Κατά τον 17ο και 18ο αιώνα οι χώρες της Δύσης είχαν γνωρίσει την ταχύτερη και ριζικότερη μεταβολή του επιπέδου διαβίωσης που έχει καταγραφεί στην Ιστορία.
Στην Ευρώπη του μεσαίωνα και των αρχών της νεότερης περιόδου η πλειονότητα του πληθυσμού απαρτιζόταν από ακτήμονες. Ζούσαν φτωχοί και υποσιτιζόμενοι σ’ έναν κόσμο γεμάτο παγωνιά και φόβο, όπου πέθαιναν πριν συμπληρώσουν σαράντα χρονιά ζωής και, κατά κανόνα, υποφέροντας. Ύστερ’ από μια ολόκληρη ζωή χειρωνακτικής εργασίας μοναδικό τους πολύτιμο απόκτημα ήταν ίσως μια αγελάδα ή μια κατσίκα κι ένα τσουκάλι. Η σιτοδεία ήταν πάντα επί θύραις, οι δε ασθένειες μαίνονταν- συνηθέστερες παθήσεις, μεταξύ πολλών άλλων, ήταν η ραχίτιδα, το έλκος, η φυματίωση, η λέπρα, τα αποστήματα, η γάγγραινα, οι όγκοι και τα καρκινώματα.
Έπειτα, στη Βρετανία των αρχών του 18ου αιώνα, άρχισε η μεγάλη μεταμόρφωση της Δύσης. Χάρη στις νέες γεωργικές τεχνικές (την αμειψισπορά, την επιστημονική κτηνοτροφία και την ενοποίηση των γαιών) η αγροτική παραγωγή άρχισε να αυξάνεται κατακόρυφα. Από το 1700 ως το 1820 η παραγωγικότητα του αγροτικού τομέα στη Βρετανία διπλασιάστηκε, με αποτέλεσμα να προκόψουν κεφάλαια και εργατικό δυναμικό που συγκεντρώθηκαν στις πόλεις και επενδύθηκαν στη βιομηχανία και στο εμπόριο. Η έλευση της ατμομηχανής και των εφευρέσεων που μεταμόρφωσαν την υφαντουργία οδήγησαν σε νέες πρακτικές στον τομέα της εργασίας και διαφοροποίησαν τις κοινωνικές προσδοκίες. Ταυτόχρονα το μέγεθος των αστικών κέντρων αυξανόταν με εκρηκτικό ρυθμό. To 1800στα βρετανικά νησιά μία μόνο πόλη είχε πληθυσμό άνω των εκατό χιλιάδων κατοίκων: το Λονδίνο. Ως το 1891 οι πόλεις αυτού του μεγέθους ήταν είκοσι τρεις. Τα αγαθά και οι υπηρεσίες που μέχρι τότε αποτελούσαν προνόμιο της ελίτ άρχισαν να διατίθενται ευρέως. Τα είδη πολυτελείας έγιναν χρειώδη αγαθά και τα χρειώδη έγιναν αναγκαία. Ο Ντάνιελ Ντεφόου που περιηγήθηκε τη Νότια Αγγλία το 1745 παρατήρησε ότι άνοιγαν μεγάλα νέα καταστήματα με δελεαστικές βιτρίνες και προϊόντα. Και ενώ στο μεγαλύτερο μέρος της καταγεγραμμένης Ιστορίας η μόδα παρέμενε στάσιμη επί δεκαετίες ή και σε εκτενέστερα διαστήματα, τώρα πια μπορούσες να διακρίνεις κυρίαρχα στιλ ανά έτος (το χρώμα του συρμού στην Αγγλία για τα γυναικεία ενδύματα ήταν το πορφυρό το 1753, ενώ το 1754 επικράτησαν τα άσπρα λινά με ροζ μοτίβο και το 1755 ήρθε η σειρά του ανοιχτού γκρίζου).
Η βρετανική καταναλωτική επανάσταση επεκτάθηκε και εξαπλώθηκε το 19° αιώνα. Σε διάφορα σημεία της Ευρώπης και της Αμερικής άνοιξαν πολυκαταστήματα γιγαντιαίων διαστάσεων: το Bon Marche και το Au Printemps στο Παρίσι, το Selfridge’s και το Whiteley’s στο Λονδίνο, το Macy’s στη Νέα Υόρκη.
Σε αυτά οι κοινοί θνητοί μπορούσαν πλέον να βρουν είδη που άλλοτε παρέχονταν μόνο στους βασιλείς. Όταν το 1902 εγκαινιάστηκε στο Σικάγο το νέο, δωδεκαώροφο κατάστημα Marshall Field’s, στην τελετή που σηματοδότησε την έναρξη λειτουργίας του ο διευθυντής Γκόρντον Σέλφριτζ δήλωσε: «Για τον απλό λαό χτίσαμε αυτό το λαμπρό ίδρυμα, για να γίνει το δικό του εμπορικό το σπίτι του όταν κατεβαίνει στο κέντρο, το αρχηγείο του όταν κάνει τις αγορές του». Δεν απευθυνόταν, έλεγε, μόνο στους «φαντασμένους πλούσιους».
Τα αμέτρητα επιτεύγματα της τεχνολογίας μεταμόρφωσαν την καθημερινότητα, ενώ βοήθησαν και στη διεύρυνση του πνευματικού ορίζοντα: η πάλαι ποτέ κυκλική ροή του κόσμου, όπου περίμενες ότι η νέα χρονιά θα ήταν λίγο πολύ εξίσου καλή (ή κακή) με την προηγούμενη παραχώρησε τη θέση της σε μια νέα οπτική, σύμφωνα με την οποία το ανθρώπινο γένος ήταν δυνατόν να προοδεύει χρόνο με το χρόνο οδεύοντας προς την τελειότητα. Για να αναφέρουμε μερικές μόνο από τις επινοήσεις εκείνες:
Τα κόρνφλεϊκς κατοχυρώθηκαν με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας τo 1895. Ο Τζ.Χ. Κέλλογκ είχε συλλάβει τυχαία την ιδέα, όταν μια μέρα έπηξε κατά λάθος το μείγμα δημητριακών που έτρωγαν για πρωινό οι οικότροφοι στο σανατόριό του και, στην προσπάθεια του να το θρυμματίσει, σχημάτισε νιφάδες.
Το ανοιχτήρι κατοχυρώθηκε το 1870.
Η παραμάνα κατοχυρώθηκε το 1849.
Η ραπτομηχανή εφευρέθηκε από τον Ι.Μ. Σίνγκερ το 1851. Τα έτοιμα ενδύματα άρχισαν να διατίθενται ευρέως τη δεκαετία του 1860, τα δε ραμμένα στη μηχανή εσώρουχα εμφανίστηκαν τη δεκαετία του 1870.
Η γραφομηχανή εφευρέθηκε το 1867 (το πρώτο χειρόγραφο που δακτυλογραφήθηκε ήταν το Ζωή στον Μισσισιπή του Μαρκ Τουέν το 1883).
Τυποποιημένα τρόφιμα: κατά τη δεκαετία του 1860 η βρετανική φίρμα Crosse & Blackwell παρασκεύαζε 27.000 γαλόνια κέτσαπ ετησίως. Στις αρχές της δεκαετίας του 1880 ο χημικός Άλφρεντ Μπερντ παρασκεύασε την πρώτη κρέμα (χωρίς αυγά) σε μορφή σκόνης. Η πουτίγκα γάλακτος σε σκόνη είχε επινοηθεί την προηγούμενη δεκαετία, ενώ μετά το 1890 κυκλοφόρησε και το ζελέ σε κρυστάλλους.
Φωτισμός: Τη δεκαετία του 1830 άρχισε η παραγωγή κεριών από στεατικό οξύ και καταργήθηκαν τα κεριά ζωικού λίπους που είχαν μικρότερη διάρκεια.
Υγιεινή: Το 1846 η εταιρεία Ντόουλτον άρχισε να παράγει εμφυαλωμένους κεραμεικούς σωλήνες που επέφεραν επαναστατικές αλλαγές στο αποχετευτικό δίκτυο των μεγαλουπόλεων. Περί τα τέλη της δεκαετίας του 1870 στην Ευρώπη και στην Αμερική άρχισαν να εμφανίζονται τα δημόσια αποχωρητήρια. Το 1884 ο Τζορτζ Τζέννινγκς άφησε άναυδο το κοινό με την παρουσίαση του περίφημου «αφεδρώνος», που είχε τη δυνατότητα να απομακρύνει, όπου, έλεγε η διαφήμιση, «δέκα μήλα κι ένα πλακέ σφουγγάρι με έκχυση δυο γαλονιών νερού».
Το τηλέφωνο εφευρέθηκε από τον Αλεξάντερ Γκράχαμ Μπελ το 1863.
Το στεγνοκαθαριστήριο προέκυψε το 1849 από μια ανακάλυψη του Ζολλυ-Μπελλέν, ράφτη εκ Παρισίων, ο οποίος έχυσε κατά λάθος λίγο νέφτι σ’ ένα τραπεζομάντιλο και ανακάλυψε ότι στο μουσκεμένο σημείο οι λεκέδες καθάρισαν. Από το 1866 τα στεγνοκαθαριστήρια Pullars με έδρα το Περθ της Σκοτίας υπόσχονταν ταχυδρομική αποστολή των καθαρών ενδυμάτων σε οποιοδήποτε σημείο των βρετανικών νησιών εντός διημέρου (είχαν επινοήσει μάλιστα ένα βελτιωμένο καθοριστικό, αναμειγνύοντας πετρέλαιο με βενζίνη).
Η υλική πρόοδος επιταχύνθηκε ακόμη περισσότερο τον 20ό αιώνα. Στο έργο του English Journey [Αγγλικό ταξίδι] 1934 ο Τζ.Μπ. Πρίσλεϋ επισήμαινε ότι είχε διαμορφωθεί πια μια νέα Αγγλία, μια χωρά με κεντρικές οδικές αρτηρίες και με εξοχικά, στην οποία οι κοινοί εργάτες διάβαζαν λαϊκές εφημερίδες, άκουγαν ραδιόφωνο. περνούσαν τον ελεύθερο χρόνο τους ψωνίζοντας και προσδοκούσαν ότι το εισόδημά τους θα αυξανόταν κάθε χρόνο: «Στην Αγγλία αυτή, τώρα μόλις για πρώτη φορά, ο Τζακ και η Τζιλ είναι σχεδόν εφάμιλλοι των ευγενών της κομητείας τους».
Παρόμοιες πτυχές της υλικής επανάστασης στη Δύση σκιαγράφησε και ο Τζ. Όργουελ στο δοκίμιο, Το λιοντάρι και ο μονόκερος (1941): “Σχεδόν όλοι οι κάτοικοι των πολιτισμένων κρατών απολαμβάνουν τους καλούς δρόμους, το καθαρό νερό, την αστυνομική προστασία, τις ανοιχτές βιβλιοθήκες και κάποιου είδους δωρεάν εκπαίδευση… Οι πλούσιοι και οι φτωχοί διαβάζουν τα ίδια βιβλία, βλέπουν τις ίδιες ταινίες και ακούν τα ίδια ραδιοφωνικά προγράμματα. Και οι διαφορές στον τρόπο ζωής τους ελαττώθηκαν με τη μαζική παραγωγή φτηνού ρουχισμού και τις βελτιώσεις στη στέγαση… Οι σπόροι της μελλοντικής Αγγλίας πρέπει να αναζητηθούν στις περιοχές της ελαφράς βιομηχανίας και κατά μήκος των οδικών αρτηριών. Στο Σλόου, στο Ντάγκενχαμ, στο Μπάρνετ, στο Λέτσγουορθ, στο Χέιζ, σ’ όλες τις παρυφές των μεγάλων πόλεων- τα πράγματα αλλάζουν. Σ’αυτές τις νέες εκτάσεις γυαλιού και τσιμέντου… αναπτύσσεται μια μάλλον σπασμωδική, άχαρη ζωή που περιστρέφεται γύρω από τα κονσερβαρισμένα φαγητά, την Picture Post, τα ραδιόφωνα…”
Με την ανάπτυξη της οικονομίας μετά το Β’ Παγκόσμιο πόλεμο οι Δυτικοί καταναλωτές, και ιδίως οι Αμερικανοί, έγιναν οι πιο προνομιούχοι -και οι πλέον οχλούμενοι- του πλανήτη. Η εξάπλωση των εμπορικών κέντρων σε όλη την επικράτεια των ΗΠΑ δημιούργησε νέες επιθυμίες, αφού παρείχαν στους πολίτες τη δυνατότητα να προβαίνουν σε αγορές όλο το εικοσιτετράωρο και σε περιβάλλον ανεπηρέαστο από τις καιρικές συνθήκες. Όταν το 1950 άνοιξε το εμπορικό κέντρο Southdale στη Μιννεσότα, η διαφήμισή του διαλαλούσε ότι «Κάθε μέρα είναι τέλεια μέρα για ψώνια στο Southdale».
Από τη δεκαετία του 1970, λοιπόν, υπολογίζεται πως οι μόνοι χώροι οπού οι Αμερικανοί περνούν περισσότερο χρόνο απ’ ότι στα εμπορικά κέντρα είναι το εργασιακό τους περιβάλλον και το Ταζ Μαχάλ τους.
ΑΛΑΙΝ ΝΤΕ ΜΠΟΤΤΟΝ, Περί του κοινωνικού STATUS
Στην Ευρώπη του μεσαίωνα και των αρχών της νεότερης περιόδου η πλειονότητα του πληθυσμού απαρτιζόταν από ακτήμονες. Ζούσαν φτωχοί και υποσιτιζόμενοι σ’ έναν κόσμο γεμάτο παγωνιά και φόβο, όπου πέθαιναν πριν συμπληρώσουν σαράντα χρονιά ζωής και, κατά κανόνα, υποφέροντας. Ύστερ’ από μια ολόκληρη ζωή χειρωνακτικής εργασίας μοναδικό τους πολύτιμο απόκτημα ήταν ίσως μια αγελάδα ή μια κατσίκα κι ένα τσουκάλι. Η σιτοδεία ήταν πάντα επί θύραις, οι δε ασθένειες μαίνονταν- συνηθέστερες παθήσεις, μεταξύ πολλών άλλων, ήταν η ραχίτιδα, το έλκος, η φυματίωση, η λέπρα, τα αποστήματα, η γάγγραινα, οι όγκοι και τα καρκινώματα.
Έπειτα, στη Βρετανία των αρχών του 18ου αιώνα, άρχισε η μεγάλη μεταμόρφωση της Δύσης. Χάρη στις νέες γεωργικές τεχνικές (την αμειψισπορά, την επιστημονική κτηνοτροφία και την ενοποίηση των γαιών) η αγροτική παραγωγή άρχισε να αυξάνεται κατακόρυφα. Από το 1700 ως το 1820 η παραγωγικότητα του αγροτικού τομέα στη Βρετανία διπλασιάστηκε, με αποτέλεσμα να προκόψουν κεφάλαια και εργατικό δυναμικό που συγκεντρώθηκαν στις πόλεις και επενδύθηκαν στη βιομηχανία και στο εμπόριο. Η έλευση της ατμομηχανής και των εφευρέσεων που μεταμόρφωσαν την υφαντουργία οδήγησαν σε νέες πρακτικές στον τομέα της εργασίας και διαφοροποίησαν τις κοινωνικές προσδοκίες. Ταυτόχρονα το μέγεθος των αστικών κέντρων αυξανόταν με εκρηκτικό ρυθμό. To 1800στα βρετανικά νησιά μία μόνο πόλη είχε πληθυσμό άνω των εκατό χιλιάδων κατοίκων: το Λονδίνο. Ως το 1891 οι πόλεις αυτού του μεγέθους ήταν είκοσι τρεις. Τα αγαθά και οι υπηρεσίες που μέχρι τότε αποτελούσαν προνόμιο της ελίτ άρχισαν να διατίθενται ευρέως. Τα είδη πολυτελείας έγιναν χρειώδη αγαθά και τα χρειώδη έγιναν αναγκαία. Ο Ντάνιελ Ντεφόου που περιηγήθηκε τη Νότια Αγγλία το 1745 παρατήρησε ότι άνοιγαν μεγάλα νέα καταστήματα με δελεαστικές βιτρίνες και προϊόντα. Και ενώ στο μεγαλύτερο μέρος της καταγεγραμμένης Ιστορίας η μόδα παρέμενε στάσιμη επί δεκαετίες ή και σε εκτενέστερα διαστήματα, τώρα πια μπορούσες να διακρίνεις κυρίαρχα στιλ ανά έτος (το χρώμα του συρμού στην Αγγλία για τα γυναικεία ενδύματα ήταν το πορφυρό το 1753, ενώ το 1754 επικράτησαν τα άσπρα λινά με ροζ μοτίβο και το 1755 ήρθε η σειρά του ανοιχτού γκρίζου).
Η βρετανική καταναλωτική επανάσταση επεκτάθηκε και εξαπλώθηκε το 19° αιώνα. Σε διάφορα σημεία της Ευρώπης και της Αμερικής άνοιξαν πολυκαταστήματα γιγαντιαίων διαστάσεων: το Bon Marche και το Au Printemps στο Παρίσι, το Selfridge’s και το Whiteley’s στο Λονδίνο, το Macy’s στη Νέα Υόρκη.
Σε αυτά οι κοινοί θνητοί μπορούσαν πλέον να βρουν είδη που άλλοτε παρέχονταν μόνο στους βασιλείς. Όταν το 1902 εγκαινιάστηκε στο Σικάγο το νέο, δωδεκαώροφο κατάστημα Marshall Field’s, στην τελετή που σηματοδότησε την έναρξη λειτουργίας του ο διευθυντής Γκόρντον Σέλφριτζ δήλωσε: «Για τον απλό λαό χτίσαμε αυτό το λαμπρό ίδρυμα, για να γίνει το δικό του εμπορικό το σπίτι του όταν κατεβαίνει στο κέντρο, το αρχηγείο του όταν κάνει τις αγορές του». Δεν απευθυνόταν, έλεγε, μόνο στους «φαντασμένους πλούσιους».
Τα αμέτρητα επιτεύγματα της τεχνολογίας μεταμόρφωσαν την καθημερινότητα, ενώ βοήθησαν και στη διεύρυνση του πνευματικού ορίζοντα: η πάλαι ποτέ κυκλική ροή του κόσμου, όπου περίμενες ότι η νέα χρονιά θα ήταν λίγο πολύ εξίσου καλή (ή κακή) με την προηγούμενη παραχώρησε τη θέση της σε μια νέα οπτική, σύμφωνα με την οποία το ανθρώπινο γένος ήταν δυνατόν να προοδεύει χρόνο με το χρόνο οδεύοντας προς την τελειότητα. Για να αναφέρουμε μερικές μόνο από τις επινοήσεις εκείνες:
Τα κόρνφλεϊκς κατοχυρώθηκαν με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας τo 1895. Ο Τζ.Χ. Κέλλογκ είχε συλλάβει τυχαία την ιδέα, όταν μια μέρα έπηξε κατά λάθος το μείγμα δημητριακών που έτρωγαν για πρωινό οι οικότροφοι στο σανατόριό του και, στην προσπάθεια του να το θρυμματίσει, σχημάτισε νιφάδες.
Το ανοιχτήρι κατοχυρώθηκε το 1870.
Η παραμάνα κατοχυρώθηκε το 1849.
Η ραπτομηχανή εφευρέθηκε από τον Ι.Μ. Σίνγκερ το 1851. Τα έτοιμα ενδύματα άρχισαν να διατίθενται ευρέως τη δεκαετία του 1860, τα δε ραμμένα στη μηχανή εσώρουχα εμφανίστηκαν τη δεκαετία του 1870.
Η γραφομηχανή εφευρέθηκε το 1867 (το πρώτο χειρόγραφο που δακτυλογραφήθηκε ήταν το Ζωή στον Μισσισιπή του Μαρκ Τουέν το 1883).
Τυποποιημένα τρόφιμα: κατά τη δεκαετία του 1860 η βρετανική φίρμα Crosse & Blackwell παρασκεύαζε 27.000 γαλόνια κέτσαπ ετησίως. Στις αρχές της δεκαετίας του 1880 ο χημικός Άλφρεντ Μπερντ παρασκεύασε την πρώτη κρέμα (χωρίς αυγά) σε μορφή σκόνης. Η πουτίγκα γάλακτος σε σκόνη είχε επινοηθεί την προηγούμενη δεκαετία, ενώ μετά το 1890 κυκλοφόρησε και το ζελέ σε κρυστάλλους.
Φωτισμός: Τη δεκαετία του 1830 άρχισε η παραγωγή κεριών από στεατικό οξύ και καταργήθηκαν τα κεριά ζωικού λίπους που είχαν μικρότερη διάρκεια.
Υγιεινή: Το 1846 η εταιρεία Ντόουλτον άρχισε να παράγει εμφυαλωμένους κεραμεικούς σωλήνες που επέφεραν επαναστατικές αλλαγές στο αποχετευτικό δίκτυο των μεγαλουπόλεων. Περί τα τέλη της δεκαετίας του 1870 στην Ευρώπη και στην Αμερική άρχισαν να εμφανίζονται τα δημόσια αποχωρητήρια. Το 1884 ο Τζορτζ Τζέννινγκς άφησε άναυδο το κοινό με την παρουσίαση του περίφημου «αφεδρώνος», που είχε τη δυνατότητα να απομακρύνει, όπου, έλεγε η διαφήμιση, «δέκα μήλα κι ένα πλακέ σφουγγάρι με έκχυση δυο γαλονιών νερού».
Το τηλέφωνο εφευρέθηκε από τον Αλεξάντερ Γκράχαμ Μπελ το 1863.
Το στεγνοκαθαριστήριο προέκυψε το 1849 από μια ανακάλυψη του Ζολλυ-Μπελλέν, ράφτη εκ Παρισίων, ο οποίος έχυσε κατά λάθος λίγο νέφτι σ’ ένα τραπεζομάντιλο και ανακάλυψε ότι στο μουσκεμένο σημείο οι λεκέδες καθάρισαν. Από το 1866 τα στεγνοκαθαριστήρια Pullars με έδρα το Περθ της Σκοτίας υπόσχονταν ταχυδρομική αποστολή των καθαρών ενδυμάτων σε οποιοδήποτε σημείο των βρετανικών νησιών εντός διημέρου (είχαν επινοήσει μάλιστα ένα βελτιωμένο καθοριστικό, αναμειγνύοντας πετρέλαιο με βενζίνη).
Η υλική πρόοδος επιταχύνθηκε ακόμη περισσότερο τον 20ό αιώνα. Στο έργο του English Journey [Αγγλικό ταξίδι] 1934 ο Τζ.Μπ. Πρίσλεϋ επισήμαινε ότι είχε διαμορφωθεί πια μια νέα Αγγλία, μια χωρά με κεντρικές οδικές αρτηρίες και με εξοχικά, στην οποία οι κοινοί εργάτες διάβαζαν λαϊκές εφημερίδες, άκουγαν ραδιόφωνο. περνούσαν τον ελεύθερο χρόνο τους ψωνίζοντας και προσδοκούσαν ότι το εισόδημά τους θα αυξανόταν κάθε χρόνο: «Στην Αγγλία αυτή, τώρα μόλις για πρώτη φορά, ο Τζακ και η Τζιλ είναι σχεδόν εφάμιλλοι των ευγενών της κομητείας τους».
Παρόμοιες πτυχές της υλικής επανάστασης στη Δύση σκιαγράφησε και ο Τζ. Όργουελ στο δοκίμιο, Το λιοντάρι και ο μονόκερος (1941): “Σχεδόν όλοι οι κάτοικοι των πολιτισμένων κρατών απολαμβάνουν τους καλούς δρόμους, το καθαρό νερό, την αστυνομική προστασία, τις ανοιχτές βιβλιοθήκες και κάποιου είδους δωρεάν εκπαίδευση… Οι πλούσιοι και οι φτωχοί διαβάζουν τα ίδια βιβλία, βλέπουν τις ίδιες ταινίες και ακούν τα ίδια ραδιοφωνικά προγράμματα. Και οι διαφορές στον τρόπο ζωής τους ελαττώθηκαν με τη μαζική παραγωγή φτηνού ρουχισμού και τις βελτιώσεις στη στέγαση… Οι σπόροι της μελλοντικής Αγγλίας πρέπει να αναζητηθούν στις περιοχές της ελαφράς βιομηχανίας και κατά μήκος των οδικών αρτηριών. Στο Σλόου, στο Ντάγκενχαμ, στο Μπάρνετ, στο Λέτσγουορθ, στο Χέιζ, σ’ όλες τις παρυφές των μεγάλων πόλεων- τα πράγματα αλλάζουν. Σ’αυτές τις νέες εκτάσεις γυαλιού και τσιμέντου… αναπτύσσεται μια μάλλον σπασμωδική, άχαρη ζωή που περιστρέφεται γύρω από τα κονσερβαρισμένα φαγητά, την Picture Post, τα ραδιόφωνα…”
Με την ανάπτυξη της οικονομίας μετά το Β’ Παγκόσμιο πόλεμο οι Δυτικοί καταναλωτές, και ιδίως οι Αμερικανοί, έγιναν οι πιο προνομιούχοι -και οι πλέον οχλούμενοι- του πλανήτη. Η εξάπλωση των εμπορικών κέντρων σε όλη την επικράτεια των ΗΠΑ δημιούργησε νέες επιθυμίες, αφού παρείχαν στους πολίτες τη δυνατότητα να προβαίνουν σε αγορές όλο το εικοσιτετράωρο και σε περιβάλλον ανεπηρέαστο από τις καιρικές συνθήκες. Όταν το 1950 άνοιξε το εμπορικό κέντρο Southdale στη Μιννεσότα, η διαφήμισή του διαλαλούσε ότι «Κάθε μέρα είναι τέλεια μέρα για ψώνια στο Southdale».
Από τη δεκαετία του 1970, λοιπόν, υπολογίζεται πως οι μόνοι χώροι οπού οι Αμερικανοί περνούν περισσότερο χρόνο απ’ ότι στα εμπορικά κέντρα είναι το εργασιακό τους περιβάλλον και το Ταζ Μαχάλ τους.
ΑΛΑΙΝ ΝΤΕ ΜΠΟΤΤΟΝ, Περί του κοινωνικού STATUS
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου