Τετάρτη 28 Ιουνίου 2023

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΞΕΝΟΦΩΝ, ΚΥΡΟΥ ΑΝΑΒΑΣΙΣ

ΞΕΝ ΚΑναβ 7.3.1–7.3.6

Πρόταση του Ξενοφώντα για τις επόμενες ενέργειες του στρατεύματος

Ενώ το στράτευμα των Μυρίων βρισκόταν στην περιοχή του αρχαίου Βυζαντίου, το εγκατέλειψαν πολλοί από τους αξιωματικούς και στρατιώτες του. Στο μεταξύ Σπαρτιάτης αρμοστής του Βυζαντίου τοποθετήθηκε ο Αρίσταρχος. Ο Ξενοφώντας και οι Μύριοι δέχτηκαν δελεαστικές προτάσεις από τον Σεύθη, που ήταν γιος του έκπτωτου βασιλιά των Μελανδιτών, Θυνών και Τρανιψών Θρακών. Ο Σεύθης, που είχε ήδη καταλάβει κάποιες περιοχές της Προποντίδας, θέλησε να ανακτήσει και τον θρόνο του πατέρα του και έκανε δελεαστικές προτάσεις στους Έλληνες μισθοφόρους, για να του προσφέρουν τις υπηρεσίες τους.

[7.3.1] Ἀκούσαντες ταῦτα καὶ δεξιὰς δόντες καὶ λαβόντες ἀπή-
λαυνον· καὶ πρὸ ἡμέρας ἐγένοντο ἐπὶ στρατοπέδῳ καὶ
ἀπήγγειλαν ἕκαστοι τοῖς πέμψασιν. [7.3.2] ἐπεὶ δὲ ἡμέρα ἐγένετο,
ὁ μὲν Ἀρίσταρχος πάλιν ἐκάλει τοὺς στρατηγούς· τοῖς δ’
ἔδοξε τὴν μὲν πρὸς Ἀρίσταρχον ὁδὸν ἐᾶσαι, τὸ δὲ στρά-
τευμα συγκαλέσαι. καὶ συνῆλθον πάντες πλὴν οἱ Νέωνος·
οὗτοι δὲ ἀπεῖχον ὡς δέκα στάδια. [7.3.3] ἐπεὶ δὲ συνῆλθον, ἀναστὰς
Ξενοφῶν εἶπε τάδε. Ἄνδρες, διαπλεῖν μὲν ἔνθα βουλόμεθα
Ἀρίσταρχος τριήρεις ἔχων κωλύει· ὥστε εἰς πλοῖα οὐκ
ἀσφαλὲς ἐμβαίνειν· οὗτος δὲ αὑτὸς κελεύει εἰς Χερρόνησον
βίᾳ διὰ τοῦ ἱεροῦ ὄρους πορεύεσθαι· ἢν δὲ κρατήσαντες
τούτου ἐκεῖσε ἔλθωμεν, οὔτε πωλήσειν ἔτι ὑμᾶς φησιν
ὥσπερ ἐν Βυζαντίῳ, οὔτε ἐξαπατήσεσθαι ἔτι ὑμᾶς, ἀλλὰ
λήψεσθαι μισθόν, οὔτε περιόψεσθαι ἔτι ὥσπερ νυνὶ δεο-
μένους τῶν ἐπιτηδείων. [7.3.4] οὗτος μὲν ταῦτα λέγει· Σεύθης
δέ φησιν, ἂν πρὸς ἐκεῖνον ἴητε, εὖ ποιήσειν ὑμᾶς. νῦν οὖν
σκέψασθε πότερον ἐνθάδε μένοντες τοῦτο βουλεύσεσθε ἢ
εἰς τὰ ἐπιτήδεια ἐπανελθόντες. [7.3.5] ἐμοὶ μὲν οὖν δοκεῖ, ἐπεὶ
ἐνθάδε οὔτε ἀργύριον ἔχομεν ὥστε ἀγοράζειν οὔτε ἄνευ
ἀργυρίου ἐῶσι λαμβάνειν, ἐπανελθόντας εἰς τὰς κώμας ὅθεν
οἱ ἥττους ἐῶσι λαμβάνειν, ἐκεῖ ἔχοντας τὰ ἐπιτήδεια ἀκού-
οντας ὅ τι τις ἡμῶν δεῖται, αἱρεῖσθαι ὅ τι ἂν ἡμῖν δοκῇ κρά-
τιστον εἶναι. [7.3.6] καὶ ὅτῳ γε, ἔφη, ταῦτα δοκεῖ, ἀράτω τὴν χεῖρα.
ἀνέτειναν ἅπαντες. Ἀπιόντες τοίνυν, ἔφη, συσκευάζεσθε,
καὶ ἐπειδὰν παραγγέλλῃ τις, ἕπεσθε τῷ ἡγουμένῳ.

***
Αφού ήκουσαν ταύτα ο Ξενοφών, οι στρατηγοί και οι λοχαγοί και αφού ούτω έκλεισαν αναμεταξύ των συμφωνίας, ανεχώρησαν. Και, πριν ακόμη ξημερώση, ήλθαν εις το (παρά την Πέρινθον) στρατόπεδον και ανήγγειλεν ο καθένας εις τους αποστείλαντες αυτούς τα συναμολογηθέντα.

Αφού δ' εξημέρωσεν, ο μεν Αρίσταρχος προσεκάλει και πάλιν τους στρατηγούς και λοχαγούς. Ούτοι όμως απεφάσισαν την μεν προς τον Αρίσταρχον οδόν ν' αφήσουν, να συγκαλέσουν δε το στράτευμα. Και συνήλθαν όλοι, εκτός των περί τον Νέωνα, οίτινες ήσαν μακράν των δέκα περίπου στάδια.

Αφού δε συνηθροίσθησαν, εγερθείς ο Ξενοφών είπε τα εξής: «Ω άνδρες, να διαβιβασθώμεν μεν όπου θέλομεν, μας εμποδίζει με τας τριήρεις του ο Αρίσταρχος. Ώστε δεν είναι ακίνδυνον να εισέλθωμεν εις πλοία. Αυτός δε ο ίδιος (Αρίσταρχος) μας διατάσσει να υπάγωμεν εις την Χερρόνησον διά του Ιερού όρους, χωρίς να θέλωμεν. Εάν δε, κατισχύοντες των εκ του όρους τούτου κινδύνων και δυσχερειών, έλθωμεν εις την Χερρόνησον, σας υπόσχεται ότι ούτε θα σας πωλήση πλέον (ως δούλους), όπως έπραξεν εις το Βυζάντιον, ούτε θα σας εξαπατήση, αλλ' έκαστος θα λάβη τον μισθόν του, ούτε θ' αμελήση πλέον περί της διατροφής σας καθώς τώρα, ότε τόσην έχετε ανάγκην των προς συντήρησίν σας αναγκαίων.

»Και ούτος μεν τοιαύτα λέγει. Ο δε Σεύθης (εξάλλου), υπόσχεται ότι, αν υπάγετε εις αυτόν, θα σας ευεργετήση. Σκεφθήτε, λοιπόν, τώρα αν θ' αποφασίσετε περί του ζητήματος αυτού μένοντες εδώ ή επιστρέφοντες εκεί όπου έχετε τα προς συντήρησίν σας.

»Εγώ μεν, λοιπόν, φρονώ ότι, επειδή ούτε χρήματα έχομεν, διά ν' αγοράσωμεν τροφάς, ούτε χωρίς χρήματα μας επιτρέπουν να λάβωμεν, ότι πρέπει να επανέλθωμεν εις τας (περί το Βυζάντιον) κώμας, όπου δεν θα μας εμποδίσουν οι κάτοικοι, ως ασθενέστεροι ημών, να προμηθευθώμεν τοιαύτας, και όπου, έχοντες πλέον τα προς συντήρησίν μας, ενήμεροι δε όντες των αναγκών εκάστου, δυνάμεθα να εκλέξωμεν ό,τι (εκ των δύο) ηθέλαμεν κρίνη ως καλλίτερον.

»Και όστις εξ υμών ―προσέθηκεν― εγκρίνει ό,τι προτείνω, ας υψώση την χείρα». Πάντες δε την ύψωσαν. «Απέλθετε, λοιπόν ―είπε― και συλλέξατε τας αποσκευάς σας, και, όταν σας ειδοποιήσουν, ακολουθείτε εκείνον που θα γείνη οδηγός σας» («τον ηγούμενον»).

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου