Πέμπτη 13 Ιουνίου 2019

Μόνο η ευτυχία πρέπει να μας ενδιαφέρει;

Ο πρώην βασιλιάς του Μπουτάν Γίγκμε Σίνγκγιε Βαντσούκ, διακήρυξε το 1972 ότι η “ακαθάριστη εθνική ευτυχία (Gross National Happiness – GNH) είναι πιο σημαντική από το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν. Ακολούθως, το Κέντρο Μπουτανικών Σπουδών διαμόρφωσε υπάκουα έναν ερευνητικό δείκτη της GNH, του οποίου η βελτίωση είναι πλέον ο στόχος των πενταετών πλάνων της χώρας.

Ο Βαντσουκισμός βρήκε σταδιακά οπαδούς και εκτός του ευτυχισμένου βασιλείου. Ο Πρόεδρος της Γαλλίας Νικολάς Σαρκοζί ανάθεσε στους οικονομολόγους Joseph Stiglitz και Amartya Sen να διαμορφώσουν έναν δείκτη της γαλλικής ευτυχίας. Τα Ηνωμένα Έθνη, η Παγκόσμια Τράπεζα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ο Οργανισμός για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη μετρούν επίσης όχι μόνο τον πλούτο, αλλά και την ευημερία. Και εδώ στο Ηνωμένο Βασίλειο, η Εθνική Υπηρεσία Στατιστικής (Office for National Statistics – ONS) μετρά την ευτυχία του πληθυσμού μέσω των απογραφών.
 
Τα δεδομένα που συλλέγονται από τέτοιες έρευνες μπορούν στη συνέχεια να χρησιμοποιηθούν για την ανάλυση των αιτιών της ευτυχίας: Άραγε τα πράγματα που συνήθως επιδιώκουν οι άνθρωποι – τα χρήματα, το κύρος, η εκπαίδευση, ο γάμος και ούτω καθεξής – τους κάνουν όντως ευτυχισμένους;
 
Σε ένα πρόσφατο βιβλίο του με τίτλο Happy Ever After, ο καθηγητής επιστημών της συμπεριφοράς στο London School of Economics, Paul Dolan καταδεικνύει ότι κατά μέσο όρο αυτό δεν συμβαίνει. Για παράδειγμα, εκτός κι αν ζείτε στην φτώχεια, που όντως είναι μια αιτία δυστυχίας, ο πλουτισμός δεν θα σας κάνει ευτυχέστερους. Ούτε η αύξηση της εκπαίδευσης αυξάνει την ευτυχία, ούτε η μεγαλύτερη επιτυχία, ούτε σχεδόν τίποτα απ’ όσα επιδιώκουν οι σύγχρονοι Δυτικοί. Ο Ντόλαν συμπεραίνει συνεπώς ότι θα πρέπει να αποδίδουμε λιγότερη σημασία σ’ αυτές τις συνήθεις  φιλοδοξίες.

Αυτό όμως το συμπέρασμα προκύπτει μόνο αν η ευτυχία είναι το μόνο πράγμα που έχει σημασία στη ζωή, μόνο αν αυτές οι άλλες φιλοδοξίες είναι απλώς μέσα για την επίτευξη του απόλυτου σκοπού της ευτυχίας. Για κάθε μία από τις φιλοδοξίες που εξετάζει ο Ντόλαν, καλεί τον αναγνώστη να αναλογιστεί τι πρότιμα:
  • Να πετύχει τον στόχο αυτό (πλούτο, εκπαίδευση κλπ) και να νιώθει συχνά δυστυχισμένος, ή
  • Να μην πετύχει αυτό τον στόχο και να νιώθει σπανίως δυστυχισμένος.
Αφού εξετάσει τον εκάστοτε στόχο και τη σχέση του με την ευτυχία, αποκαλύπτει τι πόσοστό ανθρώπων (που ερωτήθηκαν ανεξάρτητα) προτιμά τον στόχο αυτόν από την ευτυχία. Το ποσοστό αυτό κυμαίνεται από 10% έως 60%, ανάλογα με τον στόχο.
 
Αυτό καταδεικνύει ότι η ευτυχία δεν είναι ο απόλυτος στόχος για όλους. Κάποιοι άνθρωποι είναι πρόθυμοι να ανταλλάξουν την ευτυχία για άλλα πράγματα που εκτιμούν, όπως τα χρήματα, η επιτυχία, ή οτιδήποτε άλλο.
 
Ο Ντόλαν και οι υπόλοιποι Βαντσουκιστές μπορεί να σκέφτονται ότι αυτοί οι άνθρωποι κάνουν λάθος, ότι θα πρέπει να μην εκτιμούν τίποτε άλλο πέραν της ευτυχίας. Τι είδους λάθος όμως είναι αυτό; Πώς μπορεί ο Ντόλαν να καταδείξει ότι κάποιος που είναι πρόθυμος να ανταλλάξει την ευτυχία με την επιτυχία κάνει λάθος; Ο συγγραφέας δεν επιχειρεί καν να απαντήσει αυτή την ερώτηση στο βιβλίο του.
 
Ο Βαντσουκισμός συνιστά μια απόκλιση από τα συνήθη οικονομικά της ευημερίας. Αναλύει την ευημερία ως ευτυχία. Ένα αποτέλεσμα αυξάνει την ευημερία αν μας κάνει ευτυχέστερους. Και οσο μεγαλύτερη είναι η ευτυχία, τόσο καλύτερο είναι το αποτέλεσμα. Από την άλλη πλευρά, τα συνήθη οικονομικά της ευημερίας αναλύουν την ευημερία βάσει των προτιμήσεων των ανθρώπων, όποιες κι αν είναι αυτές.
 
Ας υποθέσουμε ότι προτιμάτε τα μήλα έναντι των πορτοκαλιών. Είστε πρόθυμοι να πληρώσετε μία λίρα για ένα μήλο, αλλά μόλις 50 πένες για ένα πορτοκάλι. Αν σας έδιναν ένα φρούτο – αν δηλαδή δεν πληρώνατε τίποτε γι’ αυτό – τότε θα προτιμούσατε να σας δώσουν ένα μήλο, παρά ένα πορτοκάλι. Για να είμαστε ακριβείς, το “καταναλωτικό πλεόνασμά” σας αν σας έδιναν δωρεάν ένα μήλο είναι μία λίρα – αυτή είναι η διαφορά ανάμεσα στο τι θα ήσασταν πρόθυμοι να πληρώσετε γι’ αυτό και στο τι πληρώσατε γι’ αυτό στην πραγματικότητα. Το αντίστοιχο πλεόνασμα αν σας έδιναν ένα πορτοκάλι είναι 50 πένες.
 
Τα συνήθη οικονομικά της ευημερίας καθιστούν συνεπώς το κάθε άτομο τον κριτή της αξίας σε ό,τι αφορά τον εαυτό του. Η προθυμία σας να πληρώσετε για κάτι (σε συνδυασμό με το πραγματικό του κόστος) είναι αυτό που καθορίζει την ευημερία που σας παρέχει. Τα οικονομικά της ευημερίας δεν αποφαίνονται ως προς το τι θα έπρεπε ή όχι να θέλετε και τι ποσό θα έπρεπε να είστε πρόθυμοι να πληρώσετε γι’ αυτό. Κάποιος που δέχεται αυτή τη θεώρηση της ευημερίας και θέλει να τη μεγιστοποιήσει, θα άφηνε τους ανθρώπους να πάρουν οι ίδιοι τις αποφάσεις που τους αφορούν. Όταν οι άνθρωποι δρουν βάσει των δικών τους προτιμήσεων, θα μεγιστοποιήσουν την ευημερία τους.
 
Αντιθέτως, οι Βαντσουκιστές θεωρούν ότι οι άνθρωποι δρουν ενάντια στα συμφέροντά τους όταν προτάσσουν κάτι άλλο έναντι της ευτυχίας τους. Έτσι, έχουν την τάση να εξαναγκάζουν τους ανθρώπους να δρουν εναντίον των προτιμήσεών τους. Θεωρούν ότι αυτός ο εξαναγκασμός βοηθά τους ανθρώπους να υπερβούν τις προτιμήσεις που δεν θα έπρεπε να έχουν, να ζήσουν κατά τρόπο που θα τους κάνει ευτυχισμένους, ακόμη κι αν οι ίδιοι δεν θα επέλεγαν υπό άλλες συνθήκες αυτό τον τρόπο ζωής. Και πράγματι, ο Ντόλαν και άλλοι Βαντσουκιστές προτείνουν τη χρήση φόρων και άλλων τρόπων κρατικής εξουσίας ώστε να κάνουν τους ανθρώπους να διάγουν ευτυχέστερες ζωές.
 
Οι γονείς λένε συχνά στα παιδιά τους ότι δεν τους νοιάζει τι θα κάνουν, αρκεί αυτό να τα κάνει ευτυχισμένα. Τους Βαντσουκιστές από την άλλη τους νοιάζει τι κάνουμε, καθώς νομίζουν ότι ξέρουν τι θα μας κάνει ευτυχισμένους, και πιστεύουν ότι η ευτυχία είναι το μόνο που έχει σημασία.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου