Σάββατο 25 Απριλίου 2020

Μελέτες για την Αρχαία Μακεδονία, Από το τέλος της εποχής του χαλκού στη γένεση των πόλεων: Η εποχή του σιδήρου - Τάφοι

Διαφορές παρουσιάζει η, ελλιπής ακόμη για πολλές περιοχές της Μακεδονίας, αρχαιολογική τεκμηρίωση αναφορικά με τα ταφικά έθιμα της ύστερης εποχής του χαλκού και της πρώιμης εποχής του σιδήρου. Επισημαίνουμε αμέσως ότι τα ευρήματα υποδηλώνουν περιπτώσεις κατά τις οποίες διαρθρώνονται συγκροτημένα ομαδικά νεκροταφεία, ενδείξεις συσπειρώσεων πληθυσμών.
 
Στη νότια Πιερία τα νεκροταφεία με κιβωτιόσχημους τάφους του Αγίου Δημητρίου (Σπάθες και Στου Λάκκου τ' Αμπέλι), μεταξύ Ολύμπου και Θεσσαλίας, χρονολογούνται στην ύστερη εποχή του χαλκού (Πουλάκη 1993). Στα νεκροταφεία αυτά συνηθιζόταν ο ενταφιασμός και στα κτερίσματα περιλαμβάνονταν μυκηναϊκά αγγεία του 13ου και του 12ου αι. π.Χ. (ΥΕΙΙΙΑ και ΥΕΙΙΙΒ), γνωστά στην Κύπρο (π.χ. φλασκί με γραπτούς ομόκεντρους κύκλους) ή συνηθισμένα στον μυκηναϊκό κόσμο (π.χ. τρίωτο αλάβαστρο με κάθετα τοιχώματα και γραπτή διακόσμηση ρόμβων και ταινιών, μυροδοχείο), σφραγιδόλιθους και περιδέραιο με γυάλινες χάντρες.
 
Επίσης, στην ίδια περιοχή, δύο νεκροταφεία με ενταφιασμούς σε κιβωτιόσχημους τάφους στα Λείβηθρα, στα όρια του Άνω και Κάτω Ολύμπου, τοποθετούνται στην υστερόχαλκη εποχή, με βάση τη μυκηναϊκή κεραμική (ΥΕΙΙΙΒ) και τα ελλαδικού τύπου μαχαίρια και ξυράφι (Πουλάκη-Παντερμανλή 1993).
 
Ένα άλλο νεκροταφείο στη νότια Πιερία, με ενταφιασμούς σε κιβωτιόσχημους ή λακκοειδείς τάφους είναι εκείνο της Πέτρας, στα στενά του Ολύμπου (Πουλάκη-Παντερμανλή 1993). Ανάμεσα στα κτερίσματα ξεχωρίζουν αγγεία μυκηναϊκής παράδοσης και αμαυρόχρωμα, χαρακτηριστικά της μετάβασης από την ύστατη εποχή του χαλκού στην πρώιμη εποχή του σιδήρου (12ος-11ος αι. π.Χ.).
 
Εξάλλου, στο εκτεταμένο νεκροταφείο των τύμβων με ποταμίσιες κροκάλες του Δίου, στους ανατολικούς πρόποδες του Ολύμπου, εμφανίζονται ενδιαφέροντα παλαιά και νέα στοιχεία της πρώιμης εποχής του σιδήρου (10ος-8ος αι. π.Χ.) (Πουλάκη-Παντερμανλή 1993). Οι ενταφιασμοί (και οι ανακομιδές) σε κιβωτιόσχημους ή λακκοειδείς τάφους και σπάνια σε πίθους συνοδεύονταν από πρωτογεωμετρικά αγγεία (π.χ. φιάλη με προχοή και ψηλό πόδι, σκύφος), που αναγνωρίζονται στο ρεπερτόριο του Λευκαντιού Ευβοίας, από άλλα αγγεία επείσακτα από την κεντρική ή νότια Ελλάδα ή επιχωριάζοντα με πρωτογεωμετρική διακόσμηση (π.χ. σκύφος, κρατηρίσκος, κάνθαρος), από τον χειροποίητο κάνθαρο του τύπου της Μαρμάριανης Θεσσαλίας, από χειροποίητες πρόχους μακεδονικής παράδοσης, στιλβωμένες και αδιακόσμητες ή με αμαυρόχρωμη γραπτή διακόσμηση, από χάλκινα δαχτυλίδια, περόνες και ομοίωμα διπλού πέλεκυ, από σιδερένια μαχαίρια.
 
Στη Δυτική Μακεδονία οι πληροφορίες προς το παρόν είναι αποσπασματικές για τα ταφικά έθιμα της ύστερης εποχή του χαλκού. Αξιόλογα στοιχεία παρέχουν οι λακκοειδείς τάφοι στα Λιβάδια Αιανής, με κτερίσματα μυκηναϊκής και αμαυρόχρωμης κεραμικής και οι τύμβοι του Ρυμνίου και των δυτικών οροπεδίων του Βερμίου, με ενταφιασμούς σε κιβωτιόσχημους, λακκοειδείς ή εγχυτρισμό και χειροποίητα άβαφα τοπικά αγγεία και χάλκινα κοσμήματα μυκηναϊκών ή «μακεδονικών» τύπων (Καραμήτρου-Μεντεσίδη 1993).
 
Οι τύμβοι του Ρυμνίου και του Βερμίου, με ενταφιασμούς σε κιβωτιόσχημους ή λακκοειδείς και σπάνια εγχυτρισμούς, εξακολουθούν και κατά την πρώιμη εποχή του σιδήρου (Καραμήτρου-Μεντεσίδη 1993). Επίσης, συστάδες κιβωτιόσχημων και λακκοειδών τάφων που ανήκαν στην ίδια εποχή έχουν διερευνηθεί στην Κοιλάδα Κοζάνης και στον Άγιο Παντελεήμονα Φλώρινας (Καραμήτρου-Μεντεσίδη 1993). Ανάμεσα στα κτερίσματα των τάφων από τα παραπάνω νεκροταφεία συνυπήρχαν χειροποίητα αδιακόσμητα αγγεία και λίγα αμαυρόχρωμα, σιδερένια όπλα και χάλκινα κοσμήματα.
 
Στη Βεργίνα, νότια της Βέροιας στον Νομό Ημαθίας, ένα εκτεταμένο νεκροταφείο τύμβων της πρώιμης εποχής του σιδήρου συμπληρώνει την εικόνα που έχουμε σήμερα για τη Δυτική Μακεδονία. Οι τύμβοι, σε συστάδες ανά τρεις έως οκτώ, περιλάμβαναν ενταφιασμούς σε λακκοειδείς τάφους ή σπάνια σε πίθους και περιορισμένες καύσεις (Ανδρόνικος 1969, Παππά 1993). Τα αγγεία που συνόδευαν τους νεκρούς (συνήθως από δύο) ανήκαν κυρίως σε εγχώριες κατηγορίες (αδιακόσμητα, αμαυρόχρωμα, εγχάρακτα, αυλακωτά). Δεν απουσίαζαν εισαγμένα πρωτογεωμετρικά και τοπικές απομιμήσεις. Σιδερένια όπλα ήταν τα κτέρεα σε ανδρικές ταφές, σιδερένια, χάλκινα και κάποτε χρυσά κοσμήματα σε γυναικείες (π.χ. χάλκινες οκτώσχημες πόρπες, σπειροειδή ελάσματα, βραχιόλια, ασπιδόμορφα κουμπιά, ομφάλια ζωνών από χαλκό, σφηκωτήρας από χρυσό). Τα μετάλλινα ευρήματα συγκρίνονται συχνά με τύπους της κεντρικής Ευρώπης. Εξαιρετική περίπτωση θεωρείται το χάλκινο έλασμα με τρία ζεύγη πελέκεων, το οποίο παραπέμπει σε νοτιοελλαδικά σύμβολα.
 
Στην Κεντρική Μακεδονία, το νεκροταφείο στο Παλιό Γυναικόκαστρο του Νομού Κιλκίς παρουσιάζει ξεχωριστό ενδιαφέρον για την πρώιμη εποχή του σιδήρου. Μικροί κυκλικοί περίβολοι με λιθοσωρούς κάλυπταν καύσεις σε τεφροδόχα αγγεία (π.χ. τροχήλατος αμφορίσκος υπομυκηναϊκής παράδοσης) (Σαββοπούλου-Γιαννάκη 1993). Στα κτερίσματα, που χρονολογούνται κατά τον 8ο και εν μέρει τον 7ο αι. π.Χ., προσμετρώνται αγγεία των γνωστών στη Μακεδονία κατηγοριών κεραμικής, χειροποίητης και τροχήλατης, και τα ιδιόμορφα για τη Μακεδονία χάλκινα κοσμήματα.
 
Καύσεις συναντώνται επίσης στη Χαλκιδική. Στην Τορώνη, για παράδειγμα, ανασκάφτηκαν καύσεις σε τεφροδόχα αγγεία (σε τροχήλατο πρωτογεωμετρικό σκύφο ή σε πρωτογεωμετρικό αμφορίσκο του 10ου αι. π.Χ.) (Βοκοτοπούλου - Κουκούλη-Χρυσανθάκη 1993, Παππά 1993). Στο νεκροταφείο της Τορώνης επαναλαμβάνεται η εικόνα της κεραμικής που έχουμε και στην υπόλοιπη Μακεδονία: χειροποίητη κεραμική (π.χ. αδιακόσμητος κάνθαρος του 11ου αι. π.Χ.) και τροχήλατη κεραμική (π.χ. οπισθότμητη υστεροπρωτογεωμετρική πρόχους του τέλους του 10ου-αρχών του 9ου αι. π.Χ.).
 
Τα στοιχεία ως προς τα ταφικά έθιμα στην Ανατολική Μακεδονία είναι περιορισμένα. Ταφικοί τύμβοι εμφανίστηκαν στη Δράμα, στη Βιομηχανική Ζώνη, και βόρεια της Αμφίπολης, στον Λόφο 133 (Βοκοτοπούλου - Κουκούλη-Χρυσανθάκη 1993). Πρόκειται για τύμβους με καύσεις ή ενταφιασμούς σε πιθάρια που χρονολογούνται στην πρώιμη εποχή του σιδήρου (11ος-8ος αι. π.Χ.).
Η διασπορά των νεκροταφείων στη Μακεδονία υποδηλώνει συγκέντρωση οικογενειών από διάφορα σημεία κάθε περιοχής, οι οποίες τιμούσαν τους νεκρούς τους σε συγκεκριμένες τοποθεσίες. Παράλληλα, τα διαφορετικά έθιμα ως προς τα εξωτερικά χαρακτηριστικά (τάφοι κιβωτιόσχημοι ή λακκοειδείς καλυμμένοι από τύμβους η χώμα, τεφροδόχα αγγεία κάτω από λιθοσωρό ή χώμα) παραπέμπουν σε διαφορετικές παραδόσεις και ίσως σε διαφορετικές πολιτιστικές μήτρες. Λόγου χάρη, οι κιβωτιόσχημοι της Πιερίας και της Κοζάνης συγγενεύουν με ανάλογους της εποχής του χαλκού από την Ήπειρο και τη Θεσσαλία. Αντίθετα, η παράδοση των καύσεων συναντάται κατά την εποχή του χαλκού στην κεντρική Ευρώπη (π.χ. στον πολιτισμό Urnenfeld) και κατά την εποχή του σιδήρου στην Εύβοια (π.χ. Λευκαντί). Αξίζει, ωστόσο, να μελετηθεί η σχέση νεκροταφείων-οικισμών, προκειμένου να κατανοήσουμε ποια νεκροταφεία ανήκαν σε κατοίκους συγκεκριμένου οικισμού ή οικισμών (π.χ. στο Παλιό Γυναικόκαστρο το νεκροταφείο βρίσκεται 1,5 χλμ. από τον οικισμό), ποια νεκροταφεία σχετίζονται με εξειδικευμένους επαγγελματίες (π.χ. μεταλλουργούς) και ποια σε μετακινούμενες ομάδες με πρόχειρα καταλύματα (π.χ. κτηνοτρόφους αιγοπροβάτων).
 
Ένα άλλο στοιχείο που ενώνει τους κατοίκους των διαφόρων περιοχών αφορά στη σχετική ομοιογένεια στα κτερίσματα. Η τοπική κεραμική και τα επείσακτα αγγεία της ύστερης εποχής του χαλκού και της πρώιμης εποχής του σιδήρου φανερώνουν μορφές πολιτιστικής συγγένειας οριζόντια και κάθετα στη γεωγραφία της Μακεδονίας. Εξάλλου, η εξάπλωση από σιδερένια όπλα και χάλκινα κοσμήματα ανάγονται σε προσδιοριστικά σύμβολα της κοινωνικής σημασίας των ατόμων και των οικογενειών τους.
 
Στη συζήτηση, λοιπόν, για την κοινωνική κατάσταση στις κοινότητες της Μακεδονίας, δέχομαι ότι μεταξύ της ύστερης εποχής του χαλκού και της εποχής του σιδήρου παρατηρείται μια αυξανόμενη πολιτιστική ομοιογένεια, η οποία υποκρύπτεται στις δομές ιεράρχησης των οικισμών και στις οικογενειακές εθιμικές επιδείξεις των τάφων. Αν και μεταξύ Πίνδου και Παγγαίου εντοπίζονται τμηματικές αντιθέσεις (π.χ. ενταφιασμοί ή καύσεις), οι οργανωμένες αυτές αντιθέσεις υπονοούν πληθυσμιακές συσπειρώσεις και εκφάνσεις ταυτοτήτων. Τα ταφικά ευρήματα, στα οποία αναφερθήκαμε χωρίς λεπτομέρειες, ερμηνεύονται αφενός ως έθιμα κοινωνιών διαρθρωμένων κατά γένη και φύλα (π.χ. οικογένειες σε τύμβους), επιτρέπουν αφετέρου να θεωρήσουμε τα επιμέρους κοινά στοιχεία των εθίμων (π.χ. ανδρικά-γυναικεία κτερίσματα, κεραμική, οπλισμός, κοσμήματα) ως υπέρβαση της κοινωνίας των γενών και των φυλών και γενικευμένες τάσεις προς συλλογικά μορφώματα περισσότερων γενών, κοινωνικών ομάδων και εξειδικευμένων επαγγελματιών. Πολυπληθείς ομάδες που αναγνωρίζονται σε ένα ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο, το οποίο εκφράζει τη συνοχή των ομάδων με την καινοφανή οργάνωση εκτεταμένου νεκροταφείου παρέχει η περίπτωση των τριακοσίων και πλέον τύμβων της πρώιμης εποχής του σιδήρου στη Βεργίνα.
 
 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου