Καθημερινά οι ειδικοί μάς βομβαρδίζουν με τις προβλέψεις τους. Σε ποιο βαθμό είναι αξιόπιστες; Μέχρι πρόσφατα κανείς δεν μπήκε στον κόπο να ελέγξει αν λένε την αλήθεια. Κι έπειτα ήρθε ο Φίλιπ Τέτλοκ.
Ο εν λόγω καθηγητής του Μπέρκλεϋ εξέτασε 82.361 προβλέψεις που έγιναν από 284 ειδήμονες σε διάστημα δέκα ετών. Αποτέλεσμα: όσα έλεγαν δεν ήταν πιο ακριβή από τα νούμερα που θα έδινε ένα μηχάνημα που βγάζει τυχαίους αριθμούς. Οι ειδήμονες με τη μεγαλύτερη προβολή από τα ΜΜΕ βγήκαν οι πιο γελασμένοι, κυρίως οι μάντεις κακών και, ανάμεσά τους, οι υπέρμαχοι των σεναρίων του τέλους του κόσμου… Περιμένουμε ακόμα τον “προαναγγελθέντα θάνατο” του Καναδά, της Νιγηρίας, της Κίνας, της Ινδίας, της Ινδονησίας, της Νότιας Αφρικής, του Βελγίου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Και η Λιβύη; Περίεργο που κανένας μάντης άξιος του ονόματός του δεν τη σκέφτηκε.)
“Υπάρχουν δύο είδη ανθρώπων που προβλέπουν το μέλλον: αυτοί που δεν ξέρουν τίποτα και αυτοί που αγνοούν ότι δεν ξέρουν τίποτα” έγραφε ο Τζον Κέννεθ Γκάλμπρεϊθ, οικονομολόγος στο Χάρβαρντ. Με αποτέλεσμα να κάνει εχθρούς πολλούς από τους συναδέλφους του. Ο διαχειριστής κεφαλαίων Πίτερ Λιντς το πήγε ακόμα πιο μακριά λέγοντας: “Οι ΗΠΑ αριθμούν 60.000 οικονομολόγους. Πολλοί έχουν προσληφθεί για να προβλέπουν τις οικονομικές κρίσεις και την εξέλιξη των επιτοκίων. Αν οι προβλέψεις τους ήταν σωστές έστω και δύο συνεχόμενες φορές, θα γίνονταν εκατομμυριούχοι. Απ’ όσο ξέρω, οι περισσότεροι είναι ακόμα απλοί υπάλληλοι”. Αυτά πριν από δέκα χρόνια. Σήμερα πρέπει να υπάρχουν τριπλάσιοι οικονομολόγοι πέραν του Ατλαντικού κι όμως η ποιότητα των προβλέψεων παραμένει αξιοθρήνητη.
Γιατί τέτοιο πλήθος προβλέψεων; Είναι απλό. Οι ειδήμονες δεν χάνουν ούτε χρήματα ούτε τη φήμη τους όταν πέφτουν έξω στις προβλέψεις τους. Αντίθετα, αν δουν σωστά, τραβούν την προσοχή, είναι περιζήτητοι ως σύμβουλοι και αποκτούν περισσότερες δυνατότητες για δημοσιεύσεις. Αφού το κόστος αυτής της επιλογής είναι μηδενικό, παρακολουθούμε έναν πληθωρισμό προβλέψεων. Και η αύξηση των προβλέψεων σημαίνει αυξημένη πιθανότητα να βλέπουμε όλο και περισσότερους μάντεις να επαληθεύονται από καθαρή τύχη. Το ιδεώδες θα ήταν να υποχρεώσουμε αυτούς τους μάντεις να συνεισφέρουν σ’ ένα “Ταμείο Προβλέψεων” – ας πούμε, να καταβάλλουν 1.000 ευρώ για κάθε πρόβλεψη. Αν η πρόβλεψη βγει σωστή, ο ειδικός παίρνει πίσω τα χρήματα που κατέβαλε. Αλλιώς, τα χρήματα δίδονται για φιλανθρωπικά έργα.
Τι είναι προβλέψιμο και τι όχι; Δεν κινδυνεύω να πέσω τόσο έξω προβλέποντας ποιο θα είναι το βάρος μου σ’ έναν χρόνο. Όσο πιο πολύπλοκο είναι το σύστημα και ο ορίζοντας μακρινός, τόσο πιο αβέβαιη είναι η θέα του μέλλοντος. Η υπερθέρμανση του κλίματος, η τιμή του πετρελαίου ή μη τιμή του συναλλάγματος είναι σχεδόν αδύνατον να προβλεφθούν. Φυσικά, είναι ακόμα πιο αδύνατον να προβλέψεις τις εφευρέσεις. Αν γνωρίζαμε τις τεχνολογίες που θα μας έκαναν μια μέρα ευτυχισμένους, θα είχαν ήδη εφευρεθεί τη στιγμή που γράφω αυτές τις λέξεις.
Συμπέρασμα: Κρατήστε κριτική στάση απέναντι στις προβλέψεις. Προσωπικά η στάση που ακολουθώ είναι να χαμογελάω μπροστά σε κάθε πρόβλεψη, όσο σκοτεινή κι αν είναι. Πράγμα που μου επιτρέπει να την ελαχιστοποιήσω. Στη συνέχεια θέτω στον εαυτό μου δύο ερωτήσεις. Πρώτον, μέσα από ποιο περιβάλλον προβαίνει σε αυτές τις προβλέψεις ο εξπέρ; Αν είναι υπάλληλος, θα μπορούσε να χάσει τη δουλειά του αν έπεφτε μονίμως έξω; Ή πρόκειται για κάποιον νέο γκουρού της μόδας που κερδίζει από τα βιβλία που πουλάει και τις διαλέξεις που δίνει; Σ’ αυτή την περίπτωση εξαρτάται από την προσοχή των ΜΜΕ. Και οι προβλέψεις του πρέπει να σοκάρουν. Δεύτερον, ποιο είναι το ποσοστό επιτυχίας του εξπέρ ή του γκουρού της μόδας; Πόσες προβλέψεις πραγματοποίησε στη διάρκεια των πέντε τελευταίων ετών; Πόσες απ’ αυτές αποδείχτηκαν σωστές; Πόσες ήταν λανθασμένες; Αγαπητά ΜΜΕ, σας παρακαλώ, μη δημοσιεύετε προβλέψεις χωρίς να επισυνάπτετε έναν λεπτομερή απολογισμό των προφητειών του συγγραφέα τους!
Τέλος, μια πολύ εύστοχη φράση του Τόνυ Μπλαιρ: “Δεν κάνω προβλέψεις. Δεν έκανα ποτέ και δε θα κάνω ποτέ”.
Ο εν λόγω καθηγητής του Μπέρκλεϋ εξέτασε 82.361 προβλέψεις που έγιναν από 284 ειδήμονες σε διάστημα δέκα ετών. Αποτέλεσμα: όσα έλεγαν δεν ήταν πιο ακριβή από τα νούμερα που θα έδινε ένα μηχάνημα που βγάζει τυχαίους αριθμούς. Οι ειδήμονες με τη μεγαλύτερη προβολή από τα ΜΜΕ βγήκαν οι πιο γελασμένοι, κυρίως οι μάντεις κακών και, ανάμεσά τους, οι υπέρμαχοι των σεναρίων του τέλους του κόσμου… Περιμένουμε ακόμα τον “προαναγγελθέντα θάνατο” του Καναδά, της Νιγηρίας, της Κίνας, της Ινδίας, της Ινδονησίας, της Νότιας Αφρικής, του Βελγίου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Και η Λιβύη; Περίεργο που κανένας μάντης άξιος του ονόματός του δεν τη σκέφτηκε.)
“Υπάρχουν δύο είδη ανθρώπων που προβλέπουν το μέλλον: αυτοί που δεν ξέρουν τίποτα και αυτοί που αγνοούν ότι δεν ξέρουν τίποτα” έγραφε ο Τζον Κέννεθ Γκάλμπρεϊθ, οικονομολόγος στο Χάρβαρντ. Με αποτέλεσμα να κάνει εχθρούς πολλούς από τους συναδέλφους του. Ο διαχειριστής κεφαλαίων Πίτερ Λιντς το πήγε ακόμα πιο μακριά λέγοντας: “Οι ΗΠΑ αριθμούν 60.000 οικονομολόγους. Πολλοί έχουν προσληφθεί για να προβλέπουν τις οικονομικές κρίσεις και την εξέλιξη των επιτοκίων. Αν οι προβλέψεις τους ήταν σωστές έστω και δύο συνεχόμενες φορές, θα γίνονταν εκατομμυριούχοι. Απ’ όσο ξέρω, οι περισσότεροι είναι ακόμα απλοί υπάλληλοι”. Αυτά πριν από δέκα χρόνια. Σήμερα πρέπει να υπάρχουν τριπλάσιοι οικονομολόγοι πέραν του Ατλαντικού κι όμως η ποιότητα των προβλέψεων παραμένει αξιοθρήνητη.
Γιατί τέτοιο πλήθος προβλέψεων; Είναι απλό. Οι ειδήμονες δεν χάνουν ούτε χρήματα ούτε τη φήμη τους όταν πέφτουν έξω στις προβλέψεις τους. Αντίθετα, αν δουν σωστά, τραβούν την προσοχή, είναι περιζήτητοι ως σύμβουλοι και αποκτούν περισσότερες δυνατότητες για δημοσιεύσεις. Αφού το κόστος αυτής της επιλογής είναι μηδενικό, παρακολουθούμε έναν πληθωρισμό προβλέψεων. Και η αύξηση των προβλέψεων σημαίνει αυξημένη πιθανότητα να βλέπουμε όλο και περισσότερους μάντεις να επαληθεύονται από καθαρή τύχη. Το ιδεώδες θα ήταν να υποχρεώσουμε αυτούς τους μάντεις να συνεισφέρουν σ’ ένα “Ταμείο Προβλέψεων” – ας πούμε, να καταβάλλουν 1.000 ευρώ για κάθε πρόβλεψη. Αν η πρόβλεψη βγει σωστή, ο ειδικός παίρνει πίσω τα χρήματα που κατέβαλε. Αλλιώς, τα χρήματα δίδονται για φιλανθρωπικά έργα.
Τι είναι προβλέψιμο και τι όχι; Δεν κινδυνεύω να πέσω τόσο έξω προβλέποντας ποιο θα είναι το βάρος μου σ’ έναν χρόνο. Όσο πιο πολύπλοκο είναι το σύστημα και ο ορίζοντας μακρινός, τόσο πιο αβέβαιη είναι η θέα του μέλλοντος. Η υπερθέρμανση του κλίματος, η τιμή του πετρελαίου ή μη τιμή του συναλλάγματος είναι σχεδόν αδύνατον να προβλεφθούν. Φυσικά, είναι ακόμα πιο αδύνατον να προβλέψεις τις εφευρέσεις. Αν γνωρίζαμε τις τεχνολογίες που θα μας έκαναν μια μέρα ευτυχισμένους, θα είχαν ήδη εφευρεθεί τη στιγμή που γράφω αυτές τις λέξεις.
Συμπέρασμα: Κρατήστε κριτική στάση απέναντι στις προβλέψεις. Προσωπικά η στάση που ακολουθώ είναι να χαμογελάω μπροστά σε κάθε πρόβλεψη, όσο σκοτεινή κι αν είναι. Πράγμα που μου επιτρέπει να την ελαχιστοποιήσω. Στη συνέχεια θέτω στον εαυτό μου δύο ερωτήσεις. Πρώτον, μέσα από ποιο περιβάλλον προβαίνει σε αυτές τις προβλέψεις ο εξπέρ; Αν είναι υπάλληλος, θα μπορούσε να χάσει τη δουλειά του αν έπεφτε μονίμως έξω; Ή πρόκειται για κάποιον νέο γκουρού της μόδας που κερδίζει από τα βιβλία που πουλάει και τις διαλέξεις που δίνει; Σ’ αυτή την περίπτωση εξαρτάται από την προσοχή των ΜΜΕ. Και οι προβλέψεις του πρέπει να σοκάρουν. Δεύτερον, ποιο είναι το ποσοστό επιτυχίας του εξπέρ ή του γκουρού της μόδας; Πόσες προβλέψεις πραγματοποίησε στη διάρκεια των πέντε τελευταίων ετών; Πόσες απ’ αυτές αποδείχτηκαν σωστές; Πόσες ήταν λανθασμένες; Αγαπητά ΜΜΕ, σας παρακαλώ, μη δημοσιεύετε προβλέψεις χωρίς να επισυνάπτετε έναν λεπτομερή απολογισμό των προφητειών του συγγραφέα τους!
Τέλος, μια πολύ εύστοχη φράση του Τόνυ Μπλαιρ: “Δεν κάνω προβλέψεις. Δεν έκανα ποτέ και δε θα κάνω ποτέ”.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου