Κυριακή 31 Μαρτίου 2024

Ο Αριστοτέλης και οι ψυχές όλων των όντων

Αποτέλεσμα εικόνας για Είμαστε ελεύθεροι να είμαστε ο εαυτός μας;Ορμώμενος από το αδιάσπαστο του σώματος με την ψυχή ο Αριστοτέλης θα προχωρήσει στην ερμηνεία αυτής της διπλής υπόστασης της ύπαρξης ξεκινώντας με άλλα παραδείγματα διττής σημασίας: «Επειδή, όμως, η έκφραση “εκείνο με το οποίο ζούμε και αισθανόμαστε” έχει δύο σημασίες, όπως και η έκφραση “εκείνο με το οποίο γνωρίζουμε” (καθώς, αφενός εννοούμε τη γνώση και αφετέρου την ψυχή· γιατί, με το καθένα από αυτά, ισχυριζόμαστε ότι γνωρίζουμε)» (414a 5-7).

Η διπλή υπόσταση της πρόσληψης της γνώσης, που βασίζεται και στη διανοητική υπόσταση του ανθρώπου και στην ψυχική (ως δυνατότητα συναισθηματικής προσέγγισης των εμπειριών, που ταυτίζεται με τη γνώση ως μορφή νόησης), καθρεφτίζει τη σχέση του σώματος και της ψυχής που συνδέονται το ίδιο αλληλένδετα: «επειδή η ψυχή είναι πρωταρχικά αυτό το οποίο ζούμε και αισθανόμαστε και σκεπτόμαστε, το συμπέρασμα είναι πως η ψυχή είναι έννοια και μορφή και όχι ύλη και το υποκείμενο» (414a 13-15).

Με δεδομένο ότι η ύλη αφορά το σώμα και η μορφή την ψυχή γίνεται κατανοητή η έννοια της υπόστασης: «η υπόσταση έχει τρεις σημασίες: σημαίνει τη μορφή, την ύλη και τελικά τη σύνθεση των δύο· από αυτά, πάλι, η ύλη είναι μια δυνατότητα, ενώ η μορφή η εντελέχεια· και, επειδή το έμψυχο είναι αυτό που αποτελείται και από τα δύο, δεν είναι το σώμα εντελέχεια της ψυχής, αλλά η ίδια εντελέχεια ενός ορισμένου σώματος» (414a 16-20).

Η διευκρίνιση που θέτει την ψυχή ως εντελέχεια ενός ορισμένου σώματος καθιστά σαφές ότι πέρα από αυτό το ορισμένο σώμα η ψυχή δεν μπορεί να έχει άλλα περιθώρια: «Και γι’ αυτό σωστά σκέπτονται αυτοί που θεωρούν πως ούτε υπάρχει χωρίς το σώμα ούτε είναι η ψυχή ένα είδος σώματος· γιατί βέβαια δεν είναι σώμα, αλλά κάτι από το σώμα· και γι’ αυτό υπάρχει μέσα σε σώμα, και μάλιστα σε συγκεκριμένο σώμα, και όχι όπως την προσάρμοζαν οι παλαιότεροι μέσα σε σώμα, χωρίς να προσδιορίζουν καθόλου σε ποιο και τι είδους σώμα, παρόλο που, ακριβώς, είναι φανερό πως οτιδήποτε δε δέχεται οτιδήποτε» (414a 20-26).

Η διαφοροποίηση των σωμάτων (ύλης) σηματοδοτεί αυτόματα και τη διαφοροποίηση της ψυχής (μορφής) που μπορεί να έχουν. Άλλη η ψυχή του ανθρώπου, άλλη η ψυχή του φυτού κι άλλη η ψυχή των ζώων. Κι από τα ζώα θα υπάρξουν νέες κατηγοριοποιήσεις ψυχής ανάλογα με τη σωματική υπόσταση του καθενός και τις δυνατότητες που θα δίνει. Η ύλη ως δυνάμει καθορίζει τα όρια που μπορεί να έχει η μορφή ως ενεργεία: «Σε αυτό το συμπέρασμα φτάνουμε και με το συλλογισμό· γιατί, κάθε πράγματος η εντελέχεια, είναι φυσικό να πραγματώνεται μέσα σε εκείνο που έχει τη δυνατότητα να γίνει αυτό το πράγμα, και μέσα στην κατάλληλη ύλη» (414a 27-28).

Το τελικό συμπέρασμα είναι έτοιμο να διατυπωθεί: «ότι, επομένως, η ψυχή είναι μια ορισμένη εντελέχεια και μορφή εκείνου που έχει τη δυνατότητα να είναι κάτι συγκεκριμένο, γίνεται φανερό από αυτά που είπαμε» (414a 29-30).

Αυτό που μένει είναι η διερεύνηση της ψυχής που μπορεί να έχει κάθε ον ανάλογα με τις σωματικές του δυνατότητες: «Κι όσες από τις ικανότητες της ψυχής αναφέραμε, άλλα όντα τις έχουν όλες και άλλα κάποιες από αυτές, ενώ μερικά μία και μόνη. Και ως ικανότητες, αναφέραμε τη θρεπτική, την ικανότητα της επιθυμίας, της αίσθησης, της κίνησης στο χώρο, τη διανοητική δυνατότητα» (414a 31-34).

Οι σωματικές δυνατότητες τίθενται ως περιθώρια που μπορεί να περικλείσει η εντελέχεια της ψυχής. Ασφαλώς, η εντελέχεια των φυτών θα έχει πολύ μικρότερα περιθώρια από εκείνη του ανθρώπου: «Τα φυτά, τώρα, έχουν μόνο τη θρεπτική ικανότητα, ενώ άλλα όντα αυτή και την ικανότητα για αίσθηση. Αν, όμως, έχουν την ικανότητα της αίσθησης, έχουν και αυτή της όρεξης· γιατί όρεξη είναι η επιθυμία και το θάρρος και η βούληση» (414b 1-4).

Το γεγονός ότι η αίσθηση προσφέρει τη δυνατότητα της αντίληψης για το ευχάριστο και το δυσάρεστο καθιστά σαφές ότι μαζί της γεννιέται και η έννοια της επιθυμίας, αφού κάθε ον από τη φύση του είναι προορισμένο να αναζητά το ευχάριστο. Η τάση για ευχαρίστηση είναι η ρίζα κάθε επιθυμίας και όσο πιο έντονη είναι τόσο πιο δυνατές επιθυμίες γεννιούνται.

Για τον Αριστοτέλη η κυρίαρχη αίσθηση που αφορά όλα τα όντα είναι η αφή: «όλα τα ζώα έχουν τουλάχιστο μία από τις αισθήσεις, την αφή· ενώ, αυτό που έχει αίσθηση, αυτό νιώθει και ευχαρίστηση και πόνο, και το ευχάριστο και το οδυνηρό, και, όσα νιώθουν αυτά, έχουν και επιθυμία· γιατί, επιθυμία είναι η όρεξη για το ευχάριστο» (414b 4-7).

Όμως, το γεγονός ότι τα φυτά περιορίζονται μόνο στο θρεπτικό μέρος της ψυχής, όσο κι αν (φαινομενικά) τα κατατάσσει στην κατώτερη μορφή ύπαρξης, σηματοδοτεί την επιθυμία ως θέληση χορτασμού. Το φυτό που δεν ποτίζεται ξεραίνεται, ενώ το φυτό που τρέφεται καλά ανθεί. Επιπλέον, το φυτό έχει την τάση να στρέφεται προς τον ήλιο εκδηλώνοντας την επιθυμία να βρίσκεται σε άμεση επαφή με το φως, ενώ υπάρχουν και φυτά που ανθίζουν τη νύχτα.

Οι παρατηρήσεις αυτές καταδεικνύουν ότι η ίδια η ανάπτυξη του φυτού αποτελεί τρόπο έκφρασης της ικανοποίησής του. Υποθέτουμε ότι η αδυναμία άμεσης εκδήλωσης της ευχαρίστησης ή της λύπης (το φυτό δεν ουρλιάζει όταν το κόβουν ή, κι αν ουρλιάζει, αυτό δε γίνεται αντιληπτό) οδηγεί τον Αριστοτέλη να τα κατατάξει στην κατηγορία των όντων δίχως επιθυμία.

Ο Αριστοτέλης θα ξεκαθαρίσει για τα ζώα ότι στην αφή βασίζεται και η αίσθηση της τροφής: «Επιπλέον, βέβαια, έχουν αίσθηση τροφής· γιατί η αφή είναι αίσθηση της τροφής· αφού όλα τα ζώα τρέφονται με ξηρά και υγρά και θερμά και ψυχρά πράγματα, και αυτά τα αισθάνεται η αφή· ενώ τα υπόλοιπα αισθητά τα αισθάνεται κατά περίσταση· γιατί καθόλου δε συμβάλλουν στην τροφή ο ήχος ούτε το χρώμα ούτε η οσμή» (414b 8-12).

Το ότι η αίσθηση της τροφής έχει να κάνει με την αφή που επιθυμεί τα υγρά και τα ξηρά δημιουργεί ακόμη μια προβληματική για τα φυτά που, ενώ σίγουρα έχουν την αίσθηση της τροφής (έστω μόνο σε υγρή μορφή), στερούνται την αφή, σαν να μην είναι γι’ αυτά η αφή που θα αποδώσει την ανάγκη του υγρού ως αίσθηση τροφής. Αν κάθε αίσθηση τροφής προϋποθέτει αφή κι αν η αφή είναι η απαρχή της επιθυμίας ως αναγνώριση της ευχαρίστησης και της δυσαρέσκειας, αυτό θα έπρεπε να ισχύει και για τα φυτά.

Το ζήτημα της τροφής θα συνδεθεί άμεσα με την επιθυμία: «Η πείνα και η δίψα είναι επιθυμία, και η μεν πείνα για το ξηρό και το θερμό, ενώ η δίψα για το ψυχρό και το υγρό· και η γεύση είναι κάτι σαν καρύκευμά τους» (414b 13-15). Όμως, πέρα από την τροφή τα ζώα έχουν και το στοιχείο της κίνησης: «Μερικά ζώα, όμως, κοντά σε αυτά, έχουν και την ικανότητα να κινούνται στο χώρο και άλλα τη διανοητική ικανότητα του νου, για παράδειγμα οι άνθρωποι και, αν υπάρχει, κάποιο άλλο ον, που να είναι όπως αυτοί, ή και ανώτερο από αυτούς» (414b 19-22).

Η αναζήτηση ενός γενικού ορισμού της ψυχής, που θα εμπεριέχει όλα τα είδη των έμβιων όντων, τίθεται κατά αναλογία με τη γενική έννοια του σχήματος, που οφείλει να περικλείει όλες τις μορφές σχημάτων: «Είναι, λοιπόν, φανερό, ότι μπορεί με τον ίδιο τρόπο να υπάρχει μια κοινή έννοια για την ψυχή, όπως υπάρχει για το σχήμα» (414b 23-24). Φυσικά, μια τέτοια απόπειρα κρύβει δυσκολίες: «Θα μπορούσε, όμως, και για τα σχήματα να διατυπωθεί μια κοινή έννοια, που θα εφαρμόζει σε όλα, αλλά δε θα ανήκει σε κανένα σχήμα ιδιαιτέρως· το ίδιο και για τα είδη των ψυχών που αναφέραμε» (414b 26-28).

Ο Αριστοτέλης θα διευκρινίσει: «Το ίδιο, περίπου, με αυτό που ισχύει για τα σχήματα, συμβαίνει και με την ψυχή· γιατί πάντα, σε ό,τι ακολουθεί, υπάρχει δυνάμει το προηγούμενο, τόσο στα σχήματα όσο και στα έμψυχα· όπως, για παράδειγμα, στο τετράγωνο υπάρχει το τρίγωνο, και στην ικανότητα για την αίσθηση η θρεπτική ικανότητα. Ώστε για την κάθε κατηγορία των όντων πρέπει να αναζητήσουμε ποια είναι η ψυχή της καθεμιάς· ποια είναι, φερ’ ειπείν, του φυτού και ποια του ανθρώπου ή του θηρίου» (414b 32-37).

Η γνώση ότι τα σχήματα είναι εξελισσόμενα σημεία που το ένα εμπεριέχεται μέσα στο άλλο, όπως το τρίγωνο μέσα στο τετράγωνο, καταδεικνύει και το μηχανισμό που θα προσεγγισθεί και ο γενικός ορισμός (ή σχήμα) της ψυχής. Το θρεπτικό της ψυχής των φυτών συμπεριλαμβάνεται και στην ψυχή των ζώων μαζί με την επιπλέον δυνατότητα της κίνησης και οι δυνατότητες τροφής και κίνησης συμπεριλαμβάνονται στην ανθρώπινη ψυχή μαζί με τη διανοητική δυνατότητα που δεν υπάρχει στα άλλα όντα. Από αυτή την άποψη, αν κάποιος πρέπει να καταλήξει σε ένα γενικό ορισμό (ή σχήμα) που να περιλαμβάνει όλα τα όντα, θα πρέπει να εστιάσει στο θρεπτικό, αφού είναι το μοναδικό πεδίο της ψυχής που συναντάται σε κάθε έμβιο οργανισμό.

Σε κάθε περίπτωση, όμως, το θέμα πρέπει να διερευνηθεί διεξοδικότερα και να μελετηθεί ξεχωριστά κάθε είδος ψυχής που προσδιορίζεται από τις δυνατότητες του σώματος που την περιέχει: «χωρίς τη θρεπτική ικανότητα, η ικανότητα για αίσθηση δεν υπάρχει· όμως, στα φυτά η ικανότητα της θρέψης χωρίζεται από την ικανότητα της αίσθησης» (415a 2-3). Για μια ακόμη φορά ο λόγος που στα φυτά η θρέψη δε σχετίζεται με την αίσθηση δε διευκρινίζεται.

Από κει και πέρα, ο διαχωρισμός των δυνατοτήτων πρέπει να είναι σαφής για όλα τα υπόλοιπα όντα, αν θέλει κάποιος να προχωρήσει στο πλαίσιο της επιστημονικής διεξοδικότητας για τη διερεύνηση όλων των μορφών της ψυχής: «χωρίς την αίσθηση της αφής δεν υπάρχει καμία από τις άλλες αισθήσεις, ενώ η αφή υπάρχει χωρίς τις άλλες· γιατί πολλά ζώα δεν έχουν ούτε όραση ούτε ακοή ούτε καθόλου αίσθηση οσμής. Και, από αυτά που έχουν την ικανότητα της αίσθησης, άλλα έχουν την κίνηση στο χώρο και άλλα δεν την έχουν. Ενώ τέλος μερικά, και μάλιστα ελάχιστα, έχουν λογισμό και σκέψη· γιατί, όσα από τα φθαρτά όντα έχουν λογισμό, αυτά έχουν και όλες τις υπόλοιπες ικανότητες, ενώ, όσα έχουν μία από εκείνες, δεν έχουν όλα λογισμό» (415a 4-11).

Η έννοια του λογισμού σε αυτό το σημείο προφανώς δεν έχει να κάνει με τη διανοητική δυνατότητα που αφορά μόνο τον άνθρωπο, αλλά με την κατώτερου είδους ζωική νοημοσύνη που σχετίζεται κυρίως με την αναζήτηση της τροφής ή την αποφυγή κινδύνων. Η νοημοσύνη των ζώων, όσο αξιοθαύμαστη κι αν είναι μερικές φορές, είναι αδύνατο να συγκριθεί με τη φαντασία και τη αφαιρετική δυνατότητα του ανθρώπου.

Όμως, από τη στιγμή που οι δυνατότητες θα σχηματοποιήσουν όλα τα είδη ψυχής, είναι φανερό ότι πρώτα πρέπει να γίνουν πλήρως κατανοητές όλες αυτές οι δυνατότητες: «Είναι αναγκαίο, τώρα, αυτός που πρόκειται να κάνει έρευνα γι’ αυτές τις ικανότητες, να συλλάβει την ουσία της καθεμιάς και μετά να αναζητήσει τις ιδιότητες που απορρέουν από αυτή ή και τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά» (415a 15-17).

Το ζήτημα, όμως, περιπλέκεται περισσότερο: «Αν πρέπει να πούμε τι είναι καθεμιά από αυτές, για παράδειγμα τι είναι η ικανότητα της νόησης ή της αίσθησης ή της θρέψης, νωρίτερα πρέπει να πούμε τι είναι να σκέφτεσαι και τι να αισθάνεσαι» (415a 18-20). Ιεραρχώντας τις δυνατότητες σε σχέση με το βαθμό της συχνότητας που συναντούνται σε όλες τις ψυχές αναμφισβήτητα το πρώτο που πρέπει να εξεταστεί είναι η θρέψη: «πρώτα πρέπει να μιλήσουμε για την τροφή και τη γέννηση· γιατί η θρεπτική ψυχή υπάρχει και στα άλλα έμψυχα όντα και είναι η πρώτη και πιο κοινή από τις ικανότητες της ψυχής, χάρη στην οποία υπάρχει η ζωή σε όλα» (415a 25-28).

Ο Αριστοτέλης κρίνει σκόπιμο να ξεκινήσει αμέσως με τις λειτουργίες της θρέψης: «Λειτουργίες της είναι η γέννηση και η χρήση της τροφής· γιατί, η πιο φυσική λειτουργία για τα ζωντανά όντα, που είναι ολοκληρωμένα και όχι ατελή, ή των οποίων η γέννηση δεν είναι αυτόματη, είναι να δημιουργήσουν ένα άλλο ον, όμοιο με τα ίδια· το ζώο, δηλαδή, ένα ζώο και το φυτό ένα φυτό, για να μετέχουν, όπως μπορούν, στο αιώνιο και το θείο· γιατί όλα αυτό θέλουν και για τούτο κάνουν όσα κάνουν σύμφωνα με τη φύση τους» (415a 28-32 και 415b 1-2).

Στην ουσία οι σωματικές δυνατότητες που είναι περισσότερο κοινές σε όλα τα όντα καταδεικνύουν και την ιεραρχική προτεραιότητα για την εκπλήρωσή τους. Το ότι η τροφή και η αναπαραγωγή είναι κοινή σε όλα τα είδη των ψυχών, από την απλούστερη μορφή των φυτών μέχρι την πιο σύνθετη των ανθρώπων, ξεκαθαρίζει ότι ακριβώς αυτά τα στοιχεία λειτουργούν εντονότερα σε όλα τα είδη της ψυχής.

Κάθε ον έχει ως πρώτη προτεραιότητα την τροφή και τη διαιώνισή του. Ούτε το φυτό ούτε ο άνθρωπος εξαιρούνται από αυτό τον κανόνα, αφού έτσι νιώθουν ότι ενώνονται με την αιωνιότητα και τη θεϊκή μοίρα. Το κοινό αυτό στοιχείο των ψυχών, που είναι το δυνατότερο της ύπαρξής τους, είναι ίσως ο γενικός ορισμός ή το γενικό σχήμα που μπορεί να δώσει κανείς αποδίδοντας με μια κουβέντα τις ψυχές όλων των όντων.

Αριστοτέλης, Περί Ψυχής

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου