Δευτέρα 13 Απριλίου 2020

Μακεδονία εν μύθοις φθεγγομένη: Μύθοι Θεσσαλονίκης - Ήρωες

1. Με τη λατρεία κάποιου άγνωστου από αλλού τοπικού ήρωα, του Ιππάλκμου, σχετίζεται μια ανάγλυφη πλάκα που βρέθηκε κοντά στη διασταύρωση Εγνατίας και Πλάτωνα και χρονολογείται στην όψιμη ελληνιστική περίοδο. Στην παράσταση εικονίζεται το κυνήγι του ταύρου. Ένας ιππέας στα αριστερά με κοντό χιτώνα και χλαμύδα που ανεμίζει, με υψωμένο το δεξί χέρι στο οποίο κρατά δόρυ, αντιμετωπίζει τον ταύρο που απειλητικός ορμά με υψωμένα τα μπροστινά πόδια. Εξάλλου, συχνή είναι σε έργα των τεχνών η παρουσία του ήρωα-ιππέα ή του ιππέα-κυνηγού, ο οποίος συνδέεται με τη λατρεία των νεκρών, κάτι που προδηλώνεται είτε από την παρουσία του φιδιού, είτε από το ίδιο το άλογο. Το άλογο ήταν από παλιά συνδεδεμένο με τον κάτω κόσμο, είτε σε σχέση με κάποιον θεό του κάτω κόσμου, είτε ανεξάρτητα ως δαίμονας του θανάτου που προσωρινά μόνο τιθασεύεται από θνητούς ήρωες, όπως ο Βελλερεφόντης ή ο Άδραστος, οι οποίοι όμως αργότερα οδηγήθηκαν στον θάνατο από τα άλογα αυτά. Ακόμη και ο Φαέθων που οδηγεί το άρμα του Ήλιου χάνει κάποια στιγμή τον έλεγχο των αλόγων που τον καταποντίζουν. Οι μύθοι αυτοί ήταν ένα πολύ καλό μέσο για να δειχθεί η πρόσκαιρη κυριαρχία του ανθρώπου επί του θανάτου*. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήρωα-ιππέα στον χώρο της Μακεδονίας είναι η περίπτωση του Ηφαιστίωνα, ο οποίος μετά τον θάνατό του λατρεύτηκε ως ήρωας. Μαρτυρείται σε αναθηματικό ανάγλυφο της τελευταίας δεκαπενταετίας του 4ου αι. π.Χ., της εποχής δηλαδή του Κασσάνδρου, από την Πέλλα (βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης), αφιερωμένο από κάποιον Διογένη στον ήρωα Ηφαιστίωνα (ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΗΦΑΙΣΤΙΩΝΙ ΗΡΩΙ). Ο Ηφαιστίωνας εικονίζεται δεξιά, μάλλον μπροστά σε σπηλιά, ως ιππέας, νέος, αγένειος, με κοντά μαλλιά, ενώ αριστερά στέκεται κόρη με οινοχόη στο δεξί χέρι, η οποία σπένδει. Ποιος όμως είναι αυτός ο Ηφαιστίων; Αναμφίβολα είναι ο στενός συνεργάτης και φίλος του Αλέξανδρου, ο γιος του Αμύντορα, του Πελλαίου (πρβλ. τον τόπο εύρεσης του αναγλύφου), ο οποίος λατρεύτηκε ως αφηρωισμένος νεκρός με πρωτοβουλία του Αλέξανδρου λίγα μόλις χρόνια μετά τον πρόωρο θάνατό του. Η λατρεία του δεν στάθηκε δυνατό να καθιερωθεί στην Αθήνα (Υπερείδης, Επιτάφιος 21**), γιατί η ισχύς και η λατρεία των ηρώων, σε αντίθεση με τους θεούς, περιορίζονταν στην οικογένεια, την ομάδα, την πόλη του***. Ο Ηφαιστίωνας λοιπόν λατρεύτηκε ως αφηρωισμένος νεκρός, που, όπως οι όμοιοί του, έχει μια πιο στενή και προσωπική σχέση με τους ανθρώπους, λειτουργεί προστατευτικά και διαμεσολαβητικά ανάμεσα στον κόσμο των θνητών και των θεών. Όπως και οι υπόλοιποι ήρωες, στέκεται πιο κοντά στις χθόνιες θεότητες, και γι’ αυτό παριστάνεται μπροστά σε σπήλαιο –τα σπήλαια και γενικά τα χάσματα της γης θεωρούνται τόποι εισόδου στον κάτω κόσμο· εκεί γίνονταν και προσφορές προς τους χθόνιους, νεκρούς και θεούς****.

Όσο για τον αναθέτη μόνο εικασίες μπορεί να διατυπωθούν με βάση τις υπάρχουσες μαρτυρίες. Ο Λουκιανός λ.χ. (Περί του μή ραδίως πιστεύειν διαβολή  17-18*****) αναφέρει ότι πολλοί από τους παλαίμαχους εταίρους που γύρισαν στη Μακεδονία στα χρόνια μετά το 321 π.Χ. αφιέρωσαν τον εαυτό τους και τα όπλα τους στον Ηφαιστίωνα. Δεν αποκλείεται λοιπόν ο Διογένης να ήταν ένας από αυτούς.

2. Ασημένιος δίσκος με μυθολογικές παραστάσεις και την επιγραφή ΠΑΥΣΥΛΥΠΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ βρέθηκε θαμμένος, μαζί με πολλά άλλα σκεύη (δίσκους, γαβάθες, πιάτα, ποτήρια, κουτάλια), στο Kaiseraugst της Ελβετίας. Ήταν αντικείμενα που χρησιμοποιούσαν τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα της εποχής του Μ. Κων/νου και των διαδόχων του. Στον δίσκο (χρονολογείται στα μέσα του 4ου αι. μ.Χ.), έργο ενός Παυσυλύπου, εικονιζόταν σε ένδεκα σκηνές η ζωή του Αχιλλέα από τη γέννηση και το λουτρό του στα νερά της Στύγας και του Κωκυτού ως την ανακάλυψή του από τον Οδυσσέα στο παλάτι του Λυκομήδη και την αναχώρησή του για την Τροία. Αν αναλογιστούμε τη σχέση των Τημενιδών με τους Αιακίδες, μπορούμε ίσως να βρούμε και το νόημα των παραστάσεων σε μια εποχή που η παλαιά θρησκεία αντέτεινε στην καινούρια θρησκεία τα δικά της θεόπαιδα (Αχιλλέας, Αλέξανδρος).
-------------------------------
*Γι’ αυτό ο ίππος βρίσκεται συχνά μέσα σε τάφους και ως επιτύμβιο, ενώ στην αγγειογραφία ήδη από τη γεωμετρική τέχνη συνοδεύουν την εκφορά του νεκρού (λ.χ. στον αμφορέα του Διπύλου).

**φανερὸν δ᾽ ἐξ ὧν ἀναγκαζόμεθα καὶ νῦν ἔτι: θυσίας μὲν ἀνθρώποις γ[ιγνο]μένας ἐφορᾶν, ἀγάλμ[ατα δὲ] καὶ βωμοὺς καὶ ναοὺς τοῖ[ς μὲν] θεοῖς ἀμελῶς, τοῖς δὲ ἀνθρώ[ποις] ἐπιμελῶς συντελούμενα, καὶ τοὺς <τού>των οἰκέτας ὥσπερ ἥρωας τιμᾶν ἡμᾶς ἀναγκαζομένους. (Υπερείδης, Επιτάφιος 21)

***Ο Κλεισθένης, όταν δημιούργησε τις δέκα φυλές της Αθήνας, ίδρυσε και δέκα ηρώα στην Αγορά και η κάθε φυλή πήρε το όνομά της από έναν από τους δέκα ήρωες. Η εισαγωγή λοιπόν της λατρείας ενός νέου ήρωα, και μάλιστα από τη Μακεδονία, ήταν φυσικό να προκαλέσει σοβαρότατες και ισχυρές αντιδράσεις.

****Ο Εμμ. Βουτυράς (1990) εξετάζει εννέα ακόμη αναθηματικά ανάγλυφα του 4ου αι. π.Χ. από διάφορα μέρη, διαφορετικά και απομακρυσμένα μεταξύ τους, για να δείξει τα κοινά στοιχεία των ηρωικών αυτών λατρειών σε ολόκληρο τον ελληνικό χώρο.

*****Λουκιανός, Περί του μή ραδίως πιστεύειν διαβολή 17-18
17 Παρὰ δὲ Ἀλεξάνδρῳ μεγίστη ποτὲ πασῶν ἦν διαβολή͵ εἰ λέγοιτο τις μὴ σέβειν μηδὲ προσκυνεῖν τὸν Ἡφαιστίωνα· ἐπεὶ γὰρ ἀπέθανεν Ἡφαιστίων͵ ὑπὸ τοῦ ἔρωτος Ἀλέξανδρος ἐβουλήθη προσθεῖναι καὶ τοῦτο τῇ λοιπῇ μεγαλουργίᾳ καὶ θεὸν χειροτονῆσαι τὸν τετελευτηκότα. εὐθὺς οὖν νεώς τε ἀνέστησαν αἱ πόλεις καὶ τεμένη καθιδρύετο καὶ βωμοὶ καὶ θυσίαι καὶ ἑορταὶ τῷ καινῷ τούτῳ θεῷ ἐπετελοῦντο͵ καὶ ὁ μέγιστος ὅρκος ἦν ἅπασιν Ἡφαιστίων. εἰ δέ τις ἢ μειδιάσειε πρὸς τὰ γινόμενα ἢ μὴ φαίνοιτο πάνυ εὐσεβῶν͵ θάνατος ἐπέκειτο ἡ ζημία. ὑπολαμβάνοντες δὲ οἱ κόλακες τὴν μειρακιώδη ταύτην τοῦ Ἀλεξάνδρου ἐπιθυμίαν προσεξέκαιον εὐθὺς καὶ ἀνεζωπύρουν ὀνείρατα διηγούμενοι τοῦ Ἡφαιστίωνος͵ ἐπιφανείας τινὰς καὶ ἰάματα προσάπτοντες αὐτῷ καὶ μαντείας ἐπιφημίζοντες· καὶ τέλος ἔθυον παρέδρῳ καὶ ἀλεξικάκῳ θεῷ. ὁ δὲ Ἀλέξανδρος ἥδε τότε ἀκούων καὶ τᾶ τελευταῖα ἐπίστευε καὶ μέγα ἐφρόνει ὡσανεὶ οὐ θεοῦ παῖς ὢν μόνον͵ ἀλλὰ καὶ θεοὺς ποιεῖν δυνάμενος. πόσους τοίνυν οἰώμεθα τῶν Ἀλεξάνδρου φίλων παρὰ τὸν καιρὸν ἐκεῖνον ἀπολαῦσαι τῆς Ἡφαιστίωνος θειότητος͵ διαβληθέντας ὡς οὐ τιμῶσι τὸν κοινὸν ἁπάντων θεόν͵ καὶ διὰ τοῦτο ἐξελαθέντας καὶ τῆς τοῦ βασιλέως εὐνοίας ἐκπεσόντας; 18 τότε καὶ Ἀγαθοκλῆς ὁ Σάμιος ταξιαρχῶν παρ΄ Ἀλεξάνδρῳ καὶ τιμώμενος παρ΄ αὐτοῦ μικροῦ δεῖν συγκαθείρχθη λέοντι διαβληθεὶς ὅτι δακρύσει επαριὼν τὸν Ἡφαιστίωνος τάφον. ἀλλ΄ ἐκείνῳ μὲν βοηθῆσαι λέγεται Περδίκκας ἐπομοσάμενος κατὰ πάντων θεῶν καὶ κατὰ Ἡφαιστίωνος͵ ὅτι δὴ κυνηγετοῦντί οἱ φανέντα ἐναργῆ τὸν θεὸν ἐπισκῆψαι εἰπεῖν Ἀλεξάνδρῳ φείσασθαι Ἀγαθοκλέους· οὐ γὰρ ὡς ἀπιστοῦντα οὐδὲ ὡς ἐπὶ νεκρῷ δακρῦσαι͵ ἀλλὰ τῆς πάλαι συνηθείας μνημονεύσαντα.
[Μετάφραση]
Στην αυλή του Αλέξανδρου συνέβη η μεγαλύτερη από όλες διαβολή, για την περίπτωση που λεγόταν ότι κάποιος δεν σεβόταν ούτε προσκυνούσε τον Ηφαιστίωνα. Όταν, δηλαδή, πέθανε ο Ηφαιστίωνας, από την αγάπη του γι’ αυτόν ο Αλέξανδρος θέλησε να προσθέσει και τούτο στα υπόλοιπα μεγαλουργήματά του και να θεοποιήσει τον νεκρό. Αμέσως λοιπόν οι πόλεις ανήγειραν ναούς, ιδρύονταν τεμένη και βωμοί και τελούνταν θυσίες και γιορτές προς τιμή του νέου αυτού θεού· και ο μεγαλύτερος όρκος για όλους ήταν «μα τον Ηφαιστίωνα». Κι αν κάποιος χαμογελούσε για όσα γίνονταν ή δεν φαινόταν να είναι πολύ ευσεβής, κρεμόταν από πάνω του η τιμωρία του θανάτου. Παίρνοντας αφορμή οι κόλακες από την παιδαριώδη αυτή επιθυμία του Αλέξανδρου, χωρίς να χάσουν καιρό έριχναν λάδι στη φωτιά και την αναζωπύρωναν αφηγούμενοι όνειρα του Ηφαιστίωνα και προσάπτοντάς του κάποιες εμφανίσεις και θεραπευτικές ιδιότητες και αποδίδοντάς του μαντείες. Και τελικά θυσίαζαν προς τιμή του ως θεού συμπαραστάτη που έδιωχνε το κακό. Ο Αλέξανδρος ευχαριστιόταν να τα ακούει και τελικά τα πίστευε, και είχε μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του σαν να μην ήταν μόνο παιδί θεού, αλλά και να μπορεί να κάνει θεούς. Για πόσους, λοιπόν, από τους φίλους του Αλέξανδρου να φανταστούμε ότι υπέστησαν εκείνον τον καιρό τις συνέπειες της θεοποίησης του Ηφαιστίωνα, αφού συκοφαντήθηκαν πως δεν τιμούν τον κοινό θεό όλων και για τον λόγον αυτόν εξορίστηκαν και έχασαν την εύνοια του βασιλιά; Τότε και ο Αγαθοκλής ο Σάμιος, που ήταν ταξίαρχος στην υπηρεσία του Αλέξανδρου και είχε την εκτίμησή του, λίγο έλειψε να ριχτεί σ’ ένα λιοντάρι, επειδή συκοφαντήθηκε ότι δάκρυσε περνώντας από τον τάφο του Ηφαιστίωνα. Αλλά εκείνον λένε ότι τον βοήθησε ο Περδίκκας, αφού ορκίστηκε στο όνομα όλων των θεών και του Ηφαιστίωνα ότι τάχα, ενώ βρισκόταν στο κυνήγι, εμφανίστηκε ολοφάνερα σ’ αυτόν ο θεός και του παρήγγειλε να πει στον Αλέξανδρο να λυπηθεί τη ζωή του Αγαθοκλή· γιατί δεν δάκρυσε επειδή δεν πίστευε ούτε επειδή τον θεωρούσε νεκρό, αλλά επειδή θυμήθηκε την παλιά τους φιλία.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου