«Προτάσσομεν την Μυσταγωγία διότι η Ελλάς υπήρξεν ο πρόδρομος και το έρεισμα του πνευματικού Ευρωπαϊκού πολιτισμού, κληροδοτήσασα εις ημάς τους νεωτέρους έργα, όπου η Σοφία και το Κάλλος αμιλλώνται και παρέχουν εις ημάς τους Έλληνας ότι χρειάζεται εις τον άνθρωπον διά να καταστή Ελεύθερος – Γνώστης - Μύστης». -Πέτρος Γράβιγγερ
Θα μπορούσαμε να πούμε πως η πνευματική αναζήτηση διακρίνεται από τρία στάδια. Το πρώτο στάδιο είναι αυτό της «Άγνοιας», το δεύτερο της «Μάθησης», και το τρίτο της «Φιλο-Σοφίας». Θα μπορούσαμε ίσως να πούμε πως τα τρία αυτά στάδια μαθητείας αντιστοιχούν στα τρία στοιχεία μυήσεως στις Ελευσίνιες «Μυσταγωγικές» και «Μυθαγωγικές» τελετές: Τα «δρώμενα» ( μύθος – άγνοια), τα «λεγόμενα» (κατήχηση – μάθηση) και τα «δεικνύμενα» (φιλο-σοφία- εποπεία).
Στο στάδιο της «Άγνοιας», τον έλεγχο στο πνεύμα τον έχουν τα κυρίαρχα δόγματα και οι πεποιθήσεις, ενώ στην ψυχή και το σώμα έχει η μορφή, η υλική πλευρά των πραγμάτων. Ο άνθρωπος εγκλωβισμένος σε στερεότυπα, ενδιαφέρεται περισσότερο για τα υλικά αγαθά, τις απολαύσεις και ηδονές της ζωής, είναι πολωμένος στον «κατώτερο του εαυτό».
Στο στάδιο της «Μάθησης», ο βαδίζον επί της ατραπού της μαθητείας, παλεύει διαρκώς με την φυσική του ύπαρξη προκειμένου να τις χαλιναγωγήσει και να αφοπλίσει τις καθημερινές του συνήθειες (δρακοκτόνος). Επιζητεί την αληθινή αιτία των πραγμάτων, το βαθύτερο νόημα της ζωής. Σταδιακά ο «ανώτερος εαυτός» παίρνει τα ινία, γίνεται ο κυρίαρχος στην κατώτερη φύση του ανθρώπου.
Στο στάδιο της Φιλο-σοφίας αναγνωρίζει τον Θεϊκό σπινθήρα εντός του, αντιλαμβάνεται την Εν-ότητα πίσω από την πολλαπλότητα. Το άτομο ξεφεύγει από την περιχαράκωση και τους περιορισμούς του «Εγώ», διευρύνεται η συνειδητότητά του, πέφτουν τα πέπλα της χωριστικότητας. Αυτός ήταν και ο τελικός σκοπός της μύησης στις αρχαίες μυστηριακές τελετουργίες η πεμπτουσία του Ουράνιου Έρωτα που ωθεί τον άνθρωπο στην Φιλο-Σοφία, στην ένωση, την: «ΕΠΟΠΤΕΊΑ».
Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη κατά το στάδιο της «Εποπτείας», ο μυούμενος επρόκειτο να υποστεί µια μεταφυσική εμπειρία, εισήρχετο σε µία κατάσταση η οποία δεν µπορούσε να εξηγηθεί µε φυσικούς όρους. Ο µυούµενος κλείνει τα µάτια και εισέρχεται στο δικό του σκοτάδι. «Ο µυηµένος δεν πρέπει να µάθει, χρειάζεται να πάθει και να περιέλθει σε µία κατάσταση (παθείν και διατεθήναι)». Αυτό που επετύγχανε, µέσα από τα διαδοχικά στάδια των δρώµενων ήταν: «µία αίσθησης Θεών». Η άνοδος του σώµατος του ανθρώπου και των χεριών του προς τον ουρανό δηλώνει µία εµπειρία φύσης θεωρητικής (εκ του θαυµάζειν-θεωρείν). Το όραµα, λοιπόν, ενείχε την αποκάλυψη κάποιας δύναµης, ήταν θαυµασµός, στοχασµός, ενατένιση, διαλογισµός!
Αλλά και ο Μ. Ψελλός, ο οποίος γνώριζε άριστα τα σωζόμενα ως την εποχή του συγγράµµατα για τα µυστήρια, αποκαλούσε το φαινόµενο στο οποίο οδηγεί αυτή η παθητική κατάσταση «Έλλαµψιν και Αυτο- ψίαν»:
«Αυτού παθόντος του νου την έλλαµψιν… αυτοπτήσας τω νωί». Το οράν, το όραµα, ήταν κάτι που οι µύστες δεν βίωναν µε φυσικό τρόπο. Ο Πλωτίνος εξηγεί σε όποιον «γνωρίζει» πως να αναζητά στις Εννέαδες (συρραφή αποσπασμάτων):
«Κατά την αναζήτησή σου, μην αναζητάς με τα μάτια σαν να ψάχνεις να βρεις σώματα. Κλείσε τα μάτια σου και ξύπνα σε άλλο τρόπο θέασης, που τον έχει ο καθένας αλλά λίγοι τον χρησιμοποιούν. Σ' αυτή την όραση, ούτε κρατούμε ένα αντικείμενο ούτε εντοπίζουμε διάκριση, δεν υπάρχει δύο. Μειώνοντας το ‘ξένο’ μέσα σου, αυξάνεσαι. Πέταξε το παράμερα, και ιδού το Όλον μέσα σου δεσμευμένος με το ξένο, δεν θα βρεις το Όλον…
Για να ανακαλύψει ο άνθρωπος το διαφορετικό τρόπο του 'ἰδεῖν' και ν’ αντικρίσει τα ουράνια θεάματα του νοητού κάλλους και, στη συνέχεια, για να ενωθεί με το Εν, χρειάζεται να στραφεί προς την ενδοχώρα της ψυχής ενθυμούμενος, την ίδια ώρα, την ουράνια καταγωγή του και ότι είναι παιδί πατρὸς Θεού...
Αυτός είναι ο βίος των θεών και των θεϊκών και μακάριων ανθρώπων, απελευθέρωση από τα πράγματα του κόσμου τούτου, ζωή που δεν βρίσκει ηδονή στα επίγεια. Η ζωή εδώ, με τα πράγματα της γης, είναι έκπτωση, φυγή, απώλεια των φτερών. Πρέπει να τα μεταθέσει κανένας μέσα του να τα βλέπει ως ενότητα.
Το να γνωρίσουμε τον εαυτό μας σημαίνει ότι θα γνωρίσουμε την προέλευση μας. Πώς θα μπορούσε να γίνει αυτό; Αφαίρεσε τα πάντα ( Άφελε Πάντα.). Αφαιρών ας δει τον εαυτό του και ας πιστέψει ότι είναι αθάνατος θεόμενος τον εαυτό του ερχόμενο στον νοητό κόσμο, και φωτεινός καταυγάζεται από την αλήθεια που προέρχεται από το Αγαθό, και θα δεί έναν εαυτό που κατανοεί το αιώνιο μέσω του αιωνίου στοιχείου του!
Κάθε γνώση των όντων επιτυγχάνεται δυνάμει του νου, κι αφού μόνο μέσω του νου μπορεί να γνωσθεί ο νους, με ποια αιφνίδια ενόραση θα μπορούσε να συλληφθεί αυτό που υπερβαίνει την ουσία του νου; Σε όποιον πρέπει να εξηγήσουμε πως είναι αυτό δυνατό, σε αυτόν θα πούμε: μέσω εκείνου του εσωτερικού μας στοιχείου, το οποίο του μοιάζει. Διότι κάτι από αυτό υπάρχει μέσα μας»!
Ως γνωστόν, οι μυστηριακές τελετές καλύπτονταν από το πέπλο της σιωπής και του μυστηρίου, του άρρητου, ενώ η αποκάλυψη τους επέφερε την ποινή του θανάτου. O C. Kerenyi, υποστηρίζει πως στην αρχαία Ελληνική θρησκεία, δεν υπάρχει σοβαρή πρόθεση να διατηρηθεί η µυστικότητα του µυστικού. Στην Ελευσίνα το µυστικό δεν κρατιόταν για να κρύψει κάτι, αλλά για να προστατέψει. Χαρακτηριστική είναι η θέση του Διογένη του Οινοανδέα:
«Εμείς στραφήκαμε προς αυτή την πράξη, το να φιλοσοφούμε, για να ευδαιμονήσουμε έχοντας πρώτα κατακτήσει το σκοπό της ζωής όπως μας τον θέτει η ίδια η φύση. Τη σοφία δεν γίνεται να τη μεταδώσουμε παντού για το λόγο ότι δεν είναι όλοι σε θέση να την δεχτούν....Αν υποθέσουμε ότι αυτό είναι δυνατό, τότε αληθινά ο τρόπος ζωής των θεών θα περάσει στους ανθρώπους. Γιατί τα πάντα θα ‘ναι γεμάτα δικαιοσύνη και φιλαλληλία και δεν θα ‘χουμε ανάγκη από τείχη ή νόμους ή όλα εκείνα που μηχανευόμαστε ο ένας για τον άλλον»!
Δια των Μυσταγωγικών τελετών o μύστης μπορούσε να ανυψώσει την εµπειρία του ατόµου προς το Συµπαντικό, κατά τέτοιο τρόπο ώστε να συνεχίζει να µένει καθαρά δική του: το ανοµολόγητο μυστήριο του, το οποίο έχει από κοινού µε τους άλλους ανθρώπους. Η αλήθεια γνωρίζεται µεθεκτικά και υπερβαίνει σαφώς την ορθολογική εξακρίβωση, και από αντίληψη σωματικών αισθήσεων µας οδηγεί σε μια εµπειρία πνευµατική!
Θα μπορούσαμε να πούμε πως η πνευματική αναζήτηση διακρίνεται από τρία στάδια. Το πρώτο στάδιο είναι αυτό της «Άγνοιας», το δεύτερο της «Μάθησης», και το τρίτο της «Φιλο-Σοφίας». Θα μπορούσαμε ίσως να πούμε πως τα τρία αυτά στάδια μαθητείας αντιστοιχούν στα τρία στοιχεία μυήσεως στις Ελευσίνιες «Μυσταγωγικές» και «Μυθαγωγικές» τελετές: Τα «δρώμενα» ( μύθος – άγνοια), τα «λεγόμενα» (κατήχηση – μάθηση) και τα «δεικνύμενα» (φιλο-σοφία- εποπεία).
Στο στάδιο της «Άγνοιας», τον έλεγχο στο πνεύμα τον έχουν τα κυρίαρχα δόγματα και οι πεποιθήσεις, ενώ στην ψυχή και το σώμα έχει η μορφή, η υλική πλευρά των πραγμάτων. Ο άνθρωπος εγκλωβισμένος σε στερεότυπα, ενδιαφέρεται περισσότερο για τα υλικά αγαθά, τις απολαύσεις και ηδονές της ζωής, είναι πολωμένος στον «κατώτερο του εαυτό».
Στο στάδιο της «Μάθησης», ο βαδίζον επί της ατραπού της μαθητείας, παλεύει διαρκώς με την φυσική του ύπαρξη προκειμένου να τις χαλιναγωγήσει και να αφοπλίσει τις καθημερινές του συνήθειες (δρακοκτόνος). Επιζητεί την αληθινή αιτία των πραγμάτων, το βαθύτερο νόημα της ζωής. Σταδιακά ο «ανώτερος εαυτός» παίρνει τα ινία, γίνεται ο κυρίαρχος στην κατώτερη φύση του ανθρώπου.
Στο στάδιο της Φιλο-σοφίας αναγνωρίζει τον Θεϊκό σπινθήρα εντός του, αντιλαμβάνεται την Εν-ότητα πίσω από την πολλαπλότητα. Το άτομο ξεφεύγει από την περιχαράκωση και τους περιορισμούς του «Εγώ», διευρύνεται η συνειδητότητά του, πέφτουν τα πέπλα της χωριστικότητας. Αυτός ήταν και ο τελικός σκοπός της μύησης στις αρχαίες μυστηριακές τελετουργίες η πεμπτουσία του Ουράνιου Έρωτα που ωθεί τον άνθρωπο στην Φιλο-Σοφία, στην ένωση, την: «ΕΠΟΠΤΕΊΑ».
Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη κατά το στάδιο της «Εποπτείας», ο μυούμενος επρόκειτο να υποστεί µια μεταφυσική εμπειρία, εισήρχετο σε µία κατάσταση η οποία δεν µπορούσε να εξηγηθεί µε φυσικούς όρους. Ο µυούµενος κλείνει τα µάτια και εισέρχεται στο δικό του σκοτάδι. «Ο µυηµένος δεν πρέπει να µάθει, χρειάζεται να πάθει και να περιέλθει σε µία κατάσταση (παθείν και διατεθήναι)». Αυτό που επετύγχανε, µέσα από τα διαδοχικά στάδια των δρώµενων ήταν: «µία αίσθησης Θεών». Η άνοδος του σώµατος του ανθρώπου και των χεριών του προς τον ουρανό δηλώνει µία εµπειρία φύσης θεωρητικής (εκ του θαυµάζειν-θεωρείν). Το όραµα, λοιπόν, ενείχε την αποκάλυψη κάποιας δύναµης, ήταν θαυµασµός, στοχασµός, ενατένιση, διαλογισµός!
Αλλά και ο Μ. Ψελλός, ο οποίος γνώριζε άριστα τα σωζόμενα ως την εποχή του συγγράµµατα για τα µυστήρια, αποκαλούσε το φαινόµενο στο οποίο οδηγεί αυτή η παθητική κατάσταση «Έλλαµψιν και Αυτο- ψίαν»:
«Αυτού παθόντος του νου την έλλαµψιν… αυτοπτήσας τω νωί». Το οράν, το όραµα, ήταν κάτι που οι µύστες δεν βίωναν µε φυσικό τρόπο. Ο Πλωτίνος εξηγεί σε όποιον «γνωρίζει» πως να αναζητά στις Εννέαδες (συρραφή αποσπασμάτων):
«Κατά την αναζήτησή σου, μην αναζητάς με τα μάτια σαν να ψάχνεις να βρεις σώματα. Κλείσε τα μάτια σου και ξύπνα σε άλλο τρόπο θέασης, που τον έχει ο καθένας αλλά λίγοι τον χρησιμοποιούν. Σ' αυτή την όραση, ούτε κρατούμε ένα αντικείμενο ούτε εντοπίζουμε διάκριση, δεν υπάρχει δύο. Μειώνοντας το ‘ξένο’ μέσα σου, αυξάνεσαι. Πέταξε το παράμερα, και ιδού το Όλον μέσα σου δεσμευμένος με το ξένο, δεν θα βρεις το Όλον…
Για να ανακαλύψει ο άνθρωπος το διαφορετικό τρόπο του 'ἰδεῖν' και ν’ αντικρίσει τα ουράνια θεάματα του νοητού κάλλους και, στη συνέχεια, για να ενωθεί με το Εν, χρειάζεται να στραφεί προς την ενδοχώρα της ψυχής ενθυμούμενος, την ίδια ώρα, την ουράνια καταγωγή του και ότι είναι παιδί πατρὸς Θεού...
Αυτός είναι ο βίος των θεών και των θεϊκών και μακάριων ανθρώπων, απελευθέρωση από τα πράγματα του κόσμου τούτου, ζωή που δεν βρίσκει ηδονή στα επίγεια. Η ζωή εδώ, με τα πράγματα της γης, είναι έκπτωση, φυγή, απώλεια των φτερών. Πρέπει να τα μεταθέσει κανένας μέσα του να τα βλέπει ως ενότητα.
Το να γνωρίσουμε τον εαυτό μας σημαίνει ότι θα γνωρίσουμε την προέλευση μας. Πώς θα μπορούσε να γίνει αυτό; Αφαίρεσε τα πάντα ( Άφελε Πάντα.). Αφαιρών ας δει τον εαυτό του και ας πιστέψει ότι είναι αθάνατος θεόμενος τον εαυτό του ερχόμενο στον νοητό κόσμο, και φωτεινός καταυγάζεται από την αλήθεια που προέρχεται από το Αγαθό, και θα δεί έναν εαυτό που κατανοεί το αιώνιο μέσω του αιωνίου στοιχείου του!
Κάθε γνώση των όντων επιτυγχάνεται δυνάμει του νου, κι αφού μόνο μέσω του νου μπορεί να γνωσθεί ο νους, με ποια αιφνίδια ενόραση θα μπορούσε να συλληφθεί αυτό που υπερβαίνει την ουσία του νου; Σε όποιον πρέπει να εξηγήσουμε πως είναι αυτό δυνατό, σε αυτόν θα πούμε: μέσω εκείνου του εσωτερικού μας στοιχείου, το οποίο του μοιάζει. Διότι κάτι από αυτό υπάρχει μέσα μας»!
Ως γνωστόν, οι μυστηριακές τελετές καλύπτονταν από το πέπλο της σιωπής και του μυστηρίου, του άρρητου, ενώ η αποκάλυψη τους επέφερε την ποινή του θανάτου. O C. Kerenyi, υποστηρίζει πως στην αρχαία Ελληνική θρησκεία, δεν υπάρχει σοβαρή πρόθεση να διατηρηθεί η µυστικότητα του µυστικού. Στην Ελευσίνα το µυστικό δεν κρατιόταν για να κρύψει κάτι, αλλά για να προστατέψει. Χαρακτηριστική είναι η θέση του Διογένη του Οινοανδέα:
«Εμείς στραφήκαμε προς αυτή την πράξη, το να φιλοσοφούμε, για να ευδαιμονήσουμε έχοντας πρώτα κατακτήσει το σκοπό της ζωής όπως μας τον θέτει η ίδια η φύση. Τη σοφία δεν γίνεται να τη μεταδώσουμε παντού για το λόγο ότι δεν είναι όλοι σε θέση να την δεχτούν....Αν υποθέσουμε ότι αυτό είναι δυνατό, τότε αληθινά ο τρόπος ζωής των θεών θα περάσει στους ανθρώπους. Γιατί τα πάντα θα ‘ναι γεμάτα δικαιοσύνη και φιλαλληλία και δεν θα ‘χουμε ανάγκη από τείχη ή νόμους ή όλα εκείνα που μηχανευόμαστε ο ένας για τον άλλον»!
Δια των Μυσταγωγικών τελετών o μύστης μπορούσε να ανυψώσει την εµπειρία του ατόµου προς το Συµπαντικό, κατά τέτοιο τρόπο ώστε να συνεχίζει να µένει καθαρά δική του: το ανοµολόγητο μυστήριο του, το οποίο έχει από κοινού µε τους άλλους ανθρώπους. Η αλήθεια γνωρίζεται µεθεκτικά και υπερβαίνει σαφώς την ορθολογική εξακρίβωση, και από αντίληψη σωματικών αισθήσεων µας οδηγεί σε μια εµπειρία πνευµατική!
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου