1. Ιχνηλατώντας την πορεία του ανθρώπου από τις απαρχές της ύπαρξής του, επισημαίνουμε δυο βασικά στοιχεία – γνωρίσματα που καθόρισαν την επιβίωσή του και την εξέλιξή του. Τα στοιχεία αυτά είναι ο ΝΟΥΣ (Λογική, Σκέψη) αλλά και το πάθος – ορμή για ζωή. Και τα δυο βοήθησαν στην έξοδο του ανθρώπου από τον πρωτογονισμό και στη δημιουργία πολιτισμού. Η αρμονική σύμπλευση αυτών επιτάχυνε την πορεία του ανθρώπου από το «σκότος» στο «φως» από τη «δουλεία» στην «ελευθερία». Άνθρωποι, ωστόσο, αλλά και λαοί που δεν μπόρεσαν να ισορροπήσουν τα δυο παραπάνω γνωρίσματα γνώρισαν την επιβράδυνση της πορείας τους αλλά και την καταστροφή. Η προτεραιότητα του ενός έναντι του άλλου είναι δύσκολο να αποτυπωθεί χωρίς να κινδυνεύουμε να αυθαιρετήσουμε στην αξιολόγησή μας. Κι αυτό γιατί η Λογική – Σκέψη και το Πάθος – Ορμή για τη ζωή συνθέτουν το βασικό υπόβαθρο της ανθρώπινης οντότητας και η ατροφία ή υπερτροφία του ενός δρα περιοριστικά – καταστρεπτικά και για το άλλο.
2. Τα παραπάνω δυο βασικά, αλλά και αντίθετα μεταξύ τους, γνωρίσματα οι αρχαίοι Έλληνες τα ενσωμάτωσαν σε δυο θεούς. Τον Απόλλωνα και το Διόνυσο. Ο πρώτος λατρεύεται ως Θεός της λογικής, του φωτός και της ήρεμης δύναμης. Ο δεύτερος είναι ο εκφραστής του γήινου, του πάθους, της μανίας και των έντονων συναισθημάτων. Οι δυο θεοί συμπυκνώνουν δυο διαφορετικές βιοθεωρίες, δυο αντίθετα ρεύματα ζωής. Τα δυο αυτά ρεύματα – δυνάμεις βαδίζουν παράλληλα, συγκρούονται μεταξύ τους για να ισορροπήσουν τελικά σε ένα ανώτερο επίπεδο ζωής και να συμπορευτούν. Οι αντίθετες αυτές δυνάμεις συντίθενται σύμφωνα με το Εγελιανό διαλεκτικό σχήμα (θέση – αντίθεση = Σύνθεση) οδηγώντας έτσι τον άνθρωπο σε νέες δημιουργίες και σε υψηλές μορφές ζωής και δημιουργίας (επιστήμη, τέχνη, θεσμοί, ηθική).
3. Ειδικότερα, ο άνθρωπος και ο πολιτισμός του είναι δημιούργημα τόσο του Απολλώνειου πνεύματος όσο και του Διονυσιακού. Το Απολλώνειο το συνθέτουν το φως, η καθαρή μορφή, η λογική, ο στοχασμός, η περίσκεψη, η αυτοσυγκράτηση, ο προβληματισμός, η νηφαλιότητα, η αυτοκυριαρχία, η ψυχραιμία, η σκέψη, η φρόνηση, η ηρεμία και η πνευματική γαλήνη. Αντίθετα, το Διονυσιακό πνεύμα το χαρακτηρίζει η μανία, το πάθος, το συναίσθημα, οι ψυχικές εκρήξεις, οι παρορμήσεις, τα ένστικτα, ο ηρωισμός, ο ρομαντισμός, ο οργή, η ορμή, το γήινο στοιχείο του ανθρώπου, η εύθυμη πλευρά της ζωής. Το Απολλώνειο πνεύμα ορίζεται από το «μέτρο», τη μεσότητα και την αποφυγή των υπερβολών. Αντίθετα, το Διονυσιακό πνεύμα δεν τα γνωρίζει όλα αυτά και ωθεί τον άνθρωπο σε πράξεις και συμπεριφορές οριακές που όχι σπάνια τείνουν να θέσουν σε δοκιμασία και την ίδια τη ζωή. Την συνύπαρξη του Απολλώνειου και Διονυσιακού πνεύματος απέδωσε με φοβερή πιστότητα ο Φειδίας στο περίφημο αέτωμα του Ναού της Ολυμπίας. Όπως περιγράφει ο Παπανούτσος «Άνθρωποι και θηρία μάχονται από κάτω το δεινό αγώνα της ζωής και του θανάτου…. εδώ έχουν εξαπολυθεί οι φυσικές δυνάμεις του πάθους (Διονυσιακό πνεύμα)…. Από πάνω τους, όμως, αγρυπνάει μέσα στο σιωπηρό μεγαλείο του, ήρεμος, γαλήνιος, ο Απόλλων (Απολλώνειο πνεύμα)… και τώρα πια δεν αμφιβάλλουμε ότι η μάχη θα σταματήσει, η σύμπνοια πάλι θα βασιλέψει» (Η φρόνηση και το πάθος).
4. Βέβαια, αξιολογώντας τη συμβολή και την αναγκαιότητα των δυο αυτών αντίθετων «πνευμάτων» - ρευμάτων (Απολλώνειο πνεύμα vs Διονυσιακό πνεύμα) εύκολα θα μπορούσε κάποιος να διολισθήσει σε μια παραδοχή περί υπεροχής του Απολλώνειου πνεύματος έναντι του Διονυσιακού. Κι αυτό, γιατί η θετική συνεισφορά του πρώτου είναι πιο εμφανής. Ωστόσο, θα ήταν μεθοδολογικό ολίσθημα αν θεωρήσουμε τον άνθρωπο μόνο «πνεύμα» και τον αποκόβαμε από το υλικό και γήινο στοιχείο. Είναι, επίσης, λάθος αν δεχτούμε πως το Διονυσιακό στοιχείο καθηλώνει το ανθρώπινο γένος στο επίπεδο του «ζώου» και στον πρωτογονισμό, ενώ το Απολλώνειο στοιχείο το εξυψώνει και το βοηθά στη μέθεξη με τα ανώτερα και «ευγενέστερα» δημιουργήματα (πνευματικός – ηθικός πολιτισμός). «Το πολύ ζώο παραμορφώνει τον πολιτισμένο άνθρωπο, ο πολύς πολιτισμός κάνει άρρωστα ζώα» (Καρλ Γιουγκ). Η απάντηση βρίσκεται στο συνταίριασμα – συνύπαρξη των δυο «δίδυμων δυνάμεων», γιατί η πραγματική ζωή προϋποθέτει την ενότητα – σύζευξη της Διονυσιακής ζωτικότητας με το Απολλώνειο μέτρο – λογική.
5. Όσο, όμως, κι αν όλα επιχειρηματολογούν πως το βαθύτερο νόημα της ανθρώπινης ζωής και το υπόβαθρο του πολιτισμού εμπεριέχουν και προϋποθέτουν την παράλληλη πορεία και γόνιμη αλληλεπίδραση του Απολλώνειου και Διονυσιακού πνεύματος, δεν παύουν οι υπέρμαχοι του πρώτου να διατυπώνουν με ευκολία και πειστικότητα επιχειρήματα υπέρ του ρόλου αυτού στο σύγχρονο πολιτισμό. Κι αυτό γιατί η ήρεμη σκέψη και η αψεγάδιαστη φρόνηση – νηφαλιότητα (Απολλώνειο πνεύμα) διαμορφώνει το πλαίσιο μέσα στο οποίο επωάζεται η συνείδηση του ανθρώπου που συνιστά και την ειδοποιό διαφορά αυτού από τα άλλα έμβια όντα. Ο άνθρωπος, δηλαδή, είναι το ον «που έχει συνείδηση της συνείδησής του» και εξ αυτού του γεγονότος μπορεί να κυριαρχεί στο «ά–λογο» κομμάτι της ύπαρξής του. Όσο κι αν διαφωνεί ο Φιλόσοφος Κίρκεγκωρ για τον περιορισμό του πάθους «ο άνθρωπος που χάνεται μέσα στο πάθος του χάνει λιγότερα από εκείνον που χάνει το πάθος του», ο ρόλος της νηφάλιας κρίσης και της συνείδησης είναι εμφανής σε όλα τα επίπεδα της ζωής και του πολιτισμού.
6. Αναλυτικότερα, η συνείδηση –πνευματική γαλήνη (Απόλλωνας) συνέβαλε στον απεγκλωβισμό του ανθρώπου από το χάος κι από τα δεσμά – όρια του εαυτού του. Με τη συνείδηση – λογική ο άνθρωπος προσδιορίζει τη θέση του στον κόσμο – σύμπαν και αυτοπροσδιορίζεται. Οργανώνει τη συμπεριφορά του, ελέγχει τις ψυχικές του λειτουργίες, ενεργοποιεί τις πνευματικές του ιδιότητες και κυριαρχεί στις αντιδράσεις του. Έχει άμεση γνώση της δύναμής του συναισθήματος, όσο κι αν αυτό πολλές φορές λειτουργεί αυτόνομα, γιατί σύμφωνα και με τον Πασκάλ «Η καρδιά έχει τους λόγους της που ο «λόγος» δεν τους γνωρίζει καθόλου». Επιπρόσθετα, το Απολλώνειο στοιχείο – πνεύμα συνέβαλε καταλυτικά στον εξανθρωπισμό του ανθρώπου μέσα από τη θέσπιση ενός ηθικού κώδικα με βάση τον οποίο καθορίζει το «είναι» του, προδιαγράφει τα καθήκοντά του και αξιολογεί τις πράξεις του. Οδηγείται στην αυτογνωσία και αναγνωρίζει την κοινωνική του φύση. Μπορεί, δηλαδή, να εξηγήσει πως η κοινωνικότητα δεν προϋποθέτει και κατάργηση της ατομικότητας αλλά την υπέρβασή της.
7. Ωστόσο, ο σύγχρονος άνθρωπος τείνει να συνθλιβεί από το τεχνοκρατικό πνεύμα που συνέβαλε στη γιγάντωση της Τεχνολογίας και των επιτευγμάτων της και στη συναισθηματική αφυδάτωσή του. Βιώνει, δηλαδή, τα αποτελέσματα της ανατροπής της αρμονίας ανάμεσα στο Απολλώνειο και Διονυσιακό πνεύμα (Λογική vs Πάθος), διαπράττει ύβρη, νιώθει μια αδικαιολόγητη οίηση και πληρώνει το τίμημα της υπέρβασης του μέτρου «Ήλιος ουχ υπερβήσεται μέτρα˙ ει δε μη, Ερινύες μιν δίκης επίκουροι εξευρήσουσι». (Ηράκλειτος).
8. Απέναντι, λοιπόν, στην πραγματικότητα που δημιούργησε η δεσποτεία της τεχνολογίας οφείλουμε να αντιτάξουμε τη νηφαλιότητα που μας εμπνέει ο Απόλλωνας και το πάθος για τη ζωή που μας παρακινεί ο Διόνυσος. Χρειαζόμαστε, δηλαδή, να ισορροπούμε συνεχώς πάνω στη δύναμη της Λογικής (Απολλώνειο πνεύμα) και στην ένταση του συναισθήματος (Διονυσιακό πνεύμα). Κι αυτό, γιατί ο τεχνοκρατικός πολιτισμός – δημιούργημα του τεχνολογικού γιγαντισμού – διογκώνει επικίνδυνα τα όρια – εξουσία της λογικής – γνώσης, ενώ αντίθετα αφυδατώνει τον άνθρωπο από την ευαισθησία και τα συναισθήματα. Ο νιτσεϊκός υπεράνθρωπος – γέννημα του τεχνοκρατικού πνεύματος – απειλεί την ανθρωπιά μας, την ενότητά μας και υφαίνει την αλόγιστη «οίηση» και την ψευδαίσθηση της παντοδυναμίας του ανθρώπου – δημιουργού. Αντίθετα, η συναισθηματική αποξήρανση – προϊόν της άκρατης εξειδίκευσης – τείνει να μετατρέψει την καθημερινότητα του ανθρώπου και τις σχέσεις του με τους συνανθρώπους σε εφιάλτη.
9. Μπορούμε, επομένως, να αντισταθούμε στις σειρήνες της τεχνολογίας με σύμμαχο τη λογική και το συναίσθημα για να διασώσουμε τον «άνθρωπο» ως το πιο απλό και συνάμα το πιο σύνθετο δημιούργημα του σύμπαντος. Αυτή η ισορροπία λογικής και συναισθήματος (σκέψη και παρορμήσεις) θα αποδυναμώσει όλες εκείνες τις δυνάμεις της τεχνολογίας που στοχεύουν στον πνευματικό υπερτροφισμό και στη συναισθηματική ατροφία. Ο άνθρωπος, δηλαδή, θα πρέπει να παραμείνει «άνθρωπος» με τη ριζική έννοια του όρου (άνω + θρώσκω) αλλά διακονώντας και τον «έσω» κόσμο του. Δεν μπορούμε να «υψωθούμε» (λογική υπερτροφία) αδιαφορώντας για το συνάνθρωπο. Ο πολιτισμός (τεχνολογικός) τείνει να γεννά τέρατα που θαμπώνουν αλλά και τρομάζουν. Με στοχαστικά, λοιπόν, βήματα και γαλήνιο πνεύμα (Απόλλων) και πλούσιοι σε συναισθήματα και πάθος για ζωή (Διόνυσος) να βαδίσουμε ενάντια σε δυνάμεις που μας αλλοτριώνουν και μας μεταλλάσσουν.
10. «Πολλά τα δεινά και ουδέν ανθρώπου δεινότερον πέλει» διακηρύττει ο χορός στην «Αντιγόνη» του Σοφοκλή. Μας υπενθυμίζει έμμεσα πως ο άνθρωπος είναι ικανός για την κορύφωσή του αλλά και για την αυτοκαταστροφή του. Η αποφυγή των αυτοκαταστροφικών συνεπειών μπορεί να επιτευχθεί μόνο με τον αυτοπεριορισμό. Οι υπερβολές της σκέψης («εργαλειακός ορθολογισμός») και της Ορμής – επιθυμίας για ζωή («τυφλές παρορμήσεις») θέτουν σε κίνδυνο την επιβίωση του ανθρώπου. Μόνον, όταν ο άνθρωπος αποδεχθεί την αναγκαιότητα και των δυο Θεών (Απόλλων – Διόνυσος), θα προχωρήσει μπροστά, μένοντας αυτό που είναι εδώ και χιλιάδες – εκατομμύρια χρόνια… ΑΝΘΡΩΠΟΣ.
2. Τα παραπάνω δυο βασικά, αλλά και αντίθετα μεταξύ τους, γνωρίσματα οι αρχαίοι Έλληνες τα ενσωμάτωσαν σε δυο θεούς. Τον Απόλλωνα και το Διόνυσο. Ο πρώτος λατρεύεται ως Θεός της λογικής, του φωτός και της ήρεμης δύναμης. Ο δεύτερος είναι ο εκφραστής του γήινου, του πάθους, της μανίας και των έντονων συναισθημάτων. Οι δυο θεοί συμπυκνώνουν δυο διαφορετικές βιοθεωρίες, δυο αντίθετα ρεύματα ζωής. Τα δυο αυτά ρεύματα – δυνάμεις βαδίζουν παράλληλα, συγκρούονται μεταξύ τους για να ισορροπήσουν τελικά σε ένα ανώτερο επίπεδο ζωής και να συμπορευτούν. Οι αντίθετες αυτές δυνάμεις συντίθενται σύμφωνα με το Εγελιανό διαλεκτικό σχήμα (θέση – αντίθεση = Σύνθεση) οδηγώντας έτσι τον άνθρωπο σε νέες δημιουργίες και σε υψηλές μορφές ζωής και δημιουργίας (επιστήμη, τέχνη, θεσμοί, ηθική).
3. Ειδικότερα, ο άνθρωπος και ο πολιτισμός του είναι δημιούργημα τόσο του Απολλώνειου πνεύματος όσο και του Διονυσιακού. Το Απολλώνειο το συνθέτουν το φως, η καθαρή μορφή, η λογική, ο στοχασμός, η περίσκεψη, η αυτοσυγκράτηση, ο προβληματισμός, η νηφαλιότητα, η αυτοκυριαρχία, η ψυχραιμία, η σκέψη, η φρόνηση, η ηρεμία και η πνευματική γαλήνη. Αντίθετα, το Διονυσιακό πνεύμα το χαρακτηρίζει η μανία, το πάθος, το συναίσθημα, οι ψυχικές εκρήξεις, οι παρορμήσεις, τα ένστικτα, ο ηρωισμός, ο ρομαντισμός, ο οργή, η ορμή, το γήινο στοιχείο του ανθρώπου, η εύθυμη πλευρά της ζωής. Το Απολλώνειο πνεύμα ορίζεται από το «μέτρο», τη μεσότητα και την αποφυγή των υπερβολών. Αντίθετα, το Διονυσιακό πνεύμα δεν τα γνωρίζει όλα αυτά και ωθεί τον άνθρωπο σε πράξεις και συμπεριφορές οριακές που όχι σπάνια τείνουν να θέσουν σε δοκιμασία και την ίδια τη ζωή. Την συνύπαρξη του Απολλώνειου και Διονυσιακού πνεύματος απέδωσε με φοβερή πιστότητα ο Φειδίας στο περίφημο αέτωμα του Ναού της Ολυμπίας. Όπως περιγράφει ο Παπανούτσος «Άνθρωποι και θηρία μάχονται από κάτω το δεινό αγώνα της ζωής και του θανάτου…. εδώ έχουν εξαπολυθεί οι φυσικές δυνάμεις του πάθους (Διονυσιακό πνεύμα)…. Από πάνω τους, όμως, αγρυπνάει μέσα στο σιωπηρό μεγαλείο του, ήρεμος, γαλήνιος, ο Απόλλων (Απολλώνειο πνεύμα)… και τώρα πια δεν αμφιβάλλουμε ότι η μάχη θα σταματήσει, η σύμπνοια πάλι θα βασιλέψει» (Η φρόνηση και το πάθος).
4. Βέβαια, αξιολογώντας τη συμβολή και την αναγκαιότητα των δυο αυτών αντίθετων «πνευμάτων» - ρευμάτων (Απολλώνειο πνεύμα vs Διονυσιακό πνεύμα) εύκολα θα μπορούσε κάποιος να διολισθήσει σε μια παραδοχή περί υπεροχής του Απολλώνειου πνεύματος έναντι του Διονυσιακού. Κι αυτό, γιατί η θετική συνεισφορά του πρώτου είναι πιο εμφανής. Ωστόσο, θα ήταν μεθοδολογικό ολίσθημα αν θεωρήσουμε τον άνθρωπο μόνο «πνεύμα» και τον αποκόβαμε από το υλικό και γήινο στοιχείο. Είναι, επίσης, λάθος αν δεχτούμε πως το Διονυσιακό στοιχείο καθηλώνει το ανθρώπινο γένος στο επίπεδο του «ζώου» και στον πρωτογονισμό, ενώ το Απολλώνειο στοιχείο το εξυψώνει και το βοηθά στη μέθεξη με τα ανώτερα και «ευγενέστερα» δημιουργήματα (πνευματικός – ηθικός πολιτισμός). «Το πολύ ζώο παραμορφώνει τον πολιτισμένο άνθρωπο, ο πολύς πολιτισμός κάνει άρρωστα ζώα» (Καρλ Γιουγκ). Η απάντηση βρίσκεται στο συνταίριασμα – συνύπαρξη των δυο «δίδυμων δυνάμεων», γιατί η πραγματική ζωή προϋποθέτει την ενότητα – σύζευξη της Διονυσιακής ζωτικότητας με το Απολλώνειο μέτρο – λογική.
5. Όσο, όμως, κι αν όλα επιχειρηματολογούν πως το βαθύτερο νόημα της ανθρώπινης ζωής και το υπόβαθρο του πολιτισμού εμπεριέχουν και προϋποθέτουν την παράλληλη πορεία και γόνιμη αλληλεπίδραση του Απολλώνειου και Διονυσιακού πνεύματος, δεν παύουν οι υπέρμαχοι του πρώτου να διατυπώνουν με ευκολία και πειστικότητα επιχειρήματα υπέρ του ρόλου αυτού στο σύγχρονο πολιτισμό. Κι αυτό γιατί η ήρεμη σκέψη και η αψεγάδιαστη φρόνηση – νηφαλιότητα (Απολλώνειο πνεύμα) διαμορφώνει το πλαίσιο μέσα στο οποίο επωάζεται η συνείδηση του ανθρώπου που συνιστά και την ειδοποιό διαφορά αυτού από τα άλλα έμβια όντα. Ο άνθρωπος, δηλαδή, είναι το ον «που έχει συνείδηση της συνείδησής του» και εξ αυτού του γεγονότος μπορεί να κυριαρχεί στο «ά–λογο» κομμάτι της ύπαρξής του. Όσο κι αν διαφωνεί ο Φιλόσοφος Κίρκεγκωρ για τον περιορισμό του πάθους «ο άνθρωπος που χάνεται μέσα στο πάθος του χάνει λιγότερα από εκείνον που χάνει το πάθος του», ο ρόλος της νηφάλιας κρίσης και της συνείδησης είναι εμφανής σε όλα τα επίπεδα της ζωής και του πολιτισμού.
6. Αναλυτικότερα, η συνείδηση –πνευματική γαλήνη (Απόλλωνας) συνέβαλε στον απεγκλωβισμό του ανθρώπου από το χάος κι από τα δεσμά – όρια του εαυτού του. Με τη συνείδηση – λογική ο άνθρωπος προσδιορίζει τη θέση του στον κόσμο – σύμπαν και αυτοπροσδιορίζεται. Οργανώνει τη συμπεριφορά του, ελέγχει τις ψυχικές του λειτουργίες, ενεργοποιεί τις πνευματικές του ιδιότητες και κυριαρχεί στις αντιδράσεις του. Έχει άμεση γνώση της δύναμής του συναισθήματος, όσο κι αν αυτό πολλές φορές λειτουργεί αυτόνομα, γιατί σύμφωνα και με τον Πασκάλ «Η καρδιά έχει τους λόγους της που ο «λόγος» δεν τους γνωρίζει καθόλου». Επιπρόσθετα, το Απολλώνειο στοιχείο – πνεύμα συνέβαλε καταλυτικά στον εξανθρωπισμό του ανθρώπου μέσα από τη θέσπιση ενός ηθικού κώδικα με βάση τον οποίο καθορίζει το «είναι» του, προδιαγράφει τα καθήκοντά του και αξιολογεί τις πράξεις του. Οδηγείται στην αυτογνωσία και αναγνωρίζει την κοινωνική του φύση. Μπορεί, δηλαδή, να εξηγήσει πως η κοινωνικότητα δεν προϋποθέτει και κατάργηση της ατομικότητας αλλά την υπέρβασή της.
7. Ωστόσο, ο σύγχρονος άνθρωπος τείνει να συνθλιβεί από το τεχνοκρατικό πνεύμα που συνέβαλε στη γιγάντωση της Τεχνολογίας και των επιτευγμάτων της και στη συναισθηματική αφυδάτωσή του. Βιώνει, δηλαδή, τα αποτελέσματα της ανατροπής της αρμονίας ανάμεσα στο Απολλώνειο και Διονυσιακό πνεύμα (Λογική vs Πάθος), διαπράττει ύβρη, νιώθει μια αδικαιολόγητη οίηση και πληρώνει το τίμημα της υπέρβασης του μέτρου «Ήλιος ουχ υπερβήσεται μέτρα˙ ει δε μη, Ερινύες μιν δίκης επίκουροι εξευρήσουσι». (Ηράκλειτος).
8. Απέναντι, λοιπόν, στην πραγματικότητα που δημιούργησε η δεσποτεία της τεχνολογίας οφείλουμε να αντιτάξουμε τη νηφαλιότητα που μας εμπνέει ο Απόλλωνας και το πάθος για τη ζωή που μας παρακινεί ο Διόνυσος. Χρειαζόμαστε, δηλαδή, να ισορροπούμε συνεχώς πάνω στη δύναμη της Λογικής (Απολλώνειο πνεύμα) και στην ένταση του συναισθήματος (Διονυσιακό πνεύμα). Κι αυτό, γιατί ο τεχνοκρατικός πολιτισμός – δημιούργημα του τεχνολογικού γιγαντισμού – διογκώνει επικίνδυνα τα όρια – εξουσία της λογικής – γνώσης, ενώ αντίθετα αφυδατώνει τον άνθρωπο από την ευαισθησία και τα συναισθήματα. Ο νιτσεϊκός υπεράνθρωπος – γέννημα του τεχνοκρατικού πνεύματος – απειλεί την ανθρωπιά μας, την ενότητά μας και υφαίνει την αλόγιστη «οίηση» και την ψευδαίσθηση της παντοδυναμίας του ανθρώπου – δημιουργού. Αντίθετα, η συναισθηματική αποξήρανση – προϊόν της άκρατης εξειδίκευσης – τείνει να μετατρέψει την καθημερινότητα του ανθρώπου και τις σχέσεις του με τους συνανθρώπους σε εφιάλτη.
9. Μπορούμε, επομένως, να αντισταθούμε στις σειρήνες της τεχνολογίας με σύμμαχο τη λογική και το συναίσθημα για να διασώσουμε τον «άνθρωπο» ως το πιο απλό και συνάμα το πιο σύνθετο δημιούργημα του σύμπαντος. Αυτή η ισορροπία λογικής και συναισθήματος (σκέψη και παρορμήσεις) θα αποδυναμώσει όλες εκείνες τις δυνάμεις της τεχνολογίας που στοχεύουν στον πνευματικό υπερτροφισμό και στη συναισθηματική ατροφία. Ο άνθρωπος, δηλαδή, θα πρέπει να παραμείνει «άνθρωπος» με τη ριζική έννοια του όρου (άνω + θρώσκω) αλλά διακονώντας και τον «έσω» κόσμο του. Δεν μπορούμε να «υψωθούμε» (λογική υπερτροφία) αδιαφορώντας για το συνάνθρωπο. Ο πολιτισμός (τεχνολογικός) τείνει να γεννά τέρατα που θαμπώνουν αλλά και τρομάζουν. Με στοχαστικά, λοιπόν, βήματα και γαλήνιο πνεύμα (Απόλλων) και πλούσιοι σε συναισθήματα και πάθος για ζωή (Διόνυσος) να βαδίσουμε ενάντια σε δυνάμεις που μας αλλοτριώνουν και μας μεταλλάσσουν.
10. «Πολλά τα δεινά και ουδέν ανθρώπου δεινότερον πέλει» διακηρύττει ο χορός στην «Αντιγόνη» του Σοφοκλή. Μας υπενθυμίζει έμμεσα πως ο άνθρωπος είναι ικανός για την κορύφωσή του αλλά και για την αυτοκαταστροφή του. Η αποφυγή των αυτοκαταστροφικών συνεπειών μπορεί να επιτευχθεί μόνο με τον αυτοπεριορισμό. Οι υπερβολές της σκέψης («εργαλειακός ορθολογισμός») και της Ορμής – επιθυμίας για ζωή («τυφλές παρορμήσεις») θέτουν σε κίνδυνο την επιβίωση του ανθρώπου. Μόνον, όταν ο άνθρωπος αποδεχθεί την αναγκαιότητα και των δυο Θεών (Απόλλων – Διόνυσος), θα προχωρήσει μπροστά, μένοντας αυτό που είναι εδώ και χιλιάδες – εκατομμύρια χρόνια… ΑΝΘΡΩΠΟΣ.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου