Τα αρχαιολογικά στοιχεία που αναφέρονται στη γνωστή από τις πηγές αποικία της Μένδης χρονολογούνται, πέρα από εκείνα των υπομυκηναϊκών και γεωμετρικών χρόνων του 10ου και 9ου αιώνα, κατά τον 8ο και 7ο αι. π.Χ. και προέρχονται από τους λάκκους της Βίγλας και από τη θέση Προάστειο[1]. Ορισμένα από αυτά συγκρίνονται με ευρήματα του Λευκαντιού και της Ερέτριας. Υστερογεωμετρική ευβοϊκή κεραμική του τέλους του 8ου-αρχών του 7ου αιώνα βρέθηκε στο δάπεδο των σπιτιών Η και Θ και ένα κυκλικό πλακόστρωτο του τέλους του 8ου αιώνα αποκαλύφθηκε ανάμεσα στις κατοικίες, ανάλογα του οποίου γνωρίζουμε επίσης από το Λευκαντί. Παρόμοιο κυκλικό πλακόστρωτο εντοπίστηκε στην τράπεζα Πολίχνης της Θεσσαλονίκης και στην Τούμπα της Θεσσαλονίκης και χρονολογούνται στην πρώιμη εποχή του σιδήρου[2].
Λαμβάνοντας υπόψη το ενδεικτικό υλικό που αναφέραμε από το άνω τμήμα της Μένδης και από το παράλιο, όπου οι οικιστικές φάσεις αλληλοδιαδέχονται μέχρι τον 6ο αιώνα, αλλά και τα ευρήματα του νεκροταφείου, διαγράφεται η πιθανή εγκατάσταση μιας ερετριακής αποικίας στη Χαλκιδική. Η Μένδη, τοποθετημένη σε στρατηγικό σημείο για τις ναυτικές διαδρομές, τη διακίνηση των μετάλλων, την εξαγωγή ξυλείας, οίνου και λαδιού ανέπτυξε στα αρχαϊκά χρόνια τον ρόλο της στην εξωτερική πύλη του Θερμαίου Κόλπου, πράγμα που σε μικρότερη κλίμακα είχε ήδη υπάρξει κατά την ύστερη εποχή του χαλκού και την πρώιμη εποχή του σιδήρου. Η Μένδη απέκτησε τα χαρακτηριστικά ενός λειτουργικού κέντρου με κατοίκους προφανώς ανάμικτους σε μάλλον αγαστή συνύπαρξη. Η αναβάθμιση αυτή του οικισμού και της χώρας του προς μία μορφή αποικίας ανάγεται, με βάση τις μαρτυρίες των πηγών, στα 730 π.Χ. Τα αρχαιολογικά δεδομένα επιτρέπουν, ωστόσο, να υποθέσουμε βάσιμα ότι η ευβοϊκή παρουσία στη Μένδη ήταν προγενέστερη από εκείνη που συνήθως δεχόμαστε.
Η Μένδη και η Τορώνη συνιστούν το παράδειγμα δυο μορφών αποικίας που υποκατέστησαν προηγούμενα χωρία. Το κάθε οικιστικό κέντρο και τα επιμέρους παραδοσιακά σημεία αναφοράς της οικονομίας του (δάσος, αγροί, εργαστήρια, ακτή, όρμος) συναποτελούσαν μια ενότητα. Η παράδοση θέλει τις δύο περιοχές, της Μένδης και της Τορώνης, να είναι αποικίες διαφορετικών Ευβοέων, των Ερετριέων και των Χαλκιδέων αντίστοιχα. Δεν αποκλείεται να είχαν αναμεταξύ τους ανταγωνισμούς, και οι δύο πόλεις δεν εμφανίζουν στοιχεία κατοχής εκ μέρους των αποίκων. Η τοπική κεραμική εξακολούθησε να παράγεται και η ποσοτική και ποιοτική εισαγωγή ευβοϊκών αγγείων ή επίδρασή τους ήταν περιορισμένη. Το ίδιο ισχύει και για άλλα αρχαιολογικά στοιχεία, λ.χ. στην αρχιτεκτονική. Το κριτήριό μας, επομένως, για την αναγνώριση μιας αποικίας δεν προκύπτει από το ποσοστό της ευβοϊκής κεραμικής. Αντίθετα, θεωρούμε από τη μία βάσιμες τις φιλολογικές μαρτυρίες και από την άλλη έναν συνδυασμό στοιχείων σε επίπεδο αρχαιολογίας και τοπογραφίας.
Τα ευρήματα της οχυρωμένης Τορώνης στο ακρωτήριο της Σιθωνίας επιβεβαιώνουν το ευβοϊκό ενδιαφέρον για μια σημαντική γεωγραφική περιοχή κοιτασμάτων και εξόρυξης μετάλλων με μακροχρόνια άσκηση της μεταλλουργίας, γνωστή ήδη από την εποχή του χαλκού και του σιδήρου. Επομένως, εγκατάσταση κατοίκων της Χαλκίδας και της Εύβοιας γενικότερα στην Τορώνη εμφανίζεται ως αποτέλεσμα συνέργειας με τους εντόπιους. Οι σταμνοειδείς κρατήρες της τοπικής αγγειοπλαστικής του 470-460 π.Χ. συγκρίνονται και με σχετικούς ευβοϊκούς. Συνιστούν ίσως την όψιμη υλική παραπομπή στις σχέσεις μεταξύ τους[3].
Σε ό,τι αφορά τη θεωρούμενη πρώτη αποικία των Ερετριέων στον Θερμαϊκό Κόλπο, τη Μεθώνη, οι πρόσφατες πληροφορίες αρχαιολογικού περιεχομένου επιβεβαιώνουν την ευβοϊκή παρουσία στη δυτική πλευρά του Κόλπου, νότια των εκβολών του Αλιάκμονα[4]. Η διαδικασία της αρχαιολογικής έρευνας βρίσκεται σε εξέλιξη.
Από την άλλη πλευρά, η αρχαιολογική και τοπογραφική έρευνα ως προς τη θέση της Δικαίας, η οποία επίσης φέρεται ως ερετριακή αποικία, είχε οδηγηθεί κοντά στις εκβολές του Ανθεμούντα ποταμού και στη βόρεια ζώνη της Κρουσίδας, μεταξύ Αγίας Παρασκευή και Τριλόφου[5]. Προς την κατεύθυνση αυτή είχαν επηρεάσει, εκτός από τα ανασκαφικά στοιχεία του αρχαϊκού νεκροταφείου της Αγίας Παρασκευής, οι φιλολογικές αναφορές στην παραχώρηση τμήματος της Κρουσίδας και του Ανθεμούντα σε ξένους, η Ραίκηλος στον τύραννο των Αθηνών Πεισίστρατο και ο Ανθεμούς στον γιο του Ιππία[6]. Τα πρόσφατα ευρήματα, ωστόσο, από τη Νέα Καλλικράτεια Χαλκιδικής, στα νότια παράλια της Κρουσίδας, ενδιάμεσα στην Αίνεια και την Ποτίδαια, όπως τα κατάλοιπα οχυρώσεων και τα πολυάριθμα δείγματα από χάλκινες κοπές νομισμάτων Δικαιοπολιτών, προσανατολίζουν πλέον την έρευνα προς μια νέα ταύτιση της Δικαίας[7]. Σε αυτήν την περίπτωση παρατηρούμε έναν θαλάσσιο άξονα ανάμεσα στη Μένδη και τη Μεθώνη ο οποίος υποστηριζόταν από τη Δικαία και απέφευγε την είσοδο στον κλειστό τομέα του Κόλπου μεταξύ Αινείας και Αλιάκμονα.
--------------------------------
1 Ανασκαφές στη Βίγλα και στο Προάστειο της Μένδης με ευρήματα από τον 10ο-7ο αι. π.Χ.: βλ. σημ. 25. Επίσης βλ. Ι. Βοκοτοπούλου, στο ΑΔ 43, 1988 Χρονικά, 361, τ.ί., «Ανασκαφή Μένδης 1988», ΑΕΜΘ 2, 1988, 331-345, ειδ. 331-332 και εικ. 1, 3α-β, τ.ί., στο ΑΔ 44, 1989 Χρονικά, 327, τ.ί., «Ανασκαφή Μένδης 1989», ΑΕΜΘ 3, 1989, 409-424, ειδ. 409-414, τ.ί., στο ΑΔ 45, 1990 Χρονικά, 314317, τ.ί., «Μένδη-Ποσείδι 1990», ΑΕΜΘ 4, 1990, 399-410, ειδ. 398-401, εικ. 3, 9, 10α.
2 Ένα κυκλικό λιθόστρωτο τύπου Λευκαντιού βρέθηκε και στην τράπεζα της Πολίχνης / Λεμπέτ της Θεσσαλονίκης και στην Τούμπα Θεσσαλονίκης: Κ. Τζαναβάρη - Α. Λιούτας, «Τράπεζα Λεμπέτ …» ό.π., 268, εικ. 3, Κ. Σουέρεφ, «Τούμπα Θεσσαλονίκης 1997, ανασκαφή ανατολικά της τράπεζας και στο αρχαίο νεκροταφείο», ΑΕΜΘ 11, 1997, 337-341, ειδ. 339-340, εικ 2. Για περαιτέρω πληροφορίες ως προς τα ανασκαφικά δεδομένα από την περιοχή της Μένδης βλ. S. Moschonissioti, «Excavation at ancient Mende», στο Euboica. L' Eubea e la presenza euboica in Calcidica e Occidente, Napoli 1998 (Coll. CJB, 15/AION ArchStAntQuaderno 12), 255-271.
3 Για τους στάμνους βλ. A. Cambitoglou - J.K. Papadopoulos, στο Ancient Macedonia, ό.π., 226227, εικ. 169-170.
4 Αρχαιολογικά της Μεθώνης: Μ. Μπέσιος, «Ανασκαφή Μεθώνης 2003», ΑΕΜΘ 17, 2003, 443-450, όπου και παλαιότερη βιβλιογραφία.
5 Υποθέσεις για την ταύτιση της Δικαίας πρβ. Κ. Σουέρεφ, «Ανατολική παραθερμαϊκή ζώνη, 6ος- 2ος αι. π.Χ.», Θεσσαλονικέων Πόλις 12, 2003, 29-59 και σημ. 21. Ε. Βουτυράς - Κ. Σισμανίδης, «Δικαιοπολιτών συναλλαγαί. Νέα επιγραφή από τη Δίκαια, αποικία της Ερέτριας», στο Αρχαία Μακεδονία, VII Διεθνές Συμπόσιο, Θεσσαλονίκη 14-18.10.2002 (τυπώνεται)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου