Ας δούμε τώρα και κάποιες άλλες σημαντικές αλλαγές που χαρακτηρίζουν την κοινή, τη μορφή δηλαδή που παίρνει η ελληνική γλώσσα καθώς, κατά τους τρεις τελευταίους αιώνες π.Χ., «ταξιδεύει» σε όλο τον τότε γνωστό κόσμο, για να γίνει η «διεθνής» γλώσσα, τα «αγγλικά» της εποχής.
Οι αλλαγές που θα συζητήσουμε θα μας βοηθήσουν να καταλάβουμε καλύτερα τους μηχανισμούς με τους οποίους αλλάζουν οι γλώσσες.
Μια παρένθεση για την εκμάθηση της γλώσσας από το παιδί
Θυμάστε που λέγαμε σε ένα προηγούμενο κεφάλαιο ότι το μικρό παιδί που μαθαίνει τη μητρική του γλώσσα στα πρώτα χρόνια της ζωής του (πριν πάει ακόμα σχολείο) έχει την τάση να εξομαλύνει τη γλώσσα. Πολύ συχνά π.χ. ακούει κανείς τα πολύ μικρά παιδιά να λένε έθελα αντί ήθελα. Γιατί το κάνουν αυτό; Το κάνουν γιατί έχουν «κατακτήσει», έχουν μάθει, τον κανόνα που λέει ότι η αύξηση έχει τη μορφή ε-. Έτσι, με βάση τον κανόνα αυτό (π.χ. παίζ-ω, έ-παιζ-α), εξομαλύνουν τον ανώμαλο παρατατικό του θέλω, δηλαδή ήθελα, σε έθελα. Ο κανόνας γενικεύεται - δεν έχει «ανώμαλες» εξαιρέσεις. Αυτή η παιδική παρέμβαση στη γλώσσα δεν είναι τυχαία: επιχειρεί να γενικεύσει έναν κανόνα για να διευκολύνει τη διαδικασία της εκμάθησης της γλώσσας. Πιο εύκολα μαθαίνει κανείς έναν κανόνα χωρίς εξαιρέσεις απ' ό,τι έναν κανόνα που έχει εξαιρέσεις. Όταν υπάρχουν εξαιρέσεις, αυτές πρέπει να τις μαθαίνει και να τις απομνημονεύει ξεχωριστά. Αυτό μπορείτε να το καταλάβετε χρησιμοποιώντας την εμπειρία σας από την εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας. Στα αγγλικά λ.χ. ο αόριστος σχηματίζεται με την προσθήκη της κατάληξης -ed:
answer 'απαντώ' > answer-ed 'απάντησα'
tremble 'τρέμω' > trembl-ed 'έτρεμα'
Αυτό μαθαίνεται εύκολα. Υπάρχουν όμως πολλές εξαιρέσεις και αυτές πρέπει να τις μάθουμε ξεχωριστά, μία μία, και να τις θυμόμαστε.
go 'πηγαίνω' > went 'πήγα'
bring 'φέρνω' > brought 'έφερα'
take 'παίρνω' > took 'πήρα'
Δεν είναι παράξενο λοιπόν που και το μικρό εγγλεζάκι σε κάποια φάση της εκμάθησης της μητρικής του γλώσσας, πολύ πριν πάει σχολείο, λέει goed αντί went, bringed αντί brought και taked αντί took, με τον ίδιο τρόπο, και για τους ίδιους λόγους, που το μικρό ελληνόπουλο λέει άθελα αντί ήθελα.
Τί δείχνουν αυτά τα παιδικά λάθη;
Αυτά τα παιδικά λάθη δείχνουν τους δρόμους που ακολουθεί η γλωσσική αλλαγή. Ένας από αυτούς είναι η διευκόλυνση της εκμάθησης της μητρικής γλώσσας από το μικρό παιδί. Αυτό τον σκοπό υπηρετεί η εξομάλυνση. Τα λάθη αυτά βέβαια διορθώνονται από τους μεγάλους, και αργότερα από το σχολείο. Αλλά κάποια από αυτά κάποτε επιζούν, ιδίως όταν (και αυτό συνέβαινε παλιότερα) οι διορθωτικοί μηχανισμοί (π.χ. το σχολείο) δεν υπάρχουν ή είναι αδύναμοι. Επιπλέον, αυτή η τάση για εξομάλυνση μπορεί να αποκτήσει ιδιαίτερη δυναμική και να επιβληθεί αλλάζοντας τη γλώσσα σε συνθήκες εξάπλωσης, όταν δηλαδή (και αυτό συνέβη με την ελληνική στα χρόνια του Μ. Αλεξάνδρου και μετά) η γλώσσα αυτή μαθαίνεται από αλλόγλωσσους (γιατί την έχουν ανάγκη). Η διαδικασία αυτή (που γινόταν χωρίς σχολεία και φροντιστήρια όπως σήμερα, αλλά με την καθημερινή επαφή, όπως περίπου μαθαίνουν τα ελληνικά οι περισσότεροι οικονομικοί μετανάστες στις μέρες μας) ενίσχυε τις τάσεις εξομάλυνσης για τις οποίες μιλήσαμε πιο πριν. Και αυτό γιατί η εξομάλυνση έκανε την εκμάθηση της ξένης γλώσσας, όπως και στην περίπτωση των μικρών παιδιών που είδαμε νωρίτερα, πιο εύκολη.
Έτσι λοιπόν γίνονται την εποχή αυτή και για τους λόγους που συζητήσαμε μια σειρά από αλλαγές που χαρακτηρίζονται από αυτή την τάση για εξομάλυνση.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου