Λογική Σκέψη
Ο όρος σκέψη μπορεί να αναφέρεται στις ιδέες ή τη διάταξη των ιδεών (αλληλουχία) που προκαλείται από τη νόηση, στην τέχνη της παραγωγής σκέψεων, ή στη διαδικασία της παραγωγής σκέψεων. Παρά το γεγονός ότι η σκέψη αποτελεί μία θεμελιώδης δραστηριότητα του ανθρώπου κοινή σε όλους, δεν υπάρχει μία γενικά αποδεκτή συμφωνία για το τι είναι ή το πώς δημιουργείται. Η λέξη «σκέψη» έχει τις ρίζες τις στο αρχαιοελληνικό ουσιαστικό «σκέψις»
Επειδή η σκέψη κρύβεται πίσω από πολλές ανθρώπινες ενέργειες και αλληλεπιδράσεις, η κατανόηση της φυσικής και μεταφυσικής της προέλευσής, της διαδικασίας και των αποτελεσμάτων της υπήρξε μακροχρόνιος στόχος πολλών επιστημονικών κλάδων εμπεριεχομένων της τεχνητής νοημοσύνης, της βιολογίας, της φιλοσοφίας, της ψυχολογίας και της κοινωνιολογίας. Η σκέψη επιτρέπει στους ανθρώπους να ερμηνεύσουν, να απεικονίσουν και να καταλάβουν τον κόσμο τον οποίο βιώνουν, καθώς επίσης και να κάνουν προβλέψεις πάνω σε αυτόν. Είναι συνεπώς χρήσιμη σε έναν οργανισμό με ανάγκες, στόχους κι επιθυμίες καθώς κάνει σχέδια, υλοποιεί στόχους ή άλλες απόπειρες για την πραγματοποίηση αυτών των σκοπών. Οταν όμως κάποιος δεν έχει Σ Κ Ο Π Ο, ανώτερες ανάγκες, στόχους κι επιθυμίες είναι άχρηστος ο Λογικός τρόπος σκέψης, έτσι λοιπόν αρκείται στα μιμίδια.
Το κίνημα της φαινομενολογίας στην φιλοσοφία βίωσε μια ριζοσπαστική αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο καταλαβαίνουμε την σκέψη. Η φαινομενολογική ανάλυση του Μάρτιν Χάιντεγκερ πάνω στην υπαρξιακή δομή του ανθρώπου στο έργο του “Είναι και Χρόνος” ρίχνει νέο φως στο θέμα της σκέψης, αναστατώνοντας τα παραδοσιακά γνωστικά ή τις ορθολογικές ερμηνείες του ανθρώπου που επηρεάζουν τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τη σκέψη. Στην πρώτη σελίδα του Είναι και Χρόνος, ο Χάιντεγκερ περιγράφει το σχέδιό του με τον εξής τρόπο: “ο σκοπός της διατριβής που ακολουθεί, είναι η συγκεκριμένη επεξεργασία του ερωτήματος για το νόημα του Είναι”. Ο Χάιντεγκερ υποστηρίζει ότι η παραδοσιακή οντολογία, ενεργώντας με βάση προκαταλήψεις, έχει παραβλέψει αυτό το ερώτημα, απορρίπτοντάς το ως υπερβολικά γενικό, ακαθόριστο, ή και προφανές. Η έννοια του θεμελιώδους ρόλου της μη-γνωστικής κατανόησης, καθιστώντας δυνατή την θεματική συνείδηση, ενημέρωσε και ανέπτυξε την συζήτηση γύρω από την Τεχνητή Νοημοσύνη κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1970 και του 1980.
Η φαινομενολογία, παρ’ όλα αυτά, δεν είναι μόνο η προσέγγιση στην σκέψη, κατά την μοντέρνα Δυτική φιλοσοφία. Η φιλοσοφία του νου είναι ένας κλάδος μοντέρνας αναλυτικής φιλοσοφίας η οποία μελετά την φύση του εγκεφάλου, ψυχικά περιστατικά, ψυχικές λειτουργίες, ψυχική περιουσία, την συνείδηση και τη συσχέτιση της με το σώμα, και ιδιαίτερα τον εγκέφαλο. Το πρόβλημα νου-σώματος, π.χ. η σχέση μεταξύ του εγκεφάλου και του σώματος, θεωρείται συχνά το κεντρικό θέμα στην φιλοσοφία του νου, παρ’ όλο που υπάρχουν και άλλα ζητήματα που απασχολούν την φύση του εγκεφάλου που δεν περιέχουν την σχέση του με το υπόλοιπο σώμα.
Αντιληπτές από τους ανθρώπους εμπειρίες εξαρτώνται από ερεθίσματα τα οποία φθάνουν σε διάφορα αισθητήρια όργανα ενός ατόμου από τον εξωτερικό κόσμο και αυτά τα ερεθίσματα προκαλούν αλλαγές στην ψυχική κατάσταση του ατόμου, προκαλώντας τελικά μία αίσθηση, που μπορεί να είναι ευχάριστη ή δυσάρεστη. Η επιθυμία κάποιου για ένα κομμάτι πίτσα, για παράδειγμα, θα έχει την τάση να προκαλέσει την μετακίνηση του σώματος του ατόμου αυτού σε ένα συγκεκριμένο τρόπο και με μια συγκεκριμένη κατεύθυνση για να επιτύχει ό,τι αυτός ή αυτή θέλει. Το ερώτημα, λοιπόν, είναι πώς μπορεί να είναι δυνατό στις συνειδητές εμπειρίες να προκύψουν από ένα κομμάτι της φαιάς ουσίας προικισμένο μόνο με ηλεκτροχημικές ιδιότητες. Ένα σχετικό πρόβλημα είναι η εξήγηση του πώς οι προτασιακές στάσεις κάποιου (π.χ. πεποιθήσεις και επιθυμίες) μπορούν να προκαλέσουν έξαψη των νευρώνων του εν λόγω ατόμου και την σύναψη συμβάσεων των μυών με τον σωστό τρόπο.
Λειτουργικότητα εναντίον πραγματοποίησης
Ο παραπάνω τίτλος αντικατοπτρίζει μία κλασσική λειτουργική απεικόνιση του πως δουλεύουμε ως γνωστικά, σκεπτόμενα συστήματα. Ωστόσο, το φαινομενικά άλυτο πρόβλημα νου-σώματος λέγεται ότι πρέπει να ξεπεραστεί και να παρακαμφθεί από την Ενσωματωμένη προσέγγιση της γνωστικής λειτουργίας, με τις ρίζες της στο έργο των Χάιντεγκερ, Πιαζέ, Βιγκότσκι, Μερλώ-Ποντύ και του πραγματιστή Τζον Ντιούι.
Η προσέγγιση αυτή προβλέπει ότι η κλασική προσέγγιση του διαχωρισμού του εγκεφάλου και της ανάλυσης των διαδικασιών του είναι λανθασμένη· αντ’ αυτού, πρέπει να δούμε ότι ο νους, οι πράξεις ενός ενσωματωμένου παράγοντα και το περιβάλλον που αντιλαμβάνεται και οραματίζεται, είναι όλα μέρη ενός συνόλου, τα οποία καθορίζουν το ένα το άλλο. Ως εκ τούτου, η λειτουργική ανάλυση του μυαλού και μόνο μας αφήνει πάντα με το πρόβλημα νου-σώματος το οποίο δεν μπορεί να λυθεί.
Ένας νευρώνας (επίσης γνωστός και ως νευρικό κύτταρο) είναι ένα διεγέρσιμο κύτταρο στο νευρικό σύστημα που επεξεργάζεται και μεταδίδει πληροφορίες με ηλεκτροχημική σηματοδότηση. Οι νευρώνες είναι τα βασικά στοιχεία του εγκεφάλου, του νωτιαίου μυελού σπονδυλωτών και των περιφερειακών νεύρων. Υπάρχει ένας αριθμός εξειδικευμένων τύπων νευρώνων που συμπεριλαμβάνει τους αισθητηριακούς νευρώνες που ανταποκρίνονται στην αφή, τον ήχο, το φως και πολλά άλλα ερεθίσματα που επηρεάζουν τα κύτταρα των αισθητήριων οργάνων που στη συνέχεια στέλνουν σήματα προς τον νωτιαίο μυελό και τον εγκέφαλο.
Κινητικοί νευρώνες λαμβάνουν σήματα από τον εγκέφαλο και το νωτιαίο μυελό και προκαλούν συσπάσεις των μυών και επηρεάζουν τους αδένες. Οι Μεσονευρώνες συνδέουν νευρώνες με νευρώνες εντός του εγκεφάλου και του νωτιαίου μυελού. Νευρώνες ανταποκρίνονται στα ερεθίσματα, και ανακοινώνουν την παρουσία των ερεθισμάτων στο κεντρικό νευρικό σύστημα, το οποίο επεξεργάζεται τις πληροφορίες και στέλνει αποκρίσεις σε άλλα μέρη του σώματος για δράση. Οι νευρώνες δεν περνούν από τη μίτωση και συνήθως δεν μπορούν ν’ αντικατασταθούν μετά την καταστροφή τους, παρόλο που τα αστροκύτταρα έχουν παρατηρηθεί να μετατρέπονται σε νευρώνες.
Η Λογική είναι το Οξυγόνο του Πνεύματος
Κατα τον πρώτο, και κατά μία έννοια μοναδικό, τον κανόνα της λογικής, ότι προκειμένου να μάθεις πρέπει να επιθυμήσεις να μάθεις, κι έτσι να επιθυμείς να μην είσαι ικανοποιημένος με αυτό που ήδη τείνεις να σκέφτεσαι, ακολουθεί ένα επακόλουθο το οποίο αξίζει να χαράσσεται επάνω σε κάθε τοίχο της πόλης της φιλοσοφίας: να μην στέκεσαι στον δρόμο της έρευνας. —Τσαρλς Σάντερς Περς, “First Rule of Logic”
Η Λογική, ή καλύτερα επιστήμη της λογικής, είναι η μελέτη των τρόπων συλλογισμού. Με απλά λόγια, είναι η μελέτη του τρόπου με τον οποίο κάνουμε συλλογισμούς, με τον οποίο σκεπτόμαστε, ώστε να συνδέεται άρρηκτα με τη φιλοσοφική δραστηριότητα. Ο σκοπός της είναι να βρει τους συλλογισμούς εκείνους με τους οποίους θα σκεπτόμαστε λογικά. Θα μπορούσε να θεωρηθεί ανεξάρτητος κλάδος, όπως η Φυσική και τα Μαθηματικά, για τους περισσότερους όμως φιλοσόφους αποτελεί κυρίως το όργανο της ορθής νόησης, που είναι απαραίτητο όχι μόνο για κάθε μορφή φιλοσοφικής δραστηριότητας, αλλά και για όλες τις επιστήμες.
Η Λογική έχει δύο έννοιες. Είναι η μελέτη των τρόπων συλλογισμού (εκείνων που ισχύουν, καθώς και των εσφαλμένων) όπως και η χρήση έγκυρων συλλογισμών. Στην τελευταία αυτή έννοια, η λογική χρησιμοποιείται στις περισσότερες πνευματικές δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένης της φιλοσοφίας και της επιστήμης, αλλά στην πρώτη έννοια κατά κύριο λόγο μελετήθηκε στους κλάδους της φιλοσοφίας, των μαθηματικών, της σημασιολογίας και της πληροφορικής. Εξετάζει γενικές μορφές οι οποίες μπορούν να επιχειρηματολογηθούν. Στα μαθηματικά είναι η μελέτη των έγκυρων συμπερασμάτων μέσα σε μια τυπική γλώσσα. Η λογική επιπλέον μελετήθηκε στη θεωρία επιχειρηματολογίας.
Η λογική μελετήθηκε σε πολλούς αρχαίους πολιτισμούς, όπως Ελλάδα, Περσία, Ινδίες. Στην Δύση, η λογική καθιερώθηκε ως επίσημος κλάδος από τον Αριστοτέλη, ο οποίος της έδωσε θεμελιώδη θέση στη φιλοσοφία. Η μελέτης της λογικής ήταν μέρος της κλασικής trivium, η οποία περιελάμβανε, επίσης, τη γραμματική και τη ρητορική. Στην Ανατολή, η λογική αναπτύχθηκε από τους Βουδιστές και τους Τζαϊνιστές. Λογική είναι όποιο παράγωγο προκύπτει από σύνδεση προηγούμενων στοιχείων, πχ αν πούμε ότι 2+2=4, το 4 είναι από τη λογική πρώτο. Η λογική συχνά χωρίζεται σε τρία μέρη, τον επαγωγικό συλλογισμό, τον υποθετικό-παραγωγικό συλλογισμό και τον παραγωγικό συλλογισμό.
Η έννοια της λογικής μορφής είναι κεντρικής σημασίας για τη λογική, αποφαίνεται ότι η εγκυρότητα ενός επιχειρήματος καθορίζεται από την λογική μορφή του, όχι από το περιεχόμενο του.
> Άτυπη λογική είναι η μελέτη των επιχειρημάτων της φυσικής γλώσσας. Η μελέτη των λογικών πλανών είναι ένας ιδιαίτερα σημαντικός κλάδος της άτυπης λογικής. Οι διάλογοι του Πλάτωνα αποτελούν καλά παραδείγματα άτυπης λογικής.
> Τυπική λογική είναι η μελέτη της συμπερασματολογίας με καθαρά τυπικό περιεχόμενο. Ένα συμπέρασμα διαθέτει ένα καθαρά τυπικό περιεχόμενο εάν αυτό μπορεί να εκφραστεί ως ιδιαίτερη εφαρμογή ενός εντελώς αφηρημένου κανόνα, ενός κανόνα δηλαδή που δεν είναι για κάποιο συγκεκριμένο πράγμα ή υπάρχον αντικείμενο. Τα έργα του Αριστοτέλη περιέχουν την αρχαιότερη γνωστή τυπική μελέτη της λογικής. Η σύγχρονη τυπική λογική ακολουθεί και επεκτείνεται του Αριστοτέλη. Σε πολλούς ορισμούς της λογικής, το λογικό συμπέρασμα και το συμπέρασμα με καθαρά τυπικό περιεχόμενο είναι το ίδιο. Αυτό δεν καθιστά την έννοια της άτυπης λογικής κενή, διότι καμία τυπική λογική δεν μπορεί να αποτυπώσει όλες τις διαβαθμίσεις της φυσικής γλώσσας.
> Συμβολική λογική είναι η μελέτη των συμβολικών αφαιρέσεων που λαμβάνουν υπόψη τους τα τυπικά γνωρίσματα του λογικού συμπεράσματος.
> Μαθηματική λογική είναι μια επέκταση της συμβολικής λογικής σε άλλα πεδία, ιδίως στη μελέτη της θεωρίας μοντέλων, της θεωρίας αποδείξεων, της θεωρίας συνόλων και της θεωρίας αναδρομής.
Η Αριστοτελική Λογική
Στην Ευρώπη, ο Αριστοτέλης πρώτος ανέπτυξε την επιστήμη της λογικής. Η Αριστοτελική Λογική έγινε ευρέως αποδεκτή στην επιστήμη και τα μαθηματικά, ενώ παρέμεινε σε ευρεία χρήση στη Δύση μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα. Το αριστοτελικό σύστημα της λογικής ήταν αυτό που εισήγαγε τον υποθετικό συλλογισμό, τη χρονική τυπική λογική και την επαγωγική λογική, καθώς και σημαντικούς όρους όπως κατηγορία, συλλογισμός και πρόταση. Στην Ευρώπη, κατά την ύστερη μεσαιωνική περίοδο, έγιναν σημαντικές προσπάθειες (μάταιες) να δείξουν ότι οι ιδέες του Αριστοτέλη ήταν συμβατές με τη χριστιανική πίστη.
Κατά τον πρώιμο Μεσαίωνα, η λογική έγινε το επίκεντρο των φιλοσόφων, οι οποίοι θα συμμετάσχουν σε κρίσιμες λογικές αναλύσεις των φιλοσοφικών επιχειρημάτων, συχνά χρησιμοποιώντας παραλλαγές της μεθοδολογίας του σχολαστικισμού. Το 1323 κυκλοφόρησε το Summa Logicae του Ουίλιαμ του Όκχαμ. Μέχρι το 18ο αιώνα, η δομημένη προσέγγιση στην επιχειρηματολογία είχε εκφυλιστεί και έπεσε έπεσε σε δυσμένεια, όπως απεικονίστηκε στο σατυρικό έργο του Λούντβιχ Χόλμπεργκ Erasmus Montanus.
Ο Κινέζος φιλόσοφος της λογικής Γκονγκσούν Λονγκ (περ. 325-250 π.κ.ε.) πρότεινε το παράδοξο “ένα και ένα δεν μπορούν να γίνουν δύο, αφού κανένα δεν γίνεται δύο”. Στην Κίνα, η παράδοση της επιστημονικής έρευνας σχετικά με τη λογική, όμως, παρουσιάστηκε στη δυναστεία Κιν μετά από την νομικιστική φιλοσοφία του Χαν Φέιτζι.
Στις Ινδίες, οι καινοτομίες στο σχολαστικό σχολείο, που ονομαζόταν Nyaya, συνεχίστηκε από την αρχαιότητα ως τις αρχές του 18ου αιώνα με το Navya-Navya σχολείο. Μέχρι το 16ο αιώνα, ανέπτυξε θεωρίες που μοιάζουν με την σύγχρονη λογική, όπως του Γκότλομπ Φρέγκε “διάκριση μεταξύ της έννοιας και της αναφοράς των κύριων ονομάτων” και “ορισμός του αριθμού”, καθώς και τη θεωρία των «περιορισμένων όρων καθολικά» προβλέποντας μερικές από τις εξελίξεις στη σύγχρονη θεωρία συνόλων. Από το 1824, η Λογική των Ινδιών προσέλκυσε την προσοχή πολλών Δυτικών μελετητών και επηρέασε σημαντικούς επιστήμονες της λογικής του 19ου αιώνα, όπως Τσαρλς Μπάμπατζ, Αουγκούστους ντε Μόργκαν και Τζορτζ Μπουλ. Τον 20ο αιώνα, δυτικοί φιλόσοφοι όπως οι Στάνισλαβ Σάγιερ και Κλάους Γκλάσοφ διερεύνησαν εκτενέστερα την Λογική των Ινδιών.
Η συλλογιστική λογική, που αναπτύχθηκε από τον Αριστοτέλη, κυριάρχησε στη Δύση μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα, όταν το ενδιαφέρον στα θεμέλια των μαθηματικών ώθησε στην ανάπτυξη της συμβολικής λογικής (που σήμερα ονομάζεται μαθηματική λογική). Το 1854, ο Τζορτζ Μπουλ δημοσίευσε Μια έρευνα των νόμων της σκέψης επί των οποίων θεμελιώθηκαν οι μαθηματικές θεωρίες της λογικής και των πιθανοτήτων (An Investigation of the Laws of Thought on Which are Founded the Mathematical Theories of Logic and Probabilities), εισάγοντας την συμβολική λογική και τις αρχές της λογικής του Μπουλ.
Το 1879, ο Γκόντλομπ Φρέγκε δημοσίευσε το βιβλίο ‘Begriffsschrift’, το οποίο εγκαινίασε τη σύγχρονη λογική με την εφεύρεση της σημειογραφίας των ποσοδεικτών. Από το 1910 εώς το 1913, οι Άλφρεντ Νορθ Ουάιτχεντ και Μπέρτραντ Ράσελ δημοσίευσαν το Principia Mathematica σχετικά με τα θεμέλια των μαθηματικών, προσπαθώντας να αντλήσει μαθηματικές αλήθειες από αξιώματα και κανόνες συμπερασμού στη συμβολική λογική. Το 1931, ο Γκέντελ έθεσε σοβαρά προβλήματα με το πρόγραμμα της αναζήτησης των θεμελίων και η λογική έπαψε να επικεντρώνεται σε τέτοια ζητήματα.
Η ανάπτυξη της λογικής από τους Φρέγκε, Ράσελ και Βιτγκεστάιν είχε βαθιά επίδραση στην πρακτική της φιλοσοφίας και στην αντίληψη της φύσης των φιλοσοφικών προβλημάτων, την αναλυτική φιλοσοφία και την φιλοσοφία των μαθηματικών. Η λογική, ειδικά η προτασιακή λογική, υλοποιείται σε κυκλώματα λογικής του υπολογιστή και είναι θεμελιώδους σημασίας για την επιστήμη των υπολογιστών. Η λογική συνήθως διδάσκεται από πανεπιστημιακά τμήματα φιλοσοφίας, συχνά ως υποχρεωτικό μάθημα.
Ο έγκυρος συλλογισμός έχει χρησιμοποιηθεί σε όλες τις περιόδους της ανθρώπινης ιστορίας. Ωστόσο, η Λογική μελετά τις αρχές του έγκυρου συλλογισμού, της συναγωγής και της αποδεικτικής δομής. Είναι πιθανό ότι η ιδέα της απόδειξης ενός αποτελέσματος-συμπεράσματος προέκυψε για πρώτη φορά σε σχέση με τη γεωμετρία. Συγκεκριμένα, οι αρχαίοι Αιγύπτιοι είχαν ανακάλυψαν εμπειρικά κάποιες από τις αλήθειες της γεωμετρίας, όπως είναι ο τύπος για τον όγκο μιας κόλουρης πυραμίδας.
Μια άλλη προέλευση μπορεί να δει κανείς στην Βαβυλωνία. Το εγχειρίδιο ιατρικής διάγνωσης του Esagil-kin-apli στον 11ο αιώνα π.κ.ε. βασίστηκε σε μια λογική σειρά από αξιώματα και παραδοχές, ενώ οι Βαβυλώνιοι αστρονόμοι στο 8ο και 7ο αιώνα χρησιμοποίησαν μια εσωτερική λογική στα πλαίσια των προβλέψεων των πλανητικών συστημάτων τους, μια σημαντική συμβολή στη φιλοσοφία της επιστήμης.
O Leonardo da Vinci θεωρούσε την όραση ως την ύψιστη αίσθηση του ανθρώπου. Πίστευε ότι η αίσθηση αυτή ήταν η κύρια οδός προσπέλασης στη γνώση, και αυτό επειδή μόνον αυτή μεταφέρει τις εκάστοτε ανθρώπινες εμπειρίες άμεσα, ορθά και με βεβαιότητα. H βασική του πίστη ήταν ότι τα μάτια μας είναι τα πιο αλάνθαστα αισθητήρια όργανα μας, τα οποία και παρέχουν άμεσα και ακριβή εμπειρικά δεδομένα.
Με αυτό τον τρόπο, για τον Λεονάρντο, κάθε ορατό φαινόμενο γινόταν αντικείμενο της γνώσης. Έτσι ο Λεονάρντο ντα Βίντσι εξισώνοντας την όραση με την αισθητηριακή και νοητική γνώση έφτασε στο υποκειμενικό συμπέρασμα του ότι ο διπλά προικισμένος ζωγράφος, αυτός με οξυδερκή αντίληψη και πλήρη ικανότητα ζωγραφικής απόδοσης, ήταν το καταλληλότερο πρόσωπο για να αναπαραγάγει τη γνώση αυτή αυθεντικά με ζωγραφιστό τρόπο!
O μεγάλος καλλιτέχνης παρατήρησε, ερεύνησε και πειραματίστηκε σε «ψυχωτικό» βαθμό προσπαθώντας να ανακαλύψει το μυστήριο της ζωής και του κόσμου. Συνέλαβε δε το σχέδιο της παρατήρησης όλων των αντικειμένων του ορατού κόσμου, της αναγνώρισης της μορφής και της δομής τους, καθώς και της ζωγραφικής περιγραφής τους ακριβώς όπως έχουν. Και αυτό ήταν το κύριο όργανο της διδακτικής μεθόδου του. Θεωρούσε ότι ο άνθρωπος είναι μοντέλο (πρότυπο) του όλου Σύμπαντος, δεν μπόρεσε, όμως, να ανακαλύψει ακριβείς αντιστοιχίες μεταξύ ανθρωπίνου σώματος και φυσικών υποδειγμάτων. Ωστόσο προσπαθούσε πάντα να συνταιριάζει το ανθρώπινο μέτρο με τις αρχιτεκτονικές διαστάσεις.
To σημαντικότερο πράγμα για αυτόν τον ακάματο ερευνητή ήταν να συνεχίζει να επινοεί με ΛΟΓΙΚΗ και στη συνέχεια να ξεπερνά τις ΛΟΓΙΚΕΣ επινοήσεις του, προχωρώντας και αλλάζοντας συνεχώς, όπως η ίδια η ζωή. Ήταν στην ουσία ο πραγματικός πρόδρομος της ομάδας των ντανταϊστών στο Παρίσι, που με αρχηγό τον Φράνσις Πικάμπια στις αρχές του 20ού αιώνα θεωρούσαν ότι ο άνθρωπος πρέπει να είναι φευγαλέος σαν τους νομάδες, να διασχίζει τις ιδέες σαν να είναι χώρες ή πόλεις, να κοιμάται παρέα με τους γλάρους και να κάνει έρωτα με τα ηλιοτρόπια. Να είναι πάντα ένας σύγχρονος Οβίδιος, που ελάχιστα τον απασχολούν οι μικρές ανθρώπινες ιστορίες.
Συνείδηση είναι ο Σφυγμός του Λογικού
Εύκολα ανακαλύπτεις τον Ευφυιή Ηλίθιο
ΔΙΑΚΡΙΣΗ και ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ (και τ’ ανάποδο) βάζει τα πράματα στην θέση τους και κάθε κατεργάρη στον πάγκο του. Αυτό θεωρώ πως είναι ένα κύριο γνώρισμα-χαρακτηριστικό των ανθρώπινων έλλογων όντων. Μα δυστυχώς δεν είναι έτσι. Αυτή η ίδια η Παρατήρηση του Ολοφάνερου και η Διάκριση δείχνουν, πέραν πάσης αμφισβήτησης ή αμφιβολίας, πως τα έλλογα (κατ ευφημισμό) όντα, ελάχιστα χρησιμοποιούν την πολύπαθη λογική τους ικανότητα, όταν απαιτείται να λύσουν λογικά προβλήματα. Διαβάζοντας τον James Stevenson, παίρνουμε μια ιδέα περί του θέματος.
[Ας δούμε μία απλή ερώτηση μαθηματικών. Μία ρακέτα και ένα μπαλάκι κοστίζουν ένα ευρώ και δέκα λεπτά. Η ρακέτα κοστίζει ένα ευρώ περισσότερο από το μπαλάκι. Πόσο κοστίζει το μπαλάκι; Ένα μεγάλο ποσοστό των ανθρώπων απαντά με σιγουριά και γρήγορα ότι το μπαλάκι κοστίζει 10 λεπτά. Η απάντηση είναι προφανώς λάθος. Η σωστή απάντηση είναι ότι το μπαλάκι κοστίζει 5 λεπτά και η ρακέτα, 1 ευρώ και 5 λεπτά.
Για περισσότερες από 5 δεκαετίες, ο Daniel Kahneman, υποψήφιος για Nobel και καθηγητής ψυχολογίας στο πανεπιστήμιο Princeton έκανε τέτοιες ερωτήσεις και αναλύει τις απαντήσεις που δίνουμε σε αυτές. Τα αφοπλιστικά απλά του πειράματα έχουν αλλάξει τον τρόπο που σκεφτόμαστε για την σκέψη. Ενώ οι φιλόσοφοι, οικονομολόγοι και κοινωνικοί επιστήμονες θεωρούσαν για πολλούς αιώνες ότι οι άνθρωποι βασίζονται στη λογική, επιστήμονες όπως ο Kahneman, o Amos Tversky και άλλοι, έχουν αποδείξει ότι δεν είμαστε τόσο λογικοί όσο πιστεύαμε. Όταν αντιμετωπίζουμε μια άγνωστη κατάσταση, δεν την αξιολογούμε με βάση τη λογική μας. Όταν μας ρωτούν για την ρακέτα και το μπαλάκι, δεν σκεφτόμαστε με βάση τα μαθηματικά. Αντιθέτως, το μυαλό μας λειτουργεί με ένα τρόπο που αποβάλλει εντελώς τα μαθηματικά και επιλέγει τον τρόπο που θα χρειαστεί την λιγότερη δυνατή προσπάθεια.
Αν και ο Kahneman πλέον έχει αναγνωριστεί ως ένας από τους ψυχολόγους με την μεγαλύτερη επιρροή τον περασμένο αιώνα, το έργο του είχε μείνει στην αφάνεια. Ο ίδιος θυμάται τα λόγια ενός Αμερικανού φιλοσόφου, όταν έμαθε για το έργο του: «Δεν με ενδιαφέρει η ψυχολογία της βλακείας». Απ’ ότι αποδείχθηκε όμως, ο φιλόσοφος είχε κάνει λάθος. Μια νέα έρευνα που δημοσιεύτηκε στο Journal of Personality and Social Psychology, από τους Richard West και Keith Stanovich από τα πανεπιστήμια James Madison και Toronto, αναφέρει ότι οι έξυπνοι άνθρωποι, πολλές φορές, είναι περισσότερο επιρρεπείς στα παραπάνω λάθη σκέψης. Αν και νομίζαμε πως η ευφυΐα είναι το αντίδοτο στις προκαταλήψεις, τελικά, κάτι τέτοιο δεν ισχύει.
Ο West και οι συνάδελφοί του ξεκίνησαν δίνοντας σε 482 προπτυχιακούς ερωτήσεις σαν αυτή του Khaneman, που απαιτούσαν λογική αλλά μπορούσαν να στηρίζονται και στην προκατάληψη, το προαπαιτούμενο. Ο West δεν ενδιαφερόταν να μάθει για τις προκαταλήψεις και τα προαπαιτούμενα που κουβαλάει ένα ανθρώπινο μυαλό. Αυτό που τον ενδιέφερε είναι να καταλάβει πώς αυτά τα προαπαιτούμενα και οι προκαταλήψεις δρούσαν σε σχέση με την ευφυΐα. Τα αποτελέσματα ήταν ανησυχητικά. Οι περισσότεροι άνθρωποι έτειναν να λειτουργούν περισσότερο με βάση τις προκαταλήψεις τους παρά με την λογική τους. Το ότι κάποιοι αναγνώριζαν αυτές τις προκαταλήψεις, δεν τους έκαναν να σκέφτονται περισσότερο «λογικά». Το αποτέλεσμα αυτό δεν προκαλούσε έκπληξη στον Kahneman που είχε παραδεχτεί ότι « η ενστικτώδης αντίδραση είναι εξίσου επιρρεπής στην υπερβολική εμπιστοσύνη στον εαυτό, στις υπερβολικές προβλέψεις και την αδυναμία σχεδιασμού, με τον ίδιο τρόπο που συνέβαινε αυτό πριν ασχοληθώ με αυτά τα ζητήματα».
Η πιο επικίνδυνη προκατάληψή μας είναι ότι υποθέτουμε πως όλοι οι άλλοι είναι περισσότερο επιρρεπείς να κάνουν λάθη σκέψης. Κι ότι εμείς, θα τα καταφέρουμε καλύτερα. Την πεποίθηση αυτή οι επιστήμονες την ονομάζουν «το νεκρό σημείο της προκατάληψης». Αυτή η πεποίθηση βασίζεται στην ικανότητά μας να επισημαίνουμε τα λάθη των άλλων γύρω μας, ενώ είμαστε ανίκανοι να τα εντοπίσουμε στον εαυτό.
Στην μελέτη που δημοσιεύτηκε, αναφέρεται ότι οι άνθρωποι με υψηλότερη νοημοσύνη, είχαν περισσότερα «νεκρά σημεία». Κι όσο περισσότερο χρόνο έπαιρναν αυτοί οι άνθρωποι πριν δώσουν μία απάντηση, τόσο πιο επιρρεπείς ήταν σε λογικά λάθη. Οπότε τι συμβαίνει; Γιατί οι έξυπνοι γίνονται τόσο χαζοί κάποιες φορές; Η πιο σαφής υπόθεση που μπορεί να γίνει είναι πως το μυαλό, επηρεάζεται περισσότερο από τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τον εαυτό και τους άλλους. Αυτή η αντίληψη-πεποίθηση αποδεικνύεται δυνατότερη και από την λογική ικανότητα.]
Η πεποίθηση και τα διάφορα memes
Βλέπουμε λοιπόν πως αυτό που περισσότερο από την λογική σκέψη, η πεποίθηση και τα διάφορα memes είναι αυτά που καθορίζουν τις αποφάσεις και τις θεωρίες των ανθρώπων. Πάνω σε αυτόν τον τόσο απλό κανόνα βασίζονται όλοι οι –ισμοί. Όλα όσα θεωρείς «ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ» και με τόση έπαρση, απαιτείς να την μάθουν-και να την ενστερνιστούν- όλοι οι άνθρωποι, είναι απλώς μια πεποίθηση, ένα meme, μια εμφύτευση σου, που την στολίζεις και της φοράς τον μανδύα της «Αληθείας» και τίποτε παραπάνω. Ψάχνεις-και βρίσκεις πανεύκολα- χιλιάδες άλλα ανάλογα μιμίδια που επιβεβαιώνουν την μεγάλη σου Αλήθεια. Αυτός που δεν μπορεί να μοιράσει «δυο γαϊδουριών άχυρα» είναι το ίδιο ανίκανος σε οτιδήποτε καταπιαστεί. Μιλώντας με τους λογής λογής δασκάλους, εύκολα αντιλαμβάνεσαι (Παρατήρηση του Ολοφάνερου) πως αυτή η «μεγάλη αλήθεια» ή τα «κρυμμένα μυστικά» που σου αποκαλύπτουν είναι meme, χρησιμοποιώντας απλώς την Διάκριση.
Όταν οι ίδιοι σαν προσωπικότητες, έχουν σαν εργαλείο σκέψης τα meme και όχι την λογική, φαίνεται από την ζωή τους σε όλα τα δυναμικά ταυτόχρονα. Ο ικανός άνθρωπος που χρησιμοποιεί το λογικό, είναι και ικανός να θέτει άξιους σκοπούς, να τους πετυχαίνει και να τους εξελίσσει. Είναι ο άνθρωπος που “Κάνει ό,τι Θέλει” γιατί το Λογικόν του τον κατευθύνει προς την σωστή δράση και η Θέληση του δίνει την απαιτούμενη ενέργεια για να το πραγματώσει. Εχεις ακούσει το γνωστό ρητό των ικανών ανθρώπων «Υπάρχει ένας μόνον κανόνας ό,τι δεν υπάρχουν κανόνες». Ναι αυτό το ενστερνίζονται και ζουν σύμφωνα με τους κανόνες που οι ιδιοι βάζουν, σε σχέση με τις αξίες τους και τους σκοπούς τους, έτοιμοι ανά πάσα στιγμή να τους ανατρέψουν και να τους αναδημιουργήσουν. Ο Ικανός Έλλογος Άνθρωπος είναι Δημιουργός, μέσα στην δημιουργία, αυτός που κάποιοι τον αποκαλούν «μάγο» κάποιοι άλλοι «πολεμιστή», ανάλογα με το ποια σχολή ακούς.
Απόλυτα σημάδια Διάκρισης του ικανού ανθρώπου, αυτού που χρησιμοποιεί την λογική του και όχι τις εμφυτεύσεις του, είναι η σχεδόν «μαγική» ικανότητα του να “Κάνει Ο,τι Θέλει” κι όχι ό,τι του λένε οι άλλοι, π.χ. οι θρησκείες, οι νόμοι. Άλλωστε οι νόμοι, θρησκευτικοί, ηθικοί ή κοινωνικοί, δεν φτιάχνονται γι’ αυτόν αλλά για τους παράλογους, γι’ αυτούς που δεν χρησιμοποιούν την λογική τους. Δεν χρειάζεται να τους ακολουθήσει, γιατί οι δικοί του νόμοι και αξίες, αυτοί που του θέτει το λογικόν είναι κατά πολύ ανώτεροι.
Δεν μπορεί κάποιος έλλογα ικανός να είναι παράλογα ανίκανος:
Οι πιο συνηθισμένες Παράλογες συμπεριφορές
H σκέψη «όλα ή τίποτα» σημαίνει ότι κάτι φαίνεται να έχει μόνο δύο διαφορετικές κατηγορίες. Τα πράγματα φαίνονται να είναι μαύρα ή άσπρα χωρίς ενδιάμεσες αποχρώσεις. Οι άνθρωποι είναι πλούσιοι ή φτωχοί, πετυχημένοι ή χαμένοι, καλοί ή κακοί, χωρίς ενδιάμεσες καταστάσεις. Αυτό είναι εξαιρετικά ηλίθιο, ειδικά αν σκεφτείς ότι το Σύμπαν και οι Νόμοι του είναι φρακταλικοί, πολυσήμαντοι, αφηρημένοι και τίποτε δεν είναι ούτε μονοδιάστατο, ούτε δίπολο.
Προβλέπεις ότι κάτι αρνητικό θα συμβεί στο μέλλον σαν να κοιτάζεις σε κάποια κρυστάλλινη σφαίρα. Πιστεύεις ότι γνωρίζεις τι σου επιφυλάσσει το μέλλον και απορρίπτεις άλλες πιθανότητες, σ’ ένα καθαρά Πιθανοκρατικό Σύμπαν !!!! Αναμένεις την καταστροφή ως την μόνη πιθανή έκβαση των πραγμάτων. Πιστεύεις αδικαιολόγητα ότι οι θετικές σου εμπειρίες, οι πράξεις σου και οι ικανότητές σου δε μετράνε. Εστιάζεις την προσοχή σου σε μία λεπτομέρεια μιας αρνητικής κατάστασης και αξιολογείς όλη την κατάσταση με αρνητικό τρόπο αποκλείοντας όλα τα υπόλοιπα στοιχεία της κατάστασης. Σκέφτεσαι ότι κάτι πρέπει να είναι αληθινό επειδή το «νιώθεις» (στην πραγματικότητα το πιστεύεις, δεν το γνωρίζεις) τόσο έντονα, αγνοώντας ή ακυρώνοντας την ΛΟΓΙΚΗ που υποστηρίζει το αντίθετο. Αυτή είναι η βασική αρχή της ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑΣ, έτσι δουλεύουν (εις βάρος σου φυσικά) οι εκκλησίες κι όλα τα συστήματα ελέγχου του ανθρώπινου κοπαδιού.
Ετικετοποίηση: Βάζεις απόλυτες και γενικές ετικέτες στους ανθρώπους όπως και στον εαυτό σου. Αν κάποιος δεν βρίσκεται κάτω από μια ετικέτα που γνωρίζεις (μαμά, μπαμπάς, παιδί, χριστιανός, ολυμπιακός, φωτεινός, ΕΛΛ Κουνέλ Ανδρομέδιος και λοιπές ανοησίες) αν δεν μπορείς να τον εντάξεις κάπου, τότε του βάζεις μία αυθαίρετα, όποια νομίζεις σύμφωνα με τις πεποιθήσεις σου, ότι του ταιριάζει. Έχεις μια συγκεκριμένη δογματική κι άκαμπτη ιδέα για το πώς εσύ ή οι άλλοι πρέπει να συμπεριφέρονται, ανάλογα με την ετικέτα που τους έχεις κολλήσει και υπερεκτιμάς το πόσο κακό είναι να μην εκπληρώνονται αυτές οι προσδοκίες. Κύριο υπεύθυνο γι’ αυτό είναι το βασικό σύστημα εκπαίδευσης κι ελέγχου σου η θρησκεία, όπως και η ανικανότητα σου να απεγκλωβιστείς απ’ αυτό.
Μεγιστοποίηση/Ελαχιστοποίηση: Δίνεις έμφαση και υπερτιμάς οτιδήποτε είναι αρνητικό (πχ ένα λάθος μπορεί να το δεις σαν τραγωδία) και υποτιμάς ό,τι είναι θετικό σε μία κατάσταση (πχ μία επιτυχία σου μπορεί να την δεις σαν ένα τυχαίο γεγονός, ή βούληση θεού). Πιστεύεις ότι μπορείς να καταλάβεις τις σκέψεις, τα κίνητρα και τα συναισθήματα που κρύβονται στο μυαλό και στην ψυχή ενός ανθρώπου, εξ’ αιτίας ενός τυχαίου γεγονότος ή μιας απλής συζήτησης κι αυτό βασίζεται επίσης στο διπολικό τρόπο, άσπρο- μαύρο, που σκέφτεσαι.
Ταυτοποίηση / Διαφοροποίηση: Όταν μία αρνητική εμπειρία ή περίσταση στη ζωή σου γίνεται αιτία να γενικεύεις πράγματα ή καταστάσεις, ταυτίζοντας τα όλα με όλα (ειδικά ανόμοια πράγματα) χωρίς ικανότητα διαφοροποίησης. Όλες οι γυναίκες είναι ψεύτρες, όλοι οι άντρες είναι εκμεταλλευτές κλπ. Αυτό το είδος σκέψης σε κάνει δογματικό, απόλυτο άρα και ηλίθιο κι αποδεικνύει ότι η οπτική γωνία που βλέπεις τα πράγματα και τις καταστάσεις στη ζωή σου είναι μονοδιάστατη.
Εύκολα ανακαλύπτεις τον χαζό, είναι αυτός που λέει πως δεν είναι.
Ο όρος σκέψη μπορεί να αναφέρεται στις ιδέες ή τη διάταξη των ιδεών (αλληλουχία) που προκαλείται από τη νόηση, στην τέχνη της παραγωγής σκέψεων, ή στη διαδικασία της παραγωγής σκέψεων. Παρά το γεγονός ότι η σκέψη αποτελεί μία θεμελιώδης δραστηριότητα του ανθρώπου κοινή σε όλους, δεν υπάρχει μία γενικά αποδεκτή συμφωνία για το τι είναι ή το πώς δημιουργείται. Η λέξη «σκέψη» έχει τις ρίζες τις στο αρχαιοελληνικό ουσιαστικό «σκέψις»
Επειδή η σκέψη κρύβεται πίσω από πολλές ανθρώπινες ενέργειες και αλληλεπιδράσεις, η κατανόηση της φυσικής και μεταφυσικής της προέλευσής, της διαδικασίας και των αποτελεσμάτων της υπήρξε μακροχρόνιος στόχος πολλών επιστημονικών κλάδων εμπεριεχομένων της τεχνητής νοημοσύνης, της βιολογίας, της φιλοσοφίας, της ψυχολογίας και της κοινωνιολογίας. Η σκέψη επιτρέπει στους ανθρώπους να ερμηνεύσουν, να απεικονίσουν και να καταλάβουν τον κόσμο τον οποίο βιώνουν, καθώς επίσης και να κάνουν προβλέψεις πάνω σε αυτόν. Είναι συνεπώς χρήσιμη σε έναν οργανισμό με ανάγκες, στόχους κι επιθυμίες καθώς κάνει σχέδια, υλοποιεί στόχους ή άλλες απόπειρες για την πραγματοποίηση αυτών των σκοπών. Οταν όμως κάποιος δεν έχει Σ Κ Ο Π Ο, ανώτερες ανάγκες, στόχους κι επιθυμίες είναι άχρηστος ο Λογικός τρόπος σκέψης, έτσι λοιπόν αρκείται στα μιμίδια.
Το κίνημα της φαινομενολογίας στην φιλοσοφία βίωσε μια ριζοσπαστική αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο καταλαβαίνουμε την σκέψη. Η φαινομενολογική ανάλυση του Μάρτιν Χάιντεγκερ πάνω στην υπαρξιακή δομή του ανθρώπου στο έργο του “Είναι και Χρόνος” ρίχνει νέο φως στο θέμα της σκέψης, αναστατώνοντας τα παραδοσιακά γνωστικά ή τις ορθολογικές ερμηνείες του ανθρώπου που επηρεάζουν τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τη σκέψη. Στην πρώτη σελίδα του Είναι και Χρόνος, ο Χάιντεγκερ περιγράφει το σχέδιό του με τον εξής τρόπο: “ο σκοπός της διατριβής που ακολουθεί, είναι η συγκεκριμένη επεξεργασία του ερωτήματος για το νόημα του Είναι”. Ο Χάιντεγκερ υποστηρίζει ότι η παραδοσιακή οντολογία, ενεργώντας με βάση προκαταλήψεις, έχει παραβλέψει αυτό το ερώτημα, απορρίπτοντάς το ως υπερβολικά γενικό, ακαθόριστο, ή και προφανές. Η έννοια του θεμελιώδους ρόλου της μη-γνωστικής κατανόησης, καθιστώντας δυνατή την θεματική συνείδηση, ενημέρωσε και ανέπτυξε την συζήτηση γύρω από την Τεχνητή Νοημοσύνη κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1970 και του 1980.
Η φαινομενολογία, παρ’ όλα αυτά, δεν είναι μόνο η προσέγγιση στην σκέψη, κατά την μοντέρνα Δυτική φιλοσοφία. Η φιλοσοφία του νου είναι ένας κλάδος μοντέρνας αναλυτικής φιλοσοφίας η οποία μελετά την φύση του εγκεφάλου, ψυχικά περιστατικά, ψυχικές λειτουργίες, ψυχική περιουσία, την συνείδηση και τη συσχέτιση της με το σώμα, και ιδιαίτερα τον εγκέφαλο. Το πρόβλημα νου-σώματος, π.χ. η σχέση μεταξύ του εγκεφάλου και του σώματος, θεωρείται συχνά το κεντρικό θέμα στην φιλοσοφία του νου, παρ’ όλο που υπάρχουν και άλλα ζητήματα που απασχολούν την φύση του εγκεφάλου που δεν περιέχουν την σχέση του με το υπόλοιπο σώμα.
Αντιληπτές από τους ανθρώπους εμπειρίες εξαρτώνται από ερεθίσματα τα οποία φθάνουν σε διάφορα αισθητήρια όργανα ενός ατόμου από τον εξωτερικό κόσμο και αυτά τα ερεθίσματα προκαλούν αλλαγές στην ψυχική κατάσταση του ατόμου, προκαλώντας τελικά μία αίσθηση, που μπορεί να είναι ευχάριστη ή δυσάρεστη. Η επιθυμία κάποιου για ένα κομμάτι πίτσα, για παράδειγμα, θα έχει την τάση να προκαλέσει την μετακίνηση του σώματος του ατόμου αυτού σε ένα συγκεκριμένο τρόπο και με μια συγκεκριμένη κατεύθυνση για να επιτύχει ό,τι αυτός ή αυτή θέλει. Το ερώτημα, λοιπόν, είναι πώς μπορεί να είναι δυνατό στις συνειδητές εμπειρίες να προκύψουν από ένα κομμάτι της φαιάς ουσίας προικισμένο μόνο με ηλεκτροχημικές ιδιότητες. Ένα σχετικό πρόβλημα είναι η εξήγηση του πώς οι προτασιακές στάσεις κάποιου (π.χ. πεποιθήσεις και επιθυμίες) μπορούν να προκαλέσουν έξαψη των νευρώνων του εν λόγω ατόμου και την σύναψη συμβάσεων των μυών με τον σωστό τρόπο.
Λειτουργικότητα εναντίον πραγματοποίησης
Ο παραπάνω τίτλος αντικατοπτρίζει μία κλασσική λειτουργική απεικόνιση του πως δουλεύουμε ως γνωστικά, σκεπτόμενα συστήματα. Ωστόσο, το φαινομενικά άλυτο πρόβλημα νου-σώματος λέγεται ότι πρέπει να ξεπεραστεί και να παρακαμφθεί από την Ενσωματωμένη προσέγγιση της γνωστικής λειτουργίας, με τις ρίζες της στο έργο των Χάιντεγκερ, Πιαζέ, Βιγκότσκι, Μερλώ-Ποντύ και του πραγματιστή Τζον Ντιούι.
Η προσέγγιση αυτή προβλέπει ότι η κλασική προσέγγιση του διαχωρισμού του εγκεφάλου και της ανάλυσης των διαδικασιών του είναι λανθασμένη· αντ’ αυτού, πρέπει να δούμε ότι ο νους, οι πράξεις ενός ενσωματωμένου παράγοντα και το περιβάλλον που αντιλαμβάνεται και οραματίζεται, είναι όλα μέρη ενός συνόλου, τα οποία καθορίζουν το ένα το άλλο. Ως εκ τούτου, η λειτουργική ανάλυση του μυαλού και μόνο μας αφήνει πάντα με το πρόβλημα νου-σώματος το οποίο δεν μπορεί να λυθεί.
Ένας νευρώνας (επίσης γνωστός και ως νευρικό κύτταρο) είναι ένα διεγέρσιμο κύτταρο στο νευρικό σύστημα που επεξεργάζεται και μεταδίδει πληροφορίες με ηλεκτροχημική σηματοδότηση. Οι νευρώνες είναι τα βασικά στοιχεία του εγκεφάλου, του νωτιαίου μυελού σπονδυλωτών και των περιφερειακών νεύρων. Υπάρχει ένας αριθμός εξειδικευμένων τύπων νευρώνων που συμπεριλαμβάνει τους αισθητηριακούς νευρώνες που ανταποκρίνονται στην αφή, τον ήχο, το φως και πολλά άλλα ερεθίσματα που επηρεάζουν τα κύτταρα των αισθητήριων οργάνων που στη συνέχεια στέλνουν σήματα προς τον νωτιαίο μυελό και τον εγκέφαλο.
Κινητικοί νευρώνες λαμβάνουν σήματα από τον εγκέφαλο και το νωτιαίο μυελό και προκαλούν συσπάσεις των μυών και επηρεάζουν τους αδένες. Οι Μεσονευρώνες συνδέουν νευρώνες με νευρώνες εντός του εγκεφάλου και του νωτιαίου μυελού. Νευρώνες ανταποκρίνονται στα ερεθίσματα, και ανακοινώνουν την παρουσία των ερεθισμάτων στο κεντρικό νευρικό σύστημα, το οποίο επεξεργάζεται τις πληροφορίες και στέλνει αποκρίσεις σε άλλα μέρη του σώματος για δράση. Οι νευρώνες δεν περνούν από τη μίτωση και συνήθως δεν μπορούν ν’ αντικατασταθούν μετά την καταστροφή τους, παρόλο που τα αστροκύτταρα έχουν παρατηρηθεί να μετατρέπονται σε νευρώνες.
Η Λογική είναι το Οξυγόνο του Πνεύματος
Κατα τον πρώτο, και κατά μία έννοια μοναδικό, τον κανόνα της λογικής, ότι προκειμένου να μάθεις πρέπει να επιθυμήσεις να μάθεις, κι έτσι να επιθυμείς να μην είσαι ικανοποιημένος με αυτό που ήδη τείνεις να σκέφτεσαι, ακολουθεί ένα επακόλουθο το οποίο αξίζει να χαράσσεται επάνω σε κάθε τοίχο της πόλης της φιλοσοφίας: να μην στέκεσαι στον δρόμο της έρευνας. —Τσαρλς Σάντερς Περς, “First Rule of Logic”
Η Λογική, ή καλύτερα επιστήμη της λογικής, είναι η μελέτη των τρόπων συλλογισμού. Με απλά λόγια, είναι η μελέτη του τρόπου με τον οποίο κάνουμε συλλογισμούς, με τον οποίο σκεπτόμαστε, ώστε να συνδέεται άρρηκτα με τη φιλοσοφική δραστηριότητα. Ο σκοπός της είναι να βρει τους συλλογισμούς εκείνους με τους οποίους θα σκεπτόμαστε λογικά. Θα μπορούσε να θεωρηθεί ανεξάρτητος κλάδος, όπως η Φυσική και τα Μαθηματικά, για τους περισσότερους όμως φιλοσόφους αποτελεί κυρίως το όργανο της ορθής νόησης, που είναι απαραίτητο όχι μόνο για κάθε μορφή φιλοσοφικής δραστηριότητας, αλλά και για όλες τις επιστήμες.
Η Λογική έχει δύο έννοιες. Είναι η μελέτη των τρόπων συλλογισμού (εκείνων που ισχύουν, καθώς και των εσφαλμένων) όπως και η χρήση έγκυρων συλλογισμών. Στην τελευταία αυτή έννοια, η λογική χρησιμοποιείται στις περισσότερες πνευματικές δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένης της φιλοσοφίας και της επιστήμης, αλλά στην πρώτη έννοια κατά κύριο λόγο μελετήθηκε στους κλάδους της φιλοσοφίας, των μαθηματικών, της σημασιολογίας και της πληροφορικής. Εξετάζει γενικές μορφές οι οποίες μπορούν να επιχειρηματολογηθούν. Στα μαθηματικά είναι η μελέτη των έγκυρων συμπερασμάτων μέσα σε μια τυπική γλώσσα. Η λογική επιπλέον μελετήθηκε στη θεωρία επιχειρηματολογίας.
Η λογική μελετήθηκε σε πολλούς αρχαίους πολιτισμούς, όπως Ελλάδα, Περσία, Ινδίες. Στην Δύση, η λογική καθιερώθηκε ως επίσημος κλάδος από τον Αριστοτέλη, ο οποίος της έδωσε θεμελιώδη θέση στη φιλοσοφία. Η μελέτης της λογικής ήταν μέρος της κλασικής trivium, η οποία περιελάμβανε, επίσης, τη γραμματική και τη ρητορική. Στην Ανατολή, η λογική αναπτύχθηκε από τους Βουδιστές και τους Τζαϊνιστές. Λογική είναι όποιο παράγωγο προκύπτει από σύνδεση προηγούμενων στοιχείων, πχ αν πούμε ότι 2+2=4, το 4 είναι από τη λογική πρώτο. Η λογική συχνά χωρίζεται σε τρία μέρη, τον επαγωγικό συλλογισμό, τον υποθετικό-παραγωγικό συλλογισμό και τον παραγωγικό συλλογισμό.
Η έννοια της λογικής μορφής είναι κεντρικής σημασίας για τη λογική, αποφαίνεται ότι η εγκυρότητα ενός επιχειρήματος καθορίζεται από την λογική μορφή του, όχι από το περιεχόμενο του.
> Άτυπη λογική είναι η μελέτη των επιχειρημάτων της φυσικής γλώσσας. Η μελέτη των λογικών πλανών είναι ένας ιδιαίτερα σημαντικός κλάδος της άτυπης λογικής. Οι διάλογοι του Πλάτωνα αποτελούν καλά παραδείγματα άτυπης λογικής.
> Τυπική λογική είναι η μελέτη της συμπερασματολογίας με καθαρά τυπικό περιεχόμενο. Ένα συμπέρασμα διαθέτει ένα καθαρά τυπικό περιεχόμενο εάν αυτό μπορεί να εκφραστεί ως ιδιαίτερη εφαρμογή ενός εντελώς αφηρημένου κανόνα, ενός κανόνα δηλαδή που δεν είναι για κάποιο συγκεκριμένο πράγμα ή υπάρχον αντικείμενο. Τα έργα του Αριστοτέλη περιέχουν την αρχαιότερη γνωστή τυπική μελέτη της λογικής. Η σύγχρονη τυπική λογική ακολουθεί και επεκτείνεται του Αριστοτέλη. Σε πολλούς ορισμούς της λογικής, το λογικό συμπέρασμα και το συμπέρασμα με καθαρά τυπικό περιεχόμενο είναι το ίδιο. Αυτό δεν καθιστά την έννοια της άτυπης λογικής κενή, διότι καμία τυπική λογική δεν μπορεί να αποτυπώσει όλες τις διαβαθμίσεις της φυσικής γλώσσας.
> Συμβολική λογική είναι η μελέτη των συμβολικών αφαιρέσεων που λαμβάνουν υπόψη τους τα τυπικά γνωρίσματα του λογικού συμπεράσματος.
> Μαθηματική λογική είναι μια επέκταση της συμβολικής λογικής σε άλλα πεδία, ιδίως στη μελέτη της θεωρίας μοντέλων, της θεωρίας αποδείξεων, της θεωρίας συνόλων και της θεωρίας αναδρομής.
Η Αριστοτελική Λογική
Στην Ευρώπη, ο Αριστοτέλης πρώτος ανέπτυξε την επιστήμη της λογικής. Η Αριστοτελική Λογική έγινε ευρέως αποδεκτή στην επιστήμη και τα μαθηματικά, ενώ παρέμεινε σε ευρεία χρήση στη Δύση μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα. Το αριστοτελικό σύστημα της λογικής ήταν αυτό που εισήγαγε τον υποθετικό συλλογισμό, τη χρονική τυπική λογική και την επαγωγική λογική, καθώς και σημαντικούς όρους όπως κατηγορία, συλλογισμός και πρόταση. Στην Ευρώπη, κατά την ύστερη μεσαιωνική περίοδο, έγιναν σημαντικές προσπάθειες (μάταιες) να δείξουν ότι οι ιδέες του Αριστοτέλη ήταν συμβατές με τη χριστιανική πίστη.
Κατά τον πρώιμο Μεσαίωνα, η λογική έγινε το επίκεντρο των φιλοσόφων, οι οποίοι θα συμμετάσχουν σε κρίσιμες λογικές αναλύσεις των φιλοσοφικών επιχειρημάτων, συχνά χρησιμοποιώντας παραλλαγές της μεθοδολογίας του σχολαστικισμού. Το 1323 κυκλοφόρησε το Summa Logicae του Ουίλιαμ του Όκχαμ. Μέχρι το 18ο αιώνα, η δομημένη προσέγγιση στην επιχειρηματολογία είχε εκφυλιστεί και έπεσε έπεσε σε δυσμένεια, όπως απεικονίστηκε στο σατυρικό έργο του Λούντβιχ Χόλμπεργκ Erasmus Montanus.
Ο Κινέζος φιλόσοφος της λογικής Γκονγκσούν Λονγκ (περ. 325-250 π.κ.ε.) πρότεινε το παράδοξο “ένα και ένα δεν μπορούν να γίνουν δύο, αφού κανένα δεν γίνεται δύο”. Στην Κίνα, η παράδοση της επιστημονικής έρευνας σχετικά με τη λογική, όμως, παρουσιάστηκε στη δυναστεία Κιν μετά από την νομικιστική φιλοσοφία του Χαν Φέιτζι.
Στις Ινδίες, οι καινοτομίες στο σχολαστικό σχολείο, που ονομαζόταν Nyaya, συνεχίστηκε από την αρχαιότητα ως τις αρχές του 18ου αιώνα με το Navya-Navya σχολείο. Μέχρι το 16ο αιώνα, ανέπτυξε θεωρίες που μοιάζουν με την σύγχρονη λογική, όπως του Γκότλομπ Φρέγκε “διάκριση μεταξύ της έννοιας και της αναφοράς των κύριων ονομάτων” και “ορισμός του αριθμού”, καθώς και τη θεωρία των «περιορισμένων όρων καθολικά» προβλέποντας μερικές από τις εξελίξεις στη σύγχρονη θεωρία συνόλων. Από το 1824, η Λογική των Ινδιών προσέλκυσε την προσοχή πολλών Δυτικών μελετητών και επηρέασε σημαντικούς επιστήμονες της λογικής του 19ου αιώνα, όπως Τσαρλς Μπάμπατζ, Αουγκούστους ντε Μόργκαν και Τζορτζ Μπουλ. Τον 20ο αιώνα, δυτικοί φιλόσοφοι όπως οι Στάνισλαβ Σάγιερ και Κλάους Γκλάσοφ διερεύνησαν εκτενέστερα την Λογική των Ινδιών.
Η συλλογιστική λογική, που αναπτύχθηκε από τον Αριστοτέλη, κυριάρχησε στη Δύση μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα, όταν το ενδιαφέρον στα θεμέλια των μαθηματικών ώθησε στην ανάπτυξη της συμβολικής λογικής (που σήμερα ονομάζεται μαθηματική λογική). Το 1854, ο Τζορτζ Μπουλ δημοσίευσε Μια έρευνα των νόμων της σκέψης επί των οποίων θεμελιώθηκαν οι μαθηματικές θεωρίες της λογικής και των πιθανοτήτων (An Investigation of the Laws of Thought on Which are Founded the Mathematical Theories of Logic and Probabilities), εισάγοντας την συμβολική λογική και τις αρχές της λογικής του Μπουλ.
Το 1879, ο Γκόντλομπ Φρέγκε δημοσίευσε το βιβλίο ‘Begriffsschrift’, το οποίο εγκαινίασε τη σύγχρονη λογική με την εφεύρεση της σημειογραφίας των ποσοδεικτών. Από το 1910 εώς το 1913, οι Άλφρεντ Νορθ Ουάιτχεντ και Μπέρτραντ Ράσελ δημοσίευσαν το Principia Mathematica σχετικά με τα θεμέλια των μαθηματικών, προσπαθώντας να αντλήσει μαθηματικές αλήθειες από αξιώματα και κανόνες συμπερασμού στη συμβολική λογική. Το 1931, ο Γκέντελ έθεσε σοβαρά προβλήματα με το πρόγραμμα της αναζήτησης των θεμελίων και η λογική έπαψε να επικεντρώνεται σε τέτοια ζητήματα.
Η ανάπτυξη της λογικής από τους Φρέγκε, Ράσελ και Βιτγκεστάιν είχε βαθιά επίδραση στην πρακτική της φιλοσοφίας και στην αντίληψη της φύσης των φιλοσοφικών προβλημάτων, την αναλυτική φιλοσοφία και την φιλοσοφία των μαθηματικών. Η λογική, ειδικά η προτασιακή λογική, υλοποιείται σε κυκλώματα λογικής του υπολογιστή και είναι θεμελιώδους σημασίας για την επιστήμη των υπολογιστών. Η λογική συνήθως διδάσκεται από πανεπιστημιακά τμήματα φιλοσοφίας, συχνά ως υποχρεωτικό μάθημα.
Ο έγκυρος συλλογισμός έχει χρησιμοποιηθεί σε όλες τις περιόδους της ανθρώπινης ιστορίας. Ωστόσο, η Λογική μελετά τις αρχές του έγκυρου συλλογισμού, της συναγωγής και της αποδεικτικής δομής. Είναι πιθανό ότι η ιδέα της απόδειξης ενός αποτελέσματος-συμπεράσματος προέκυψε για πρώτη φορά σε σχέση με τη γεωμετρία. Συγκεκριμένα, οι αρχαίοι Αιγύπτιοι είχαν ανακάλυψαν εμπειρικά κάποιες από τις αλήθειες της γεωμετρίας, όπως είναι ο τύπος για τον όγκο μιας κόλουρης πυραμίδας.
Μια άλλη προέλευση μπορεί να δει κανείς στην Βαβυλωνία. Το εγχειρίδιο ιατρικής διάγνωσης του Esagil-kin-apli στον 11ο αιώνα π.κ.ε. βασίστηκε σε μια λογική σειρά από αξιώματα και παραδοχές, ενώ οι Βαβυλώνιοι αστρονόμοι στο 8ο και 7ο αιώνα χρησιμοποίησαν μια εσωτερική λογική στα πλαίσια των προβλέψεων των πλανητικών συστημάτων τους, μια σημαντική συμβολή στη φιλοσοφία της επιστήμης.
O Leonardo da Vinci θεωρούσε την όραση ως την ύψιστη αίσθηση του ανθρώπου. Πίστευε ότι η αίσθηση αυτή ήταν η κύρια οδός προσπέλασης στη γνώση, και αυτό επειδή μόνον αυτή μεταφέρει τις εκάστοτε ανθρώπινες εμπειρίες άμεσα, ορθά και με βεβαιότητα. H βασική του πίστη ήταν ότι τα μάτια μας είναι τα πιο αλάνθαστα αισθητήρια όργανα μας, τα οποία και παρέχουν άμεσα και ακριβή εμπειρικά δεδομένα.
Με αυτό τον τρόπο, για τον Λεονάρντο, κάθε ορατό φαινόμενο γινόταν αντικείμενο της γνώσης. Έτσι ο Λεονάρντο ντα Βίντσι εξισώνοντας την όραση με την αισθητηριακή και νοητική γνώση έφτασε στο υποκειμενικό συμπέρασμα του ότι ο διπλά προικισμένος ζωγράφος, αυτός με οξυδερκή αντίληψη και πλήρη ικανότητα ζωγραφικής απόδοσης, ήταν το καταλληλότερο πρόσωπο για να αναπαραγάγει τη γνώση αυτή αυθεντικά με ζωγραφιστό τρόπο!
O μεγάλος καλλιτέχνης παρατήρησε, ερεύνησε και πειραματίστηκε σε «ψυχωτικό» βαθμό προσπαθώντας να ανακαλύψει το μυστήριο της ζωής και του κόσμου. Συνέλαβε δε το σχέδιο της παρατήρησης όλων των αντικειμένων του ορατού κόσμου, της αναγνώρισης της μορφής και της δομής τους, καθώς και της ζωγραφικής περιγραφής τους ακριβώς όπως έχουν. Και αυτό ήταν το κύριο όργανο της διδακτικής μεθόδου του. Θεωρούσε ότι ο άνθρωπος είναι μοντέλο (πρότυπο) του όλου Σύμπαντος, δεν μπόρεσε, όμως, να ανακαλύψει ακριβείς αντιστοιχίες μεταξύ ανθρωπίνου σώματος και φυσικών υποδειγμάτων. Ωστόσο προσπαθούσε πάντα να συνταιριάζει το ανθρώπινο μέτρο με τις αρχιτεκτονικές διαστάσεις.
To σημαντικότερο πράγμα για αυτόν τον ακάματο ερευνητή ήταν να συνεχίζει να επινοεί με ΛΟΓΙΚΗ και στη συνέχεια να ξεπερνά τις ΛΟΓΙΚΕΣ επινοήσεις του, προχωρώντας και αλλάζοντας συνεχώς, όπως η ίδια η ζωή. Ήταν στην ουσία ο πραγματικός πρόδρομος της ομάδας των ντανταϊστών στο Παρίσι, που με αρχηγό τον Φράνσις Πικάμπια στις αρχές του 20ού αιώνα θεωρούσαν ότι ο άνθρωπος πρέπει να είναι φευγαλέος σαν τους νομάδες, να διασχίζει τις ιδέες σαν να είναι χώρες ή πόλεις, να κοιμάται παρέα με τους γλάρους και να κάνει έρωτα με τα ηλιοτρόπια. Να είναι πάντα ένας σύγχρονος Οβίδιος, που ελάχιστα τον απασχολούν οι μικρές ανθρώπινες ιστορίες.
Συνείδηση είναι ο Σφυγμός του Λογικού
Εύκολα ανακαλύπτεις τον Ευφυιή Ηλίθιο
ΔΙΑΚΡΙΣΗ και ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ (και τ’ ανάποδο) βάζει τα πράματα στην θέση τους και κάθε κατεργάρη στον πάγκο του. Αυτό θεωρώ πως είναι ένα κύριο γνώρισμα-χαρακτηριστικό των ανθρώπινων έλλογων όντων. Μα δυστυχώς δεν είναι έτσι. Αυτή η ίδια η Παρατήρηση του Ολοφάνερου και η Διάκριση δείχνουν, πέραν πάσης αμφισβήτησης ή αμφιβολίας, πως τα έλλογα (κατ ευφημισμό) όντα, ελάχιστα χρησιμοποιούν την πολύπαθη λογική τους ικανότητα, όταν απαιτείται να λύσουν λογικά προβλήματα. Διαβάζοντας τον James Stevenson, παίρνουμε μια ιδέα περί του θέματος.
[Ας δούμε μία απλή ερώτηση μαθηματικών. Μία ρακέτα και ένα μπαλάκι κοστίζουν ένα ευρώ και δέκα λεπτά. Η ρακέτα κοστίζει ένα ευρώ περισσότερο από το μπαλάκι. Πόσο κοστίζει το μπαλάκι; Ένα μεγάλο ποσοστό των ανθρώπων απαντά με σιγουριά και γρήγορα ότι το μπαλάκι κοστίζει 10 λεπτά. Η απάντηση είναι προφανώς λάθος. Η σωστή απάντηση είναι ότι το μπαλάκι κοστίζει 5 λεπτά και η ρακέτα, 1 ευρώ και 5 λεπτά.
Για περισσότερες από 5 δεκαετίες, ο Daniel Kahneman, υποψήφιος για Nobel και καθηγητής ψυχολογίας στο πανεπιστήμιο Princeton έκανε τέτοιες ερωτήσεις και αναλύει τις απαντήσεις που δίνουμε σε αυτές. Τα αφοπλιστικά απλά του πειράματα έχουν αλλάξει τον τρόπο που σκεφτόμαστε για την σκέψη. Ενώ οι φιλόσοφοι, οικονομολόγοι και κοινωνικοί επιστήμονες θεωρούσαν για πολλούς αιώνες ότι οι άνθρωποι βασίζονται στη λογική, επιστήμονες όπως ο Kahneman, o Amos Tversky και άλλοι, έχουν αποδείξει ότι δεν είμαστε τόσο λογικοί όσο πιστεύαμε. Όταν αντιμετωπίζουμε μια άγνωστη κατάσταση, δεν την αξιολογούμε με βάση τη λογική μας. Όταν μας ρωτούν για την ρακέτα και το μπαλάκι, δεν σκεφτόμαστε με βάση τα μαθηματικά. Αντιθέτως, το μυαλό μας λειτουργεί με ένα τρόπο που αποβάλλει εντελώς τα μαθηματικά και επιλέγει τον τρόπο που θα χρειαστεί την λιγότερη δυνατή προσπάθεια.
Αν και ο Kahneman πλέον έχει αναγνωριστεί ως ένας από τους ψυχολόγους με την μεγαλύτερη επιρροή τον περασμένο αιώνα, το έργο του είχε μείνει στην αφάνεια. Ο ίδιος θυμάται τα λόγια ενός Αμερικανού φιλοσόφου, όταν έμαθε για το έργο του: «Δεν με ενδιαφέρει η ψυχολογία της βλακείας». Απ’ ότι αποδείχθηκε όμως, ο φιλόσοφος είχε κάνει λάθος. Μια νέα έρευνα που δημοσιεύτηκε στο Journal of Personality and Social Psychology, από τους Richard West και Keith Stanovich από τα πανεπιστήμια James Madison και Toronto, αναφέρει ότι οι έξυπνοι άνθρωποι, πολλές φορές, είναι περισσότερο επιρρεπείς στα παραπάνω λάθη σκέψης. Αν και νομίζαμε πως η ευφυΐα είναι το αντίδοτο στις προκαταλήψεις, τελικά, κάτι τέτοιο δεν ισχύει.
Ο West και οι συνάδελφοί του ξεκίνησαν δίνοντας σε 482 προπτυχιακούς ερωτήσεις σαν αυτή του Khaneman, που απαιτούσαν λογική αλλά μπορούσαν να στηρίζονται και στην προκατάληψη, το προαπαιτούμενο. Ο West δεν ενδιαφερόταν να μάθει για τις προκαταλήψεις και τα προαπαιτούμενα που κουβαλάει ένα ανθρώπινο μυαλό. Αυτό που τον ενδιέφερε είναι να καταλάβει πώς αυτά τα προαπαιτούμενα και οι προκαταλήψεις δρούσαν σε σχέση με την ευφυΐα. Τα αποτελέσματα ήταν ανησυχητικά. Οι περισσότεροι άνθρωποι έτειναν να λειτουργούν περισσότερο με βάση τις προκαταλήψεις τους παρά με την λογική τους. Το ότι κάποιοι αναγνώριζαν αυτές τις προκαταλήψεις, δεν τους έκαναν να σκέφτονται περισσότερο «λογικά». Το αποτέλεσμα αυτό δεν προκαλούσε έκπληξη στον Kahneman που είχε παραδεχτεί ότι « η ενστικτώδης αντίδραση είναι εξίσου επιρρεπής στην υπερβολική εμπιστοσύνη στον εαυτό, στις υπερβολικές προβλέψεις και την αδυναμία σχεδιασμού, με τον ίδιο τρόπο που συνέβαινε αυτό πριν ασχοληθώ με αυτά τα ζητήματα».
Η πιο επικίνδυνη προκατάληψή μας είναι ότι υποθέτουμε πως όλοι οι άλλοι είναι περισσότερο επιρρεπείς να κάνουν λάθη σκέψης. Κι ότι εμείς, θα τα καταφέρουμε καλύτερα. Την πεποίθηση αυτή οι επιστήμονες την ονομάζουν «το νεκρό σημείο της προκατάληψης». Αυτή η πεποίθηση βασίζεται στην ικανότητά μας να επισημαίνουμε τα λάθη των άλλων γύρω μας, ενώ είμαστε ανίκανοι να τα εντοπίσουμε στον εαυτό.
Στην μελέτη που δημοσιεύτηκε, αναφέρεται ότι οι άνθρωποι με υψηλότερη νοημοσύνη, είχαν περισσότερα «νεκρά σημεία». Κι όσο περισσότερο χρόνο έπαιρναν αυτοί οι άνθρωποι πριν δώσουν μία απάντηση, τόσο πιο επιρρεπείς ήταν σε λογικά λάθη. Οπότε τι συμβαίνει; Γιατί οι έξυπνοι γίνονται τόσο χαζοί κάποιες φορές; Η πιο σαφής υπόθεση που μπορεί να γίνει είναι πως το μυαλό, επηρεάζεται περισσότερο από τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τον εαυτό και τους άλλους. Αυτή η αντίληψη-πεποίθηση αποδεικνύεται δυνατότερη και από την λογική ικανότητα.]
Η πεποίθηση και τα διάφορα memes
Βλέπουμε λοιπόν πως αυτό που περισσότερο από την λογική σκέψη, η πεποίθηση και τα διάφορα memes είναι αυτά που καθορίζουν τις αποφάσεις και τις θεωρίες των ανθρώπων. Πάνω σε αυτόν τον τόσο απλό κανόνα βασίζονται όλοι οι –ισμοί. Όλα όσα θεωρείς «ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ» και με τόση έπαρση, απαιτείς να την μάθουν-και να την ενστερνιστούν- όλοι οι άνθρωποι, είναι απλώς μια πεποίθηση, ένα meme, μια εμφύτευση σου, που την στολίζεις και της φοράς τον μανδύα της «Αληθείας» και τίποτε παραπάνω. Ψάχνεις-και βρίσκεις πανεύκολα- χιλιάδες άλλα ανάλογα μιμίδια που επιβεβαιώνουν την μεγάλη σου Αλήθεια. Αυτός που δεν μπορεί να μοιράσει «δυο γαϊδουριών άχυρα» είναι το ίδιο ανίκανος σε οτιδήποτε καταπιαστεί. Μιλώντας με τους λογής λογής δασκάλους, εύκολα αντιλαμβάνεσαι (Παρατήρηση του Ολοφάνερου) πως αυτή η «μεγάλη αλήθεια» ή τα «κρυμμένα μυστικά» που σου αποκαλύπτουν είναι meme, χρησιμοποιώντας απλώς την Διάκριση.
Όταν οι ίδιοι σαν προσωπικότητες, έχουν σαν εργαλείο σκέψης τα meme και όχι την λογική, φαίνεται από την ζωή τους σε όλα τα δυναμικά ταυτόχρονα. Ο ικανός άνθρωπος που χρησιμοποιεί το λογικό, είναι και ικανός να θέτει άξιους σκοπούς, να τους πετυχαίνει και να τους εξελίσσει. Είναι ο άνθρωπος που “Κάνει ό,τι Θέλει” γιατί το Λογικόν του τον κατευθύνει προς την σωστή δράση και η Θέληση του δίνει την απαιτούμενη ενέργεια για να το πραγματώσει. Εχεις ακούσει το γνωστό ρητό των ικανών ανθρώπων «Υπάρχει ένας μόνον κανόνας ό,τι δεν υπάρχουν κανόνες». Ναι αυτό το ενστερνίζονται και ζουν σύμφωνα με τους κανόνες που οι ιδιοι βάζουν, σε σχέση με τις αξίες τους και τους σκοπούς τους, έτοιμοι ανά πάσα στιγμή να τους ανατρέψουν και να τους αναδημιουργήσουν. Ο Ικανός Έλλογος Άνθρωπος είναι Δημιουργός, μέσα στην δημιουργία, αυτός που κάποιοι τον αποκαλούν «μάγο» κάποιοι άλλοι «πολεμιστή», ανάλογα με το ποια σχολή ακούς.
Απόλυτα σημάδια Διάκρισης του ικανού ανθρώπου, αυτού που χρησιμοποιεί την λογική του και όχι τις εμφυτεύσεις του, είναι η σχεδόν «μαγική» ικανότητα του να “Κάνει Ο,τι Θέλει” κι όχι ό,τι του λένε οι άλλοι, π.χ. οι θρησκείες, οι νόμοι. Άλλωστε οι νόμοι, θρησκευτικοί, ηθικοί ή κοινωνικοί, δεν φτιάχνονται γι’ αυτόν αλλά για τους παράλογους, γι’ αυτούς που δεν χρησιμοποιούν την λογική τους. Δεν χρειάζεται να τους ακολουθήσει, γιατί οι δικοί του νόμοι και αξίες, αυτοί που του θέτει το λογικόν είναι κατά πολύ ανώτεροι.
Δεν μπορεί κάποιος έλλογα ικανός να είναι παράλογα ανίκανος:
Να διαχειριστεί τα οικονομικά του στοιχειωδώς. (τα θεωρεί δαιδαλώδη)Τα συναισθηματικά προβλήματα όπως οι καταπιέσεις που οδηγούν στην κατάθλιψη όχι μόνο επηρεάζει το πώς νοιώθει κάποιος αλλά επίσης και το πώς σκέφτεται. Ο τρόπος με τον οποίο σκέφτεται επηρεάζει τον τρόπο που αισθάνεται και τη διάθεσή του. Αυτό σημαίνει ότι αν έχει αρνητικές παράλογες σκέψεις κι εμμένει σ’ αυτές τις σκέψεις τότε νοιώθει λύπη, ατονία, θυμό, καταπιεσμένη αγανάκτηση, κατάθλιψη κλπ. Άνθρωποι με κατάθλιψη τείνουν να σκέφτονται αρνητικά, εστιάζονται σ’ αρνητικά γεγονότα κι εμμένουν σ’ αυτά τα γεγονότα, έχουν επίσης αρνητική θεώρηση του κόσμου, αρνητικές πεποιθήσεις κι αυτό συμβάλλει σε μια καθοδική πορεία προς μια πιο σοβαρή κατάθλιψη, μια μανιοκατάθλιψη. Στις περισσότερες περιπτώσεις, άνθρωποι που έχουν κατάθλιψη σπάνια συνειδητοποιούν ότι έχουν αρνητικό τρόπο σκέψης. Χαρούμενη καλοπροαίρετη διάθεση, σωστή διατροφή κι ένας άξιος ΣΚΟΠΟΣ στην ζωή είναι το ΜΟΝΑΔΙΚΟ αντίδοτο σε κάθε μορφής συναισθηματική εμπλοκή.
> Να διαχειριστεί τα συναισθήματα του (παραδίδεται σε ελευθεριότητες)
> Να ελέγξει τις σκέψεις του (μιλάει ακατάπαυστα, χωρίς να ακούει )
> Να ελέγξει το εγώ του (αντίθετα το εξυμνεί)
> Να μην κάνει ό,τι θέλει (αλλά ό,τι του λένε)
> Να μην βλέπει το Ολοφάνερα χρήσιμο, αλλά χίλια δυο κρυμμένα άχρηστα, που τα ονοματίζει «ηλιθίου αδεία» με βαρύγδουπα ονόματα. κι έτσι αναμασά τα ίδια και τα ίδια, θεωρώντας τα memes > έρευνα και την λογοδιάρροια του παραλόγου> εμπνευσμένη θεία χάρη.
Οι πιο συνηθισμένες Παράλογες συμπεριφορές
H σκέψη «όλα ή τίποτα» σημαίνει ότι κάτι φαίνεται να έχει μόνο δύο διαφορετικές κατηγορίες. Τα πράγματα φαίνονται να είναι μαύρα ή άσπρα χωρίς ενδιάμεσες αποχρώσεις. Οι άνθρωποι είναι πλούσιοι ή φτωχοί, πετυχημένοι ή χαμένοι, καλοί ή κακοί, χωρίς ενδιάμεσες καταστάσεις. Αυτό είναι εξαιρετικά ηλίθιο, ειδικά αν σκεφτείς ότι το Σύμπαν και οι Νόμοι του είναι φρακταλικοί, πολυσήμαντοι, αφηρημένοι και τίποτε δεν είναι ούτε μονοδιάστατο, ούτε δίπολο.
Προβλέπεις ότι κάτι αρνητικό θα συμβεί στο μέλλον σαν να κοιτάζεις σε κάποια κρυστάλλινη σφαίρα. Πιστεύεις ότι γνωρίζεις τι σου επιφυλάσσει το μέλλον και απορρίπτεις άλλες πιθανότητες, σ’ ένα καθαρά Πιθανοκρατικό Σύμπαν !!!! Αναμένεις την καταστροφή ως την μόνη πιθανή έκβαση των πραγμάτων. Πιστεύεις αδικαιολόγητα ότι οι θετικές σου εμπειρίες, οι πράξεις σου και οι ικανότητές σου δε μετράνε. Εστιάζεις την προσοχή σου σε μία λεπτομέρεια μιας αρνητικής κατάστασης και αξιολογείς όλη την κατάσταση με αρνητικό τρόπο αποκλείοντας όλα τα υπόλοιπα στοιχεία της κατάστασης. Σκέφτεσαι ότι κάτι πρέπει να είναι αληθινό επειδή το «νιώθεις» (στην πραγματικότητα το πιστεύεις, δεν το γνωρίζεις) τόσο έντονα, αγνοώντας ή ακυρώνοντας την ΛΟΓΙΚΗ που υποστηρίζει το αντίθετο. Αυτή είναι η βασική αρχή της ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑΣ, έτσι δουλεύουν (εις βάρος σου φυσικά) οι εκκλησίες κι όλα τα συστήματα ελέγχου του ανθρώπινου κοπαδιού.
Ετικετοποίηση: Βάζεις απόλυτες και γενικές ετικέτες στους ανθρώπους όπως και στον εαυτό σου. Αν κάποιος δεν βρίσκεται κάτω από μια ετικέτα που γνωρίζεις (μαμά, μπαμπάς, παιδί, χριστιανός, ολυμπιακός, φωτεινός, ΕΛΛ Κουνέλ Ανδρομέδιος και λοιπές ανοησίες) αν δεν μπορείς να τον εντάξεις κάπου, τότε του βάζεις μία αυθαίρετα, όποια νομίζεις σύμφωνα με τις πεποιθήσεις σου, ότι του ταιριάζει. Έχεις μια συγκεκριμένη δογματική κι άκαμπτη ιδέα για το πώς εσύ ή οι άλλοι πρέπει να συμπεριφέρονται, ανάλογα με την ετικέτα που τους έχεις κολλήσει και υπερεκτιμάς το πόσο κακό είναι να μην εκπληρώνονται αυτές οι προσδοκίες. Κύριο υπεύθυνο γι’ αυτό είναι το βασικό σύστημα εκπαίδευσης κι ελέγχου σου η θρησκεία, όπως και η ανικανότητα σου να απεγκλωβιστείς απ’ αυτό.
Μεγιστοποίηση/Ελαχιστοποίηση: Δίνεις έμφαση και υπερτιμάς οτιδήποτε είναι αρνητικό (πχ ένα λάθος μπορεί να το δεις σαν τραγωδία) και υποτιμάς ό,τι είναι θετικό σε μία κατάσταση (πχ μία επιτυχία σου μπορεί να την δεις σαν ένα τυχαίο γεγονός, ή βούληση θεού). Πιστεύεις ότι μπορείς να καταλάβεις τις σκέψεις, τα κίνητρα και τα συναισθήματα που κρύβονται στο μυαλό και στην ψυχή ενός ανθρώπου, εξ’ αιτίας ενός τυχαίου γεγονότος ή μιας απλής συζήτησης κι αυτό βασίζεται επίσης στο διπολικό τρόπο, άσπρο- μαύρο, που σκέφτεσαι.
Ταυτοποίηση / Διαφοροποίηση: Όταν μία αρνητική εμπειρία ή περίσταση στη ζωή σου γίνεται αιτία να γενικεύεις πράγματα ή καταστάσεις, ταυτίζοντας τα όλα με όλα (ειδικά ανόμοια πράγματα) χωρίς ικανότητα διαφοροποίησης. Όλες οι γυναίκες είναι ψεύτρες, όλοι οι άντρες είναι εκμεταλλευτές κλπ. Αυτό το είδος σκέψης σε κάνει δογματικό, απόλυτο άρα και ηλίθιο κι αποδεικνύει ότι η οπτική γωνία που βλέπεις τα πράγματα και τις καταστάσεις στη ζωή σου είναι μονοδιάστατη.
Εύκολα ανακαλύπτεις τον χαζό, είναι αυτός που λέει πως δεν είναι.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου