη διαλέξει, και παντρεύτηκε τον Κράτη το 326 π. Χ. Δέχτηκε να μοιραστεί μαζί του τη ζωή της. Ντύθηκε ανδρικά ρούχα, όμοια με του Κράτη, ζούσαν όπου έβρισκαν ακόμη και μέσα σε πιθάρια, όπως ο Διογένης και συνουσιαζόταν μαζί του ελεύθερα στο δρόμο, ακολουθώντας έναν ιδιαίτερα πρωτοποριακό τρόπο ζωής, ακόμη και για τα σημερινά δεδομένα.
Αυτή η ιστορία, βέβαια, θα πρέπει να θεωρηθεί ότι περιέχει και δόση αλατοπίπερου, δεδομένου ότι ο Διογένης Λαέρτιος έγραφε αιώνες αργότερα (3ο αιώνα μ.Χ.), ενώ οι ιστορίες, που είχαν μεταφερθεί από στόμα σε στόμα, θεωρούνταν επεξηγηματικές μιας νοοτροπίας και δεν πρέπει να λαμβάνονται στην κυριολεξία τους. Δεδομένου του ενδιαφέροντος και των συζητήσεων που γεννούσε μια γυναίκα Κυνικός, είναι εύκολο να φαντάζεται κανείς τέτοιου είδους ιστορίες να έχουν λεχθεί για την Ιππαρχία. Σε κάθε περίπτωση, είναι αδιαμφισβήτητο ότι η Ιππαρχία επέλεξε να παντρευτεί τον Κράτη και να συμμεριστεί τις φιλοσοφικές του επιδιώξεις.
Η απόφασή της ν' αποποιηθεί τα πλούτη της και να γίνει Κυνικός αποτελεί μεγάλη έκπληξη, δεδομένης τόσο της αντίθεσης των Κυνικών προς τους συμβατικούς θεσμούς όσο και της ακραίας κακουχίας που συνεπαγόταν ο Κυνικός τρόπος ζωής. Οι περισσότερες πληροφορίες που έχουμε για την Ιππαρχία προέρχονται από ανέκδοτα και ρητά που επαναλαμβάνονταν από μεταγενέστερους συγγραφείς. Ο Διογένης Λαέρτιος αναφέρει ότι η Ιππαρχία έγραψε μερικές επιστολές, αστεία και φιλοσοφικές αμφισβητήσεις, που όμως έχουν χαθεί. Συμπληρώνει ότι μυριάδες ιστορίες γράφτηκαν γι' αυτή τη "γυναίκα φιλόσοφο".
Όπως όλοι οι Κυνικοί, έτσι και η Ιππαρχία προσπαθούσε να ζήσει σύμφωνα με τη φύση, απορρίπτοντας τις τεχνητές κοινωνικές συμβατικότητες και αρνούμενη κάθε πολυτέλεια, συμπεριλαμβανομένων και των αντικειμένων που δεν ήταν απολύτως απαραίτητα για την επιβίωση.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο γάμος σαν θεσμός θεωρούνταν αταίριαστος προς τον Κυνικό τρόπο ζωής, και οι πρώτοι Κυνικοί, Αντισθένης και Διογένης, πίστευαν ότι ο φιλόσοφος δεν έπρεπε ποτέ να παντρεύεται.
Ο ίδιος ο Κράτης ονόμασε το γάμο τους κυνογάμια, αφού δημοσίως συνουσιαζόταν μαζί της και τέλεσε τα κυνογάμια στην Ποικίλη στοά.(γήμας δὲ Ἱππαρχίαν τὴν Μαρωνεῖτιν κυνογαμίαν τὸν γάμον ἐκάλεσε).
Ας δούμε όμως τι γράφει το λεξικό της Σούδας για τον Κράτη και το γάμο του με την Ιππαρχία
και όσα προκλητικά έπραξε.
Suda, Lexicon
<Κράτης,> Ἀσκώνδου, Θηβαῖος, φιλόσοφος Κυνικός, μαθητὴς
Διογένους καὶ Βρύσωνος τοῦ Ἀχαιοῦ· ὃς ἐξαργυρίσας τὴν οὐσίαν
δέδωκε τὰ ἀργύρια τραπεζίτῃ εἰπών, εἰ οἱ παῖδες αὐτῷ φιλοσοφή-
σουσι, τῷ δήμῳ δοῦναι, εἰ δὲ μή, τοῖς παισὶν αὐτοῖς. γήμας δὲ
Ἱππαρχίαν τὴν Μαρωνεῖτιν κυνογαμίαν τὸν γάμον ἐκάλεσε. παῖδα
δὲ ἔσχεν ἐξ αὐτῆς Πασικλέα. ἦν δὲ ἐπὶ τῆς ριγʹ Ὀλυμπιάδος.
ἐπεκλήθη δὲ Θυρεπανοίκτης διὰ τὸ ἀδεῶς ἐπεισιέναι εἰς παντός,
οὗπερ ἠβούλετο, οἶκον. οὗτος καταλιπὼν τὴν οὐσίαν μηλόβοτον,
ἀρθεὶς ἐπὶ τοῦ βωμοῦ εἶπεν· ἐλευθεροῖ Κράτητα Θηβαῖον Κράτης.
ἔγραψε φιλόσοφα. ὅτι Κράτης εἶπεν· ἔρωτα παύει λιμός· εἰ δὲ
μή, χρόνος· ἂν δὲ μηδὲ τούτῳ δύνασαι, βρόχος. οὗτος κατεπόντωσε
τὴν οὐσίαν, ὡς λέγει Φιλόστρατος ὁ Λήμνιος ἐν τῷ βίῳ Ἀπολλωνίου
τοῦ Τυανέως. καὶ ζήτει ἐν τῷ Ἀναξαγόρας.
Οὗτος εἰώθει λέγειν, τῆς εἰς τὰ ἀφροδίσια ὁρμῆς
κατάπλασμα λιμὸν εἶναι, εἰ δὲ μή, βρόχον.
Ἀλλὰ τοῦ πάθους ἐπαναστάντος,
Ἱππαρχίαν τὴν Μαρωνεῖτιν δημοσίᾳ ἔγημε
καὶ τὰ κυνογάμια ἐν τῇ Ποικίλῃ ἐτέλεσεν,
ἐρρῶσθαι πολλὰ φράσας τῇ ὑψηγορίᾳ τῶν λόγων.
Μερικούς αιώνες αργότερα, ο Επίκτητος, ενώ επιχειρηματολογεί ότι ο γάμος δεν ταιριάζει στον Κυνικό ή στον Στωικό φιλόσοφο, αφήνει περιθώριο για ειδικές περιπτώσεις, όπως ο φιλοσοφικός γάμος του Κράτη και της Ιππαρχίας. Η πρώτη γυναίκα Κυνικός εφάρμοσε στην πράξη το ρητό "παραχαράττειν το νόμισμα", που από την εποχή του Διογένη οι Κυνικοί χρησιμοποιούσαν με τη μεταφορική έννοια, απορρίπτοντας τόσο την κοινωνική της θέση όσο και την Κυνική παράδοση.
Ο Ερατοσθένης αναφέρει ότι η Ιππαρχία και ο Κράτης είχαν ένα γιο ονομαζόμενο Πασικλή, στον οποίο αναφέρεται επίσης και ο Διογένης Λαέρτιος, στο έργο του για τη ζωή του Κράτη. Στις Κυνικές Επιστολές, μια συλλογή ψευδεπίγραφων επιστολών που αποδίδονται σε διάφορες Κυνικές προσωπικότητες, και πιθανώς γράφτηκαν από αρκετούς διαφορετικούς συγγραφείς λίγους αιώνες μετά την εποχή που έζησε η Ιππαρχία, αναφέρεται πως γέννησε και ανάθρεψε τα παιδιά της σύμφωνα με τις Κυνικές της αξίες.
Οποιεσδήποτε κι αν ήταν οι πρακτικές της, το παράδειγμα της Ιππαρχίας επηρέασε μεταγενέστερες Κυνικές συμπεριφορές απέναντι στην εγκυμοσύνη και την ανατροφή παιδιών. Για παράδειγμα, μια από τις επιστολές αποδιδόμενη στον Κράτη αναφέρει ότι η Ιππαρχία γέννησε «χωρίς πρόβλημα». Πίστευε ότι η συνήθης κακουχία που αντιμετώπιζε με τον τρόπο που ζούσε ήταν η αιτία της έλλειψης ωδίνων κατά τη διάρκεια του τοκετού.
Ο τοκετός ήταν εύκολος διότι συνέχιζε να εργάζεται σαν αθλήτρια κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης, πράγμα ασυνήθιστο, όπως σημειώνει ο συγγραφέας της επιστολής. Οι επιστολές, επίσης, αναφέρουν ότι η Ιππαρχία χρησιμοποιούσε το κέλυφος μιας χελώνας για κούνια του μωρού, κρύο νερό για το μπάνιο του, και συνέχισε την προσκόλληση σε αυστηρή δίαιτα.
Η Ιππαρχία είναι επίσης διάσημη για μια αντιπαράθεση με το Θεόδωρο τον Άθεο, έναν Κυρηναϊκό φιλόσοφο, ο οποίος είχε προκαλέσει την νομιμοποίηση της παρουσίας της σ' ένα συμπόσιο. Αναφέρεται ότι η Ιππαρχία συχνά παρευρισκόταν σε τέτοιες εκδηλώσεις με τον Κράτη. Οι γυναίκες της κοινωνικής τάξης της Ιππαρχίας στην αρχαιοελληνική κουλτούρα θα ήταν απασχολημένες με τον αργαλειό και με την οργάνωση του υπηρετικού προσωπικού. Έτσι, η απόρριψη των παραδοσιακών προσδοκιών για γυναίκες από την Ιππαρχία θεωρούνταν άκρως ριζοσπαστική.
Ο Διογένης Λαέρτιος αναφέρει επίσης το συλλογισμό που η Ιππαρχία χρησιμοποιούσε για να αποστομώσει το Θεόδωρο, κατά τη διάρκεια του ίδιου Συμποσίου:
«Οποιαδήποτε πράξη, που δεν θα κρινόταν ως λάθος εάν την έκανε ο Θεόδωρος, θα κρινόταν ως λάθος εάν την έκανε η Ιππαρχία.»
Ο Διογένης Λαέρτιος γράφει ότι επειδή ο Θεόδωρος δεν έβρισκε το κατάλληλο επιχείρημα για ν' απαντήσει στην Ιππαρχία, προσπάθησε να της αφαιρέσει τον Κυνικό μανδύα. Όμως, εκείνη δεν έδειξε φόβο ή ταραχή, που είναι φυσιολογικά σε μια γυναίκα, όντας πιστή στην Κυνική αρχή της αναίδειας. Αλλά ο Θεόδωρος δεν σταμάτησε εκεί, και είπε:
"αὕτη ἐστὶν ἵ τὰς παρ' ἱστοῖς ἐκλιποῦσα κερκίδας;"
"αυτή είναι που παράτησε τις σαΐτες και τον αργαλειό;"
"ἐγώ," φησίν, "εἰμί, Θεόδωρε· ἀλλὰ μὴ κακῶς σοι
δοκῶ βεβουλεῦσθαι περὶ αὑτῆς, εἰ, τὸν χρόνον ὃν
ἔμελλον ἱστοῖς προσαναλώσειν,
τοῦτον εἰς παιδείαν κατεχρησάμην;"
-"αυτή είναι που παράτησε τις σαΐτες και τον αργαλειό;"
"εγώ είμαι είπε Θεόδωρε, αλλά μήπως νομίζεις
ότι κακώς έπραξα, που δεν δαπάνησα τον χρόνο
μου στον αργαλειό αλλά τον χρησιμοποίησα
για την παιδεία;"
Η Ιππαρχία έζησε μακροχρόνια ζωή από το –326 που παντρεύτηκε τον Κράτη μέχρι τον θάνατο του, το –288 ή –285, είχαν μια «συναρπαστική κοινή ζωή» κι η ίδια συνέχισε την ασυμβίβαστη ζωή της, για πολλά χρόνια ακόμη.και μετά το θάνατό της τιμήθηκε εξαιρετικά από την ίδια την Αθηναϊκή κοινωνία, η οποία την είχε παρεξηγήσει εν ζωή και την είχε απορρίψει. Κάτι που ελάχιστα ενδιέφερε την Ιππαρχία. Έζησε μια ζωή, όπως η ίδια ήθελε… «αρνούμενη» πρώτα απ΄ όλα την αριστοκρατική καταγωγή και τα πλούτη της οικογένειας της.
δοκῶ βεβουλεῦσθαι περὶ αὑτῆς, εἰ, τὸν χρόνον ὃν
ἔμελλον ἱστοῖς προσαναλώσειν,
τοῦτον εἰς παιδείαν κατεχρησάμην;"
-"αυτή είναι που παράτησε τις σαΐτες και τον αργαλειό;"
"εγώ είμαι είπε Θεόδωρε, αλλά μήπως νομίζεις
ότι κακώς έπραξα, που δεν δαπάνησα τον χρόνο
μου στον αργαλειό αλλά τον χρησιμοποίησα
για την παιδεία;"
Η Ιππαρχία έζησε μακροχρόνια ζωή από το –326 που παντρεύτηκε τον Κράτη μέχρι τον θάνατο του, το –288 ή –285, είχαν μια «συναρπαστική κοινή ζωή» κι η ίδια συνέχισε την ασυμβίβαστη ζωή της, για πολλά χρόνια ακόμη.και μετά το θάνατό της τιμήθηκε εξαιρετικά από την ίδια την Αθηναϊκή κοινωνία, η οποία την είχε παρεξηγήσει εν ζωή και την είχε απορρίψει. Κάτι που ελάχιστα ενδιέφερε την Ιππαρχία. Έζησε μια ζωή, όπως η ίδια ήθελε… «αρνούμενη» πρώτα απ΄ όλα την αριστοκρατική καταγωγή και τα πλούτη της οικογένειας της.
Μάλιστα, στους σύγχρονους καιρούς, το αναζωογονητικό και απελευθερωτικό μήνυμα του Κράτη και της Ιππαρχίας έχει γίνει κατανοητό και ευρέως αποδεκτό σε όλο τον κόσμο.
Τα υψηλά ιδανικά της κοινωνικής ισότητας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της αγάπης για την ανθρωπότητα, τα οποία με τόσο πάθος ο Κράτης και η Ιππαρχία υπερασπίστηκαν, έχουν υιοθετηθεί από όλα τα δημοκρατικά πολιτεύματα.
Σε βιβλία του Κράτητος αναφέρεται ότι η Ιππαρχία ήταν άριστη φιλόσοφος,γράφοντας τραγωδίες με υψηλότατο φιλοσοφικό χαρακτήρα, που δήλωναν και τον ελεύθερο τρόπο σκέψης και ζωής της. Πέθανε σε βαθιά γεράματα και τάφηκε στην Βοιωτία.
Ορισμένα αποσπάσματα που αναφέρονται σε όσα είπε η Ιππαρχία:
Ἱππαρχίᾳ.
28.1.1
Αἱ γυναῖκες ἀνδρῶν οὐκ ἔφυσαν χείρους. Ἀμαζόνες
γοῦν αἱ τοσαῦτα ἔργα ἀσκήσασαι ἐν οὐδενὶ ἀνδρῶν
ἐμειονέκτησαν. ὥστε εἰ μέμνησαι τούτων, μὴ ἀπολιποῦ
τούτων· οὐ γὰρ ἂν πείσειας ἡμᾶς, ὡς παρ' ἑαυτῇ θρύπτει.
28.1.5
αἰσχρὸν δὲ ὡς ἐπὶ τούτῳ συγκυνίζειν καὶ ἐν πύλαις
εὐδοκιμήσασαν τῷ γαμέτῃ καὶ τῷ πλούτῳ νῦν μετα-
νοεῖν καὶ ἐκ μέσης τῆς ὁδοῦ ἀναστρέφειν.
Τῇ αὐτῇ.
29.1.1
Οὐκ ἀπὸ τοῦ ἀδιαφορεῖν περὶ πάντα κυνικὴν τὴν φι-
λοσοφίαν ἡμῶν ἐκάλεσαν ἀλλ' ἀπὸ τοῦ σφοδρῶς ὑπο-
μένειν τὰ ἄλλοις διὰ μαλακίαν ἢ δόξαν ἀνυπομόνητα,
ὥστε διὰ τοῦτο καὶ οὐ διὰ τὰ πρῶτα κεκλήκασι κύνας
29.1.5
ἡμᾶς. μένε οὖν καὶ συγκύνιζε (οὐ γὰρ ἔφυς χείρων
Epistle 29, section 1, line 6
ἡμῶν· οὐδὲ γὰρ αἱ κύνες τῶν κυνῶν), ἵνα σοι γένηται
καὶ ἀπὸ τῆς φύσεως ἐλευθερωθῆναι, ὥστε ἀπὸ τοῦ
νόμου ἢ διὰ κακίαν πάντες δουλεύουσιν.
Τῇ αὐτῇ.
30.1.1
Ἔπεμψά σοι τὴν ἐξωμίδα, ἣν ὑφηναμένη μοι
ἔπεμψας, ὅτι ἀπαγορεύεται τοῖς καρτερίᾳ χρωμένοις
τοιαῦτα ἀμπέχεσθαι, καὶ ἵνα σε τούτου τοῦ ἔργου
ἀποπαύσαιμι, εἰς ὃ πολλῇ σπουδῇ ἐξῆλθες, ἵνα τις
30.1.5
δόξῃς φίλανδρος τοῖς πολλοῖς εἶναι. ἐγὼ δὲ εἰ μὲν διὰ
ταῦτά σε ἠγόμην, εὖ γε ποιεῖς καὶ αὐτὴ διὰ τούτων
ἐπιδεικνυμένη μοι· εἰ δὲ διὰ φιλοσοφίαν, ἧς καὶ αὐτὴ
ὠρέχθης, τὰ τοιαῦτα σπουδάσματα ἔα χαίρειν, πειρῶ
δὲ εἰς τὰ κρείττω τῶν ἀνθρώπων τὸν βίον ὠφελεῖν.
30.1.10
ταῦτα γὰρ ἔμαθες καὶ παρ' ἐμοὶ καὶ παρὰ Διογένει.
Τῇ αὐτῇ.
31.1.1
Λόγος ψυχῆς ἡγεμὼν καλὸν ἔργον καὶ μέγιστον ἀγα-
θὸν ἀνθρώποις. ζήτει οὖν, ὅτῳ τρόπῳ κτήσῃ τοῦτον·
ἀνθέξῃ γὰρ εὐδαίμονος βίου καὶ κτήματος. ζήτει δὲ
ἄνδρας σοφούς, κἂν δέῃ ἐπ' ἔσχατα γῆς ἀφικνεῖσθαι.
Τῇ αὐτῇ.
32.1.1
Ἧκόν τινες παρὰ σοῦ κομίζοντες ἐξωμίδα καινήν,
ἣν ἔφασκον ποιῆσαί σε, ἵνα ἔχοιμι ἐς τὰ χειμάδια.
ἐγὼ δὲ ὅτι μέν σοι μέλω, ἀπεδεξάμην σε, ὅτι δὲ ἔτι
ἰδιωτεύεις καὶ οὐ φιλοσοφεῖς, εἰς ὅ σε προυτρεψάμην,
32.1.5
μέμφομαι. ἔτι οὖν καὶ νῦν ἐπάνηκε, εἴ σοι ὄντως
μέλει καὶ οὐ καλλωπίζῃ ἐπὶ τούτῳ, καὶ σπούδαζε δι'
ἃ ἐπεθύμησας ἡμῖν συνελθεῖν πρὸς γάμον ταῦτα πράτ-
τειν, ταλασίας δὲ τὰς μικρὰς ὠφελείας ἔα ποιεῖν ταῖς
ἄλλαις γυναιξίν, αἳ μηδενὸς τῶν αὐτῶν σοι ὠρέχθησαν.
Τῇ αὐτῇ.
Epistle 33, section 1, line 1
Ἐπυθόμην σε ἀποτεκεῖν καὶ εὐμαρῶς· σὺ μὲν γὰρ
οὐδὲν ἡμῖν ἐδήλωσας. χάρις δὲ θεῷ καὶ σοί. πέ-
πεισαι ἄρα ὅτι τὸ πονεῖν αἴτιόν ἐστι τοῦ μὴ πονεῖν·
οὐδὲ γὰρ ἂν ὧδέ γ' εὐμαρῶς ἀπέτεκες, εἰ μὴ κύουσα
33.1.5
ἐπόνεις ὥσπερ οἱ ἀγωνισταί. ἀλλ' αἱ πολλαὶ γυναῖ-
κες, ἐπειδὰν κύωσι, θρύπτονται· ἐπειδὰν δὲ ἀποτέκω-
σιν, αἷς δ' ἂν συμβῇ περισωθῆναι, νοσερὰ τὰ βρέφη
γεννῶνται. ἀλλ' ἐπιδείξασα, εἰ ὅπερ ἐχρῆν ἥκειν
ἀφῖκται, μελέτω σοι τούτου τοῦ σκυλακίου ἡμῶν·
33.1.10
μελήσει δέ, ἐὰν ἀσφαλῶς σαυτῇ παραπλησίως ἐπεις-
έλθῃς.
33.2.1
ἔστω οὖν λουτρὸν μὲν ψυχρόν, σπάρ-
γανα δὲ τρίβων, τροφὴ δὲ γάλακτος ὅσον γε μὴ ἐς
κόρον, βαυκαλήσεις δὲ ἐν ὀστρακίῳ χελώνης· τοῦτο
γάρ φασι καὶ πρὸς νοσήματα παιδικὰ διαφέρειν. ἐπει-
33.2.5
δὰν δὲ ἐς τὸ λαλεῖν ἢ περιπατεῖν ἔλθῃ, κοσμήσασα
αὐτὸ μὴ ξίφει, ὥσπερ ἡ Αἴθρα τὸν Θησέα, ἀλλὰ
βακτηρίᾳ καὶ τρίβωνι καὶ πήρᾳ, τοῖς μᾶλλον δυναμέ-
νοις φυλάττειν ἀνθρώπους ξιφῶν, πέμπε Ἀθήναζε. τὰ
δ' ἄλλα ἡμῖν μελήσει πελαργὸν ἐς τὸ γῆρας ἑαυτῶν
33.2.10
ἀντὶ κυνὸς θρέψαι.
Ηλίθιοι ιδιώτες...
Οταν κάποιος ρώτησε τον Βασιλιά της Σπάρτης Δημάρατο, γιατί οι Σπαρτιάτες θεωρούν άτιμους αυτούς που πετούν την ασπίδα τους και όχι αυτούς που πετούν τις περικεφαλαίες και τους θώρακες, αυτός απάντησε:
"Γιατί τις περικεφαλαίες και τους θώρακες τους φορούν για δική τους προστασία, ενώ την ασπίδα την κρατούν για να υπερασπίσουν την από κοινού παράταξη."
Πλούταρχος (Αποφθέγματα Λακωνικά, 220 Α)
Η λέξη "idiot" που στα αγγλικά σημαίνει "ηλίθιος", χαρακτηρίζει όπως και στην Ελληνική τα άτομα χαμηλού νοητικού επιπέδου και προέρχεται από την Ελληνική λέξη Ιδιώτης.
Η λέξη "ιδιώτης" προέρχεται από τη λέξη "ίδιος" που σήμαινε στην αρχαιότητα ότι και σήμερα. Στα λατινικά μεταφέρθηκε ως "idiota" και αρχικά σήμαινε "μέσος άνθρωπος" ενώ αργότερα "αμόρφωτος, απαίδευτος άνθρωπος". Την ίδια σημασία (του αμόρφωτου ανθρώπου) είχε η λέξη αρχικά και στην Αγγλική γλώσσα, ενώ σήμερα σημαίνει απλώς ηλίθιος, δηλαδή άτομο πολύ χαμηλού νοητικού επιπέδου ενώ η ηλιθιότητα (idiocy) χαρακτηρίζει το προσόν του ηλίθιου δηλαδή τη μεγάλη βλακεία.
Ο Αριστοτέλης στα πολιτικά του χρησιμοποίησε τoν όρο "ιδιωτικός" για να περιγράψει τις προσωπικές υποθέσεις των πολιτών σε αντιδιαστολή με τον όρο "πολιτικός" που χρησιμοποίησε για να περιγράψει τις δημόσιες υποθέσεις (του δήμου, αυτό που ονομάζουμε σήμερα "τα κοινά").
Στην αρχαία Αθήνα σημαντικότερη αποστολή της πολιτείας ήταν η μετατροπή των ιδιωτών (των εγωκεντρικών ατόμων που ασχολούνταν με τις προσωπικές τους υποθέσεις) σε πολίτες (σε άτομα που ασχολούνται και συμμετέχουν στα κοινά). Θεωρούσαν ότι η ιδιότητα του ιδιώτη είναι μια φυσική ιδιότητα την οποία διαθέτουν όλοι οι άνθρωποι από τη φύση τους, ενώ η ιδιότητα του πολίτη είναι επίκτητο χαρακτηριστικό που διαμορφώνεται μέσω της παιδείας που παρέχει η πολιτεία. Συνεπώς το άτομο που παρέμενε "ιδιώτης" ήταν άτομο απαίδευτο και αμόρφωτο, αφού δεν είχε εκπαιδευτεί επαρκώς στην ενασχόληση με τα κοινά.
Σήμερα, το έργο της μετατροπής των "ιδιωτών" σε "πολίτες" μάλλον δε θεωρείται τόσο σημαντικό όσο στην αρχαιότητα. Στα σχολεία τα παιδιά μας, διδάσκονται οποιαδήποτε άλλη ανοησία, εκτός από το πως να γίνουν σωστοί και ωφέλιμοι για την κοινωνία πολίτες. Στα σχολικά προγράμματα, έχουν ενταχθεί μαθήματα όπως η "οικιακή οικονομία" που μαθαίνει στα παιδιά πως να τακτοποιούν τα του οίκου τους (τα ιδιωτικά τους θέματα), και έχουν εξαιρεθεί μαθήματα όπως η "πολιτική οικονομία", ή η "πολιτική αγωγή" ή οποιοδήποτε άλλο μάθημα θα μετέτρεπε τους μαθητές σε ενεργούς πολίτες. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι σε καμία τάξη της δωδεκαετούς εκπαίδευσης των παιδιών μας δε διδάσκονται έργα των αρχαίων μας φιλοσόφων. Μια απλή ανάγνωση και ένας μικρός σχολιασμός των πολιτικών του Αριστοτέλη, θα ανέβαζε το επίπεδο πολιτικής μας παιδείας κατακόρυφα σε σχέση με το σημερινό. Αντί αυτού, η νεολαία μας εκπαιδεύεται πολιτικά ψηφίζοντας για την εκλογή του δεκαπενταμελούς συμβουλίου της τάξης και του σχολείου με διαδικασίες παρόμοιες με αυτές των εκλογών, ενώ μετά τις εκλογές, κανείς δεν ασχολείται με τα "κοινά" της τάξης ή του σχολείου, παρά μόνο αν δημιουργηθεί πρόβλημα στην ομαλή διοργάνωση της πενθήμερης εκδρομής.
Η κατάσταση αυτή, έχει σαν αποτέλεσμα την παραγωγή "απαίδευτων" πολιτών, που φροντίζουν μόνο το ιδιωτικό τους συμφέρον, των οποίων η συμμετοχή στα κοινά περιορίζεται στην άσκηση του δικαιώματος ψήφου και οι οποίοι ακόμα και όταν ψηφίζουν, το κάνουν με γνώμονα το ιδιωτικό τους συμφέρον και όχι το κοινό. Και φυσικά, τέτοιοι πολίτες αδυνατούν να αντιληφθούν ότι το ωφέλιμο για την κοινωνία είναι ωφέλιμο και για τους ίδιους (αφού κι αυτοί οι ίδιοι είναι μέλη της κοινωνίας), αδυνατούν να δούν την προσωπική και οικογενειακή ευημερία τους στα πλαίσια μιας ευημερούσας κοινωνίας και επιδίδονται σε αυτό που η φύση τους προστάζει, το άνευ όρων κυνήγι επιβίωσης και επιβολής εξουσίας όπου όλα επιτρέπονται.
Η συμπεριφορά αυτή, όπως έλεγε και ο Αριστοτέλης, ταιριάζει σε ζώα μάλλον παρά σε ανθρώπους.
Στη ζούγκλα, ο φοροφυγάς και ο κλέφτης γίνονται "μάγκες" με βίλες και ακριβά αυτοκίνητα, ενώ τα υπόλοιπα "κορόιδα" που δεν έχουν τα "κότσια" να κάνουν "μαγκιές", αλλά τόσα χρόνια πλήρωναν φόρους και εισφορές τώρα χάνουν το σπίτι και την περιουσία τους.
Η κοινωνία διαλύεται και κανείς δεν επαναστατεί. Οχι τουλάχιστον μέχρι ο δικαστικός επιμελητής να χτυπήσει τη "δική μας" πόρτα για να κατασχέσει το "δικό μας" σπίτι. Μέχρι τότε, μπορούμε να ελπίζουμε. Οτι η συμφορά δε θα χτυπήσει το δικό μας σπίτι. Οτι τα πράγματα θα πάνε καλύτερα. Από μόνα τους. Η ότι κάποιος άλλος θα τα φτιάξει για εμάς. Ελπίζουμε ότι "εμείς" θα επιβιώσουμε, ακόμα κι αν χρειαστεί να πεθάνουν όλοι οι υπόλοιποι. Γιατί "εμείς" έχουμε καλό κράνος και θώρακα που αντέχουν στα χτυπήματα. Και μόνον αν δεν έρθουν έτσι τα πράγματα θα επαναστατήσουμε. Και τότε, θα επαναστατήσουμε για την "εργατική τάξη", για τα "ταξικά μας αδέρφια" και για οτιδήποτε άλλο εκτός από την διάλυση της κοινωνίας μας.
Και αυτό, γιατί όλοι μας πετάξαμε τις ασπίδες, φορέσαμε τις περικεφαλαίες και τους θώρακες, κρυφτήκαμε στα σκοτεινά και κανείς μας δε σκέφτεται ότι αν παραταχθούμε ενωμένοι σε φάλαγγα και πολεμήσουμε τον κοινό εχθρό όλοι μαζί, μπορούμε να νικήσουμε.
Κι όλα αυτά επειδή είμαστε ηλίθιοι ιδιώτες.
"Γιατί τις περικεφαλαίες και τους θώρακες τους φορούν για δική τους προστασία, ενώ την ασπίδα την κρατούν για να υπερασπίσουν την από κοινού παράταξη."
Πλούταρχος (Αποφθέγματα Λακωνικά, 220 Α)
Η λέξη "idiot" που στα αγγλικά σημαίνει "ηλίθιος", χαρακτηρίζει όπως και στην Ελληνική τα άτομα χαμηλού νοητικού επιπέδου και προέρχεται από την Ελληνική λέξη Ιδιώτης.
Η λέξη "ιδιώτης" προέρχεται από τη λέξη "ίδιος" που σήμαινε στην αρχαιότητα ότι και σήμερα. Στα λατινικά μεταφέρθηκε ως "idiota" και αρχικά σήμαινε "μέσος άνθρωπος" ενώ αργότερα "αμόρφωτος, απαίδευτος άνθρωπος". Την ίδια σημασία (του αμόρφωτου ανθρώπου) είχε η λέξη αρχικά και στην Αγγλική γλώσσα, ενώ σήμερα σημαίνει απλώς ηλίθιος, δηλαδή άτομο πολύ χαμηλού νοητικού επιπέδου ενώ η ηλιθιότητα (idiocy) χαρακτηρίζει το προσόν του ηλίθιου δηλαδή τη μεγάλη βλακεία.
Ο Αριστοτέλης στα πολιτικά του χρησιμοποίησε τoν όρο "ιδιωτικός" για να περιγράψει τις προσωπικές υποθέσεις των πολιτών σε αντιδιαστολή με τον όρο "πολιτικός" που χρησιμοποίησε για να περιγράψει τις δημόσιες υποθέσεις (του δήμου, αυτό που ονομάζουμε σήμερα "τα κοινά").
Στην αρχαία Αθήνα σημαντικότερη αποστολή της πολιτείας ήταν η μετατροπή των ιδιωτών (των εγωκεντρικών ατόμων που ασχολούνταν με τις προσωπικές τους υποθέσεις) σε πολίτες (σε άτομα που ασχολούνται και συμμετέχουν στα κοινά). Θεωρούσαν ότι η ιδιότητα του ιδιώτη είναι μια φυσική ιδιότητα την οποία διαθέτουν όλοι οι άνθρωποι από τη φύση τους, ενώ η ιδιότητα του πολίτη είναι επίκτητο χαρακτηριστικό που διαμορφώνεται μέσω της παιδείας που παρέχει η πολιτεία. Συνεπώς το άτομο που παρέμενε "ιδιώτης" ήταν άτομο απαίδευτο και αμόρφωτο, αφού δεν είχε εκπαιδευτεί επαρκώς στην ενασχόληση με τα κοινά.
Σήμερα, το έργο της μετατροπής των "ιδιωτών" σε "πολίτες" μάλλον δε θεωρείται τόσο σημαντικό όσο στην αρχαιότητα. Στα σχολεία τα παιδιά μας, διδάσκονται οποιαδήποτε άλλη ανοησία, εκτός από το πως να γίνουν σωστοί και ωφέλιμοι για την κοινωνία πολίτες. Στα σχολικά προγράμματα, έχουν ενταχθεί μαθήματα όπως η "οικιακή οικονομία" που μαθαίνει στα παιδιά πως να τακτοποιούν τα του οίκου τους (τα ιδιωτικά τους θέματα), και έχουν εξαιρεθεί μαθήματα όπως η "πολιτική οικονομία", ή η "πολιτική αγωγή" ή οποιοδήποτε άλλο μάθημα θα μετέτρεπε τους μαθητές σε ενεργούς πολίτες. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι σε καμία τάξη της δωδεκαετούς εκπαίδευσης των παιδιών μας δε διδάσκονται έργα των αρχαίων μας φιλοσόφων. Μια απλή ανάγνωση και ένας μικρός σχολιασμός των πολιτικών του Αριστοτέλη, θα ανέβαζε το επίπεδο πολιτικής μας παιδείας κατακόρυφα σε σχέση με το σημερινό. Αντί αυτού, η νεολαία μας εκπαιδεύεται πολιτικά ψηφίζοντας για την εκλογή του δεκαπενταμελούς συμβουλίου της τάξης και του σχολείου με διαδικασίες παρόμοιες με αυτές των εκλογών, ενώ μετά τις εκλογές, κανείς δεν ασχολείται με τα "κοινά" της τάξης ή του σχολείου, παρά μόνο αν δημιουργηθεί πρόβλημα στην ομαλή διοργάνωση της πενθήμερης εκδρομής.
Η κατάσταση αυτή, έχει σαν αποτέλεσμα την παραγωγή "απαίδευτων" πολιτών, που φροντίζουν μόνο το ιδιωτικό τους συμφέρον, των οποίων η συμμετοχή στα κοινά περιορίζεται στην άσκηση του δικαιώματος ψήφου και οι οποίοι ακόμα και όταν ψηφίζουν, το κάνουν με γνώμονα το ιδιωτικό τους συμφέρον και όχι το κοινό. Και φυσικά, τέτοιοι πολίτες αδυνατούν να αντιληφθούν ότι το ωφέλιμο για την κοινωνία είναι ωφέλιμο και για τους ίδιους (αφού κι αυτοί οι ίδιοι είναι μέλη της κοινωνίας), αδυνατούν να δούν την προσωπική και οικογενειακή ευημερία τους στα πλαίσια μιας ευημερούσας κοινωνίας και επιδίδονται σε αυτό που η φύση τους προστάζει, το άνευ όρων κυνήγι επιβίωσης και επιβολής εξουσίας όπου όλα επιτρέπονται.
Η συμπεριφορά αυτή, όπως έλεγε και ο Αριστοτέλης, ταιριάζει σε ζώα μάλλον παρά σε ανθρώπους.
Στη ζούγκλα, ο φοροφυγάς και ο κλέφτης γίνονται "μάγκες" με βίλες και ακριβά αυτοκίνητα, ενώ τα υπόλοιπα "κορόιδα" που δεν έχουν τα "κότσια" να κάνουν "μαγκιές", αλλά τόσα χρόνια πλήρωναν φόρους και εισφορές τώρα χάνουν το σπίτι και την περιουσία τους.
Η κοινωνία διαλύεται και κανείς δεν επαναστατεί. Οχι τουλάχιστον μέχρι ο δικαστικός επιμελητής να χτυπήσει τη "δική μας" πόρτα για να κατασχέσει το "δικό μας" σπίτι. Μέχρι τότε, μπορούμε να ελπίζουμε. Οτι η συμφορά δε θα χτυπήσει το δικό μας σπίτι. Οτι τα πράγματα θα πάνε καλύτερα. Από μόνα τους. Η ότι κάποιος άλλος θα τα φτιάξει για εμάς. Ελπίζουμε ότι "εμείς" θα επιβιώσουμε, ακόμα κι αν χρειαστεί να πεθάνουν όλοι οι υπόλοιποι. Γιατί "εμείς" έχουμε καλό κράνος και θώρακα που αντέχουν στα χτυπήματα. Και μόνον αν δεν έρθουν έτσι τα πράγματα θα επαναστατήσουμε. Και τότε, θα επαναστατήσουμε για την "εργατική τάξη", για τα "ταξικά μας αδέρφια" και για οτιδήποτε άλλο εκτός από την διάλυση της κοινωνίας μας.
Και αυτό, γιατί όλοι μας πετάξαμε τις ασπίδες, φορέσαμε τις περικεφαλαίες και τους θώρακες, κρυφτήκαμε στα σκοτεινά και κανείς μας δε σκέφτεται ότι αν παραταχθούμε ενωμένοι σε φάλαγγα και πολεμήσουμε τον κοινό εχθρό όλοι μαζί, μπορούμε να νικήσουμε.
Κι όλα αυτά επειδή είμαστε ηλίθιοι ιδιώτες.
Πλάτων: Η Φιλοσοφία ως μελέτη θανάτου
Η διαλεκτική ζωής και θανάτου
Όταν γίνεται λόγος για τον θάνατο, αυτόματα ο νους μας τον συνδέει και με τη ζωή. Η τελευταία είναι πρωτίστως ζωή του κάθε ανθρώπινου ατόμου, η οποία έχει αρχή και τέλος. Το τέλος της ζωής είναι η αρχή του θανάτου. Η έννοια του θανάτου έχει απασχολήσει συστηματικά την αρχαία ελληνική σκέψη. Στον Ηράκλειτο ο θάνατος αποτελεί μέρος του κύκλου της ζωής (Β 62, Β 88). Ενώ οι πολλοί κατανοούν λαθεμένα, όπως συνήθως συμβαίνει με τα περισσότερα πράγματα της ζωής, τον θάνατο χωριστά από τη ζωή, ο μεγάλος στοχαστής της Εφέσου τον συλλαμβάνει σε διαλεκτική ενότητα με τη ζωή. Στο απ. 62 μας λέει πως θνητοί και αθάνατοι αποτελούν ένα ενιαίο Όλο, που έχει ως ενοποιητική βάση τον καθολικό Λόγο. Έτσι οι αθάνατοι, ήτοι οι θεοί, επιβεβαιώνουν την ύπαρξή τους, μέσα από την ύπαρξη των θνητών. Χωρίς τους τελευταίους δεν θα μπορούσε να γίνεται λόγος για τους πρώτους. Η ιδέα του θανάτου της ζωής συνέχεται με την ιδέα του θεού, των αθανάτων: οι τελευταίοι είναι η κατάφαση του θανάτου των άλλων, χωρίς να μπορούν να καταφάσκουν και τον δικό τους θάνατο. Οι θνητοί που παύουν να ζουν, που πεθαίνουν, δεν χάνουν με το θάνατο τη θνητή αλλά τη θεϊκή ζωή τους, την αθάνατη, που παραχωρούν στους θεούς, με το να πιστεύουν ότι είναι αθάνατοι. Μια παρόμοια κίνηση ζεύγους αντιθέτων: ζωή και θάνατος, ζωντανό και νεκρό συναντάμε και στο απ. Β 88.
Ο Πλάτων στο έργο του Φαίδων, έναν από τους ωραιότερους διαλόγους της παγκόσμιας φιλολογίας και όχι μόνο στα όρια της πλατωνικής δημιουργίας, παρουσιάζει τον φιλοσοφικό τρόπο ζωής του Σωκράτη ως μελέτη θανάτου (81a1-2). Ενώ στο Συμπόσιο και στον Φαίδρο εξυμνεί τον Έρωτα και την πλησμονή της ζωής, στον Φαίδωνα μας εισάγει στο κέντρο της φιλοσοφικής συζήτησης τον θάνατο. Με τη σχετική όμως συζήτηση περί θανάτου, ο φιλόσοφος δεν αποστρέφεται τη ζωή, που εξύψωνε στα προαναφερθέντα έργα του ως τον «υπερουράνιο τόπο», αλλά την αποθεώνει μέσα από τον απαθανατισμό του θανάτου, μέσα από το δόξασμά του. Αυτή η σχέση ζωής και θανάτου κατανοείται, στην απόλυτη αλήθεια της, όταν ερμηνεύεται εσωτερικά, δηλαδή όταν δεν εξηγείται με κριτήρια εξωτερικά και ξένα προς την εσωτερική λογική, που διέπει την εν λόγω σχέση και την οποία ακολουθεί εδώ ο Πλάτων. Το δόξασμα του θανάτου, για τον κοινό νου, για τον καθημερινό άνθρωπο, που ταυτίζει το νόημα της ζωής του αποκλειστικά με τις υλικές απολαύσεις, με τις ηδονές και τα αφροδίσια, με ό,τι δηλ. το αντιπνευματικό και ζωώδες (64d3-6), μοιάζει αδιανόητο. Η κατηγορία των αστόχαστων θνητών ‒δηλ. οι Αθηναίοι, οι πολιτικοί, οι εντεταλμένοι δικαστές, η κοινή γνώμη, οι ποιητές σαν τον Αριστοφάνη που με στρεβλές εικόνες κατηύθυνε την κοινή γνώμη ενάντια στον Σωκράτη, κ.λπ.‒ που έστειλε τον Σωκράτη στο θάνατο, ελπίζοντας ότι θα απαλλαγεί από την αλήθεια της φιλοσοφίας του, ουσιαστικά πέτυχε το αντίθετο: δικαίωσε τη στάση ζωής του φιλοσόφου που υπηρετούσε αυτή την αλήθεια και απαθανάτισε συγχρόνως την αλήθεια τούτη.
Ταυτόχρονα, αυτή η κατηγορία των θνητών έδειξε πως, όντας ένας α-νόητος όχλος, μια άβουλη μάζα, με τη ζωή των απολαύσεων, των κατώτερων επιθυμιών για φαγητά και ποτά, για σεξουαλικές ηδονές, για απόκτηση φανταχτερών φορεμάτων, υποδημάτων και κάθε είδους τέτοιων καλλωπισμών του σώματος (64d3-11), γενικώς με τον ευτελισμό της ζωής, όντως λειτουργεί ως το σώμα που φυλακίζει την ψυχή και την εμποδίζει να ανοιχτεί στον κόσμο της ιδιάζουσας στην ίδια αφθαρσίας. Απέναντι σε τούτη τη φυλακή ο αληθινός φιλόσοφος, όσο ζει, αντιτάσσει την ολοκληρωτική του αφοσίωση στη φιλοσοφία, με λόγο και έργο: αυτό που πρεσβεύει, το εφαρμόζει στη ζωή του και έτσι δίνει νόημα τόσο στον θνητό χαρακτήρα της ζωής, όσο και στην αθανασία της, ως πνεύματος, με τη μορφή του θανάτου. Με τη μορφή του θανάτου του φιλοσόφου, με τον τρόπο δηλ. που αντιμετωπίζει τον θάνατο ο φιλόσοφος και όχι ο οιοσδήποτε φοβισμένος και ωφελιμιστής θνητός, συνδέεται η απαλλαγή του πνεύματος, της ψυχής, από τη φυλακή του σώματος. Ο Πλάτων δεν θεωρεί το σώμα, την υλική υπόσταση του ανθρώπου, εξ ορισμού ως κάτι το βδελυρό και βλαβερό για την ψυχή, δηλ. για την πνευματική υπόσταση του τελευταίου. Δεν χωρίζει, δεν κομματιάζει τον άνθρωπο σε δυο υποστάσεις, εχθρικές μεταξύ τους, την υλική και την πνευματική, αφού ξέρουμε ότι στον Φαίδρο μιλάει με ενθουσιασμό για τα όμορφα σώματα, για το κάλλος, που συνδυάζει ομορφιά του σώματος και αρμονία της ψυχής.
Το σώμα, η υλική υπόσταση, αποκτά ή χάνει σε αξία, ανάλογα με την εικόνα της ζωής, με την οποία συνάπτεται. Η ζωή δεν είναι μονόπλευρη και μονοσήμαντη αλλά κατ’ εξοχήν πολύπλευρη. Από τη μια πλευρά φανερώνεται κατ’ αυτό τον τρόπο, από την άλλη κατά τον άλλο τρόπο. Η ίδια καταλήγει να είναι ένας διαρκής αγώνας ανάμεσα στον Έρωτα και τον θάνατο, ειδικά έτσι όπως τη φιλοτεχνεί ο θείος Πλάτων στα έργα του: Συμπόσιο, Φαίδρο και Φαίδωνα. Πότε μιλάει ο Πλάτων για μελέτη θανάτου; Όταν έχει εμπρός του το ιστορικό παράδειγμα του θανάτου του αγαπημένου του δασκάλου, του Σωκράτη. Όταν, με άλλα λόγια, έχει εκπέσει τόσο πολύ η κοινωνική, πολιτική και πνευματική ζωή της πολιτείας, που δεν ανέχεται πια τη φωνή της φιλοσοφίας, φοβάται την ανώτερη ζωή του αληθινού φιλοσόφου· και τότε ο αγώνας ανάμεσα στις δυο μορφές ζωής, στη χθαμαλή που είναι δομημένη εξουσιαστικά, δηλ. στην περατή και φθαρτή, και στην ελεύθερη ζωή του φιλοσόφου, την απέραντη και την αθάνατη, είναι αγώνας για την αθανασία της ψυχής πέρα από την υλική συντριβή. Μέσα σε τούτη την αθάνατη ψυχή του φιλοσόφου ενώνεται η ζωή με τον θάνατο και έτσι ο τελευταίος γίνεται αφορμή για να επανέλθει στη ζωή, ως ζωντανή και αιώνια ανάμνηση πλέον, ως φανέρωση της ζωής της σκέψης, του Νοητού, όλο το μεγαλείο της προηγούμενης ζωής. Τούτη η φανέρωση είναι αεί παρούσα, για να θυμίζει σε όλους τους δειλούς και ταπεινούς, που δολοφονούν τη ζωή των άλλων, ότι οι ίδιοι είναι πρωτίστως δολοφόνοι της δικής τους ζωής, είναι δηλ. αχρείοι και δέσμιοι των πιο βάρβαρων επιθυμιών, και δεν μπορούν να ανυψωθούν με κανένα τρόπο και σε κανένα τόπο: ούτε στον επίγειο ούτε στον υπερουράνιο τόπο (Φαίδρος). Συγχρόνως να θυμίζει πως ο θάνατος είναι λύτρωση της σκέψης (63e8 κ.εξ.).
Ο θάνατος του Σωκράτη, με βάση το ως άνω πνεύμα, είναι μια ανάγκη της ζωής και όχι κάποια υποκειμενική επιθυμία του φιλοσόφου. Αν ήταν το δεύτερο, τότε θα επρόκειτο ουσιαστικά για αυτοκτονία, κάτι που καταδικάζει ρητά ο Πλάτων στον Φαίδωνα (61c2 κ.εξ.). Την καταδικάζει, γιατί ο άνθρωπος είναι υπό την προστασία του θεού (62d2-3), δηλ. η ζωή είναι κάτι το ιερό, που οι ανόητοι δεν μπορούν να τιμήσουν και να εκτιμήσουν δεόντως, σε αντίθεση με τους φιλοσόφους. Όταν οι τελευταίοι πηγαίνουν από τη ζωή, την ιερή ζωή που αγαπούν στη βαθύτερη ουσία της, προς τον θάνατο, χωρίς να αγανακτούν, ξέρουν ότι πηγαίνουν κοντά σε θεούς καλούς και σοφούς, όπως και σε ανθρώπους καλύτερους από τους εδώ (63b6-8). Ανεκτίμητα εσαεί τούτα τα λόγια του Πλάτωνος: πράγματι και τότε και τώρα και πάντα αιτίες κακές οδηγούν τους ανθρώπους στον θάνατο. Αυτές τις αιτίες τις γεννούν οι ίδιοι οι άνθρωποι, και μάλιστα ποιοτικά υποδεέστεροι σε συνδυασμό με τη θέση ή τον ρόλο τους στην κοινωνία και την αντίστοιχη ευθύνη τους για τον θάνατο των πιο αγαθών ανθρώπων. Τέτοιοι ποιοτικά υποδεέστεροι μπορεί να είναι π.χ. πολιτικοί, που με τις πολιτικές τους φτωχαίνουν τους ανθρώπους, τους στερούν τα αναγκαία, τους αρρωσταίνουν ψυχικά και τελικά τους στέλνουν στον θάνατο· μπορεί επίσης να είναι διάφοροι θεσμικοί παράγοντες μορφωτικών, νοσηλευτικών ή άλλων ιδρυμάτων ή αντίστοιχοι «επιστήμονες» τέτοιων ιδρυμάτων, που εκτελούν εν ψυχρώ το μαθητή, το φοιτητή, τον ασθενή, τον αληθινό επιστήμονα, τον αστραφτερό στοχαστή κ.λπ., επειδή αγωνίζεται με το ανώτερο για το ανώτερο και αντιμάχεται με σθένος τις ποικίλες φαυλότητες των ως άνω «εκτελεστών» του.
Το πρόβλημα που προκύπτει από τα προαναφερθέντα και θέτει προς συζήτηση ο Πλάτων στη συνέχεια είναι πως ο θάνατος δεν είναι, υπό μια έννοια, το τέλος της ζωής, γιατί τότε θα δικαιώνονταν όλοι όσοι έμμεσα ή άμεσα συντελούν στην αφαίρεση της ζωής, αλλά η πηγή της, καθώς συνιστά απελευθέρωση της ψυχής από τα ένυλα δεσμά της, οδηγεί δηλ. στην αθανασία. Αλλά τούτο μπορεί να το συλλάβει και να το κατανοήσει μόνο ο αληθινός φιλόσοφος που αναγνωρίζει τη βαθιά, την εσωτερική διαλεκτική σχέση ανάμεσα στη ζωή και τον θάνατο. Ο θρήνος για τον θάνατο, για παράδειγμα, που προέρχεται από την Ξανθίππη ‒από τον κοινό θνητό‒ είναι μεν μια παρηγοριά για την ίδια (60a), αλλά δεν ταιριάζει στη ζωή του φιλοσόφου· γι’ αυτό και ο Σωκράτης, όταν η Ξανθίππη θρηνεί και οδύρεται στη φυλακή για τον επικείμενο θάνατο του φιλοσόφου, ζητά από τον Κρίτωνα «να την οδηγήσουν στο σπίτι» (60a7-8). Απεναντίας, αν ο ίδιος ο Σωκράτης θρηνούσε για τον θάνατό του, θα αρνούνταν ουσιαστικά τον ως τώρα παραδειγματικό για όλους φιλοσοφικό τρόπο της ζωής του· θα αναιρούσε τον ίδιο τον εαυτό του, που καθ’ όλη τη ζωή του αποτέλεσε σύμβολο φιλοσοφικής αντιμετώπισης του θανάτου. Ο Πλάτων λαμβάνει σοβαρά τη φιλοσοφική αντίληψη για τη ζωή και τον θάνατο. Τη διαχωρίζει απόλυτα από την αφιλοσόφητη και γι’ αυτό συσχετίζει τη ζωή με τη μελέτη του θανάτου. Αλλά μελέτη για ποιο είδος θανάτου; Προφανώς όχι για τον φυσικό θάνατο, δηλ. για τον θάνατο ως απλό φυσικό γεγονός, ως την θλιβερή και πολύφοβη κατάσταση, παρά για τον θάνατο, που γίνεται το παρατηρητήριο όλης της ζωής. Ο τελευταίος τούτος θάνατος είναι η Γνώση, είναι ο διαυγής, ο φωτεινός Λόγος, που μας βγάζει έξω από το βουητό των αισθήσεων, αποστρέφει την ψυχή από ένα τέτοιο βουητό και μας καθιστά γνωσιακά και ηθικά αυτοκαθοριζόμενους.
Όταν γίνεται λόγος για τον θάνατο, αυτόματα ο νους μας τον συνδέει και με τη ζωή. Η τελευταία είναι πρωτίστως ζωή του κάθε ανθρώπινου ατόμου, η οποία έχει αρχή και τέλος. Το τέλος της ζωής είναι η αρχή του θανάτου. Η έννοια του θανάτου έχει απασχολήσει συστηματικά την αρχαία ελληνική σκέψη. Στον Ηράκλειτο ο θάνατος αποτελεί μέρος του κύκλου της ζωής (Β 62, Β 88). Ενώ οι πολλοί κατανοούν λαθεμένα, όπως συνήθως συμβαίνει με τα περισσότερα πράγματα της ζωής, τον θάνατο χωριστά από τη ζωή, ο μεγάλος στοχαστής της Εφέσου τον συλλαμβάνει σε διαλεκτική ενότητα με τη ζωή. Στο απ. 62 μας λέει πως θνητοί και αθάνατοι αποτελούν ένα ενιαίο Όλο, που έχει ως ενοποιητική βάση τον καθολικό Λόγο. Έτσι οι αθάνατοι, ήτοι οι θεοί, επιβεβαιώνουν την ύπαρξή τους, μέσα από την ύπαρξη των θνητών. Χωρίς τους τελευταίους δεν θα μπορούσε να γίνεται λόγος για τους πρώτους. Η ιδέα του θανάτου της ζωής συνέχεται με την ιδέα του θεού, των αθανάτων: οι τελευταίοι είναι η κατάφαση του θανάτου των άλλων, χωρίς να μπορούν να καταφάσκουν και τον δικό τους θάνατο. Οι θνητοί που παύουν να ζουν, που πεθαίνουν, δεν χάνουν με το θάνατο τη θνητή αλλά τη θεϊκή ζωή τους, την αθάνατη, που παραχωρούν στους θεούς, με το να πιστεύουν ότι είναι αθάνατοι. Μια παρόμοια κίνηση ζεύγους αντιθέτων: ζωή και θάνατος, ζωντανό και νεκρό συναντάμε και στο απ. Β 88.
Ο Πλάτων στο έργο του Φαίδων, έναν από τους ωραιότερους διαλόγους της παγκόσμιας φιλολογίας και όχι μόνο στα όρια της πλατωνικής δημιουργίας, παρουσιάζει τον φιλοσοφικό τρόπο ζωής του Σωκράτη ως μελέτη θανάτου (81a1-2). Ενώ στο Συμπόσιο και στον Φαίδρο εξυμνεί τον Έρωτα και την πλησμονή της ζωής, στον Φαίδωνα μας εισάγει στο κέντρο της φιλοσοφικής συζήτησης τον θάνατο. Με τη σχετική όμως συζήτηση περί θανάτου, ο φιλόσοφος δεν αποστρέφεται τη ζωή, που εξύψωνε στα προαναφερθέντα έργα του ως τον «υπερουράνιο τόπο», αλλά την αποθεώνει μέσα από τον απαθανατισμό του θανάτου, μέσα από το δόξασμά του. Αυτή η σχέση ζωής και θανάτου κατανοείται, στην απόλυτη αλήθεια της, όταν ερμηνεύεται εσωτερικά, δηλαδή όταν δεν εξηγείται με κριτήρια εξωτερικά και ξένα προς την εσωτερική λογική, που διέπει την εν λόγω σχέση και την οποία ακολουθεί εδώ ο Πλάτων. Το δόξασμα του θανάτου, για τον κοινό νου, για τον καθημερινό άνθρωπο, που ταυτίζει το νόημα της ζωής του αποκλειστικά με τις υλικές απολαύσεις, με τις ηδονές και τα αφροδίσια, με ό,τι δηλ. το αντιπνευματικό και ζωώδες (64d3-6), μοιάζει αδιανόητο. Η κατηγορία των αστόχαστων θνητών ‒δηλ. οι Αθηναίοι, οι πολιτικοί, οι εντεταλμένοι δικαστές, η κοινή γνώμη, οι ποιητές σαν τον Αριστοφάνη που με στρεβλές εικόνες κατηύθυνε την κοινή γνώμη ενάντια στον Σωκράτη, κ.λπ.‒ που έστειλε τον Σωκράτη στο θάνατο, ελπίζοντας ότι θα απαλλαγεί από την αλήθεια της φιλοσοφίας του, ουσιαστικά πέτυχε το αντίθετο: δικαίωσε τη στάση ζωής του φιλοσόφου που υπηρετούσε αυτή την αλήθεια και απαθανάτισε συγχρόνως την αλήθεια τούτη.
Ταυτόχρονα, αυτή η κατηγορία των θνητών έδειξε πως, όντας ένας α-νόητος όχλος, μια άβουλη μάζα, με τη ζωή των απολαύσεων, των κατώτερων επιθυμιών για φαγητά και ποτά, για σεξουαλικές ηδονές, για απόκτηση φανταχτερών φορεμάτων, υποδημάτων και κάθε είδους τέτοιων καλλωπισμών του σώματος (64d3-11), γενικώς με τον ευτελισμό της ζωής, όντως λειτουργεί ως το σώμα που φυλακίζει την ψυχή και την εμποδίζει να ανοιχτεί στον κόσμο της ιδιάζουσας στην ίδια αφθαρσίας. Απέναντι σε τούτη τη φυλακή ο αληθινός φιλόσοφος, όσο ζει, αντιτάσσει την ολοκληρωτική του αφοσίωση στη φιλοσοφία, με λόγο και έργο: αυτό που πρεσβεύει, το εφαρμόζει στη ζωή του και έτσι δίνει νόημα τόσο στον θνητό χαρακτήρα της ζωής, όσο και στην αθανασία της, ως πνεύματος, με τη μορφή του θανάτου. Με τη μορφή του θανάτου του φιλοσόφου, με τον τρόπο δηλ. που αντιμετωπίζει τον θάνατο ο φιλόσοφος και όχι ο οιοσδήποτε φοβισμένος και ωφελιμιστής θνητός, συνδέεται η απαλλαγή του πνεύματος, της ψυχής, από τη φυλακή του σώματος. Ο Πλάτων δεν θεωρεί το σώμα, την υλική υπόσταση του ανθρώπου, εξ ορισμού ως κάτι το βδελυρό και βλαβερό για την ψυχή, δηλ. για την πνευματική υπόσταση του τελευταίου. Δεν χωρίζει, δεν κομματιάζει τον άνθρωπο σε δυο υποστάσεις, εχθρικές μεταξύ τους, την υλική και την πνευματική, αφού ξέρουμε ότι στον Φαίδρο μιλάει με ενθουσιασμό για τα όμορφα σώματα, για το κάλλος, που συνδυάζει ομορφιά του σώματος και αρμονία της ψυχής.
Το σώμα, η υλική υπόσταση, αποκτά ή χάνει σε αξία, ανάλογα με την εικόνα της ζωής, με την οποία συνάπτεται. Η ζωή δεν είναι μονόπλευρη και μονοσήμαντη αλλά κατ’ εξοχήν πολύπλευρη. Από τη μια πλευρά φανερώνεται κατ’ αυτό τον τρόπο, από την άλλη κατά τον άλλο τρόπο. Η ίδια καταλήγει να είναι ένας διαρκής αγώνας ανάμεσα στον Έρωτα και τον θάνατο, ειδικά έτσι όπως τη φιλοτεχνεί ο θείος Πλάτων στα έργα του: Συμπόσιο, Φαίδρο και Φαίδωνα. Πότε μιλάει ο Πλάτων για μελέτη θανάτου; Όταν έχει εμπρός του το ιστορικό παράδειγμα του θανάτου του αγαπημένου του δασκάλου, του Σωκράτη. Όταν, με άλλα λόγια, έχει εκπέσει τόσο πολύ η κοινωνική, πολιτική και πνευματική ζωή της πολιτείας, που δεν ανέχεται πια τη φωνή της φιλοσοφίας, φοβάται την ανώτερη ζωή του αληθινού φιλοσόφου· και τότε ο αγώνας ανάμεσα στις δυο μορφές ζωής, στη χθαμαλή που είναι δομημένη εξουσιαστικά, δηλ. στην περατή και φθαρτή, και στην ελεύθερη ζωή του φιλοσόφου, την απέραντη και την αθάνατη, είναι αγώνας για την αθανασία της ψυχής πέρα από την υλική συντριβή. Μέσα σε τούτη την αθάνατη ψυχή του φιλοσόφου ενώνεται η ζωή με τον θάνατο και έτσι ο τελευταίος γίνεται αφορμή για να επανέλθει στη ζωή, ως ζωντανή και αιώνια ανάμνηση πλέον, ως φανέρωση της ζωής της σκέψης, του Νοητού, όλο το μεγαλείο της προηγούμενης ζωής. Τούτη η φανέρωση είναι αεί παρούσα, για να θυμίζει σε όλους τους δειλούς και ταπεινούς, που δολοφονούν τη ζωή των άλλων, ότι οι ίδιοι είναι πρωτίστως δολοφόνοι της δικής τους ζωής, είναι δηλ. αχρείοι και δέσμιοι των πιο βάρβαρων επιθυμιών, και δεν μπορούν να ανυψωθούν με κανένα τρόπο και σε κανένα τόπο: ούτε στον επίγειο ούτε στον υπερουράνιο τόπο (Φαίδρος). Συγχρόνως να θυμίζει πως ο θάνατος είναι λύτρωση της σκέψης (63e8 κ.εξ.).
Ο θάνατος του Σωκράτη, με βάση το ως άνω πνεύμα, είναι μια ανάγκη της ζωής και όχι κάποια υποκειμενική επιθυμία του φιλοσόφου. Αν ήταν το δεύτερο, τότε θα επρόκειτο ουσιαστικά για αυτοκτονία, κάτι που καταδικάζει ρητά ο Πλάτων στον Φαίδωνα (61c2 κ.εξ.). Την καταδικάζει, γιατί ο άνθρωπος είναι υπό την προστασία του θεού (62d2-3), δηλ. η ζωή είναι κάτι το ιερό, που οι ανόητοι δεν μπορούν να τιμήσουν και να εκτιμήσουν δεόντως, σε αντίθεση με τους φιλοσόφους. Όταν οι τελευταίοι πηγαίνουν από τη ζωή, την ιερή ζωή που αγαπούν στη βαθύτερη ουσία της, προς τον θάνατο, χωρίς να αγανακτούν, ξέρουν ότι πηγαίνουν κοντά σε θεούς καλούς και σοφούς, όπως και σε ανθρώπους καλύτερους από τους εδώ (63b6-8). Ανεκτίμητα εσαεί τούτα τα λόγια του Πλάτωνος: πράγματι και τότε και τώρα και πάντα αιτίες κακές οδηγούν τους ανθρώπους στον θάνατο. Αυτές τις αιτίες τις γεννούν οι ίδιοι οι άνθρωποι, και μάλιστα ποιοτικά υποδεέστεροι σε συνδυασμό με τη θέση ή τον ρόλο τους στην κοινωνία και την αντίστοιχη ευθύνη τους για τον θάνατο των πιο αγαθών ανθρώπων. Τέτοιοι ποιοτικά υποδεέστεροι μπορεί να είναι π.χ. πολιτικοί, που με τις πολιτικές τους φτωχαίνουν τους ανθρώπους, τους στερούν τα αναγκαία, τους αρρωσταίνουν ψυχικά και τελικά τους στέλνουν στον θάνατο· μπορεί επίσης να είναι διάφοροι θεσμικοί παράγοντες μορφωτικών, νοσηλευτικών ή άλλων ιδρυμάτων ή αντίστοιχοι «επιστήμονες» τέτοιων ιδρυμάτων, που εκτελούν εν ψυχρώ το μαθητή, το φοιτητή, τον ασθενή, τον αληθινό επιστήμονα, τον αστραφτερό στοχαστή κ.λπ., επειδή αγωνίζεται με το ανώτερο για το ανώτερο και αντιμάχεται με σθένος τις ποικίλες φαυλότητες των ως άνω «εκτελεστών» του.
Το πρόβλημα που προκύπτει από τα προαναφερθέντα και θέτει προς συζήτηση ο Πλάτων στη συνέχεια είναι πως ο θάνατος δεν είναι, υπό μια έννοια, το τέλος της ζωής, γιατί τότε θα δικαιώνονταν όλοι όσοι έμμεσα ή άμεσα συντελούν στην αφαίρεση της ζωής, αλλά η πηγή της, καθώς συνιστά απελευθέρωση της ψυχής από τα ένυλα δεσμά της, οδηγεί δηλ. στην αθανασία. Αλλά τούτο μπορεί να το συλλάβει και να το κατανοήσει μόνο ο αληθινός φιλόσοφος που αναγνωρίζει τη βαθιά, την εσωτερική διαλεκτική σχέση ανάμεσα στη ζωή και τον θάνατο. Ο θρήνος για τον θάνατο, για παράδειγμα, που προέρχεται από την Ξανθίππη ‒από τον κοινό θνητό‒ είναι μεν μια παρηγοριά για την ίδια (60a), αλλά δεν ταιριάζει στη ζωή του φιλοσόφου· γι’ αυτό και ο Σωκράτης, όταν η Ξανθίππη θρηνεί και οδύρεται στη φυλακή για τον επικείμενο θάνατο του φιλοσόφου, ζητά από τον Κρίτωνα «να την οδηγήσουν στο σπίτι» (60a7-8). Απεναντίας, αν ο ίδιος ο Σωκράτης θρηνούσε για τον θάνατό του, θα αρνούνταν ουσιαστικά τον ως τώρα παραδειγματικό για όλους φιλοσοφικό τρόπο της ζωής του· θα αναιρούσε τον ίδιο τον εαυτό του, που καθ’ όλη τη ζωή του αποτέλεσε σύμβολο φιλοσοφικής αντιμετώπισης του θανάτου. Ο Πλάτων λαμβάνει σοβαρά τη φιλοσοφική αντίληψη για τη ζωή και τον θάνατο. Τη διαχωρίζει απόλυτα από την αφιλοσόφητη και γι’ αυτό συσχετίζει τη ζωή με τη μελέτη του θανάτου. Αλλά μελέτη για ποιο είδος θανάτου; Προφανώς όχι για τον φυσικό θάνατο, δηλ. για τον θάνατο ως απλό φυσικό γεγονός, ως την θλιβερή και πολύφοβη κατάσταση, παρά για τον θάνατο, που γίνεται το παρατηρητήριο όλης της ζωής. Ο τελευταίος τούτος θάνατος είναι η Γνώση, είναι ο διαυγής, ο φωτεινός Λόγος, που μας βγάζει έξω από το βουητό των αισθήσεων, αποστρέφει την ψυχή από ένα τέτοιο βουητό και μας καθιστά γνωσιακά και ηθικά αυτοκαθοριζόμενους.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις
(
Atom
)