
Το πρώτο ζήτημα που είχαν να αντιμετωπίσουν οι Αλεξανδρινοί φιλόλογοι ήταν η έκδοση του ομηρικού κειμένου. Η πρώτη επίσημη καταγραφή των ομηρικών επών είχε γίνει στα μέσα του 6ου αι. π.Χ. από τον Πεισίστρατο για να αποτελέσει τη βάση των ραψωδικών απαγγελιών στα Παναθήναια∙ και ήδη από τον 4ο αι. ο επικός ποιητής και λόγιος Αντίμαχος ο Κολοφώνιος φαίνεται ότι επιχείρησε να δώσει μια «διορθωμένη» έκδοση. Όμως ο πρώτος κριτικός εκδότης των επών είναι και ο πρώτος βιβλιοθηκάριος της βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας, ο Ζηνόδοτος ο Εφέσιος (330-260 π.Χ.). Ο Ζηνόδοτος προέβη σε δραστική διόρθωση του ομηρικού κειμένου χρησιμοποιώντας δύο κυρίως μεθόδους: τη σύγκριση διαφορετικών εκδόσεων μεταξύ τους και τον «οβελισμό», δηλαδή την απάλειψη, εκείνων των στίχων που κατά την κρίση του δεν ταίριαζαν με τη γλώσσα ή το περιεχόμενο του ομηρικού κειμένου. Έτσι όμως κατέληξε να διαγράψει πάρα πολλούς στίχους, ένα σφάλμα που διόρθωσαν με τις δικές τους κριτικές εκδόσεις οι δύο μεγάλοι ομηριστές, ο Αριστοφάνης Βυζάντιος (265-190 π.Χ.) και ο Αρίσταρχος από τη Σαμοθράκη (215-144 π.Χ.).
Η ενασχόληση των Αλεξανδρινών λογίων δεν περιορίζεται εδώ. Ο Ζηνόδοτος ήταν αυτός που χώρισε την Ιλιάδα και την Οδύσσεια σε 24 ραψωδίες, ενώ ο Αρίσταρχος αναγνώρισε την υφολογική και θεματική ενότητα των ομηρικών επών και έγραψε ὑπομνήματα για κάθε είδους ομηρικά προβλήματα. Σημαντική είναι επίσης τόσο η σχολιαστική όσο και λεξικογραφική παράδοση που αναπτύχθηκε προκειμένου να ερμηνευθούν ικανοποιητικά τα ομηρικά έπη.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου