Και τα γεγονότα της Μήλου και όλες οι άλλες θηριωδίες που διαπράχτηκαν κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου αποδεικνύουν πόσο βίαιος δάσκαλος είναι ο πόλεμος, όπως υποστήριξε ο Θουκυδίδης. Ο άνθρωπος μέσα στον πόλεμο μετατρέπεται σε θηρίο ανήμερο, έτοιμο να κατασπαράξει, αρκεί να κυριαρχήσει.
Ο Θουκυδίδης βαθύς ανατόμος της ανθρώπινης ψυχής, έχοντας σαν αφορμή τις φρικαλεότητες που διαπράχθηκαν κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου στην Κέρκυρα, με βαθειές και αιώνιας αξίας διαπιστώσεις και παρατηρήσεις διαπραγματεύεται την επίδραση της βίας και του πολέμου, και μάλιστα του εμφυλίου πολέμου πάνω στα ήθη της κοινωνίας και των ανθρώπων.
Διαπιστώνει κανείς τις τρομακτικές αλλαγές που γίνονται όχι μόνο στην εξωτερική ζωή των ανθρώπων, στις συνθήκες της καθημερινότητάς τους, αλλά, το πιο τραγικό, στη ψυχοσύνθεσή τους, στις αξίες τους, πόσο μεταξιώνονται οι αξίες της ζωής τους, πόσο αλλάζουν περιεχόμενο απ’ αυτό το βίαιο δάσκαλο. Συνειδητοποιούμε πόσο φοβερά δοκιμάζεται η ανθρώπινη ψυχή, πόσο κλονίζεται η πίστη μας στον άνθρωπο, σ’ ό,τι όμορφο δημιούργησε.
Αξίζει να παραθέσουμε ορισμένα αποσπάσματα που καταδεικνύουν αυτή τη φοβερή ανατροπή της ανθρώπινης υπόστασης: «Για να δικαιολογούν τις πράξεις τους, άλλαξαν ακόμα και τη σημασία των λέξεων. Η παράλογη τόλμη θεωρήθηκε ανδρεία και αφοσίωση στο κόμμα, η προσωπική διστακτικότητα θεωρήθηκε δειλία που κρύβεται πίσω από εύλογες προφάσεις και η σωφροσύνη πρόσχημα ανανδρίας και η συνετή αντιμετώπιση κάθε πράγματος νωθρότητα για το κάθε τι, ενώ το να κάνει κανείς σχέδια εναντίον του εχθρού παίρνοντας τα μέτρα του το θεωρούσαν εύλογη πρόφαση για υπεκφυγή…
Γενικά επαινούσαν και όποιον πρώτος έκανε το κακό προλαβαίνοντας αυτούς που σκόπευαν να κάνουν τέτοιες πράξεις και όποιον παρακινούσε στο κακό αυτούς που δεν το’ χαν καθόλου στο νου τους. . . Οι περισσότεροι άνθρωποι προτιμούν να τους αποκαλούν επιτήδειους όταν είναι φαύλοι, παρά αφελείς, όταν είναι τίμιοι: για το δεύτερο αισθάνονται ντροπή, ενώ για το πρώτο καμαρώνουν.
Αιτία για όλα αυτά είναι η επιθυμία της εξουσίας που προέρχεται από την πλεονεξία και τη φιλοδοξία… Η ζωή της πόλης ταράχτηκε βαθύτατα και η ανθρώπινη φύση, η οποία και όταν ακόμη κάτω από το νόμο ρέπει προς την αδικία, αισθάνονταν χαρά και αποδείκνυε ότι τα πάθη της ήταν ασυγκράτητα και ότι ήταν ισχυρότερα από τους νόμους και εχθρεύονταν κάθε υπεροχή.. . Για να εκδικηθούν τους εχθρούς τους οι άνθρωποι, σε τέτοιες περιστάσεις, αγνοούν τους κανόνες πάνω στους οποίους στηρίζονται οι κοινωνίες, κανόνες όμως πάνω στους οποίους μπορούν να στηριχτούν για να σωθούν, αν βρεθούν σε ανάγκη. Αλλά αδιαφορούν, ξεχνώντας ότι, αν καταλύσουν όλους τους κανόνες, τότε οι ίδιοι θα στερηθούν από τη προστασία τους, αν έρθει στιγμή που θα τους έχουν ανάγκη».
Και σ’ αυτό το κομμάτι της ιστορίας του ο Θουκυδίδης και σ’ άλλα που αναφέρονται σε θηριωδίες που διαπράχτηκαν κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου, αφήνει να διαφαίνεται ένας ορατός τόνος απαισιοδοξίας για την ανθρώπινη φύση. Συμφορές γίνονται και θα γίνονται πάντα μεγάλες και αμέτρητες όσο δεν αλλάζει η φύση του ανθρώπου.
Η ανθρώπινη φύση είναι επιρρεπής στο κακό και μέσα στο πόλεμο γίνεται το αγριότερο από τα ζώα. Την ίδια άποψη εκφράζει και ο Λίνκολν. Στο έργο του J Finley «Θουκυδίδης» σελ. 188 παρατίθεται ένα απόσπασμα από ένα γράμμα του Λίνκολν (Οκτώβριος 1863) που αφορά την έκρηξη βίας στη συνοριακή γραμμή του Μιζούρι (Nicolay and Hay, Complete Works, 1894, 11, 420). Υπάρχει μια αξιοσημείωτη αντιστοιχία σ’ όσα γράφει ο Λίνκολν και ο Θουκυδίδης στην Παθολογία.
Δε φαίνεται να υπάρχει καμιά μαρτυρία ότι ο Λίνκολν γνώριζε το έργο του Θουκυδίδη. Αν είναι έτσι η αντιστοιχία πρέπει να εξηγηθεί από τη προσπάθεια των δυο ανδρών να περιγράψουν την βαθύτερη φύση της αναταραχής.
Αφού σημειώσει τα πάθη που προκαλούνται από τον εμφύλιο πόλεμο, ο Λίνκολν συνεχίζει: «Αμέσως η ειλικρίνεια αμφισβητείται και τα κίνητρα δέχονται επίθεση: όταν έρχεται στ’ αλήθεια ο πόλεμος, το αίμα ζεσταίνεται και το αίμα χύνεται. Η σκέψη αναγκάζεται να πέσει σε σύγχυση. Η απάτη γεννοβολάει και προοδεύει. Η εμπιστοσύνη πεθαίνει και καθολική καχυποψία βασιλεύει. Ο κάθε άνθρωπος αισθάνεται την παρόρμηση να σκοτώσει το γείτονά του, μήπως σκοτωθεί πριν απ’ αυτόν. Εκδίκηση και αντεκδίκηση ακολουθούν. Και όλα αυτά, όπως είπαμε προηγουμένως, μπορούν να συμβούν ανάμεσα σε τίμιους ανθρώπους• αλλ’ αυτά δεν είναι όλα. Κάθε βρωμερό πουλί βγαίνει απ’ τη φωλιά του και κάθε σιχαμερό ερπετό σηκώνει κεφάλι. Κι αυτά προσθέτουν το έγκλημα στη σύγχυση.
Φόνοι για παλιές αντιζηλίες και φόνοι για χρήματα γίνονται κάτω απ’ όποιο μανδύα θα ταίριαζε καλύτερα με την περίπτωση. ‘Όλα αυτά παρέχουν επαρκή αιτιολογία για όσα έγιναν στο Μιζούρι και δε χρειάζεται ν’ αποδοθούν στην αδυναμία ή την κακία κανενός στρατηγού».
Αρκεί μόνο μια ματιά στη σύγχρονη πραγματικότητα, για να τεκμηριωθούν τα λεγόμενα του Θουκυδίδη και του Λίνκολν. Μίσος, αγωνία, φόβος, αίμα, πολύ αίμα στάζει απ’ το κορμί της ανθρωπότητας. Ο άνθρωπος έγινε για τον άνθρωπο λύκος. Κάθε διεστραμμένη φύση βρίσκει την ευκαιρία να εκδηλώσει όλη την κακία της έχοντας σαν άλλοθι τον πόλεμο.
Καθημερινά ολοκαυτώματα σε κάθε γωνιά της γης από την ανθρώπινη αφροσύνη. Ο άνθρωπος έγινε ένας αριθμός που σβήνεται απλά, όταν δε μας συμφέρει στο δεφτέρι των συναλλαγών μας. Σήμερα τα πράγματα όσον αφορά στο ξεπεσμό του ανθρώπου μέσα στο πόλεμο είναι ακόμη πιο τραγικά. Ο νους που κυρίως σχεδιάζει και στήνει το σκηνικό της ανθρώπινης τραγωδίας με τα σύγχρονα μέσα είναι αποστειρωμένος από κάθε συναίσθημα. «Ένας περιποιημένος κύριος, φρεσκοξυρισμένος με καλογυαλισμένα παπούτσια, με άμεμπτη χωρίστρα, που έχει σπουδάσει φιλοσοφία, που ξέρει φυσική και χημεία, που παίζει στα δάχτυλα την επιστήμη της αρμονίας των κόσμων, τα μαθηματικά, που εκστασιάζεται μπροστά σε μια συμφωνία του Μπετόβεν ή σ’ ένα του Κουατροτσεντο, τόσο λεπτεπίλεπτος είναι, απλώνει το χέρι του και σπρώχνει ένα κουμπί. Αυτό είναι όλο. Και δεν υπάρχει καμία ανησυχία, κανένα πρόβλημα μέσα του… Είναι το συνειδητό έγκλημα, η οργανωμένη κακοήθεια. Και αυτό, νομίζω, είναι το απογοητευτικότερο. Ζούμε σε μια εποχή μίσους και αγωνίας. Η ιστορία μνημονεύει πολλές τέτοιες εποχές. Αλλά εκείνες δεν είχαν υποτάξει την επιστήμη. Οι περισσότερές τους μάλιστα ήταν ολοσδιόλου αγράμματες. Δηλαδή εντιμότερες».
Συναισθηματικά αποστεωμένοι είναι και όσοι γίνονται μαριονέτες των μεγάλων πολιτικών διενέξεων μέσα από καλοστημένους μηχανισμούς πλύσης εγκεφάλου και καθοδήγησης και σπέρνουν το θάνατο σε ανυποψίαστους αθώους πολίτες, σε άμαχο πληθυσμό, γυναίκες και παιδιά. Γυμνοί από συναίσθημα είναι και όσοι είναι πιόνια των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων που κάτω από το κάλυμμα της εξυγίανσης της ανθρωπότητας, εξαπολύουν πολέμους και κατακρεουργούν τους λαούς.
Ο πόλεμος με οποιοδήποτε τρόπο και να τον δει κανείς, οποιασδήποτε μορφής και αν είναι, παρασύρει μέσα στη δίνη της βίας τον άνθρωπο και γίνεται συγχρόνως θύτης και θύμα.’ Ήταν και είναι πάντοτε μία φρίκη: ο άνθρωπος σκοτώνει τον άνθρωπο, τότε με όπλα συμβατικά, τώρα με τα τελειότερα μέσα καταστροφής που κατασκεύασε ο ίδιος. Χρησιμοποιεί τα επιτεύγματα της λογικής του, της εφευρετικότητάς του, των αγώνων του και καταστρέφει. Και αυτό είναι το τραγικό στη σημερινή εποχή. Η μεγάλη διάσταση ανάμεσα στην τεράστια τεχνολογική ανάπτυξη και στην ηθική υπανάπτυξη. Μια τραγική αντινομία της εποχής μας.
Μια εποχή άκρως υλιστική με φοβερά αναιμικές και εξασθενημένες τις ηθικές ιδιότητες του ανθρώπου, πνιγμένες ή αιχμαλωτισμένες από τα ένστικτα και τους υπολογισμούς, που τους κατευθύνει η απληστία και η κυριαρχία. Τη θέση της ηθικής αρχής την κατέλαβε ο καιροσκοπισμός. Αυτός που παρουσιάζεται σήμερα σαν ρυθμιστική αρχή στη ζωή των ανθρώπων και των λαών, όπου άνθρωποι και λαοί χρησιμεύουν σαν μέσα για την επιτυχία των σκοπών ενός άλλου.
Ο άνθρωπος στις σημερινές άρρωστες κοινωνίες μας έχει παραμεριστεί, δεν αποτελεί κέντρο, όπου όλες οι πολιτικές και οικονομικές δραστηριότητες θα υποτάσσονται στο σκοπό της ύπαρξής του. Από σκοπός έχει γίνει μέσον. Ο άνθρωπος επομένως σαν ιερό πρόσωπο πέθανε. Γι’ αυτό κάθε μορφής βίας από άνθρωπο σε βάρος άλλου ανθρώπου δε μπορεί να καταδικαστεί, αλλά είναι μέσα στα πλαίσια της λογικής.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου