Πόση αγάπη περισσεύει για τους άλλους όταν αγαπάμε υπερβολικά τον εαυτό μας; Ναρκισσισμός, λίμπιντο, ναρκισσιστικές νευρώσεις, μελαγχολία και διάφορες παράνοιες... Πέντε διαφορετικές κατηγορίες και – όμως – είναι δυνατό να ενώνονται, να συμπληρώνονται και να γεννά η μία την άλλη.
Αντί να γίνω τετριμμένος στην προσπάθειά μου να εξηγήσω το έργο του Σ. Φρόυντ ας προσπαθήσω να το κάνω περισσότερο προσιτό μέσα από την παρακάτω, φανταστική, ιστορία...
Κάποτε, σε έναν μακρινό τόπο ζούσε ένας νέος (απροσδιόριστης ηλικίας) ο οποίος αναζητούσε, διακαώς, τον έρωτα. Για αυτόν – όπως και για κάθε άνθρωπο, εξάλλου – ο έρωτας ήταν από τις πιο σημαντικές υποθέσεις σε τούτη τη ζωή• ίσως η σημαντικότερη! Σκεφτόταν δε, ότι η έκφραση του έρωτα μέσα από την σωματική εφαρμογή της ήταν η απόλυτη πράξη αλτρουισμού... το νήμα, η κλωστή – αν θέλετε – που υπερέβαινε τον ατομικό εαυτό και ένωνε ολόκληρο το ανθρώπινο είδος, ράβοντάς το μαζί.
Αν και ανά τους καιρούς έβρισκε υγιείς τρόπους να ικανοποιήσει την ανάγκη του καταλάβαινε ότι αυτό δεν του φτάνει. Μη μπορώντας να βρει μόνιμη λύση, λοιπόν, στον τόπο του ξεκίνησε για ένα μακρύ ταξίδι. Αν και είχε φύγει επανειλημμένως στο παρελθόν κάθε φορά που το έκανε, το ταξίδι του αποκτούσε άλλη "χροιά". Του έμοιαζε διαφορετικό.
Αυτή τη φορά, ακολούθησε ένα δρόμο που μέχρι στιγμής δεν είχε ακολουθήσει ξανά. Ο δρόμος κατέληξε σε έναν λαβύρινθο στον οποίο ο νεαρός της ιστορίας μας αποφάσισε να εισέλθει. Το περιβάλλον του λαβυρίνθου ήταν σκοτεινό ενώ σε πολλά σημεία υπήρχε τόση υγρασία που η θερμοκρασία άλλαζε απότομα! Έχοντας χάσει τον υπολογισμό για το πόσες μέρες ήταν στο λαβύρινθο ο νεαρός μας άρχισε να διατρέχεται από σκέψεις. Εκείνες, προσανατολίζονταν γύρω από τις προηγούμενες ερωτικές του σχέσεις υπενθυμίζοντας πότε τα καλά και πότε τα κακά αλλά αφήνοντάς του πάντα ένα αίσθημα ενοχής. Συχνά αναλογιζόταν και τους φίλους του από τον τόπο του και σκεφτόταν πως αν δεν τον ένοιαζαν τόσο αυτοί ίσως να είχε φύγει νωρίτερα για το ταξίδι της αναζήτησής του.
Έχοντας στο ταξίδι αρκετό – αλλά απροσδιόριστο – καιρό και απέχοντας από οποιαδήποτε γοητευτική γυναικεία παρουσία, άρχισε να τον διακατέχει ένα άγχος! Ένιωθε ότι σε κάθε κίνησή του κάποιος τον ακολουθεί. Μάλιστα όταν ο ίδιος επιτάχυνε μπορούσε, πραγματικά, να ακούσει τα βήματα του άλλου πίσω του να επιταχύνουν επίσης! Στην αρχή σκέφτηκε να μη δώσει σημασία και να συνεχίζει στο ίδιο βήμα αλλά σύντομα ο εαυτός του τον ανάγκασε να τρέξει. Μάταια, όμως, καθώς κατάλαβε ότι δεν μπορούσε να ξεφύγει από το διώκτη του. Σκέφτηκε, τότε, να σταματήσει και να κρυφτεί σε κάποια γωνία του λαβυρίνθου με την ελπίδα ότι θα τον έχανε αλλά τίποτα...
Η αίσθηση ότι κάποιος ήταν πάντα πίσω του που τον εποφθαλμιούσε δεν έφευγε με τίποτα! Το μόνο καλό σε αυτή την ιστορία ήταν ότι από τη στιγμή που είχε πατήσει το πόδι του στο λαβύρινθο δεν ένιωθε κούραση. Ήταν γεμάτος με μία ενέργεια που τροφοδοτούσε όλα τα όργανα του σώματός του σε τέτοιο βαθμό που του ήταν αδύνατο να σταθεί ακίνητος. Αναλογιζόμενος τη θέση του άρχισε να ψάχνει τρόπους να κατανοήσει το γιατί κάποιος να τον κυνηγά... Γιατί αυτόν και όχι κάποιον άλλον;
Το ότι ήταν απολύτως μόνος του μέσα στον λαβύρινθο και δεν είχε άλλες παρουσίες να τον αποσπούν και να δαπανούν ενέργεια από τη σκέψη του τον οδήγησε σε μία μεγάλη συνειδητοποίηση... Τον κυνηγούσαν γιατί ήταν σπουδαίος! Εξάλλου για ποιον άλλο λόγο θα κυνηγούσε κανείς κάποιον εάν, αυτός, ο κάποιος δεν ήταν μεγάλη προσωπικότητα, συχνά αναρωτιόταν. Η διερώτηση, αυτή, ανά στιγμές – περιέργως – τον καθησύχαζε μα πάντα του υπενθύμιζε το άγχος του. Σιγά σιγά, πέρασε σε δεύτερες σκέψεις όπου άρχισε να φαντάζεται το πρόσωπο που τον κυνηγά. Ήταν ένας άντρας που γνώριζε, ένας φίλος του και – συγκεκριμένα – ο καλύτερός του φίλος!
Θυμόταν, μάλιστα, όλη τους τη διαδρομή κατά το μεγάλωμά τους μέχρι το σημείο της απροσδιόριστης ηλικίας που ήταν τώρα. Κάποτε, τον αγαπούσε με όλη του την καρδιά αλλά αυτό μετά από ένα γεγονός είχε αλλάξει. Πλέον, ο φίλος του ήταν ο μεγαλύτερος εχθρός του, ένας πολέμιος της ίδιας του της ύπαρξης και του εγώ του. Εκείνος έφταιγε για όλα όσα είχαν συμβεί στον πρωταγωνιστή μας, για το ότι δεν μπορούσε να βρει τον έρωτα που τον οδήγησε να φύγει από τον τόπο του, για τις κακοτυχίες της οικογένειάς του ακόμα και για τις κακοτυχίες του τόπου τους. Ο θυμός τον κυρίευε καθώς όλη η αγάπη που ένιωθε για εκείνον είχε μετατραπεί σε μίσος και το μίσος αυτό έκανε την ενέργεια του λαβυρίνθου που τον καθιστούσε αεικίνητο να εκλαμβάνεται ως αγωνία.
Μέσα σε αυτή την αγωνία, ο νεαρός μας ανέπτυξε μια φαντασία. Λέω φαντασία και όχι φαντασίωση γιατί αν και, αρχικά, έμοιαζε να εκπληρώνει τον πόθο του στο τέλος του γεννούσε πόνο. Σκεφτόταν, λοιπόν, ότι σκότωνε το φίλο του και αμέσως λύνονταν τα προβλήματά του. Όταν όμως έδινε τη χαριστική βολή, το χέρι του έπειτα έμοιαζε να ζυγίζει ένα τόνο και να πέφτει στα πλευρά του παραλυμένο! Τρομαγμένος από τις ίδιες του τις σκέψεις ο νεαρός μας άρχισε να θλίβεται. Πλέον, όλη η ζωή του τού έμοιαζε πως είχε αναλωθεί σε ανούσιες συναντήσεις, σε έρωτες που από την αρχή δεν θα έβγαζαν πουθενά και σε τετριμμένα δρώμενα. Πόσα πράγματα είχε απωθήσει... Πόσα θέλω του είχε καταπιέσει και πόσες φορές είχε απορριφθεί από τους άλλους από δικό του λάθος...
Όλη αυτή η ενέργεια που σχημάτιζε νοερά ένα χέρι που διατεινόταν ως τα θέλω του και τους άλλους σιγά σιγά άρχισε να λυγίζει. Επέστρεφε σε αυτόν άδειο και άτονο. Εκείνη τη στιγμή, έστριψε σε ένα σημείο του λαβυρίνθου και αντίκρυσε ένα καθρέφτη. Μην έχοντας καταλάβει, πλήρως, τι είναι αλλά και λόγω της περιορισμένης φωτεινότητας διέκρινε μόνο τον κατοπτρισμό του και όχι το πλαίσιο γύρω από αυτό. Το σκοτάδι έκανε το είδωλό του να εμφανίζεται αλλοιωμένο – σε τέτοιο βαθμό – που το πέρασε για άλλον! Σκέφτηκε πως αυτός είναι ο κάποιος που τον καταδιώκει και έπεσε επάνω του με λύσσα. Ο καθρέφτης θρυμματίστηκε αμέσως και ο νεαρός μας απέμεινε με τη μελαγχολία του επάνω από χίλια μικρά κομμάτια.
Οι επόμενες στιγμές, μέρες, χρόνια ή καιρός – δεν έχει σημασία – πέρασαν έχοντας μία ίδια απόχρωση. Το αποτέλεσμα όλου αυτού ήταν ο νεαρός της ιστορίας μας να χάσει το ενδιαφέρον του να βρει τη έξοδο στην άλλη πλευρά του λαβυρίνθου. Έτσι, τα μάζεψε και επέστρεψε πίσω. Βγαίνοντας από την είσοδο ένιωσε ελαφρώς διαφορετικός. Για αρχή, η ενέργεια της αεικινησίας είχε φύγει και πλέον ένιωθε εξαντλημένος. Έπειτα, ο εαυτός του του φαινόταν αλλιώτικος... Ομορφότερος, το δέρμα του ήταν σαν να έλαμπε για αυτόν και θεωρούσε το πνεύμα και το λέγειν του ανίκητα! Τόσο ανίκητα που αναπόφευκτα οδηγήθηκε στον προηγούμενο βίο του με ακόμα μεγαλύτερο πάθος.
Τα χρόνια του πέρασαν αναλωμένα σε καινοφανείς σχέσεις και σε διαρκείς συγκρούσεις με τον ίδιο του τον εαυτό και λίγο καιρό πριν κλείσουν είδε ένα όνειρο που φάνηκε να εξηγεί τη διαδρομή της ζωής του. Κατάλαβε πως αυτός που τον καταδίωκε ήταν ο εαυτός του που τον κριτίκαρε. Τον κριτίκαρε σε τέτοιο βαθμό με την ιδεώδικη υπόστασή του που του ήταν περισσότερο υποφερτό να τον φαντάζεται σαν κάποιον ξένο, έξω από αυτόν και το σώμα του. Ο καιρός που χωρίστηκε και θεωρήθηκε ξεχωριστή οντότητα ήταν ο καιρός που ακολούθησε τη ρήξη με τον φίλο του. Ο καιρός, δηλαδή, που ο εαυτός του ταπεινώθηκε και υπεβλήθη σε ένα σωρό διαταράξεις.
Κατάλαβε, επίσης, πως το είδωλο που θρυμμάτισε ήταν το εγώ του. Το εγώ του, που σε αυτό είχε επιστρέψει σαν το άδειο χέρι που διατεινόταν στους άλλους και πλέον έσφιγγε εκείνον. Η αντίθεση του να επιθυμεί την παρέα κάποιου και ταυτόχρονα να τον μισεί γιατί εκείνος τον απορρίπτει ζούσε μέσα του.
Τέλος, κατάλαβε πως ο ίδιος δεν ταξίδεψε σε κανέναν λαβύρινθο ποτέ του. Το εγώ του είχε ξεκινήσει το ταξίδι, αυτό, πολύ καιρό πριν όταν προσπάθησε να επενδυθεί κατάλληλα στις ρομαντικές σχέσεις αλλά αποτυγχάνοντας γύρισε και επενδύθηκε στον ίδιο. Το εγώ του ήταν που μπήκε μέσω του λαβυρίνθου στη διαδικασία αυτή αλλά απέτυχε και επέστρεψε στον ίδιο κάνοντάς τον – επί της ουσίας – να μην μπορεί να ερωτευτεί κανέναν άλλο παρά τον εαυτό του και να στερηθεί μιας ζωής πλήρων σχέσεων με άλλους.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου