Παρασκευή 30 Απριλίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΣΟΦΟΚΛΗΣ - Αἴας (784-814)

ΧΟ. ὦ δαΐα Τέκμησσα, δύσμορον γένος,
785 ὅρα μολοῦσα τόνδ᾽ ὁποῖ᾽ ἔπη θροεῖ.
ξυρεῖ γὰρ ἐν χρῷ τοῦτο μὴ χαίρειν τινά.
ΤΕΚ. τί μ᾽ αὖ τάλαιναν, ἀρτίως πεπαυμένην
κακῶν ἀτρύτων, ἐξ ἕδρας ἀνίστατε;
ΧΟ. τοῦδ᾽ εἰσάκουε τἀνδρός, ὡς ἥκει φέρων
790 Αἴαντος ἡμῖν πρᾶξιν ἣν ἤλγησ᾽ ἐγώ.
ΤΕΚ. οἴμοι, τί φῄς, ὤνθρωπε; μῶν ὀλώλαμεν;
ΑΓ. οὐκ οἶδα τὴν σὴν πρᾶξιν, Αἴαντος δ᾽ ὅτι,
θυραῖος εἴπερ ἐστίν, οὐ θαρσῶ πέρι.
ΤΕΚ. καὶ μὴν θυραῖος, ὥστε μ᾽ ὠδίνειν τί φής.
795 ΑΓ. ἐκεῖνον εἴργειν Τεῦκρος ἐξεφίεται
σκηνῆς ὕπαυλον μηδ᾽ ἀφιέναι μόνον.
ΤΕΚ. ποῦ δ᾽ ἐστὶ Τεῦκρος, κἀπὶ τῷ λέγει τάδε;
ΑΓ. πάρεστ᾽ ἐκεῖνος ἄρτι· τήνδε δ᾽ ἔξοδον
ὀλεθρίαν Αἴαντος ἐλπίζει φέρειν.
800 ΤΕΚ. οἴμοι τάλαινα, τοῦ ποτ᾽ ἀνθρώπων μαθών;
ΑΓ. τοῦ Θεστορείου μάντεως, καθ᾽ ἡμέραν
τὴν νῦν ὃ τούτῳ θάνατον ἢ βίον φέρει.
ΤΕΚ. οἲ ᾽γώ, φίλοι, πρόστητ᾽ ἀναγκαίας τύχης,
καὶ σπεύσαθ᾽ οἳ μὲν Τεῦκρον ἐν τάχει μολεῖν,
805 οἳ δ᾽ ἑσπέρους ἀγκῶνας, οἳ δ᾽ ἀντηλίους
ζητεῖτ᾽ ἰόντες τἀνδρὸς ἔξοδον κακήν.
ἔγνωκα γὰρ δὴ φωτὸς ἠπατημένη
καὶ τῆς παλαιᾶς χάριτος ἐκβεβλημένη.
οἴμοι, τί δράσω, τέκνον; οὐχ ἱδρυτέον.
810 ἀλλ᾽ εἶμι κἀγὼ κεῖσ᾽ ὅποιπερ ἂν σθένω.
χωρῶμεν, ἐγκονῶμεν, οὐχ ἕδρας ἀκμή,
σῴζειν θέλοντες ἄνδρα γ᾽ ὃς σπεύδει θανεῖν.
ΧΟ. χωρεῖν ἑτοῖμος, κοὐ λόγῳ δείξω μόνον.
τάχος γὰρ ἔργου καὶ ποδῶν ἅμ᾽ ἕψεται.

***
ΧΟ. Δύστυχη Τέκμησσα, δύσμοιρο πλάσμα, έλα να δεις
τί λόγια λέει αυτός, και κρίνε· γδέρνουν το δέρμα
σαν ξυράφι, πράγμα που δεν αφήνει κανένα
περιθώριο χαράς.
ΤΕ. Άμοιρη εγώ, μόλις που είχα συνεφέρει
απ᾽ τη μεγάλη συμφορά, κι εσείς μ᾽ αναστατώνετε;
ΧΟ. Άκου τί λέει αυτός· έφερε φτάνοντας άσχημα νέα
790 για τον Αίαντα, μια πράξη που με σφάζει .
ΤΕ. Αλίμονο, άνθρωπε, τί λες;
τραβάμε αλήθεια στον χαμό;
ΑΓΓ. Δεν ξέρω τί σε περιμένει εσένα· ο Αίας όμως,
αν πράγματι έχει φύγει, χάνω το θάρρος μου.
ΤΕ. Έφυγε δυστυχώς, κι έχω αγωνία μεγάλη
ν᾽ ακούσω τί θα πεις.
ΑΓΓ. Ο Τεύκρος έδωσε εντολή να μείνει εκείνος
στη σκηνή κλεισμένος, μην τον αφήσουμε
έξω να βγει.
ΤΕ. Και πού ᾽ναι τώρα ο Τεύκρος; μα τί τον έπιασε
κι έτσι μιλά;
ΑΓΓ. Πριν από λίγο έφτασε. Αλλά την έξοδο του Αίαντα
φοβάται, μην αποφέρει τον χαμό του.
800 ΤΕ. Όι, η δύστυχη· πώς όμως κι από ποιόν το ξέρει;
ΑΓΓ. Ο μάντης Κάλχας, γιος του Θέστορα, φανέρωσε
πως παίζεται μέσα στη μέρα αυτή η τύχη του Αίαντα,
αν θα πεθάνει ή θα ζήσει.
ΤΕ. Ω δυστυχία, έλεος, φίλοι μου, τρέξτε, το γύρισμα
της τύχης να προλάβουμε·
κάποιοι το γρηγορότερο τον Τεύκρο εδώ να φέρουν,
άλλοι, σ᾽ ανατολή και δύση, κάθε απόμερη ψάξτε
γωνιά, ίχνη να βρείτε της φριχτής φυγής του Αίαντα.
Γιατί το νιώθω, μ᾽ εξαπάτησε ο κύρης μου, με ξέγραψε
απ᾽ την παλιά του αγάπη.
Και τώρα τί να κάνω, αγόρι μου; δεν πρέπει εδώ να μείνω
με χέρια σταυρωμένα· τρέχω κι εγώ μαζί τους προς τα κει,
810 κι όσο αντέξει η δύναμή μου.
Εμπρός, αμέσως, πάμε, να μην περνάει η ώρα,
αν είναι να τον σώσουμε, κάποιον που σπεύδει να πεθάνει.
ΧΟ. Έτοιμος είμαι, φύγαμε· τα λόγια είναι τώρα
φτώχεια· η πράξη επείγει, κι απαιτεί γρήγορα πόδια.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου