ΙΣΟΚΡ 18.27–32
Η σημασία της τήρησης των συνθηκών
Ο Καλλίμαχος οδήγησε τον ομιλητή στα δικαστήρια, διεκδικώντας τα χρήματά του, που είχαν δημευθεί κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης των Δέκα (οι οποίοι ανέλαβαν την εξουσία μετά τους Τριάκοντα και πριν την αποκατάσταση της αθηναϊκής δημοκρατίας). Ο ομιλητής από την αρχή του λόγου του επιδίωξε να αποδείξει ότι ο ίδιος δεν ήταν υπεύθυνος της δήμευσης και ότι για το θέμα είχε προηγηθεί διαιτησία και συμβιβασμός μεταξύ τους. Κάλεσε, λοιπόν, τους δικαστές να σεβαστούν τo πνεύμα και τους στόχους της αμνηστίας του 403 π.Χ. και να μην ικανοποιούν τα αιτήματα όσων μνησικακώντας συνέχιζαν να εγείρουν αξιώσεις για τα γεγονότα της περιόδου πριν από την αποκατάσταση της δημοκρατίας. Ακολουθεί απόσπασμα από την πίστιν του λόγου.
[27] Ἐνθυμεῖσθε δ’ ὅτι περὶ τῶν μεγίστων ἥκετε δικά-
σοντες· περὶ γὰρ συνθηκῶν τὴν ψῆφον οἴσετε, ἃς οὐδὲ
πώποτ’ οὔθ’ ὑμῖν πρὸς ἑτέρους οὔτ’ ἄλλοις πρὸς ὑμᾶς
ἐλυσιτέλησε παραβῆναι, τοσαύτην δ’ ἔχουσι δύναμιν ὥστε
τὰ πλεῖστα τοῦ βίου καὶ τοῖς Ἕλλησι καὶ τοῖς βαρβάροις
διὰ συνθηκῶν εἶναι. [28] ταύταις γὰρ πιστεύοντες ὡς
ἀλλήλους ἀφικνούμεθα καὶ ποριζόμεθα ὧν ἕκαστοι τυγχάνο-
μεν δεόμενοι· μετὰ τούτων καὶ τὰ συμβόλαια τὰ πρὸς ἡμᾶς
αὐτοὺς ποιούμεθα καὶ τὰς ἰδίας ἔχθρας καὶ τοὺς κοινοὺς
πολέμους διαλυόμεθα· τούτῳ μόνῳ κοινῷ πάντες ἄνθρωποι
διατελοῦμεν χρώμενοι. ὥσθ’ ἅπασι μὲν προσήκει βοηθεῖν
αὐταῖς, μάλιστα δ’ ὑμῖν.
[29] Ὑπόγυιον γάρ ἐστιν, ἐξ οὗ καταπολεμηθέντες,
ἐπὶ τοῖς ἐχθροῖς γενόμενοι, πολλῶν ἐπιθυμησάντων δια-
φθεῖραι τὴν πόλιν, εἰς ὅρκους καὶ συνθήκας κατεφεύγομεν,
ἃς εἰ Λακεδαιμόνιοι τολμῷεν παραβαίνειν, σφόδρ’ ἂν ἕκα-
στος ὑμῶν ἀγανακτήσειεν. [30] καίτοι πῶς οἷόν τ’ ἐστὶν
ἑτέρων κατηγορεῖν οἷς αὐτός τις ἔνοχός ἐστιν; τῷ δ’ ἂν δό-
ξαιμεν ἀδικεῖσθαι παρὰ τὰς συνθήκας κακῶς πάσχοντες,
εἰ μηδ’ αὐτοὶ φαινοίμεθ’ αὐτὰς περὶ πολλοῦ ποιούμενοι;
τίνας δὲ πίστεις πρὸς τοὺς ἄλλους εὑρήσομεν, εἰ τὰς πρὸς
ἡμᾶς αὐτοὺς γεγενημένας οὕτως εἰκῇ λύσομεν; [31] ἄξιον
δὲ καὶ τῶνδε μνησθῆναι, διότι πολλῶν καὶ καλῶν τοῖς προ-
γόνοις ἐν τῷ πολέμῳ πεπραγμένων οὐχ ἥκισθ’ ἡ πόλις ἐκ
τούτων τῶν διαλλαγῶν εὐδοκίμησεν. πρὸς μὲν γὰρ τὸν
πόλεμον πολλαὶ πόλεις ἂν εὑρεθεῖεν καλῶς ἠγωνισμέναι,
περὶ δὲ στάσεως οὐκ ἔστιν ἣν ἄν τις ἐπιδείξειεν ἄμεινον τῆς
ἡμετέρας βεβουλευμένην. [32] ἔτι δὲ τῶν μὲν τοιούτων
ἔργων, ὅσα μετὰ κινδύνων πέπρακται, τὸ πλεῖστον ἄν τις
μέρος τῇ τύχῃ μεταδοίη· τῆς δ’ εἰς ἡμᾶς αὐτοὺς μετριότητος
οὐδεὶς ἂν ἄλλ’ ἢ τὴν ἡμετέραν γνώμην αἰτιάσαιτο. ὥστ’
οὐκ ἄξιον προδότας ταύτης τῆς δόξης γενέσθαι.
***
Σκεφθήτε δε ότι έχετε έλθει διά να δικάσετε περί σπουδαιοτάτων ζητημάτων· θα αποφασίσετε περί συμφωνιών, τας οποίας ουδείς ποτέ έως τώρα έκρινεν ωφέλιμον να παραβή, συμφωνίας δηλαδή ιδικάς σας προς άλλους ή άλλων προς σας, τοσαύτην δε έχουν δύναμιν ώστε αι περισσότεραι των πράξεων της ζωής διά τους Έλληνας και τους βαρβάρους να γίνωνται διά συμφωνιών. Διότι έχοντες εμπιστοσύνην εις αυτάς, ερχόμεθα προς αλλήλους και προμηθευόμεθα εκείνα, των οποίων έχομεν ανάγκην· στηριζόμενοι εις αυτάς συνάπτομεν τας αναμεταξύ μας συμβάσεις (συμβόλαια) και καταπαύομεν τας ατομικάς μας διαφοράς και τους κοινούς πολέμους· μόνον τον κοινόν τούτον θεσμόν όλοι οι άνθρωποι διαρκώς μεταχειριζόμεθα. Ώστε αι συμφωνίαι πρέπει να είναι σεβασταί από όλους και προ πάντων από σας.
Σκεφθήτε δε ότι έχετε έλθει διά να δικάσετε περί σπουδαιοτάτων ζητημάτων· θα αποφασίσετε περί συμφωνιών, τας οποίας ουδείς ποτέ έως τώρα έκρινεν ωφέλιμον να παραβή, συμφωνίας δηλαδή ιδικάς σας προς άλλους ή άλλων προς σας, τοσαύτην δε έχουν δύναμιν ώστε αι περισσότεραι των πράξεων της ζωής διά τους Έλληνας και τους βαρβάρους να γίνωνται διά συμφωνιών. Διότι έχοντες εμπιστοσύνην εις αυτάς, ερχόμεθα προς αλλήλους και προμηθευόμεθα εκείνα, των οποίων έχομεν ανάγκην· στηριζόμενοι εις αυτάς συνάπτομεν τας αναμεταξύ μας συμβάσεις (συμβόλαια) και καταπαύομεν τας ατομικάς μας διαφοράς και τους κοινούς πολέμους· μόνον τον κοινόν τούτον θεσμόν όλοι οι άνθρωποι διαρκώς μεταχειριζόμεθα. Ώστε αι συμφωνίαι πρέπει να είναι σεβασταί από όλους και προ πάντων από σας.
Είναι πράγματι πρόσφατον, ότε, νικηθέντες και ευρισκόμενοι εις την διάθεσιν των εχθρών, πολλοί ήθελον να καταστρέψουν την πόλιν, κατεφύγομεν εις τους όρκους και τας συμφωνίας, τας οποίας, εάν ετόλμων οι Λακεδαιμόνιοι να παραβαίνουν, πάρα πολύ θα ηγανάκτει κατ' αυτών κάθε ένας από σας. Λοιπόν πώς είναι δυνατόν να κατηγορή τις τους άλλους διά παραπτώματα διά τα οποία αυτός ο ίδιος είναι ένοχος; Εις ποίον δε ηθέλομεν φανή ότι αδικούμεθα, κακοπαθούντες παρά τας συμφωνίας, εάν ουδέ ημείς οι ίδιοι φαινώμεθα ότι τας σεβόμεθα; Ποία δε εχέγγυα θα εύρωμεν διά τους άλλους, όταν ημείς καταστρέφωμεν τόσον ασυλλόγιστα τας αναμεταξύ μας συμφωνίας; Αξίζει δε να υπενθυμίσωμεν τας συμφωνίας ταύτας, διότι, αν πρόγονοί μας επετέλεσαν κατά τον πόλεμον μεγάλα κατορθώματα, η πόλις μας απέκτησεν ουχί μικροτέραν δόξαν διά της συμφωνίας ταύτης περί συμφιλιώσεως. Πράγματι θα εύρη τις πολλάς πόλεις, αι οποίαι εις τον πόλεμον έχουν καλώς αγωνισθή, αλλ' όσον αφορά τας εμφυλίους έριδας, δεν θα ηδύνατο τις να εύρη άλλην πόλιν, η οποία εσκέφθη καλύτερα από την ιδικήν μας. Προσέτι το περισσότερον μεν μέρος των τοιούτων έργων, τα οποία έχουν γίνει μετά κινδύνων, δύναται τις να αποδώση εις την τύχην, αλλά διά την προς αλλήλους μετριοπάθειαν ουδείς ήθελε δυνηθή να εύρη άλλην αιτίαν παρά την σύνεσίν μας. Ώστε δεν πρέπει να γίνωμεν προδόται της τοιαύτης υπολήψεώς μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου