Τρίτη 9 Μαρτίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΜΕΝΑΝΔΡΟΣ - Δύσκολος (620-638)

620 ΣΙΜ. τίς ἂν βοηθήσειεν; ὢ τάλαιν᾽ ἐγώ.
τίς ἂν βοηθήσειεν; ΣΙΚ. Ἡράκλεις ἄναξ,
ἐάσαθ᾽ ἡμᾶς πρὸς θεῶν καὶ δαιμόνων
σπονδὰς ποῆσαι. λοιδορεῖσθε, τύπτετε·
οἰμώζετ᾽· ὢ τῆς οἰκίας τῆς ἐκτόπου.
625 (ΣΙΜ.) ὁ δεσπότης ἐν τῷ φρέατι. ΣΙΚ. πῶς; (ΣΙΜ.) ὅπως;
ἵνα τὴν δίκελλαν ἐξέλοι καὶ τὸν κάδον,
κατέβαινε, κᾆτ᾽ ὤλισθ᾽ ἄνωθεν, ὥστε καὶ
πέπτωκεν. (ΣΙΚ.) οὐ γὰρ ὁ χαλεπὸς γέρων σφόδρα;
‹ΣΙΜ.› οὗτος. ‹ΣΙΚ.› καλά γ᾽ ἐπόησε νὴ τὸν Οὐρανόν.
630 ὦ φιλτάτη γραῦ, νῦν σὸν ἔργον ἐστί. (ΣΙΜ.) πῶς;
(ΣΙΚ.) ὅλμον τιν᾽ ἢ λίθον τιν᾽ ἢ τοιοῦτό τι
ἄνωθεν ἔνσεισον λαβοῦσα. (ΣΙΜ.) φίλτατε
κατάβα. ‹ΣΙΚ.› Πόσειδον, ἵνα τὸ τοῦ λόγου πάθω,
ἐν τῷ φρέατι κυνὶ μάχωμαι; μηδαμῶς.
635 (ΣΙΜ.) ὦ Γοργία, ποῦ γῆς ποτ᾽ εἶ; (ΓΟ.) ποῦ γῆς ἐγώ;
τί ἐστί, Σιμίχη; (ΣΙΜ.) τί γάρ; πάλιν λέγω·
ὁ δεσπότης ἐν τῷ φρέατι. ΓΟ. Σώστρατε,
ἔξελθε δεῦρ᾽· ἡγοῦ, βάδιζ᾽ εἴσω ταχύ.

***
Η Σιμίκη βγαίνει από το σπίτι του Κνήμωνα αναστατωμένη.
620ΣΙΜ. Αχ, συφορά μου, ποιός θα μας βοηθήσει;
Ποιός θα βοηθήσει; ΣΙΚ. (βγαίνοντας από το ιερό) Θεέ μου, τί ᾽ναι τούτα;
Στ᾽ όνομα των θεών και των δαιμόνων,
αφήστε πια να γίνουν οι σπονδές μας.
Όλο χτυπάτε, βρίζετε, βογκάτε·
τι σπίτι ανοικονόμητο! ΣΙΜ. Ο αφέντης
μες στο πηγάδι. ΣΙΚ. Πώς; ΣΙΜ. Τί πώς; Νά, πήγε
να κατεβεί, να βγάλει το δικέλλι
και τον κουβά, και γλίστρησε από πάνω
κι έπεσε. ΣΙΚ. Ποιός; Ο γέρος; Ο γρινιάρης;
ΣΙΜ. Ναι. ΣΙΚ. Μά τον Ουρανό, καλά να πάθει.
630Και τώρα, αγαπητή μου γριούλα, πια είναι
δουλειά δικιά σου. ΣΙΜ. Δηλαδή; ΣΙΚ. Νά, πάρε
μια κοτρόνα, μια πέτρα, κάτι τέτοιο,
και ρίξ᾽ του το από πάνω. ΣΙΜ. Αγαπητέ μου,
κατέβα. ΣΙΚ. Τί μου λες, καλέ; Να πάθω
αυτό που λέει ο μύθος; Να παλεύω
με σκύλο στο πηγάδι; Δεν το κάνω.
ΣΙΜ. (δυνατά) Γοργία μου; Πού να βρίσκεσαι; Γοργία!
Ο Γοργίας, ακούοντας τις φωνές, βγαίνει από το ιερό.
ΓΟΡ. Για με ρωτούν πού βρίσκομαι; Σιμίκη,
τί τρέχει; ΣΙΜ. Τί; Ρωτάς; Το ξαναλέω ·
έπεσ᾽ ο αφέντης μέσα στο πηγάδι.
ΓΟΡ. (δυνατά) Σώστρατε, γρήγορα έξω. (Στη Σιμίκη.) Αμέσως μέσα.
Τη σπρώχνει μέσα στο σπίτι και την ακολουθούν
ευθύς αυτός και ο Σώστρατος.

Ιστορία της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας: Πώς άλλαξε η αρχαία Ελληνική γλώσσα

10.2 Τί ρόλο παίζει στη γλωσσική αλλαγή η γεωγραφική εξάπλωση της χρήσης μιας γλώσσας;

Στη γλωσσική αλλαγή παίζει σημαντικό ρόλο και ένας άλλος παράγοντας. Η εξάπλωση της χρήσης μιας γλώσσας σε έναν πολύ ευρύ γεωγραφικό χώρο και σε αλλόγλωσσους ομιλητές. 

Όπως έχουμε ήδη πει, η αττική διάλεκτος (δηλαδή η διάλεκτος της σημαντικότερης πόλης-κράτους της αρχαίας Ελλάδας, της Αθήνας) υιοθετήθηκε από τους Μακεδόνες βασιλιάδες και μεταφέρθηκε με τις κατακτήσεις του Μ. Αλεξάνδρου στα πέρατα του τότε γνωστού κόσμου, μέχρι τις Ινδίες. 

Έτσι, γεννήθηκε για πρώτη φορά, με βάση την αττική διάλεκτο, μια κοινή ελληνική γλώσσα, αυτή που και οι ίδιοι οι αρχαίοι ονόμαζαν «κοινή».

Ο σασμός της αιώνιας αγάπης

Ο έρωτας είναι το συναίσθημα της ολικής αναγέννησης. Μπορούμε να ερωτευτούμε με ένα βλέμμα και η αγάπη μας να ανθίζει για πάντα.

Κάθε μέρος έχει τα δικά του ήθη, έθιμα, νοοτροπίες αλλά και ιδεολογίες.

Ο θεσμός του σασμού

Στην Κρήτη υπάρχει ο ιδιαίτερος θεσμός του σασμού, σύμφωνα με τον οποίο όταν υπάρξει μία διαφορά, μία φιλονικία ή μία σύγκρουση μεταξύ των μελών κάποιων οικογενειών και υπάρχει κίνδυνος να εξελιχθεί σε βεντέτα τότε παρεμβαίνουν κάποιοι άνθρωποι οι οποίοι χαίρουν του σεβασμού και της εκτιμήσεως όλων και προσπαθούν πολλές φορές με το να συνάπτουν κουμπαριές ή και γάμους να φέρουν σε επικοινωνία τις οικογένειες αυτές.

Έτσι θα μπορέσουν να πετύχουν την αρμονική συνύπαρξη των οικογενειών και να αποτρέψουν τα χειρότερα.

Συμβίωση

Σε αυτό το άρθρο θα μελετήσουμε κατά πόσο είναι εύκολο δύο άνθρωποι να συμβιώσουν μαζί και να μπορούν να επιλύουν από κοινού τις διαφορές τους, να κάνουν δηλαδή τις διαφορές τους ουσιαστικά εμπλουτισμό της σχέσης τους και να μην τους οδηγούν σε αψιμαχίες ή τσακωμούς. Οι αψιμαχίες καταρρακώνουν την αρμονική συμβίωση και συνύπαρξη και οδηγούν στην καταρράκωση της σχέσης των ζευγαριών.

Πολύ σημαντικό κλειδί για να πετύχουμε την πραγματική αγαπητική ένωση των ζευγαριών, δηλαδή την ένωση – σασμό της αγάπης είναι να αισθάνεται πραγματικά το ζευγάρι ότι ο ένας στο πρόσωπο του άλλου έχει βρει έναν άνθρωπο που τον καταλαβαίνει, τον αγαπά πραγματικά και επίσης να αισθάνεται ευγνωμοσύνη για αυτό που του προσφέρει ο σύντροφος στη σχέση και στη ζωή του γενικά.

Ευγνωμοσύνη

Η ευγνωμοσύνη είναι το κλειδί της χαράς, το γάργαρο νερό που δροσίζε το ζευγάρι με το νέκταρ της αγάπης. Όταν αισθανόμαστε ευγνωμοσύνη για αυτό που μας προσφέρει ο άλλος τότε πραγματικά ο εγωϊσμός μας μειώνεται καθώς επίσης και οι προσδοκίες που έχουμε και απολαμβάνουμε τη σχέση στο εδώ και τώρα.

Μπορούμε δηλαδή να ζήσουμε τη στιγμή χωρίς να έχουμε απαιτήσεις και υπερβολικά κριτήρια στα οποία πρέπει ο άλλος οφείλει να ανταποκριθεί και καταλήγουν να τον καταπιέζουν.

Συνεξάρτηση

Επόμενος αποτελεσματικός τρόπος αρμονικής συνύπαρξης των ζευγαριών αλλά και σύνδεσής τους είναι το ζευγάρι να αισθάνεται ένα σώμα και μία ψυχή, μία ενότητα και να έχουν πάντα πυξίδα τους τον αμοιβαίο σεβασμό, την ενεργητική ακρόαση και τον διάλογο.

Είναι πολύ σημαντικό να τονίσουμε ότι δεν μιλάμε για συνεξάρτηση, δεν μιλάμε δηλαδή για μία σχέση στην οποία ο ένας εξαρτάται από τον άλλον ή ταυτίζεται με το σύντροφό του και δεν έχει την προσωπική του ζωή, τις προσωπικές του επιδιώξεις ή στόχους.

Αυτό είναι μία τοξική κατάσταση και δεν ωφελεί τη σχέση. Εννοούμε την ψυχοσωματική ένωση που σχετίζεται με την πεποίθηση που καλλιεργείται στο ζευγάρι ότι μαζί πορευόμαστε στη ζωή.

Αυτό σημαίνει ότι το ζευγάρι καλλιεργεί την ψυχική του ανθεκτικότητα σε καθετί που έρχεται να διαταράξει την ισορροπία του.

Όταν το ζευγάρι χρησιμοποιεί το διάλογο, το σεβασμό, την άνευ όρων αποδοχή και αισθάνεται ότι είναι ενωμένο αγαπητικά και θα αντιμετωπίσει το καθετί από κοινού τότε πραγματικά δεν έχει τίποτα να φοβηθεί. Όταν όμως ο καθένας αισθάνεται μοναξιά ακόμα και στη σχέση τότε πραγματικά οι καρδιές των συντρόφων δεν έχουν συναντηθεί ακόμη και αν συμβιώνουν.

Αρμονική συμβίωση

Επιπρόσθετα, είναι εποικοδομητικό να τονίσουμε ότι όταν τα ζευγάρια πραγματικά αγαπούν ο ένας τον άλλον συντονίζεται ο παλμός της καρδιάς τους και ο ένας στο πρόσωπο του άλλου βλέπει το φως και το νέκταρ της ζωής. Επόμενος τρόπος σύνδεσης και αρμονικής συνύπαρξης των ζευγαριών είναι οι σύντροφοι να είναι σε θέση να κάνουν ο καθένας την υπέρβαση για τον άλλον υπό την έννοια ότι ο έρωτας είναι ένα συναίσθημα το οποίο είναι εξελίξιμο.

Ερωτευόμαστε έναν άνθρωπο, ενθουσιαζόμαστε όμως και κατά τη διάρκεια της σχέσης χρειάζεται να φροντίσουν αυτό το συναίσθημα για να παραμείνει ζωντανό και ανθηρό.

Η σχέση χρειάζεται διαρκή φροντίδα

Δεν είναι δυνατόν να νομίζουμε ότι ο έρωτας θα παραμείνει χωρίς οι σύντροφοι να φροντίσουν για αυτό. Έτσι λοιπόν είναι πολύ σημαντικό όπως στην αρχή της σχέσης υπάρχει ενθουσιασμός και χαρά για το πρόσωπο που επιθυμούμε να γνωρίσουμε και να συνδεθούμε μαζί του αυτό το συναίσθημα να μεριμνήσουμε με πολύ όμορφους τρόπους και στην πορεία να το διατηρήσουμε.

Για παράδειγμα το ζευγάρι μπορεί να κανονίσει να πάει μία εκδρομή, έναν περίπατο ή να δειπνήσει μαζί. Καλό είναι όμως να μην έχει περισπασμούς από επαγγελματικές υποχρεώσεις, από το οικογενειακό περιβάλλον αλλά να φροντίσει πραγματικά να συνδεθεί ένας με τον άλλον, να επικοινωνήσει, να ακούσει ο ένας τον άλλον τα προβλήματά του, τα όνειρά του, τους στόχους του.

Το δώρο της συντροφικότητας

Ο ένας σύντροφος κρατώντας το χέρι του ανθρώπου που αγαπά κρατά τον παλμό της ψυχής του. Συμπερασματικά, η συντροφικότητα είναι θείο δώρο. Για να μπορέσει όμως το κάθε ζευγάρι να απολαύσει τη χαρά της συντροφικότητας και να νιώσει το μοναδικό συναίσθημα της αγάπης και του έρωτα χρειάζεται να είναι ενωμένο με πηγαία αγάπη και αυθεντική ειλικρίνεια.

Βεβαίως και ο καθένας έχει τη δική του προσωπικότητα, τα δικά του μοναδικά και ξεχωριστά ταλέντα αλλά όταν αισθάνεσαι ότι στο πρόσωπο του ανθρώπου που αγαπάς βλέπεις το φως και τον ήλιο που λάμπει στη ζωή σου τότε σίγουρα γεμίζεις ευγνωμοσύνη. Το αποτέλεσμα είναι η σχέση να προοδεύει και να ανθίζει όπως ένα πανέμορφο λουλούδι.

Πόση αγάπη περισσεύει για τους άλλους;

Πόση αγάπη περισσεύει για τους άλλους όταν αγαπάμε υπερβολικά τον εαυτό μας; Ναρκισσισμός, λίμπιντο, ναρκισσιστικές νευρώσεις, μελαγχολία και διάφορες παράνοιες... Πέντε διαφορετικές κατηγορίες και – όμως – είναι δυνατό να ενώνονται, να συμπληρώνονται και να γεννά η μία την άλλη.

Αντί να γίνω τετριμμένος στην προσπάθειά μου να εξηγήσω το έργο του Σ. Φρόυντ ας προσπαθήσω να το κάνω περισσότερο προσιτό μέσα από την παρακάτω, φανταστική, ιστορία...

Κάποτε, σε έναν μακρινό τόπο ζούσε ένας νέος (απροσδιόριστης ηλικίας) ο οποίος αναζητούσε, διακαώς, τον έρωτα. Για αυτόν – όπως και για κάθε άνθρωπο, εξάλλου – ο έρωτας ήταν από τις πιο σημαντικές υποθέσεις σε τούτη τη ζωή• ίσως η σημαντικότερη! Σκεφτόταν δε, ότι η έκφραση του έρωτα μέσα από την σωματική εφαρμογή της ήταν η απόλυτη πράξη αλτρουισμού... το νήμα, η κλωστή – αν θέλετε – που υπερέβαινε τον ατομικό εαυτό και ένωνε ολόκληρο το ανθρώπινο είδος, ράβοντάς το μαζί.

Αν και ανά τους καιρούς έβρισκε υγιείς τρόπους να ικανοποιήσει την ανάγκη του καταλάβαινε ότι αυτό δεν του φτάνει. Μη μπορώντας να βρει μόνιμη λύση, λοιπόν, στον τόπο του ξεκίνησε για ένα μακρύ ταξίδι. Αν και είχε φύγει επανειλημμένως στο παρελθόν κάθε φορά που το έκανε, το ταξίδι του αποκτούσε άλλη "χροιά". Του έμοιαζε διαφορετικό.

Αυτή τη φορά, ακολούθησε ένα δρόμο που μέχρι στιγμής δεν είχε ακολουθήσει ξανά. Ο δρόμος κατέληξε σε έναν λαβύρινθο στον οποίο ο νεαρός της ιστορίας μας αποφάσισε να εισέλθει. Το περιβάλλον του λαβυρίνθου ήταν σκοτεινό ενώ σε πολλά σημεία υπήρχε τόση υγρασία που η θερμοκρασία άλλαζε απότομα! Έχοντας χάσει τον υπολογισμό για το πόσες μέρες ήταν στο λαβύρινθο ο νεαρός μας άρχισε να διατρέχεται από σκέψεις. Εκείνες, προσανατολίζονταν γύρω από τις προηγούμενες ερωτικές του σχέσεις υπενθυμίζοντας πότε τα καλά και πότε τα κακά αλλά αφήνοντάς του πάντα ένα αίσθημα ενοχής. Συχνά αναλογιζόταν και τους φίλους του από τον τόπο του και σκεφτόταν πως αν δεν τον ένοιαζαν τόσο αυτοί ίσως να είχε φύγει νωρίτερα για το ταξίδι της αναζήτησής του.

Έχοντας στο ταξίδι αρκετό – αλλά απροσδιόριστο – καιρό και απέχοντας από οποιαδήποτε γοητευτική γυναικεία παρουσία, άρχισε να τον διακατέχει ένα άγχος! Ένιωθε ότι σε κάθε κίνησή του κάποιος τον ακολουθεί. Μάλιστα όταν ο ίδιος επιτάχυνε μπορούσε, πραγματικά, να ακούσει τα βήματα του άλλου πίσω του να επιταχύνουν επίσης! Στην αρχή σκέφτηκε να μη δώσει σημασία και να συνεχίζει στο ίδιο βήμα αλλά σύντομα ο εαυτός του τον ανάγκασε να τρέξει. Μάταια, όμως, καθώς κατάλαβε ότι δεν μπορούσε να ξεφύγει από το διώκτη του. Σκέφτηκε, τότε, να σταματήσει και να κρυφτεί σε κάποια γωνία του λαβυρίνθου με την ελπίδα ότι θα τον έχανε αλλά τίποτα...

Η αίσθηση ότι κάποιος ήταν πάντα πίσω του που τον εποφθαλμιούσε δεν έφευγε με τίποτα! Το μόνο καλό σε αυτή την ιστορία ήταν ότι από τη στιγμή που είχε πατήσει το πόδι του στο λαβύρινθο δεν ένιωθε κούραση. Ήταν γεμάτος με μία ενέργεια που τροφοδοτούσε όλα τα όργανα του σώματός του σε τέτοιο βαθμό που του ήταν αδύνατο να σταθεί ακίνητος. Αναλογιζόμενος τη θέση του άρχισε να ψάχνει τρόπους να κατανοήσει το γιατί κάποιος να τον κυνηγά... Γιατί αυτόν και όχι κάποιον άλλον;

Το ότι ήταν απολύτως μόνος του μέσα στον λαβύρινθο και δεν είχε άλλες παρουσίες να τον αποσπούν και να δαπανούν ενέργεια από τη σκέψη του τον οδήγησε σε μία μεγάλη συνειδητοποίηση... Τον κυνηγούσαν γιατί ήταν σπουδαίος! Εξάλλου για ποιον άλλο λόγο θα κυνηγούσε κανείς κάποιον εάν, αυτός, ο κάποιος δεν ήταν μεγάλη προσωπικότητα, συχνά αναρωτιόταν. Η διερώτηση, αυτή, ανά στιγμές – περιέργως – τον καθησύχαζε μα πάντα του υπενθύμιζε το άγχος του. Σιγά σιγά, πέρασε σε δεύτερες σκέψεις όπου άρχισε να φαντάζεται το πρόσωπο που τον κυνηγά. Ήταν ένας άντρας που γνώριζε, ένας φίλος του και – συγκεκριμένα – ο καλύτερός του φίλος!

Θυμόταν, μάλιστα, όλη τους τη διαδρομή κατά το μεγάλωμά τους μέχρι το σημείο της απροσδιόριστης ηλικίας που ήταν τώρα. Κάποτε, τον αγαπούσε με όλη του την καρδιά αλλά αυτό μετά από ένα γεγονός είχε αλλάξει. Πλέον, ο φίλος του ήταν ο μεγαλύτερος εχθρός του, ένας πολέμιος της ίδιας του της ύπαρξης και του εγώ του. Εκείνος έφταιγε για όλα όσα είχαν συμβεί στον πρωταγωνιστή μας, για το ότι δεν μπορούσε να βρει τον έρωτα που τον οδήγησε να φύγει από τον τόπο του, για τις κακοτυχίες της οικογένειάς του ακόμα και για τις κακοτυχίες του τόπου τους. Ο θυμός τον κυρίευε καθώς όλη η αγάπη που ένιωθε για εκείνον είχε μετατραπεί σε μίσος και το μίσος αυτό έκανε την ενέργεια του λαβυρίνθου που τον καθιστούσε αεικίνητο να εκλαμβάνεται ως αγωνία.

Μέσα σε αυτή την αγωνία, ο νεαρός μας ανέπτυξε μια φαντασία. Λέω φαντασία και όχι φαντασίωση γιατί αν και, αρχικά, έμοιαζε να εκπληρώνει τον πόθο του στο τέλος του γεννούσε πόνο. Σκεφτόταν, λοιπόν, ότι σκότωνε το φίλο του και αμέσως λύνονταν τα προβλήματά του. Όταν όμως έδινε τη χαριστική βολή, το χέρι του έπειτα έμοιαζε να ζυγίζει ένα τόνο και να πέφτει στα πλευρά του παραλυμένο! Τρομαγμένος από τις ίδιες του τις σκέψεις ο νεαρός μας άρχισε να θλίβεται. Πλέον, όλη η ζωή του τού έμοιαζε πως είχε αναλωθεί σε ανούσιες συναντήσεις, σε έρωτες που από την αρχή δεν θα έβγαζαν πουθενά και σε τετριμμένα δρώμενα. Πόσα πράγματα είχε απωθήσει... Πόσα θέλω του είχε καταπιέσει και πόσες φορές είχε απορριφθεί από τους άλλους από δικό του λάθος...

Όλη αυτή η ενέργεια που σχημάτιζε νοερά ένα χέρι που διατεινόταν ως τα θέλω του και τους άλλους σιγά σιγά άρχισε να λυγίζει. Επέστρεφε σε αυτόν άδειο και άτονο. Εκείνη τη στιγμή, έστριψε σε ένα σημείο του λαβυρίνθου και αντίκρυσε ένα καθρέφτη. Μην έχοντας καταλάβει, πλήρως, τι είναι αλλά και λόγω της περιορισμένης φωτεινότητας διέκρινε μόνο τον κατοπτρισμό του και όχι το πλαίσιο γύρω από αυτό. Το σκοτάδι έκανε το είδωλό του να εμφανίζεται αλλοιωμένο – σε τέτοιο βαθμό – που το πέρασε για άλλον! Σκέφτηκε πως αυτός είναι ο κάποιος που τον καταδιώκει και έπεσε επάνω του με λύσσα. Ο καθρέφτης θρυμματίστηκε αμέσως και ο νεαρός μας απέμεινε με τη μελαγχολία του επάνω από χίλια μικρά κομμάτια.

Οι επόμενες στιγμές, μέρες, χρόνια ή καιρός – δεν έχει σημασία – πέρασαν έχοντας μία ίδια απόχρωση. Το αποτέλεσμα όλου αυτού ήταν ο νεαρός της ιστορίας μας να χάσει το ενδιαφέρον του να βρει τη έξοδο στην άλλη πλευρά του λαβυρίνθου. Έτσι, τα μάζεψε και επέστρεψε πίσω. Βγαίνοντας από την είσοδο ένιωσε ελαφρώς διαφορετικός. Για αρχή, η ενέργεια της αεικινησίας είχε φύγει και πλέον ένιωθε εξαντλημένος. Έπειτα, ο εαυτός του του φαινόταν αλλιώτικος... Ομορφότερος, το δέρμα του ήταν σαν να έλαμπε για αυτόν και θεωρούσε το πνεύμα και το λέγειν του ανίκητα! Τόσο ανίκητα που αναπόφευκτα οδηγήθηκε στον προηγούμενο βίο του με ακόμα μεγαλύτερο πάθος.

Τα χρόνια του πέρασαν αναλωμένα σε καινοφανείς σχέσεις και σε διαρκείς συγκρούσεις με τον ίδιο του τον εαυτό και λίγο καιρό πριν κλείσουν είδε ένα όνειρο που φάνηκε να εξηγεί τη διαδρομή της ζωής του. Κατάλαβε πως αυτός που τον καταδίωκε ήταν ο εαυτός του που τον κριτίκαρε. Τον κριτίκαρε σε τέτοιο βαθμό με την ιδεώδικη υπόστασή του που του ήταν περισσότερο υποφερτό να τον φαντάζεται σαν κάποιον ξένο, έξω από αυτόν και το σώμα του. Ο καιρός που χωρίστηκε και θεωρήθηκε ξεχωριστή οντότητα ήταν ο καιρός που ακολούθησε τη ρήξη με τον φίλο του. Ο καιρός, δηλαδή, που ο εαυτός του ταπεινώθηκε και υπεβλήθη σε ένα σωρό διαταράξεις.

Κατάλαβε, επίσης, πως το είδωλο που θρυμμάτισε ήταν το εγώ του. Το εγώ του, που σε αυτό είχε επιστρέψει σαν το άδειο χέρι που διατεινόταν στους άλλους και πλέον έσφιγγε εκείνον. Η αντίθεση του να επιθυμεί την παρέα κάποιου και ταυτόχρονα να τον μισεί γιατί εκείνος τον απορρίπτει ζούσε μέσα του.

Τέλος, κατάλαβε πως ο ίδιος δεν ταξίδεψε σε κανέναν λαβύρινθο ποτέ του. Το εγώ του είχε ξεκινήσει το ταξίδι, αυτό, πολύ καιρό πριν όταν προσπάθησε να επενδυθεί κατάλληλα στις ρομαντικές σχέσεις αλλά αποτυγχάνοντας γύρισε και επενδύθηκε στον ίδιο. Το εγώ του ήταν που μπήκε μέσω του λαβυρίνθου στη διαδικασία αυτή αλλά απέτυχε και επέστρεψε στον ίδιο κάνοντάς τον – επί της ουσίας – να μην μπορεί να ερωτευτεί κανέναν άλλο παρά τον εαυτό του και να στερηθεί μιας ζωής πλήρων σχέσεων με άλλους.

Μου μοιάζει ο άνθρωπος μ' έναν ήλιο, που καίγεται από μόνος του

Στην γη είναι όλα παλιά.

Έχουν ειπωθεί όλα.

Εκείνο που σώνει τον άνθρωπο σε έναν βαθμό είναι η Τέχνη.

Και η Τέχνη γίνεται από μια μικρή κάστα ανθρώπων, είτε "διανοούμενων", είτε "λαϊκών", που την καθοδηγεί, την εκφράζει και τελικά την λυμαίνεται, με το πρόσχημα ότι αυτοί είναι που ξέρουν κι όλοι οι άλλοι είναι πρόβατα…

Για μένα όμως, δεν υπάρχει μεγαλύτερο έργο τέχνης από τον άνθρωπο που περπατάει ολομόναχος μέσα στον χρόνο, με οδυνηρές συγκρούσεις μέσα του.

Πράξη και όνειρο, ατομικό και κοινωνικό, άσπρο και μαύρο.

Μου μοιάζει ο άνθρωπος με έναν ήλιο, που καίγεται από μόνος του.

Και η Τέχνη σαν άρρωστος και γιατρός μαζί.

Τέχνη σημαίνει έρωτας.

Κι ο έρωτας είναι δικαίωμα όλων των ανθρώπων.

Έρωτας σημαίνει ν’ αγαπήσεις παράφορα τον στραπατσαρισμένο εαυτό σου, γιατί μονάχα έτσι θ’ αγαπήσεις και τον δίπλα σου.

Και έρωτας είναι η επιθυμία.

Επιθυμία για ζωή, για τραγούδια, για σένα και για όλους.

Και είναι η επιθυμία τέχνη επαναστατική με την αλήθεια του όρου, γιατί δε σηκώνει «επιτρέπεται» και «απαγορεύεται».

Για μένα δεν υπάρχει μεγαλύτερο έργο τέχνης απ’ τον άνθρωπο, που περπατάει ολομόναχος μέσα στο χρόνο με οδυνηρές συγκρούσεις μέσα του.

Σε τι διαφέρουν οι υγιείς από τις προβληματικές σχέσεις

Η βάση μιας υγιούς σχέσης είναι η ειλικρίνεια. Σε αντίθετη περίπτωση, ο ένας προσπαθεί να χειραγωγήσει τον άλλο κι αυτό αποδεικνύεται καταστροφικό!

Αν κάποια στιγμή νιώσετε ότι κάποιος ενδιαφέρεται πραγματικά για σας, φροντίστε να εξετάσετε με προσοχή τις προθέσεις του, πριν επενδύσετε σε μία σχέση. Πολλές φορές, ο άνθρωπος που μας λέει ότι μας αγαπάει, στη πραγματικότητα είναι συναισθηματικά μπερδεμένος ή ανειλικρινής μαζί μας. Γι’ αυτό και είναι ωφέλιμο να αναλύσετε τις επιλογές σας όσο το δυνατόν περισσότερο, πριν καταλήξετε σε μια απόφαση. Η συντροφικότητα είναι ιδιαίτερα σημαντικός παράγοντας στη ζωή μας κι απαιτεί προσοχή και σκέψη!

1. Άλλο η δοτικότητα κι άλλο η ανταλλαγή

Καμία σχέση δεν πρόκειται να κρατήσει αν δε διέπεται από την αμέριστη δοτικότητα και των δύο συντρόφων. Πραγματική αγάπη είναι να δίνεις δίχως να περιμένεις αντάλλαγμα. Η ολοκλήρωση που νιώθεις όταν κάνεις κάτι τέτοιο, δε συγκρίνεται με κανένα αντίτιμο.

Όταν δύο άνθρωποι αγαπιούνται πραγματικά, η δοτικότητα είναι η βάση πάνω στην οποία χτίζουν τη σχέση τους. Υπάρχει εμπιστοσύνη κι αλληλοϋποστήριξη. Σε μια σωστή σχέση, δεν υπάρχει χώρος για αμφιβολία κι αμφισβήτηση.

Από την άλλη πλευρά, αν εσείς και ο σύντροφος σας συνεχώς ζητάτε κάποιου είδους επιβράβευση ή αντάλλαγμα για όσα δίνετε, υπάρχει πρόβλημα. Σε αυτή την περίπτωση, αυτό που έχετε μεταξύ σας κινδυνεύει να ναυαγήσει σύντομα και να καταλήξει σε μία σχέση που υπάρχει (αν θα υπάρχει) από ανάγκη και μόνο.

2. Άλλο η δεκτικότητα και άλλο το να θες ν' αλλάξεις το σύντροφο σου

Θέλει σκληρή δουλειά το “γνωριστούν” οι σύντροφοι σε μία σχέση. Απαιτεί υπομονή και χρόνο. Όταν όμως υπάρξει αλληλοαποδοχή, βγαίνει στην επιφάνεια η σοφία της συντροφικότητας. Μέσω της φροντίδας, ο ένας εμπνέει τον άλλο και εξελίσσονται ως άνθρωποι. Μαζί.

Αν αντί γι' αυτό υπάρχει η ανάγκη και η αγωνία να αλλάξει ο ένας τον άλλο, τότε η σχέση καταλήγει στην εκμετάλλευση Μην προσπαθείτε να κάνετε τον σύντροφο σας όπως τον φαντάζεστε και μη δέχεστε να σας πιέζουν για να γίνετε όπως θα σας ήθελαν. Αναζητήστε την αλληλοκατανόηση κι αυτό θα σας βοηθήσει και τους δύο.

3. Άλλο η επιθυμία κι άλλο η πίεση

Είναι λάθος να βασίζετε την επικοινωνία με το σύντροφο σας στο πως θα τον κάνετε να νιώσει τύψεις για να τον χειραγωγήσετε. Όταν ο άλλος νιώθει, εξαιτίας σας, συνέχεια υπόλογος θα απομακρυνθεί.

Από την άλλη πλευρά, δεν πρέπει ούτε εσείς να δέχεστε αντίστοιχη συμπεριφορά. Οι πρωτοβουλίες που παίρνει ένα ζευγάρι πρέπει να είναι ελεύθερες από πίεση. Να γίνονται από καθαρή επιθυμία. Για τη χαρά που θα πάρετε εσείς ή ο σύντροφος σας όταν δείτε τον ενθουσιασμό ο ένας στα μάτια του άλλου.

4. Άλλο η εχεμύθεια κι άλλο η έκθεση

Οι αδυναμίες του συντρόφου σας, τα πάθη και τα λάθη του παρελθόντος του, πρέπει να μείνουν επτασφράγιστα μυστικά. Γι' αυτό και πρέπει να τα κρατάτε μακριά από τα αυτιά γνωστών, φίλων και συγγενών. Είναι πολύ σημαντική η εχεμύθεια στο ζευγάρι.

Να αντιμετωπίζει ο ένας τα αδύναμα σημεία του άλλου με ευαισθησία, διακριτικότητα και υπευθυνότητα.

Κάποια πράγματα δεν πρέπει να λέγονται σε κανένα. Είναι για εσάς και το σύντροφο σας. Μια σχέση μπορεί εύκολα να καταρρεύσει όταν υπάρχει έλλειψη σεβασμού.

Υπάρχει μία ιερότητα στο τι κρύβει η ψυχή του κάθε ανθρώπου. Ακόμα και στα σκοτεινά σημεία της. Άλλωστε, ως ζευγάρι θα δημιουργήσετε εκ νέου μυστικά. Για αυτό, μην εκθέτετε ό,τι δεν θέλετε να χάσετε.

5. Άλλο η κατανόηση κι άλλο η εκδικητικότητα

Οι τσακωμοί σε ένα ζευγάρι είναι δυσάρεστοι αλλά αναπόφευκτοι. Μπορούν όμως και να ενδυναμώσουν το δέσιμο με τον άνθρωπο που αγαπάτε. Πώς; Με το να σας βοηθήσουν να κατανοήσετε το ποιος είναι και πως λειτουργεί. Πως αντιδρά σε κάποια πράγματα και γιατί.

Έτσι, θα καταφέρετε να αποφύγετε μελλοντικούς καυγάδες και παρεξηγήσεις. Η εκδικητικότητα, από την άλλη, το μόνο που καταφέρνει είναι να δημιουργεί αποξένωση, κριτική και καταπίεση.

6. Άλλο το κοινό όραμα κι άλλο ο εγωισμός

Η ένωση δύο ανθρώπων είναι συγχρονισμός των ονείρων, των επιθυμιών και των στόχων τους. Αποφασίζουν να πορευθούν μαζί στο μέλλον. Έχουν αποδεχθεί πως το “εγώ” γίνεται “εμείς”.

Όταν όμως ο ένας από τους δύο ή και οι δύο, απαιτούν από τον άλλον να παρατήσει τα δικά του όνειρα, τότε δεν υπάρχει πραγματική ένωση. Μόνο εκμετάλλευση, έλλειψη κατανόησης κι εγωισμός. Το κοινό όραμα μιας σχέσης που ο ένας νοιάζεται, αγαπάει, κατανοεί και σέβεται τον άλλο πρέπει να είναι αυτό που οδηγεί ένα ζευγάρι.

Μπορεί η «τεμπελιά» να είναι παραγωγική;

Δεν μπορούμε να είμαστε συνέχεια σούπερ παραγωγικοί. Δεν ισχύει ο μύθος που λέει ότι χρειάζεται να είμαστε απασχολημένοι κάθε λεπτό της μέρας για να καταφέρουμε αυτό που θέλουμε.

Από την άλλη, δεν σημαίνει ότι χρειάζεται να τεμπελιάζουμε συνεχώς• η οκνηρία είναι και αυτή μέρος της ζωής μας. Αν νομίζετε ότι ποτέ δεν τεμπελιάζετε, μάλλον λέτε ψέματα στον εαυτό σας. Αξίζει να μάθετε, λοιπόν, γιατί και η τεμπελιά έχει τα πλεονεκτήματά της.

Περισυλλογή (στοχασμός)

Κάνετε κάποιες φορές μπάνιο και μένετε κάτω από το ζεστό νερό για πάνω από δέκα λεπτά; Αυτές είναι στιγμές τεμπελιάς ή αλλιώς μιας ιδιαίτερης χαλάρωσης. Κάθεστε κάποιες φορές στον καναπέ χωρίς να κάνετε απολύτως τίποτα για 30 λεπτά με τα πόδια σας πάνω, χωρίς να διαβάζετε καν ένα βιβλίο ή να βλέπετε τηλεόραση; Αυτά τα λεπτά είναι και αυτά λεπτά τεμπελιάς.

Ας αναρωτηθούμε για όλες αυτές τις στιγμές: «Πόσο καθαρές ήταν οι σκέψεις μας κατά τη διάρκεια αυτών των στιγμών τεμπελιάς;». Το πιθανότερο είναι να περιγράψετε πως ήταν πολύ καθαρές, φανταστικές, υπέροχες, σπουδαίες κλπ. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι αυτές οι στιγμές τεμπελιάς παράγουν τις καλύτερες σκέψεις. Μόνο όταν απομακρυνόμαστε από την καθημερινότητά μας, από τις υποχρεώσεις, μπορούμε να αντιληφθούμε τι είναι αυτό που πραγματικά κάνουμε. Αν συνεχώς τρέχετε, δεν θα έχετε ποτέ κάνει ένα βήμα πίσω, για να σκεφτείτε τη συνολική στρατηγική σας και τους λόγους που κάνετε ό,τι κάνετε στην καθημερινότητά σας.

Βαθιές σκέψεις

Όταν πραγματικά τεμπελιάζουμε, οι βαθύτερες σκέψεις μας αποκαλύπτονται. Το να παρατείνουμε το χρόνο μας όταν κάνουμε μπάνιο μας βοηθά να σκεφτούμε. Τότε είναι που αναρωτιόμαστε τι σημαίνουν αυτά που μας έχουν συμβεί ή που έχουμε κάνει.

Οι ξεκάθαρες σκέψεις αναδύονται όταν τεμπελιάζουμε. Ο νους μας νιώθει ότι είναι ελεύθερος και μπορεί να κάνει ό,τι θέλει. Ο νους μας δεν χρειάζεται εκείνες τις στιγμές να είναι δημιουργικός ή να επιλύει προβλήματα. Δεν χρειάζεται να κάνει τίποτα συγκεκριμένο και γι’ αυτό ξεδιπλώνονται οι βαθύτερες σκέψεις μας. Και τις χρειαζόμαστε. Γιατί αυτές είναι που θα μας κάνουν δημιουργικούς στην υπόλοιπη ζωή μας.

Η παραγωγικότητα μπορεί να γίνει αφηρημένη εργασία

Το αντίθετο της τεμπελιάς είναι η παραγωγικότητα. Αν και οι άνθρωποι δείχνουμε απασχολημένοι στην εργασία και όλοι νομίζουμε ότι είμαστε αποδοτικοί, στην ουσία είμαστε αντιπαραγωγικοί μετά από πολλές ώρες προσπάθειας. Και αυτό επειδή γεμίζουμε περισπασμούς και ευθύνες χωρίς να μπορούμε να αποδώσουμε.

Ένας στρεσαρισμένος νους απλά προσπαθεί να κάνει το ελάχιστο δυνατό με μια λίστα που γίνεται ατέλειωτη. Μια τέτοια αντιπαραγωγική εργασία είναι συναισθηματικά επώδυνη και αποδεικνύεται ακόμα χειρότερη και από την τεμπελιά.

Χρησιμοποιώντας την τεμπελιά για να καθορίσουμε τι αξίζει και τι όχι

Μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε την τεμπελιά ως εργαλείο κινητοποίησης και δημιουργίας. Άλλωστε, μετά από στιγμές τεμπελιάς, χρειάζεται και πάλι να επιστρέψουμε στην εργασία. Η οκνηρία χωρίς κάποια μορφή μετέπειτα δράσης μετατρέπεται σε μεγάλο μειονέκτημα.

Οι περίοδοι τεμπελιάς που ακολουθούνται από δράση είναι ένας χορός ταγκό• λίγο από το ένα και λίγο από το άλλο μπορεί να μας κάνει να πετύχουμε όσα επιθυμούμε. Δεν χρειάζεται να προβληματιζόμαστε όταν νιώθουμε ότι θέλουμε να τεμπελιάσουμε. Ούτε να θυμώνουμε με τον εαυτό μας.

Και αυτό επειδή χρειάζεται να θυμόμαστε ότι μετά από αυτές τις χαλαρωτικές, τεμπέλικες στιγμές μας θα έρθει και η δημιουργική, ευχάριστη δουλειά. Εξάλλου, η τεμπελιά είναι μέρος της ζωής, αφού δεν γίνεται συνέχεια να είμαστε στο τρέξιμο. Χρησιμοποιήστε την τεμπελιά προς όφελός σας.

Η αγκαλιά του δέντρου

Αγαπάω πολύ τα δέντρα. Και ιδιαιτέρως αγαπάω τους ανθρώπους που μοιάζουν με δέντρα.

Τα δέντρα που είναι ψηλά. Σταθερά και ζεστά σαν το ξύλο που φτιάχνει τον κορμό τους και την γη που φιλοξενεί και τρέφει τις βαθιές ρίζες τους. Με μεγάλα φουντωτά κλαδιά. Με τις γραμμές του χρόνου να χαράζουν την επιφάνειά τους. Με την φυλλωσιά που κρύβει έναν κόσμο από φως, λουλούδια ή καρπούς και πλάσματα της φύσης. Ανεβαίνουν ψηλά για να πάρουν φως και σκάβουν τη γη με τις ρίζες για να πάρουν την πρώτη ύλη. Και στο ενδιάμεσο ανοίγουν και απλώνονται στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Προσφέρουν σε όλα τα ζωντανά που τα πλησιάζουν. Τα αφήνουν να έρθουν και να χαρούν. Αυτά τα δέντρα που σου δίνουν την σκιά τους για να ξεκουραστείς. Χωρίς να ρωτάνε τί, πώς, χωρίς να τσιγκουνευτούν τίποτα από αυτά που προσφέρουν. Σε δέχονται και σου επιτρέπουν. Απλά στέκονται εκεί. Και είναι φάρμακο για αυτόν που θα φιλοξενήσουν.

Αγαπώ αυτούς τους ανθρώπους. Που έχουν την σοφία των δέντρων. Αυτούς που όσο πιο πολύ ανοιχτός και αφύλαχτος τους πλησιάζεις τόσο πιο πολύ σου δείχνουν πόσο υπέροχος είσαι. Που σου θυμίζουν πόσα δώρα έχεις πάρει και πόσα ακόμα έχεις να λάβεις. Πως η ζωή είναι εκεί και σε χρειάζεται και σε περιμένει. Η ζωή, που της είσαι τόσο πολύτιμος όσο και το πιο όμορφο ηλιοβασίλεμα ή το πιο ακριβό διαμάντι. Που σε ακούν χωρίς να βιάζονται να δώσουν συμβουλές, ρητά, σλόγκαν, γνώμες και γνώσεις που έχουν αποστηθίσει. Που δεν έχουν καμία σχέση με την υπομονή αλλά με την τρυφερότητα. Απλά είναι εκεί. Και σε αφήνουν να είσαι. Ησυχάζουν. Και επιτρέπουν. Στον άνθρωπο να υπάρξει και στο θαύμα να συμβεί.

Αγαπάω πολύ τα δέντρα. Και ιδιαιτέρως αγαπάω τους ανθρώπους που μοιάζουν με δέντρα.

Εσωτερικοί Κόσμοι, Εξωτερικοί Κόσμοι

Υπάρχει ένα δονούμενο πεδίο που συνδέει όλα τα πράγματα. Του έχει δοθεί η ονομασία “Ακάσα”, “Λόγος”, το πρωταρχικό “ΟΜ”, η μουσική των σφαιρών, η “Πηγή”, το πεδίο Higgs, το Matrix, η σκοτεινή ενέργεια, και αμέτρητες άλλες σ’ όλη την ιστορία.

Αυτό το δονητικό πεδίο είναι στη ρίζα όλων των αληθινών πνευματικών εμπειριών και της επιστημονικής έρευνας. Είναι το ίδιο πεδίο ενέργειας που Άγιοι, Βούδες, γιόγκι, μυστικιστές, ιερείς, σαμάνοι και μάντεις, έχουν παρατηρήσει κοιτάζοντας μέσα τους.

Πολλοί από τους μνημειώδεις στοχαστές και επιστήμονες της ιστορίας, όπως ο Πυθαγόρας, ο Κέπλερ, ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι, ο Τέσλα, και ο Αϊνστάιν, αλλά και σύγχρονοι φιλόσοφοι όπως ο Άλαν Βατς, ο Έκχαρτ Τόλε και ο Ντίπακ Τσόπρα, έχουν έρθει στο κατώφλι αυτού του μεγάλου μυστηρίου. Είναι ο κοινός σύνδεσμος μεταξύ όλων των θρησκειών, όλων των επιστημών, καθώς και η σύνδεση μεταξύ των εσωτερικών κόσμων και των εξωτερικών κόσμων μας.

Ακάσα

“Ακάσα” είναι το ανεκδήλωτο, το “τίποτα” ή κενότητα που γεμίζει το κενό του σύμπαντος. Ο Αϊνστάιν αντιλήφθηκε ότι ο κενός χώρος δεν είναι πραγματικά κενός. Άγιοι, σοφοί και γιόγκι που έχουν μελετήσει τον εσώτερο εαυτό τους έχουν επίσης συνειδητοποιήσει ότι μέσα στο κενό υπάρχει απροσμέτρητη δύναμη, ένας ιστός πληροφοριών ή ενέργεια η οποία συνδέει όλα τα πράγματα.

Αυτό το “μάτριξ” ή “ιστός” έχει ονομαστεί “Λόγος”, το πεδίο Higgs, το πρωτόγονο ΟΜ και χίλια δύο άλλα ονόματα καθ’ όλη την ιστορία. Στο πρώτο μέρος του “Εσωτερικοί Κόσμοι, Εξωτερικοί Κόσμοι”, διερευνάται μέσω της επιστήμης της κυματικής, η μία δονητική πηγή που εκτείνεται μέσα απ’ όλα τα πράγματα, η έννοια του Λόγου, και η βεδική έννοια του Nada Brahma (το σύμπαν είναι ήχος ή δόνηση).

Μόλις συνειδητοποιήσουμε πως υπάρχει Μία δονητική πηγή που είναι η ρίζα όλων των επιστημονικών και πνευματικών ερευνών, πώς μπορούμε να πούμε “η θρησκεία μου”, “ο Θεός μου” ή “η ανακάλυψή μου”. 

Η Σπείρα

Ο Πυθαγόρειος φιλόσοφος Πλάτων, άφησε να εννοηθεί αινιγματικά ότι υπάρχει ένα χρυσό κλειδί που ενοποιεί όλα τα μυστήρια του σύμπαντος. Το χρυσό κλειδί (ή χρυσή τομή) είναι η νοημοσύνη του Λόγου, η πηγή πρωταρχικού om.

Θα μπορούσε κανείς να πει ότι πρόκειται για τον νου του Θεού. Η πηγή αυτής της θείας συμμετρίας είναι το μεγαλύτερο μυστήριο της ύπαρξής μας. Πολλές από τις μνημειώδεις προσωπικότητες της ιστορίας, όπως ο Πυθαγόρας, ο Κέπλερ, ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι, ο Tesla και ο Αϊνστάιν έχουν έρθει στο κατώφλι αυτού του μυστηρίου.

Κάθε επιστήμονας που κοιτάζει βαθιά μέσα στο σύμπαν και κάθε σοφός που κοιτάζει βαθιά μέσα στον εαυτό του, τελικά έρχεται πρόσωπο με πρόσωπο με το ίδιο πράγμα: Την Αρχέγονη Σπείρα.

Το Ερπετό και ο Λωτός

Η σπείρα είναι ο εκδηλωμένος κόσμος, ενώ η Ακάσα είναι ο ανεκδήλωτος, ή το ίδιο το κενό. Όλη η πραγματικότητα είναι μία αλληλεπίδραση μεταξύ αυτών των δύο πραγμάτων, Yin και Yang, ή συνείδηση ​​και ύλη.

Η σπείρα συχνά έχει εκπροσωπηθεί από το φίδι, το κατερχόμενο ρεύμα, ενώ το πουλί ή το ανθισμένο λουλούδι λωτού έχει εκπροσωπήσει το ανοδικό ρεύμα ή υπέρβαση. Οι αρχαίες παραδόσεις διδάσκουν ό,τι ένας άνθρωπος μπορεί να γίνει μία “γέφυρα” που εκτείνεται από το εξωτερικό προς το εσωτερικό, από ακαθάριστο σε λεπτοφυή, από τα κατώτερα τσάκρα στα υψηλότερα τσάκρα.

Για την εξισορρόπηση του εσωτερικού και του εξωτερικού είναι αυτό που ο Βούδας κάλεσε τη “μέση οδό”, ή αυτό που ο Αριστοτέλης το ονομάζει “χρυσή τομή”. Η πλήρης αφύπνιση της ανθρώπινης συνείδησης και ενέργειας είναι το αναφαίρετο δικαίωμα του κάθε ατόμου στον πλανήτη.

Στη σημερινή κοινωνία έχουμε χάσει την ισορροπία μεταξύ του εσωτερικού και του εξωτερικού. Είμαστε τόσο αποσπασμένοι από τον εξωτερικό κόσμο της μορφής, τις σκέψεις και τις ιδέες, και δεν διαθέτουμε πια χρόνο για να συνδεθούμε με τον εσωτερικό μας κόσμο.

Πέρα από τη Σκέψη

Η ζωή, η ελευθερία και η επιδίωξη της ευτυχίας. Ζούμε τις ζωές μας επιδιώκοντας την ευτυχίας “εκεί έξω”, σαν να είναι ένα εμπόρευμα. Έχουμε γίνει δούλοι των επιθυμιών και των πόθων μας.

Η ευτυχία δεν είναι κάτι που μπορεί να επιδιωχθεί ή να αγοραστεί σαν ένα φθηνό κοστούμι. Αυτό είναι η “Maya”, ψευδαίσθηση, το ατελείωτο παιχνίδι της μορφής. Στη βουδιστική παράδοση, Σαμσάρα, ή ο ατελείωτος κύκλος του πόνου διαιωνίζεται από τη λαχτάρα της ευχαρίστησης και της αποστροφής για τον πόνο. Ο Φρόϊντ αναφέρεται σε αυτό ως “η αρχή της ηδονής”. Ό, τι κάνουμε είναι μία προσπάθεια να δημιουργήσουμε ευχαρίστηση, για να αποκτήσουμε κάτι που θέλουμε, ή να ωθήσουμε μακριά κάτι που είναι ανεπιθύμητο για εμάς. Ακόμα και ένας απλός οργανισμός, όπως το παραμήκιο το κάνει αυτό.

Ονομάζεται “απόκριση σε ερεθίσματα”. Σε αντίθεση με ένα παραμήκιο, οι άνθρωποι έχουν περισσότερες επιλογές. Είμαστε ελεύθεροι να σκεφτόμαστε, και αυτό είναι η καρδιά του προβλήματος. Είναι η σκέψη για το τι θέλουμε που έχει βγει εκτός ελέγχου.

Το δίλημμα της σύγχρονης κοινωνίας είναι ότι προσπαθούμε να κατανοήσουμε τον κόσμο όχι από την άποψη της αρχαϊκής εσωτερικής συνείδησης, αλλά από την ποιότητα και ποσότητα του τι αντιλαμβανόμαστε ως εξωτερικό κόσμο με τη χρήση των επιστημονικών μέσων και της σκέψης.

Η σκέψη έχει οδηγήσει σε περισσότερη σκέψη και περισσότερα ερωτήματα. Επιδιώκουμε να γνωρίζουμε τις εσώτερες δυνάμεις που δημιουργούν τον κόσμο και να κατευθύνει την πορεία της. Αλλά αντιλαμβανόμαστε αυτή την ουσία σαν να είναι έξω από τον εαυτό μας, όχι ως ένα ζωντανό πράγμα, συνυφασμένο με τη δική μας φύση.

Ήταν ο διάσημος ψυχίατρος Καρλ Γιουνγκ ο οποίος είπε, “αυτός που κοιτάζει έξω, ονειρεύεται, αυτός που κοιτάζει μέσα, ξυπνά”. Δεν είναι λάθος να επιθυμούμε να είμαστε αφυπνισμένοι, να είμαστε ευτυχισμένοι. Το λάθος είναι να κοιτάξουμε για την ευτυχία έξω, όταν μπορεί να βρεθεί μόνο μέσα.

«Μην ψάχνεις την ευτυχία, είναι πάντα μέσα σου» – Πυθαγόρας

Σπάσε τα δεσμά του φόβου σου

Η αλλαγή είναι ένα αναπόφευκτο κομμάτι της ζωής μας, που σίγουρα τη στιγμή που έρχεται προκαλεί μια αστάθεια κι έναν φόβο, δεδομένου πως είναι κάτι άγνωστο.

Χιλιάδες άνθρωποι καθημερινά βιώνουν στεναχώριες και καταθλίψεις αλλά αδυνατούν να πάνε παρακάτω. Είναι αυτό που οι ειδικοί λένε πως« χίλιες φορές σε μια κατάσταση που δεν είμαι καλά αλλά τη γνωρίζω και νιώθω ασφάλεια, παρά να προχωρήσω στο άγνωστο που κανείς και τίποτα δε μου εξασφαλίζει πού θα μ᾽ οδηγήσει».

Να ξέρεις πως σε καταλαβαίνω. Κάθε άνθρωπος που ζει σε μια τέτοια κατάσταση, είναι ένας φοβισμένος άνθρωπος που έχει περάσει δύσκολα. Που έχει βιώσει κάτι άσχημο και που παραλύει με την ιδέα και μόνο της αναβίωσης της απόρριψης ή της απώλειας.

Φόβος που παραμένει μέσα σου και σ᾽ αποθαρρύνει απ᾽ το να ξεφύγεις, να ζήσεις, να χαρείς, να βιώσεις νέες κι όμορφες εμπειρίες. Είμαστε έτσι πλασμένοι, να αγχωνόμαστε για το άγνωστο ώστε να προσέχουμε για την ασφάλειά μας.

Όμως, κάνουμε τελικά λάθος χρήση του φόβου της ασφάλειας. Τον χρησιμοποιούμε ολοκληρωτικά για ν᾽ ακινητοποιηθούμε.

Έτσι έκανες κι εσύ. Χρησιμοποίησες το φόβο αυτό, μ᾽ αποτέλεσμα να γεμίσεις τη ζωή σου μ᾽ ανούσια πράγματα που προσφέρουν ασφάλεια, υποκρινόμενος πως έχεις όλα όσα θέλεις και πως είσαι καλά.

Φοβάσαι να παραδεχθείς πως αυτά που έχεις, δε σε καλύπτουν. Πως άλλα κι αλλού ήταν τα όνειρά σου. Φοβάσαι πως είναι αργά. Όμως, το κενό στα μάτια σου, φανερώνει το κενό της ψυχής σου.

Επιμένεις να ζεις στην ασφάλεια των οικείων, όσο οδυνηρών κι αν είναι, αποφεύγοντας ένα νέο βήμα, αποφεύγοντας την ίδια τη ζωή.

Τη βλέπεις να περνάει μέσα απ᾽ τα χέρια σου και φοβάσαι να την αγγίξεις, φοβάσαι πως δε σου αξίζει, πως δε θα τα καταφέρεις.

Ζεις μια ζωή άδεια από στιγμές, νομίζοντας πως μ᾽ αυτόν τον τρόπο, παραμένεις ασφαλής. Το μόνο που καταφέρνεις, είναι να παραμένεις στα οικεία κι ήδη γνωστά, χωρίς να δημιουργείς.

Έχεις ξεχάσει πως η δημιουργία είναι δύναμη. Πως η δημιουργία είναι η τροφή της ίδιας της ζωής. Δεν ξέρω πολλούς ανθρώπους καταθλιπτικούς που να είναι δημιουργικοί.

Αντιθέτως η κατάθλιψη χτυπάει, κυρίως, ανθρώπους που ζουν μια ζωή που δεν τους αντιπροσωπεύει και δεν τους αρέσει. Ανθρώπους που ζουν με τα «πρέπει» των άλλων, που φοβούνται να μπουν σε σχέση μην πονέσουν. Που αρνούνται ν᾽ αφήσουν την καρδιά τους να χτυπήσει δυνατά, μήπως τρομάξουν. Ανθρώπους που δε δημιουργούν τίποτα! Που δεν κάνουν ούτε μισό βήμα στ᾽ άγνωστο.

Ανθρώπους που προτιμούν να μην τζογάρουν στ᾽ αύριο, προσέχοντας μην πληγωθούν στο μέλλον, μ᾽ αποτέλεσμα να πληγώνονται καθημερινά απ᾽ τη θλίψη τους στο σήμερα. Ένα σήμερα για το οποίο δεν είμαστε ποτέ σίγουροι και δεν είναι ποτέ δεδομένο.

Άκουσέ με. Το μόνο δεδομένο είναι οι στιγμές που ζούμε κι οι ευκαιρίες που αρπάζουμε. Να βγεις εκεί έξω και να ζήσεις ό,τι ονειρεύτηκες. Να ακολουθήσεις τα όνειρά σου και να κάνεις εκείνο που πραγματικά επιθυμεί η ψυχή σου.

Χωρίς περιορισμούς, χωρίς πεποιθήσεις, χωρίς κανέναν να σου υποδεικνύει το σωστό και το λάθος. Μόνο εκείνο που πραγματικά επιθυμεί η καρδιά σου.

Ποτέ και τίποτα δεν άλλαξε για κακό.

Πόσες φορές δεν αγχώθηκες ή φοβήθηκες ένα νέο βήμα, είτε επαγγελματικό, είτε προσωπικό; Πόσα μερόνυχτα σε τυραννούσε;

Για θυμήσου, όμως! Στο τέλος τα κατάφερες. Αν γυρίσεις και κοιτάξεις πίσω, το πέρασες και τελικά είδες πως δεν άξιζε τον κόπο τόσος άγχος. Πως ο φόβος σου δεν ήταν βάσιμος.

Το ίδιο χρειάζεται να κάνεις και τώρα.

Τον νιώθω τον φόβο σου, σε καταλαβαίνω αλλά χρειάζεται να καταλάβεις κι εσύ πως ποτέ και τίποτα δεν κατακτήθηκε μέσα στην ασφάλεια.

Τίποτα απολύτως δεν κατακτήθηκε χωρίς τη σκέψη: «θα το κάνω και ό,τι βγει».

Σκέψου πόσα όμορφα πράγματα έχεις ζήσει που ποτέ δεν προγραμμάτισες, που ποτέ δεν ήξερες πού θα έβγαιναν.

Έτσι είναι η ζωή. Γεμάτη εκπλήξεις που ομορφαίνουν τη ζωή και την καθημερινότητά μας.

Δεν υπάρχει μεγαλύτερη απογοήτευση απ᾽ το να λες μεθαύριο στα εγγόνια σου τι θα μπορούσες να είχες κάνει, αλλά δεν το έκανες. Τι θα μπορούσες να είχες ζήσει, μα προτίμησες να μείνεις γαντζωμένος στη δήθεν ασφάλειά σου.

Έχεις μόνο μια ζωή να ζήσεις, γι᾽ αυτό ζήσε την καλά. Βγες έξω, ρίσκαρε, κινητοποιήσου, ζήσε. Κάνε αυτό που φοβάσαι περισσότερο και ζήσε το μ᾽ όλη τη δύναμη της ψυχής σου.

Γιατί έτσι μόνο αξίζει: Όταν ζεις στ᾽ αλήθεια!

Σκότωσε τον «δράκο» μέσα σου – κατάθλιψη και κρίσεις πανικού

Την χαρακτήρισα κατά καιρούς ως την πιο δύσκολη περίοδο της ζωής μου και όχι άδικα, άλλωστε δεν θα ευχόμουνα σε κανένα συνάνθρωπο μου να τον επισκεφτεί αυτός ο δράκος. Είναι η κακιά η ώρα που ανακαλύπτουμε τον δράκο μέσα μας, να μας περικυκλώνει, να μας κυριεύει, να φουντώνει σιγά σιγά και όλο ένα να γίνεται και πιο ανυπόφορος. Ένα συναίσθημα βίαιο, που δεν μπορείς εύκολα να αποτυπώσεις με λέξεις, κάτι πρωτόγνωρο, άθλιο που μοιάζει ανίκητο. Αμέτρητα βράδια κοιμηθήκαμε με τον φόβο της σκιάς του μέσα μας, την αγωνία για την επομένη φορά που θα έρθει να μας κατασπαράξει μια ακόμη κρίση πανικού.

Ο απόλυτος τρόμος, είναι ικανός να μας εξουθενώσει να μας κάνει να γονατίσουμε, να κλάψουμε να φωνάξουμε να νιώσουμε αδύναμοι, μικροί και δυστυχισμένοι. Πότε, πότε έχανα την λαλιά μου, την επαφή με τους γύρω μου, πίστευα πως ο δράκος θα έμενε για πάντα μέσα μου. Ομολογώ πως αυτή η περίοδος της ζωής μου ήταν μαρτυρική αφού υπέφερα πάλευα μέσα μου, οι σκέψεις μου ήταν μαύρες, ήμουν αλήθεια εντελώς έξω από τα νερά μου. Μου ήταν ανθρωπίνως αδύνατο να πιστέψω και να αποδεχτώ κυρίως ότι εγώ, η ψυχή της παρέας, εγώ με το περίσσιο θάρρος, μια δυναμική γυναίκα θα είχα υποκύψει στο τέρας. Ξέρεις ήταν ψυχικά και σωματικά αδύνατο να παλέψω με τον δράκο, το μυαλό θολωμένο, εγώ ανήμπορη να σκεφτώ λογικά, πάλευα με τις μαύρες σκέψεις που μου πυροδοτούσε αυτό το άθλιο συναίσθημα.

Μεγάλωσα σε ένα υγιές περιβάλλον, με δυο υπέροχους, γονείς που πολλοί θα ζήλευαν. Φαινομενικά τίποτα δεν μου έλειπε για να δικαιολογήσω στον εαυτό μου τις αμέτρητες κρίσεις πανικού και το τέρας μέσα μου. Και όμως δεν είναι απαραίτητο να έχεις ένα ‘’κακό’’ παρελθόν για να περάσεις αυτή την εμπειρία. Το θηρίο ξύπνησε όταν κάποια μικρά μικρά στην καθημερινότητα μου με έκαναν να ανησυχώ να σκέφτομαι αρνητικά και σε συνδυασμό με τις κρίσεις πανικού να νιώθω πως θέλω να πεθάνω. Ναι , αυτό είναι αλήθεια, έκλαιγα το βράδυ από τις ανυπόφορες κρίσεις πανικού και το τέρας μέσα μου και παρακαλούσα με λυγμούς να πεθάνω, τι την ήθελα τέτοια ζωή; Ήμουνα ένας άνθρωπος, γεμάτος ενέργεια και αυτοπεποίθηση και αν μου έλεγε κανείς πριν μου συμβεί πως θα βίωνα την απόλυτη θλίψη θα τον έβγαζα τρελό, και όμως. Αυτό είναι κάτι που συμβαίνει σε πολλούς ανθρώπους γύρω μας. Την στιγμή όμως που βιώνεις αυτό τον δράκο να φουντώνει μέσα σου και να νιώθεις ότι πρόκειται να πεθάνεις, γιατί πιθανόν να νομίζεις πως δεν μπορείς να αναπνεύσεις γιατί σου τελειώνει το οξυγόνο δεν έχεις καθαρό μυαλό να σκεφτείς πως είναι κάτι που θα περάσει.

Οι κρίσεις πανικού λοιπόν σε συνδυασμό με τον δράκο την κατάθλιψη, μπορούν να σε φέρουν αντιμέτωπο με το απόλυτο κενό με την πιο σκοτεινή και άσχημη πλευρά της ζωής. Ένα πανδαιμόνιο γκρίζων συναισθημάτων, γέμιζαν μαρτυρικά τις ατελείωτες ώρες της ημέρας μου που έμοιαζε ομολογώ να έχει 1024 ώρες αντί για 24. Ξέρεις πόσο οδυνηρό είναι να παρακαλάς να κοιμηθείς και να μην ξυπνήσεις ποτέ, απλά για να μην έρχεσαι αντιμέτωπος με την σκληρή πραγματικότητα της κατάθλιψης; Ξέρεις πόσο δύσκολο είναι ένας νέος άνθρωπος να παλεύει μέσα του να βρει μια ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο, μια σανίδα σωτηρίας; Αυτό το τέρας σου ρουφάει μαρτυρικά την ενέργεια σου κλέβει κυριολεκτικά το χαμόγελο από τα χείλη και σε βουλιάζει ψυχολογικά.

Αποδέξου το, μίλησε με κάποιο ειδικό μην αφήσεις τον δράκο να σε κατασπαράξει, όσο είναι νωρίς κάνε κάτι για αυτό μην χάνεις χρόνο. Καθόλου μην ντραπείς να το συζητήσεις με ένα δικό σου άνθρωπο που θα επιλέξεις εσύ, μην μείνεις πνιγμένος στις σκέψεις σου προσπάθησε, αγωνίσου και θα νικήσεις, θέλει κουράγιο ψυχή και υπομονή. Εγώ τα κατάφερα μπορείς και εσύ. Όταν καταφέρεις να σκοτώσεις τον δράκο μέσα σου πίστεψε με η ζωή θα μοιάζει ανάξια να σε απογοητεύει ξανά.

“Εγώ δεν χρειάζομαι κανέναν, τα καταφέρνω μόνος μου”. Είστε βέβαιος;

Το να αρχίσουμε τις προσπάθειες για να πάψουμε να νιώθουμε τις ίδιες μας τις ανάγκες είναι μια στρατηγική για να ανακουφίσουμε τον πόνο της απογοήτευσης.

Θα εξασκήσουμε για χρόνια αυτό το σχέδιο επιβίωσης: να προσπαθούμε να μην καταγράφουμε τις ανάγκες μας. Και ίσως μια μέρα να φτάσουμε να ταυτιστούμε με αυτόν τον τρόπο ύπαρξης. Τότε πια δεν θα πρόκειται για στρατηγική, αλλά για την προσωπικότητά μας. Εγώ δεν χρειάζομαι τίποτα· τα καταφέρνω μόνος μου. Θα μείνουμε κολλημένοι σ’ αυτήν τη σκέψη και θα ξεχάσουμε αυτό που πραγματικά είμαστε, αυτό που μας προκαλεί πραγματική χαρά, γαλήνη και απόλαυση.

Εκείνη τη στιγμή θα φανεί ίσως αυτό που ο Έριχ Φρομ εξηγεί στο βιβλίο του Να έχεις ή να είσαι: θα πιστέψουμε πως ένα καινούργιο αυτοκίνητο, ένα ακριβότερο σπίτι, ή ένας λογαριασμός με αρκετά λεφτά θα μας κάνουν ευτυχισμένους.

Η κοινωνία της κατανάλωσης μας πουλάει την ιδέα πως η ιδιοκτησία είναι η πόρτα· τα κλειδιά είναι να αγοράζουμε, να ξοδεύουμε και να αλλάζουμε. Όταν αυτές οι έννοιες γίνουν τμήμα των πεποιθήσεών μας, η χειραγώγηση της συμπεριφοράς μας θα είναι εύκολη υπόθεση. Ωστόσο, μόλις αποκτήσουμε αυτό που επιθυμούμε, θα συνειδητοποιήσουμε πως «αυτό» δεν μας αρκεί, και γρήγορα οι διαφημίσεις θα μας υποδείξουν κάτι άλλο, ώστε να συνεχίσουμε την προσπάθεια από λάθος δρόμο.

Θα έπρεπε να έρθει κάποτε η μέρα που θα μπορέσουμε να σταματήσουμε και να καταλάβουμε πως δεν είναι αυτός ο σωστός δρόμος. Είναι ώρα να ψάξουμε μέσα μας- να ακούσουμε ξανά τους εαυτούς μας. Αλλά δεν είναι τόσο εύκολο.

Έχουμε ξεχάσει πώς γίνεται, και πολλές φορές θα πρέπει να ζητήσουμε από κάποιον άλλον να μας βοηθήσει να μάθουμε ξανά ποιοι είμαστε και να μας παρακινήσει να επανακτήσουμε τη σοφία που είχαμε παιδιά, τότε που μπορούσαμε να γελάμε και να παίζουμε ασταμάτητα.

Ας μιλήσουμε για την πρόκληση να μάθουμε να ακούμε τον εαυτό μας, να τον λαμβάνουμε υπόψη, να τον δούμε όπως οι γονείς μας δεν ήξεραν να τον βλέπουν, στο πλάι του αγαπημένου μας προσώπου.

Είναι πολύ οδυνηρό να έχεις ανάγκη και να μην παίρνεις αυτό που χρειάζεσαι, κι αυτό είναι το βασικό πρόβλημα. Κανείς δε θέλει να νιώσει τον πόνο τού να χρειάζεται κάτι και να μην το έχει. Αλλά αυτός ο πόνος είναι η μόνη διέξοδος για να μπορέσω να ανακαλύψω τις αληθινές μου ανάγκες και, μόνο αν τις ανακαλύψω, θα μπορέσω μετά (μετά!) να τις ικανοποιήσω. Γιατί, αν αντιστεκόμαστε στο να νιώσουμε ευάλωτοι, κάθε φορά θα σκληραίνουμε όλο και περισσότερο και θα απομακρυνόμαστε από την πιθανότητα να διαπιστώσουμε τι χρειαζόμαστε.

Και, επίσης, με αυτόν τον τρόπο μειώνουμε και τη δεκτική μας ικανότητα.

Πρέπει να λάβουμε υπόψη πως, πιθανότατα, αυτή η στρατηγική τού να μην νιώθουμε, μας φάνηκε χρήσιμη κατά την παιδική ηλικία. Ίσως να ήταν ιδιαιτέρως έξυπνο να γίνουμε αναίσθητοι απέναντι σε μια ανάγκη μας που δεν μπορούσαμε να ικανοποιήσουμε.

Αλλά, ως ενήλικες, μπορούμε να δώσουμε σ’ εμάς τους ίδιους αυτό που χρειαζόμαστε, ή να βρούμε τα κατάλληλα πρόσωπα για να τους το ζητήσουμε. Δεν είμαστε πια εξαρτημένοι από τους γονείς μας.

Δεν ζούμε στην πραγματικότητα όπως είναι, αλλά στην εικόνα που έχουμε εμείς γι’ αυτήν

Ας το επαναλάβουμε λοιπόν: Ακόμη κι αν το παρόν είναι καλύτερο από το παρελθόν, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να επεξεργαστούμε το πένθος.

Γι’ αυτό λέω ότι πρέπει να μάθουμε πώς να περνάμε αυτόν τον δρόμο: δρόμο των απωλειών. Πρέπει να μάθουμε να θεραπεύουμε τα τραύματα που προκαλούνται όταν αλλάζει κάτι, όταν φεύγει κάποιος, όταν μια κατάσταση φτάνει στο τέλος της, όταν δεν έχω πια αυτό που είχα ή νόμιζα πως είχα (αφού δεν έχει καμιά σημασία αν το είχα πραγματικά ή δεν το είχα). Το πένθος είναι επίσης αναγκαίο για την επεξεργασία της απώλειας που συνεπάγεται η ακύρωση ενός σχεδίου, η ματαίωση ενός ευσεβούς πόθου, η απόλυτη βεβαιότητα ότι δεν θα αποκτήσω ποτέ αυτό που περίμενα ή λαχταρούσα να αποκτήσω μια μέρα.

H πορεία αυτή έχει τους κανονισμούς της˙ μια συγκεκριμένη γραμμή πλεύσης. O δρόμος έχει τους χάρτες του, κι αν τους γνωρίζει κανείς, αυτό θα τον βοηθήσει σίγουρα να φτάσει στο τέλος πιο δυνατός.

Ένας εξαιρετικός επιστήμονας, o Κορσίμπσκι, έλεγε ότι στην πραγματικότητα κατασκευάζουμε όλοι ένα σχεδιάγραμμα του κόσμου στον οποίο κατοικούμε, έναν «χάρτη» του τόπου όπου ζούμε. O χάρτης, όμως, λέει με σαφήνεια o Κορσίμπσκι, δεν είναι o τόπος.

O χάρτης αυτός είναι μόλις και μετά βίας ο δικός μας χάρτης. Είναι η ιδέα που έχουμε εμείς για την πραγματικότητα, αν και πολύ συχνά διαστρεβλωμένη από τις προκαταλήψεις μας. Η αλήθεια είναι, ότι ακόμη κι αν δεν ανταποκρίνεται ακριβώς στα γεγονότα, ακόμη κι αν απέχει πολύ από την πραγματικότητα των άλλων, ΑΥΤΟΣ είναι o δικός μας χάρτης, και με βάση αυτόν ζούμε.

Δεν ζούμε στην πραγματικότητα όπως είναι, αλλά στην εικόνα που έχουμε εμείς γι’ αυτήν.

Εάν έχω καταγράψει στο χάρτη μου ότι μέσα στο δωμάτιό μου υπάρχει ένα δέντρο -ακόμη κι αν δεν υπάρχει, ακόμη κι αν δεν υπήρχε ποτέ-, είναι σίγουρο, όπως καταλαβαίνετε, ότι θα ζήσω την υπόλοιπη ζωή μου αποφεύγοντας το δέντρο.

Ακόμη κι αν -εφόσον το δέντρο δεν υπάρχει στον δικό σας χάρτη-, περάσατε αμέριμνοι από το σημείο αυτό και, βλέποντάς με να αποφεύγω τον κορμό, μου πείτε:

«Μα τι κάνεις εκεί, τρελάθηκες;»

Αν δεν λάβει κανείς υπόψη του τον χάρτη μου, η συμπεριφορά αυτή φαίνεται από ηλίθια έως και διασκεδαστική, στην πράξη, όμως, μπορεί να γίνει επικίνδυνη.

Λέγεται πως ήταν μια φορά ένας μεθυσμένος και περπατούσε αμέριμνα στην εξοχή.

Ξαφνικά, βλέπει να έρχονται προς το μέρος του δύο ταύροι -ο ένας αληθινός, ο άλλος φανταστικός. Ο τύπος αρχίζει και τρέχει για να γλιτώσει από τους ταύρους, και φτάνει σ’ ένα σημείο όπου βλέπει μπροστά του δυο τεράστια δέντρα.

Το ένα είναι κι αυτό φανταστικό, το άλλο ευτυχώς αληθινό.

Ο μεθυσμένος, σαν μεθυσμένος που ήταν, επιχείρησε ν΄ ανέβει στο φανταστικό δέντρο… και ενώ πάλευε να σκαρφαλώσει, ο αληθινός ταύρος όρμησε και τον άρπαξε, τον κακομοίρη.

Και φυσικά…έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα…

Δηλαδή, το πώς θα επεξεργαστώ την απώλεια εξαρτάται από το πώς έχω χαράξει το χάρτη της ζωής μου, εξαρτάται από τη θέση που έχει κάθε πράγμα στο σχέδιό μου, εξαρτάται από τις πεποιθήσεις που διαμορφώνουν την πορεία μου. Πώς θα πορευτώ σ’ αυτόν τον δρόμο που ξεκινάει όταν υφίσταμαι ή συνειδητοποιώ μιαν απώλεια. Και τελειώνει όταν αυτήν την απώλεια την έχω ξεπεράσει.

JOHN RAWLS: Μόνο αν ξεκινούν όλοι από το ίδιο σηµείο εκκίνησης μπορούμε να πούμε ότι οι νικητές του αγώνα, αξίζουν τα έπαθλά τους

Ο Τζων Ρωλς παρουσιάζει το επιχείρημα της ηθικής αυθαιρεσίας συγκρίνοντας διάφορες αντίπαλες θεωρίες δικαιοσύνης, µε πρώτη τη φεουδαρχική αριστοκρατία. Στις µέρες µας κανείς δεν υπερασπίζεται τη δικαιοσύνη των φεουδαρχικών αριστοκρατιών ή του συστήµατος των καστών. Αυτά τα συστήματα είναι άδικα, όπως παρατηρεί ο Ρωλς, γιατί κατανέμουν το εισόδημα, τον πλούτο, τις ευκαιρίες και την εξουσία µε κριτήριο τα τυχαία χαρακτηριστικά µε τα οποία γεννιόμαστε. Αν γεννηθείς αριστοκράτης, έχεις δικαιώματα και εξουσίες που δεν διαθέτουν όσοι γεννιούνται δούλοι. Αλλά οι περιστάσεις της γέννησής σου δεν είναι δικό σου επίτευγμα. Είναι άδικο λοιπόν να εξαρτώνται οι προοπτικές της ζωής σου απὀ αυτό το αυθαίρετο γεγονός,

Οι κοινωνίες της αγοράς διορθώνουν αυτή την αυθαιρεσία, ως έναν βαθµό τουλάχιστον. Ανοίγουν ευκαιρίες σταδιοδρομίας σε όσους έχουν τα απαραίτητα ταλέντα, και διασφαλίζουν την ισότητα ενώπιον του νόµου. Κατοχυρώνονται οι ίσες βασικές ελευθερίες των πολιτών, και η κατανομή του εισοδήματος και του πλούτου καθορίζεται από την ελεύθερη αγορά.

Το σύστημα αυτό -μια ελεύθερη αγορά µε τυπική ισότητα ευκαιριών- εκφράζει την ελευθεριακή θεωρία της δικαιοσύνης. Συνιστά πρόοδο έναντι των φεουδαρχικών κοινωνιών και των κοινωνιών των καστών, καθώς απορρίπτει τις παγιωμένες ιεραρχίες της γένεσης. Νομικά, επιτρέπει σε όλους να προσπαθήσουν και να ανταγωνιστούν τους άλλους. Στην πράξη, ωστόσο, οι ευκαιρίες µπορεί να απέχουν πολύ από την ισότητα.

Όσοι έχουν οικογένειες που τους υποστηρίζουν και µια καλή εκπαίδευση διαθέτουν προφανή πλεονεκτήματα έναντι των υπολοίπων. Το ότι επιτρέπεται σε όλους να λάβουν µέρος στον αγώνα είναι κάτι θετικό. Αλλά, αν οι δρομείς ξεκινούν από διαφορετικές αφετηρίες, ο αγώνας δεν είναι δίκαιος. Γι’ αυτό, όπως υποστηρίζει ο Ρωλς, η κατανομή του εισοδήµατος και του πλούτου που προκύπτει από µια ελεύθεϱη αγορά µε τυπική ισότητα ευκαιριών δεν µπορεί να θεωρήθεί δίκαια. Η εμφανέστερη αδικία του ελευθεριακού συστήµατος είναι «ότι επιτρέπει σε παράγοντες τόσο αυθαίρετους από ηθική σκοπιά να επηρεάζουν, µε ακατάλληλο τρόπο, τα διανεµητικά μερίδια».

Ένας τρόπος για να διορθώσουμε αυτή την αδικία είναι να διορθώσουμε τα κοινωνικά και οικονομικά µειονεκτήµατα. Μια δίκαιη αξιοκρατία κινείται σε αυτή την κατεύθυνση προχωρώντας πέρα απὀ την απλή τυπική ισότητα ευκαιριών. Απομακρύνει τα εµπόδια που δυσχεραίνουν την επιτυχία προσφέροντας ίσες εκπαιδευτικές ευκαιρίες, έτσι ώστε όσοι προέρχονται από φτωχές οικογένειες να μπορούν να ανταγωνιστούν επί ίσοις όροις όσους προέρχονται από πιο προνομιούχα περιβάλλοντα. Θεσπίζει προγράµµατα κοινωνικής πρόνοιας για τα παιδιά χαμηλόμισθων οικογενειών, προγράμματα διατροφής και υγειονομικής περίθαλψης των παιδιών, προγράµµατα εκπαίδευσης και επαγγελματικής κατάρτισης – ό,τι είναι απαραίτητο ώστε να φτάσουν όλοι, ανεξάρτητα από την ταξική ή την οικογενειακή τους προέλευση, στο ίδιο σηµείο εκκίνησης. Σύμφωνα µε την αξιοκρατική αντίληψη, η κατανομή του εισοδήματος και του πλούτου που προκύπτει από µια ελεύθερη αγορά είναι δίκαιη, αλλά µόνο αν όλοι έχουν την ίδια ευκαιρία να αναπτύξουν τα ταλέντα τους. Μόνο αν ξεκινούν όλοι από το ίδιο σηµείο εκκίνησης μπορούμε να πούμε ότι οι νικητές του αγώνα, αξίζουν τα έπαθλά τους.

Ο Ρωλς πιστεύει ότι η αξιοκρατική αντίληψη διορθώνει ορισμένα ηθικά αυθαίρετα πλεονεκτήματα, αλλά απέχει και πάλι απὀ το δίκαιο. Γιατί, ακόµη και αν κατορθώσουµε να τους φέρουμε όλους στο ίδιο σηµείο εκκίνησης, είναι λίγο πολύ προβλέψιµο ποιος θα κερδίσει τον αγώνα ταχύτεροι δροµείς. Αλλά όσοι τρέχουν γρήγορα δεν το έχουν κατορθώσει αυτό αποκλειστικά και µόνο µε τη δική τους προσπάθεια. Η ικανότητά τους αυτή είναι ηθικά τυχαία όπως και η γέννηση ενός ατόμου σε µια εύπορη οικογένεια. «[Α]κόμη και αν καταφέρει να εξαλείψει πλήρως την επίδραση των κοινωνικών τυχαιοτήτων», όπως γράφει ο Ρωλς, το αξιοκρατικό σύστηµα «εξακολουθεί να επιτρέπει τον καθορισμό της διανοµής του πλούτου και του εισοδήµατος από τη φυσική διανοµή ικανοτήτων και ταλέντων».

Αν ο Ρωλς έχει δίκιο, ακόµη και µια ελεύθερη αγορά που λειτουργεί σε µια κοινωνία µε ίσες εκπαιδευτικές ευκαιρίες δεν οδηγεί στη δίκαιη κατανομή του εισοδήµατος και του πλούτου. Ο λόγος: «[Τ]α διανεµητικά μερίδια κρίνονται απὀ την κλήρωση ενός Φυσικού λαχείου, δηλαδή από µια έκβαση πιο αυθαίρετη από ηθική σκοπιά. Δεν υπάρχει κανένας λόγος ο προσδιορισμός της διανομής του εισοδήματος και του πλούτου από τη διανοµή των φυσικών χαρισµάτων να επιτρέπεται περισσότερο σε σχέση με τον προσδιορισμό από την ιστορική και κοινωνική τυχαιότητα».

Ο Ρωλς συμπεραίνει ότι η αξιοκρατική αντίληψη περί δικαιοσύνης πάσχει (αλλά σε μικρότερο βαθμό) για τον ίδιο λόγο που πάσχει και η ελευθεριακή αντίληψη- και οι δύο βασίζουν τα κατανεμόµενα μερίδια σε παράγοντες που είναι ηθικά αυθαίρετοι. «Από τη στιγµή που προβληματιζόμαστε για την επιρροή είτε των κοινωνικών είτε των φυσικών τυχαιοτήτων στον καθορισµό των διανεµητικών µεριδίων, αν το καλοσκεφτούµε, εφόσον µας ενοχλεί το ένα, είµαστε υποχρεωμένοι να µας ενοχλεί και το άλλο. Από ηθική σκοπιά και τα δύο φαίνονται εξίσου αυθαίρετα».

Ο Ρωλς υποστηρίζει ότι, αν παρατηρήσουμε την ηθική αυθαιρεσία που χαρακτηρίζει τόσο την ελευθεριακή όσο και την αξιοκρατική θεωρία της δικαιοσύνης, θα απαιτήσουμε οπωσδήποτε µια πιο εξισωτική αντίληψη. Αλλά ποια θα μπορούσε να είναι αυτή η αντίληψη; Η διόρθωση των άνισων εκπαιδευτικών ευκαιριών διαφέρει από τη διόρθωση των άνισων έμφυτων ικανοτήτων. Αν µας ενοχλεί το γεγονός ότι ορισμένοι δρομείς είναι ταχύτεροι από άλλους, θα πρέπει να υποχρεώσουµε τους προικισµένους δρομείς να φορούν µολυβένια παπούτσια; Ορισμένοι επικριτές του εξισωτισμού πιστεύουν ότι η µόνη εναλλακτική δυνατότητα πέρα από την αξιοκρατική κοινωνία της αγοράς είναι η ισοπεδωτική ισότητα που βάζει εμπόδια στους ταλαντούχους.

Ένας εξισωτικός εφιάλτης

Ο «Harrison Bergeron», ένα διήγηµα του Kurt Vonnegut, Jr., εκφράζει αυτή την ανησυχία µέσα απὀ µια δυστοπία επιστηµονικής φαντασίας. «Ήταν το έτος 2084». ξεκινά η ιστορία.

«Και όλοι ήταν επιτέλους ίσοι… Κανείς δεν ήταν εξυπνότερος από κανέναν άλλο. Κανείς δεν ήταν ωραιότερος από τους άλλους. Κανείς δεν ήταν δυνατότερος ή γρηγορότερος από κανέναν άλλο». Αυτή η απόλυτη ισότητα επιβλήθηκε από τα ὁργανα του Στρατηγού Εμποδιστή των Ηνωμένων Πολιτειών. Όσοι πολίτες διέθεταν νοημοσύνη άνω του μέσου όρου ήταν υποχρεωμένοι να φορούν ραδιοφωνικές συσκευές νοητικής παρεμπόδισης στα αυτιά τους. Κάθε είκοσι περίπου δευτερόλεπτα, ένας κυβερνητικός πομπός θα τους μετέδιδε έναν οξύ ήχο για να τους εμποδίσει “να εκμεταλλευθούν το άδικο πλεονέκτημα του μυαλού τους”.

Ο Harrison Bergeron, δεκατεσσάρων ετών, είναι ασυνήθιστα όμορφος και προικισμένος, κι έτσι έπρεπε να φέρει ισχυρότερες συσκευές παρεµπόδισης απ’ ό,τι οἱ περισσότεροι άλλοι. Αντί για το µικρό ραδιόφωνο στο αυτί, «φορούσε ένα φοβερό ζευγάρι ακουστικών και γυαλιά µε παχείς κυµατώδεις φακούς». Για να κρύβει την ωραία του εµφάνιση, ο Harrison έπρεπε να φοράει «μια κόκκινη πλαστική µπάλα στη μύτη, να έχει ξυρισμένα τα φρύδια του και να καλύπτει τα ίσια λευκά του δόντια µε μαύρα σηµάδια και κακόσχηµες προσθήκες». Και για να περιοριστεί η φυσική του δύναμη, έπρεπε να κουβαλά πάνω του, όταν βάδιζε, βαριά μέταλλα. «Στον αγώνα της ζωής, ο Harrison κουβαλούσε εκατόν πενήντα κιλά».

Μια µέρα ο Harrison πετάει τα εµπόδιά του προβαίνοντας σε µια πράξη αντίστασης κατά της εξισωτικής τυραννίας. Δεν θέλω να αποκαλύψω το τέλος της ιστορίας. Έχει γίνει σαφές ήδη ότι η ιστορία του Harrison εκφράζει γλαφυρά µια κριτική που προβάλλεται συχνά κατά των εξισωτικών θεωριών της δικαιοσύνης.

Η θεωρία περί δικαιοσύνης του Ρωλς δεν είναι ευάλωτη, ωστόσο, σε αυτή την κριτική. Δείχνει ότι µια ισοπεδωτική ισότητα δεν είναι η µόνη εναλλακτική δυνατότητα πέρα από την αξιοκρατική κοινωνία της αγοράς. Η εναλλακτική πρόταση του Ρωλς, την οποία ονομάζει αρχή της διαφοράς, διορθώνει την άνιση κατανομή των ταλέντων και των προικοδοτήσεων χωρίς να παρεμποδίζει τους ταλαντούχους. Πώς; Ενθαρρύνει τους προικισµένους να αναπτύξου και να ασκήσου τα ταλέντα τους, αλλά µε τον όρο ότι όταν οι ανταμοιβές που εξασφαλίζουν με αυτά τα ταλέντα στην αγορά θα ανήκουν σε όλη την κοινότητα. Μην εµποδίζετε τους καλύτερους δρομείς- αφήστε τους να τρέξουν και να δώσουν τον καλύτερο εαυτό τους. Αναγνωρίστε απλώς εξαρχής ότι τα κέρδη δεν ανήκουν µόνο σε αυτούς, αλλά θα πρέπει να τα μοιράζονται με όσους δεν έχουν παρόμοια χαρίσματα.

Αν και η αρχή της διαφοράς δεν απαιτεί µια ίση κατανοµή του εισοδήματος και του πλούτου, η βαθύτερη ιδέα της εκφράζει ένα ισχυρό εξισωτικό όραμα που μπορεί να εμπνεύσει.

JOHN RAWLS, ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ

Πλούτος – Απόσπασμα

ΠΛΟΥΤΟΣ Ακούστε λοιπόν, εγώ είμαι ο Πλούτος, αν κι είχα πάρει απόφαση να σας το κρύψω.

ΧΡΕΜΥΛΟΣ Παμπόνηρε, και γιατί δεν το ‘λεγες τόσο καιρό, πως είσαι ο Πλούτος;
ΚΑΡΙΩΝΑΣ Συ είσαι ο Πλούτος και με τέτοια χάλια; Τι λες μωρέ; Εσύ είσαι ο Πλούτος;
ΧΡΕΜΥΛΟΣ Ο ίδιος ο Πλούτος;
ΠΛΟΥΤΟΣ Ο ίδιος και αυτοπροσώπως.
ΧΡΕΜΥΛΟΣ Πούθε λοιπόν μας ήρθες έτσι βρωμισμένος;
ΠΛΟΥΤΟΣ Απ’ τον Πατροκλή (Πλούσιο Αθηναίο που δε λουζότανε απ’ την τσιγγουνιά του) που δε λούστηκε ποτέ απ’ τον καιρό που γεννήθηκε.
ΧΡΕΜΥΛΟΣ Για πε μου τώρα, πώς τα μάτια σου έχασες;
ΠΛΟΥΤΟΣ Ο Δίας μου την έσκασε από φθόνο και ζήλια των ανθρώπων. Όταν ήμουν νέος φοβέριζα πως θα πηγαίνω μόνο στους τίμιους τους σοφούς και τους δίκαιους. Τότε μου ‘βγαλε τα μάτια για να μη μπορώ να ξεχωρίζω τους κακούς απ’ τους καλούς. Τόσο ζηλεύει τους καλούς ανθρώπους; (Ο Δίας ήθελε να μην ανταμείβεται η Αρετή στους ανθρώπους γιατί τότε όλοι θα προσπαθούσαν να είναι ενάρετοι από συμφέρον).

ΧΡΕΜΥΛΟΣ Και όμως ο Δίας τιμάται απ’ τους δίκαιους και τους καλούς και όχι τους κακούς.
ΠΛΟΥΤΟΣ Είμαι σύμφωνος.
ΧΡΕΜΥΛΟΣ Για πε μου. Αν ξάφνου αποχτούσες το φως σου θα έφευγες μακριά απ’ τους κακούς;
ΠΛΟΥΤΟΣ Και βέβαια θα 'φευγα.
ΧΡΕΜΥΛΟΣ Θα πήγαινες στους τίμιους, τους δίκαιους και τους καλούς.
ΠΛΟΥΤΟΣ Μα, ούτε λόγος να γίνεται. Παρ’ ότι έχω πολύ καιρό να ιδώ κανένα απ’ αυτούς.
ΧΡΕΜΥΛΟΣ Μα ούτε εγώ που βλέπω, δεν είδα κανένα τίμιο.
ΠΛΟΥΤΟΣ Τώρα μάθατε τα δικά μου. Αφήστε με να φύγω.
ΧΡΕΜΥΛΟΣ Όχι για το Θεό. Τώρα ίσα-ίσα σε θέλουμε κοντά μας να σε κρατάμε πιο δυνατά.
ΠΛΟΥΤΟΣ Καλά το ‘λεγα πως δύσκολα θα ξεμπέρδευα από σας.
ΧΡΕΜΥΛΟΣ Σε παρακαλώ να μην επιμένεις να φύγεις, γιατί όσο και να ψάξεις δε θα βρεις άλλο καλόβολο άνθρωπο από μένα.
Δεν υπάρχει άλλος από μένα.
ΠΛΟΥΤΟΣ Όλοι οι άνθρωποι έτσι λένε. Κι όταν με κάνουν δικό τους και γίνουν πλούσιοι, τότες ξεπερνούνε τα όρια της κακίας και της αδικίας και γίνονται όλοι καθίκια του κερατά.

ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗ, ΠΛΟΥΤΟΣ

SIMON DE BEAUVOIR: Η διαπίστωση και η βίωση των γηρατειών

Να πεθάνεις νωρίς ή να γεράσεις: δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική λύση. ‘Ωστόσο, ό Γκαίτε είπε: «Τα γεράματα μας βρίσκουν αναπάντεχα».

Ο καθένας θεωρεί τον εαυτό του μοναδική ανθρώπινη ύπαρξη και συχνά εκπλήσσεται όταν ή κοινή μοίρα γίνει και δική του όταν δηλαδή αρρωστήσει ή χάσει αγαπημένα του πρόσωπα. Θυμάμαι την κατάπληξή μου όταν αρρώστησα σοβαρά για πρώτη φορά στη ζωή μου κι έλεγα στον εαυτό μου, προσπαθώντας να τον πείσω: «αυτή ή γυναίκα πού μεταφέρουν στο φορείο είμαι εγώ». Τα ατυχήματα τα αποδεχόμαστε αρκετά εύκολα, γιατί μάς αφορούν σαν μοναδικά όντα. Αλλά τα γηρατειά αποτελούν την κοινή μοίρα κι όταν μάς συμβούν δε θέλουμε να τα παραδεχτούμε. Μάς φοβίζει το γεγονός ότι ή πάροδος τού χρόνου μάς μεταμορφώνει προσωπικά. Όταν ήμουν σαράντα μόλις χρονών στεκόμουν μπροστά στον καθρέφτη κοιτάζοντας τον εαυτό μου και δε μπορούσα να το πιστέψω. Τα παιδιά και οι έφηβοι έχουν συνείδηση της ηλικίας τους, μα οι ενήλικοι παύουμε να τη σκεφτόμαστε πια. Δυσκολευόμαστε ιδιαίτερα να δεχτούμε τα γηρατειά, γιατί τα θεωρούσαμε πάντα σαν κάτι ξένο. Αναρωτιέμαι: «Μπορεί να έχω γίνει διαφορετικό oν, ενώ παραμένω ο εαυτός μου;».

«Ο προβληματισμός σου είναι λανθασμένος», μου απαντάνε. «Όσο νιώθεις νέα, είσαι νέα». Μα ένας τέτοιος ισχυρισμός δείχνει παρεξήγηση της περίπλοκης αλήθειας του φαινομένου των γηρατειών: για τον παρατηρητή, αποτελούν μια διαλεκτική σχέση ανάμεσα στη δική μου οντότητα, όπως την ορίζει εκείνος αντικειμενικά και στη συνειδητοποίηση τού εαυτού μου διαμέσου εκείνου. Mεσα μου, έχει γεράσει ο «Άλλος» (δηλαδή αυτό πού αντιπροσωπεύω για τον παρατηρητή) και αυτός ο Άλλος είναι ό εαυτός μου. Στις περισσότερες περιπτώσεις, για τον υπόλοιπο κόσμο, ή υπόστασή μας είναι τόσο πολύπλευρη, όσο και ο ίδιος ο κόσμος. Κάθε παρατήρηση για μας μπορεί να αμφισβητηθεί με μιαν αντίθετη γνώμη. Αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν επιτρέπεται καμιά αμφισβήτηση: ή λέξη «έξηντάχρονος» έχει για όλους το ίδιο ουσιαστικό περιεχόμενο. Αντιστοιχεί σε βιολογικά φαινόμενα πού αποδεικνύονται πρακτικά. Μα ή δική μας προσωπική εμπειρία δε μας λέει την ηλικία μας, ούτε υπάρχει τίποτε αντιληπτό πού να μας δείχνει την κατάπτωση πού συνοδεύει την πάροδο τού χρόνου. Κι αυτό είναι ένα από τα χαρακτηριστικά για να διακριθεί ή αρρώστια από τα γηρατειά. Η αρρώστια μας προειδοποιεί για την παρουσία της και ό οργανισμός αμύνεται, συχνά με τρόπο πιο δυσάρεστο κι από το αρχικό ερέθισμα. Η ύπαρξη της αρρώστιας είναι πιο φανερή σ’ εκείνον πού την υφίσταται παρά στους γύρω του, πού μπορεί και να μην αντιλαμβάνονται τη σημασία της. Τα γηρατειά είναι πιο εμφανή στους άλλους παρά στο ίδιο το υποκείμενο. ’Αποτελούν μια νέα κατάσταση βιολογικής ισορροπίας κι αν το άτομο προσαρμοστεί ομαλά στη διαδικασία της, γήρανσης, δεν παρατηρεί την αλλαγή. Ή συνήθεια και διάφοροι αντισταθμιστικοί παράγοντες μπορούν να καλύψουν τα ψυχοκινητικά μειονεκτήματα για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Ακόμη κι αν το σώμα μας στέλνει σήματα κινδύνου, ή σημασία τους δεν είναι πάντα ξεκάθαρη. Και συχνά μπαίνουμε στον πειρασμό να συγχέουμε κάποια ανίατη νόσο με τα οριστικά γεράματα. Ό Τρότσκι πού ζούσε μόνο για την εργασία και τον αγώνα φοβόταν τα γηρατειά κι έτρεμε όταν σκεφτόταν τη φράση που επαναλάμβανε συχνά ο Λένιν: «Ξέρεις πιο είναι το χειρότερο ελάττωμα; Να έχεις περάσει τα πενήντα πέντε». Και το 1933, όταν συμπλήρωνε ο ίδιος τα 55 του χρόνια, έγραψε ένα γράμμα στη γυναίκα του όπου παραπονιόταν για κόπωση, έλλειψη ύπνου, αμνησία. Και τού φαινόταν πως οι δυνάμεις του τον εγκατέλειπαν, πράγμα πού τον ανησυχούσε. «Μπορεί να είναι αυτή ή τελευταία περίοδος της ζωής, απ’ όπου δεν υπάρχει επιστροφή ή μήπως πρόκειται για μια προσωρινή, αν και ξαφνική κατάπτωση, από την όποια θα συνέλθω; Θα δούμε». Με λύπη θυμήθηκε το παρελθόν και ζητούσε να τού στείλει μια παλιά φωτογραφία, τότε πού ήταν και οι δύο τους νέοι. «Όμως, τα συγκεκριμένα συμπτώματα τού πέρασαν και ανέλαβε και πάλι τις δραστηριότητές του.

Ισχύει και το αντίθετο: οι ενοχλήσεις των γηρατειών περνάνε συχνά απαρατήρητες ή θεωρούνται ασήμαντες και θεραπεύσιμες ανωμαλίες. ‘Ο άνθρωπος έχει πια αντιληφθεί τον ερχομό των γηρατειών πριν τα διαπιστώσει κάποιος τρίτος από τα εξωτερικά του συμπτώματα . Αλλά και τότε ακόμα, το σώμα δε μας επιτρέπει να έχουμε μια ολοκληρωμένη εικόνα της κατάστασης. Ξέρουμε, π.χ., πώς οι ρευματισμοί μας οφείλονται στα γεράματα, μα δεν καταλαβαίνουμε πως αντιπροσωπεύουν μια νέα κατάσταση. Παραμένουμε αυτό πού ήμαστε, με τούς ρευματισμούς σαν κάτι πρόσθετο.

Σιμόν Ντε Μποβουάρ, Τα γηρατειά

Η άνοδος στις αρχές και τα όρια της φιλοσοφικής γνωστοποίησης στον Πλάτωνα

Περισσότερες από μια φορές ο Πλάτων λέει ότι ο στόχος αυτού που μετέχει στη διαδικασία της γνώσης είναι η άνοδος σε μια έσχατη, υπερβατική αρχή. Μπορεί να μιλά για την άνοδο από υπόθεση σε υπόθεση σε κάτι που είναι αρκετό (ικανόν, Φαίδων 99d-107b)∙ ή για την ανιούσα γνώση του Ωραίου, από την παρατήρηση ωραίων σωμάτων στη γνώση του ηθικά ωραίου και από εκεί στη θέαση του ίδιου του Ωραίου (Συμπόσιο 210a κε.)∙ ή για την κλιμάκωση των τρόπων της γνώσης, από τους οποίους ο ύψιστος, η νόησις, αναγνωρίζει την αρχή των πάντων (Πολιτεία 509d-511e).[1] Γεγονός είναι ότι σε παλαιότερες εποχές τη σημασία των χωρίων αυτών όχι μόνο δεν την παραγνώρισαν, αλλά έβλεπαν στην στάση για «άνοδο» και υπέρβαση» την ουσία του πλατωνισμού. Πολύ σπανιότερα, αντίθετα, αναγνώρισαν ότι ακριβώς η κίνηση της ανόδου αποτελεί το πραγματικό θέμα της δραματικής μιμήσεως στους διαλόγους. Και όσες φορές το διέβλεψαν, τόνισαν ως επί το πλείστον την ίδια την άνοδο ξεχνώντας ταυτόχρονα ότι οι διάλογοι δείχνουν πάντοτε μόνο ένα κομμάτι της κίνησης προς τα πάνω, ενώ με αρκετή σαφήνεια δηλώνουν ότι σκόπιμα μπαίνουν όρια στη διαδικασία.

Μόνο η ορθή κατανόηση της κριτικής του γραπτού λόγου μας επιτρέπει να καταλάβουμε γιατί αυτά τα δυο πάνε μαζί: η άνοδος και ο περιορισμός στη μεταφορά της σε γραπτή μορφή, η «βοήθεια» μέσω «πολυτιμότερων πραγμάτων» και η σιωπή, όπου αυτό είναι απαραίτητο (το σιγάν προς ους δει). Τα παραδείγματα πλατωνικής «βοήθειας» είναι παραδείγματα όχι μόνο για την προσφυγή σε τιμιώτερα, αλλά και για σαφή εσκεμμένα κενά.

Το ότι τα πλατωνικά τιμιότερα οδηγούν εντέλει προς την κατεύθυνση της γνώσης των αρχών έχει σημασία ενσχέσει προς το γεγονός ότι ο Αριστοτέλης στα Μετά τα φυσικά και σε άλλα έργα αναφέρει μια διδασκαλία του Πλάτωνα για τις αρχές την οποία δεν βρίσκουμε με τη μορφή αυτή στους διαλόγους.

Γιατί πρέπει να προστατευτεί από τη γραπτή διάδοση εκείνο ακριβώς το μέρος της φιλοσοφίας που πραγματεύεται τις αρχές; Με την κριτική του γραπτού λόγου ως υπόβαθρο η απάντηση είναι εύκολη: όσο πιο περίπλοκο είναι το αντικείμενο τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα να υποτιμηθεί άδικα από αναγνώστες που δεν καταλαβαίνουν, απέναντι στους οποίους το γραπτό κείμενο δεν μπορεί εν απουσία του συγγραφέα του να αμυνθεί (πρβ. Φαίδρ. 275de). Μια τέτοια υποτίμηση ο Πλάτων δεν την αντιμετώπιζε προφανώς με πλήρη αδιαφορία -πράγμα που είναι απόλυτα κατανοητό, αν σκεφτεί κανείς ότι γι’ αυτόν ο κόσμος των Ιδεών κατέχει μια θέση «υπερουράνια» και «θεία».[2] Ακόμη πιο σημαντικό είναι ίσως και το ότι για τον Πλάτωνα δεν έχει νόημα να ανακοινώσεις σε κάποιον κάτι για το οποίο δεν είναι κατάλληλος ή δεν είναι ακόμη ικανοποιητικά προετοιμασμένος. Τα πράγματα αυτού του είδους τα ονομάζει απόρρητα: «πράγματα που δεν πρέπει να ανακοινωθούν πρόωρα», διότι αν ανακοινωθούν πρόωρα, δηλαδή προτού ο αποδέκτης να είναι ώριμος γι’ αυτά, «δεν φανερώνουν τίποτε» (Νόμοι 968e 4-5). Επειδή η θεωρία των αρχών είναι αυτό που προϋποθέτει τα περισσότερα στη φιλοσοφία, μια επαρκής προετοιμασία για τη θεωρία αυτή μέσα από γραπτά κείμενα -τα οποία όμως «δεν μπορούν να διδάξουν ικανοποιητικά την αλήθεια» (Φαίδρ. 276c 9)- αποκλείεται∙ και, επομένως, η γραπτή παγίωση της θα ήταν απλώς αντιπαραγωγική. 

Δεν είναι μόνο στην Πολιτεία που η εκπαίδευση των φιλοσόφων-βασιλέων κορυφώνεται με τη διαλεκτική σύλληψη της Ιδέας του αγαθού ως της αρχής των πάντων (504a κε., 540a)∙ ήδη οι σχετικά πρώιμοι διάλογοι Χαρμίδης και Λύσις περιέχουν δείγματα της έννοιας της ανόδου, η οποία δεν μπορεί να διακοπεί πριν την κατάκτηση ενός «πρώτου», μιας αρχής: Αν θέλει κανείς να διερευνήσει την φιλίαν, πρέπει να αναχθεί σε ένα πρώτον φίλον (Λύσις 219cd)∙ αν θέλει να γνωρίσει τη σωφροσύνη, τότε εμφανίζεται στον ορίζοντα της συζήτησης «η επιστήμη του καλού και του κακού» (Χαρμίδης 174bc). Ειδικά στη συζήτηση αυτή για τη σωφροσύνη στον Χαρμίδη συναντούμε μια διαφανή μεταφορική χρήση των εννοιών «γιατρικό» (φάρμακον) και «γητειά» (επωδή), η οποία μπορεί να συμβάλλει στην κατανόηση της στάσης του Πλάτωνα στο θέμα της γραπτής έκθεσης σχετικά με τις «αρχές»: Ο Σωκράτης υποστηρίζει ότι έχει στην κατοχή του ένα φάρμακον για την αρρώστια του νεαρού Χαρμίδη∙ δεν δίνει όμως το φάρμακον, επειδή αυτό έχει σαν αποτέλεσμα μόνο σε συνδυασμό με μια «γητειά» και είναι άχρηστο χωρίς αυτήν (155e 8), και επειδή ο Σωκράτης ορκίστηκε στον Θρακιώτη ιερέα που του είχε δώσει τη γητειά και το φάρμακον να μην δεχτεί ποτέ να τον πείσουν να προωθήσει το φάρμακον χωρίς τη γητειά της ψυχής του λήπτη (157b 1-c 6). Δεν υπάρχει ότι του φαρμάκου εμπεριέχει μια δήλωση σχετικά με τον ορθό τρόπο της μετάδοσης φιλοσοφικής γνώσης. Ο Πλάτων μας δίνει να καταλάβουμε ότι «ο Σωκράτης» ως ο διαλεκτικός διαθέτει γνώσεις που θα μπορούσαν βεβαίως να είναι άμεσα ανακοινώσιμες, τις οποίες όμως -εντελώς σκόπιμα- δεν τις γνωστοποιεί ακόμη, επειδή θα ήταν άχρηστες για τον Χαρμίδη όσο αυτός δεν έχει υποστεί προπαιδευτικές «γητειές», για την κατανόηση του «γιατρικού». Το φάρμακον επομένως σημαίνει κεντρικές προτάσεις της διαλεκτικής επιστήμης του καλού και του κακού, οι οποίες μπορούν να διατυπωθούν -δεν πρόκειται εδώ με κανέναν τρόπο για φιλοσοφικά άρρητα- και οι οποίες, συνεπώς, θα μπορούσαν να αποτυπωθούν και γραπτώς και να διαδοθούν. Αυτό που εμποδίζει την προώθηση εκ μέρους του Σωκράτη είναι ένας «όρκος», τον οποίο έδωσε -υποτίθεται- στον Θρακιώτη δάσκαλό του: Για τον διαλεκτικό υπάρχει λοιπόν μια υποχρέωση, την οποία αντιμετωπίζει ως εξίσου δεσμευτική με έναν θρησκευτικό όρκο, να μεταδίδει «τα πολυτιμότερα πράγματά του» μόνο εφόσον υφίστανται οι γνωστικές και ηθικές συνθήκες για την κατάλληλη πρόσληψή τους. Ο γραπτός λόγος όμως, όπως ξέρουμε, δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να δημιουργήσει τις συνθήκες αυτές.

Αυτό που στον πρώιμο Χαρμίδη δηλώνεται με μεταφορές διατυπώνεται ρητά στον ύστερο Τίμαιο, δηλαδή ότι ακριβώς οι αρχές δεν είναι γνωστοποιήσιμες σε όλους. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η μυθική φιγούρα του δημιουργού στο πλαίσιο της κοσμολογίας του Τιμαίου είναι το όνομα μιας «αρχής» της κοσμικής τάξης. Είναι δύσκολο, λέει ο Πλάτων, να βρει κανείς αυτόν τον δημιουργό και πατέρα του κόσμου, είναι όμως αδύνατο, αν τον έχει βρει, να μιλήσει γι’ αυτόν σε όλους (Τίμ. 28c 3-5). Σύμφωνα με ένα άλλο χωρίο, «οι ακόμη πιο ανώτερες αρχές είναι αυτές που είναι γνωστές (μόνο) στον θεό και σε εκείνον από τους ανθρώπους ο οποίος είναι φίλος του θεού: γι’ αυτόν τον λόγο περιλαμβάνονται στην έκθεση (53d 6-7).

Η διαπίστωση αυτή έρχεται στον Τίμαιο αμέσως ύστερα από την εισαγωγή των στοιχειωδών τριγώνων ως στοιχείων ή «αρχών» των αισθητών σωμάτων (52cd). Ποιες αρχές μπορούν να γνωστοποιηθούν σε όλους δηλαδή γραπτώς, και για ποιες δεν θα έπρεπε να συμβεί αυτό, εμείς ως αναγνώστες των διαλόγων δεν μπορούμε να το προσδιορίσουμε βάσει ενός γενικού κανόνα. Το συγκεκριμένο παράδειγμα μας επιτρέπει να ρίξουμε μια ματιά στον τρόπο με τον οποίο ο Πλάτων ανάγει τον αισθητό κόσμο σε νοητές αρχές∙ το όριο του γνωστοποιήσιμου τίθεται εδώ ύστερα από το πρώτο βήμα της αναγωγής, το οποίο οδήγησε στο πεδίο της γεωμετρίας (ότι με τις «ακόμη πιο ανώτερες αρχές» πάνω από τα στοιχειώδη τρίγωνα εννοούνται οι αριθμοί μπορούμε να το υποστηρίξουμε με βεβαιότητα χάρη στον Αριστοτέλη[3]).

Δεν είμαστε σε θέση να πούμε αν ο Πλάτωνας έθεσε οριστικά για τον εαυτό του το όριο αυτό∙ πιθανότερο είναι πάντως ότι ήταν στη διακριτική του ευχέρεια πόσο σπόρο ήθελε να σπείρει σε έναν «κήπο του Αδώνιδος», και ότι κάθε φορά έβαζε το όριο για τον συγκεκριμένο διάλογο ενώ τον έγραφε. Ήδη ο Πλούταρχος είχε παρατηρήσει ότι ο Πλάτων σε προχωρημένη ηλικία έτεινε μάλλον να ονοματίζει ανοιχτά τις αρχές που είχε στο νου του (Περί Ίσιδος και Οσίριδος 48, 370F)∙ θα έπρεπε πάντως να προσθέσουμε πως η βασική ιδέα ότι υπάρχουν πράγματα που δεν θα έπρεπε να γνωστοποιηθούν γραπτώς, επειδή με την πρόωρη γνωστοποίησή τους δεν εξηγούν τίποτε, και επομένως είναι «άχρηστα», μένει αναλλοίωτη από τη μεταφορά του φαρμάκου στον Χαρμίδη ως το 12ο βιβλίο των Νόμων, όπου επιτέλους εισάγεται (968e) η χαρακτηριστική έννοια απόρρητα.
-----------------------
[1] Στα συμφραζόμενα αυτά πρέπει φυσικά να θυμηθούμε και τη μυθική εικόνα για την άνοδο των «οχημάτων των ψυχών» στον «υπερουράνιον τόπον» (Φαίδρος 246a κε.), έστω και αν εδώ μεταξύ των αντικειμένων της θέασης του επέκεινα (247de) κανένα δεν προβάλλεται ως αρχή των άλλων.
[2] Αρκεί να σκεφτούμε τον «υπερουράνιον τόπον» ως τόπο των Ιδεών (Φαίδρ. 247c κε.) ή και την «ομοίωση προς τον θεό», η οποία είναι στην πραγματικότητα μια ομοίωση προς την τάξη που διέπει τον κόσμο των Ιδεών (Πολιτεία 500b-d).
[3] Από τα πολυάριθμα αριστοτελικά χωρία τα οποία μαρτυρούν την οντολογική προτεραιότητα των αριθμών έναντι των γεωμετρικών σχημάτων ιδιαίτερα σημαντικό είναι το απόσπασμα 2 Ross από το Περί τ' αγαθού, το οποίο διέσωσε ο Αλέξανδρος από την Αφροδισιάδα στο υπόμνημά του στα Μετά τα φυσικά.

ΠΛΑΤΩΝ: Συμπόσιον (213e-215a)

Ἐπειδὴ δὲ κατεκλίνη, εἰπεῖν· Εἶεν δή, ἄνδρες· δοκεῖτε γάρ μοι νήφειν. οὐκ ἐπιτρεπτέον οὖν ὑμῖν, ἀλλὰ ποτέον· ὡμολόγηται γὰρ ταῦθ᾽ ἡμῖν. ἄρχοντα οὖν αἱροῦμαι τῆς πόσεως, ἕως ἂν ὑμεῖς ἱκανῶς πίητε, ἐμαυτόν. ἀλλὰ φερέτω, Ἀγάθων, εἴ τι ἔστιν ἔκπωμα μέγα. μᾶλλον δὲ οὐδὲν δεῖ, ἀλλὰ φέρε, παῖ, φάναι, τὸν ψυκτῆρα ἐκεῖνον, ἰδόντα αὐτὸν [214a] πλέον ἢ ὀκτὼ κοτύλας χωροῦντα. τοῦτον ἐμπλησάμενον πρῶτον μὲν αὐτὸν ἐκπιεῖν, ἔπειτα τῷ Σωκράτει κελεύειν ἐγχεῖν καὶ ἅμα εἰπεῖν· Πρὸς μὲν Σωκράτη, ὦ ἄνδρες, τὸ σόφισμά μοι οὐδέν· ὁπόσον γὰρ ἂν κελεύῃ τις, τοσοῦτον ἐκπιὼν οὐδὲν μᾶλλον μή ποτε μεθυσθῇ.
Τὸν μὲν οὖν Σωκράτη ἐγχέαντος τοῦ παιδὸς πίνειν· τὸν δ᾽ Ἐρυξίμαχον Πῶς οὖν, φάναι, ὦ Ἀλκιβιάδη, ποιοῦμεν; [214b] οὕτως οὔτε τι λέγομεν ἐπὶ τῇ κύλικι οὔτε τι ᾄδομεν, ἀλλ᾽ ἀτεχνῶς ὥσπερ οἱ διψῶντες πιόμεθα;
Τὸν οὖν Ἀλκιβιάδην εἰπεῖν Ὦ Ἐρυξίμαχε, βέλτιστε βελτίστου πατρὸς καὶ σωφρονεστάτου, χαῖρε.
Καὶ γὰρ σύ, φάναι τὸν Ἐρυξίμαχον· ἀλλὰ τί ποιῶμεν;
Ὅτι ἂν σὺ κελεύῃς. δεῖ γάρ σοι πείθεσθαι·
ἰητρὸς γὰρ ἀνὴρ πολλῶν ἀντάξιος ἄλλων·
ἐπίταττε οὖν ὅτι βούλει.
Ἄκουσον δή, εἰπεῖν τὸν Ἐρυξίμαχον. ἡμῖν πρὶν σὲ εἰσελθεῖν ἔδοξε χρῆναι ἐπὶ δεξιὰ ἕκαστον ἐν μέρει λόγον [214c] περὶ Ἔρωτος εἰπεῖν ὡς δύναιτο κάλλιστον, καὶ ἐγκωμιάσαι. οἱ μὲν οὖν ἄλλοι πάντες ἡμεῖς εἰρήκαμεν· σὺ δ᾽ ἐπειδὴ οὐκ εἴρηκας καὶ ἐκπέπωκας, δίκαιος εἶ εἰπεῖν, εἰπὼν δὲ ἐπιτάξαι Σωκράτει ὅτι ἂν βούλῃ, καὶ τοῦτον τῷ ἐπὶ δεξιὰ καὶ οὕτω τοὺς ἄλλους.
Ἀλλά, φάναι, ὦ Ἐρυξίμαχε, τὸν Ἀλκιβιάδην, καλῶς μὲν λέγεις, μεθύοντα δὲ ἄνδρα παρὰ νηφόντων λόγους παραβάλλειν μὴ οὐκ ἐξ ἴσου ᾖ. καὶ ἅμα, ὦ μακάριε, πείθει τί [214d] σε Σωκράτης ὧν ἄρτι εἶπεν; ἢ οἶσθα ὅτι τοὐναντίον ἐστὶ πᾶν ἢ ὃ ἔλεγεν; οὗτος γάρ, ἐάν τινα ἐγὼ ἐπαινέσω τούτου παρόντος ἢ θεὸν ἢ ἄνθρωπον ἄλλον ἢ τοῦτον, οὐκ ἀφέξεταί μου τὼ χεῖρε.
Οὐκ εὐφημήσεις; φάναι τὸν Σωκράτη.
Μὰ τὸν Ποσειδῶ, εἰπεῖν τὸν Ἀλκιβιάδην, μηδὲν λέγε πρὸς ταῦτα, ὡς ἐγὼ οὐδ᾽ ἂν ἕνα ἄλλον ἐπαινέσαιμι σοῦ παρόντος.
Ἀλλ᾽ οὕτω ποίει, φάναι τὸν Ἐρυξίμαχον, εἰ βούλει· Σωκράτη ἐπαίνεσον.
[214e] Πῶς λέγεις; εἰπεῖν τὸν Ἀλκιβιάδην· δοκεῖ χρῆναι, ὦ Ἐρυξίμαχε; ἐπιθῶμαι τῷ ἀνδρὶ καὶ τιμωρήσωμαι ὑμῶν ἐναντίον;
Οὗτος, φάναι τὸν Σωκράτη, τί ἐν νῷ ἔχεις; ἐπὶ τὰ γελοιότερά με ἐπαινέσαι; ἢ τί ποιήσεις;
Τἀληθῆ ἐρῶ. ἀλλ᾽ ὅρα εἰ παρίης.
Ἀλλὰ μέντοι, φάναι, τά γε ἀληθῆ παρίημι καὶ κελεύω λέγειν.
Οὐκ ἂν φθάνοιμι, εἰπεῖν τὸν Ἀλκιβιάδην. καὶ μέντοι οὑτωσὶ ποίησον. ἐάν τι μὴ ἀληθὲς λέγω, μεταξὺ ἐπιλαβοῦ, ἂν βούλῃ, καὶ εἰπὲ ὅτι τοῦτο ψεύδομαι· ἑκὼν γὰρ εἶναι οὐδὲν [215a] ψεύσομαι. ἐὰν μέντοι ἀναμιμνῃσκόμενος ἄλλο ἄλλοθεν λέγω, μηδὲν θαυμάσῃς· οὐ γάρ τι ῥᾴδιον τὴν σὴν ἀτοπίαν ὧδ᾽ ἔχοντι εὐπόρως καὶ ἐφεξῆς καταριθμῆσαι.

***
Ξάπλωσε και είπε: «Ως εδώ καλά, παίδες· γιατί μου φαίνεστε ξεμέθυστοι. Λοιπόν, δε θα σας αφήσω ήσυχους, αλλά εμπρός, πιοτό! Αυτή δεν ήταν η συμφωνία μας; Λοιπόν, ανακηρύσσω άρχοντα στο πιοτό, για όση ώρα εσείς πιείτε όσο σηκώνετε, την αφεντιά μου. Έλα, Αγάθων, φέρτε μου, αν βρίσκεται κανένα μεγάλο ποτήρι. Μάλλον όμως δε μας χρειάζεται· “πιάσε, παιδί, εκείνη τη μπουζιέρα ”, φώναξε, καθώς είδε [214a] ότι χωρούσε δύο λίτρες και βάλε. Είπε να τη γεμίσουν και πρώτος ο ίδιος την ήπιε ως τον πάτο, έπειτα πρόσταξε να τη γεμίσουν για τον Σωκράτη λέγοντας: «Η μηχανή που έστησα, φίλοι, δεν πιάνει τον Σωκράτη· γιατί, όσο κι αν του βάλεις να πιει, θα τ᾽ αδειάσει ως τον πάτο κι αποκλείεται να μεθύσει».
Λοιπόν ο υπηρέτης γέμισε τη μπουζιέρα κι ο Σωκράτης έπινε· κι ο Ερυξίμαχος είπε: «Τί κάνουμε τώρα, Αλκιβιάδη; [214b] καθόμαστε χωρίς να λέμε τίποτε πάνω στο ποτήρι κι ούτε πιάνουμε και κανένα τραγούδι, αλλά, ίδια και απαράλλακτα με τους διψασμένους, θα πίνουμε;»
Κι ο Αλκιβιάδης του αποκρίθηκε: «Χαίρε Ερυξίμαχε, υπέροχε γιε υπέροχου και πρώτου στη σωφροσύνη πατέρα!».
«Αντιχαιρετώ σε, του φώναξε ο Ερυξίμαχος· αλλά τί κάνουμε τώρα;»
«Ό,τι προστάξεις εσύ· γιατί σου οφείλουμε υπακοή,
τι ένας γιατρός αξίζει σίγουρα πολλούς ανθρώπους άλλους·
λοιπόν περιμένουμε τη συνταγή σου».
«Άκουσε λοιπόν, είπε ο Ερυξίμαχος· εμείς, πριν καταφτάσεις εσύ, πήραμε απόφαση, ο καθένας μας με τη σειρά του, αρχίζοντας απ᾽ τ᾽ αριστερά και προχωρώντας προς τα δεξιά, ν᾽ αναλάβει να μιλήσει [214c] για τον Έρωτα όσο μπορεί ωραιότερα και να του πλέξει εγκώμιο. Λοιπόν, εμείς οι άλλοι όλοι μιλήσαμε· εσύ τώρα, επειδή δεν έχεις μιλήσει κι άδειασες το ποτήρι σου, υποχρεούσαι να μιλήσεις· μίλησε, και κατόπι δώσε παραγγελία στον Σωκράτη, όποια θέλεις, κι αυτός να κάνει το ίδιο σ᾽ αυτόν που ξαπλώνει δεξιά του και ούτω καθεξής».
«Αλλά, είπε ο Αλκιβιάδης, Ερυξίμαχε, δε λέω, καλά τα λες, όμως είναι άδικο να βάζεις έναν μεθυσμένο να παραβγαίνει ξεμέθυστους σε επίδειξη λόγων. Κι ακόμη, καλότυχε, δίνεις πίστη σ᾽ όσα [214d] ο Σωκράτης είπε τώρα δα ή ξέρεις κι εσύ ότι η αλήθεια είναι διαμετρικά αντίθετη απ᾽ ό,τι έλεγε; Γιατί ετούτος, αν εγώ πλέξω μπροστά του το εγκώμιο θεού ή ανθρώπου άλλου απ᾽ αυτόν, δε θα διστάσει να με καταχεριάσει».
«Σώπασε επιτέλους!», είπε ο Σωκράτης.
«Μα τον Ποσειδώνα, είπε ο Αλκιβιάδης, σταμάτα αυτή την κουβέντα, γιατί εγώ μπροστά σου δε θα δοκίμαζα να εγκωμιάσω κανένα άλλον».
«Αλλά κάνε κάτι άλλο, είπε ο Ερυξίμαχος, αν το προτιμάς· εγκωμίασε τον Σωκράτη».
[214e] «Τί είπες; είπε ο Αλκιβιάδης· νομίζεις, Ερυξίμαχε, ότι αυτό βολεύει καλύτερα; Να του ριχτώ και να τον τιμωρήσω μπροστά σας;»
«Ε συ, είπε ο Σωκράτης, τί σχεδιάζεις; να μου κάνεις εγκώμιο για γελοιοποίηση; τί άλλο;»
«Θα καταθέσω την αλήθεια. Τώρα, εσύ μου δίνεις το ελεύτερο;»
«Αλλά, αν είναι να πεις την αλήθεια, είπε ο Σωκράτης, σου δίνω το ελεύτερο και σε προτρέπω να μιλήσεις».
«Άρχισα κιόλας, είπε ο Αλκιβιάδης. Κι απ᾽ τη μεριά σου εσύ κάνε το εξής: αν κάτι απ᾽ τα λεγόμενά μου δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια, διάκοψέ με και πάρε το λόγο, παρακαλώ και πες ότι “Αλκιβιάδη, εδώ λες ψέματα”· γιατί δε θα πω ψέμα —κανένα!— [215a] από πρόθεση. Αν όμως, προσπαθώντας να τ᾽ ανακαλέσω στη μνήμη μου, τα πω μπερδεύοντας τη σειρά τους, μην παραξενευτείς· δεν είναι εύκολο δα ν᾽ αραδιάσω με άνεση και την κανονική της σειρά την ανήκουστη παραξενιά σου, στην κατάσταση που βρίσκομαι».