Στηριζόμαστε σε κάποιον που μας λέει ποια συμπεριφορά είναι σωστή και ποια όχι, ποια σκέψη είναι σωστή και ποια όχι, και ακολουθώντας αυτό το πρότυπο η συμπεριφορά και η σκέψη μας γίνονται μηχανικές, οι αντιδράσεις μας αυτόματες. Μπορούμε να το παρατηρήσουμε αυτό πολύ εύκολα στον εαυτό μας. Για αιώνες, παίρνουμε μασημένη τροφή από τους δασκάλους μας, από την εξουσία, από τα βιβλία μας, τους αγίους μας. Λέμε «Πες μου τα όλα – τι είναι πίσω από τους λόφους, τα βουνά και τη γη».
Και είμαστε ευχαριστημένοι με τις περιγραφές τους, που σημαίνει ότι ζούμε με λέξεις και η ζωή μας είναι ρηχή και άδεια. Είμαστε άνθρωποι από «δεύτερο χέρι». Ζούμε πάνω σ’ αυτό που μας έχουν πει είτε οδηγημένοι από τις κλίσεις και τις διαθέσεις μας, είτε υποχρεωμένοι να το δεχτούμε από τις περιστάσεις και το περιβάλλον. Είμαστε το αποτέλεσμα επιρροών κάθε είδους και δεν υπάρχει τίποτα καινούργιο σε μας, τίποτα που να ‘χουμε ανακαλύψει για τους εαυτούς μας. Τίποτα πρωτογενές, αγνό, καθαρό.
Η ωριμότητα ενός ανθρώπου δεν είναι ζήτημα ηλικίας. Παρόλο που οι περισσότεροι από μας είμαστε ηλικιωμένοι, παιδιαρίζουμε — φοβόμαστε «τι θα πει ο κόσμος», φοβόμαστε για το αύριο και λοιπά. Όσοι είναι ηλικιωμένοι θέλουν να νοιώθουν ασφάλεια, αλλά και οι νέοι θέλουν σιγουριά. Δεν υπάρχει, λοιπόν, ουσιαστική διαφορά ανάμεσα στον γέρο και στον νέο. Όπως είπα, η ωριμότητα δεν έρχεται με την ηλικία. Η ωριμότητα έρχεται με την κατανόηση και δεν υπάρχει κατανόηση όσο κάνουμε φυγές από τον πόνο· και κάνουμε φυγές από τον πόνο όταν αναζητάμε παρηγοριά, όταν αναζητάμε κάποιο ιδανικό.
Η ωριμότητα, λοιπόν, δεν είναι ζήτημα χρόνου, ζήτημα ηλικίας, ούτε είναι αποτέλεσμα επιρροής από το περιβάλλον. Δεν μπορείς να την αγοράσεις, ούτε μπορούν ποτέ να δημιουργήσουν τη σωστή ατμόσφαιρα γι’ αυτήν τα βιβλία, οι δάσκαλοι, οι σωτήρες — είτε είναι ένας είτε είναι πολλοί. Η ωριμότητα δεν είναι ένας στόχος από μόνη της· εμφανίζεται χωρίς να την καλλιεργεί η σκέψη, μυστηριωδώς, χωρίς να το ξέρεις. Πρέπει να υπάρχει ωριμότητα, αυτή η ωριμότητα της ζωής· όχι η ωριμότητα που την έχει θρέψει κάποια αρρώστια ή μια αναστάτωση, η θλίψη και η ελπίδα. Η απελπισία και η προσπάθεια δεν μπορούν να φέρουν αυτή την πλήρη ωριμότητα, αλλά πρέπει να βρεθεί εκεί χωρίς να έχει επιδιωχθεί.
Γιατί σ’ αυτήν την πλήρη ωριμότητα υπάρχει λιτότητα. Όχι η λιτότητα στην εμφάνιση και στον τρόπο ζωής, αλλά εκείνη η αμεθόδευτη και απροσχεδίαστη αδιαφορία για τα πράγματα του κόσμου, τις αρετές του, του θεούς του, τις αξιοπρέπειές του, τις ελπίδες και τις αξίες του. Όλα αυτά πρέπει να έχουν αποποιηθεί εντελώς γι’ αυτήν την ωριμότητα που έρχεται με την μοναχικότητα. Αλλά αυτή η μοναχικότητα πρέπει «να βρεθεί εκεί», όχι με ταχυδακτυλουργίες του μυαλού που είναι παιδί του χρόνου και των επιρροών.
Πρέπει να έρθει αστραπιαία από το πουθενά· χωρίς αυτήν δεν υπάρχει πλήρης ωριμότητα. Και η μοναχικότητα δεν έχει σχέση με την μοναξιά, δεν είναι το αντίθετό της. Η μοναξιά –που είναι η ουσία της αυτολύπησης, της αυτοάμυνας και της ζωής στην απομόνωση, στην ψευδαίσθηση, στη γνώση και στις ιδέες – βρίσκεται πολύ μακριά από την μοναχικότητα. Μοναχικότητα υπάρχει σε μια ζωή στην οποία έχει μπει τέλος σε κάθε είδους επιρροή. Αυτή η μοναχικότητα είναι η ουσία της λιτότητας.
Αλλά αυτή η λιτότητα έρχεται όταν το μυαλό είναι καθαρό, απείραχτο από κάθε ψυχολογικά τραύματα που έχουν αιτία το φόβο· η σύγκρουση οποιασδήποτε μορφής, καταστρέφει την ευαισθησία του μυαλού, όπως η φιλοδοξία με την σκληρότητά της και την ακατάπαυστη προσπάθεια να γίνεις κάτι, εξουθενώνει τις λεπτές ικανότητες του μυαλού· και η απληστία και ο φθόνος φορτώνουν με βάρος το μυαλό και το κουράζουν με τη δυσαρέσκεια. Πρέπει να υπάρχει επαγρύπνηση χωρίς επιλογές του «μ’ αρέσει – δεν μ’ αρέσει», και επίγνωση όπου κάθε αποδοχή και προσαρμογή έχουν πάψει.
Και είμαστε ευχαριστημένοι με τις περιγραφές τους, που σημαίνει ότι ζούμε με λέξεις και η ζωή μας είναι ρηχή και άδεια. Είμαστε άνθρωποι από «δεύτερο χέρι». Ζούμε πάνω σ’ αυτό που μας έχουν πει είτε οδηγημένοι από τις κλίσεις και τις διαθέσεις μας, είτε υποχρεωμένοι να το δεχτούμε από τις περιστάσεις και το περιβάλλον. Είμαστε το αποτέλεσμα επιρροών κάθε είδους και δεν υπάρχει τίποτα καινούργιο σε μας, τίποτα που να ‘χουμε ανακαλύψει για τους εαυτούς μας. Τίποτα πρωτογενές, αγνό, καθαρό.
Η ωριμότητα ενός ανθρώπου δεν είναι ζήτημα ηλικίας. Παρόλο που οι περισσότεροι από μας είμαστε ηλικιωμένοι, παιδιαρίζουμε — φοβόμαστε «τι θα πει ο κόσμος», φοβόμαστε για το αύριο και λοιπά. Όσοι είναι ηλικιωμένοι θέλουν να νοιώθουν ασφάλεια, αλλά και οι νέοι θέλουν σιγουριά. Δεν υπάρχει, λοιπόν, ουσιαστική διαφορά ανάμεσα στον γέρο και στον νέο. Όπως είπα, η ωριμότητα δεν έρχεται με την ηλικία. Η ωριμότητα έρχεται με την κατανόηση και δεν υπάρχει κατανόηση όσο κάνουμε φυγές από τον πόνο· και κάνουμε φυγές από τον πόνο όταν αναζητάμε παρηγοριά, όταν αναζητάμε κάποιο ιδανικό.
Η ωριμότητα, λοιπόν, δεν είναι ζήτημα χρόνου, ζήτημα ηλικίας, ούτε είναι αποτέλεσμα επιρροής από το περιβάλλον. Δεν μπορείς να την αγοράσεις, ούτε μπορούν ποτέ να δημιουργήσουν τη σωστή ατμόσφαιρα γι’ αυτήν τα βιβλία, οι δάσκαλοι, οι σωτήρες — είτε είναι ένας είτε είναι πολλοί. Η ωριμότητα δεν είναι ένας στόχος από μόνη της· εμφανίζεται χωρίς να την καλλιεργεί η σκέψη, μυστηριωδώς, χωρίς να το ξέρεις. Πρέπει να υπάρχει ωριμότητα, αυτή η ωριμότητα της ζωής· όχι η ωριμότητα που την έχει θρέψει κάποια αρρώστια ή μια αναστάτωση, η θλίψη και η ελπίδα. Η απελπισία και η προσπάθεια δεν μπορούν να φέρουν αυτή την πλήρη ωριμότητα, αλλά πρέπει να βρεθεί εκεί χωρίς να έχει επιδιωχθεί.
Γιατί σ’ αυτήν την πλήρη ωριμότητα υπάρχει λιτότητα. Όχι η λιτότητα στην εμφάνιση και στον τρόπο ζωής, αλλά εκείνη η αμεθόδευτη και απροσχεδίαστη αδιαφορία για τα πράγματα του κόσμου, τις αρετές του, του θεούς του, τις αξιοπρέπειές του, τις ελπίδες και τις αξίες του. Όλα αυτά πρέπει να έχουν αποποιηθεί εντελώς γι’ αυτήν την ωριμότητα που έρχεται με την μοναχικότητα. Αλλά αυτή η μοναχικότητα πρέπει «να βρεθεί εκεί», όχι με ταχυδακτυλουργίες του μυαλού που είναι παιδί του χρόνου και των επιρροών.
Πρέπει να έρθει αστραπιαία από το πουθενά· χωρίς αυτήν δεν υπάρχει πλήρης ωριμότητα. Και η μοναχικότητα δεν έχει σχέση με την μοναξιά, δεν είναι το αντίθετό της. Η μοναξιά –που είναι η ουσία της αυτολύπησης, της αυτοάμυνας και της ζωής στην απομόνωση, στην ψευδαίσθηση, στη γνώση και στις ιδέες – βρίσκεται πολύ μακριά από την μοναχικότητα. Μοναχικότητα υπάρχει σε μια ζωή στην οποία έχει μπει τέλος σε κάθε είδους επιρροή. Αυτή η μοναχικότητα είναι η ουσία της λιτότητας.
Αλλά αυτή η λιτότητα έρχεται όταν το μυαλό είναι καθαρό, απείραχτο από κάθε ψυχολογικά τραύματα που έχουν αιτία το φόβο· η σύγκρουση οποιασδήποτε μορφής, καταστρέφει την ευαισθησία του μυαλού, όπως η φιλοδοξία με την σκληρότητά της και την ακατάπαυστη προσπάθεια να γίνεις κάτι, εξουθενώνει τις λεπτές ικανότητες του μυαλού· και η απληστία και ο φθόνος φορτώνουν με βάρος το μυαλό και το κουράζουν με τη δυσαρέσκεια. Πρέπει να υπάρχει επαγρύπνηση χωρίς επιλογές του «μ’ αρέσει – δεν μ’ αρέσει», και επίγνωση όπου κάθε αποδοχή και προσαρμογή έχουν πάψει.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου