Πολλές φορές συναντούμε τον όρο «συμπόνια» μέσα στην ζωή μας. Μία από τις βασικές παρερμηνείες της έννοιας είναι πως η συμπόνια εξισώνεται με τον οίκτο ή με την λύπηση κάποιου προσώπου, π.χ. κάποιου επαίτη, κάποιου γνωστού μας ή, ακόμα, κάποιου μη φιλικού μας προσώπου, όταν βρίσκεται σε ανάγκη. Όμως, ο οίκτος και η συμπόνια είναι δύο εντελώς διαφορετικές έννοιες. «Οικτίρω» κάποιον, δηλαδή τον λυπάμαι, σημαίνει πως τον αντικρύζω με μία μορφή «ανωτερότητας» από την πλευρά μου. Ίσως επικρίνω την κατάστασή του, και ενδόμυχα απεύχομαι την θέση του, δηλαδή το ενδεχόμενο να βιώσω κάτι παρόμοιο μου προκαλεί φόβο και αποστροφή. Αυτό γίνεται ευκολότερα κατανοητό από το γεγονός πως, όταν βρίσκομαι αντιμέτωπος με ένα πρόσωπο που μου προκαλεί οίκτο ή λύπηση, επιθυμώ να απομακρυνθώ από εκείνο όσο πιο γρήγορα γίνεται. Συνεπώς, ο οίκτος ή η λύπηση τροφοδοτείται από τον φόβο και άλλα αρνητικά συναισθήματα και προκαλεί απομάκρυνση των ανθρώπων.
Από την άλλη πλευρά, «συμπονώ» σημαίνει αντιλαμβάνομαι και κατανοώ την δυσκολία, στην οποία βρίσκεται ένας συνάνθρωπός μου. Μπορώ να φανταστώ τα συναισθήματα που βιώνει την στιγμή που αντιμετωπίζει μία πρόκληση ζωής. Μπορώ να κατανοήσω την συμπεριφορά που εκδηλώνει ορμώμενος από αυτά τα συναισθήματα, χωρίς να αισθάνομαι φόβο ή θυμό παρατηρώντας τον. Το κυριότερο, όμως, είναι πως, όταν βιώνω συμπόνια προς τον συνάνθρωπό μου, εύχομαι σε αυτόν από καρδιάς, με αγνά και ειλικρινή συναισθήματα να μπορέσει να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις δυσκολίες του. Έπειτα, αν το επιθυμώ, τον ερωτώ αν μπορώ να του φανώ χρήσιμος σε κάτι.
Αυτή η ιδέα διαφοροποιείται ριζικά από τον οίκτο, πολύ απλά διότι πηγάζει από την βαθειά δύναμη της αγάπης και του αλληλοσεβασμού. Δεν αντικρύζω το άλλο άτομο με ματιά «ανωτερότητας», όπως συμβαίνει στον οίκτο. Αντικρύζω έναν άνθρωπο με αξία το ίδιο ανυπέρβλητη, όπως η δική μου. Και ως ίσος προς ίσον, αναγνωρίζω την δύναμη του να ανταπεξέλθει των προβλημάτων του. Και ως ίσος προς ίσον, του προσφέρω την βοήθειά μου, αν επιθυμεί, να την λάβει.
Η συμπόνια, λοιπόν, φέρει τους ανθρώπους πιο κοντά, δεν τους απομακρύνει, μήτε χτίζει τείχη ανασφάλειας και φόβου μεταξύ τους.
Ψυχολογικές και κοινωνιολογικές μελέτες έχουν διαπιστώσει πως, τα άτομα που αισθάνονται συμπόνια είναι δημιουργικά, απαλλαγμένα ως επί το πλείστον από επιθετικότητα και άγχος, είναι δοτικά, ήρεμα, αισιόδοξα, γεμάτα θετικά συναισθήματα, και έμπλεα ευγνωμοσύνης για την ζωή.
Τα άτομα που βιώνουν συμπόνια γίνονται ενεργά μέλη της κοινωνίας, αναλαμβάνουν ενεργό δράση, ώστε να συνδράμουν όσους βρίσκονται σε ανάγκη, χωρίς ανταλλάγματα, χωρίς να θεωρούν την συμβολή τους αγγαρεία, ενισχύοντας έτσι την κοινωνική συνοχή.
Η συμπόνια ξεκινά από μέσα μας. Για να κατανοήσουμε την δύναμη και την δράση της, χρειάζεται να την εφαρμόσουμε αρχικά στον εαυτόν μας. Συμπονώ τον εαυτό μου στα σφάλματα που κάνει, εννοώντας πως δεν τον τιμωρώ, αλλά με αγάπη φροντίζω να κατανοήσω ποιό είναι το μάθημα που λαμβάνω από αυτά, ώστε να μην τα επαναλάβω, ώστε να βελτιώσω την συμπεριφορά μου. Μόλις επιδείξω συμπόνια στον εαυτό μου, μπορώ να την επεκτείνω στο άμεσο περιβάλλον μου, την οικογένεια, τους φίλους μου, τους συνεργάτες μου. Έχοντας φθάσει σε αυτό το επίπεδο συμπόνιας, δύναμαι ευκολότερα να την εκδηλώσω προς τα υπόλοιπα μέλη της κοινωνίας.
Χρειάζεται να καταστεί κατανοητό πως η δράση της συμπόνιας δεν λαμβάνει χώρα εις βάρος αυτού που την βιώνει. Τόσο ο ίδιος, όσο και το άτομο, στο οποίο την απευθύνει, αποκομίζει τα οφέλη της. Η εκδήλωση της συμπόνιας προσφέρει ένα αίσθημα ικανοποίησης, πηγαίας χαράς, ευγνωμοσύνης σε όποιον την αισθάνεται, αλλά και σε όποιον την λαμβάνει.
Όλη αυτή η δράση δεν αποτελεί σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Ο καθένας μας μπορεί από σήμερα να εμπειραθεί την υπέρτατη δύναμη της συμπόνιας, ξεκινώντας μέσα από την οικογένειά του, απέναντι σε ένα κοντινό του πρόσωπο. Χωρίς φανφάρες και θορύβους. Ήσυχα κι απλά, θα παρατηρήσει να αποκαλύπτεται μπροστά του το πραγματοποιήσιμο θαύμα της ανθρώπινης φύσης που ονομάζεται συμπόνια και απορρέει από την άνευ όρων αγάπη. Το όφελος θα είναι δικό του και της ανθρώπινης κοινωνίας μαζί.
Από την άλλη πλευρά, «συμπονώ» σημαίνει αντιλαμβάνομαι και κατανοώ την δυσκολία, στην οποία βρίσκεται ένας συνάνθρωπός μου. Μπορώ να φανταστώ τα συναισθήματα που βιώνει την στιγμή που αντιμετωπίζει μία πρόκληση ζωής. Μπορώ να κατανοήσω την συμπεριφορά που εκδηλώνει ορμώμενος από αυτά τα συναισθήματα, χωρίς να αισθάνομαι φόβο ή θυμό παρατηρώντας τον. Το κυριότερο, όμως, είναι πως, όταν βιώνω συμπόνια προς τον συνάνθρωπό μου, εύχομαι σε αυτόν από καρδιάς, με αγνά και ειλικρινή συναισθήματα να μπορέσει να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις δυσκολίες του. Έπειτα, αν το επιθυμώ, τον ερωτώ αν μπορώ να του φανώ χρήσιμος σε κάτι.
Αυτή η ιδέα διαφοροποιείται ριζικά από τον οίκτο, πολύ απλά διότι πηγάζει από την βαθειά δύναμη της αγάπης και του αλληλοσεβασμού. Δεν αντικρύζω το άλλο άτομο με ματιά «ανωτερότητας», όπως συμβαίνει στον οίκτο. Αντικρύζω έναν άνθρωπο με αξία το ίδιο ανυπέρβλητη, όπως η δική μου. Και ως ίσος προς ίσον, αναγνωρίζω την δύναμη του να ανταπεξέλθει των προβλημάτων του. Και ως ίσος προς ίσον, του προσφέρω την βοήθειά μου, αν επιθυμεί, να την λάβει.
Η συμπόνια, λοιπόν, φέρει τους ανθρώπους πιο κοντά, δεν τους απομακρύνει, μήτε χτίζει τείχη ανασφάλειας και φόβου μεταξύ τους.
Ψυχολογικές και κοινωνιολογικές μελέτες έχουν διαπιστώσει πως, τα άτομα που αισθάνονται συμπόνια είναι δημιουργικά, απαλλαγμένα ως επί το πλείστον από επιθετικότητα και άγχος, είναι δοτικά, ήρεμα, αισιόδοξα, γεμάτα θετικά συναισθήματα, και έμπλεα ευγνωμοσύνης για την ζωή.
Τα άτομα που βιώνουν συμπόνια γίνονται ενεργά μέλη της κοινωνίας, αναλαμβάνουν ενεργό δράση, ώστε να συνδράμουν όσους βρίσκονται σε ανάγκη, χωρίς ανταλλάγματα, χωρίς να θεωρούν την συμβολή τους αγγαρεία, ενισχύοντας έτσι την κοινωνική συνοχή.
Η συμπόνια ξεκινά από μέσα μας. Για να κατανοήσουμε την δύναμη και την δράση της, χρειάζεται να την εφαρμόσουμε αρχικά στον εαυτόν μας. Συμπονώ τον εαυτό μου στα σφάλματα που κάνει, εννοώντας πως δεν τον τιμωρώ, αλλά με αγάπη φροντίζω να κατανοήσω ποιό είναι το μάθημα που λαμβάνω από αυτά, ώστε να μην τα επαναλάβω, ώστε να βελτιώσω την συμπεριφορά μου. Μόλις επιδείξω συμπόνια στον εαυτό μου, μπορώ να την επεκτείνω στο άμεσο περιβάλλον μου, την οικογένεια, τους φίλους μου, τους συνεργάτες μου. Έχοντας φθάσει σε αυτό το επίπεδο συμπόνιας, δύναμαι ευκολότερα να την εκδηλώσω προς τα υπόλοιπα μέλη της κοινωνίας.
Χρειάζεται να καταστεί κατανοητό πως η δράση της συμπόνιας δεν λαμβάνει χώρα εις βάρος αυτού που την βιώνει. Τόσο ο ίδιος, όσο και το άτομο, στο οποίο την απευθύνει, αποκομίζει τα οφέλη της. Η εκδήλωση της συμπόνιας προσφέρει ένα αίσθημα ικανοποίησης, πηγαίας χαράς, ευγνωμοσύνης σε όποιον την αισθάνεται, αλλά και σε όποιον την λαμβάνει.
Όλη αυτή η δράση δεν αποτελεί σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Ο καθένας μας μπορεί από σήμερα να εμπειραθεί την υπέρτατη δύναμη της συμπόνιας, ξεκινώντας μέσα από την οικογένειά του, απέναντι σε ένα κοντινό του πρόσωπο. Χωρίς φανφάρες και θορύβους. Ήσυχα κι απλά, θα παρατηρήσει να αποκαλύπτεται μπροστά του το πραγματοποιήσιμο θαύμα της ανθρώπινης φύσης που ονομάζεται συμπόνια και απορρέει από την άνευ όρων αγάπη. Το όφελος θα είναι δικό του και της ανθρώπινης κοινωνίας μαζί.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου