ΤΟ ΕΝΑΡΘΡΟ ΑΠΑΡΕΜΦΑΤΟ
§4.18. Το φαινόμενο της εκφοράς του απαρεμφάτου με άρθρο αποτελεί μια ιδιάζουσα αντίθεση προς την ιστορική εξέλιξη του γλωσσικού αυτού φαινομένου στο μέτρο που το απαρέμφατο, το οποίο από ένα ρηματικό αφηρημένο ουσιαστικό τείνει να εξομοιωθεί όλο και περισσότερο με το ρήμα, επαναπροσλαμβάνει τώρα χαρακτηριστικά που φαίνεται να είχε αποβάλει. Απόληξη αυτής της εκ των υστέρων ουσιαστικοποίησης του απαρεμφάτου είναι ο σχηματισμός τέτοιων ουσιαστικών, για τα οποία δεν υπάρχει πλέον η αίσθηση ότι πρόκειται για ρηματικά αφηρημένα που δηλώνουν την καθαρή ρηματική ενέργεια, αλλά φαίνεται να αποκτούν μια σχεδόν εντελώς συγκεκριμένη σημασία. Ένα παράδειγμα για τούτη την εξέλιξη είναι τὸ ζῆν που από τον 5ο αιώνα π.Χ. και εξής γίνεται όλο και πιο δημοφιλέστερο. Το απαρέμφατο αυτό εμφανίζεται τώρα σε φράσεις όπως τὸ τῶν ἀνθρώπων ζῆν, με μια σπάνια δηλαδή γενική ως υποκείμενο, ενώ σε συνάψεις όπως εἰς ἕτερον ζῆν το απαρέμφατο δεν διαφέρει σε τίποτα πλέον από ένα ουσιαστικό. Τέτοια ουσιαστικοποιημένα απαρέμφατα θεωρούνται και τα νεοελληνικά το φαΐ (από το αρχαιοελληνικό τὸ φαγεῖν), το φιλί (από τὸ φιλεῖν).
Η διεργασία της (επανα)ουσιαστικοποίησης του απαρεμφάτου με τη χρήση του άρθρου αρχίζει ήδη στον Όμηρο, όπου όμως έναρθρο απαρέμφατο φαίνεται να απαντά μόνο μια φορά στην Οδύσσεια (20.52 ἀνίη καὶ τὸ φυλάσσειν πάννυχον ἐγρήσσοντα "είναι ανυπόφορο το να ξαγρυπνά κάποιος όλη τη νύχτα"). Η εξέλιξη αυτή κορυφώνεται ωστόσο στην κλασική πεζογραφία, και ειδικότερα στον Θουκυδίδη, στον οποίον η συχνότητα των έναρθρων απαρεμφάτων υπολογίζεται ότι είναι κατά εννέα φορές μεγαλύτερη από τον Ηρόδοτο. Το έναρθρο απαρέμφατο χρησιμοποιείται εδώ σε όλες τις δυνατές για ένα αφηρημένο όνομα συνάψεις.
Η μεγάλη συχνότητα της χρήσης του έναρθρου απαρεμφάτου στον 5ο αιώνα δεν είναι τυχαία. Την περίοδο αυτή υπάρχει μεγάλη ανάγκη για αφηρημένα εκφραστικά μέσα. Έτσι, παράλληλα με τον πολλαπλασιασμό των ρηματικών αφηρημένων πολλαπλασιάζονται και τα ονοματικά αφηρημένα σε -σις. Σε αντίθεση όμως προς τα τελευταία, τα έναρθρα ουσιαστικοποιημένα απαρέμφατα είχαν το εξής πλεονέκτημα: Μπορούσαν να παρακολουθούν το ρήμα στη σύνταξή του όπως και στις αποχρώσεις του χρόνου, του τρόπου και της διάθεσης, διατηρώντας παράλληλα τις συντακτικές δυνατότητες και λειτουργίες του ονόματος, δηλαδή την πτωτική σύνταξη που επέτρεπε σε αυτό το είδος απαρεμφάτου να συναφθεί με κάθε είδους σχέση με άλλα μέρη της πρότασης.
Η έναρθρη εκφορά του απαρεμφάτου είναι υποχρεωτική όταν αυτό συνοδεύεται από έναν προσδιορισμό σε δοτική ή γενική ή από προθέσεις.
§4.19. Για το υποκείμενο του έναρθρου απαρεμφάτου ισχύει ό,τι και για το υποκείμενο του του άναρθρου:
•Σε περίπτωση ταυτοπροσωπίας με το υποκείμενο του κύριου ρήματος το υποκείμενο του απαρεμφάτου αποσιωπάται ενώ το ενδεχόμενο κατηγορούμενο ή οι κατηγορηματικοί προσδιορισμοί του αποσιωπώμενου υποκείμενου του απαρεμφάτου εκφέρονται, λόγω έλξης, σε ονομαστική:
ΘΟΥΚ 2.65.10 ὀρεγόμενοι τοῦ πρῶτος ἕκαστος γίγνεσθαι ἐτράποντο καθ' ἡδονὰς τῷ δήμῳ καὶ τὰ πράγματα ἐνδιδόναι || καθώς ο καθένας επεδίωκε να γίνει πρώτος κατέφυγαν στο να υποχωρούν στον λαό και να παραδίδουν στα χέρια του, σύμφωνα με τις επιθυμίες του, ακόμη και τις υποθέσεις της πόλης.
ΑΝΔΟΚ 2.9 τό γε δυστυχέστατος εἶναι ἀνθρώπων οὐδαμῇ ἐκφεύγω || δεν μπορώ να ξεφύγω με κανέναν τρόπο από το να είμαι ο πιο δυστυχισμένος άνθρωπος.
ΞΕΝ ΚΠαιδ 8.7.23 ἐκ πάντων ἀνθρώπων τὸ ἀξιόπιστοι εἶναι ἀποβαλεῖτε || όλοι οι άνθρωποι θα πάψουν να σας θεωρούν αξιόπιστους.
ΞΕΝ Κυν 12.21 ἡ δὲ [ἀρετὴ] πανταχοῦ πάρεστι διὰ τὸ εἶναι ἀθάνατος η αρετή είναι πανταχού παρούσα επειδή είναι αθάνατη.
ΠΛ Πολ 526b εἴς γε τὸ ὀξύτεροι αὐτοὶ αὑτῶν γίγνεσθαι πάντες ἐπιδιδόασι || όλοι τους τουλάχιστον προοδεύουν στο να υπερβάλλουν τον εαυτό τους στην οξύνοια.
ΔΗΜ 8.11 οὐδενὶ τῶν πάντων πλέον κεκράτηκε Φίλιππος, ἢ τῷ πρότερος πρὸς τοῖς πράγμασι γίγνεσθαι || σε τίποτα δεν οφείλει ο Φίλιππος την επικράτησή του τόσο όσο στο ότι ήταν πρώτος στο πεδίο τη μάχης.
Σε περίπτωση ετεροπροσωπίας εκφέρεται κατά κανόνα σε αιτιατική:
ΛΥΚΟΥΡ 91 τὸ ἐλθεῖν τοῦτον οἶμαι … || το ότι αυτός ήρθε νομίζω κλπ.
Μόνο σε ορισμένες πολύ σπάνιες περιπτώσεις ετεροπροσωπίας το υποκείμενο του έναρθρου απαρεμφάτου εκφέρεται αντί για αιτιατική σε γενική υποκειμενική (πρβ. στο παράδειγμα από τον Ξενοφώντα την αντιδιαστολή γιγνώσκω τὰς τούτων ἀπειλὰς καὶ τὸ ἄλλων κολάζειν):
ΞΕΝ ΚΑναβ 7.7.24 γιγνώσκω τὰς τούτων ἀπειλὰς οὐχ ἦττον σωφρονιζούσας ἢ ἄλλων τὸ ἤδη κολάζειν ξέρω ότι οι απειλές από την πλευρά αυτών δεν είναι λιγότερο αποτελεσματικές από την άμεση επιβολή τιμωρίας από την πλευρά άλλων.
ΔΗΜ 19.269 τό γ' εὖ φρονεῖν αὐτῶν μιμεῖσθε || μπορείτε να μιμηθείτε τουλάχιστον τη σύνεση που τους διέκρινε.
§4.20. Το έναρθρο απαρέμφατο χρησιμοποιείται, όπως και το άναρθρο, ως υποκείμενο σε πτώση ονομαστική:
ΞΕΝ ΚΠαιδ 5.1.11 τὸ ἐρᾶν ἐθελούσιόν ἐστιν || το να αγαπά κανείς εξαρτάται από τη θέληση του ανθρώπου.
ΞΕΝ ΚΠαιδ 5.4.19 τὸ ἁμαρτάνειν ἀνθρώπους ὄντας οὐδὲν οἶμαι θαυμαστόν || το να σφάλουμε δεν το θεωρώ καθόλου παράξενο μιας και είμαστε άνθρωποι.
ΞΕΝ ΚΠαιδ 7.5.82 οὐ τὸ μὴ λαβεῖν τὰ ἀγαθὰ οὕτω χαλεπόν, ὥσπερ τὸ λαβόντα στερηθῆναι λυπηρόν || δεν είναι τόσο δυσάρεστο να μην αποκτήσει κανείς αγαθά, όσο λυπηρό είναι να τα χάσει αφού τα αποκτήσει.
ΠΛ Φαιδ 71c τῷ ζῆν ἐστί τι ἐναντίον, ὥσπερ τῷ ἐγρηγορέναι τὸ καθεύδειν; || υπάρχει κάτι αντίθετο στη ζωή, όπως ο ύπνος είναι αντίθετος στην εγρήγορση;
ΙΣΟΚΡ 2.2 τοὺς μὲν γὰρ ἰδιώτας ἐστὶ πολλὰ τὰ παιδεύοντα, μάλιστα μὲν τὸ μὴ τρυφᾶν ἀλλ' ἀναγκάζεσθαι περὶ τοῦ βίου καθ' ἑκάστην τὴν ἡμέραν βουλεύεσθαι || διότι πολλά είναι εκείνα που συντελούν στη μόρφωση όσων δεν ασκούν δημόσια αξιώματα, προπαντός όμως το ότι δεν ζουν μια ζωή μέσα στην πολυτέλεια, αλλά είναι αναγκασμένοι να έχουν την καθημερινή έγνοια των μέσων διαβίωσης.
§4.21. Το έναρθρο απαρέμφατο χρησιμοποιείται, όπως και το άναρθρο, ως επεξήγηση μιας προηγούμενης λέξης, και ειδικότερα μιας αντωνυμίας:
ΗΡΟΔ 1.137 αἰνέω καὶ τόνδε [τὸν νόμον], τὸ μὴ μιῆς αἰτίης εἵνεκα μηδένα φονεύειν || επικροτώ και αυτή τη συνήθεια, το να μη επιτρέπεται δηλαδή να σκοτώσει κανείς κάποιον για μια και μόνη αιτία.
ΘΟΥΚ 1.41.2 καὶ ἡ εὐεργεσία αὕτη τε καὶ ἡ ἐς Σαμίους, τὸ δι' ἡμᾶς Πελοποννησίους αὐτοῖς μὴ βοηθῆσαι, παρέσχεν ὑμῖν Αἰγινητῶν ἐπικράτησιν || και αυτή η ευνοϊκή για σας πράξη όπως και αυτή προς τους Σαμίους, το να μη τους βοηθήσουν δηλαδή χάρη σε μας οι Πελοπονήσιοι, σας εξασφάλισε τη νίκη κατά των Αιγινητών.
ΠΛ Γοργ 483c τοῦτό ἐστι τὸ ἀδικεῖν, τὸ πλέον τῶν ἄλλων ζητεῖν ἔχειν || αυτό είναι το να αδικείς, το να επιδιώκεις δηλαδή να κατέχεις περισσότερα από τους άλλους.
§4.22. Το έναρθρο απαρέμφατο χρησιμοποιείται (όπως και το άναρθρο) και ως αντικείμενο μεταβατικών ρημάτων σε πτώση αιτιατική:
ΗΡΟΔ 9.79 τὸ μὲν εὐνοέειν τε καὶ προορᾶν ἄγαμαί σευ || θαυμάζω την καλή σου διάθεση και προνοητικότητα.
ΞΕΝ ΚΠαιδ 1.4.21 ὁ Κῦρος ἐφέρετο, ὁρῶν τὸ παίειν τὸν ἁλισκόμενον || ο Κύρος ορμούσε κοιτάζοντας να χτυπά όποιον προλάβαινε.
ΠΛ Γοργ 522e αὐτὸ τὸ ἀποθνῄσκειν οὐδεὶς φοβεῖται […] τὸ δὲ ἀδικεῖν φοβεῖται || αυτό καθαυτό το να πεθάνει δεν το φοβάται κανείς, το να αδικεί το φοβάται.
ΠΛ Απολ 28d δείσας τὸ ζῆν || φοβήθηκε να ζήσει.
§4.23. Σε αιτιατική εκφέρεται το έναρθρο απαρέμφατο και ως εμπρόθετος προσδιορισμός σε συνάφεια με τις προθέσεις διά (= επειδή, διότι), ἐπί, πρός, εἰς (για, για να, προς, στο να), κατά και ενίοτε εἰς (= σε, σε σχέση με, ως προς), παρά (= σε σύγκριση με), μετά (μετά, κατόπιν), περί (αναφορικά με, για):
ΞΕΝ ΚΠαιδ 1.4.3 [ὁ Κῦρος] διὰ τὸ φιλομαθὴς εἶναι πολλὰ τοὺς παρόντας ἀνηρώτα […] καὶ […] διὰ τὸ ἀγχίνους εἶναι ταχὺ ἀπεκρίνετο || ο Κύρος επειδή ήθελε να μαθαίνει ρωτούσε πολλά τους παρόντες και επειδή ήταν έξυπνος απαντούσε αμέσως.
ΞΕΝ Απομν 1.2.1 πρὸς τὸ μετρίως δεῖσθαι πεπαιδευμένος || εξασκημένος στο να αρκείται στα απαραίτητα.
ΞΕΝ ΚΠαιδ 1.3.1 Κῦρος πάντων τῶν ἡλίκων διαφέρων ἐφαίνετο καὶ εἰς τὸ ταχὺ μανθάνειν ἃ δέοι καὶ εἰς τὸ καλῶς καὶ ἀνδρείως ἕκαστα ποιεῖν || ο Κύρος φαινόταν πως ξεπερνούσε όλους τους συνομηλίκους του και ως προς την ταχύτητα στη μάθηση εκείνων που έπρεπε να μαθαίνει και ως προς τον εύστοχο και αρμόζοντα τρόπο πραγματοποίησης κάθε έργου.
ΘΟΥΚ 1.41.2 τῶν ἁπάντων ἀπερίοπτοί εἰσι παρὰ τὸ νικᾶν || δεν υπολόγιζαν τίποτα άλλο παρά το να νικήσουν.
ΗΡΟΔ 6.67 ὁκοῖόν τι εἴη ἄρχειν μετὰ τὸ βασιλεύειν || πώς είναι το να ασκεί κανείς ένα αξίωμα μετά από το να είναι βασιλιάς (αφού χρημάτισε βασιλιάς).
ΙΣΟΚΡ 12.229 ἄνδρα περὶ τὸ λέγειν γεγυμνασμένον || άνδρα εξασκημένο στο να ρητορεύει.
§4.24. Το έναρθρο απαρέμφατο χρησιμοποιείται, όπως και το άναρθρο, ως αιτιατική του κατά τι ή της αναφοράς:
ΣΟΦ Αντ 79 τὸ δὲ βίᾳ πολιτῶν δρᾶν ἔφυν ἀμήχανος || δεν είμαι φτιαγμένη να πράττω αντίθετα προς τη βούληση των πολιτών.
§4.25. Η γενική του έναρθρου απαρεμφάτου χρησιμοποιείται:
• ως αντικείμενο:
ΑΙΣΧ ΠρομΔ 681 τοῦ ζῆν ἀπεστέρησεν || του αφαίρεσε τη ζωή.
ΞΕΝ ΚΑναβ 1.4.15 ἄρξαντες τοῦ διαβαίνειν || αρχίσατε τη διάβαση [του Ευφράτη].
ΠΛ Φαιδ 117a γλιχόμενος τοῦ ζῆν || λαχταρώντας τη ζωή.
• συνηθισμένη είναι η χρήση της γενικής του απαρεμφάτου (ιδίως από τον Θουκυδίδη και εξής) για τη δήλωση του σκοπού:
ΘΟΥΚ 2.32. ἐτειχίσθη Ἀταλάντη ὑπὸ Ἀθηναίων τοῦ μὴ λῃστὰς κακουργεῖν τὴν Εὔβοιαν || η Αταλάντη οχυρώθηκε από τους Αθηναίους για να μη λεηλατούν οι ληστές την Εύβοια.
ΘΟΥΚ 1.4.1 Μίνως τὸ λῃστικὸν καθῄρει ἐκ τῆς θαλάσσης τοῦ τὰς προσόδους μᾶλλον ἰέναι αὐτῷ || ο Μίνως εκκαθάρισε την θάλασσα από τους ληστές για να εισρέουν τα εισοδήματα σε αυτόν τον ίδιο.
ΘΟΥΚ 8.39.4 ἀγγελίαν ἔπεμπον τοῦ ξυμπαρακομισθῆναι || έστειλαν μήνυμα για να έρθουν να τους συνοδεύσουν.
• ως γενική της αιτίας:
ΕΥΡ ΙΑ 677 ζηλῶ σε μᾶλλον ἢ 'με τοῦ μηδὲν φρονεῖν || σε μακαρίζω πιο πολύ από μένα επειδή δεν ξέρεις τίποτα.
• στη σύγκριση:
ΞΕΝ ΚΠαιδ 1.5.13 τί οὖν ἐστιν ἢ τοῦ ἀλέξασθαι δικαιότερον ἢ τοῦ τοῖς φίλοις ἀρήγειν κάλλιον; || Τι λοιπόν είναι δικαιότερο από το να αποκρούσεις τον εχθρό ή από το να βοηθάς τους φίλους;
ΠΛ Συμπ 218d ἐμοὶ μὲν οὐδέν ἐστι πρεσβύτερον τοῦ ὡς ὅ τι βέλτιστον ἐμὲ γίγνεσθαι || για μένα δεν υπάρχει σπουδαιότερο πράγμα από το να γίνω όσο το δυνατόν τελειότερος.
ΔΗΜ 1.23 δοκεῖ τὸ φυλάξαι τἀγαθὰ τοῦ κτήσασθαι χαλεπώτερον εἶναι || φαίνεται ότι το να διατηρήσει κανείς τα αγαθά είναι δυσκολώτερο από το να τα αποκτήσει.
• ως εμπρόθετοςπροσδιορισμός με τις προθέσεις ἀντί (=αντί), ἐξ, ἀπό, ἐπί, πρό, ὑπέρ (= για, για να), διά (= μέσω, εξαιτίας), μετά (= με, μαζί με, κατά), περί (περί, σχετικά με, για), ἕνεκα, χάριν (εξαιτίας, για χάρη), χωρίς (= εκτός αυτού, πέρα από αυτό, χώρια που), ἄνευ(= χωρίς, πέρα από το ότι, ἄνευ τοῦ = ακόμη και αν δεν), πλήν (= εκτός από το ότι), μέχρι:
ΘΟΥΚ 7.28.1 [ἡ πόλις] ἀντὶ τοῦ πόλις εἶναι φρούριον κατέστη || [η πόλη] αντί για πόλη κατάντησε φρούριο.
ΛΥΚΟΥΡ Λεωκ 20 πρὸ τοῦ ἀνεβαίνειν τοὺς μάρτυρας βραχέα βούλομαι διαλεχθῆναι ὑμῖν || προτού ανέλθουν στο βήμα οι μάρτυρες θέλω να σας πω κάτι.
ΙΣΟΚΡ 7.64 ἕτοιμοί εἰσιν ὁτιοῦν πάσχειν ὑπὲρ τοῦμὴ ποιεῖν τὸ προσταττόμενον || είναι πρόθυμοι να υποστούν ο,τιδήποτε προκειμένου να μην εκτελέσουν αυτό που τους διατάζουν.
ΙΣΟΚΡ 7.23 δημοτικωτέραν ἐνόμιζον εἶναι ταύτην τὴν κατάστασιν ἢ τὴν διὰ τοῦ λαγχάνειν γιγνομένην || πίστευα ότι αυτός ο τρόπος εκλογής ήταν δημοκρατικότερος από αυτόν που γίνεται μέσω κλήρωσης.
ΘΟΥΚ 1.6.5 λίπα μετὰ τοῦ γυμνάζεσθαι ἠλείψαντο || κατά την άθληση αλείβονταν στο σώμα με λίπος.
ΔΗΜ 13.2 εἰ μὲν οὖν μετὰ τοῦ πράττειν ἃ προσήκει καὶ τὸ λαμβάνειν κατασκευάσεσθε || αν λοιπόν ρυθμίσετε έτσι τα πράγματα ώστε η είσπραξη των χρημάτων να συνδυάζεται με το να πράττετε όσα πρέπει.
ΘΟΥΚ 4.84.2 οἱ δὲ περί τοῦ δέχεσθαι αὐτὸν κατ' ἄλλήλους ἐστασίαζον || αυτοί μάχονταν μεταξύ τους σχετικά με το αν πρέπει να τον δεχτούν στην πόλη τους.
ΞΕΝ ΚΑναβ 3.4.35 οἱ ἵπποι πεποδισμένοι εἰσὶ τοῦ μὴ φεύγειν ἕνεκα || τα άλογα ήταν δεμένα στα πόδια για να μη φύγουν.
ΠΛ Συμπ 184b οὐδὲν δοκεῖ τούτων οὔτε βέβαιον οὔτε μόνιμον εἶναι, χωρὶς τοῦ μηδὲ πεφυκέναι ἀπ΄ αὐτῶν γενναίαν φιλίαν || τίποτα από αυτά δεν φαίνεται να είναι ούτε σταθερό ούτε μόνιμο, χώρια που δεν γεννιέται από αυτά μια γενναιόδωρη φιλία.
• με επιρρήματα όπως μεταξύ, ἔξω, ἐγγύς, πόρρω μαζί με τοεἶναι, γίγνεσθαι κτό.:
ΠΛ Φαιδ 96e πόρρω που ἐμὲ εἶναι τοῦ οἴεσθαι περὶ τούτων του τὴν αἰτίαν εἰδέναι || απέχω πολύ από το να πιστεύω ότι γνωρίζω την αιτία κανενός από αυτά.
§4.26. Το έναρθρο απαρέμφατο εκφερόμενο σε πτώση δοτική χρησιμοποιείται κυρίως:
• ως δοτική της αιτίας:
ΞΕΝ ΚΠαιδ 4.5.9 ἐβριμοῦτό τε τῷ Κύρῳ καὶ τοῖς Μήδοις τῷ καταλιπόντας αὐτὸν ἔρημον οἴχεσθαι || ήταν πολύ οργισμένος με τον Κύρο και τους Μήδους γιατί τον άφησαν χωρίς φρουρά και έφυγαν.
ΞΕΝ ΚΑναβ 1.5.9 ἡ βασιλέως ἀρχὴ τῷ διεσπάσθαι τὰς δυνάμεις ἀσθενὴς [ἦν] || η εξουσία του βασιλιά ήταν εξασθενημένη εξαιτίας της διάσπασης των στρατιωτικών του δυνάμεων.
• ως δοτική του οργάνου ή του μέσου:
ΔΗΜ 8.11 οὐδενὶ τῶν πάντων πλέον κεκράτηκε Φίλιππος, ἢ τῷ πρότερος πρὸς τοῖς πράγμασι γίγνεσθαι σε τίποτα δεν οφείλει ο Φίλιππος την επικράτησή του τόσο όσο στο ότι ήταν πρώτος στο πεδίο τη μάχης.
• ως εμπρόθετος προσδιορισμός, κυρίως, με τις προθέσεις ἐν, ἐπί (= διότι, εξαιτίας, για, με σκοπό, υπό τον όρο ότι):
ΘΟΥΚ 1.34.1 οὐ γὰρ ἐπὶ τῷ δοῦλοι, ἀλλ' ἐπὶ τῷ ὁμοῖοι τοῖς λειπομένοις εἶναι ἐκπέμπονται || γιατί οι άποικοι δεν στέλνονται στους προορισμούς τους για να γίνουν δούλοι, αλλά για να έχουν ίδια δικαιώματα με αυτούς που παραμένουν στη μητρόπολη.
ΞΕΝ Απομν 4.8.2 [Σωκράτης] ἐθαυμάζετο ἐπὶ τῷ εὐθύμως καὶ εὐκόλως ζῆν || ο Σωκράτης προκαλούσε θαυμασμό για τον χαρούμενο και ξένιαστο τρόπο ζωής του.
• σε σύναψη με το επίρρημα ἅμα:
ΠΛ Πολ 468d ἅμα τῷ τιμᾶσθαι καὶ τὴν ἰσχὺν αὐξήσει || μαζί με την αναγνώριση θα του αυξήσει και τη δύναμή του.
§4.27. Το έναρθρο απαρέμφατο χρησιμοποιείται, όπως και το άναρθρο, ως επιφώνημα:
ΞΕΝ ΚΠαιδ 2.2.4 τῆς τύχης, τὸ ἐμὲ νῦν κληθέντα δεῦρο τυχεῖν τι ατυχία! Να είμαι καλεσμένος τώρα εδώ!
Κυριακή 9 Απριλίου 2023
Η Ελληνική Αρχαιότητα: Πόλεμος - Πολιτική - Πολιτισμός Ι. ΑΡΧΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ
Κολοφών της Ιωνίας ή Ελέα της Κάτω Ιταλίας, ύστερος 6ος αιώνας
Ο Ξενοφάνης απήγγειλε μια ελεγεία που αναφερόταν στην ίδια τη συμποτική πράξη και τις συνθήκες της. Το ποίημα αποτελεί την πρωιμότερη διαθέσιμη πηγή για την οργάνωση των αριστοκρατικών συμποσίων:
Τώρα το δάπεδο είναι καθαρό κι όλων τα χέρια επίσης - ομοίως οι κύλικες.
Ένας κοσμεί αρμονικά τα κεφάλια μας με πλεγμένα στεφάνια
και άλλος εύοσμο μύρο από φιάλη μάς προσφέρει.
Ο κρατήρας στέκεται γεμάτος τη χαρά μας.
Κι άλλο κρασί είναι έτοιμο -ποτέ δεν θα μας λείψει-
κρασί γλυκό σε πήλινα αγγειά και που μοσχομυρίζει άνθη.
Το λιβάνι, στο κέντρο, αναδίδει αγνή μυρωδιά
και το νερό είναι ψυχρό κι ευχάριστο και καθαρό.
Δίπλα μας βρίσκονται καρβέλια ξανθά και πλούσιο τραπέζι
που βαραίνει απ᾽ το τυρί και το παχύ το μέλι.
Στη μέση ο βωμός με άνθη στολισμένος.
Τραγούδι διαχέεται σ᾽ ολόκληρο το σπίτι - καθώς επίσης και χορός.
Συμπόσια διεξάγονταν στην Ελλάδα από την αρχαϊκή εποχή έως το τέλος της αρχαιότητας και αποτελούσαν δείγματα του ελληνικού τρόπου διασκέδασης. Η ευφρόσυνη ατμόσφαιρα ήταν φανερή σε όλες τις λεπτομέρειες της εκδήλωσης. Οι συμπότες, ξαπλωμένοι σε ανάκλιντρα, στεφανωμένοι με άνθη και αρωματισμένοι, όριζαν έναν κύκλο γύρω από τον στολισμένο βωμό στο κέντρο της συνεστίασης. Λιβάνι έκαιγε στον φρεσκοπλυμένο χώρο. Κοντά στον βωμό έστεκε ο μεγάλος κρατήρας, όπου οι δούλοι αραίωναν τη μεθυστική δύναμη του κρασιού με τέσσερα μέρη δροσερού νερού και κατόπιν κερνούσαν τους συνδαιτυμόνες. Άκρατον οίνο έπιναν μόνο οι θεοί. Σε αυτούς προσφέρονταν οι προκαταρκτικές σπονδές πριν από την έναρξη της οινοποσίας των θνητών. Τα εδέσματα, άλλοτε τόσο απλά όπως ρεβίθια ή ξερά σύκα και άλλοτε πιο πλουσιοπάροχα, ήταν τοποθετημένα σε χαμηλά τραπεζάκια για εύκολη πρόσβαση. Με τον αριστερό αγκώνα ακουμπισμένο στο ανάκλιντρο, οι συμπότες είχαν την ευκαιρία να χρησιμοποιούν το ελεύθερο δεξί τους χέρι για φαγητό, ποτό και εκφραστικές χειρονομίες. Οι πάντες μπορούσαν να παρατηρούν και να σχολιάζουν τους πάντες. Στα πλούσια συμπόσια αυλητρίδες έπαιζαν μουσική, ορχηστρίδες χόρευαν και τραγουδούσαν, εταίρες παρείχαν τα ερωτικά θέλγητρά τους. Αυτές ήταν οι μόνες γυναικείες παρουσίες. Ελεύθερες γυναίκες δεν συμμετείχαν. Τα συμπόσια ήταν υπόθεση ανδρών - και μάλιστα πλουσίων, που είχαν τον χρόνο και την οικονομική δυνατότητα για διασκεδάσεις.
Ο Ξενοφάνης απήγγειλε μια ελεγεία που αναφερόταν στην ίδια τη συμποτική πράξη και τις συνθήκες της. Το ποίημα αποτελεί την πρωιμότερη διαθέσιμη πηγή για την οργάνωση των αριστοκρατικών συμποσίων:
Τώρα το δάπεδο είναι καθαρό κι όλων τα χέρια επίσης - ομοίως οι κύλικες.
Ένας κοσμεί αρμονικά τα κεφάλια μας με πλεγμένα στεφάνια
και άλλος εύοσμο μύρο από φιάλη μάς προσφέρει.
Ο κρατήρας στέκεται γεμάτος τη χαρά μας.
Κι άλλο κρασί είναι έτοιμο -ποτέ δεν θα μας λείψει-
κρασί γλυκό σε πήλινα αγγειά και που μοσχομυρίζει άνθη.
Το λιβάνι, στο κέντρο, αναδίδει αγνή μυρωδιά
και το νερό είναι ψυχρό κι ευχάριστο και καθαρό.
Δίπλα μας βρίσκονται καρβέλια ξανθά και πλούσιο τραπέζι
που βαραίνει απ᾽ το τυρί και το παχύ το μέλι.
Στη μέση ο βωμός με άνθη στολισμένος.
Τραγούδι διαχέεται σ᾽ ολόκληρο το σπίτι - καθώς επίσης και χορός.
Συμπόσια διεξάγονταν στην Ελλάδα από την αρχαϊκή εποχή έως το τέλος της αρχαιότητας και αποτελούσαν δείγματα του ελληνικού τρόπου διασκέδασης. Η ευφρόσυνη ατμόσφαιρα ήταν φανερή σε όλες τις λεπτομέρειες της εκδήλωσης. Οι συμπότες, ξαπλωμένοι σε ανάκλιντρα, στεφανωμένοι με άνθη και αρωματισμένοι, όριζαν έναν κύκλο γύρω από τον στολισμένο βωμό στο κέντρο της συνεστίασης. Λιβάνι έκαιγε στον φρεσκοπλυμένο χώρο. Κοντά στον βωμό έστεκε ο μεγάλος κρατήρας, όπου οι δούλοι αραίωναν τη μεθυστική δύναμη του κρασιού με τέσσερα μέρη δροσερού νερού και κατόπιν κερνούσαν τους συνδαιτυμόνες. Άκρατον οίνο έπιναν μόνο οι θεοί. Σε αυτούς προσφέρονταν οι προκαταρκτικές σπονδές πριν από την έναρξη της οινοποσίας των θνητών. Τα εδέσματα, άλλοτε τόσο απλά όπως ρεβίθια ή ξερά σύκα και άλλοτε πιο πλουσιοπάροχα, ήταν τοποθετημένα σε χαμηλά τραπεζάκια για εύκολη πρόσβαση. Με τον αριστερό αγκώνα ακουμπισμένο στο ανάκλιντρο, οι συμπότες είχαν την ευκαιρία να χρησιμοποιούν το ελεύθερο δεξί τους χέρι για φαγητό, ποτό και εκφραστικές χειρονομίες. Οι πάντες μπορούσαν να παρατηρούν και να σχολιάζουν τους πάντες. Στα πλούσια συμπόσια αυλητρίδες έπαιζαν μουσική, ορχηστρίδες χόρευαν και τραγουδούσαν, εταίρες παρείχαν τα ερωτικά θέλγητρά τους. Αυτές ήταν οι μόνες γυναικείες παρουσίες. Ελεύθερες γυναίκες δεν συμμετείχαν. Τα συμπόσια ήταν υπόθεση ανδρών - και μάλιστα πλουσίων, που είχαν τον χρόνο και την οικονομική δυνατότητα για διασκεδάσεις.
ΤΑΟΪΣΜΟΣ
Ερωτήσεις για τις Εσωτερικές Παραδόσεις
Τι είναι ο Ταοϊσμός;
Ο Ταοϊσμός είναι μια κινεζική φιλοσοφική και θρησκευτική παράδοση που δίνει έμφαση στη ζωή σε αρμονία με το Τάο, ή την απόλυτη πραγματικότητα και αρχή που κρύβεται πίσω από όλα τα πράγματα. Υποστηρίζει την απλότητα, την ταπεινοφροσύνη και τη ζωή σύμφωνα με τη φύση. Το Τάο Τε Τσινγκ, γραμμένο από τον Λάο Τζου, θεωρείται το θεμελιώδες κείμενο του Ταοϊσμού και παρέχει καθοδήγηση για το πώς να ζήσετε μια γεμάτη ζωή σε αρμονία με το Τάο.
Ο Ταοϊσμός είναι μια αρχαία κινεζική φιλοσοφία που δίνει έμφαση στη ζωή σε αρμονία με το Τάο, που είναι η φυσική τάξη του σύμπαντος. Είναι ένα σύστημα πεποιθήσεων που επικεντρώνεται στην κατανόηση της υποκείμενης φύσης της ύπαρξης και στην αναζήτηση ισορροπίας και αρμονίας σε όλες τις πτυχές της ζωής. Η κεντρική ιδέα στον Ταοϊσμό είναι η έννοια του Τάο, η οποία συχνά περιγράφεται ως μια ροή ή μονοπάτι που μπορεί να ακολουθηθεί για να ζήσει μια γεμάτη και ουσιαστική ζωή. Ο Ταοϊσμός αναγνωρίζει ότι υπάρχει μια φυσική ροή προς την ύπαρξη και ενθαρρύνει τα άτομα να ευθυγραμμιστούν με αυτή τη ροή.
Ο Ταοϊσμός συνδέεται συχνά με διάφορες πνευματικές πρακτικές, όπως ο διαλογισμός, η επίγνωση και η καλλιέργεια της εσωτερικής ειρήνης. Είναι επίσης ένα φιλοσοφικό σύστημα που είχε βαθύ αντίκτυπο στον κινεζικό πολιτισμό και επηρέασε άλλες πνευματικές παραδόσεις της Ανατολής όπως ο Κομφουκιανισμός και ο Βουδισμός.
Ο Ταοϊσμός είναι μια πολύπλοκη και πολύπλευρη φιλοσοφία που μπορεί να είναι δύσκολο να κατανοηθεί και να εκτιμηθεί πλήρως. Ωστόσο, συχνά περιγράφεται ως τρόπος ζωής που επικεντρώνεται στην απλότητα, την ταπεινοφροσύνη και την εκτίμηση για τον φυσικό κόσμο. Στον πυρήνα του, ο Ταοϊσμός είναι μια φιλοσοφία που ενθαρρύνει τα άτομα να ζουν σε αρμονία με το σύμπαν και να καλλιεργούν μια βαθιά αίσθηση εσωτερικής ειρήνης και ισορροπίας.
Τι είναι το Tao;
Το Τάο είναι μια έννοια στην αρχαία κινεζική φιλοσοφία που αναφέρεται στη θεμελιώδη φύση του σύμπαντος και στον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν τα πάντα σε αυτό. Συχνά περιγράφεται ως η πηγή όλων των πραγμάτων και η τελική αρχή που βρίσκεται κάτω από κάθε πραγματικότητα. Το Τάο θεωρείται ότι βρίσκεται πέρα από τα όρια της ανθρώπινης γλώσσας και κατανόησης και συχνά συνδέεται με έννοιες όπως το κενό, η ακινησία και η ενότητα. Το Τάο είναι κεντρικό στη φιλοσοφία του Ταοϊσμού, ο οποίος επιδιώκει να καλλιεργήσει μια αρμονική σχέση μεταξύ του ατόμου και του Τάο μέσω πρακτικών όπως ο διαλογισμός, η αυτο-καλλιέργεια και η ζωή σύμφωνα με τη φύση.
Το Tao είναι μια κινεζική λέξη που σημαίνει «ο δρόμος» ή «μονοπάτι». Είναι μια κεντρική έννοια στον Ταοϊσμό, μια φιλοσοφική και θρησκευτική παράδοση που ξεκίνησε στην αρχαία Κίνα. Το Τάο περιγράφεται συχνά ως μια άπιαστη και μυστηριώδης δύναμη που βρίσκεται κάτω από τον φυσικό κόσμο και διέπει όλη την ύπαρξη.
Το Τάο θεωρείται η πηγή όλης της δημιουργίας και η απόλυτη πραγματικότητα πίσω από όλα τα πράγματα. Θεωρείται ως μια δύναμη που δεν μπορεί να οριστεί ή να περιγραφεί, αλλά μπορεί να βιωθεί ή να πραγματοποιηθεί μόνο μέσω του στοχασμού και της ενδοσκόπησης. Στον Ταοϊσμό, η επιδίωξη της κατανόησης και του συντονισμού με το Τάο πιστεύεται ότι φέρνει ειρήνη, αρμονία και απόλυτη εκπλήρωση.
Το Τάο συνδέεται επίσης στενά με την έννοια του Γου Γουέι, ή της μη δράσης, που είναι η ιδέα ότι κάποιος πρέπει να ενεργεί σύμφωνα με τη φυσική ροή του σύμπαντος και να αποφεύγει κάθε περιττή παρέμβαση. Αυτό σημαίνει ότι κάποιος πρέπει να ζει σε αρμονία με τον φυσικό κόσμο και να αφήνει τα πράγματα να εξελιχθούν όπως θέλουν, χωρίς να προσπαθεί να επιβάλει τη δική του θέληση ή να ελέγξει το αποτέλεσμα.
Το Τάο θεωρείται και έμφυτο και υπερβατικό, που υπάρχει μέσα στον κόσμο και πέρα από αυτόν. Θεωρείται ως η απόλυτη πηγή όλης της ζωής και της ζωτικότητας, και ως η κατευθυντήρια αρχή πίσω από όλες τις φυσικές διεργασίες. Με αυτή την έννοια, το Τάο θεωρείται ως μια καθολική αρχή που διαπερνά όλα τα πράγματα και είναι προσβάσιμο σε όποιον επιδιώκει να το κατανοήσει.
Τι σημαίνει «ζω σε αρμονία με το Τάο»;
Το να ζεις σε αρμονία με το Τάο σημαίνει να ευθυγραμμιστείς με τη φυσική ροή και την ισορροπία του σύμπαντος, όπως περιγράφεται στην Ταοϊστική φιλοσοφία. Περιλαμβάνει να εγκαταλείψουμε την προσκόλληση στις προσωπικές επιθυμίες και το εγώ και να ενεργούμε με τρόπο που είναι σε αρμονία με τις βασικές αρχές του σύμπαντος, όπως η απλότητα, η ταπεινοφροσύνη και η συμπόνια. Κάνοντας αυτό, μπορεί κανείς να βιώσει εσωτερική γαλήνη, ικανοποίηση και αίσθηση ενότητας με όλα τα πράγματα.
Το «Ζώντας σε αρμονία με το Τάο» είναι μια έννοια στον Ταοϊσμό, που είναι μια φιλοσοφική και θρησκευτική παράδοση που προέρχεται από την αρχαία Κίνα. Το Τάο περιγράφεται συχνά ως η τελική αρχή που βρίσκεται κάτω από κάθε ύπαρξη, η πηγή των πάντων στο σύμπαν και η απόλυτη πραγματικότητα που δεν μπορεί να οριστεί ή να κατανοηθεί από το ανθρώπινο μυαλό.
Το να ζεις σε αρμονία με το Τάο σημαίνει να ευθυγραμμίζεις τις σκέψεις, τα λόγια και τις πράξεις σου με τη φυσική ροή της ζωής. Αυτό απαιτεί βαθιά κατανόηση του Τάο και προθυμία να ακολουθήσουμε τις αρχές του, συμπεριλαμβανομένης της ισορροπίας, της απλότητας, της ταπεινοφροσύνης και της συμπόνιας. Το να ζεις σε αρμονία με το Τάο περιλαμβάνει μια ζωή που είναι σε αρμονία με τη φύση και τους κύκλους του σύμπαντος, αντί να προσπαθείς να ελέγξεις ή να χειραγωγήσεις τον κόσμο.
Απαιτεί από ένα άτομο να αγκαλιάσει την παρούσα στιγμή, να εγκαταλείψει τις ανησυχίες και τους φόβους και να εμπιστευτεί ότι όλα θα γίνουν όπως πρέπει. Αυτή η κατάσταση του νου θεωρείται κλειδί για την εσωτερική γαλήνη, την ευτυχία και την εκπλήρωση. Το να ζεις σε αρμονία με το Τάο σημαίνει να ζεις μια ζωή που είναι σε ισορροπία με το σύμπαν και να επιτρέπεις στο Τάο να καθοδηγεί και να διαμορφώνει τη ζωή κάποιου.
Τι είναι το "Wu Wei, ή μη δράση";
Το Wu Wei είναι μια έννοια στον Ταοϊσμό που αναφέρεται στην πρακτική της μη δράσης ή της μη παρέμβασης. Είναι η ιδέα ότι μερικές φορές, ο καλύτερος τρόπος δράσης είναι να αφήνεις τα πράγματα να εξελιχθούν φυσικά και να μην επιβάλλουν τα αποτελέσματα. Αυτό μπορεί να θεωρηθεί ως μια μορφή αποδοχής, εγκατάλειψης και εμπιστοσύνης στη φυσική ροή των πραγμάτων. Ο στόχος είναι να ευθυγραμμιστεί κανείς με τη φυσική τάξη του σύμπαντος και να μειώσει το άγχος και την αντίσταση.
Το Γου Γουέι, γνωστό και ως μη δράση, είναι μια έννοια στον Ταοϊσμό που αναφέρεται στο να αφήνουμε τα πράγματα να συμβαίνουν φυσικά και χωρίς να τα επιβάλλουμε ή να τα ελέγχουμε. Πρόκειται για την αγκαλιά μιας κατάστασης ύπαρξης που επιτρέπει στα γεγονότα να εκτυλίσσονται χωρίς αντίσταση ή χειραγώγηση. Η ιδέα είναι να εγκαταλείψουμε την προσπάθεια να ελέγξουμε κάθε πτυχή της ζωής και αντί να επιτρέψουμε τη φυσική ροή των γεγονότων να συμβεί, απελευθερώνοντας τον εαυτό μας από το άγχος και την ένταση. Αυτή η έννοια ενθαρρύνει την αρμονία και την ανάπτυξη.
Το Γου Γουέι δεν έχει να κάνει με το να είσαι παθητικός ή αδρανής, αλλά μάλλον μια κατάσταση ύπαρξης που λειτουργεί σε αρμονία με τον φυσικό κόσμο και τα γεγονότα του. Είναι ένας τρόπος ζωής στην παρούσα στιγμή, με μια στάση παράδοσης, εμπιστοσύνης και αποχώρησης.
Τι σημαίνει «να ευθυγραμμίζει κανείς τις σκέψεις, τα λόγια και τις πράξεις του με τη φυσική ροή της ζωής», στον Ταοϊσμό;
Στον Ταοϊσμό, η ευθυγράμμιση των σκέψεων, των λόγων και των πράξεών του με τη φυσική ροή της ζωής σημαίνει να ζει σε αρμονία με τον φυσικό κόσμο. Αυτό σημαίνει να προσέχει κανείς τις σκέψεις, τον λόγο και τις πράξεις του και να διασφαλίζει ότι είναι σύμφωνες με τον φυσικό ρυθμό της ζωής. Σημαίνει να εγκαταλείψουμε την επιθυμία να ελέγξουμε και να χειραγωγήσουμε τα γεγονότα και αντί να επιτρέψουμε στη ζωή να ξεδιπλωθεί με τον δικό της τρόπο. Όταν οι σκέψεις, τα λόγια και οι πράξεις κάποιου είναι σε αρμονία με τη φυσική ροή, υπάρχει μια αίσθηση γαλήνης και ικανοποίησης, καθώς δεν αγωνίζεται ενάντια στη φυσική τάξη πραγμάτων. Σημαίνει να είσαι παρών στη στιγμή, να αποδέχεσαι αυτό που υπάρχει και να αγκαλιάζεις τη φυσική άμπωτη και τη ροή της ζωής χωρίς αντίσταση. Με αυτόν τον τρόπο, η ευθυγράμμιση των σκέψεων, των λόγων και των πράξεών του με τη φυσική ροή είναι ένας τρόπος ζωής σε ισορροπία και αρμονία με τον κόσμο γύρω μας.
Στον Ταοϊσμό, η ευθυγράμμιση των σκέψεων, των λόγων και των πράξεών του με τη φυσική ροή της ζωής είναι μια κεντρική έννοια. Αυτό σημαίνει να ζεις σε αρμονία με τους φυσικούς νόμους και αρχές που διέπουν το σύμπαν και να αποδέχεσαι τη φυσική ροή των γεγονότων χωρίς αντίσταση ή χειραγώγηση. Η ιδέα είναι να επιτρέψουμε στη φυσική διαδικασία να ξεδιπλωθεί, αντί να προσπαθήσουμε να την ελέγξουμε ή να την κατευθύνουμε. Με την ευθυγράμμιση με τη φυσική ροή της ζωής, μπορεί κανείς να καλλιεργήσει την εσωτερική γαλήνη, τη διαύγεια και τη σοφία.
Πρακτικά, η ευθυγράμμιση με τη φυσική ροή της ζωής απαιτεί μια βαθιά κατανόηση του εαυτού μας και του κόσμου γύρω μας. Περιλαμβάνει την ανάπτυξη μιας εσωτερικής επίγνωσης της παρούσας στιγμής και μιας αίσθησης εμπιστοσύνης στις φυσικές διαδικασίες που διέπουν το σύμπαν. Αυτό σημαίνει να είσαι ανοιχτός σε νέες εμπειρίες και ευκαιρίες, χωρίς να προσπαθείς να τις ελέγξεις ή να τις χειραγωγήσεις. Περιλαμβάνει επίσης να προσέχει κανείς τις σκέψεις, τα λόγια και τις πράξεις του και να διασφαλίζει ότι ευθυγραμμίζονται με τη φυσική ροή της ζωής και όχι ενάντια σε αυτήν.
Ζώντας σε ευθυγράμμιση με τη φυσική ροή της ζωής, μπορεί κανείς να καλλιεργήσει μια αίσθηση ισορροπίας και αρμονίας μέσα στον εαυτό του και στις σχέσεις του με τους άλλους. Αυτό επιτρέπει μια πιο χαλαρή, ικανοποιητική και πληρέστερη ύπαρξη, όπου κάποιος είναι απαλλαγμένος από άγχος και ένταση και μπορεί να ζήσει την παρούσα στιγμή με ανοιχτό μυαλό και καρδιά.
Τι σημαίνει «κατάσταση εσωτερικής ειρήνης και αρμονίας, όπου κάποιος είναι ικανοποιημένος με ό,τι υπάρχει και εμπιστεύεται την εξέλιξη της ζωής» στον Ταοϊσμό;
Στον Ταοϊσμό, αυτή η κατάσταση εσωτερικής ειρήνης και αρμονίας αναφέρεται στην έννοια του " wu-wei ", που σημαίνει "δεν κάνει" ή "αβίαστη δράση". Είναι μια κατάσταση στην οποία κάποιος αφήνει τον έλεγχο των αποτελεσμάτων και αντ' αυτού εμπιστεύεται τη φυσική ροή της ζωής, ικανοποιημένος με αυτό που υπάρχει και βρίσκοντας ειρήνη μέσα του. Αυτή η εσωτερική γαλήνη επιτρέπει σε κάποιον να ζήσει σε αρμονία με το Τάο (την απόλυτη πραγματικότητα και αρχή που κρύβεται πίσω από όλα τα πράγματα) και να επιτύχει ισορροπία και πληρότητα στη ζωή.
Στον Ταοϊσμό, η κατάσταση της εσωτερικής ειρήνης και αρμονίας αναφέρεται ως Wu Wei, που σημαίνει «μη δράση» ή «αβίαστη δράση». Είναι μια κατάσταση του νου, όπου κάποιος μπορεί να αφήσει τις όποιες προκαταλήψεις και προσδοκίες, και αντ' αυτού, αποδέχεται τη ζωή όπως είναι. Αυτή η αποδοχή συνδυάζεται με μια βαθιά εμπιστοσύνη στη φυσική ροή της ζωής και την κατανόηση ότι όλα συμβαίνουν για κάποιο λόγο.
Στο Wu Wei, κανείς είναι ελεύθερος από την ψυχική και συναισθηματική αναταραχή που συχνά μαστίζει την ανθρώπινη ζωή. Υπάρχει μια αίσθηση ηρεμίας και ικανοποίησης που διαπερνά όλες τις πτυχές της ζωής και μπορεί κανείς να προσεγγίσει κάθε στιγμή με γαλήνη και γαλήνη. Αυτή η κατάσταση του νου θεωρείται απαραίτητη για την επίτευξη ενός υψηλότερου επιπέδου πνευματικής φώτισης και τη σύνδεση με το Τάο, ή την απόλυτη αλήθεια και πραγματικότητα της ύπαρξης.
Για να επιτύχει κανείς το Γου Γουέι, πρέπει να εξασκηθεί στη συνείδηση, τον διαλογισμό και τον αυτοστοχασμό, που βοηθούν να ηρεμήσει το μυαλό και να φέρει ισορροπία στο σώμα και το πνεύμα. Είναι επίσης σημαντικό να καλλιεργήσετε μια αίσθηση συμπόνιας, σοφίας και αποστασιοποίησης, καθώς αυτά τα χαρακτηριστικά βοηθούν κάποιον να ξεπεράσει τις επιθυμίες που καθοδηγούνται από το εγώ που μπορούν να διαταράξουν την εσωτερική ειρήνη και αρμονία.
Συμπερασματικά, το Wu Wei αντιπροσωπεύει μια αρμονική κατάσταση ύπαρξης στην οποία κάποιος είναι σε θέση να ευθυγραμμιστεί με τη φυσική ροή της ζωής και να βιώσει εσωτερική γαλήνη, ικανοποίηση και χαρά. Είναι μια κατάσταση ύπαρξης που εκτιμάται ιδιαίτερα στον Ταοϊσμό και που θεωρείται ως ο απώτερος στόχος της πνευματικής ανάπτυξης.
Ποιος είναι ο υπέρτατος σκοπός του ανθρώπου, στον Ταοϊσμό;
Στον Ταοϊσμό, ο υπέρτατος σκοπός του ανθρώπου είναι να επιτύχει αρμονία και ισορροπία με το Τάο (την απόλυτη πραγματικότητα και τρόπο του σύμπαντος). Αυτό μπορεί να γίνει ζώντας μια απλή και φυσική ζωή, ασκώντας ταπεινότητα και ακολουθώντας τις αρχές του Τάο Τε Τσινγκ, όπως η μη δράση και η μη παρέμβαση. Ο απώτερος στόχος είναι να επιτύχουμε ενότητα με το Τάο και να βιώσουμε την αιώνια ειρήνη και ικανοποίηση.
Στον Ταοϊσμό, ο απώτερος σκοπός του ανθρώπου είναι να επιτύχει αρμονία με το Τάο (την απόλυτη πραγματικότητα και την πηγή κάθε ύπαρξης) και να ζήσει σύμφωνα με τους φυσικούς του νόμους. Αυτό περιλαμβάνει το να αγκαλιάζει κανείς την απλότητα, την ταπεινοφροσύνη και τη συμπόνια στη ζωή του και να ακολουθεί ένα μονοπάτι αυτογνωσίας, αυτοκαλλιέργειας και πνευματικής ανάπτυξης. Ο στόχος δεν είναι να επιτύχει κάποια εξωτερική ή υλική ανταμοιβή, αλλά να ζήσει σε αρμονία με τον εαυτό του και τον κόσμο και να βιώσει εσωτερική γαλήνη και ικανοποίηση.
Οι Ταοϊστές πιστεύουν ότι επιτυγχάνοντας αρμονία με το Τάο, μπορεί κανείς να ξεπεράσει τους περιορισμούς του φυσικού κόσμου και να γίνει ένα με το σύμπαν. Αυτή η κατάσταση είναι γνωστή ως η κατάσταση του wu-wei, ή αβίαστη δράση, όπου οι ενέργειες και οι αποφάσεις κάποιου καθοδηγούνται από τη φυσική ροή του Τάο.
Συνοψίζοντας, ο υπέρτατος σκοπός του ανθρώπου στον Ταοϊσμό είναι να καλλιεργήσει τον εσωτερικό εαυτό του και να ευθυγραμμιστεί με τη φυσική ροή του σύμπαντος, με αποτέλεσμα μια κατάσταση ειρήνης, ισορροπίας και αρμονίας με τον κόσμο.
Τι είναι ο Ταοϊσμός;
Ο Ταοϊσμός είναι μια κινεζική φιλοσοφική και θρησκευτική παράδοση που δίνει έμφαση στη ζωή σε αρμονία με το Τάο, ή την απόλυτη πραγματικότητα και αρχή που κρύβεται πίσω από όλα τα πράγματα. Υποστηρίζει την απλότητα, την ταπεινοφροσύνη και τη ζωή σύμφωνα με τη φύση. Το Τάο Τε Τσινγκ, γραμμένο από τον Λάο Τζου, θεωρείται το θεμελιώδες κείμενο του Ταοϊσμού και παρέχει καθοδήγηση για το πώς να ζήσετε μια γεμάτη ζωή σε αρμονία με το Τάο.
Ο Ταοϊσμός είναι μια αρχαία κινεζική φιλοσοφία που δίνει έμφαση στη ζωή σε αρμονία με το Τάο, που είναι η φυσική τάξη του σύμπαντος. Είναι ένα σύστημα πεποιθήσεων που επικεντρώνεται στην κατανόηση της υποκείμενης φύσης της ύπαρξης και στην αναζήτηση ισορροπίας και αρμονίας σε όλες τις πτυχές της ζωής. Η κεντρική ιδέα στον Ταοϊσμό είναι η έννοια του Τάο, η οποία συχνά περιγράφεται ως μια ροή ή μονοπάτι που μπορεί να ακολουθηθεί για να ζήσει μια γεμάτη και ουσιαστική ζωή. Ο Ταοϊσμός αναγνωρίζει ότι υπάρχει μια φυσική ροή προς την ύπαρξη και ενθαρρύνει τα άτομα να ευθυγραμμιστούν με αυτή τη ροή.
Ο Ταοϊσμός συνδέεται συχνά με διάφορες πνευματικές πρακτικές, όπως ο διαλογισμός, η επίγνωση και η καλλιέργεια της εσωτερικής ειρήνης. Είναι επίσης ένα φιλοσοφικό σύστημα που είχε βαθύ αντίκτυπο στον κινεζικό πολιτισμό και επηρέασε άλλες πνευματικές παραδόσεις της Ανατολής όπως ο Κομφουκιανισμός και ο Βουδισμός.
Ο Ταοϊσμός είναι μια πολύπλοκη και πολύπλευρη φιλοσοφία που μπορεί να είναι δύσκολο να κατανοηθεί και να εκτιμηθεί πλήρως. Ωστόσο, συχνά περιγράφεται ως τρόπος ζωής που επικεντρώνεται στην απλότητα, την ταπεινοφροσύνη και την εκτίμηση για τον φυσικό κόσμο. Στον πυρήνα του, ο Ταοϊσμός είναι μια φιλοσοφία που ενθαρρύνει τα άτομα να ζουν σε αρμονία με το σύμπαν και να καλλιεργούν μια βαθιά αίσθηση εσωτερικής ειρήνης και ισορροπίας.
Τι είναι το Tao;
Το Τάο είναι μια έννοια στην αρχαία κινεζική φιλοσοφία που αναφέρεται στη θεμελιώδη φύση του σύμπαντος και στον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν τα πάντα σε αυτό. Συχνά περιγράφεται ως η πηγή όλων των πραγμάτων και η τελική αρχή που βρίσκεται κάτω από κάθε πραγματικότητα. Το Τάο θεωρείται ότι βρίσκεται πέρα από τα όρια της ανθρώπινης γλώσσας και κατανόησης και συχνά συνδέεται με έννοιες όπως το κενό, η ακινησία και η ενότητα. Το Τάο είναι κεντρικό στη φιλοσοφία του Ταοϊσμού, ο οποίος επιδιώκει να καλλιεργήσει μια αρμονική σχέση μεταξύ του ατόμου και του Τάο μέσω πρακτικών όπως ο διαλογισμός, η αυτο-καλλιέργεια και η ζωή σύμφωνα με τη φύση.
Το Tao είναι μια κινεζική λέξη που σημαίνει «ο δρόμος» ή «μονοπάτι». Είναι μια κεντρική έννοια στον Ταοϊσμό, μια φιλοσοφική και θρησκευτική παράδοση που ξεκίνησε στην αρχαία Κίνα. Το Τάο περιγράφεται συχνά ως μια άπιαστη και μυστηριώδης δύναμη που βρίσκεται κάτω από τον φυσικό κόσμο και διέπει όλη την ύπαρξη.
Το Τάο θεωρείται η πηγή όλης της δημιουργίας και η απόλυτη πραγματικότητα πίσω από όλα τα πράγματα. Θεωρείται ως μια δύναμη που δεν μπορεί να οριστεί ή να περιγραφεί, αλλά μπορεί να βιωθεί ή να πραγματοποιηθεί μόνο μέσω του στοχασμού και της ενδοσκόπησης. Στον Ταοϊσμό, η επιδίωξη της κατανόησης και του συντονισμού με το Τάο πιστεύεται ότι φέρνει ειρήνη, αρμονία και απόλυτη εκπλήρωση.
Το Τάο συνδέεται επίσης στενά με την έννοια του Γου Γουέι, ή της μη δράσης, που είναι η ιδέα ότι κάποιος πρέπει να ενεργεί σύμφωνα με τη φυσική ροή του σύμπαντος και να αποφεύγει κάθε περιττή παρέμβαση. Αυτό σημαίνει ότι κάποιος πρέπει να ζει σε αρμονία με τον φυσικό κόσμο και να αφήνει τα πράγματα να εξελιχθούν όπως θέλουν, χωρίς να προσπαθεί να επιβάλει τη δική του θέληση ή να ελέγξει το αποτέλεσμα.
Το Τάο θεωρείται και έμφυτο και υπερβατικό, που υπάρχει μέσα στον κόσμο και πέρα από αυτόν. Θεωρείται ως η απόλυτη πηγή όλης της ζωής και της ζωτικότητας, και ως η κατευθυντήρια αρχή πίσω από όλες τις φυσικές διεργασίες. Με αυτή την έννοια, το Τάο θεωρείται ως μια καθολική αρχή που διαπερνά όλα τα πράγματα και είναι προσβάσιμο σε όποιον επιδιώκει να το κατανοήσει.
Τι σημαίνει «ζω σε αρμονία με το Τάο»;
Το να ζεις σε αρμονία με το Τάο σημαίνει να ευθυγραμμιστείς με τη φυσική ροή και την ισορροπία του σύμπαντος, όπως περιγράφεται στην Ταοϊστική φιλοσοφία. Περιλαμβάνει να εγκαταλείψουμε την προσκόλληση στις προσωπικές επιθυμίες και το εγώ και να ενεργούμε με τρόπο που είναι σε αρμονία με τις βασικές αρχές του σύμπαντος, όπως η απλότητα, η ταπεινοφροσύνη και η συμπόνια. Κάνοντας αυτό, μπορεί κανείς να βιώσει εσωτερική γαλήνη, ικανοποίηση και αίσθηση ενότητας με όλα τα πράγματα.
Το «Ζώντας σε αρμονία με το Τάο» είναι μια έννοια στον Ταοϊσμό, που είναι μια φιλοσοφική και θρησκευτική παράδοση που προέρχεται από την αρχαία Κίνα. Το Τάο περιγράφεται συχνά ως η τελική αρχή που βρίσκεται κάτω από κάθε ύπαρξη, η πηγή των πάντων στο σύμπαν και η απόλυτη πραγματικότητα που δεν μπορεί να οριστεί ή να κατανοηθεί από το ανθρώπινο μυαλό.
Το να ζεις σε αρμονία με το Τάο σημαίνει να ευθυγραμμίζεις τις σκέψεις, τα λόγια και τις πράξεις σου με τη φυσική ροή της ζωής. Αυτό απαιτεί βαθιά κατανόηση του Τάο και προθυμία να ακολουθήσουμε τις αρχές του, συμπεριλαμβανομένης της ισορροπίας, της απλότητας, της ταπεινοφροσύνης και της συμπόνιας. Το να ζεις σε αρμονία με το Τάο περιλαμβάνει μια ζωή που είναι σε αρμονία με τη φύση και τους κύκλους του σύμπαντος, αντί να προσπαθείς να ελέγξεις ή να χειραγωγήσεις τον κόσμο.
Απαιτεί από ένα άτομο να αγκαλιάσει την παρούσα στιγμή, να εγκαταλείψει τις ανησυχίες και τους φόβους και να εμπιστευτεί ότι όλα θα γίνουν όπως πρέπει. Αυτή η κατάσταση του νου θεωρείται κλειδί για την εσωτερική γαλήνη, την ευτυχία και την εκπλήρωση. Το να ζεις σε αρμονία με το Τάο σημαίνει να ζεις μια ζωή που είναι σε ισορροπία με το σύμπαν και να επιτρέπεις στο Τάο να καθοδηγεί και να διαμορφώνει τη ζωή κάποιου.
Τι είναι το "Wu Wei, ή μη δράση";
Το Wu Wei είναι μια έννοια στον Ταοϊσμό που αναφέρεται στην πρακτική της μη δράσης ή της μη παρέμβασης. Είναι η ιδέα ότι μερικές φορές, ο καλύτερος τρόπος δράσης είναι να αφήνεις τα πράγματα να εξελιχθούν φυσικά και να μην επιβάλλουν τα αποτελέσματα. Αυτό μπορεί να θεωρηθεί ως μια μορφή αποδοχής, εγκατάλειψης και εμπιστοσύνης στη φυσική ροή των πραγμάτων. Ο στόχος είναι να ευθυγραμμιστεί κανείς με τη φυσική τάξη του σύμπαντος και να μειώσει το άγχος και την αντίσταση.
Το Γου Γουέι, γνωστό και ως μη δράση, είναι μια έννοια στον Ταοϊσμό που αναφέρεται στο να αφήνουμε τα πράγματα να συμβαίνουν φυσικά και χωρίς να τα επιβάλλουμε ή να τα ελέγχουμε. Πρόκειται για την αγκαλιά μιας κατάστασης ύπαρξης που επιτρέπει στα γεγονότα να εκτυλίσσονται χωρίς αντίσταση ή χειραγώγηση. Η ιδέα είναι να εγκαταλείψουμε την προσπάθεια να ελέγξουμε κάθε πτυχή της ζωής και αντί να επιτρέψουμε τη φυσική ροή των γεγονότων να συμβεί, απελευθερώνοντας τον εαυτό μας από το άγχος και την ένταση. Αυτή η έννοια ενθαρρύνει την αρμονία και την ανάπτυξη.
Το Γου Γουέι δεν έχει να κάνει με το να είσαι παθητικός ή αδρανής, αλλά μάλλον μια κατάσταση ύπαρξης που λειτουργεί σε αρμονία με τον φυσικό κόσμο και τα γεγονότα του. Είναι ένας τρόπος ζωής στην παρούσα στιγμή, με μια στάση παράδοσης, εμπιστοσύνης και αποχώρησης.
Τι σημαίνει «να ευθυγραμμίζει κανείς τις σκέψεις, τα λόγια και τις πράξεις του με τη φυσική ροή της ζωής», στον Ταοϊσμό;
Στον Ταοϊσμό, η ευθυγράμμιση των σκέψεων, των λόγων και των πράξεών του με τη φυσική ροή της ζωής σημαίνει να ζει σε αρμονία με τον φυσικό κόσμο. Αυτό σημαίνει να προσέχει κανείς τις σκέψεις, τον λόγο και τις πράξεις του και να διασφαλίζει ότι είναι σύμφωνες με τον φυσικό ρυθμό της ζωής. Σημαίνει να εγκαταλείψουμε την επιθυμία να ελέγξουμε και να χειραγωγήσουμε τα γεγονότα και αντί να επιτρέψουμε στη ζωή να ξεδιπλωθεί με τον δικό της τρόπο. Όταν οι σκέψεις, τα λόγια και οι πράξεις κάποιου είναι σε αρμονία με τη φυσική ροή, υπάρχει μια αίσθηση γαλήνης και ικανοποίησης, καθώς δεν αγωνίζεται ενάντια στη φυσική τάξη πραγμάτων. Σημαίνει να είσαι παρών στη στιγμή, να αποδέχεσαι αυτό που υπάρχει και να αγκαλιάζεις τη φυσική άμπωτη και τη ροή της ζωής χωρίς αντίσταση. Με αυτόν τον τρόπο, η ευθυγράμμιση των σκέψεων, των λόγων και των πράξεών του με τη φυσική ροή είναι ένας τρόπος ζωής σε ισορροπία και αρμονία με τον κόσμο γύρω μας.
Στον Ταοϊσμό, η ευθυγράμμιση των σκέψεων, των λόγων και των πράξεών του με τη φυσική ροή της ζωής είναι μια κεντρική έννοια. Αυτό σημαίνει να ζεις σε αρμονία με τους φυσικούς νόμους και αρχές που διέπουν το σύμπαν και να αποδέχεσαι τη φυσική ροή των γεγονότων χωρίς αντίσταση ή χειραγώγηση. Η ιδέα είναι να επιτρέψουμε στη φυσική διαδικασία να ξεδιπλωθεί, αντί να προσπαθήσουμε να την ελέγξουμε ή να την κατευθύνουμε. Με την ευθυγράμμιση με τη φυσική ροή της ζωής, μπορεί κανείς να καλλιεργήσει την εσωτερική γαλήνη, τη διαύγεια και τη σοφία.
Πρακτικά, η ευθυγράμμιση με τη φυσική ροή της ζωής απαιτεί μια βαθιά κατανόηση του εαυτού μας και του κόσμου γύρω μας. Περιλαμβάνει την ανάπτυξη μιας εσωτερικής επίγνωσης της παρούσας στιγμής και μιας αίσθησης εμπιστοσύνης στις φυσικές διαδικασίες που διέπουν το σύμπαν. Αυτό σημαίνει να είσαι ανοιχτός σε νέες εμπειρίες και ευκαιρίες, χωρίς να προσπαθείς να τις ελέγξεις ή να τις χειραγωγήσεις. Περιλαμβάνει επίσης να προσέχει κανείς τις σκέψεις, τα λόγια και τις πράξεις του και να διασφαλίζει ότι ευθυγραμμίζονται με τη φυσική ροή της ζωής και όχι ενάντια σε αυτήν.
Ζώντας σε ευθυγράμμιση με τη φυσική ροή της ζωής, μπορεί κανείς να καλλιεργήσει μια αίσθηση ισορροπίας και αρμονίας μέσα στον εαυτό του και στις σχέσεις του με τους άλλους. Αυτό επιτρέπει μια πιο χαλαρή, ικανοποιητική και πληρέστερη ύπαρξη, όπου κάποιος είναι απαλλαγμένος από άγχος και ένταση και μπορεί να ζήσει την παρούσα στιγμή με ανοιχτό μυαλό και καρδιά.
Τι σημαίνει «κατάσταση εσωτερικής ειρήνης και αρμονίας, όπου κάποιος είναι ικανοποιημένος με ό,τι υπάρχει και εμπιστεύεται την εξέλιξη της ζωής» στον Ταοϊσμό;
Στον Ταοϊσμό, αυτή η κατάσταση εσωτερικής ειρήνης και αρμονίας αναφέρεται στην έννοια του " wu-wei ", που σημαίνει "δεν κάνει" ή "αβίαστη δράση". Είναι μια κατάσταση στην οποία κάποιος αφήνει τον έλεγχο των αποτελεσμάτων και αντ' αυτού εμπιστεύεται τη φυσική ροή της ζωής, ικανοποιημένος με αυτό που υπάρχει και βρίσκοντας ειρήνη μέσα του. Αυτή η εσωτερική γαλήνη επιτρέπει σε κάποιον να ζήσει σε αρμονία με το Τάο (την απόλυτη πραγματικότητα και αρχή που κρύβεται πίσω από όλα τα πράγματα) και να επιτύχει ισορροπία και πληρότητα στη ζωή.
Στον Ταοϊσμό, η κατάσταση της εσωτερικής ειρήνης και αρμονίας αναφέρεται ως Wu Wei, που σημαίνει «μη δράση» ή «αβίαστη δράση». Είναι μια κατάσταση του νου, όπου κάποιος μπορεί να αφήσει τις όποιες προκαταλήψεις και προσδοκίες, και αντ' αυτού, αποδέχεται τη ζωή όπως είναι. Αυτή η αποδοχή συνδυάζεται με μια βαθιά εμπιστοσύνη στη φυσική ροή της ζωής και την κατανόηση ότι όλα συμβαίνουν για κάποιο λόγο.
Στο Wu Wei, κανείς είναι ελεύθερος από την ψυχική και συναισθηματική αναταραχή που συχνά μαστίζει την ανθρώπινη ζωή. Υπάρχει μια αίσθηση ηρεμίας και ικανοποίησης που διαπερνά όλες τις πτυχές της ζωής και μπορεί κανείς να προσεγγίσει κάθε στιγμή με γαλήνη και γαλήνη. Αυτή η κατάσταση του νου θεωρείται απαραίτητη για την επίτευξη ενός υψηλότερου επιπέδου πνευματικής φώτισης και τη σύνδεση με το Τάο, ή την απόλυτη αλήθεια και πραγματικότητα της ύπαρξης.
Για να επιτύχει κανείς το Γου Γουέι, πρέπει να εξασκηθεί στη συνείδηση, τον διαλογισμό και τον αυτοστοχασμό, που βοηθούν να ηρεμήσει το μυαλό και να φέρει ισορροπία στο σώμα και το πνεύμα. Είναι επίσης σημαντικό να καλλιεργήσετε μια αίσθηση συμπόνιας, σοφίας και αποστασιοποίησης, καθώς αυτά τα χαρακτηριστικά βοηθούν κάποιον να ξεπεράσει τις επιθυμίες που καθοδηγούνται από το εγώ που μπορούν να διαταράξουν την εσωτερική ειρήνη και αρμονία.
Συμπερασματικά, το Wu Wei αντιπροσωπεύει μια αρμονική κατάσταση ύπαρξης στην οποία κάποιος είναι σε θέση να ευθυγραμμιστεί με τη φυσική ροή της ζωής και να βιώσει εσωτερική γαλήνη, ικανοποίηση και χαρά. Είναι μια κατάσταση ύπαρξης που εκτιμάται ιδιαίτερα στον Ταοϊσμό και που θεωρείται ως ο απώτερος στόχος της πνευματικής ανάπτυξης.
Ποιος είναι ο υπέρτατος σκοπός του ανθρώπου, στον Ταοϊσμό;
Στον Ταοϊσμό, ο υπέρτατος σκοπός του ανθρώπου είναι να επιτύχει αρμονία και ισορροπία με το Τάο (την απόλυτη πραγματικότητα και τρόπο του σύμπαντος). Αυτό μπορεί να γίνει ζώντας μια απλή και φυσική ζωή, ασκώντας ταπεινότητα και ακολουθώντας τις αρχές του Τάο Τε Τσινγκ, όπως η μη δράση και η μη παρέμβαση. Ο απώτερος στόχος είναι να επιτύχουμε ενότητα με το Τάο και να βιώσουμε την αιώνια ειρήνη και ικανοποίηση.
Στον Ταοϊσμό, ο απώτερος σκοπός του ανθρώπου είναι να επιτύχει αρμονία με το Τάο (την απόλυτη πραγματικότητα και την πηγή κάθε ύπαρξης) και να ζήσει σύμφωνα με τους φυσικούς του νόμους. Αυτό περιλαμβάνει το να αγκαλιάζει κανείς την απλότητα, την ταπεινοφροσύνη και τη συμπόνια στη ζωή του και να ακολουθεί ένα μονοπάτι αυτογνωσίας, αυτοκαλλιέργειας και πνευματικής ανάπτυξης. Ο στόχος δεν είναι να επιτύχει κάποια εξωτερική ή υλική ανταμοιβή, αλλά να ζήσει σε αρμονία με τον εαυτό του και τον κόσμο και να βιώσει εσωτερική γαλήνη και ικανοποίηση.
Οι Ταοϊστές πιστεύουν ότι επιτυγχάνοντας αρμονία με το Τάο, μπορεί κανείς να ξεπεράσει τους περιορισμούς του φυσικού κόσμου και να γίνει ένα με το σύμπαν. Αυτή η κατάσταση είναι γνωστή ως η κατάσταση του wu-wei, ή αβίαστη δράση, όπου οι ενέργειες και οι αποφάσεις κάποιου καθοδηγούνται από τη φυσική ροή του Τάο.
Συνοψίζοντας, ο υπέρτατος σκοπός του ανθρώπου στον Ταοϊσμό είναι να καλλιεργήσει τον εσωτερικό εαυτό του και να ευθυγραμμιστεί με τη φυσική ροή του σύμπαντος, με αποτέλεσμα μια κατάσταση ειρήνης, ισορροπίας και αρμονίας με τον κόσμο.
Χαλίλ Γκιμπράν: Ζείτε την πληρέστερη ζωή σας όταν ονειρεύεστε
Ακμάζετε όταν κοιμάστε και ζείτε την πληρέστερη ζωή σας όταν ονειρεύεστε. Διότι ξοδεύετε όλες τις ημέρες σας ευχαριστώντας γι’ αυτά που πήρατε κατά την ησυχία της νύχτας.
Συχνά συλλογίζεστε και λέτε ότι η νύχτα είναι αφιερωμένη στην ανάπαυση, στην πραγματικότητα, ωστόσο, η νύχτα είναι περίοδος ερευνών και ανακαλύψεων.
Η ημέρα σας δίνει τη δύναμη των γνώσεων και διδάσκει στα δάχτυλά σας πως θα γίνουν επιδέξια στην τέχνη της αποδοχής• αλλά είναι η νύχτα η περίοδος που σας οδηγεί στο θησαυροφυλάκιο της ζωής.
Ο ήλιος διδάσκει σε όλα τα πράγματα τη λαχτάρα του φωτός. Αλλά είναι η νύχτα εκείνη που τα ανυψώνει όλα στα αστέρια.
Η ακινησία της νύχτας είναι πράγματι αυτή που υφαίνει ένα γαμήλιο πέπλο επάνω από τα δέντρα του δάσους και τα λουλούδια του κήπου και ετοιμάζει μετά το γιορταστικό τραπέζι και το γαμήλιο κοιτώνα- και μέσα σε αυτή την ιερή σιωπή συλλαμβάνεται το αύριο στη μήτρα του χρόνου.
Και έτσι είσαστε πάντα μαζί- και έτσι αναζητάτε και ανακαλύπτετε την τροφή και την εκπλήρωση. Και μολονότι σβήνει η ανάμνηση στο ξύπνημά σας την αυγή, το τραπέζι του ονείρου είναι πάντοτε έτοιμο και ο γαμήλιος κοιτώνας περιμένει πάντοτε».
Χαλίλ Γκιμπράν
Συχνά συλλογίζεστε και λέτε ότι η νύχτα είναι αφιερωμένη στην ανάπαυση, στην πραγματικότητα, ωστόσο, η νύχτα είναι περίοδος ερευνών και ανακαλύψεων.
Η ημέρα σας δίνει τη δύναμη των γνώσεων και διδάσκει στα δάχτυλά σας πως θα γίνουν επιδέξια στην τέχνη της αποδοχής• αλλά είναι η νύχτα η περίοδος που σας οδηγεί στο θησαυροφυλάκιο της ζωής.
Ο ήλιος διδάσκει σε όλα τα πράγματα τη λαχτάρα του φωτός. Αλλά είναι η νύχτα εκείνη που τα ανυψώνει όλα στα αστέρια.
Η ακινησία της νύχτας είναι πράγματι αυτή που υφαίνει ένα γαμήλιο πέπλο επάνω από τα δέντρα του δάσους και τα λουλούδια του κήπου και ετοιμάζει μετά το γιορταστικό τραπέζι και το γαμήλιο κοιτώνα- και μέσα σε αυτή την ιερή σιωπή συλλαμβάνεται το αύριο στη μήτρα του χρόνου.
Και έτσι είσαστε πάντα μαζί- και έτσι αναζητάτε και ανακαλύπτετε την τροφή και την εκπλήρωση. Και μολονότι σβήνει η ανάμνηση στο ξύπνημά σας την αυγή, το τραπέζι του ονείρου είναι πάντοτε έτοιμο και ο γαμήλιος κοιτώνας περιμένει πάντοτε».
Χαλίλ Γκιμπράν
Δεν υπάρχει γυρισμός μόλις αφυπνιστείτε
Υπάρχουν πληγές, που αντί να ανοίγουν το δέρμα μας, ανοίγουν τα μάτια μας. Μόλις τα μάτια σας ανοίξουν δεν υπάρχει άλλη επιλογή από το να πάρετε τα σπασμένα θραύσματα της χαμένης ευτυχίας σας και να προσπαθήσετε να ξανά χτίσετε μόνοι σας την αξιοπρέπεια σας. Πρέπει να βρούμε την αυτοεκτίμηση που χρειαζόμαστε για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε με το κεφάλι ψηλά, κοιτώντας σταθερά το μέλλον και όχι το παρελθόν, χωρίς να ικετεύουμε για το αδύνατο.
Η συνειδητοποίηση της πραγματικότητας μιας κατάστασης δεν έρχεται πάντα μετά από ένα επώδυνο γεγονός που μας χτυπά χωρίς προειδοποίηση αναίσθητα. Μερικές φορές συμβαίνει με έναν πιο ήπιο τρόπο, όταν πολλά μικρότερα πράγματα συγχωνεύονται για να φτιάξουν κάτι μεγαλύτερο, σαν μια διακριτική αλλά επίμονη φήμη που στο τέλος μας πείθει για κάτι που ίσως υποπτευόμασταν σχεδόν από την αρχή.
«Η αλήθεια επιμένει και δεν σπάει. Πάντα επιπλέει πάνω από τα ψέματα όπως το λάδι στο νερό» –Miguel de Cervantes-
Μιλώντας από μία πιο πνευματική άποψη, είναι κοινό να μιλήσουμε γι αυτό που είναι γνωστό ως «τρίτο μάτι». Είναι σίγουρα μια ενδιαφέρουσα και ασυνήθιστη έννοια που έχει να κάνει με την ίδια ιδέα. Στον Βουδισμό και στον Ινδουισμό η συνείδηση μας εντοπίζεται σε αυτό το μάτι, όπως και η προσωπική διαίσθηση που μας βοηθά να βιώσουμε την προσωπική αφύπνιση. Μια καινούργια κατάσταση ύπαρξης στην οποία μπορούμε να αντιληφθούμε συγκεκριμένα πράγματα που άλλες φορές μας διέφευγαν.
Αυτό είναι ίσως το μεγαλύτερο πρόβλημα που έχουμε: κοιτάζουμε μα δεν βλέπουμε. Μερικές φορές περνάμε ακολουθώντας την ρουτίνα μας, μέχρι που τελικά γινόμαστε δυσαρεστημένοι. Είναι επίσης αρκετά συνηθισμένο να μένουμε σε σχέσεις όπου δίνουμε τα πάντα χωρίς να συνειδητοποιούμε πως ως αντάλλαγμα παίρνουμε το δισκίο της δυστυχίας.
Το να ανοίξουμε τα μάτια μας σε αυτές τις πραγματικότητες δεν είναι μια απλή αφύπνιση της συνείδησης μας, είναι μια πράξη προσωπικής ευθύνης.
Κοιτάζουμε μα δεν βλέπουμε: είναι καιρός να ανοίξουμε τα μάτια μας
Ήταν ο Αριστοτέλης που είπε πως οι αισθήσεις μας απλώς συλλαμβάνουν την εικόνα του έξω κόσμου ως όλον. Με αυτή την έννοια, θα δούμε την αλήθεια μόνο όταν υπάρχει σαφής προθυμία από την πλευρά μας να το κάνουμε, επειδή τότε είναι που το μυαλό μας συνδέεται αληθινά με όλα όσα μας περιβάλλουν και μας έχουν αποκαλυφθεί.
Η επίτευξη αυτού δεν είναι εύκολη. Χρειάζεται ξεκάθαρη πρόθεση, διαίσθηση, κριτική σκέψη και πάνω από όλα κουράγιο για να δούμε τις καταστάσεις και τις περιστάσεις όπως είναι και όχι όπως θα θέλαμε εμείς να είναι. Το να πω ότι πολλοί από εμάς περπατούμε στη ζωή με τα μάτια δεμένα ακούγεται μάλλον ζοφερό. Ωστόσο, όταν οι άνθρωποι αναζητούν ένα θεραπευτή για να προσπαθήσουν να βρουν την πηγή του άγχους, της κούρασης, της κακής διάθεσης και της απάθειας που παίρνει όλη τους τη ζωτικότητα, τότε εκείνος συνήθως κάνει αρκετές ανακαλύψεις.
Μια από αυτές είναι η πλήρης αντίσταση μας στο να δούμε τα πράγματα όπως είναι. «Ο σύντροφος μου με αγαπάει. Εντάξει, ίσως μερικές φορές μου συμπεριφέρεται πολύ άσχημα, αλλά όταν ξεκαθαρίζουμε τα πράγματα τότε γίνεται πάλι εκείνος ο θαυμάσιος άνθρωπος που με αγαπά τόσο πολύ» ή «Ναι, στο τέλος έπρεπε να λήξω την σχέση μου με εκείνη την κοπέλα επειδή οι γονείς μου δεν την συμπαθούσαν, αλλά πάντα ήξεραν πως ήταν η καλύτερη για εμένα…»
Οι άνθρωποι συχνά αρνούνται να δουν τα πράγματα όπως πραγματικά είναι για πολλούς λόγους: γιατί φοβούνται να δουν τον εαυτό τους όπως είναι στην πραγματικότητα, γιατί φοβούνται να αντιμετωπίσουν την αλήθεια, γιατί φοβούνται την μοναξιά και επειδή δεν ξέρουν πώς να αντιδράσουν. Αυτή η ψυχολογική αντίσταση είναι ένα ψυχικό εμπόδιο: ένας φράκτης που λειτουργεί ως αμυντικός μηχανισμός ο οποίος απομακρύνει την ευτυχία μας.
Δεν μπορούμε να ξεχάσουμε πως η ευτυχία πάνω από όλα είναι δική μας ευθύνη. Επειδή όταν τελικά κρατηθούμε από αυτή, όταν στ΄ αλήθεια ανοίξουμε τα μάτια μας, τότε δεν υπάρχει γυρισμός: είναι καιρός να δράσουμε.
Μάθετε πώς να ανοίξετε τα μάτια σας
Ένας απλός, πρακτικός και χρήσιμός τρόπος για να μάθετε πώς να ανοίξετε τα μάτια σας στην αλήθεια. Αφήστε το μυαλό σας να ξεκουραστεί. Συνειδητοποιούμε πως αυτό ίσως ακούγεται λίγο περίεργο, αλλά δεν είναι θέμα σιγής, απενεργοποίησης ή αφαίρεσης των κλειδιών από την μηχανή της ψυχικής μας διαδικασίας. Σημαίνει απλώς να ηρεμήσετε, κάπως να ενεργοποιήσετε αυτό που αποκαλούν οι Βουδιστές «τρίτο μάτι».
«Τα αληθινά σημαντικά πράγματα είναι πάντα αόρατα στα μάτια μας» – Ο Μικρός Πρίγκιπας (Antoine de Saint-Exupéry)
Θα σας δείξουμε τα βήματα που πρέπει να ακολουθήσετε:
• Βρείτε ένα μέρος για να χαλαρώσετε, ελεύθεροι από κάθε ερέθισμα που οι αισθήσεις σας θα μπορούσαν να αντιληφθούν (ήχοι, μυρωδιές, φυσικές αισθήσεις του κρύου ή κάθε είδους πίεσης).
• Όταν προσπαθούμε να ησυχάσουμε το μυαλό, είναι αρκετά φυσιολογικό πως ενοχλητικές παρεμβαίνουσες και αχρείαστες σκέψεις αμέσως θα γεμίσουν το μυαλό μας: πράγματα που κάναμε ή είπαμε, πράγματα που μας συνέβησαν και πράγματα που άλλοι μας είπαν.
• Όποτε κάποιες από αυτές τις σκέψεις έρχονται, οραματιστείτε μια πέτρα που ρίχνεται σε μια λιμνούλα. Φανταστείτε πως χτυπά την επιφάνεια του νερού και εξαφανίζεται.
• Καθώς αρχίζουμε να μπορούμε να ελέγξουμε και να απορρίψουμε αυτές τις παρεμβαίνουσες σκέψεις που δεν μας βοηθούν, φόβοι και προβλήματα θα ξεκινήσουν να έρχονται στο μυαλό μας, ακόμα και αναμνήσεις που είχαν βυθιστεί στο υποσυνείδητο μας και δεν τις είχαμε προσέξει (ένα ψεύτικο χαμόγελο, μια περιφρονητική ματιά)
• Τώρα είναι καιρός να κατανοήσουμε αυτά τα συναισθήματα και αυτές τις αναμνήσεις και να αναρωτηθούμε γιατί μας κάνουν να αισθανόμαστε άσχημα. Το σημαντικό σε αυτή τη φάση είναι να αποφύγουμε τις δικαιολογίες και τις γρήγορες εκτιμήσεις (ο σύντροφος μου, μου μίλησε σκληρά, αλλά μάλλον το προκάλεσα). Θα πρέπει να βλέπουμε τα πράγματα όπως είναι ακόμα και αν μας φαίνονται σκληρά και τα βρίσκουμε τρομακτικά επώδυνα.
Για να έχει αποτελέσματα αυτή η άσκηση και για να ανοίξουμε τα μάτια μας, πρέπει να την κάνουμε καθημερινά. Η αλήθεια θα έρθει σε εμάς αργά ή γρήγορα και θα μας βοηθήσει να αφαιρέσουμε αυτό που τυφλώνει την καρδιά μας, αυτά που μας παγίδευσαν και μας κάνουν να νιώθουμε δυσαρεστημένοι.
Μετά από αυτό, δε θα είμαστε πλέον ίδιοι και θα έχουμε μόνο μια επιλογή- μια διέξοδο και μια προσωπική υποχρέωση: να κοιτάμε μπροστά, προς την ελευθερία και την ευτυχία μας. Το να κοιτάμε πίσω δεν επιτρέπεται πλέον.
Η συνειδητοποίηση της πραγματικότητας μιας κατάστασης δεν έρχεται πάντα μετά από ένα επώδυνο γεγονός που μας χτυπά χωρίς προειδοποίηση αναίσθητα. Μερικές φορές συμβαίνει με έναν πιο ήπιο τρόπο, όταν πολλά μικρότερα πράγματα συγχωνεύονται για να φτιάξουν κάτι μεγαλύτερο, σαν μια διακριτική αλλά επίμονη φήμη που στο τέλος μας πείθει για κάτι που ίσως υποπτευόμασταν σχεδόν από την αρχή.
«Η αλήθεια επιμένει και δεν σπάει. Πάντα επιπλέει πάνω από τα ψέματα όπως το λάδι στο νερό» –Miguel de Cervantes-
Μιλώντας από μία πιο πνευματική άποψη, είναι κοινό να μιλήσουμε γι αυτό που είναι γνωστό ως «τρίτο μάτι». Είναι σίγουρα μια ενδιαφέρουσα και ασυνήθιστη έννοια που έχει να κάνει με την ίδια ιδέα. Στον Βουδισμό και στον Ινδουισμό η συνείδηση μας εντοπίζεται σε αυτό το μάτι, όπως και η προσωπική διαίσθηση που μας βοηθά να βιώσουμε την προσωπική αφύπνιση. Μια καινούργια κατάσταση ύπαρξης στην οποία μπορούμε να αντιληφθούμε συγκεκριμένα πράγματα που άλλες φορές μας διέφευγαν.
Αυτό είναι ίσως το μεγαλύτερο πρόβλημα που έχουμε: κοιτάζουμε μα δεν βλέπουμε. Μερικές φορές περνάμε ακολουθώντας την ρουτίνα μας, μέχρι που τελικά γινόμαστε δυσαρεστημένοι. Είναι επίσης αρκετά συνηθισμένο να μένουμε σε σχέσεις όπου δίνουμε τα πάντα χωρίς να συνειδητοποιούμε πως ως αντάλλαγμα παίρνουμε το δισκίο της δυστυχίας.
Το να ανοίξουμε τα μάτια μας σε αυτές τις πραγματικότητες δεν είναι μια απλή αφύπνιση της συνείδησης μας, είναι μια πράξη προσωπικής ευθύνης.
Κοιτάζουμε μα δεν βλέπουμε: είναι καιρός να ανοίξουμε τα μάτια μας
Ήταν ο Αριστοτέλης που είπε πως οι αισθήσεις μας απλώς συλλαμβάνουν την εικόνα του έξω κόσμου ως όλον. Με αυτή την έννοια, θα δούμε την αλήθεια μόνο όταν υπάρχει σαφής προθυμία από την πλευρά μας να το κάνουμε, επειδή τότε είναι που το μυαλό μας συνδέεται αληθινά με όλα όσα μας περιβάλλουν και μας έχουν αποκαλυφθεί.
Η επίτευξη αυτού δεν είναι εύκολη. Χρειάζεται ξεκάθαρη πρόθεση, διαίσθηση, κριτική σκέψη και πάνω από όλα κουράγιο για να δούμε τις καταστάσεις και τις περιστάσεις όπως είναι και όχι όπως θα θέλαμε εμείς να είναι. Το να πω ότι πολλοί από εμάς περπατούμε στη ζωή με τα μάτια δεμένα ακούγεται μάλλον ζοφερό. Ωστόσο, όταν οι άνθρωποι αναζητούν ένα θεραπευτή για να προσπαθήσουν να βρουν την πηγή του άγχους, της κούρασης, της κακής διάθεσης και της απάθειας που παίρνει όλη τους τη ζωτικότητα, τότε εκείνος συνήθως κάνει αρκετές ανακαλύψεις.
Μια από αυτές είναι η πλήρης αντίσταση μας στο να δούμε τα πράγματα όπως είναι. «Ο σύντροφος μου με αγαπάει. Εντάξει, ίσως μερικές φορές μου συμπεριφέρεται πολύ άσχημα, αλλά όταν ξεκαθαρίζουμε τα πράγματα τότε γίνεται πάλι εκείνος ο θαυμάσιος άνθρωπος που με αγαπά τόσο πολύ» ή «Ναι, στο τέλος έπρεπε να λήξω την σχέση μου με εκείνη την κοπέλα επειδή οι γονείς μου δεν την συμπαθούσαν, αλλά πάντα ήξεραν πως ήταν η καλύτερη για εμένα…»
Οι άνθρωποι συχνά αρνούνται να δουν τα πράγματα όπως πραγματικά είναι για πολλούς λόγους: γιατί φοβούνται να δουν τον εαυτό τους όπως είναι στην πραγματικότητα, γιατί φοβούνται να αντιμετωπίσουν την αλήθεια, γιατί φοβούνται την μοναξιά και επειδή δεν ξέρουν πώς να αντιδράσουν. Αυτή η ψυχολογική αντίσταση είναι ένα ψυχικό εμπόδιο: ένας φράκτης που λειτουργεί ως αμυντικός μηχανισμός ο οποίος απομακρύνει την ευτυχία μας.
Δεν μπορούμε να ξεχάσουμε πως η ευτυχία πάνω από όλα είναι δική μας ευθύνη. Επειδή όταν τελικά κρατηθούμε από αυτή, όταν στ΄ αλήθεια ανοίξουμε τα μάτια μας, τότε δεν υπάρχει γυρισμός: είναι καιρός να δράσουμε.
Μάθετε πώς να ανοίξετε τα μάτια σας
Ένας απλός, πρακτικός και χρήσιμός τρόπος για να μάθετε πώς να ανοίξετε τα μάτια σας στην αλήθεια. Αφήστε το μυαλό σας να ξεκουραστεί. Συνειδητοποιούμε πως αυτό ίσως ακούγεται λίγο περίεργο, αλλά δεν είναι θέμα σιγής, απενεργοποίησης ή αφαίρεσης των κλειδιών από την μηχανή της ψυχικής μας διαδικασίας. Σημαίνει απλώς να ηρεμήσετε, κάπως να ενεργοποιήσετε αυτό που αποκαλούν οι Βουδιστές «τρίτο μάτι».
«Τα αληθινά σημαντικά πράγματα είναι πάντα αόρατα στα μάτια μας» – Ο Μικρός Πρίγκιπας (Antoine de Saint-Exupéry)
Θα σας δείξουμε τα βήματα που πρέπει να ακολουθήσετε:
• Βρείτε ένα μέρος για να χαλαρώσετε, ελεύθεροι από κάθε ερέθισμα που οι αισθήσεις σας θα μπορούσαν να αντιληφθούν (ήχοι, μυρωδιές, φυσικές αισθήσεις του κρύου ή κάθε είδους πίεσης).
• Όταν προσπαθούμε να ησυχάσουμε το μυαλό, είναι αρκετά φυσιολογικό πως ενοχλητικές παρεμβαίνουσες και αχρείαστες σκέψεις αμέσως θα γεμίσουν το μυαλό μας: πράγματα που κάναμε ή είπαμε, πράγματα που μας συνέβησαν και πράγματα που άλλοι μας είπαν.
• Όποτε κάποιες από αυτές τις σκέψεις έρχονται, οραματιστείτε μια πέτρα που ρίχνεται σε μια λιμνούλα. Φανταστείτε πως χτυπά την επιφάνεια του νερού και εξαφανίζεται.
• Καθώς αρχίζουμε να μπορούμε να ελέγξουμε και να απορρίψουμε αυτές τις παρεμβαίνουσες σκέψεις που δεν μας βοηθούν, φόβοι και προβλήματα θα ξεκινήσουν να έρχονται στο μυαλό μας, ακόμα και αναμνήσεις που είχαν βυθιστεί στο υποσυνείδητο μας και δεν τις είχαμε προσέξει (ένα ψεύτικο χαμόγελο, μια περιφρονητική ματιά)
• Τώρα είναι καιρός να κατανοήσουμε αυτά τα συναισθήματα και αυτές τις αναμνήσεις και να αναρωτηθούμε γιατί μας κάνουν να αισθανόμαστε άσχημα. Το σημαντικό σε αυτή τη φάση είναι να αποφύγουμε τις δικαιολογίες και τις γρήγορες εκτιμήσεις (ο σύντροφος μου, μου μίλησε σκληρά, αλλά μάλλον το προκάλεσα). Θα πρέπει να βλέπουμε τα πράγματα όπως είναι ακόμα και αν μας φαίνονται σκληρά και τα βρίσκουμε τρομακτικά επώδυνα.
Για να έχει αποτελέσματα αυτή η άσκηση και για να ανοίξουμε τα μάτια μας, πρέπει να την κάνουμε καθημερινά. Η αλήθεια θα έρθει σε εμάς αργά ή γρήγορα και θα μας βοηθήσει να αφαιρέσουμε αυτό που τυφλώνει την καρδιά μας, αυτά που μας παγίδευσαν και μας κάνουν να νιώθουμε δυσαρεστημένοι.
Μετά από αυτό, δε θα είμαστε πλέον ίδιοι και θα έχουμε μόνο μια επιλογή- μια διέξοδο και μια προσωπική υποχρέωση: να κοιτάμε μπροστά, προς την ελευθερία και την ευτυχία μας. Το να κοιτάμε πίσω δεν επιτρέπεται πλέον.
Μάθαμε να μιλάμε για αγάπη και ξεχάσαμε να την ζούμε
Μάθαμε να μιλάμε για την αγάπη, μάθαμε να την αναλύουμε, να την εξηγούμε, να τη χωρίζουμε σε κατηγορίες και να της φοράμε όλες τις ταμπέλες που μας έχουν περισσέψει.
Μάθαμε να μιλάμε για αγάπη και ξεχάσαμε να ζούμε την αγάπη!
Ξεχάσαμε να την κάνουμε πράξη, να της δώσουμε χώρο να απλωθεί.
Δεν χωράει σε κουτάκια η αγάπη μωρέ μάτια μου. Δεν χωράει σε κανένα “δεν” και σε κανένα “μη”.
Είναι αυτόνομη δύναμη, σχεδόν τρομοκρατική αν σκεφτείς τι μπορεί να κάνεις για χάρη της!
Μάθαμε να την περιγράφουμε τόσο καλά, να την εξιδανικεύουμε και να την τελειοποιούμε.. με λέξεις!
Αγνοήσαμε όμως τις πράξεις.
Αγνοήσαμε πως όσο καλά κι αν περιγράψεις κάτι, δεν θα έχεις ιδέα για τι μιλάς αν δεν το ζήσεις.
Κι εγώ.. εγώ στέκομαι εδώ, σ’ενα ακόμα σταυροδρόμι και σε κοιτώ.
Σε κοιτώ να δίνεις μάχες στο όνομα της αγάπης. Σε κοιτώ να παλεύεις με θεριά και μνήμες. Σε κοιτώ να προσπαθείς να την ξορκίσεις, να προσπαθείς να της επιβληθείς!
Σε κοιτώ και περιμένω να δω πότε θα καταλάβεις πως μπροστά της, είμαστε όλοι αδύναμοι, μικροί και το μόνο που μπορούμε να κάνουμε, είναι να της παραδοθούμε.
Δεν ακούει από κανόνες, δεν υποτάσσεται σε αυτούς.
Έχει δικούς της νόμους και κανόνες η αγάπη και μόνο αυτούς υπακούει.
Κι αν σου χρωστάω μια εξήγηση, γιατί μπορεί να σ’ αγαπάω τόσο, είναι πολύ απλή.
Γιατί εγώ, είδα σε εσένα, όλα εκείνα που θα μπορούσες να γίνεις στο όνομα της δίκης μας αγάπης.
Και είχα δίκιο… τώρα που μετράω πράξεις.
Άξιζες.
Μάθαμε να μιλάμε για αγάπη και ξεχάσαμε να ζούμε την αγάπη!
Ξεχάσαμε να την κάνουμε πράξη, να της δώσουμε χώρο να απλωθεί.
Δεν χωράει σε κουτάκια η αγάπη μωρέ μάτια μου. Δεν χωράει σε κανένα “δεν” και σε κανένα “μη”.
Είναι αυτόνομη δύναμη, σχεδόν τρομοκρατική αν σκεφτείς τι μπορεί να κάνεις για χάρη της!
Μάθαμε να την περιγράφουμε τόσο καλά, να την εξιδανικεύουμε και να την τελειοποιούμε.. με λέξεις!
Αγνοήσαμε όμως τις πράξεις.
Αγνοήσαμε πως όσο καλά κι αν περιγράψεις κάτι, δεν θα έχεις ιδέα για τι μιλάς αν δεν το ζήσεις.
Κι εγώ.. εγώ στέκομαι εδώ, σ’ενα ακόμα σταυροδρόμι και σε κοιτώ.
Σε κοιτώ να δίνεις μάχες στο όνομα της αγάπης. Σε κοιτώ να παλεύεις με θεριά και μνήμες. Σε κοιτώ να προσπαθείς να την ξορκίσεις, να προσπαθείς να της επιβληθείς!
Σε κοιτώ και περιμένω να δω πότε θα καταλάβεις πως μπροστά της, είμαστε όλοι αδύναμοι, μικροί και το μόνο που μπορούμε να κάνουμε, είναι να της παραδοθούμε.
Δεν ακούει από κανόνες, δεν υποτάσσεται σε αυτούς.
Έχει δικούς της νόμους και κανόνες η αγάπη και μόνο αυτούς υπακούει.
Κι αν σου χρωστάω μια εξήγηση, γιατί μπορεί να σ’ αγαπάω τόσο, είναι πολύ απλή.
Γιατί εγώ, είδα σε εσένα, όλα εκείνα που θα μπορούσες να γίνεις στο όνομα της δίκης μας αγάπης.
Και είχα δίκιο… τώρα που μετράω πράξεις.
Άξιζες.
Η αρχαία Περραιβία
Προεισαγωγικά
Η Περραιβία, στα αρχαία χρόνια, αποτελούσε γεωγραφικό τμήμα της Θεσσαλίας και η περραιβική Τρίπολη, η οποία περιλάμβανε τις πόλεις Άζωρο, Δολίχη και Πύθιο, συνέθετε ένα ιδιαίτερο τμήμα στα βόρεια της Περραιβίας. Η Περραιβία και οι κάτοικοί της, οι Περραιβοί, απαντώνται σε αρχαίες πηγές της μυθολογίας και της ιστορίας. Η ιστορία τους είναι μακρόχρονη και ο ρόλος τους, ασφαλώς με οποιονδήποτε τρόπο, επηρέαζε την τύχη των αρχαίων πραγμάτων.
Η παρούσα εργασία στοχεύει να αναδείξει τα δεδομένα που συντίθενται από τις αρχαίες πηγές, εισάγοντας τον αναγνώστη στην αρχαία Περραιβία και την περραιβική Τρίπολη από την εποχή του μύθου μέχρι τους βυζαντινούς χρόνους, όπου συνηγορούν οι αρχαιολογικές πηγές. Επιπλέον, μέσω των διαφόρων διατυπώσεων ορισμένων ερευνητών και περιηγητών των δύο προηγούμενων αιώνων, καθώς και της σύγχρονης αρχαιολογικής έρευνας δύναται να εξαχθούν ποικίλα συμπεράσματα τα οποία, σε ορισμένες περιπτώσεις, διατυπώνονται αναλόγως. Ακόμη, με την έγκριτη βιβλιογραφία που χρησιμοποιείται και παρατίθεται, το παρόν ανάγνωσμα ευελπιστεί να οξύνει την κριτική αντίληψη του αναγνώστη, καθώς και να ενισχύσει τον «ανήσυχο» ερευνητή στην περαιτέρω μελέτη του περραιβικού παρελθόντος.
I. Περραιβία
α. Εισαγωγή
Η αρχαία Περραιβία συνόρευε στα βόρεια με τη Μακεδονία (Ελιμιώτιδα -σημερινός ν. Κοζάνης- και Πιερία) και στα νότια με την Εστιαιώτιδα -σημερινός ν. Τρικάλων- και την Πελασγιώτιδα -σημερινός ν. Λάρισας- της Θεσσαλίας. Οι ορεινοί όγκοι του Ολύμπου, του Τιτάρου και των Καμβουνίων αποτελούσαν τα σύνορα της Περραιβίας προς το βορρά, ανατολικά και δυτικά με τη Μακεδονία. Ο Πηνειός, καθώς διέρχεται στα νότια, διέγραφε τα σύνορα της Περραιβίας μεταξύ της Εστιαιώτιδας και της Πελασγιώτιδας.
Η σύγχρονη έρευνα εντόπισε έντεκα πόλεις που συνέθεταν την Περραιβία και αποτελούσαν μια ξεχωριστή πολιτική ενότητα, οι οποίες ήταν οι εξής: Γόννος,[1] Ερεικίνιον, Μάλλοια (σημερινό Παλαιόκαστρο), Μονδαία (σημερινό Λουτρό), Μύλαι (σημερινό Δαμάσι), Ολοοσών,[2] Φάλαννα,[3] Χυρετίαι (σημερινό Δομένικο) και οι πόλεις της περραιβικής Τρίπολης, Άζωρος, Δολίχη και Πύθιο. Τέσσερις οικισμοί που εντοπίσθηκαν στο χώρο της Περραιβίας και είναι αδύνατον να αποδειχθεί ότι ανήκαν σε αυτόνομες πόλεις ήταν οι: Κόνδυλους, Γοννοκόνδυλους, Ασκυριεύς και Λειμώνη-Ηλώνη. Οι δύο πρώτοι, πιθανόν, να εντάσσονταν στην πόλη των Γόννων, ενώ για τους δύο τελευταίους δεν υπάρχουν στοιχεία.[4] Πιθανολογείται, ωστόσο, ότι η Ηλώνη βρισκόταν στην περιοχή του σημερινού Αργυροπουλίου.[5] Στην Ιλιάδα του Ομήρου απαντάται και η Όρθη,[6] η οποία σύμφωνα με τον Στράβωνα (περ. 63 π.Χ. – 24 μ.Χ.) αποτελούσε την ακρόπολη της περραιβικής Φάλαννας (Θ, V.19).[7] Το όνομα της Περραιβίας, μάλλον, δεν αναφέρεται σε ιστορικές πηγές των βυζαντινών χρόνων. Ο λόγιος, αγωνιστής του Εικοσιένα και σύντροφος του Ρήγα Φεραίου, που γεννήθηκε στις Πάνω Πούρλες του Ολύμπου, Χρυσάφης Χατζηβασίλης (1774-1863), χρησιμοποίησε το ψευδώνυμο: Χριστόφορος Περραιβός,[8] «ενισχύοντας» έτσι το όνομα της Περραιβίας στους νεότερους χρόνους.
β. Η Περραιβία του μύθου και της λογοτεχνίας
Οι μύθοι, που παραδόθηκαν προφορικά από γενιά σε γενιά, ήδη την εποχή της γραφής αποτυπώθηκαν με ποικίλους τρόπους στα αρχαία λογοτεχνικά και ιστορικά έργα με τέτοιον τρόπο ώστε είναι αδύνατο να ξεχωρίσει κανείς με απόλυτη ασφάλεια όλα τα μυθικά στοιχεία από εκείνα της ιστορίας. Σύμφωνα με τον Richard Buxton «Μύθος είναι μια παραδοσιακή ιστορία με κοινωνική ισχύ». Είναι, δηλαδή, μια αφήγηση γεγονότων δομημένων σε μια ακολουθία, μεταδίδονται από αφηγητή σε αφηγητή και συχνά από γενιά σε γενιά και, τέλος, οι αφηγήσεις καταλαμβάνουν σημαντική θέση μέσα στις κοινωνίες που τις αναδιηγούνται, ενσαρκώνοντας αξίες ατόμων, κοινωνικών ομάδων και ολόκληρων κοινοτήτων.[9] Οι μύθοι, λοιπόν, αποτελούν τμήμα της ιστορικής πορείας κάθε τόπου και κοινωνίας. Στην παρούσα μελέτη θα παραθέσουμε ορισμένες μυθολογικές εκδοχές που σχετίζονται με την Περραιβία και τη Θεσσαλία, καθώς η πρώτη σε πολλές περιπτώσεις εντάσσεται στο πλαίσιο της δεύτερης.
Η Περραιβία εκτεινόταν στις δυτικές και νότιες παρυφές του Ολύμπου. Είναι πιθανό οι Περραιβοί να είχαν ιδιαίτερη σχέση με το μυθικό όρος και τη θρησκευτική λατρεία στην αρχαιότητα, καθώς το όρος του Ολύμπου σχετίζεται με τον ολυμπιακό και με τον πελασγικό μύθο της δημιουργίας. Οι γονείς του πρώτου ανθρώπου επί της γης, του Πελασγού ο οποίος αναδύθηκε από το έδαφος της Αρκαδίας, η Ευρυνόμη και ο Οφίων εγκατέστησαν την οικία τους στον Όλυμπο.[10] Ο Ν. Γεωργιάδης (1830-1915) πίστευε πως η ελληνική θρησκεία καθιερώθηκε από τους Περραιβούς και τους Πιερείς, καθώς ο Όλυμπος δεν είναι το μοναδικό Ελληνικό όρος το οποίο φέρει στοιχεία «άγριας ομορφιάς» και ευμετάβλητων καιρικών συνθηκών.[11]
Το όνομα «Πελασγός» φέρουν αρκετοί επιφανείς ήρωες τόσο της Πελοποννήσου όσο και της Θεσσαλίας, καθώς οι Πελασγοί θεωρούνται ότι κατέλαβαν τις εν λόγω περιοχές. Στη θεσσαλική μυθική παράδοση ο Πελασγός ήταν γιος της Λάρισας και του Ποσειδώνα. Μαζί με τους αδερφούς του, τον Αχαιό και τον Φθίο, εγκατέλειψαν τη γενέτειρά τους την Πελοπόννησο και κατέλαβαν τη Θεσσαλία η οποία έως τότε ονομαζόταν Αιμονία. Η χώρα διαιρέθηκε σε τρία τμήματα και μοιράσθηκε στους τρεις αδερφούς. Κάθε τμήμα ονομάσθηκε αναλόγως από τον αρχηγό του: Αχαΐα, Φθιώτιδα και Πελασγιώτιδα. Η πέμπτη μετέπειτα γενιά των κατακτητών εκδιώχθηκε από τους Κουρήτες και τους Λέλεγες με αποτέλεσμα ένα μέρος των Πελασγών να μεταναστεύσει στην Ιταλία.[12]
Σύμφωνα με την έρευνα του Ν. Γεωργιάδη η Θεσσαλία ήταν η πανάρχαια κοίτη των πλείστων ελληνικών φυλών, οι οποίες αργότερα κατήλθαν νοτιότερα και κατοίκησαν στην Στερεά Ελλάδα και την Πελοπόννησο. Ειδικότερα, οι πρώτοι κάτοικοι της Θεσσαλίας μνημονεύονται ως «Πελασγοί» και η Θεσσαλία ως «Πελασγικό Άργος». Κατά την κάθοδο των ελληνικών φυλών των Δωριέων, Μινυών, Αιολέων και Αχαιών ορισμένοι Πελασγοί παρέμειναν στη Θεσσαλία, ενώ άλλοι κατήλθαν νοτιότερα στον ελλαδικό χώρο. Οι Δωριείς εγκαταστάθηκαν στις περιοχές που κατόπιν ονομάστηκαν «Εστιαιώτιδα» και «Περραιβία». Οι Αιολείς κατοίκησαν στην άνω θεσσαλική πεδιάδα και καλούνταν «Αιολίδα», οι Αχαιοί κατέλαβαν τη Φθιώτιδα και οι Μινύες τις ακτές του Πελασγικού κόλπου όπου άκμασε η πρωτεύουσά τους η «Ιωλκός». Στη Φθιώτιδα, μάλιστα, βασίλευσε ο Δευκαλίων (υιός του Προμηθέως και της Κλυμένης) μαζί με τη σύζυγό του Πύρρα (θυγατέρα του Επιμηθέως και της Πανδώρας), γι’ αυτό η Θεσσαλία καλούνταν «Πυρραία» και «Πανδώρα». Ο υιός του Δευκαλίωνα ήταν ο Έλλην, γι’ αυτό οι κατοικούντες όλων των φυλών στην ελληνική χερσόνησο ονομάστηκαν «Έλληνες» μετά τους ομηρικούς χρόνους (Θουκ. 1.3).[13]
Στο θεατρικό έργο Ικέτιδες (464-3 π.Χ.) του Αισχύλου (περ. 524-455 π.Χ.) απαντάται μια ρητή αναφορά στην Περραιβία μέσω του βασιλιά Πελασγού του Άργους. Έτσι, λοιπόν, στο πρώτο επεισόδιο του έργου, μετά τις συμβουλές του Δαναού προς τις κόρες του, Ικέτιδες, για να δείξουν σύνεση, κατέφθασε ο ντόπιος βασιλιάς Πελασγός, προκειμένου να εξετάσει την ικεσία των Δαναΐδων στους θεούς σχετικά με τη σωτηρία τους από τους γιους του Αιγύπτου –συγγενείς τους– που επιδίωκαν να τις παντρευτούν. Ο βασιλιάς συστήθηκε στο Χορό και επέδειξε τη μεγάλη επικράτειά του στη Θεσσαλία, την Ήπειρο και τη Μακεδονία. Μεταξύ των χωρών που εξουσίαζε ήταν και η χώρα των Περραιβών (στιχ. 256).[14] Ακόμη, στους Πέρσες του Αισχύλου, ο περσικός στρατός, μεταξύ των τόπων στους οποίους κατέφυγε μετά την ήττα του, αναφέρεται και ο τόπος της Θεσσαλίας επειδή είχε ταχθεί με το μέρος των Βαρβάρων.[15] Ο Αισχύλος, λοιπόν, περιλαμβάνει στο έργο του τη Θεσσαλία επειδή οι πληθυσμοί της, μεταξύ των οποίων και οι Περραιβοί, είχαν μηδίσει.
Η Περραιβία απαντάται στον ομηρικό ύμνο προς τον Απόλλωνα, όταν κατά την περιγραφή του ταξιδιού του θεού, περιλαμβάνεται και η χώρα των Περραιβών.[16] Απαντώνται έμμεσα και στα ορφικά κείμενα όταν ο μάντης Μόψος κατέφθασε από τον Τίταρον[17] για να συμμετάσχει στην Αργοναυτική Εκστρατεία.[18] Μια ενδιαφέρουσα πληροφορία που προκύπτει από το Λεξικό του Ησύχιου (5ου αι. μ.Χ.) αφορά στο λήμμα «άζωρος» καθώς ο λεξικογράφος σημειώνει ότι σημαίνει τον εύκρατο οίνο και τον κυβερνήτη της Αργούς.[19] Στο λεξικό, του Σουίδα ή Σούδα (10ου αι. μ.Χ), ωστόσο, απαντάται ότι σημαίνει κύριο όνομα, καθώς επίσης και τον εύκρατο οίνο.[20] Είναι πιθανό, λοιπόν, ο μυθικός Άζωρος κυβερνήτης της Αργούς, αλλά και/ή ο εύκρατος οίνος να σχετίζονται με την πόλη της Αζώρου της Περραιβίας.
Ο δε Μόψος, μαζί με άλλους επιφανείς ήρωες –μεταξύ των οποίων και ο Λαπίθης Πειρίθους, τη σχέση του οποίου με την Περραιβία θα διαπιστώσουμε στη συνέχεια– όπως παραδίδει και ο Οβίδιος Πούβλιος Νάζων (43 π.Χ. – 17 μ.Χ), συμμετείχε στο κυνήγι του Καλυδώνιου Κάπρου. Επρόκειτο για ένα φοβερό τέρας που έστειλε η θεά Άρτεμις στην Καλυδώνα της Αιτωλίας για να σκοτώσει τους γεωργούς και να καταστρέψει τις σοδειές τους, επειδή ο Οινεύς -βασιλιάς της Καλυδωνίας- αμέλησε να συμπεριλάβει τη θεά στις ετήσιες θυσίες του προς τους δώδεκα θεούς του Ολύμπου. [21]
Οι Λαπίθες σχετίζονται σε πολλές περιπτώσεις με την περιοχή της Περραιβίας. Ο Στράβων στα Γεωγραφικά (Θ, V.19) παραδίδει ότι οι Περραιβοί, αρχικά, κατοικούσαν κατά μήκος του Πηνειού από τη Γυρτώνη έως τη Θάλασσα, μέχρι τη στιγμή που ο Λαπίθης Ιξίων με τον υιό του Πειρίθου τούς ταπείνωσαν και τούς εκδίωξαν στο ποτάμι προς τα μεσόγεια, ενώ οι Περραιβοί κατείχαν ακόμη ορισμένες πεδιάδες κοντά στον Όλυμπο. Μετά την εκδίωξή τους οι Περραιβοί εγκαταστάθηκαν στα βουνά, στην Πίνδο και στα μέρη των Αθαμάνων και των Δολόπων. Τη χώρα των εναπομεινάντων Περραιβών κατέκτησαν οι γείτονές τους οι Λαρισαίοι εισπράττοντας φόρους από τους Περραιβούς μέχρι την εποχή που ο Μακεδόνας Φίλιππος κατέκτησε τα μέρη.[22]
Ο Πειρίθους, λοιπόν, ήταν ο γιος του Δία ή του Ιξίονα και βασιλιάς των Μαγνητών στις εκβολές του Πηνειού. Στο γάμο του με την Ιπποδάμεια προσκάλεσε όλους τους ολύμπιους θεούς εκτός από τον Άρη και την Έριδα. Λόγω των πολλών προσκεκλημένων στο γάμο του τα ξαδέρφια του, οι Κένταυροι,[23] καθώς και Θεσσαλοί πρίγκιπες, όπως ο Νέστορας και ο Καινεύς, κάθισαν σε μια σπηλιά. Οι Κένταυροι, οι οποίοι δεν ήταν εξοικειωμένοι με το κρασί, μέθυσαν εύκολα και ο Εύρυτος ή Ευρυτίων όρμισε στη νύφη για να τη βιάσει, ακολουθώντας τη στάση του και οι υπόλοιποι Κένταυροι, οι οποίοι επιτέθηκαν σε όλες τις γυναίκες. Ακολούθησε μάχη και ο Πειρίθους, με σύμμαχο τον φίλο του τον Θησέα, έκοψε τα αυτιά και τη μύτη του Ευρυτίωνα, ενώ σκοτώθηκε ο Λαπίθης Καινεύς. Έτσι άρχισε η μακροχρόνια έχθρα Λαπιθών και Κενταύρων, η οποία ήταν αποτέλεσμα μηχανορραφίας του Άρη και της Έριδας.[24] Η δολοφονία του Καινέα, ακόμη, παραδίδεται και ως αποτέλεσμα υποκίνησης των Κενταύρων από το Δία, καθώς συμπεριφερόταν με αλαζονεία όταν έγινε βασιλιάς των Λαπιθών. Ο Δίας είχε μεταμορφώσει την ερωμένη του νύμφη Καινίδα σε άτρωτο πολεμιστή και άλλαξε το όνομά της στο αρσενικό: Καινεύς. Όταν ξεψύχησε ο Καινεύς με τρόπο ασφυκτικό αναδύθηκε ένα πουλί από το σωρό κορμών δέντρων, με τους οποίους οι Κένταυροι σκέπασαν το άψυχο σώμα του. Το πουλί αναγνωρίστηκε από τον μάντη Μόψο ως την ψυχή της Καινίδας, το σώμα της οποίας κατά την ταφή της επέστρεψε στην αρχική γυναικεία μορφή του.[25]
Ο γιος του Πειρίθου, ο Πολυποίτης, όπως παραδίδεται στην Ιλιάδα του Ομήρου, μαζί με τον Λεονταία, ο οποίος ήταν γιος του Κόρωνου και αρχηγός Λαπιθών –ο δε Κόρωνος ήταν βασιλιάς των Λαπιθών την εποχή του Ηρακλή και γιος του Καινέα, ενώ έλαβε μέρος και στην Αργοναυτική Εκστρατεία–[27] συμμετείχε στον Τρωικό Πόλεμο με σαράντα μαύρα καράβια. Γεννήθηκε τη μέρα που ο Πειρίθους τιμώρησε τους Κενταύρους εξορίζοντάς τους από το Πήλιο στους Αίθικες. Ηγήθηκε τους πολεμιστές από την Άργισσα, τη Γυρτώνη, καθώς και τους πολεμιστές της περραiβικής Όρθης και της Ολοσσώνας. Οι Περραιβοί και οι Αινιάνες συμμετείχαν στον Τρωικό Πόλεμο με κοινό αρχηγό, τον Γουνέα, ο οποίος καταγόταν από την Κύφο[28] και οδηγούσε εικοσιδύο πλοία. Οι Περραιβοί και οι Αινιάνες κατοικούσαν στην κακοχείμωνη Δωδώνη[29] και πότιζαν τους αγρούς τους από τον Τιταρήσιο,[30] τα καθαρά νερά του οποίου «αρνούνταν» να σμίξουν με τα θολά νερά του Πηνειού και «επέπλεαν», όπως το λάδι, στην επιφάνεια του ποταμού.[31] Στην Ιλιάδα, επίσης, ο Αχιλλέας επικαλείται στην προσευχή του τον Δία ως Πελασγικό που κατοικεί στην κακοχείμωνη Δωδώνη, όπου τριγύρω ζουν οι προφήτες του, οι Σελλοί.[32]
Ο Στράβων αναφέρει ότι κατά τον διωγμό των Περραιβών από τους Λαπίθες, τα ορεινά μέρη παρέμειναν στους Περραιβούς κοντά στον Όλυμπο και τα Τέμπη, όπως η Κύφος, η Δωδώνη και η περιοχή του Τιταρήσιου ποταμού που πηγάζει από το όρος Τιτάριο που συμφύεται με τον Όλυμπο. Επειδή οι Περραιβοί και οι Λαπίθες κατοικούσαν μαζί ο Σιμωνίδης τους αποκαλεί όλους Πελασγιώτες. Η Κύφος, ακόμη, αναφέρεται ως περραιβικό βουνό με οικισμό από τον Στράβωνα, στο οποίο παρέμειναν ορισμένοι Αινιάνες μετά το διωγμό τους από τους Λαπίθες.[33]
Με τον περραιβικό χώρο, ακόμη, σχετίζονται έμμεσα τόσο ο Πειρίθους του Κριτία (460-403 π.Χ.), όσο και ο Πειρίθους του Ευριπίδη (485-406 π.Χ.), καθώς ο Πειρίθους ήταν ο πατέρας του ομηρικού ηγέτη της Ολοσσώνας, Πολυποίτη. Ο πατέρας του Πειρίθου και παππούς του Πολυποίτη, ο Ιξίωνας, ο οποίος ήταν βασιλιάς των Λαπιθών, ήταν ο πρώτος δολοφόνος συγγενούς, καθώς και μέγιστος υβριστής, αφού επιχείρησε να ασελγήσει στην ίδια τη θεά Ήρα.[34] Στον Πειρίθου του Κριτία, έργο του οποίου σώζονται μερικά αποσπάσματα, περιγράφεται η βίαιη τιμωρία του Ιξίονα, ενώ στον Πειρίθου του Ευριπίδη η πράξη του Ιξίωνα περιγράφεται ως ιδιαίτερα αρνητική για τους Θεσσαλούς.[35]
Γενικότερα, το θεσσαλικό μυθολογικό υλικό, σημειώνει ο Χρήστος Ζαφειρόπουλος, προσέφερε το δραματικό χώρο, τους πρωταγωνιστές, αλλά και απλές αναφορές σε 128 έργα της κλασικής περιόδου (σωζόμενα και μη) του αρχαίου ελληνικού θεάτρου. Παραδόξως, όμως, η δραματική απεικόνιση των Θεσσαλών και της Θεσσαλίας, αναφέρεται ελάχιστα από την ογκωδέστατη διεθνή βιβλιογραφία. Τα θέματα των αθηναϊκών τραγωδιών, συνεχίζει ο ίδιος μελετητής, ήταν ανάγκη να διαδραματίζονται σε μυθικούς και μακρινούς από την Αθήνα τόπους ώστε να συζητηθούν και να επιλυθούν εκεί τα προβλήματα της αθηναϊκής κοινωνίας, εκτονώνοντας έτσι τις εντάσεις της στους κόλπους της δημοκρατίας.[36] Ενδεχομένως ο Χ. Ζαφειρόπουλος να είναι κοντά στην αλήθεια. Είναι γεγονός όμως ότι τα δεδομένα (αρχαιολογικά και λογοτεχνικά) επιδέχονται διάφορες ερμηνείες. Είναι σημαντικό, ωστόσο, να λάβουμε υπ’ όψιν μας τη θεωρία της «Δομής της Αίσθησης» όπως την όρισε ο Raymond Williams η οποία αντιστοιχεί στην ιδιαίτερη αίσθηση που είχαν οι άνθρωποι σε διαφορετικές εποχές και εσωκλείει πάντοτε ορισμένα αδιαφανή στοιχεία για τις επόμενες γενιές. Τη βιωμένη, δηλαδή, αίσθηση των τρόπων με τους οποίους οι συγκεκριμένες δραστηριότητες συνέθεταν έναν τρόπο ζωής και σκέψης.[37] Κατά συνέπεια οι όποιες υποθέσεις που δύναται να διατυπωθούν παραμένουν απλώς υποθέσεις. Ειδικά δε όταν απουσιάζουν οι αντίστοιχες σαφείς πηγές οι υποθέσεις καθίστανται περισσότερο αίολες.
Παρομοίως, για το θέμα της ομηρικής περραιβικής Δωδώνης ο Κουν Βανχάγεντορεν ερμηνεύει τα σωζόμενα αποσπάσματα του Στράβωνα σχετικά με την τοποθέτηση του μαντείου της Δωδώνης σε θεσσαλική γη από τους συγγραφείς των Θεσσαλών τοπικής ιστορίας Σουίδα και Κινέα (4ου αι. π.Χ.)[38] ως μια προσπάθεια αντιστάθμισης της χρόνιας αρνητικής παράδοσης που έπληττε τη Θεσσαλία, ειδικά περί της δράσης των Θεσσαλών μαγισσών.[39] Πράγματι, ο Στράβων αναφέρει ότι σύμφωνα με τον Σουίδα το μαντείο της Δωδώνης μεταφέρθηκε στην Ήπειρο από την περιοχή της Σκοτούσσας, η οποία ανήκει σε περιοχή που λέγεται Θεσσαλία Πελασγιώτις, στο πλαίσιο της προσπάθειάς του να αποδώσει στους Θεσσαλούς μέρος της μυθολογίας.[40] Ο Κινέας, για τον Στράβωνα, «τα λέει πιο μυθικά», καθώς διατυπώνει πως το μαντείο μεταφέρθηκε από τη Σκοτούσσα στη Δωδώνη της Θεσσαλίας κι έπειτα στην Ήπειρο. Ωστόσο, όπως ο Στράβων έτσι και ο Στέφανος ο Βυζάντιος (5ος αι. μ.Χ.) στα Εθνικά για τη Δωδώνη παραπέμπει στον Σουίδα και τον Κινέα. Επειδή, όμως τα αντίστοιχα χωρία για τον Σουίδα διαφέρουν στα έργα των δύο συγγραφέων, του Στράβωνα και του Στεφάνου, είναι αμφίβολο εάν ο δεύτερος βασίστηκε για τις πληροφορίες του στον πρώτο. Οι πηγές τους είναι οι ίδιες, αλλά οι συγγραφείς είναι ανεξάρτητοι μεταξύ τους. Ο Στράβων ακολουθεί τον Ζηνόδοτο (325-260 π.Χ.), για τον οποίο η μαντεία καταγόταν από τη Δωδώνη και δεν συμφωνεί με τον Σουίδα και τον Κινέα, κατά τους οποίους η λατρεία μεταφέρθηκε από τη Θεσσαλία στην Ήπειρο.[41]
Ορισμένοι μελετητές υποστηρίζουν ότι η περραιβική Δωδώνη όντως υφίστατο ως μαντείο ή/ και πόλη μέχρι τα ομηρικά χρόνια ή μέχρι που οι Περραιβοί εκδιώχθηκαν από τους Λαπίθες και ίδρυσαν στην Ήπειρο το νέο μαντείο, ενώ άλλοι θεωρούν ότι ο Όμηρος αναφερόταν απλώς στο όρος των Καμβουνίων. Ο Ν. Γεωργιάδης, για παράδειγμα, τοποθέτησε δεξιά της όχθης του Τιταρήσιου, κοντά στο χωριό Κλίκοβο (σ.σ. σημερινό Σαραντάπορο) όπου ανευρίσκονται ερείπια κυκλώπειων τειχών την περραιβική δυσχείμερη Δωδώνη. Επικρίνει δε τους γεωγράφους της εποχής του (Glaubry) οι οποίοι αρνούνταν την ύπαρξη της θεσσαλικής Δωδώνης στην οποία λατρευόταν ο Δωδωναίος Πελασγικός Ζευς που επικαλείται ο Αχιλλέας στην προσευχή του. Επικαλείται, ακόμη, τα θεσσαλικά νομίσματα (Mionnet), τα οποία έφεραν την προτομή του Δωδωναίου Διός εστεμμένου με κλώνους δρυός.[42]
Μέχρι σήμερα, η αρχαιολογική σκαπάνη δεν έφερε στο φως στοιχεία που να συνηγορούν στη ύπαρξη δωδωνιαίου μαντείου στην Περραιβία, ενώ η χρήση του χώρου της ηπειρωτικής Δωδώνης επιβεβαιώθηκε ήδη από την αρμόδια αρχαιολογική υπηρεσία και ανάγεται στην Εποχή του Χαλκού.[43] Δικαιολογημένα, όμως, οι αναφορές στη θεσσαλική Δωδώνη ενισχύουν την άποψη για την ύπαρξή της στον περραιβικό χώρο με κάποια μορφή σε κάποια χρονική περίοδο. Εξάλλου ο Στράβων, ο οποίος δεν συμφωνεί με τον Σουίδα και τον Κινέα, συνέγραψε το έργο του περίπου τρεις αιώνες αργότερα από τους Θεσσαλούς συγγραφείς.
γ. Αντανακλάσεις της περραιβικής ιστορίας
Επισημαίνοντας δύο διαφορετικές σημασίες του όρου της «ιστορίας», αφενός την ταύτιση της ιστορίας με ολόκληρο το παρελθόν, καλύπτοντας το σύνολο των γεγονότων που συνέβησαν είτε έχουν καταγραφεί είτε όχι, αφετέρου τον ορισμό της «ιστορίας» ως την ιστορία που παραδόθηκε μέσω των γραπτών πηγών από τον εκάστοτε ιστορικό, καθώς επίσης και το γεγονός ότι ο ιστορικός δεν μπορεί να ξεφύγει απόλυτα από την εποχή και το περιβάλλον όπου ζει, παρ’ όλο που έχει την υποχρέωση να ελαχιστοποιεί την απόσταση μεταξύ παρελθόντος και παρόντος και να μην περιορίζεται μόνο στην προσωπική ερμηνεία ή να αγγίζει τα όρια της προπαγάνδας,[44] οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι η καταγεγραμμένη ιστορία δεν μπορεί να είναι απολύτως αντικειμενική.
Εστιάζοντας στο θέμα της εργασίας μας παρατίθενται τα ιστορικά στοιχεία που σχετίζονται με την αρχαία Περραιβία όπως παραδόθηκαν από τους αρχαίους ιστορικούς και μελετήθηκαν από τους επόμενους. Εστιάζουμε μόνο στις πενιχρές αναφορές των αρχαίων συγγραφέων και στα δεδομένα που προκύπτουν από τη σύγχρονη έρευνα, καθώς αντανακλώνται, έστω διαθλασμένα, στοιχεία του παρελθόντος. Αρκεί, ασφαλώς, να λάβουμε υπ’ όψιν ότι τα δεδομένα που προκύπτουν δεν μπορεί να είναι απόλυτα αντικειμενικά καθώς ερχόμαστε αντιμέτωποι με την υποκειμενικότητα τόσο των αρχαίων ιστορικών όσο και των σύγχρονων, ιδιαίτερα δε αν επιχειρήσουμε να προβούμε σε ερμηνείες. Πρέπει να θεωρήσουμε, ακόμη, τα ιστορικά στοιχεία που αφορούν την Περραιβία ως στοιχεία που αντανακλώνται στο χρονολογικό άξονα της ιστορίας, ο οποίος αναδύεται στα ομηρικά χρόνια και χάνεται στην εποχή του Βυζαντίου. Οι ήδη φωτεινές πτυχές του εν λόγω άξονα είναι ως ένα βαθμό μεταβαλλόμενες, ενώ από την έρευνα, ειδικά από την αρχαιολογική, εξακολουθούν να φωτίζονται νέες. Επιπλέον είναι σημαντικό να θυμόμαστε πως η γνώση μας για το παρελθόν του Ανθρώπου, γενικά, εκτός από διαστρεβλωμένη είναι και ελάχιστη, δεδομένου ότι ο χρόνος της ανθρώπινης ζωής στη γη ανέρχεται σε μερικές εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια, ενώ οι ιστορικές μαρτυρίες, υπό αυτό το πρίσμα, είναι πρόσφατες.
Βάσει του παραπάνω πλαισίου, λοιπόν, την αφετηρία των προβληματισμών για την ιστορία της αρχαίας Θεσσαλίας σηματοδοτεί η θεσσαλική οικιστική του ομηρικού Καταλόγου των Νέων, στον οποίο γίνεται αναφορά σε εννέα βασίλεια και τους ηγεμόνες τους που κατέλαβαν την έκταση της μετέπειτα Θεσσαλίας καθώς και έδαφος των περιοίκων λαών (Περραιβοί κ.ά.). Ορισμένες πόλεις έχουν ταυτιστεί επιτυχώς από την αρχαιολογική έρευνα, καθώς αποτελούσαν τους άμεσα προγόνους των πόλεων της κλασικής και ελληνιστικής εποχής, ενώ άλλες παραμένουν αταύτιστες. Μοιραία, εμπλέκεται και η μαρτυρία του Θουκυδίδη σχετικά με την έλευση και συγκέντρωση νέων πληθυσμιακών στοιχείων στη θεσσαλική πεδιάδα, καθώς μάς πληροφορεί ότι οι «Θεσσαλοί» μετά την άφιξή τους στις δυτικές υπώρειες της Θεσσαλικής πεδιάδας στη θέση της ομηρικής Άρνης, ανάγκασαν τους παλαιότερους κατοίκους τής θεσσαλικής πεδιάδας, του Βοιωτούς, να μεταναστεύσουν νοτιότερα στη Βοιωτία των ιστορικών χρόνων, εξήντα χρόνια μετά τα Τρωικά. Ο χρόνος της άφιξης των Θεσσαλών στη θεσσαλική πεδιάδα προσδιορίζεται στα τέλη του 8ου ή στις αρχές του 7ου π.Χ. αιώνα.[45]
Η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως θολωτούς και κιβωτιόσχημους τάφους της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου. Στο νεκροταφείο του Αργυροπουλίου Τυρνάβου, όπου -σύμφωνα με τον Α. Τζιαφάλια- τοποθετείται η ομηρική Ηλώνη, κυριαρχούν οι θολωτοί τάφοι της Εποχής του Σιδήρου. Διαπιστώθηκε δε η καύση νεκρού σε ισχυρή ταφική πυρά που προηγήθηκε της κατασκευής του τάφου. Στη βόρεια Περραιβία οι κιβωτιόσχημοι τάφοι αποτελούν μοναδικό τύπο τάφου της πρώιμης Εποχής του Σιδήρου που έχουν βρεθεί τα τελευταία έτη.[46]
Η οικιστική πραγματικότητα των ομηρικών βασιλείων, κατά τον 7ο αι. π.Χ., μεταβλήθηκε με τη δημιουργία αυτόνομων διοικητικών ενοτήτων με μικρότερη χωροταξική δικαιοδοσία. Οι αυτοδύναμες θεσσαλικές πόλεις αποτελούσαν τις έδρες των θεσσαλικών αριστοκρατικών οικογενειών που κατείχαν μεγάλες εκτάσεις γης και στρατιωτικές δυνάμεις με βάση το περίφημο θεσσαλικό ιππικό,[47] το οποίο ήταν ιδιαίτερα ξακουστό στον ελληνικό κόσμο.[48] Στο τέλος, περίπου, του 6ου αι. π.Χ. ο κυρίως θεσσαλικός χώρος οργανώθηκε διοικητικά σε τέσσερις «τετράδες»: την Πελασγιώτιδα, τη Θεσσαλιώτιδα, την Ισταιώτιδα και τη Φθιώτιδα, οι οποίες αποτέλεσαν τη βάση της πολιτικής και στρατιωτικής οργάνωσης της Θεσσαλίας κατά τους επόμενους αιώνες. Ο Αριστοτέλης αποδίδει τη συγκεκριμένη διευθέτηση σε ένα μέλος της αριστοκρατικής οικογένειας των Αλευάδων της Λάρισας, τον Αλεύα τον Πυρρό.[49] Ο Λυκόφρων, ο Ιάσων και ο Αλέξανδρος κυριαρχούσαν τη μετέπειτα περίοδο και οι δύο πρώτοι έφεραν τον τίτλο του ταγού. Ο ταγός, λοιπόν, ο οποίος κατείχε το ύψιστο ομοσπονδιακό αξίωμα, υπερτερούσε απέναντι στους τέσσερις πολεμάρχους, που από τα μέσα του 5ου αι. π.Χ. εξέλεγαν κάθε χρόνο οι τέσσερις περιοχές στις οποίες ήταν μοιρασμένες ο πληθυσμός και οι πόλεις.[50] Ο όρος «Θεσσαλία» προσδιόριζε γεωγραφικά είτε την περιοχή που περιλάμβανε τις τέσσερις θεσσαλικές «τετράδες» είτε συμπεριλάμβανε και τις περίοικες περιοχές μεταξύ των οποίων και την Περραιβία.[51] Μια ενδιαφέρουσα παρατήρηση αποτελεί εκείνη του Br. Helly (1937-), ο οποίος στην προσπάθειά του να διασαφηνίσει τους όρους «Θεσσαλός» και «θεσσαλικός» προσδιόρισε με τον όρο «Thessaloi» την πληθυσμιακή ομάδα των εισβολέων που ήλθε στη Θεσσαλία κατά την υπομυκηναϊκή περίοδο και με τον όρο «Thessaliens» προσδιόρισε το σύνολο των κατοίκων της Θεσσαλίας, ανεξάρτητα από την καταγωγή τους, με ιδιαίτερη αναφορά στους Περραιβούς, Αινιάνες κλπ.[52]
Η διοίκηση των «τετράδων» ενέπιπτε στην αρμοδιότητα ενός ανώτατου άρχοντα που έφερε τον τίτλο «άρχων», «αρχός» και «τέτραρχος».[53] Οι Περραιβοί, οι Αιάνες, οι Αχαιοί, οι Ίωνες, οι Λοκροί, οι Μαλλιείς, οι Μάγνητες, οι Φωκείς, οι Φθιώτες, οι Βοιωτοί, οι Δόλοπες-Δωριείς και οι Θεσσαλοί συμμετείχαν στην αμφικτυονία της Κεντρικής Ελλάδας, έχοντας δικαίωμα δύο ψήφων. Οι τελευταίοι, ωστόσο, κατά τον 6ο αι. π.Χ., επικρατούσαν στην επικυριαρχία του ιερού και της Αμφικτυονίας.[54] Έχει υποστηριχθεί δε ότι από τον 6ο αι. π.Χ. έως την εποχή της βασιλείας του Φιλίππου Β΄, οι Θεσσαλοί ήλεγχαν και τους κατοίκους των γειτονικών, περίοικων, στην κυρίως Θεσσαλία περιοχών, δηλαδή τους Περραιβούς, τους Μάγνητες, τους Αχαιούς Φθιώτες, τους Δόλοπες, τους Αινιάνες, τους Μαλιείς και τους Οιταίους. Πολλές περίοικες περιοχές διέθεταν αυτονομία αφού συνήθως αναφέρονται από τους αρχαίους συγγραφείς ως ανεξάρτητα έθνη, κόβουν δικά τους νομίσματα και αναφέρονται στους πρώιμους καταλόγους της Δελφικής Αμφικτιονίας.[55]
Οι Περραιβοί απαντώνται από τον Ηρόδοτο κατά την εκστρατεία του 480 π.Χ. στο πλαίσιο του δευτέρου Μηδικού Πολέμου, μεταξύ Ελλήνων και Περσών, όταν ο Ξέρξης δεν συνάντησε καμία δυσκολία στη Θεσσαλία προκειμένου να κατέλθει στις Θερμοπύλες για να αντιμετωπίσει, τελικά, τους τριακόσιους Σπαρτιάτες του Λεωνίδα.
Όταν είχε στρατοπεδεύσει στη Θέρμη πληροφορήθηκε πως από το στενό ανάμεσα από τον Όλυμπο και την Όσσα ρέει ο Πηνειός. Σκόπευε, δια μέσω του πάνω δρόμου από εκείνο το στενό, από τη Μακεδονία να φθάσει στη χώρα των Περραιβών.[56] Όταν, εν τέλει, ο μεγάλος βασιλεύς έστειλε τους κήρυκες στην Ελλάδα να ζητήσουν υποταγή, άλλοι γύρισαν με άδεια χέρια, ενώ μεταξύ εκείνων που παρέδωσαν γῆν καί ὕδωρ στους Πέρσες ήταν και οι Περραιβοί (7, 132).[57] Οι Θεσσαλοί, ακόμη, το 481 π.Χ., παρ’ όλο που είχαν συνάψει συμμαχία με τους Αθηναίους, τους Σπαρτιάτες, τους Βοιωτούς και τους Ευβοείς για την αντιμετώπιση του περσικού στρατού, τελικά «μηδίσανε».[58] Οι υπόλοιποι Έλληνες ορκίστηκαν εναντίον αυτών που υποτάχθηκαν ότι όταν σταθεροποιηθεί η κατάσταση θα καταβάλουν το δέκατο της περιουσίας τους στο θεό των Δελφών.[59]
Η Περραιβία και οι Περραιβοί αναφέρονται και από τον Θουκυδίδη (4, 78) όταν, κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου (431-404 π.Χ.), ο Σπαρτιάτης Βρασίδας εκστράτευσε στη Μακεδονία προκειμένου να ενισχύσει το σύμμαχό του, βασιλιά της Μακεδονίας, Περδίκα Β΄. Ο ιστορικός αναφέρει ότι ο Βρασίδας ξεκίνησε από τη Μελίτεια, διήνυσε ολόκληρη την απόσταση μέχρι τη Φάρσαλο και στη συνέχεια από το Φάκιον προς την Περραιβία, όπου οι Θεσσαλοί που τον συνόδευαν τον αποχαιρέτησαν, ενώ οι Περραιβοί, οι οποίοι ήταν υπήκοοι των Θεσσαλών, τον συνόδευσαν με ασφάλεια μέχρι το Δίον, πόλη στην οποία επικρατούσε ο Περδίκκας και στη συνέχεια μέχρι τη Χαλκιδική.[60] Οι αρκετές πόλεις της θρακομακεδονικής ακτής που στράφηκαν με το μέρος του Βρασίδα, η ήττα στο Δήλιο και η πτώση της Αμφίπολης έφεραν τους Αθηναίους σε δύσκολη θέση και δέχθηκαν τις προτάσεις των Σπαρτιατών για ανακωχή το 423 π.Χ.[61] Στα τέλη του 5ου αι. π.Χ., ακόμη, ορισμένες θεσσαλικές πόλεις αποτέλεσαν πεδία πολιτικών συγκρούσεων, καταλήγοντας στη χειραφέτηση των πανεστών,[62] η οποία αποτελεί απόδειξη για την αυξημένη σημασία που απέκτησε το οπλιτικό πεζικό από τον 4ο αιώνα και μετά.[63]
Στα μέσα του 4ου αι. π.Χ. φαίνεται πως έπαψε οριστικά το σύστημα των «τετράδων», όταν ο Φίλιππος Β΄ έθεσε υπό τον έλεγχό του τις πόλεις της Περραιβίας και της περραιβικής Τρίπολης, οριστικοποιώντας το τέλος της κυριαρχίας της Θεσσαλίας στην Περραιβία.[64]
Η αρχαιολογική έρευνα έφερε στο φως δύο ανάγλυφα της Περραιβίας στα οποία απεικονίζεται η Απολλώνια Τριάδα, των προστάτιδων θεοτήτων: Απόλλωνα, Άρτεμης και Λητούς. Το πρώτο φέρει την επιγραφή Απόλλωνι Πυθίωι Αντιγόνα Ξενάρχου ανέθηκεν. Το δε δεύτερο ανάγλυφο περιλαμβάνει μία σημαντική για την Περραιβία επιγραφή στην οποία περιλαμβάνονται ονόματα πόλεων και αντιπροσώπων στη δελφική αμφικτυονία. Στο α΄ μισό του 4ου αι. π.Χ., εποχή στην οποία χρονολογείται η εν λόγω επιγραφή, η Άζωρος, η Δολίχη και το Πύθιο (πόλεις της περραιβικής Τρίπολης), απουσιάζουν από τον κατάλογο, επειδή, πιθανόν, ανήκαν πλέον στη Μακεδονία.[65] Ολόκληρη η Θεσσαλία, μάλιστα, από το 346 αναδιοργανώθηκε από τον Φίλιππό.[66]
Κατά τον 3ο αιώνα π.Χ. σημειώθηκε η μεγάλη ακμή της Αιτωλικής Συμπολιτείας, η οποία σταδιακά επεκτάθηκε στο θεσσαλικό χώρο. Από το 279 π.Χ. η αιτωλική παρουσία ισχυροποιήθηκε στους Δελφούς. Η Θεσσαλοί, κατά τον 4ο αι. π.Χ. είχαν τον πρώτο λόγο στην Αμφικτυονία, κατέχοντας το μεγαλύτερο αριθμό των εδρών, όπως προκύπτει από τη μελέτη των καταλόγων της δελφικής Αμφικτυονίας. Οι Αιτωλοί κατάφεραν να εκχωρήσουν στον πολιτικό τους μηχανισμό τις περιοχές της Περραιβίας, της Θεσσαλιώτιδας, της Ιστιαιώτιδας και του ανατολικού τμήματος της Αχαΐας Φθιώτιδας, κατά τη διάρκεια του Δημητριακού και του Συμμαχικού πολέμου, 239-229 π.Χ. και 220-217 π.Χ. αντίστοιχα. Το 229 π.Χ. οι Αιτωλοί πήραν την έδρα των Περραιβών στο Αμφικτιονικό Συνέδριο. Το 206 π.Χ. ο Φίλιππος Ε΄ συνέβαλε στην απώλεια των εδαφών της Αιτωλικής Συμπολιτείας, της Ιστιαιώτιδας, της Θεσσαλιώτιδας και της Περραιβίας. Από αναφορές του Πολυβίου, του Τίτου Λίβιου και από επιγραφές φαίνεται ότι την περίοδο της μετάβασης από τον 3ο στο 2ο αι. π.Χ. οι περιοχές από τον Όλυμπο έως τον Κορινθιακό Κόλπο (συμπεριλαμβανομένης της Περραιβίας), εκτός από τις περιοχές της ανατολικής Θεσσαλίας, την περιοχή της Μαγνησίας και της Πελασγιώτιδος, αποτελούσαν τμήμα της «Μεγάλης Αιτωλίας».[67]
Κατά τη διάρκεια του Α΄ Μακεδονικού Πολέμου (215 – 205 π.Χ.), οι Ρωμαίοι σύναψαν συμμαχία με τους Αιτωλούς επειδή χρειάζονταν στρατό για να αντιμετωπίσουν το στρατό του Μακεδόνα βασιλιά Φιλίππου Ε΄ (211 π.Χ).[68] Με τη λήξη του πολέμου συνομολογήθηκε η ειρήνη της Φοινίκης, μετά τη σύναψη ξεχωριστής ειρήνης μεταξύ των Αιτωλών και του Φιλίππου, η οποία όμως δεν είχε διάρκεια,[69] δεδομένου της νέας κήρυξης πολέμου των πρώτων στη Μακεδονία, το 199 π.Χ.[70]
Ο Τίτος Λίβιος (64 π.Χ. – 17 μ.Χ.), στην ιστορία που συνέγραψε για τη Ρώμη, αναφερόμενος στο Β΄ Μακεδονικό Πόλεμο (200 – 197 π.Χ.) εξιστορεί την επίθεση τριών χιλιάδων Αιτωλών με διακόσια άλογα στις περραιβικές πόλεις Μάλλοια και Χυρετείες, καθώς και τη λεηλασία των πόλεων της περραιβικής Τρίπολης.[71]
Το 198 π.Χ. ο ύπατος στρατηγός των Ρωμαίων Τίτος Φλαμινίνος, στις διαπραγματεύσεις του με τον Φίλιππό Ε΄, απαίτησε την εκκένωση της Ελλάδας, καθώς και της Θεσσαλίας η οποία αποτελούσε τμήμα της Μακεδονίας για εκατόν πενήντα χρόνια.[72] Στους Βίους, ο Πλούταρχος (περ. 50 – 120 μ.Χ.) αναφέρει πως ο Τίτος Φλαμινίνος, μετά τη μάχη στις Κυνός Κεφαλές της Θεσσαλίας (197 π.Χ.) και την ήττα του Μακεδόνα βασιλιά Φιλίππου Ε΄, διακήρυξε την «ελευθερία» των Ελλήνων. Στα Ίσθμια, λοιπόν, στο στάδιο της Κορίνθου το 196 π.Χ., όπου πλήθος ανθρώπων παρακολουθούσε τους γυμνικούς αγώνες, ο Τίτος Κόιντος διακήρυξε πως «αφήνει ελεύθερους», χωρίς φρουρές και χωρίς φόρους, με τους πάτριους νόμους τους, τους Κορινθίους, τους Φωκείς, τους Λοκρούς, τους Ευβοείς, τους Αχαιούς Φθιώτες, τους Μάγνητες, τους Θεσσαλούς και τους Περραιβούς» (10, 5-6).[73] Βέβαια, οι Έλληνες θεώρησαν ότι θα είναι ελεύθεροι και βάσει της αντίληψής τους για την ελευθερία θα επέστρεφαν στην παλιά τους συνήθεια να συγκρούονται μεταξύ τους. Όμως, η «ελευθερία» που τους παραχωρήθηκε ήταν συνυφασμένη με την υποχρέωσή τους προς τους Ρωμαίους για τα προνόμια που τους παρασχέθηκαν, καθώς και με την υπακοή τους στο νέο Ρωμαίο «πάτρωνα», στα ίδια πρότυπα με έναν υπόχρεο και ευγνώμονα ρωμαίο πελάτη.[74]
Μετά τη μάχη στις Κυνός Κεφαλές και την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας των ελληνικών πόλεων από τον Φλαμινίνο, το 196 π.Χ. οι Μακεδόνες υποχώρησαν και η Θεσσαλία έγινε ανεξάρτητη. Η Περραιβία αποτέλεσε την εποχή εκείνη αυτόνομο Κοινό.[75]
Ο Τίτος Λίβιος, στην περιγραφή των κινήσεων του μακεδονικού στρατού, αναφέρεται στην Περραιβία και την περραιβική Τρίπολη. Οι Μακεδόνες, μετά την Ελιμιώτιδα (Elimia), πέρασαν τα Καμβούνια (Cambunian) όρη από ένα στενό πέρασμα και κατήλθαν στην περιοχή που ονομάζεται Τρίπολη επειδή περιλάμβανε τρεις πόλεις: την Άζωρο, το Πύθιο και τη Δολίχη. Αυτές οι πόλεις, αρχικά, δίστασαν να πάρουν το μέρος των Μακεδόνων επειδή είχαν δώσει ομήρους στους Λαρισαίους. Τελικά, όμως, υπέκυψαν στους εκβιασμούς των Μακεδόνων, καθώς αντιμετωπίστηκαν από τους τελευταίους με εξαιρετική ευγένεια και οι Περραιβοί ακολούθησαν «το παράδειγμά τους» και δέχτηκαν την πρώτη προσέγγιση των Μακεδόνων, χωρίς δισταγμό.[76] Αναφέρεται, ακόμη, στο ρωμαϊκό συμβούλιο κατά το οποίο οι Ρωμαίοι εξέτασαν τα περάσματα από την Περραιβία προς τη Μακεδονία. Κατασκήνωσαν, λοιπόν, στο χώρο της Περραιβίας και συγκεκριμένα μεταξύ της Αζώρου και της Δολίχης, μέχρι που αποφάσισαν, τελικά, να φυλάξουν τη στενή διάβαση της Βολουστάνας (σ.σ Σαρανταπόρου) και άλλων περιοχών (Lapathus, Phila).[77]
Στην αρχή του ξεσπάσματος του Γ΄ Μακεδονικού Πολέμου (171-168 π.Χ.) το σχέδιο των Ρωμαίων φαινόταν ακόμη ημιτελές. Είχε ληφθεί μόνο η απόφαση ο στρατός να βαδίσει στο Πύθιο, το οποίο μαζί με τη Δολίχη και την Άζωρο συναποτελούσε την περραιβική Τρίπολη. Από το στενό πέρασμα των Βολουστάνων (Σαρανταπόρου) ο ύπατος Οστίλλιος επιχείρησε να εισβάλλει από την περραιβική Τρίπολη στη Μακεδονία κατά το πρώτο έτος του Γ΄ Μακεδονικού Πολέμου. Ο διάδοχός του όμως, ο Μάρκιος Φίλιππος, δεν ακολούθησε τη συγκεκριμένη οδό, ούτε και το στενό πέρασμα της Πέτρας, αν και το τελευταίο πιθανόν παρέμενε αφύλακτο από τη μακεδονική φρουρά. Οι Ρωμαίοι επέλεξαν να εισβάλλουν στη Μακεδονία και αφού καταλάβουν τα Τέμπη να εισβάλλουν μέσω αυτών. Το σχέδιό τους όμως εγκαταλείφθηκε. Οι Περραιβοί, οι οποίοι τελούσαν υπό την υπηρεσία των Ρωμαίων, κλήθηκαν στο συγκροτηθέν πολεμικό συμβούλιο ώστε να δώσουν τις απαραίτητες πληροφορίες καθώς ήταν γνώστες των τόπων και των πραγμάτων της περιοχής. Οι Ρωμαίοι έλαβαν πολλές εσφαλμένες αποφάσεις σχετικά με τον τρόπο εισβολής τους στην Μακεδονία και οι απόπειρές τους δεν θα είχαν αποτέλεσμα εάν οι θεοί –αναφέρει ο Πολύβιος– «δεν είχαν αφαιρέσει το νου από τον μωρό και παραπληγικό βασιλιά της Μακεδονίας Περσέα και δεν είχαν τρέψει τον πιο ανάξιο βασιλιά απ’ όλους τους προηγούμενους ηγεμόνες της Μακεδονίας στις πιο καταστροφικές γι’ αυτόν αποφάσεις». Η τραγικότερη κίνηση του Περσέα ήταν η απογύμνωση των στενών περασμάτων που κάλυπτε η μακεδονική φρουρά, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα επισιτισμού των ρωμαίων στρατιωτών από τη Θεσσαλία που είχαν εγκλωβιστεί στο εχθρικό έδαφος της Πιερίας και κινδύνευαν να λιμοκτονήσουν. Από το Πύθιο της Περραιβίας ο Μάρκιος Φίλιππος μετέφερε τα στρατεύματά του στο οροπέδιο της σημερινής Καρυάς ώστε να κατέλθει στη Μακεδονία μέσω των Κανάλων και του Νεζερού. Αποτελεί δε παράδοξο το γεγονός ότι ο ύπατος δεν επέλεξε άλλα περάσματα του Ολύμπου προς την Πιερία τα οποία δεν θα επέφεραν αφενός μεγάλη ταλαιπωρία στο ρωμαϊκό στρατό αφετέρου δεν θα τον εξέθετε σε μεγάλο κίνδυνο.[78]
Το 168 π.Χ. ο ύπατος Αιμίλιος Παύλος αποφάσισε να εισβάλλει στη Μακεδονία δια της κυκλικής κινήσεως εκ Περραιβίας προς τα στενά της Πέτρας, ώστε να επιτεθεί εκ των όπισθεν κατά του Περσέως, ο οποίος κατείχε το Δίον. Όμως το στενό της Πέτρας είχε καταληφθεί από τις μακεδονικές δυνάμεις και κατά συνέπεια ο ύπατος έπρεπε να ενεργήσει με ταχύτητα, μυστικότητα και εν καιρώ νυκτός να τους αιφνιδιάσει. Αποφάσισε, λοιπόν, να αιφνιδιάσει το μακεδονικό στρατό μέσω της συντομότερης οδού του Ηρακλείου (του σημερινού Πλαταμώνα) δια της Ζηλιάνας και ταχέως μετάβηκε την τρίτη ημέρα από την αναχώρησή του στο Πύθιο για την ανάπαυση του στρατεύματός του.[79] Στο δε Πύθιο της Περραιβίας το στράτευμα οδήγησε ο Νασικάς, ο γιος του Αιμίλιου Παύλου, και στη συνέχεια ο στρατός του ενώθηκε με εκείνον του πατέρα του.[80] Εν τέλει, στην Πύδνα, το 168 π.Χ., ο Μακεδόνας Βασιλιάς Περσέας ηττήθηκε υποτάσσοντας ολόκληρη την Ελλάδα οριστικά στους Ρωμαίους.
Σύμφωνα με τον F. Gschnitzer και βάσει των επιγραφικών μαρτυριών, οι πόλεις της Περραιβίας υφίσταντο έως τον 3ο αι. μ.Χ., ενώ περιελήφθησαν στην επικράτεια της Λάρισας επί της εποχής του Διοκλητιανού (284-305 μ.Χ.), καθιερώνοντας την επαρχία της Θεσσαλίας.[81] Κατά τη χριστιανική περίοδο ο Προκόπιος αναφέρει μόνο την Ολοσσών την οποία μάλιστα δεν συγκαταλέγει στη Θεσσαλία, ενώ δεν γνωρίζουμε εάν αναφέρονται άλλες περραιβικές πόλεις.[82] Από τη σύγχρονη αρχαιολογική έρευνα, όμως, ανακαλύφθηκε μικρό τείχος στην Ελασσόνα το οποίο χτίστηκε την εποχή του Ιουστινιανού.[83]
Κατά τους μεσοβυζαντινούς χρόνους η δυτική και βορειοδυτική Θεσσαλία, συμπεριλαμβανομένης την περιοχή της Περραιβίας, ανήκε στη Μεγάλη Βλαχία. Όπως προκύπτει από το «Χρονικόν του Μορέως» η περιοχή οροθετείτο από τον Όλυμπο, το σημερινό χωριό Κατάκαλη Γρεβενών, και την οροσειρά της Πίνδου που τη χώριζε από το Δεσποτάτο της Ηπείρου.[84]
-----------------------------
[1] Η πόλη των Γόννων θεωρείται σημαντική από τους μελετητές. Βρίσκεται στην αριστερή όχθη του Πηνειού και σε απόσταση 4 χλμ. δυτικά από την είσοδο του περάσματος των Τεμπών στη θέση «Καστρί» ή «Παλαιόκαστρο» των νότιων υπωρειών του Κάτω Ολύμπου. Η περιοχή κατοικείτο τουλάχιστον από τα μυκηναϊκά χρόνια Η θέση της ήταν στρατηγική αφού ήλεγχε αφενός τις δύο κύριες διόδους επικοινωνίας της ανατολικής Θεσσαλίας με την Μακεδονία (μέσω των Τεμπών και μέσω των περασμάτων του Κάτω Ολύμπου) αφετέρου την έξοδο από την ενδοχώρα προς τη θάλασσα. Η πόλη των Γόννων διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στο αμυντικό σύστημα των Μακεδόνων τόσο κατά την κυριαρχία τους στη Θεσσαλία όσο και στους επόμενους Μακεδονικούς Πολέμους [Βλ. Ντάσιος (2012), σ. 219-20].
[2] Η αρχαία Ολοσσών (ή Ολοοσών) τοποθετείται απ’ όλους τους μελετητές στην ίδια θέση με τον σημερινό οικισμό της Ελασσόνας και χαρακτηρίζεται από τη διαχρονική της κατοίκηση, λόγω της οποίας τα σωζόμενα λείψανα είναι σχεδόν ανύπαρκτα. Στα χρόνια της μακεδονικής κυριαρχίας η αρχαία Ολοσσών δεν διαδραματίζει σπουδαίο ρόλο καθώς δεν βρισκόταν στον κύριο οδικό άξονα από τη Θεσσαλία για τη Μακεδονία, όπως η αρχαία περραιβική Τρίπολη (Άζωρος, Δολίχη, Πύθιο). Η ακρόπολη της αρχαίας πόλης τοποθετείται στο ύψωμα στο οποίο σήμερα είναι κτισμένη η μονή της Παναγίας Ολυμπιώτισσας. Στη συνοικία «Βαρούσι», στη δεξιά όχθη του Ελασσονίτικου ποταμού, εντοπίζεται η κάτω πόλη, ενώ στην αριστερή όχθη απλώνονται τα νεκροταφεία από τα οποία ανασκάφθηκαν τάφοι της Εποχής του Σιδήρου [Βλ. Ντάσιος (2012), σ. 219].
[3] Οι μελετητές θεωρούν την περραιβική πόλη της Φάλαννας, η οποία έλαβε το όνομά της από τη νύμφη Φάλαννα και ταυτίζεται χωρίς ομοφωνία με τη θέση «Καστρί», δυτικά της σημερινής κωμόπολης του Αμπελώνα, όπου σώζονται εκτεταμένα λείψανα και διασπορά από αρχαία πόλη, ως τη σπουδαιότερη πόλη των Περραιβών. Η Φάλαννα άκμασε τον 5ο και 4ο αι. π.Χ., έκοψε δικά της νομίσματα και ανέπτυξε σχολή καλλιτεχνίας, τα γλυπτά της οποίας εκτίθενται στα μουσεία της Λάρισας και του Βόλου. [Βλ. Ντάσιος (2012), σ. 217].
[4] Hansen και Nielsen (2004), σ.σ. 689-90, 721-7. Βλ. και Ντάσιος (2012), σ. 219.
[5] Ο Α. Τζαφάλιας στη μελέτη του για τα Νεκροταφεία της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου, ταυτίζει την ομηρική Ηλώνη με τη σημερινή θέση του Αργυροπουλίου – Τυρνάβου. Βλ. Τζιαφάλιας και Ζαούρη (1999), σ.σ. 145, 147.
[6] Όμηρος (αρχαίες πηγές). Ιλιάς. Ραψ. Β΄, στιχ. 738-740: «Οἳ δ᾽ Ἄργισσαν ἔχον καὶ Γυρτώνην ἐνέμοντο,/ Ὄρθην Ἠλώνην τε πόλιν τ᾽ Ὀλοοσσόνα λευκήν, / τῶν αὖθ᾽ ἡγεμόνευε μενεπτόλεμος Πολυποίτης».
[7] Στράβων (αρχαίες πηγές). Γεωγραφικών Θ, V.19. Στο ΒΙΚΙΘΗΚΗ: «Ὄρθην δὲ τινὲς τὴν ἀκρόπολιν τῶν Φαλανναίων εἰρήκασιν».
[8] Για τον Χριστόφορο Περραιβό, βλ. Σύγχρονοι Έλληνες Συγγραφείς. Χριστόφορος Περραιβός (διαδικτυακές πηγές). Στο Εθνικό Κέντρο Βιβλίου.
[9] Buxton (2004), σ. 18.
[10] Graves (1979), τ. Α, σ. 3.
[11] Γεωργιάδης (1880), σ. 17.
[12] Grimal (1991), σ.σ. 545-6.
[13] Γεωργιάδης (1880), σ.σ. 85-6.
[14] Ασχύλος (αρχαίες πηγές), μτφρ. Μαυρόπουλος (2007), Ικέτιδες, στιχ. 250-259, σ.σ. 94-97: «τοῦ γηγενοῦς γάρ εἰμ’ ἐγὼ Παλαίχθονος ἶνις Πελασγός, τῆσδε γῆς ἀρχηγέτης. ἐμοῦ δ’ ἄνακτος εὐλόγως ἐπώνυμον γένος Πελασγῶν τήνδε καρποῦται χθόνα. καὶ πᾶσαν αἶαν, ἧς δι’ ἁγνὸς ἔρχεται Στρυμών, τὸ πρὸς δύνοντος ἡλίου, κρατῶ. ὁρίζομαι δὲ τήν τε Περραίβων χθόνα, Πίνδου τε τἀπέκεινα, Παιόνων πέλας, ὄρη τε Δωδωναῖα. συντέμνει δ’ ὅρος ὑγρᾶς θαλάσσης: τῶνδε τἀπὶ τάδε κρατῶ».
[15] Ζαφειρόπουλος (2008), σ. 157.
[16] Ομηρικοί Ύμνοι (αρχαίες πηγές). Προς Πύθιο Απόλλωνα, στιχ. 214-219: «῎Η πού τή γῆ περπάτησες ἑκατηβόλε ᾿Απόλλων / σάν ἄρχισες γυρεύοντας χρηστήριο στούς ἀνθρώπους. / Στήν Πιερία στήν ἀρχή ἀπ᾿ τόν ῎Ολυμπο ἐκατέβης / τό Λέκτο τόν ἀμμουδερό παρέκαμψες / καί τούς Αἰνιᾶνες, μέσα ἀπ᾿ τῶν Περραιβῶν τή χώρα, / κι εὐθύς στήν ᾿Ιωλκό ἀφίχθης / καί στό Κηναῖο τῆς καραβοξακουσμένης Εὔβοιας ἀποβιβάστης».
[17] Ο Τιταρήσιος αποτελεί σημαντικό παραπόταμο εβδομήντα χιλιομέτρων του Πηνειού ποταμού. Πηγάζει από τις δυτικές κλιτύες του Ολύμπου, κατευθύνεται δυτικά, νοτιοδυτικά και συμβάλλει με τον Πηνειό. Βλ. Χάρτη (εικόνα 1) «Part of Reference Map of Ancient Greece». Ο Όμηρος αναφέρει ότι οι Περραιβοί και οι Αινιάνες πότιζαν τους αγρούς τους από τον Τιταρήσιο (βλ. παρακάτω στην παρούσα μελέτη).
[18] Τα Ορφικά (αρχαίες πηγές). Γενική Εισαγωγή Πασσά, Ι. σ.σ. 138, 172 «Έπειτα ανεγνώρισα τον Κάστορα, τον ιπποδαμαστήν, και τον Πολυδεύκη και τον Μόψον από τον Τίταρον, τον οποίο η Αρηγονίς, αφού ενυμφεύθη τον Άμπυκα, εγένησε κάτω από την Χαονίαν βαλανιδιά» […] «Και τότε λοιπόν εφώναξεν εις το μέσον όλων των ηρώων ο Μόψος –διότι αυτός τα έμαθεν αυτά από την ιδικήν του μαντικήν τέχνην – δια να παρακαλέσουν εμέ, ενώ θα εβάδιζον εις την εκτέλεσιν του έργου».
[19] Ησύχιος (αρχαίες πηγές), επιμ. Φιλολογική Ομάδα Κάκτου (2004). Λεξικόν, σ. 90.
[20] Σουίδας (αρχαίες πηγές), μτφρ. Bekkeri (1854). Λεξικό, σ. 31.
[21] Οβίδιος (αρχαίες πηγές), μτφρ. Παπαγεωργίου και Παπαφωτίου (1886). Μεταμορφώσεις, σ.σ. 142-64. Βλ. και Graves (1979), τ. Β, σ.σ. 313-9.
[22] Στράβων (αρχαίες πηγές). Γεωγραφικά, βιβλίο Θ, V.19. Στο ΒΙΚΙΘΗΚΗ: «Ταύτην τὴν χώραν πρότερον μὲν ὤικουν Περραιβοί, τὸ πρὸς θαλάττηι μέρος νεμόμενοι καὶ τῶι Πηνειῶι μέχρι τῆς ἐκβολῆς αὐτοῦ καὶ Γυρτῶνος πόλεως Περραιβίδος».
[23] Οι Κένταυροι παραδίδονται ως απόγονοι του Ιξίονα και κατά συνέπεια ως συγγενείς των Λαπιθών. Όταν ο Ιξίων βίασε το μεταμορφωμένο σύννεφο της θεάς Ήρας, το οποίο κατασκεύασε ο Δίας και ονομάστηκε Νεφέλη, γεννήθηκε ο απόβλητος Κένταυρος, ο οποίος έσπειρε σε φοράδες της Μαγνησίας τους αλογοκένταυρους, ο επιφανέστερος των οποίων ήταν ο Χείρων. Βλ. Graves (1979), τ. Β, σ. 240.
[24] Graves (1979), τ. Β, σ.σ. 440-1. Βλ. επίσης, Διόδωρος Σικελιώτης (αρχαίες πηγές), μτφρ. Φιλολογική Ομάδα Κάκτου (1997). Βιβλιοθήκης Ιστορικής (§ 69-70), σ.σ. 214-9.
[25] Graves (1979), τ. Β, σ.σ. 309-10.
[26] Οι 32 μετώπες της νότιας πλευράς του Παρθενώνα απεικονίζουν σκηνές από την Κενταυρομαχία. Η υπ’ αριθμ. 7 μετώπη, όπως πιθανολογούν ορισμένοι μελετητές, απεικονίζει το βασιλιά των Λαπιθών, Πειρίθου. Βλ. Χωρέμη – Σπετσιέρη (2004), σ.σ. 41-47, 60.
[27] Grimal (1991), σ.σ. 370, 400.
[28] Ο Ν. Γεωργιάδης ταύτισε την κορυφή «Αμάρμπεϊ» (όρος στο οποίο βρίσκεται σήμερα η σημερινή κοινότητα Σαρανταπόρου) βασιζόμενος στον Στράβωνα, με το περραιβικό όρος «Κύφος» στις παρυφές του οποίου οργανώθηκαν οι περραιβικές πόλεις της Κύφου και της Δωδώνης. Επέκρινε, μάλιστα, τον περιηγητή Heuzey ο οποίος όρισε την Κύφο στην ανατολική πλευρά του Ολύμπου, καθώς και τον περιηγητή Kiepert ο οποίος τοποθέτησε την Κύφο στα Χασιώτικα όρη [βλ. Γεωργιάδης (1880), σ. 17].
[29] Για τη θεσσαλική Δωδώνη βλ. παρακάτω στην παρούσα μελέτη.
[30] Ο Τιταρήσιος αποτελεί σημαντικό παραπόταμο εβδομήντα χιλιομέτρων του Πηνειού ποταμού. Πηγάζει από τις δυτικές κλιτύες του Ολύμπου, κατευθύνεται δυτικά, νοτιοδυτικά και συμβάλλει με τον Πηνειό. Βλ. Χάρτη (εικόνα 1) «Part of Reference Map of Ancient Greece».
[31] Όμηρος (αρχαίες πηγές). Ιλιάς. Ραψ. Β΄, στιχ. 738-55: «Οἳ δ᾽ Ἄργισσαν ἔχον καὶ Γυρτώνην ἐνέμοντο,/ Ὄρθην Ἠλώνην τε πόλιν τ᾽ Ὀλοοσσόνα λευκήν, / τῶν αὖθ᾽ ἡγεμόνευε μενεπτόλεμος Πολυποίτης / υἱὸς Πειριθόοιο τὸν ἀθάνατος τέκετο Ζεύς·/ τόν ῥ᾽ ὑπὸ Πειριθόῳ τέκετο κλυτὸς Ἱπποδάμεια / ἤματι τῷ ὅτε Φῆρας ἐτίσατο λαχνήεντας, / τοὺς δ᾽ ἐκ Πηλίου ὦσε καὶ Αἰθίκεσσι πέλασσεν· / οὐκ οἶος, ἅμα τῷ γε Λεοντεὺς ὄζος Ἄρηος / υἱὸς ὑπερθύμοιο Κορώνου Καινεΐδαο·/ τοῖς δ᾽ ἅμα τεσσαράκοντα μέλαιναι νῆες ἕποντο. / Γουνεὺς δ᾽ ἐκ Κύφου ἦγε δύω καὶ εἴκοσι νῆας·/ τῷ δ᾽ Ἐνιῆνες ἕποντο μενεπτόλεμοί τε Περαιβοὶ / οἳ περὶ Δωδώνην δυσχείμερον οἰκί᾽ ἔθεντο / οἵ τ᾽ ἀμφ᾽ ἱμερτὸν Τιταρησσὸν ἔργα νέμοντο / ὅς ῥ᾽ ἐς Πηνειὸν προΐει καλλίρροον ὕδωρ, / οὐδ᾽ ὅ γε Πηνειῷ συμμίσγεται ἀργυροδίνῃ, / ἀλλά τέ μιν καθύπερθεν ἐπιρρέει ἠΰτ᾽ ἔλαιον / ὅρκου γὰρ δεινοῦ Στυγὸς ὕδατός ἐστιν ἀπορρώξ».
[32] Όμηρος (αρχαίες πηγές). Ιλιάς. Ραψ. Π΄, στιχ 233-5: «Ζεῦ ἄνα Δωδωναῖε Πελασγικὲ τηλόθι ναίων/ Δωδώνης μεδέων δυσχειμέρου, ἀμφὶ δὲ Σελλοὶ/ σοὶ ναίουσ᾽ ὑποφῆται ἀνιπτόποδες χαμαιεῦναι». Ο Ησύχιος (5ος αι. μ.Χ.) στο Λεξικό του ορίζει τους Σελλούς ως έθνος στη Δωδώνη ή γενικά τους φτωχούς [βλ. Ησύχιος, επιμ. Φιλολογική Ομάδα Κάκτου, (2004). Λεξικόν]. Ο λεξικογράφος Σουίδας (10ος αι. μ.Χ.), παραπέμπτοντας στον Όμηρο, αναφέρει τους Σελλούς ως έθνος [βλ. Σουίδας, μτφρ. Bekerri (1854). Λεξικό, σ. 943]. Αν υποθέταμε πως η πρώην ονομασία «Σέλος» της σημερινής κοινότητας του Πυθίου (η «κοινότητα Σέλου» το 1928 μετονομάσθηκε σε «κοινότητα Πυθίου», όπως και ο ομώνυμος συνοικισμός «Σέλος» μετονομάσθηκε σε «Πύθιο» [ΦΕΚ Α, 156/1928, σ. 1229, βλ. Αναζήτηση Φύλλων Εφημερίδας της Κυβερνήσεως (διαδικτυακές πηγές), στο Εθνικό Τυπογραφείο], οι αρχαιολογικοί χώροι της οποίας έχουν ταυτισθεί με τη θέση της αρχαίας πόλης του Πυθίου της περραιβικής Τρίπολης, σχετίζεται με τους ομηρικούς Σελλούς ερχόμαστε αντιμέτωποι με την ίδια την προφορική παράδοση η οποία σ’ αυτήν την περίπτωση απέρριψε τη μεταγενέστερη, θεωρητικά, ονομασία του Πυθίου και διέσωσε εκείνη των Σελλών, για τους οποίους η έρευνα δεν έφερε στο φως γραπτές μαρτυρίες που να τεκμηριώνουν οποιοδήποτε συσχετισμό.
[33] Στράβων (αρχαίες πηγές). Γεωγραφικών Θ, V.20. Στο ΒΙΚΙΘΗΚΗ: «καὶ τὸ ἐνταῦθα Περραιβικὸν ὑπὸ τούτοις τετάχθαι ὡς ἐπὶ πλέον, τὰ δ᾽ ὀρεινότερα χωρία πρὸς τῶι Ὀλύμπωι καὶ τοῖς Τέμπεσι τοὺς Περραιβούς, καθάπερ τὸν Κύφον καὶ τὴν Δωδώνην καὶ τὰ περὶ τὸν Τιταρήσιον, ὃς ἐξ ὄρους Τιταρίου συμφυοῦς τῶι Ὀλύμπωι […] Διὰ δὲ τὸ ἀναμὶξ οἰκεῖν Σιμωνίδης Περραιβοὺς καὶ Λαπίθας καλεῖ τοὺς Πελασγιώτας ἅπαντας». Θ, V.22: «Οἱ μὲν οὖν Αἰνιᾶνες οἱ πλείους εἰς τὴν Οἴτην ἐξηλάθησαν ὑπὸ τῶν Λαπιθῶν, κἀνταῦθα δὲ ἐδυνάστευσαν ἀφελόμενοι τῶν τε Δωριέων τινὰ μέρη καὶ τῶν Μαλιέων μέχρι Ἡρακλείας καὶ Ἐχίνου, τινὲς δ᾽ αὐτῶν ἔμειναν περὶ Κύφον, Περραιβικὸν ὄρος ὁμώνυμον κατοικίαν ἔχον».
[34] Ο Δίας όχι μόνο δεν τιμώρησε τον Ιξίονα επειδή δολοφόνησε τον πεθερό του, Ηιονέα, αλλά τον εξάγνισε από το έγκλημά του. Δεν ανέχτηκε όμως την προσβολή από την ασέλγεια του Ιξίονα στη σύζυγό του, την Ή¨Ηρα. Βίασε, τελικά, ένα σύννεφο με την όψη της Ήρας που κατασκεύασε ο Δίας και αποτέλεσμα αυτής της συνεύρεσης ήταν η γέννηση του πρώτου Κενταύρου. Ο Ιξίων στη μεταθανάτια ζωή του θα τοποθετούνταν σε έναν τροχό ο οποίος θα γύριζε αιωνίως στον αέρα. Προβάλλονται έτσι οι συμπεριφορές των ανθρώπων που εξόργιζαν του θεούς και σχετίζονταν με την προσβολή των ίδιων των θεών. Βλ. Buxton (2005), σ. 89 και Graves (1979), τ. Β, σ. 240.
[35] Ζαφειρόπουλος (2008), σ. 157.
[36] Ζαφειρόπουλος (2008), σ.σ. 153, 157.
[37] Williams (1994), σ.σ. 145-7.
[38] Ο Σουίδας και ο Κινέας συνέγραψαν τα Θεσσαλικά. Βλ. Στράβων (αρχαίες πηγές), μτφρ. Θεοδωρίδης (2004). Γεωγραφικών Ζ, σ. 234, σημ. 304.
[39] Βανχάγεντορεν (2008), σ. 173.
[40] Στράβων (αρχαίες πηγές). Γεωγραφικών Ζ, VII.12. Στο ΒΙΚΗΘΗΚΗ: «Κατ᾽ ἀρχὰς μὲν οὖν ἄνδρες ἦσαν οἱ προφητεύοντες· καὶ τοῦτ᾽ ἴσως καὶ ὁ ποιητὴς ἐμφαίνει· ὑποφήτας γὰρ καλεῖ, ἐν οἷς τάττοιντο κἂν οἱ προφῆται· ὕστερον δ᾽ ἀπεδείχθησαν τρεῖς γραῖαι, ἐπειδὴ καὶ σύνναος τῶι Διὶ προσαπεδείχθη καὶ ἡ Διώνη. Σουίδας μέντοι Θετταλοῖς μυθώδεις λόγους προσχαριζόμενος, ἐκεῖθέν τέ φησιν εἶναι τὸ ἱερὸν μετενηνεγμένον ἐκ τῆς περὶ Σκοτοῦσσαν Πελασγίας· ἔστι δ᾽ ἡ Σκοτοῦσσα τῆς Πελασγιώτιδος Θετταλίας· συνακολουθῆσαί τε γυναῖκας τὰς πλείστας, ὧν ἀπογόνους εἶναι τὰς νῦν προφήτι δας· ἀπὸ δὲ τούτου καὶ Πελασγικὸν Δία κεκλῆσθαι· Κινέας δ᾽ ἔτι μυθωδέστερον».
[41] Στράβων (αρχαίες πηγές), μτφρ. Θεοδωρίδης (2004). Γεωγραφικών Ζ, Αποσπάσματα από το έβδομο βιβλίο, σ. 157 και σ. 234, σημ. 1.
[42] Γεωργιάδης (1880), σ. 273.
[43] Δωδώνη(διαδικτυακές πηγές). Στο «ΟΔΥΣΣΕΥΣ» Υπουργείο Πολιτισμού.
[44] Marwick (1985), σ.σ. 11, 44-6.
[45] Κραβαρίτου (2012), σ.σ. 26-7.
[46] Τζιαφάλιας και Ζαούρη (1999), σ.σ. 145, 147.
[47] Κραβαρίτου (2012), σ. 28.
[48] Mosse (2009), σ. 339.
[49] Το πρόσωπο του Αλευά του Πυρρού κινείται μεταξύ μύθου και ιστορίας. Βλ. Κραβαρίτου (2012), σ. 33.
[50] Mosse (2009), σ. 339.
[51] Κραβαρίτου (2012), σ. 32.
[52] Κραβαρίτου (2012), σ. 33.
[53] Κραβαρίτου (2012), σ. 33.
[54] Γλωσσάρι (διαδικτυακές πηγές). Στο «ΟΔΥΣΣΕΥΣ» Υπουργείο Πολιτισμού: «Αμφικτυονία ονομαζόταν η ένωση αρχαίων ελληνικών πόλεων – κρατών με κέντρο κάποιο ιερό. Ο θρησκευτικός χαρακτήρας της αμφικτυονίας εξελίχθηκε σταδιακά σε πολιτικός. Το 24μελές αμφικτυονικό συνέδριο και η αμφικτυονική εκκλησία ασκούσε τη διοίκηση της Αμφικτυονίας. Τα μέλη του συνεδρίου εκλέγονταν έπειτα από κλήρωση και αντιστοιχούσαν δύο μέλη από κάθε φυλή. Τη διοίκηση της Αμφικτυονίας ασκούσε το αμφικτυονικό συνέδριο και η αμφικτυονική εκκλησία. Το συνέδριο το συγκροτούσαν οι ιερομνήμονες, δηλαδή 24 μόνιμα μέλη που εκλέγονταν με κλήρωση από τις 12 φυλές της Αμφικτυονίας (δύο ψήφοι για κάθε φυλή), οι πυλαγόρες, ένας γραμματέας και ένας ιεροκήρυκας. Το συνέδριο σκόπευε στην προάσπιση των συμφερόντων των πόλεων που εκπροσωπούσε η Αμφικτυονία. Η έδρα βρισκόταν στο ιερό της Δήμητρας στην Ανθήλη, κοντά στις Θερμοπύλες. Έπειτα από τον πρώτο Ιερό Πόλεμο (590 π.Χ.), οι Αμφικτύονες πήραν τον έλεγχο του ιερού των Δελφών και των αγώνων και συνεδρίαζαν, πλέον, το φθινόπωρο (οπωρινή Πυλαία) στους Δελφούς και στην Ανθήλη την άνοιξη (ηρινή Πυλαία). Στην επικυριαρχία του ιερού και της Αμφικτυονίας, τον 6ο αι. π.Χ. επικρατούσαν οι Θεσσαλοί, κατά τους 5ο και 4ο αι. π.Χ. οι Σπαρτιάτες και μετά το 371 π.Χ. οι Βοιωτοί. Στη συνέχεια, μετά το 346 π.Χ., ο Φίλιππος, οι Αιτωλοί τον 3ο αι. π.Χ. και από το 168 π.Χ. οι Ρωμαίοι, ώσπου ο αυτοκράτορας Αδριανός ίδρυσε νέα οργάνωση ενότητας των Ελλήνων, το Πανελλήνιο».
[55] Κραβαρίτου (2012), σ. 29.
[56] Βλάχος (2000), σ. 178.
[57] Ηρόδοτος (αρχαίες πηγές), μτφρ. Σκαλίδου (1875). Ιστορίαι. Βιβλίον Έβδομον. Πολύμνια. Στο gutenberg.org: «131: ὁ μὲν δὴ περὶ Πιερίην διέτριβε ἡμέρας συχνάς· τὸ γὰρ δὴ ὄρος τὸ Μακεδονικὸν ἔκειρε τῆς στρατιῆς τριτημορίς, ἵνα ταύτῃ διεξίῃ ἅπασα ἡ στρατιὴ ἐς Πεῤῥαιβούς. οἱ δὲ δὴ κήρυκες οἱ ἀποπεμφθέντες ἐς τὴν Ἑλλάδα ἐπὶ γῆς αἴτησιν ἀπίκατο οἳ μὲν κεινοί, οἳ δὲ φέροντες γῆν τε καὶ ὕδωρ. 132: τῶν δὲ δόντων ταῦτα ἐγένοντο οἵδε, Θεσσαλοὶ Δόλοπες Ἐνιῆνες Πεῤῥαιβοὶ Λοκροὶ Μάγνητες Μηλιέες Ἀχαιοὶ οἱ Φθιῶται καὶ Θηβαῖοι καὶ οἱ ἄλλοι Βοιωτοὶ πλὴν Θεσπιέων τε καὶ Πλαταιέων. ἐπὶ τούτοισι οἱ Ἕλληνες ἔταμον ὅρκιον οἱ τῷ βαρβάρῳ πόλεμον ἀειράμενοι· τὸ δὲ ὅρκιον ὧδε εἶχε, ὅσοι τῷ Πέρσῃ ἔδοσαν σφέας αὐτοὺς Ἕλληνες ἐόντες μὴ ἀναγκασθέντες, καταστάντων σφι εὖ τῶν πρηγμάτων, τούτους δεκατεῦσαι τῷ ἐν Δελφοῖσι θεῷ. τὸ μὲν δὴ ὅρκιον ὧδε εἶχε τοῖσι Ἕλλησι».
[58] Mosse (2009), σ. 240.
[59] Βλάχος (2000), σ. 179.
[60] Θουκυδίδης (αρχαίες πηγές), μτφρ. Βενιζέλος. Ιστορίαι. Βιβλίο Δ΄, παρ. 78. Στο Μικρός Απόπλους: «[4.78] καὶ ἐξ αὐτοῦ ἐς Περραιβίαν. ἀπὸ δὲ τούτου ἤδη οἱ μὲν τῶν Θεσσαλῶν ἀγωγοὶ πάλιν ἀπῆλθον, οἱ δὲ Περραιβοὶ αὐτόν, ὑπήκοοι ὄντες Θεσσαλῶν, κατέστησαν ἐς Δῖον τῆς Περδίκκου ἀρχῆς, ὃ ὑπὸ τῷ Ὀλύμπῳ Μακεδονίας πρὸς».
[61] Mosse (2009), σ. 281.
[62] Οι πανέστες αποτελούσαν υποτελείς χωρικούς που οι Αρχαίοι τους συνέκριναν με τους είλωτες [βλ. Mosse (2009), σ. 339].
[63] Mosse (2009), σ. 339.
[64] Κραβαρίτου (2012), σ. 30.
[65] Μπάτζιου-Ευσταθίου (διαδικτυακές πηγές, 2012), Η Κοιλάδα των Τεμπών. Στο περιοδικό Αρχαιολογία και Τέχνες.
[66] Mosse (2009), σ. 340.
[67] Τσαγκάρη (2004), σ.σ. 227-9.
[68] Mackay (2007), σ. 108.
[69] Walbank (1999), σ. 328.
[70] Mackay (2007), σ. 110.
[71] Titus Livius (αρχαίες πηγές). History of Rome. V.III. 10. Στο: Haystack. Electronic Literature Archive: «Meantime, Amynander, with the Athamanian troops, seized on Pellinaeus; while Menippus, with three thousand Aetolian foot and two hundred horse, marched into Perrhaebia, where he took Mallaea and Cyretiae by assault, and ravaged the lands of Tripolis».
[72] Mackay (2007), σ. 111.
[73] Πλούταρχος (αρχαίες πηγές), μτφρ. Μεταφραστική Ομάδα Κάκτου (1993). Βίοι Παράλληλοι. Φιλοποίμην – Τίτος Φλαμινίνος, σ.σ. 104-7.
[74] Mackay (2007), σ. 113.
[75] Κραβαρίτου (2012), σ. 31.
[76] Titus Livius (αρχαίες πηγές), The Supplement of J. Freinsheim (1761), σ.σ. 252-3.
[77] Titus Livius (αρχαίες πηγές), The Supplement of J. Freinsheim (1761), σ.σ. 308-9.
[78] Σωτηριάδης (1931), σ.σ. 5-10.
[79] Σωτηριάδης (1931), σ. 13.
[80] Πλούταρχος (αρχαίες πηγές), μτφρ. Μεταφραστική Ομάδα Κάκτου (1993). Βίοι Παράλληλοι. Αιμίλιος Παύλος – Τιμολέων, σ.σ. 60-3.
[81] Δεριζιώτης (2004), σ. 63.
[82] Δεριζιώτης (2006), σ.σ. 389-90 και Υποσημείωση 2: Προκόπιος, Περί Κτισμάτων, 4,3,8. J. Haury – G. Wirth (εκδ. Λειψία, 1964), στο «Χριστιανική Περραιβία. Τοπογραφικές και Ανασκαφικές Έρευνες».
[83] Δεριζιώτης (2004), σ. 64.
[84] Βλαχάκη (2006), σ. 489.
Η Περραιβία, στα αρχαία χρόνια, αποτελούσε γεωγραφικό τμήμα της Θεσσαλίας και η περραιβική Τρίπολη, η οποία περιλάμβανε τις πόλεις Άζωρο, Δολίχη και Πύθιο, συνέθετε ένα ιδιαίτερο τμήμα στα βόρεια της Περραιβίας. Η Περραιβία και οι κάτοικοί της, οι Περραιβοί, απαντώνται σε αρχαίες πηγές της μυθολογίας και της ιστορίας. Η ιστορία τους είναι μακρόχρονη και ο ρόλος τους, ασφαλώς με οποιονδήποτε τρόπο, επηρέαζε την τύχη των αρχαίων πραγμάτων.
Η παρούσα εργασία στοχεύει να αναδείξει τα δεδομένα που συντίθενται από τις αρχαίες πηγές, εισάγοντας τον αναγνώστη στην αρχαία Περραιβία και την περραιβική Τρίπολη από την εποχή του μύθου μέχρι τους βυζαντινούς χρόνους, όπου συνηγορούν οι αρχαιολογικές πηγές. Επιπλέον, μέσω των διαφόρων διατυπώσεων ορισμένων ερευνητών και περιηγητών των δύο προηγούμενων αιώνων, καθώς και της σύγχρονης αρχαιολογικής έρευνας δύναται να εξαχθούν ποικίλα συμπεράσματα τα οποία, σε ορισμένες περιπτώσεις, διατυπώνονται αναλόγως. Ακόμη, με την έγκριτη βιβλιογραφία που χρησιμοποιείται και παρατίθεται, το παρόν ανάγνωσμα ευελπιστεί να οξύνει την κριτική αντίληψη του αναγνώστη, καθώς και να ενισχύσει τον «ανήσυχο» ερευνητή στην περαιτέρω μελέτη του περραιβικού παρελθόντος.
I. Περραιβία
α. Εισαγωγή
Η αρχαία Περραιβία συνόρευε στα βόρεια με τη Μακεδονία (Ελιμιώτιδα -σημερινός ν. Κοζάνης- και Πιερία) και στα νότια με την Εστιαιώτιδα -σημερινός ν. Τρικάλων- και την Πελασγιώτιδα -σημερινός ν. Λάρισας- της Θεσσαλίας. Οι ορεινοί όγκοι του Ολύμπου, του Τιτάρου και των Καμβουνίων αποτελούσαν τα σύνορα της Περραιβίας προς το βορρά, ανατολικά και δυτικά με τη Μακεδονία. Ο Πηνειός, καθώς διέρχεται στα νότια, διέγραφε τα σύνορα της Περραιβίας μεταξύ της Εστιαιώτιδας και της Πελασγιώτιδας.
Η σύγχρονη έρευνα εντόπισε έντεκα πόλεις που συνέθεταν την Περραιβία και αποτελούσαν μια ξεχωριστή πολιτική ενότητα, οι οποίες ήταν οι εξής: Γόννος,[1] Ερεικίνιον, Μάλλοια (σημερινό Παλαιόκαστρο), Μονδαία (σημερινό Λουτρό), Μύλαι (σημερινό Δαμάσι), Ολοοσών,[2] Φάλαννα,[3] Χυρετίαι (σημερινό Δομένικο) και οι πόλεις της περραιβικής Τρίπολης, Άζωρος, Δολίχη και Πύθιο. Τέσσερις οικισμοί που εντοπίσθηκαν στο χώρο της Περραιβίας και είναι αδύνατον να αποδειχθεί ότι ανήκαν σε αυτόνομες πόλεις ήταν οι: Κόνδυλους, Γοννοκόνδυλους, Ασκυριεύς και Λειμώνη-Ηλώνη. Οι δύο πρώτοι, πιθανόν, να εντάσσονταν στην πόλη των Γόννων, ενώ για τους δύο τελευταίους δεν υπάρχουν στοιχεία.[4] Πιθανολογείται, ωστόσο, ότι η Ηλώνη βρισκόταν στην περιοχή του σημερινού Αργυροπουλίου.[5] Στην Ιλιάδα του Ομήρου απαντάται και η Όρθη,[6] η οποία σύμφωνα με τον Στράβωνα (περ. 63 π.Χ. – 24 μ.Χ.) αποτελούσε την ακρόπολη της περραιβικής Φάλαννας (Θ, V.19).[7] Το όνομα της Περραιβίας, μάλλον, δεν αναφέρεται σε ιστορικές πηγές των βυζαντινών χρόνων. Ο λόγιος, αγωνιστής του Εικοσιένα και σύντροφος του Ρήγα Φεραίου, που γεννήθηκε στις Πάνω Πούρλες του Ολύμπου, Χρυσάφης Χατζηβασίλης (1774-1863), χρησιμοποίησε το ψευδώνυμο: Χριστόφορος Περραιβός,[8] «ενισχύοντας» έτσι το όνομα της Περραιβίας στους νεότερους χρόνους.
β. Η Περραιβία του μύθου και της λογοτεχνίας
Οι μύθοι, που παραδόθηκαν προφορικά από γενιά σε γενιά, ήδη την εποχή της γραφής αποτυπώθηκαν με ποικίλους τρόπους στα αρχαία λογοτεχνικά και ιστορικά έργα με τέτοιον τρόπο ώστε είναι αδύνατο να ξεχωρίσει κανείς με απόλυτη ασφάλεια όλα τα μυθικά στοιχεία από εκείνα της ιστορίας. Σύμφωνα με τον Richard Buxton «Μύθος είναι μια παραδοσιακή ιστορία με κοινωνική ισχύ». Είναι, δηλαδή, μια αφήγηση γεγονότων δομημένων σε μια ακολουθία, μεταδίδονται από αφηγητή σε αφηγητή και συχνά από γενιά σε γενιά και, τέλος, οι αφηγήσεις καταλαμβάνουν σημαντική θέση μέσα στις κοινωνίες που τις αναδιηγούνται, ενσαρκώνοντας αξίες ατόμων, κοινωνικών ομάδων και ολόκληρων κοινοτήτων.[9] Οι μύθοι, λοιπόν, αποτελούν τμήμα της ιστορικής πορείας κάθε τόπου και κοινωνίας. Στην παρούσα μελέτη θα παραθέσουμε ορισμένες μυθολογικές εκδοχές που σχετίζονται με την Περραιβία και τη Θεσσαλία, καθώς η πρώτη σε πολλές περιπτώσεις εντάσσεται στο πλαίσιο της δεύτερης.
Η Περραιβία εκτεινόταν στις δυτικές και νότιες παρυφές του Ολύμπου. Είναι πιθανό οι Περραιβοί να είχαν ιδιαίτερη σχέση με το μυθικό όρος και τη θρησκευτική λατρεία στην αρχαιότητα, καθώς το όρος του Ολύμπου σχετίζεται με τον ολυμπιακό και με τον πελασγικό μύθο της δημιουργίας. Οι γονείς του πρώτου ανθρώπου επί της γης, του Πελασγού ο οποίος αναδύθηκε από το έδαφος της Αρκαδίας, η Ευρυνόμη και ο Οφίων εγκατέστησαν την οικία τους στον Όλυμπο.[10] Ο Ν. Γεωργιάδης (1830-1915) πίστευε πως η ελληνική θρησκεία καθιερώθηκε από τους Περραιβούς και τους Πιερείς, καθώς ο Όλυμπος δεν είναι το μοναδικό Ελληνικό όρος το οποίο φέρει στοιχεία «άγριας ομορφιάς» και ευμετάβλητων καιρικών συνθηκών.[11]
Το όνομα «Πελασγός» φέρουν αρκετοί επιφανείς ήρωες τόσο της Πελοποννήσου όσο και της Θεσσαλίας, καθώς οι Πελασγοί θεωρούνται ότι κατέλαβαν τις εν λόγω περιοχές. Στη θεσσαλική μυθική παράδοση ο Πελασγός ήταν γιος της Λάρισας και του Ποσειδώνα. Μαζί με τους αδερφούς του, τον Αχαιό και τον Φθίο, εγκατέλειψαν τη γενέτειρά τους την Πελοπόννησο και κατέλαβαν τη Θεσσαλία η οποία έως τότε ονομαζόταν Αιμονία. Η χώρα διαιρέθηκε σε τρία τμήματα και μοιράσθηκε στους τρεις αδερφούς. Κάθε τμήμα ονομάσθηκε αναλόγως από τον αρχηγό του: Αχαΐα, Φθιώτιδα και Πελασγιώτιδα. Η πέμπτη μετέπειτα γενιά των κατακτητών εκδιώχθηκε από τους Κουρήτες και τους Λέλεγες με αποτέλεσμα ένα μέρος των Πελασγών να μεταναστεύσει στην Ιταλία.[12]
Σύμφωνα με την έρευνα του Ν. Γεωργιάδη η Θεσσαλία ήταν η πανάρχαια κοίτη των πλείστων ελληνικών φυλών, οι οποίες αργότερα κατήλθαν νοτιότερα και κατοίκησαν στην Στερεά Ελλάδα και την Πελοπόννησο. Ειδικότερα, οι πρώτοι κάτοικοι της Θεσσαλίας μνημονεύονται ως «Πελασγοί» και η Θεσσαλία ως «Πελασγικό Άργος». Κατά την κάθοδο των ελληνικών φυλών των Δωριέων, Μινυών, Αιολέων και Αχαιών ορισμένοι Πελασγοί παρέμειναν στη Θεσσαλία, ενώ άλλοι κατήλθαν νοτιότερα στον ελλαδικό χώρο. Οι Δωριείς εγκαταστάθηκαν στις περιοχές που κατόπιν ονομάστηκαν «Εστιαιώτιδα» και «Περραιβία». Οι Αιολείς κατοίκησαν στην άνω θεσσαλική πεδιάδα και καλούνταν «Αιολίδα», οι Αχαιοί κατέλαβαν τη Φθιώτιδα και οι Μινύες τις ακτές του Πελασγικού κόλπου όπου άκμασε η πρωτεύουσά τους η «Ιωλκός». Στη Φθιώτιδα, μάλιστα, βασίλευσε ο Δευκαλίων (υιός του Προμηθέως και της Κλυμένης) μαζί με τη σύζυγό του Πύρρα (θυγατέρα του Επιμηθέως και της Πανδώρας), γι’ αυτό η Θεσσαλία καλούνταν «Πυρραία» και «Πανδώρα». Ο υιός του Δευκαλίωνα ήταν ο Έλλην, γι’ αυτό οι κατοικούντες όλων των φυλών στην ελληνική χερσόνησο ονομάστηκαν «Έλληνες» μετά τους ομηρικούς χρόνους (Θουκ. 1.3).[13]
Στο θεατρικό έργο Ικέτιδες (464-3 π.Χ.) του Αισχύλου (περ. 524-455 π.Χ.) απαντάται μια ρητή αναφορά στην Περραιβία μέσω του βασιλιά Πελασγού του Άργους. Έτσι, λοιπόν, στο πρώτο επεισόδιο του έργου, μετά τις συμβουλές του Δαναού προς τις κόρες του, Ικέτιδες, για να δείξουν σύνεση, κατέφθασε ο ντόπιος βασιλιάς Πελασγός, προκειμένου να εξετάσει την ικεσία των Δαναΐδων στους θεούς σχετικά με τη σωτηρία τους από τους γιους του Αιγύπτου –συγγενείς τους– που επιδίωκαν να τις παντρευτούν. Ο βασιλιάς συστήθηκε στο Χορό και επέδειξε τη μεγάλη επικράτειά του στη Θεσσαλία, την Ήπειρο και τη Μακεδονία. Μεταξύ των χωρών που εξουσίαζε ήταν και η χώρα των Περραιβών (στιχ. 256).[14] Ακόμη, στους Πέρσες του Αισχύλου, ο περσικός στρατός, μεταξύ των τόπων στους οποίους κατέφυγε μετά την ήττα του, αναφέρεται και ο τόπος της Θεσσαλίας επειδή είχε ταχθεί με το μέρος των Βαρβάρων.[15] Ο Αισχύλος, λοιπόν, περιλαμβάνει στο έργο του τη Θεσσαλία επειδή οι πληθυσμοί της, μεταξύ των οποίων και οι Περραιβοί, είχαν μηδίσει.
Η Περραιβία απαντάται στον ομηρικό ύμνο προς τον Απόλλωνα, όταν κατά την περιγραφή του ταξιδιού του θεού, περιλαμβάνεται και η χώρα των Περραιβών.[16] Απαντώνται έμμεσα και στα ορφικά κείμενα όταν ο μάντης Μόψος κατέφθασε από τον Τίταρον[17] για να συμμετάσχει στην Αργοναυτική Εκστρατεία.[18] Μια ενδιαφέρουσα πληροφορία που προκύπτει από το Λεξικό του Ησύχιου (5ου αι. μ.Χ.) αφορά στο λήμμα «άζωρος» καθώς ο λεξικογράφος σημειώνει ότι σημαίνει τον εύκρατο οίνο και τον κυβερνήτη της Αργούς.[19] Στο λεξικό, του Σουίδα ή Σούδα (10ου αι. μ.Χ), ωστόσο, απαντάται ότι σημαίνει κύριο όνομα, καθώς επίσης και τον εύκρατο οίνο.[20] Είναι πιθανό, λοιπόν, ο μυθικός Άζωρος κυβερνήτης της Αργούς, αλλά και/ή ο εύκρατος οίνος να σχετίζονται με την πόλη της Αζώρου της Περραιβίας.
Ο δε Μόψος, μαζί με άλλους επιφανείς ήρωες –μεταξύ των οποίων και ο Λαπίθης Πειρίθους, τη σχέση του οποίου με την Περραιβία θα διαπιστώσουμε στη συνέχεια– όπως παραδίδει και ο Οβίδιος Πούβλιος Νάζων (43 π.Χ. – 17 μ.Χ), συμμετείχε στο κυνήγι του Καλυδώνιου Κάπρου. Επρόκειτο για ένα φοβερό τέρας που έστειλε η θεά Άρτεμις στην Καλυδώνα της Αιτωλίας για να σκοτώσει τους γεωργούς και να καταστρέψει τις σοδειές τους, επειδή ο Οινεύς -βασιλιάς της Καλυδωνίας- αμέλησε να συμπεριλάβει τη θεά στις ετήσιες θυσίες του προς τους δώδεκα θεούς του Ολύμπου. [21]
Οι Λαπίθες σχετίζονται σε πολλές περιπτώσεις με την περιοχή της Περραιβίας. Ο Στράβων στα Γεωγραφικά (Θ, V.19) παραδίδει ότι οι Περραιβοί, αρχικά, κατοικούσαν κατά μήκος του Πηνειού από τη Γυρτώνη έως τη Θάλασσα, μέχρι τη στιγμή που ο Λαπίθης Ιξίων με τον υιό του Πειρίθου τούς ταπείνωσαν και τούς εκδίωξαν στο ποτάμι προς τα μεσόγεια, ενώ οι Περραιβοί κατείχαν ακόμη ορισμένες πεδιάδες κοντά στον Όλυμπο. Μετά την εκδίωξή τους οι Περραιβοί εγκαταστάθηκαν στα βουνά, στην Πίνδο και στα μέρη των Αθαμάνων και των Δολόπων. Τη χώρα των εναπομεινάντων Περραιβών κατέκτησαν οι γείτονές τους οι Λαρισαίοι εισπράττοντας φόρους από τους Περραιβούς μέχρι την εποχή που ο Μακεδόνας Φίλιππος κατέκτησε τα μέρη.[22]
Ο Πειρίθους, λοιπόν, ήταν ο γιος του Δία ή του Ιξίονα και βασιλιάς των Μαγνητών στις εκβολές του Πηνειού. Στο γάμο του με την Ιπποδάμεια προσκάλεσε όλους τους ολύμπιους θεούς εκτός από τον Άρη και την Έριδα. Λόγω των πολλών προσκεκλημένων στο γάμο του τα ξαδέρφια του, οι Κένταυροι,[23] καθώς και Θεσσαλοί πρίγκιπες, όπως ο Νέστορας και ο Καινεύς, κάθισαν σε μια σπηλιά. Οι Κένταυροι, οι οποίοι δεν ήταν εξοικειωμένοι με το κρασί, μέθυσαν εύκολα και ο Εύρυτος ή Ευρυτίων όρμισε στη νύφη για να τη βιάσει, ακολουθώντας τη στάση του και οι υπόλοιποι Κένταυροι, οι οποίοι επιτέθηκαν σε όλες τις γυναίκες. Ακολούθησε μάχη και ο Πειρίθους, με σύμμαχο τον φίλο του τον Θησέα, έκοψε τα αυτιά και τη μύτη του Ευρυτίωνα, ενώ σκοτώθηκε ο Λαπίθης Καινεύς. Έτσι άρχισε η μακροχρόνια έχθρα Λαπιθών και Κενταύρων, η οποία ήταν αποτέλεσμα μηχανορραφίας του Άρη και της Έριδας.[24] Η δολοφονία του Καινέα, ακόμη, παραδίδεται και ως αποτέλεσμα υποκίνησης των Κενταύρων από το Δία, καθώς συμπεριφερόταν με αλαζονεία όταν έγινε βασιλιάς των Λαπιθών. Ο Δίας είχε μεταμορφώσει την ερωμένη του νύμφη Καινίδα σε άτρωτο πολεμιστή και άλλαξε το όνομά της στο αρσενικό: Καινεύς. Όταν ξεψύχησε ο Καινεύς με τρόπο ασφυκτικό αναδύθηκε ένα πουλί από το σωρό κορμών δέντρων, με τους οποίους οι Κένταυροι σκέπασαν το άψυχο σώμα του. Το πουλί αναγνωρίστηκε από τον μάντη Μόψο ως την ψυχή της Καινίδας, το σώμα της οποίας κατά την ταφή της επέστρεψε στην αρχική γυναικεία μορφή του.[25]
Ο γιος του Πειρίθου, ο Πολυποίτης, όπως παραδίδεται στην Ιλιάδα του Ομήρου, μαζί με τον Λεονταία, ο οποίος ήταν γιος του Κόρωνου και αρχηγός Λαπιθών –ο δε Κόρωνος ήταν βασιλιάς των Λαπιθών την εποχή του Ηρακλή και γιος του Καινέα, ενώ έλαβε μέρος και στην Αργοναυτική Εκστρατεία–[27] συμμετείχε στον Τρωικό Πόλεμο με σαράντα μαύρα καράβια. Γεννήθηκε τη μέρα που ο Πειρίθους τιμώρησε τους Κενταύρους εξορίζοντάς τους από το Πήλιο στους Αίθικες. Ηγήθηκε τους πολεμιστές από την Άργισσα, τη Γυρτώνη, καθώς και τους πολεμιστές της περραiβικής Όρθης και της Ολοσσώνας. Οι Περραιβοί και οι Αινιάνες συμμετείχαν στον Τρωικό Πόλεμο με κοινό αρχηγό, τον Γουνέα, ο οποίος καταγόταν από την Κύφο[28] και οδηγούσε εικοσιδύο πλοία. Οι Περραιβοί και οι Αινιάνες κατοικούσαν στην κακοχείμωνη Δωδώνη[29] και πότιζαν τους αγρούς τους από τον Τιταρήσιο,[30] τα καθαρά νερά του οποίου «αρνούνταν» να σμίξουν με τα θολά νερά του Πηνειού και «επέπλεαν», όπως το λάδι, στην επιφάνεια του ποταμού.[31] Στην Ιλιάδα, επίσης, ο Αχιλλέας επικαλείται στην προσευχή του τον Δία ως Πελασγικό που κατοικεί στην κακοχείμωνη Δωδώνη, όπου τριγύρω ζουν οι προφήτες του, οι Σελλοί.[32]
Ο Στράβων αναφέρει ότι κατά τον διωγμό των Περραιβών από τους Λαπίθες, τα ορεινά μέρη παρέμειναν στους Περραιβούς κοντά στον Όλυμπο και τα Τέμπη, όπως η Κύφος, η Δωδώνη και η περιοχή του Τιταρήσιου ποταμού που πηγάζει από το όρος Τιτάριο που συμφύεται με τον Όλυμπο. Επειδή οι Περραιβοί και οι Λαπίθες κατοικούσαν μαζί ο Σιμωνίδης τους αποκαλεί όλους Πελασγιώτες. Η Κύφος, ακόμη, αναφέρεται ως περραιβικό βουνό με οικισμό από τον Στράβωνα, στο οποίο παρέμειναν ορισμένοι Αινιάνες μετά το διωγμό τους από τους Λαπίθες.[33]
Με τον περραιβικό χώρο, ακόμη, σχετίζονται έμμεσα τόσο ο Πειρίθους του Κριτία (460-403 π.Χ.), όσο και ο Πειρίθους του Ευριπίδη (485-406 π.Χ.), καθώς ο Πειρίθους ήταν ο πατέρας του ομηρικού ηγέτη της Ολοσσώνας, Πολυποίτη. Ο πατέρας του Πειρίθου και παππούς του Πολυποίτη, ο Ιξίωνας, ο οποίος ήταν βασιλιάς των Λαπιθών, ήταν ο πρώτος δολοφόνος συγγενούς, καθώς και μέγιστος υβριστής, αφού επιχείρησε να ασελγήσει στην ίδια τη θεά Ήρα.[34] Στον Πειρίθου του Κριτία, έργο του οποίου σώζονται μερικά αποσπάσματα, περιγράφεται η βίαιη τιμωρία του Ιξίονα, ενώ στον Πειρίθου του Ευριπίδη η πράξη του Ιξίωνα περιγράφεται ως ιδιαίτερα αρνητική για τους Θεσσαλούς.[35]
Γενικότερα, το θεσσαλικό μυθολογικό υλικό, σημειώνει ο Χρήστος Ζαφειρόπουλος, προσέφερε το δραματικό χώρο, τους πρωταγωνιστές, αλλά και απλές αναφορές σε 128 έργα της κλασικής περιόδου (σωζόμενα και μη) του αρχαίου ελληνικού θεάτρου. Παραδόξως, όμως, η δραματική απεικόνιση των Θεσσαλών και της Θεσσαλίας, αναφέρεται ελάχιστα από την ογκωδέστατη διεθνή βιβλιογραφία. Τα θέματα των αθηναϊκών τραγωδιών, συνεχίζει ο ίδιος μελετητής, ήταν ανάγκη να διαδραματίζονται σε μυθικούς και μακρινούς από την Αθήνα τόπους ώστε να συζητηθούν και να επιλυθούν εκεί τα προβλήματα της αθηναϊκής κοινωνίας, εκτονώνοντας έτσι τις εντάσεις της στους κόλπους της δημοκρατίας.[36] Ενδεχομένως ο Χ. Ζαφειρόπουλος να είναι κοντά στην αλήθεια. Είναι γεγονός όμως ότι τα δεδομένα (αρχαιολογικά και λογοτεχνικά) επιδέχονται διάφορες ερμηνείες. Είναι σημαντικό, ωστόσο, να λάβουμε υπ’ όψιν μας τη θεωρία της «Δομής της Αίσθησης» όπως την όρισε ο Raymond Williams η οποία αντιστοιχεί στην ιδιαίτερη αίσθηση που είχαν οι άνθρωποι σε διαφορετικές εποχές και εσωκλείει πάντοτε ορισμένα αδιαφανή στοιχεία για τις επόμενες γενιές. Τη βιωμένη, δηλαδή, αίσθηση των τρόπων με τους οποίους οι συγκεκριμένες δραστηριότητες συνέθεταν έναν τρόπο ζωής και σκέψης.[37] Κατά συνέπεια οι όποιες υποθέσεις που δύναται να διατυπωθούν παραμένουν απλώς υποθέσεις. Ειδικά δε όταν απουσιάζουν οι αντίστοιχες σαφείς πηγές οι υποθέσεις καθίστανται περισσότερο αίολες.
Παρομοίως, για το θέμα της ομηρικής περραιβικής Δωδώνης ο Κουν Βανχάγεντορεν ερμηνεύει τα σωζόμενα αποσπάσματα του Στράβωνα σχετικά με την τοποθέτηση του μαντείου της Δωδώνης σε θεσσαλική γη από τους συγγραφείς των Θεσσαλών τοπικής ιστορίας Σουίδα και Κινέα (4ου αι. π.Χ.)[38] ως μια προσπάθεια αντιστάθμισης της χρόνιας αρνητικής παράδοσης που έπληττε τη Θεσσαλία, ειδικά περί της δράσης των Θεσσαλών μαγισσών.[39] Πράγματι, ο Στράβων αναφέρει ότι σύμφωνα με τον Σουίδα το μαντείο της Δωδώνης μεταφέρθηκε στην Ήπειρο από την περιοχή της Σκοτούσσας, η οποία ανήκει σε περιοχή που λέγεται Θεσσαλία Πελασγιώτις, στο πλαίσιο της προσπάθειάς του να αποδώσει στους Θεσσαλούς μέρος της μυθολογίας.[40] Ο Κινέας, για τον Στράβωνα, «τα λέει πιο μυθικά», καθώς διατυπώνει πως το μαντείο μεταφέρθηκε από τη Σκοτούσσα στη Δωδώνη της Θεσσαλίας κι έπειτα στην Ήπειρο. Ωστόσο, όπως ο Στράβων έτσι και ο Στέφανος ο Βυζάντιος (5ος αι. μ.Χ.) στα Εθνικά για τη Δωδώνη παραπέμπει στον Σουίδα και τον Κινέα. Επειδή, όμως τα αντίστοιχα χωρία για τον Σουίδα διαφέρουν στα έργα των δύο συγγραφέων, του Στράβωνα και του Στεφάνου, είναι αμφίβολο εάν ο δεύτερος βασίστηκε για τις πληροφορίες του στον πρώτο. Οι πηγές τους είναι οι ίδιες, αλλά οι συγγραφείς είναι ανεξάρτητοι μεταξύ τους. Ο Στράβων ακολουθεί τον Ζηνόδοτο (325-260 π.Χ.), για τον οποίο η μαντεία καταγόταν από τη Δωδώνη και δεν συμφωνεί με τον Σουίδα και τον Κινέα, κατά τους οποίους η λατρεία μεταφέρθηκε από τη Θεσσαλία στην Ήπειρο.[41]
Ορισμένοι μελετητές υποστηρίζουν ότι η περραιβική Δωδώνη όντως υφίστατο ως μαντείο ή/ και πόλη μέχρι τα ομηρικά χρόνια ή μέχρι που οι Περραιβοί εκδιώχθηκαν από τους Λαπίθες και ίδρυσαν στην Ήπειρο το νέο μαντείο, ενώ άλλοι θεωρούν ότι ο Όμηρος αναφερόταν απλώς στο όρος των Καμβουνίων. Ο Ν. Γεωργιάδης, για παράδειγμα, τοποθέτησε δεξιά της όχθης του Τιταρήσιου, κοντά στο χωριό Κλίκοβο (σ.σ. σημερινό Σαραντάπορο) όπου ανευρίσκονται ερείπια κυκλώπειων τειχών την περραιβική δυσχείμερη Δωδώνη. Επικρίνει δε τους γεωγράφους της εποχής του (Glaubry) οι οποίοι αρνούνταν την ύπαρξη της θεσσαλικής Δωδώνης στην οποία λατρευόταν ο Δωδωναίος Πελασγικός Ζευς που επικαλείται ο Αχιλλέας στην προσευχή του. Επικαλείται, ακόμη, τα θεσσαλικά νομίσματα (Mionnet), τα οποία έφεραν την προτομή του Δωδωναίου Διός εστεμμένου με κλώνους δρυός.[42]
Μέχρι σήμερα, η αρχαιολογική σκαπάνη δεν έφερε στο φως στοιχεία που να συνηγορούν στη ύπαρξη δωδωνιαίου μαντείου στην Περραιβία, ενώ η χρήση του χώρου της ηπειρωτικής Δωδώνης επιβεβαιώθηκε ήδη από την αρμόδια αρχαιολογική υπηρεσία και ανάγεται στην Εποχή του Χαλκού.[43] Δικαιολογημένα, όμως, οι αναφορές στη θεσσαλική Δωδώνη ενισχύουν την άποψη για την ύπαρξή της στον περραιβικό χώρο με κάποια μορφή σε κάποια χρονική περίοδο. Εξάλλου ο Στράβων, ο οποίος δεν συμφωνεί με τον Σουίδα και τον Κινέα, συνέγραψε το έργο του περίπου τρεις αιώνες αργότερα από τους Θεσσαλούς συγγραφείς.
γ. Αντανακλάσεις της περραιβικής ιστορίας
Επισημαίνοντας δύο διαφορετικές σημασίες του όρου της «ιστορίας», αφενός την ταύτιση της ιστορίας με ολόκληρο το παρελθόν, καλύπτοντας το σύνολο των γεγονότων που συνέβησαν είτε έχουν καταγραφεί είτε όχι, αφετέρου τον ορισμό της «ιστορίας» ως την ιστορία που παραδόθηκε μέσω των γραπτών πηγών από τον εκάστοτε ιστορικό, καθώς επίσης και το γεγονός ότι ο ιστορικός δεν μπορεί να ξεφύγει απόλυτα από την εποχή και το περιβάλλον όπου ζει, παρ’ όλο που έχει την υποχρέωση να ελαχιστοποιεί την απόσταση μεταξύ παρελθόντος και παρόντος και να μην περιορίζεται μόνο στην προσωπική ερμηνεία ή να αγγίζει τα όρια της προπαγάνδας,[44] οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι η καταγεγραμμένη ιστορία δεν μπορεί να είναι απολύτως αντικειμενική.
Εστιάζοντας στο θέμα της εργασίας μας παρατίθενται τα ιστορικά στοιχεία που σχετίζονται με την αρχαία Περραιβία όπως παραδόθηκαν από τους αρχαίους ιστορικούς και μελετήθηκαν από τους επόμενους. Εστιάζουμε μόνο στις πενιχρές αναφορές των αρχαίων συγγραφέων και στα δεδομένα που προκύπτουν από τη σύγχρονη έρευνα, καθώς αντανακλώνται, έστω διαθλασμένα, στοιχεία του παρελθόντος. Αρκεί, ασφαλώς, να λάβουμε υπ’ όψιν ότι τα δεδομένα που προκύπτουν δεν μπορεί να είναι απόλυτα αντικειμενικά καθώς ερχόμαστε αντιμέτωποι με την υποκειμενικότητα τόσο των αρχαίων ιστορικών όσο και των σύγχρονων, ιδιαίτερα δε αν επιχειρήσουμε να προβούμε σε ερμηνείες. Πρέπει να θεωρήσουμε, ακόμη, τα ιστορικά στοιχεία που αφορούν την Περραιβία ως στοιχεία που αντανακλώνται στο χρονολογικό άξονα της ιστορίας, ο οποίος αναδύεται στα ομηρικά χρόνια και χάνεται στην εποχή του Βυζαντίου. Οι ήδη φωτεινές πτυχές του εν λόγω άξονα είναι ως ένα βαθμό μεταβαλλόμενες, ενώ από την έρευνα, ειδικά από την αρχαιολογική, εξακολουθούν να φωτίζονται νέες. Επιπλέον είναι σημαντικό να θυμόμαστε πως η γνώση μας για το παρελθόν του Ανθρώπου, γενικά, εκτός από διαστρεβλωμένη είναι και ελάχιστη, δεδομένου ότι ο χρόνος της ανθρώπινης ζωής στη γη ανέρχεται σε μερικές εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια, ενώ οι ιστορικές μαρτυρίες, υπό αυτό το πρίσμα, είναι πρόσφατες.
Βάσει του παραπάνω πλαισίου, λοιπόν, την αφετηρία των προβληματισμών για την ιστορία της αρχαίας Θεσσαλίας σηματοδοτεί η θεσσαλική οικιστική του ομηρικού Καταλόγου των Νέων, στον οποίο γίνεται αναφορά σε εννέα βασίλεια και τους ηγεμόνες τους που κατέλαβαν την έκταση της μετέπειτα Θεσσαλίας καθώς και έδαφος των περιοίκων λαών (Περραιβοί κ.ά.). Ορισμένες πόλεις έχουν ταυτιστεί επιτυχώς από την αρχαιολογική έρευνα, καθώς αποτελούσαν τους άμεσα προγόνους των πόλεων της κλασικής και ελληνιστικής εποχής, ενώ άλλες παραμένουν αταύτιστες. Μοιραία, εμπλέκεται και η μαρτυρία του Θουκυδίδη σχετικά με την έλευση και συγκέντρωση νέων πληθυσμιακών στοιχείων στη θεσσαλική πεδιάδα, καθώς μάς πληροφορεί ότι οι «Θεσσαλοί» μετά την άφιξή τους στις δυτικές υπώρειες της Θεσσαλικής πεδιάδας στη θέση της ομηρικής Άρνης, ανάγκασαν τους παλαιότερους κατοίκους τής θεσσαλικής πεδιάδας, του Βοιωτούς, να μεταναστεύσουν νοτιότερα στη Βοιωτία των ιστορικών χρόνων, εξήντα χρόνια μετά τα Τρωικά. Ο χρόνος της άφιξης των Θεσσαλών στη θεσσαλική πεδιάδα προσδιορίζεται στα τέλη του 8ου ή στις αρχές του 7ου π.Χ. αιώνα.[45]
Η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως θολωτούς και κιβωτιόσχημους τάφους της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου. Στο νεκροταφείο του Αργυροπουλίου Τυρνάβου, όπου -σύμφωνα με τον Α. Τζιαφάλια- τοποθετείται η ομηρική Ηλώνη, κυριαρχούν οι θολωτοί τάφοι της Εποχής του Σιδήρου. Διαπιστώθηκε δε η καύση νεκρού σε ισχυρή ταφική πυρά που προηγήθηκε της κατασκευής του τάφου. Στη βόρεια Περραιβία οι κιβωτιόσχημοι τάφοι αποτελούν μοναδικό τύπο τάφου της πρώιμης Εποχής του Σιδήρου που έχουν βρεθεί τα τελευταία έτη.[46]
Η οικιστική πραγματικότητα των ομηρικών βασιλείων, κατά τον 7ο αι. π.Χ., μεταβλήθηκε με τη δημιουργία αυτόνομων διοικητικών ενοτήτων με μικρότερη χωροταξική δικαιοδοσία. Οι αυτοδύναμες θεσσαλικές πόλεις αποτελούσαν τις έδρες των θεσσαλικών αριστοκρατικών οικογενειών που κατείχαν μεγάλες εκτάσεις γης και στρατιωτικές δυνάμεις με βάση το περίφημο θεσσαλικό ιππικό,[47] το οποίο ήταν ιδιαίτερα ξακουστό στον ελληνικό κόσμο.[48] Στο τέλος, περίπου, του 6ου αι. π.Χ. ο κυρίως θεσσαλικός χώρος οργανώθηκε διοικητικά σε τέσσερις «τετράδες»: την Πελασγιώτιδα, τη Θεσσαλιώτιδα, την Ισταιώτιδα και τη Φθιώτιδα, οι οποίες αποτέλεσαν τη βάση της πολιτικής και στρατιωτικής οργάνωσης της Θεσσαλίας κατά τους επόμενους αιώνες. Ο Αριστοτέλης αποδίδει τη συγκεκριμένη διευθέτηση σε ένα μέλος της αριστοκρατικής οικογένειας των Αλευάδων της Λάρισας, τον Αλεύα τον Πυρρό.[49] Ο Λυκόφρων, ο Ιάσων και ο Αλέξανδρος κυριαρχούσαν τη μετέπειτα περίοδο και οι δύο πρώτοι έφεραν τον τίτλο του ταγού. Ο ταγός, λοιπόν, ο οποίος κατείχε το ύψιστο ομοσπονδιακό αξίωμα, υπερτερούσε απέναντι στους τέσσερις πολεμάρχους, που από τα μέσα του 5ου αι. π.Χ. εξέλεγαν κάθε χρόνο οι τέσσερις περιοχές στις οποίες ήταν μοιρασμένες ο πληθυσμός και οι πόλεις.[50] Ο όρος «Θεσσαλία» προσδιόριζε γεωγραφικά είτε την περιοχή που περιλάμβανε τις τέσσερις θεσσαλικές «τετράδες» είτε συμπεριλάμβανε και τις περίοικες περιοχές μεταξύ των οποίων και την Περραιβία.[51] Μια ενδιαφέρουσα παρατήρηση αποτελεί εκείνη του Br. Helly (1937-), ο οποίος στην προσπάθειά του να διασαφηνίσει τους όρους «Θεσσαλός» και «θεσσαλικός» προσδιόρισε με τον όρο «Thessaloi» την πληθυσμιακή ομάδα των εισβολέων που ήλθε στη Θεσσαλία κατά την υπομυκηναϊκή περίοδο και με τον όρο «Thessaliens» προσδιόρισε το σύνολο των κατοίκων της Θεσσαλίας, ανεξάρτητα από την καταγωγή τους, με ιδιαίτερη αναφορά στους Περραιβούς, Αινιάνες κλπ.[52]
Η διοίκηση των «τετράδων» ενέπιπτε στην αρμοδιότητα ενός ανώτατου άρχοντα που έφερε τον τίτλο «άρχων», «αρχός» και «τέτραρχος».[53] Οι Περραιβοί, οι Αιάνες, οι Αχαιοί, οι Ίωνες, οι Λοκροί, οι Μαλλιείς, οι Μάγνητες, οι Φωκείς, οι Φθιώτες, οι Βοιωτοί, οι Δόλοπες-Δωριείς και οι Θεσσαλοί συμμετείχαν στην αμφικτυονία της Κεντρικής Ελλάδας, έχοντας δικαίωμα δύο ψήφων. Οι τελευταίοι, ωστόσο, κατά τον 6ο αι. π.Χ., επικρατούσαν στην επικυριαρχία του ιερού και της Αμφικτυονίας.[54] Έχει υποστηριχθεί δε ότι από τον 6ο αι. π.Χ. έως την εποχή της βασιλείας του Φιλίππου Β΄, οι Θεσσαλοί ήλεγχαν και τους κατοίκους των γειτονικών, περίοικων, στην κυρίως Θεσσαλία περιοχών, δηλαδή τους Περραιβούς, τους Μάγνητες, τους Αχαιούς Φθιώτες, τους Δόλοπες, τους Αινιάνες, τους Μαλιείς και τους Οιταίους. Πολλές περίοικες περιοχές διέθεταν αυτονομία αφού συνήθως αναφέρονται από τους αρχαίους συγγραφείς ως ανεξάρτητα έθνη, κόβουν δικά τους νομίσματα και αναφέρονται στους πρώιμους καταλόγους της Δελφικής Αμφικτιονίας.[55]
Οι Περραιβοί απαντώνται από τον Ηρόδοτο κατά την εκστρατεία του 480 π.Χ. στο πλαίσιο του δευτέρου Μηδικού Πολέμου, μεταξύ Ελλήνων και Περσών, όταν ο Ξέρξης δεν συνάντησε καμία δυσκολία στη Θεσσαλία προκειμένου να κατέλθει στις Θερμοπύλες για να αντιμετωπίσει, τελικά, τους τριακόσιους Σπαρτιάτες του Λεωνίδα.
Όταν είχε στρατοπεδεύσει στη Θέρμη πληροφορήθηκε πως από το στενό ανάμεσα από τον Όλυμπο και την Όσσα ρέει ο Πηνειός. Σκόπευε, δια μέσω του πάνω δρόμου από εκείνο το στενό, από τη Μακεδονία να φθάσει στη χώρα των Περραιβών.[56] Όταν, εν τέλει, ο μεγάλος βασιλεύς έστειλε τους κήρυκες στην Ελλάδα να ζητήσουν υποταγή, άλλοι γύρισαν με άδεια χέρια, ενώ μεταξύ εκείνων που παρέδωσαν γῆν καί ὕδωρ στους Πέρσες ήταν και οι Περραιβοί (7, 132).[57] Οι Θεσσαλοί, ακόμη, το 481 π.Χ., παρ’ όλο που είχαν συνάψει συμμαχία με τους Αθηναίους, τους Σπαρτιάτες, τους Βοιωτούς και τους Ευβοείς για την αντιμετώπιση του περσικού στρατού, τελικά «μηδίσανε».[58] Οι υπόλοιποι Έλληνες ορκίστηκαν εναντίον αυτών που υποτάχθηκαν ότι όταν σταθεροποιηθεί η κατάσταση θα καταβάλουν το δέκατο της περιουσίας τους στο θεό των Δελφών.[59]
Η Περραιβία και οι Περραιβοί αναφέρονται και από τον Θουκυδίδη (4, 78) όταν, κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου (431-404 π.Χ.), ο Σπαρτιάτης Βρασίδας εκστράτευσε στη Μακεδονία προκειμένου να ενισχύσει το σύμμαχό του, βασιλιά της Μακεδονίας, Περδίκα Β΄. Ο ιστορικός αναφέρει ότι ο Βρασίδας ξεκίνησε από τη Μελίτεια, διήνυσε ολόκληρη την απόσταση μέχρι τη Φάρσαλο και στη συνέχεια από το Φάκιον προς την Περραιβία, όπου οι Θεσσαλοί που τον συνόδευαν τον αποχαιρέτησαν, ενώ οι Περραιβοί, οι οποίοι ήταν υπήκοοι των Θεσσαλών, τον συνόδευσαν με ασφάλεια μέχρι το Δίον, πόλη στην οποία επικρατούσε ο Περδίκκας και στη συνέχεια μέχρι τη Χαλκιδική.[60] Οι αρκετές πόλεις της θρακομακεδονικής ακτής που στράφηκαν με το μέρος του Βρασίδα, η ήττα στο Δήλιο και η πτώση της Αμφίπολης έφεραν τους Αθηναίους σε δύσκολη θέση και δέχθηκαν τις προτάσεις των Σπαρτιατών για ανακωχή το 423 π.Χ.[61] Στα τέλη του 5ου αι. π.Χ., ακόμη, ορισμένες θεσσαλικές πόλεις αποτέλεσαν πεδία πολιτικών συγκρούσεων, καταλήγοντας στη χειραφέτηση των πανεστών,[62] η οποία αποτελεί απόδειξη για την αυξημένη σημασία που απέκτησε το οπλιτικό πεζικό από τον 4ο αιώνα και μετά.[63]
Στα μέσα του 4ου αι. π.Χ. φαίνεται πως έπαψε οριστικά το σύστημα των «τετράδων», όταν ο Φίλιππος Β΄ έθεσε υπό τον έλεγχό του τις πόλεις της Περραιβίας και της περραιβικής Τρίπολης, οριστικοποιώντας το τέλος της κυριαρχίας της Θεσσαλίας στην Περραιβία.[64]
Η αρχαιολογική έρευνα έφερε στο φως δύο ανάγλυφα της Περραιβίας στα οποία απεικονίζεται η Απολλώνια Τριάδα, των προστάτιδων θεοτήτων: Απόλλωνα, Άρτεμης και Λητούς. Το πρώτο φέρει την επιγραφή Απόλλωνι Πυθίωι Αντιγόνα Ξενάρχου ανέθηκεν. Το δε δεύτερο ανάγλυφο περιλαμβάνει μία σημαντική για την Περραιβία επιγραφή στην οποία περιλαμβάνονται ονόματα πόλεων και αντιπροσώπων στη δελφική αμφικτυονία. Στο α΄ μισό του 4ου αι. π.Χ., εποχή στην οποία χρονολογείται η εν λόγω επιγραφή, η Άζωρος, η Δολίχη και το Πύθιο (πόλεις της περραιβικής Τρίπολης), απουσιάζουν από τον κατάλογο, επειδή, πιθανόν, ανήκαν πλέον στη Μακεδονία.[65] Ολόκληρη η Θεσσαλία, μάλιστα, από το 346 αναδιοργανώθηκε από τον Φίλιππό.[66]
Κατά τον 3ο αιώνα π.Χ. σημειώθηκε η μεγάλη ακμή της Αιτωλικής Συμπολιτείας, η οποία σταδιακά επεκτάθηκε στο θεσσαλικό χώρο. Από το 279 π.Χ. η αιτωλική παρουσία ισχυροποιήθηκε στους Δελφούς. Η Θεσσαλοί, κατά τον 4ο αι. π.Χ. είχαν τον πρώτο λόγο στην Αμφικτυονία, κατέχοντας το μεγαλύτερο αριθμό των εδρών, όπως προκύπτει από τη μελέτη των καταλόγων της δελφικής Αμφικτυονίας. Οι Αιτωλοί κατάφεραν να εκχωρήσουν στον πολιτικό τους μηχανισμό τις περιοχές της Περραιβίας, της Θεσσαλιώτιδας, της Ιστιαιώτιδας και του ανατολικού τμήματος της Αχαΐας Φθιώτιδας, κατά τη διάρκεια του Δημητριακού και του Συμμαχικού πολέμου, 239-229 π.Χ. και 220-217 π.Χ. αντίστοιχα. Το 229 π.Χ. οι Αιτωλοί πήραν την έδρα των Περραιβών στο Αμφικτιονικό Συνέδριο. Το 206 π.Χ. ο Φίλιππος Ε΄ συνέβαλε στην απώλεια των εδαφών της Αιτωλικής Συμπολιτείας, της Ιστιαιώτιδας, της Θεσσαλιώτιδας και της Περραιβίας. Από αναφορές του Πολυβίου, του Τίτου Λίβιου και από επιγραφές φαίνεται ότι την περίοδο της μετάβασης από τον 3ο στο 2ο αι. π.Χ. οι περιοχές από τον Όλυμπο έως τον Κορινθιακό Κόλπο (συμπεριλαμβανομένης της Περραιβίας), εκτός από τις περιοχές της ανατολικής Θεσσαλίας, την περιοχή της Μαγνησίας και της Πελασγιώτιδος, αποτελούσαν τμήμα της «Μεγάλης Αιτωλίας».[67]
Κατά τη διάρκεια του Α΄ Μακεδονικού Πολέμου (215 – 205 π.Χ.), οι Ρωμαίοι σύναψαν συμμαχία με τους Αιτωλούς επειδή χρειάζονταν στρατό για να αντιμετωπίσουν το στρατό του Μακεδόνα βασιλιά Φιλίππου Ε΄ (211 π.Χ).[68] Με τη λήξη του πολέμου συνομολογήθηκε η ειρήνη της Φοινίκης, μετά τη σύναψη ξεχωριστής ειρήνης μεταξύ των Αιτωλών και του Φιλίππου, η οποία όμως δεν είχε διάρκεια,[69] δεδομένου της νέας κήρυξης πολέμου των πρώτων στη Μακεδονία, το 199 π.Χ.[70]
Ο Τίτος Λίβιος (64 π.Χ. – 17 μ.Χ.), στην ιστορία που συνέγραψε για τη Ρώμη, αναφερόμενος στο Β΄ Μακεδονικό Πόλεμο (200 – 197 π.Χ.) εξιστορεί την επίθεση τριών χιλιάδων Αιτωλών με διακόσια άλογα στις περραιβικές πόλεις Μάλλοια και Χυρετείες, καθώς και τη λεηλασία των πόλεων της περραιβικής Τρίπολης.[71]
Το 198 π.Χ. ο ύπατος στρατηγός των Ρωμαίων Τίτος Φλαμινίνος, στις διαπραγματεύσεις του με τον Φίλιππό Ε΄, απαίτησε την εκκένωση της Ελλάδας, καθώς και της Θεσσαλίας η οποία αποτελούσε τμήμα της Μακεδονίας για εκατόν πενήντα χρόνια.[72] Στους Βίους, ο Πλούταρχος (περ. 50 – 120 μ.Χ.) αναφέρει πως ο Τίτος Φλαμινίνος, μετά τη μάχη στις Κυνός Κεφαλές της Θεσσαλίας (197 π.Χ.) και την ήττα του Μακεδόνα βασιλιά Φιλίππου Ε΄, διακήρυξε την «ελευθερία» των Ελλήνων. Στα Ίσθμια, λοιπόν, στο στάδιο της Κορίνθου το 196 π.Χ., όπου πλήθος ανθρώπων παρακολουθούσε τους γυμνικούς αγώνες, ο Τίτος Κόιντος διακήρυξε πως «αφήνει ελεύθερους», χωρίς φρουρές και χωρίς φόρους, με τους πάτριους νόμους τους, τους Κορινθίους, τους Φωκείς, τους Λοκρούς, τους Ευβοείς, τους Αχαιούς Φθιώτες, τους Μάγνητες, τους Θεσσαλούς και τους Περραιβούς» (10, 5-6).[73] Βέβαια, οι Έλληνες θεώρησαν ότι θα είναι ελεύθεροι και βάσει της αντίληψής τους για την ελευθερία θα επέστρεφαν στην παλιά τους συνήθεια να συγκρούονται μεταξύ τους. Όμως, η «ελευθερία» που τους παραχωρήθηκε ήταν συνυφασμένη με την υποχρέωσή τους προς τους Ρωμαίους για τα προνόμια που τους παρασχέθηκαν, καθώς και με την υπακοή τους στο νέο Ρωμαίο «πάτρωνα», στα ίδια πρότυπα με έναν υπόχρεο και ευγνώμονα ρωμαίο πελάτη.[74]
Μετά τη μάχη στις Κυνός Κεφαλές και την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας των ελληνικών πόλεων από τον Φλαμινίνο, το 196 π.Χ. οι Μακεδόνες υποχώρησαν και η Θεσσαλία έγινε ανεξάρτητη. Η Περραιβία αποτέλεσε την εποχή εκείνη αυτόνομο Κοινό.[75]
Ο Τίτος Λίβιος, στην περιγραφή των κινήσεων του μακεδονικού στρατού, αναφέρεται στην Περραιβία και την περραιβική Τρίπολη. Οι Μακεδόνες, μετά την Ελιμιώτιδα (Elimia), πέρασαν τα Καμβούνια (Cambunian) όρη από ένα στενό πέρασμα και κατήλθαν στην περιοχή που ονομάζεται Τρίπολη επειδή περιλάμβανε τρεις πόλεις: την Άζωρο, το Πύθιο και τη Δολίχη. Αυτές οι πόλεις, αρχικά, δίστασαν να πάρουν το μέρος των Μακεδόνων επειδή είχαν δώσει ομήρους στους Λαρισαίους. Τελικά, όμως, υπέκυψαν στους εκβιασμούς των Μακεδόνων, καθώς αντιμετωπίστηκαν από τους τελευταίους με εξαιρετική ευγένεια και οι Περραιβοί ακολούθησαν «το παράδειγμά τους» και δέχτηκαν την πρώτη προσέγγιση των Μακεδόνων, χωρίς δισταγμό.[76] Αναφέρεται, ακόμη, στο ρωμαϊκό συμβούλιο κατά το οποίο οι Ρωμαίοι εξέτασαν τα περάσματα από την Περραιβία προς τη Μακεδονία. Κατασκήνωσαν, λοιπόν, στο χώρο της Περραιβίας και συγκεκριμένα μεταξύ της Αζώρου και της Δολίχης, μέχρι που αποφάσισαν, τελικά, να φυλάξουν τη στενή διάβαση της Βολουστάνας (σ.σ Σαρανταπόρου) και άλλων περιοχών (Lapathus, Phila).[77]
Στην αρχή του ξεσπάσματος του Γ΄ Μακεδονικού Πολέμου (171-168 π.Χ.) το σχέδιο των Ρωμαίων φαινόταν ακόμη ημιτελές. Είχε ληφθεί μόνο η απόφαση ο στρατός να βαδίσει στο Πύθιο, το οποίο μαζί με τη Δολίχη και την Άζωρο συναποτελούσε την περραιβική Τρίπολη. Από το στενό πέρασμα των Βολουστάνων (Σαρανταπόρου) ο ύπατος Οστίλλιος επιχείρησε να εισβάλλει από την περραιβική Τρίπολη στη Μακεδονία κατά το πρώτο έτος του Γ΄ Μακεδονικού Πολέμου. Ο διάδοχός του όμως, ο Μάρκιος Φίλιππος, δεν ακολούθησε τη συγκεκριμένη οδό, ούτε και το στενό πέρασμα της Πέτρας, αν και το τελευταίο πιθανόν παρέμενε αφύλακτο από τη μακεδονική φρουρά. Οι Ρωμαίοι επέλεξαν να εισβάλλουν στη Μακεδονία και αφού καταλάβουν τα Τέμπη να εισβάλλουν μέσω αυτών. Το σχέδιό τους όμως εγκαταλείφθηκε. Οι Περραιβοί, οι οποίοι τελούσαν υπό την υπηρεσία των Ρωμαίων, κλήθηκαν στο συγκροτηθέν πολεμικό συμβούλιο ώστε να δώσουν τις απαραίτητες πληροφορίες καθώς ήταν γνώστες των τόπων και των πραγμάτων της περιοχής. Οι Ρωμαίοι έλαβαν πολλές εσφαλμένες αποφάσεις σχετικά με τον τρόπο εισβολής τους στην Μακεδονία και οι απόπειρές τους δεν θα είχαν αποτέλεσμα εάν οι θεοί –αναφέρει ο Πολύβιος– «δεν είχαν αφαιρέσει το νου από τον μωρό και παραπληγικό βασιλιά της Μακεδονίας Περσέα και δεν είχαν τρέψει τον πιο ανάξιο βασιλιά απ’ όλους τους προηγούμενους ηγεμόνες της Μακεδονίας στις πιο καταστροφικές γι’ αυτόν αποφάσεις». Η τραγικότερη κίνηση του Περσέα ήταν η απογύμνωση των στενών περασμάτων που κάλυπτε η μακεδονική φρουρά, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα επισιτισμού των ρωμαίων στρατιωτών από τη Θεσσαλία που είχαν εγκλωβιστεί στο εχθρικό έδαφος της Πιερίας και κινδύνευαν να λιμοκτονήσουν. Από το Πύθιο της Περραιβίας ο Μάρκιος Φίλιππος μετέφερε τα στρατεύματά του στο οροπέδιο της σημερινής Καρυάς ώστε να κατέλθει στη Μακεδονία μέσω των Κανάλων και του Νεζερού. Αποτελεί δε παράδοξο το γεγονός ότι ο ύπατος δεν επέλεξε άλλα περάσματα του Ολύμπου προς την Πιερία τα οποία δεν θα επέφεραν αφενός μεγάλη ταλαιπωρία στο ρωμαϊκό στρατό αφετέρου δεν θα τον εξέθετε σε μεγάλο κίνδυνο.[78]
Το 168 π.Χ. ο ύπατος Αιμίλιος Παύλος αποφάσισε να εισβάλλει στη Μακεδονία δια της κυκλικής κινήσεως εκ Περραιβίας προς τα στενά της Πέτρας, ώστε να επιτεθεί εκ των όπισθεν κατά του Περσέως, ο οποίος κατείχε το Δίον. Όμως το στενό της Πέτρας είχε καταληφθεί από τις μακεδονικές δυνάμεις και κατά συνέπεια ο ύπατος έπρεπε να ενεργήσει με ταχύτητα, μυστικότητα και εν καιρώ νυκτός να τους αιφνιδιάσει. Αποφάσισε, λοιπόν, να αιφνιδιάσει το μακεδονικό στρατό μέσω της συντομότερης οδού του Ηρακλείου (του σημερινού Πλαταμώνα) δια της Ζηλιάνας και ταχέως μετάβηκε την τρίτη ημέρα από την αναχώρησή του στο Πύθιο για την ανάπαυση του στρατεύματός του.[79] Στο δε Πύθιο της Περραιβίας το στράτευμα οδήγησε ο Νασικάς, ο γιος του Αιμίλιου Παύλου, και στη συνέχεια ο στρατός του ενώθηκε με εκείνον του πατέρα του.[80] Εν τέλει, στην Πύδνα, το 168 π.Χ., ο Μακεδόνας Βασιλιάς Περσέας ηττήθηκε υποτάσσοντας ολόκληρη την Ελλάδα οριστικά στους Ρωμαίους.
Σύμφωνα με τον F. Gschnitzer και βάσει των επιγραφικών μαρτυριών, οι πόλεις της Περραιβίας υφίσταντο έως τον 3ο αι. μ.Χ., ενώ περιελήφθησαν στην επικράτεια της Λάρισας επί της εποχής του Διοκλητιανού (284-305 μ.Χ.), καθιερώνοντας την επαρχία της Θεσσαλίας.[81] Κατά τη χριστιανική περίοδο ο Προκόπιος αναφέρει μόνο την Ολοσσών την οποία μάλιστα δεν συγκαταλέγει στη Θεσσαλία, ενώ δεν γνωρίζουμε εάν αναφέρονται άλλες περραιβικές πόλεις.[82] Από τη σύγχρονη αρχαιολογική έρευνα, όμως, ανακαλύφθηκε μικρό τείχος στην Ελασσόνα το οποίο χτίστηκε την εποχή του Ιουστινιανού.[83]
Κατά τους μεσοβυζαντινούς χρόνους η δυτική και βορειοδυτική Θεσσαλία, συμπεριλαμβανομένης την περιοχή της Περραιβίας, ανήκε στη Μεγάλη Βλαχία. Όπως προκύπτει από το «Χρονικόν του Μορέως» η περιοχή οροθετείτο από τον Όλυμπο, το σημερινό χωριό Κατάκαλη Γρεβενών, και την οροσειρά της Πίνδου που τη χώριζε από το Δεσποτάτο της Ηπείρου.[84]
-----------------------------
[1] Η πόλη των Γόννων θεωρείται σημαντική από τους μελετητές. Βρίσκεται στην αριστερή όχθη του Πηνειού και σε απόσταση 4 χλμ. δυτικά από την είσοδο του περάσματος των Τεμπών στη θέση «Καστρί» ή «Παλαιόκαστρο» των νότιων υπωρειών του Κάτω Ολύμπου. Η περιοχή κατοικείτο τουλάχιστον από τα μυκηναϊκά χρόνια Η θέση της ήταν στρατηγική αφού ήλεγχε αφενός τις δύο κύριες διόδους επικοινωνίας της ανατολικής Θεσσαλίας με την Μακεδονία (μέσω των Τεμπών και μέσω των περασμάτων του Κάτω Ολύμπου) αφετέρου την έξοδο από την ενδοχώρα προς τη θάλασσα. Η πόλη των Γόννων διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στο αμυντικό σύστημα των Μακεδόνων τόσο κατά την κυριαρχία τους στη Θεσσαλία όσο και στους επόμενους Μακεδονικούς Πολέμους [Βλ. Ντάσιος (2012), σ. 219-20].
[2] Η αρχαία Ολοσσών (ή Ολοοσών) τοποθετείται απ’ όλους τους μελετητές στην ίδια θέση με τον σημερινό οικισμό της Ελασσόνας και χαρακτηρίζεται από τη διαχρονική της κατοίκηση, λόγω της οποίας τα σωζόμενα λείψανα είναι σχεδόν ανύπαρκτα. Στα χρόνια της μακεδονικής κυριαρχίας η αρχαία Ολοσσών δεν διαδραματίζει σπουδαίο ρόλο καθώς δεν βρισκόταν στον κύριο οδικό άξονα από τη Θεσσαλία για τη Μακεδονία, όπως η αρχαία περραιβική Τρίπολη (Άζωρος, Δολίχη, Πύθιο). Η ακρόπολη της αρχαίας πόλης τοποθετείται στο ύψωμα στο οποίο σήμερα είναι κτισμένη η μονή της Παναγίας Ολυμπιώτισσας. Στη συνοικία «Βαρούσι», στη δεξιά όχθη του Ελασσονίτικου ποταμού, εντοπίζεται η κάτω πόλη, ενώ στην αριστερή όχθη απλώνονται τα νεκροταφεία από τα οποία ανασκάφθηκαν τάφοι της Εποχής του Σιδήρου [Βλ. Ντάσιος (2012), σ. 219].
[3] Οι μελετητές θεωρούν την περραιβική πόλη της Φάλαννας, η οποία έλαβε το όνομά της από τη νύμφη Φάλαννα και ταυτίζεται χωρίς ομοφωνία με τη θέση «Καστρί», δυτικά της σημερινής κωμόπολης του Αμπελώνα, όπου σώζονται εκτεταμένα λείψανα και διασπορά από αρχαία πόλη, ως τη σπουδαιότερη πόλη των Περραιβών. Η Φάλαννα άκμασε τον 5ο και 4ο αι. π.Χ., έκοψε δικά της νομίσματα και ανέπτυξε σχολή καλλιτεχνίας, τα γλυπτά της οποίας εκτίθενται στα μουσεία της Λάρισας και του Βόλου. [Βλ. Ντάσιος (2012), σ. 217].
[4] Hansen και Nielsen (2004), σ.σ. 689-90, 721-7. Βλ. και Ντάσιος (2012), σ. 219.
[5] Ο Α. Τζαφάλιας στη μελέτη του για τα Νεκροταφεία της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου, ταυτίζει την ομηρική Ηλώνη με τη σημερινή θέση του Αργυροπουλίου – Τυρνάβου. Βλ. Τζιαφάλιας και Ζαούρη (1999), σ.σ. 145, 147.
[6] Όμηρος (αρχαίες πηγές). Ιλιάς. Ραψ. Β΄, στιχ. 738-740: «Οἳ δ᾽ Ἄργισσαν ἔχον καὶ Γυρτώνην ἐνέμοντο,/ Ὄρθην Ἠλώνην τε πόλιν τ᾽ Ὀλοοσσόνα λευκήν, / τῶν αὖθ᾽ ἡγεμόνευε μενεπτόλεμος Πολυποίτης».
[7] Στράβων (αρχαίες πηγές). Γεωγραφικών Θ, V.19. Στο ΒΙΚΙΘΗΚΗ: «Ὄρθην δὲ τινὲς τὴν ἀκρόπολιν τῶν Φαλανναίων εἰρήκασιν».
[8] Για τον Χριστόφορο Περραιβό, βλ. Σύγχρονοι Έλληνες Συγγραφείς. Χριστόφορος Περραιβός (διαδικτυακές πηγές). Στο Εθνικό Κέντρο Βιβλίου.
[9] Buxton (2004), σ. 18.
[10] Graves (1979), τ. Α, σ. 3.
[11] Γεωργιάδης (1880), σ. 17.
[12] Grimal (1991), σ.σ. 545-6.
[13] Γεωργιάδης (1880), σ.σ. 85-6.
[14] Ασχύλος (αρχαίες πηγές), μτφρ. Μαυρόπουλος (2007), Ικέτιδες, στιχ. 250-259, σ.σ. 94-97: «τοῦ γηγενοῦς γάρ εἰμ’ ἐγὼ Παλαίχθονος ἶνις Πελασγός, τῆσδε γῆς ἀρχηγέτης. ἐμοῦ δ’ ἄνακτος εὐλόγως ἐπώνυμον γένος Πελασγῶν τήνδε καρποῦται χθόνα. καὶ πᾶσαν αἶαν, ἧς δι’ ἁγνὸς ἔρχεται Στρυμών, τὸ πρὸς δύνοντος ἡλίου, κρατῶ. ὁρίζομαι δὲ τήν τε Περραίβων χθόνα, Πίνδου τε τἀπέκεινα, Παιόνων πέλας, ὄρη τε Δωδωναῖα. συντέμνει δ’ ὅρος ὑγρᾶς θαλάσσης: τῶνδε τἀπὶ τάδε κρατῶ».
[15] Ζαφειρόπουλος (2008), σ. 157.
[16] Ομηρικοί Ύμνοι (αρχαίες πηγές). Προς Πύθιο Απόλλωνα, στιχ. 214-219: «῎Η πού τή γῆ περπάτησες ἑκατηβόλε ᾿Απόλλων / σάν ἄρχισες γυρεύοντας χρηστήριο στούς ἀνθρώπους. / Στήν Πιερία στήν ἀρχή ἀπ᾿ τόν ῎Ολυμπο ἐκατέβης / τό Λέκτο τόν ἀμμουδερό παρέκαμψες / καί τούς Αἰνιᾶνες, μέσα ἀπ᾿ τῶν Περραιβῶν τή χώρα, / κι εὐθύς στήν ᾿Ιωλκό ἀφίχθης / καί στό Κηναῖο τῆς καραβοξακουσμένης Εὔβοιας ἀποβιβάστης».
[17] Ο Τιταρήσιος αποτελεί σημαντικό παραπόταμο εβδομήντα χιλιομέτρων του Πηνειού ποταμού. Πηγάζει από τις δυτικές κλιτύες του Ολύμπου, κατευθύνεται δυτικά, νοτιοδυτικά και συμβάλλει με τον Πηνειό. Βλ. Χάρτη (εικόνα 1) «Part of Reference Map of Ancient Greece». Ο Όμηρος αναφέρει ότι οι Περραιβοί και οι Αινιάνες πότιζαν τους αγρούς τους από τον Τιταρήσιο (βλ. παρακάτω στην παρούσα μελέτη).
[18] Τα Ορφικά (αρχαίες πηγές). Γενική Εισαγωγή Πασσά, Ι. σ.σ. 138, 172 «Έπειτα ανεγνώρισα τον Κάστορα, τον ιπποδαμαστήν, και τον Πολυδεύκη και τον Μόψον από τον Τίταρον, τον οποίο η Αρηγονίς, αφού ενυμφεύθη τον Άμπυκα, εγένησε κάτω από την Χαονίαν βαλανιδιά» […] «Και τότε λοιπόν εφώναξεν εις το μέσον όλων των ηρώων ο Μόψος –διότι αυτός τα έμαθεν αυτά από την ιδικήν του μαντικήν τέχνην – δια να παρακαλέσουν εμέ, ενώ θα εβάδιζον εις την εκτέλεσιν του έργου».
[19] Ησύχιος (αρχαίες πηγές), επιμ. Φιλολογική Ομάδα Κάκτου (2004). Λεξικόν, σ. 90.
[20] Σουίδας (αρχαίες πηγές), μτφρ. Bekkeri (1854). Λεξικό, σ. 31.
[21] Οβίδιος (αρχαίες πηγές), μτφρ. Παπαγεωργίου και Παπαφωτίου (1886). Μεταμορφώσεις, σ.σ. 142-64. Βλ. και Graves (1979), τ. Β, σ.σ. 313-9.
[22] Στράβων (αρχαίες πηγές). Γεωγραφικά, βιβλίο Θ, V.19. Στο ΒΙΚΙΘΗΚΗ: «Ταύτην τὴν χώραν πρότερον μὲν ὤικουν Περραιβοί, τὸ πρὸς θαλάττηι μέρος νεμόμενοι καὶ τῶι Πηνειῶι μέχρι τῆς ἐκβολῆς αὐτοῦ καὶ Γυρτῶνος πόλεως Περραιβίδος».
[23] Οι Κένταυροι παραδίδονται ως απόγονοι του Ιξίονα και κατά συνέπεια ως συγγενείς των Λαπιθών. Όταν ο Ιξίων βίασε το μεταμορφωμένο σύννεφο της θεάς Ήρας, το οποίο κατασκεύασε ο Δίας και ονομάστηκε Νεφέλη, γεννήθηκε ο απόβλητος Κένταυρος, ο οποίος έσπειρε σε φοράδες της Μαγνησίας τους αλογοκένταυρους, ο επιφανέστερος των οποίων ήταν ο Χείρων. Βλ. Graves (1979), τ. Β, σ. 240.
[24] Graves (1979), τ. Β, σ.σ. 440-1. Βλ. επίσης, Διόδωρος Σικελιώτης (αρχαίες πηγές), μτφρ. Φιλολογική Ομάδα Κάκτου (1997). Βιβλιοθήκης Ιστορικής (§ 69-70), σ.σ. 214-9.
[25] Graves (1979), τ. Β, σ.σ. 309-10.
[26] Οι 32 μετώπες της νότιας πλευράς του Παρθενώνα απεικονίζουν σκηνές από την Κενταυρομαχία. Η υπ’ αριθμ. 7 μετώπη, όπως πιθανολογούν ορισμένοι μελετητές, απεικονίζει το βασιλιά των Λαπιθών, Πειρίθου. Βλ. Χωρέμη – Σπετσιέρη (2004), σ.σ. 41-47, 60.
[27] Grimal (1991), σ.σ. 370, 400.
[28] Ο Ν. Γεωργιάδης ταύτισε την κορυφή «Αμάρμπεϊ» (όρος στο οποίο βρίσκεται σήμερα η σημερινή κοινότητα Σαρανταπόρου) βασιζόμενος στον Στράβωνα, με το περραιβικό όρος «Κύφος» στις παρυφές του οποίου οργανώθηκαν οι περραιβικές πόλεις της Κύφου και της Δωδώνης. Επέκρινε, μάλιστα, τον περιηγητή Heuzey ο οποίος όρισε την Κύφο στην ανατολική πλευρά του Ολύμπου, καθώς και τον περιηγητή Kiepert ο οποίος τοποθέτησε την Κύφο στα Χασιώτικα όρη [βλ. Γεωργιάδης (1880), σ. 17].
[29] Για τη θεσσαλική Δωδώνη βλ. παρακάτω στην παρούσα μελέτη.
[30] Ο Τιταρήσιος αποτελεί σημαντικό παραπόταμο εβδομήντα χιλιομέτρων του Πηνειού ποταμού. Πηγάζει από τις δυτικές κλιτύες του Ολύμπου, κατευθύνεται δυτικά, νοτιοδυτικά και συμβάλλει με τον Πηνειό. Βλ. Χάρτη (εικόνα 1) «Part of Reference Map of Ancient Greece».
[31] Όμηρος (αρχαίες πηγές). Ιλιάς. Ραψ. Β΄, στιχ. 738-55: «Οἳ δ᾽ Ἄργισσαν ἔχον καὶ Γυρτώνην ἐνέμοντο,/ Ὄρθην Ἠλώνην τε πόλιν τ᾽ Ὀλοοσσόνα λευκήν, / τῶν αὖθ᾽ ἡγεμόνευε μενεπτόλεμος Πολυποίτης / υἱὸς Πειριθόοιο τὸν ἀθάνατος τέκετο Ζεύς·/ τόν ῥ᾽ ὑπὸ Πειριθόῳ τέκετο κλυτὸς Ἱπποδάμεια / ἤματι τῷ ὅτε Φῆρας ἐτίσατο λαχνήεντας, / τοὺς δ᾽ ἐκ Πηλίου ὦσε καὶ Αἰθίκεσσι πέλασσεν· / οὐκ οἶος, ἅμα τῷ γε Λεοντεὺς ὄζος Ἄρηος / υἱὸς ὑπερθύμοιο Κορώνου Καινεΐδαο·/ τοῖς δ᾽ ἅμα τεσσαράκοντα μέλαιναι νῆες ἕποντο. / Γουνεὺς δ᾽ ἐκ Κύφου ἦγε δύω καὶ εἴκοσι νῆας·/ τῷ δ᾽ Ἐνιῆνες ἕποντο μενεπτόλεμοί τε Περαιβοὶ / οἳ περὶ Δωδώνην δυσχείμερον οἰκί᾽ ἔθεντο / οἵ τ᾽ ἀμφ᾽ ἱμερτὸν Τιταρησσὸν ἔργα νέμοντο / ὅς ῥ᾽ ἐς Πηνειὸν προΐει καλλίρροον ὕδωρ, / οὐδ᾽ ὅ γε Πηνειῷ συμμίσγεται ἀργυροδίνῃ, / ἀλλά τέ μιν καθύπερθεν ἐπιρρέει ἠΰτ᾽ ἔλαιον / ὅρκου γὰρ δεινοῦ Στυγὸς ὕδατός ἐστιν ἀπορρώξ».
[32] Όμηρος (αρχαίες πηγές). Ιλιάς. Ραψ. Π΄, στιχ 233-5: «Ζεῦ ἄνα Δωδωναῖε Πελασγικὲ τηλόθι ναίων/ Δωδώνης μεδέων δυσχειμέρου, ἀμφὶ δὲ Σελλοὶ/ σοὶ ναίουσ᾽ ὑποφῆται ἀνιπτόποδες χαμαιεῦναι». Ο Ησύχιος (5ος αι. μ.Χ.) στο Λεξικό του ορίζει τους Σελλούς ως έθνος στη Δωδώνη ή γενικά τους φτωχούς [βλ. Ησύχιος, επιμ. Φιλολογική Ομάδα Κάκτου, (2004). Λεξικόν]. Ο λεξικογράφος Σουίδας (10ος αι. μ.Χ.), παραπέμπτοντας στον Όμηρο, αναφέρει τους Σελλούς ως έθνος [βλ. Σουίδας, μτφρ. Bekerri (1854). Λεξικό, σ. 943]. Αν υποθέταμε πως η πρώην ονομασία «Σέλος» της σημερινής κοινότητας του Πυθίου (η «κοινότητα Σέλου» το 1928 μετονομάσθηκε σε «κοινότητα Πυθίου», όπως και ο ομώνυμος συνοικισμός «Σέλος» μετονομάσθηκε σε «Πύθιο» [ΦΕΚ Α, 156/1928, σ. 1229, βλ. Αναζήτηση Φύλλων Εφημερίδας της Κυβερνήσεως (διαδικτυακές πηγές), στο Εθνικό Τυπογραφείο], οι αρχαιολογικοί χώροι της οποίας έχουν ταυτισθεί με τη θέση της αρχαίας πόλης του Πυθίου της περραιβικής Τρίπολης, σχετίζεται με τους ομηρικούς Σελλούς ερχόμαστε αντιμέτωποι με την ίδια την προφορική παράδοση η οποία σ’ αυτήν την περίπτωση απέρριψε τη μεταγενέστερη, θεωρητικά, ονομασία του Πυθίου και διέσωσε εκείνη των Σελλών, για τους οποίους η έρευνα δεν έφερε στο φως γραπτές μαρτυρίες που να τεκμηριώνουν οποιοδήποτε συσχετισμό.
[33] Στράβων (αρχαίες πηγές). Γεωγραφικών Θ, V.20. Στο ΒΙΚΙΘΗΚΗ: «καὶ τὸ ἐνταῦθα Περραιβικὸν ὑπὸ τούτοις τετάχθαι ὡς ἐπὶ πλέον, τὰ δ᾽ ὀρεινότερα χωρία πρὸς τῶι Ὀλύμπωι καὶ τοῖς Τέμπεσι τοὺς Περραιβούς, καθάπερ τὸν Κύφον καὶ τὴν Δωδώνην καὶ τὰ περὶ τὸν Τιταρήσιον, ὃς ἐξ ὄρους Τιταρίου συμφυοῦς τῶι Ὀλύμπωι […] Διὰ δὲ τὸ ἀναμὶξ οἰκεῖν Σιμωνίδης Περραιβοὺς καὶ Λαπίθας καλεῖ τοὺς Πελασγιώτας ἅπαντας». Θ, V.22: «Οἱ μὲν οὖν Αἰνιᾶνες οἱ πλείους εἰς τὴν Οἴτην ἐξηλάθησαν ὑπὸ τῶν Λαπιθῶν, κἀνταῦθα δὲ ἐδυνάστευσαν ἀφελόμενοι τῶν τε Δωριέων τινὰ μέρη καὶ τῶν Μαλιέων μέχρι Ἡρακλείας καὶ Ἐχίνου, τινὲς δ᾽ αὐτῶν ἔμειναν περὶ Κύφον, Περραιβικὸν ὄρος ὁμώνυμον κατοικίαν ἔχον».
[34] Ο Δίας όχι μόνο δεν τιμώρησε τον Ιξίονα επειδή δολοφόνησε τον πεθερό του, Ηιονέα, αλλά τον εξάγνισε από το έγκλημά του. Δεν ανέχτηκε όμως την προσβολή από την ασέλγεια του Ιξίονα στη σύζυγό του, την Ή¨Ηρα. Βίασε, τελικά, ένα σύννεφο με την όψη της Ήρας που κατασκεύασε ο Δίας και αποτέλεσμα αυτής της συνεύρεσης ήταν η γέννηση του πρώτου Κενταύρου. Ο Ιξίων στη μεταθανάτια ζωή του θα τοποθετούνταν σε έναν τροχό ο οποίος θα γύριζε αιωνίως στον αέρα. Προβάλλονται έτσι οι συμπεριφορές των ανθρώπων που εξόργιζαν του θεούς και σχετίζονταν με την προσβολή των ίδιων των θεών. Βλ. Buxton (2005), σ. 89 και Graves (1979), τ. Β, σ. 240.
[35] Ζαφειρόπουλος (2008), σ. 157.
[36] Ζαφειρόπουλος (2008), σ.σ. 153, 157.
[37] Williams (1994), σ.σ. 145-7.
[38] Ο Σουίδας και ο Κινέας συνέγραψαν τα Θεσσαλικά. Βλ. Στράβων (αρχαίες πηγές), μτφρ. Θεοδωρίδης (2004). Γεωγραφικών Ζ, σ. 234, σημ. 304.
[39] Βανχάγεντορεν (2008), σ. 173.
[40] Στράβων (αρχαίες πηγές). Γεωγραφικών Ζ, VII.12. Στο ΒΙΚΗΘΗΚΗ: «Κατ᾽ ἀρχὰς μὲν οὖν ἄνδρες ἦσαν οἱ προφητεύοντες· καὶ τοῦτ᾽ ἴσως καὶ ὁ ποιητὴς ἐμφαίνει· ὑποφήτας γὰρ καλεῖ, ἐν οἷς τάττοιντο κἂν οἱ προφῆται· ὕστερον δ᾽ ἀπεδείχθησαν τρεῖς γραῖαι, ἐπειδὴ καὶ σύνναος τῶι Διὶ προσαπεδείχθη καὶ ἡ Διώνη. Σουίδας μέντοι Θετταλοῖς μυθώδεις λόγους προσχαριζόμενος, ἐκεῖθέν τέ φησιν εἶναι τὸ ἱερὸν μετενηνεγμένον ἐκ τῆς περὶ Σκοτοῦσσαν Πελασγίας· ἔστι δ᾽ ἡ Σκοτοῦσσα τῆς Πελασγιώτιδος Θετταλίας· συνακολουθῆσαί τε γυναῖκας τὰς πλείστας, ὧν ἀπογόνους εἶναι τὰς νῦν προφήτι δας· ἀπὸ δὲ τούτου καὶ Πελασγικὸν Δία κεκλῆσθαι· Κινέας δ᾽ ἔτι μυθωδέστερον».
[41] Στράβων (αρχαίες πηγές), μτφρ. Θεοδωρίδης (2004). Γεωγραφικών Ζ, Αποσπάσματα από το έβδομο βιβλίο, σ. 157 και σ. 234, σημ. 1.
[42] Γεωργιάδης (1880), σ. 273.
[43] Δωδώνη(διαδικτυακές πηγές). Στο «ΟΔΥΣΣΕΥΣ» Υπουργείο Πολιτισμού.
[44] Marwick (1985), σ.σ. 11, 44-6.
[45] Κραβαρίτου (2012), σ.σ. 26-7.
[46] Τζιαφάλιας και Ζαούρη (1999), σ.σ. 145, 147.
[47] Κραβαρίτου (2012), σ. 28.
[48] Mosse (2009), σ. 339.
[49] Το πρόσωπο του Αλευά του Πυρρού κινείται μεταξύ μύθου και ιστορίας. Βλ. Κραβαρίτου (2012), σ. 33.
[50] Mosse (2009), σ. 339.
[51] Κραβαρίτου (2012), σ. 32.
[52] Κραβαρίτου (2012), σ. 33.
[53] Κραβαρίτου (2012), σ. 33.
[54] Γλωσσάρι (διαδικτυακές πηγές). Στο «ΟΔΥΣΣΕΥΣ» Υπουργείο Πολιτισμού: «Αμφικτυονία ονομαζόταν η ένωση αρχαίων ελληνικών πόλεων – κρατών με κέντρο κάποιο ιερό. Ο θρησκευτικός χαρακτήρας της αμφικτυονίας εξελίχθηκε σταδιακά σε πολιτικός. Το 24μελές αμφικτυονικό συνέδριο και η αμφικτυονική εκκλησία ασκούσε τη διοίκηση της Αμφικτυονίας. Τα μέλη του συνεδρίου εκλέγονταν έπειτα από κλήρωση και αντιστοιχούσαν δύο μέλη από κάθε φυλή. Τη διοίκηση της Αμφικτυονίας ασκούσε το αμφικτυονικό συνέδριο και η αμφικτυονική εκκλησία. Το συνέδριο το συγκροτούσαν οι ιερομνήμονες, δηλαδή 24 μόνιμα μέλη που εκλέγονταν με κλήρωση από τις 12 φυλές της Αμφικτυονίας (δύο ψήφοι για κάθε φυλή), οι πυλαγόρες, ένας γραμματέας και ένας ιεροκήρυκας. Το συνέδριο σκόπευε στην προάσπιση των συμφερόντων των πόλεων που εκπροσωπούσε η Αμφικτυονία. Η έδρα βρισκόταν στο ιερό της Δήμητρας στην Ανθήλη, κοντά στις Θερμοπύλες. Έπειτα από τον πρώτο Ιερό Πόλεμο (590 π.Χ.), οι Αμφικτύονες πήραν τον έλεγχο του ιερού των Δελφών και των αγώνων και συνεδρίαζαν, πλέον, το φθινόπωρο (οπωρινή Πυλαία) στους Δελφούς και στην Ανθήλη την άνοιξη (ηρινή Πυλαία). Στην επικυριαρχία του ιερού και της Αμφικτυονίας, τον 6ο αι. π.Χ. επικρατούσαν οι Θεσσαλοί, κατά τους 5ο και 4ο αι. π.Χ. οι Σπαρτιάτες και μετά το 371 π.Χ. οι Βοιωτοί. Στη συνέχεια, μετά το 346 π.Χ., ο Φίλιππος, οι Αιτωλοί τον 3ο αι. π.Χ. και από το 168 π.Χ. οι Ρωμαίοι, ώσπου ο αυτοκράτορας Αδριανός ίδρυσε νέα οργάνωση ενότητας των Ελλήνων, το Πανελλήνιο».
[55] Κραβαρίτου (2012), σ. 29.
[56] Βλάχος (2000), σ. 178.
[57] Ηρόδοτος (αρχαίες πηγές), μτφρ. Σκαλίδου (1875). Ιστορίαι. Βιβλίον Έβδομον. Πολύμνια. Στο gutenberg.org: «131: ὁ μὲν δὴ περὶ Πιερίην διέτριβε ἡμέρας συχνάς· τὸ γὰρ δὴ ὄρος τὸ Μακεδονικὸν ἔκειρε τῆς στρατιῆς τριτημορίς, ἵνα ταύτῃ διεξίῃ ἅπασα ἡ στρατιὴ ἐς Πεῤῥαιβούς. οἱ δὲ δὴ κήρυκες οἱ ἀποπεμφθέντες ἐς τὴν Ἑλλάδα ἐπὶ γῆς αἴτησιν ἀπίκατο οἳ μὲν κεινοί, οἳ δὲ φέροντες γῆν τε καὶ ὕδωρ. 132: τῶν δὲ δόντων ταῦτα ἐγένοντο οἵδε, Θεσσαλοὶ Δόλοπες Ἐνιῆνες Πεῤῥαιβοὶ Λοκροὶ Μάγνητες Μηλιέες Ἀχαιοὶ οἱ Φθιῶται καὶ Θηβαῖοι καὶ οἱ ἄλλοι Βοιωτοὶ πλὴν Θεσπιέων τε καὶ Πλαταιέων. ἐπὶ τούτοισι οἱ Ἕλληνες ἔταμον ὅρκιον οἱ τῷ βαρβάρῳ πόλεμον ἀειράμενοι· τὸ δὲ ὅρκιον ὧδε εἶχε, ὅσοι τῷ Πέρσῃ ἔδοσαν σφέας αὐτοὺς Ἕλληνες ἐόντες μὴ ἀναγκασθέντες, καταστάντων σφι εὖ τῶν πρηγμάτων, τούτους δεκατεῦσαι τῷ ἐν Δελφοῖσι θεῷ. τὸ μὲν δὴ ὅρκιον ὧδε εἶχε τοῖσι Ἕλλησι».
[58] Mosse (2009), σ. 240.
[59] Βλάχος (2000), σ. 179.
[60] Θουκυδίδης (αρχαίες πηγές), μτφρ. Βενιζέλος. Ιστορίαι. Βιβλίο Δ΄, παρ. 78. Στο Μικρός Απόπλους: «[4.78] καὶ ἐξ αὐτοῦ ἐς Περραιβίαν. ἀπὸ δὲ τούτου ἤδη οἱ μὲν τῶν Θεσσαλῶν ἀγωγοὶ πάλιν ἀπῆλθον, οἱ δὲ Περραιβοὶ αὐτόν, ὑπήκοοι ὄντες Θεσσαλῶν, κατέστησαν ἐς Δῖον τῆς Περδίκκου ἀρχῆς, ὃ ὑπὸ τῷ Ὀλύμπῳ Μακεδονίας πρὸς».
[61] Mosse (2009), σ. 281.
[62] Οι πανέστες αποτελούσαν υποτελείς χωρικούς που οι Αρχαίοι τους συνέκριναν με τους είλωτες [βλ. Mosse (2009), σ. 339].
[63] Mosse (2009), σ. 339.
[64] Κραβαρίτου (2012), σ. 30.
[65] Μπάτζιου-Ευσταθίου (διαδικτυακές πηγές, 2012), Η Κοιλάδα των Τεμπών. Στο περιοδικό Αρχαιολογία και Τέχνες.
[66] Mosse (2009), σ. 340.
[67] Τσαγκάρη (2004), σ.σ. 227-9.
[68] Mackay (2007), σ. 108.
[69] Walbank (1999), σ. 328.
[70] Mackay (2007), σ. 110.
[71] Titus Livius (αρχαίες πηγές). History of Rome. V.III. 10. Στο: Haystack. Electronic Literature Archive: «Meantime, Amynander, with the Athamanian troops, seized on Pellinaeus; while Menippus, with three thousand Aetolian foot and two hundred horse, marched into Perrhaebia, where he took Mallaea and Cyretiae by assault, and ravaged the lands of Tripolis».
[72] Mackay (2007), σ. 111.
[73] Πλούταρχος (αρχαίες πηγές), μτφρ. Μεταφραστική Ομάδα Κάκτου (1993). Βίοι Παράλληλοι. Φιλοποίμην – Τίτος Φλαμινίνος, σ.σ. 104-7.
[74] Mackay (2007), σ. 113.
[75] Κραβαρίτου (2012), σ. 31.
[76] Titus Livius (αρχαίες πηγές), The Supplement of J. Freinsheim (1761), σ.σ. 252-3.
[77] Titus Livius (αρχαίες πηγές), The Supplement of J. Freinsheim (1761), σ.σ. 308-9.
[78] Σωτηριάδης (1931), σ.σ. 5-10.
[79] Σωτηριάδης (1931), σ. 13.
[80] Πλούταρχος (αρχαίες πηγές), μτφρ. Μεταφραστική Ομάδα Κάκτου (1993). Βίοι Παράλληλοι. Αιμίλιος Παύλος – Τιμολέων, σ.σ. 60-3.
[81] Δεριζιώτης (2004), σ. 63.
[82] Δεριζιώτης (2006), σ.σ. 389-90 και Υποσημείωση 2: Προκόπιος, Περί Κτισμάτων, 4,3,8. J. Haury – G. Wirth (εκδ. Λειψία, 1964), στο «Χριστιανική Περραιβία. Τοπογραφικές και Ανασκαφικές Έρευνες».
[83] Δεριζιώτης (2004), σ. 64.
[84] Βλαχάκη (2006), σ. 489.
Πως θα συγχωρήσουμε τους γονείς μας αφήνοντας πίσω τα δύσκολα συναισθήματα της παιδικής μας ηλικίας
Πώς να συγχωρήσουμε τους γονείς μας αφήνοντας πίσω τα δύσκολα συναισθήματα της παιδικής μας ηλικίας, ώστε να απελευθερωθούμε ζώντας επιτέλους μια πλήρη ζωή γεμάτη αγάπη και φροντίδα για τον εαυτό μας.
Όλοι οι γονείς κάνουν λάθη. Και όταν χρησιμοποιούμε τη λέξη “λάθος” εννοούμε λανθασμένες συμπεριφορές διαπαιδαγώγησης. Δεν υπάρχει τέλειος γονέας, όπως και δεν υπάρχει τέλειος άνθρωπος. Οι περισσότεροι γονείς που δεν έχουν δουλέψει αυτο-γνωστικά και ψυχοθεραπευτικά κάνουν τα ίδια λάθη που έκαναν και οι δικοί τους γονείς, χωρίς καν να το αντιλαμβάνονται.
Κάποιοι από εμάς ήμασταν τυχεροί και είχαμε γονείς που είχαν κάποιες λανθασμένες συμπεριφορές που μπορούμε να συγχωρήσουμε και δεν στέκονται σοβαρό εμπόδιο προς την ψυχική μας εξέλιξη. Καθώς μεγαλώνουμε και ωριμάζουμε, κατανοούμε τους γονείς μας και τους προσωπικούς τους περιορισμούς. Όταν κάποια στιγμή γίνουμε και εμείς γονείς, καταλαβαίνουμε ακόμα περισσότερο πόσο δύσκολος είναι ο ρόλος του γονέα. Έτσι καταφέρνουμε να τους συγχωρήσουμε και να απελευθερωθούμε από οποιαδήποτε αρνητικά συναισθήματα που σχετίζονται με την παιδική μας ηλικία τα οποία έχουν συχνά αντίκτυπο στην ενήλικη ζωή μας, στη σχέση με τον εαυτό μας και με τους άλλους.
Κάποιοι άλλοι από εμάς είχαμε γονείς που άθελά τους, με τη συμπεριφορά και τη στάση τους μας τραυμάτισαν ψυχικά. Ο δρόμος προς τον αληθινό μας εαυτό και την εκπλήρωση του δυναμικού μας μπλόκαρε. Αν δεν θεραπεύσουμε τα τραύματά μας, τα προβλήματα θα τα κληρονομήσει η επόμενη γενιά, δηλαδή τα παιδιά μας.
Ας δούμε κάποιες αρνητικές γονεϊκές συμπεριφορές που τραυματίζουν την παιδική ψυχή:
1. Η φυσική ή συναισθηματική εγκατάλειψη
Μπορεί κάποιος γονιός να εγκαταλείπει το παιδί του για διάφορους λόγους, ή να είναι εκεί χωρίς να είναι συναισθηματικά παρών και χωρίς να ανταποκρίνεται στις ανάγκες του παιδιού, όπως πχ όταν έχει κατάθλιψη, όταν δουλεύει πολύ, όταν είναι αποκομμένος από τα δικά του συναισθήματα, όταν έχει υπερβολικό άγχος και είναι χαμένος στα δικά του προβλήματα. Το παιδί νιώθει μόνο και μαθαίνει ότι οι συναισθηματικές του ανάγκες δεν είναι σημαντικές. Με άλλα λόγια νιώθει ότι δεν είναι σημαντικό το ίδιο, ότι δεν αξίζει.
2. Η επίκριση, η υποτίμηση, η απαξίωση, η χειριστικότητα, η ενοχοποίηση είναι κακοποιητικές συμπεριφορές
Φράσεις όπως, “Είσαι βλάκας”, “Εσύ δεν μπορείς, θα το κάνω εγώ”, “Είσαι ίδιος ο πατέρας σου, είσαι άχρηστος σαν κι αυτόν”, “Αν δεν σπουδάσεις, εγώ θα πεθάνω”, “Με αυτά που κάνεις θα με αρρωστήσεις”, έχουν χιλιοειπωθεί από γονείς που δυσκολεύονται να σεβαστούν την διαφορετικότητα και τις ανάγκες των παιδιών τους.
Υποτιμητικοί χαρακτηρισμοί όπως πχ “είσαι τεμπέλης”, λειτουργούν ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία ακόμα και στην ενήλικη ζωή. “Οι τεμπέληδες” κάνουν επιλογές και αντιμετωπίζουν τη ζωή σύμφωνα με την ταμπέλα που τους έχουν βάλει οι γονείς, ώστε υποσυνείδητα να επιβεβαιώσουν τη λανθασμένη πεποίθηση των γονιών τους. Στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν τεμπέληδες, μόνο αποθαρρυμένοι άνθρωποι. Ένα παιδί που μεγαλώνει μέσα στην αποδοχή και την ενθάρρυνση θα είναι πάντα δημιουργικό και θα εξελίσσει το δυναμικό του έχοντας εσωτερική γαλήνη και ισορροπία.
3. Αγάπη υπό όρους
“Θα σε αγαπώ μόνο αν είσαι καλό παιδί”. “Καλό παιδί”, σημαίνει να συμμορφωνόμαστε με τις ανάγκες και τα θέλω των γονιών μας. Μόνο τότε παίρνουμε αγάπη και αποδοχή και ποτέ όταν είμαστε απλά ο εαυτός μας.
Όσοι από εμάς γίναμε τα “καλά παιδιά”, ώστε να μπορέσουμε να επιβιώσουμε σε ένα περιβάλλον που δεν δεχόταν τη διαφορετικότητα και δεν μπορούσε να ανταποκριθεί στις δικές μας συναισθηματικές ανάγκες, γίναμε υπερ-ενσυναισθητικοί. Μάθαμε δηλαδή να βάζουμε σε προτεραιότητα τις ανάγκες των άλλων χωρίς να υπολογίζουμε τον εαυτό μας. Ο εαυτός μας γίνεται ανύπαρκτος.
Δεν γνωρίζουμε ποιος είναι, τι χρειάζεται, ποιες είναι οι ανάγκες του. Αναπτύσσουμε έναν ψευδο-εαυτό και δίνουμε όλη την ενέργειά μας στο να ικανοποιούμε τις ανάγκες των άλλων ή/και να κυνηγάμε στόχους που δεν είναι καν δικοί μας Ποτέ όμως δεν μένουμε ικανοποιημένοι, διότι δεν νιώθουμε ότι μας αγαπούν και μας αναγνωρίζουν γι’ αυτό που πραγματικά είμαστε, αλλά γι’ αυτό που πετυχαίνουμε ή προσφέρουμε.
4. Αντιμετώπιση των παιδιών ως φίλων ή συντρόφων, γονεοποίηση
Είναι κακοποίηση όταν ο ένας γονιός συμμαχεί με το παιδί ενάντια στον άλλον γονιό, όταν αντιμετωπίζει το παιδί ως σύντροφο ή φίλο λέγοντάς του τα προβλήματά του και κάνοντας “παρέα” μαζί του. Όταν το φορτώνει ευθύνες που δεν αναλογούν στην ηλικία του, όπως το να φροντίζει τα μικρότερα αδέρφια του.
Ό,τι έγινε έγινε θα πείτε. Μεγαλώσαμε, πέρασαν τα χρόνια! Δεν μπορούμε να κατηγορούμε τους γονείς μας στα 40, στα 50, στα 60…
Φυσικά και χρειάζεται να αναλάβουμε την ευθύνη του εαυτού μας και να γίνουμε εμείς οι καλοί γονείς που δεν είχαμε. Να δώσουμε εμείς στο τραυματισμένο εσωτερικό παιδί μας την ευτυχισμένη παιδική ηλικία που έχασε.
Για να το καταφέρουμε αυτό, χρειάζεται μέσα από μια ψυχοθεραπευτική διαδικασία να αναγνωρίσουμε και να δούμε κατάματα τα λάθη των γονιών μας. Πολλές φορές βρισκόμαστε σε άρνηση ή εξιδανίκευση. Θεωρούμε ότι οι γονείς μας μας φέρθηκαν άσχημα επειδή εμείς ήμασταν “κακά παιδιά” και ό,τι έκαναν το έκαναν για το καλό μας, για να γίνουμε σωστοί άνθρωποι. Με άλλα λόγια έχουμε ενοχοποιηθεί. Νιώθουμε βαθιά μέσα μας ότι δεν ήμασταν άξιοι να αγαπηθούμε, ότι δεν αξίζαμε. Όμως, ποιό μωρό, ποιό παιδί δεν αξίζει, χρειάζεται να αναρωτηθούμε…
Άλλες φορές έχουμε απωθήσει την παιδική μας ηλικία. Δεν θυμόμαστε πολλά και έχουμε αποκοπεί από τα συναισθήματά μας. Ο λόγος είναι ότι δεν αντέξαμε τον πόνο και την ενοχοποίηση.
Όλα αυτά όμως θα βγουν κάποια στιγμή και θα γίνουμε οι “σωστοί” άνθρωποι που ήθελαν οι γονείς μας αλλά με νευρώσεις, άγχος, κατάθλιψη, κρίσεις πανικού, αυτοάνοσα, σωματικές και ψυχικές ασθένειες κτλ.
Εφόσον συνειδητοποιήσουμε την ψυχική κακοποίηση που έχουμε βιώσει στην παιδική μας ηλικία και έρθουμε σε επαφή με το εσωτερικό μας τραυματισμένο παιδί, κάποια δύσκολα συναισθήματα θα αναδυθούν όπως ο θυμός, το παράπονο, η θλίψη, ο φόβος. Χρειάζεται να περάσουμε από το πένθος της χαμένης παιδικής ηλικίας που ποτέ δεν βιώσαμε.
Μπορούμε να δουλέψουμε αυτά τα συναισθήματα εκφράζοντάς τα με βιωματικές ασκήσεις σε ένα ψυχοθεραπευτικό πλαίσιο όπου θα νιώσουμε αποδοχή, ασφάλεια και εμπιστοσύνη. Ας αφεθούμε χωρίς φόβο να βιώσουμε όλα αυτά τα δύσκολα συναισθήματα τα οποία βρίσκονταν για χρόνια αποκομμένα μέσα μας αλλά έκαναν αισθητή την παρουσία τους με άλλους τρόπους όπως τα ψυχοσωματικά, το άγχος, η κατάθλιψη κτλ.
Είναι ο θυμός, η θλίψη, το παράπονο, ο φόβος του μικρού παιδιού μέσα μας που ποτέ δεν εισακούστηκε. Ένιωθε μόνο τότε, αλλά νιώθει μόνο και τώρα που έχουμε ενηλικιωθεί.
Ούτε εμείς ως ενήλικες δεν είμαστε εκεί δίπλα στο εσωτερικό τραυματισμένο μας παιδί, διότι τείνουμε να φερόμαστε στον εαυτό μας με τον ίδιο τρόπο που μας φέρθηκαν στην παιδική μας ηλικία.
Κι εμείς οι ίδιοι τον επικρίνουμε, τον υποτιμούμε, τον ενοχοποιούμε, δεν τον αποδεχόμαστε, δεν τον αγαπάμε, δεν τον ακούμε, τον αφήνουμε μόνο και απομονωμένο.
Σιγά σιγά θα μάθουμε να ερχόμαστε σε επαφή με τα συναισθήματά μας, να ακούμε τις ανάγκες μας, να γίνουμε εμείς οι γονείς του εαυτού μας φροντίζοντάς τον. Χρειάζεται να αγκαλιάσουμε το τραυματισμένο εσωτερικό μας παιδί. Να συνδεθούμε μαζί του και με όμορφους τρόπους. Να το πάμε σε όμορφα μέρη, με όμορφους ανθρώπους και να ζήσουμε ανέμελες στιγμές. Να το προστατεύουμε από κάθε είδους κακοποίηση ώσπου να μας εμπιστευθεί και να νιώσει ασφάλεια μαζί μας. Έτσι σιγά σιγά όλα τα κομμάτια μας θα γίνουν ένα. Θα γίνουμε ο εαυτός μας και οι πληγές θα κλείσουν. Θα καταφέρουμε να αποδεσμευτούμε από το παρελθόν και από τα αρνητικά συναισθήματα προς τους γονείς μας, να τους συγχωρήσουμε που δεν κατάφεραν να είναι οι γονείς που μας άξιζαν, να κατανοήσουμε πως ό,τι αρνητικό έκαναν οφειλόταν στις δικές τους δυσκολίες και όχι στη δική μας αναξιότητα. Θα μπορέσουμε να αποδεχτούμε τους γονείς χωρίς από την άλλην να δεχόμαστε πλέον την κακοποιητική τους συμπεριφορά. Ίσως οι γονείς μας μαλακώσουν λόγω της ηλικίας τους ή και της αλλαγής της δικής μας στάσης. Ίσως πάλι δεν καταφέρουν να αλλάξουν την κακοποιητική τους στάση και συμπεριφορά. Τότε χρειάζεται να κρατάμε την απόσταση που θα μας προστατεύει ώστε να νιώθουμε την εσωτερική μας γαλήνη και ισορροπία.
Να θυμόμαστε πάντα ότι όποιος μένει στον θυμό και το παράπονο, είναι δεμένος με αλυσίδες με αυτούς για τους οποίους τρέφει αυτά τα συναισθήματα. Όταν καταφέρουμε να συγχωρήσουμε το κάνουμε για το δικό μας συμφέρον, για να μπορέσουμε επιτέλους να ζήσουμε απελευθερωμένοι από τα φαντάσματα του παρελθόντος. Αγαπώντας, φροντίζοντας και ακούγοντας τον εαυτό μας με πλήρη αποδοχή!
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις
(
Atom
)