ΕΠΕΙΣΟΔΙΟΝ ΠΡΩΤΟΝ
ΗΛΕΚΤΡΑ
δμῳαὶ γυναῖκες, δωμάτων εὐθήμονες,
85 ἐπεὶ πάρεστε τῆσδε προστροπῆς ἐμοὶ
πομποί, γένεσθε τῶνδε σύμβουλοι πέρι·
τί φῶ χέουσα τάσδε κηδείους χοάς;
πῶς εὔφρον᾽ εἴπω, πῶς κατεύξωμαι πατρί;
πότερα λέγουσα παρὰ φίλης φίλῳ φέρειν
90 γυναικὸς ἀνδρί, τῆς ἐμῆς μητρὸς πάρα;
τῶνδ᾽ οὐ πάρεστι θάρσος, οὐδ᾽ ἔχω τί φῶ
χέουσα τόνδε πέλανον ἐν τύμβῳ πατρός.
ἢ τοῦτο φάσκω τοὔπος, ὡς νόμος βροτοῖς,
ἴσ᾽ ἀντιδοῦναι τοῖσι πέμπουσιν τάδε
95 στέφη, δόσιν γε τῶν κακῶν ἐπαξίαν;
ἢ σῖγ᾽ ἀτίμως, ὥσπερ οὖν ἀπώλετο
πατήρ, τάδ᾽ ἐκχέασα, γάποτον χύσιν,
στείχω, καθάρμαθ᾽ ὥς τις ἐκπέμψας, πάλιν
δικοῦσα τεῦχος ἀστρόφοισιν ὄμμασιν;
100 τῆσδ᾽ ἔστε βουλῆς, ὦ φίλαι, μεταίτιαι·
κοινὸν γὰρ ἔχθος ἐν δόμοις νομίζομεν.
μὴ κεύθετ᾽ ἔνδον καρδίας φόβῳ τινός.
τὸ μόρσιμον γὰρ τόν τ᾽ ἐλεύθερον μένει
καὶ τὸν πρὸς ἄλλης δεσποτούμενον χερός.
105 λέγοις ἄν, εἴ τι τῶνδ᾽ ἔχεις ὑπέρτερον.
ΧΟ. αἰδουμένη σοι βωμὸν ὡς τύμβον πατρὸς
λέξω, κελεύεις γάρ, τὸν ἐκ φρενὸς λόγον.
ΗΛ. λέγοις ἄν, ὥσπερ ᾐδέσω τάφον πατρός.
ΧΟ. φθέγγου χέουσα σεμνά· τοῖσιν εὔφροσιν—
110 ΗΛ. τίνας δὲ τούτους τῶν φίλων προσεννέπω;
ΧΟ. πρῶτον μὲν αὑτὴν χὤστις Αἴγισθον στυγεῖ.
ΗΛ. ἐμοί τε καὶ σοί τἄρ᾽ ἐπεύξομαι τάδε.
ΧΟ. αὐτὴ σὺ ταῦτα μανθάνουσ᾽ ἤδη φράσαι.
ΗΛ. τίν᾽ οὖν ἔτ᾽ ἄλλον τῇδε προστιθῶ στάσει;
115 ΧΟ. μέμνησ᾽ Ὀρέστου, κεἰ θυραῖός ἐσθ᾽ ὅμως.
ΗΛ. εὖ τοῦτο, κἀφρένωσας οὐχ ἥκιστά με.
ΧΟ. τοῖς αἰτίοις νυν τοῦ φόνου μεμνημένη—
ΗΛ. τί φῶ; δίδασκ᾽ ἄπειρον ἐξηγουμένη.
ΧΟ. ἐλθεῖν τιν᾽ αὐτοῖς δαίμον᾽ ἢ βροτῶν τινα—
120 ΗΛ. πότερα δικαστὴν ἢ δικηφόρον λέγεις;
ΧΟ. ἁπλωστὶ φράζουσ᾽, ὅστις ἀνταποκτενεῖ.
ΗΛ. καὶ ταῦτά μοὐστὶν εὐσεβῆ θεῶν πάρα;
ΧΟ. πῶς δ᾽ οὔ, τὸν ἐχθρὸν ἀνταμείβεσθαι κακοῖς;
***
ΠΡΩΤΟ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ
ΗΛΕΚΤΡΑ
Πιστές μου σκλάβες, των σπιτιών μας κυβερνήτρες,
αφού μαζί μου συνοδειά της λιτανείας
αυτής έχετ᾽ ερθεί, ζητώ τη συμβουλή σας,
τώρα που αυτές τις νεκρικές χοές στο μνήμα
θα χύσω του πατέρα μου: ποιά ευχή να κάμω
που να του ᾽ναι καλόδεχτη; να λέγω τάχα
πως στον καλό τον άντρα της απ᾽ την καλή του
90 γυναίκα — τη μητέρα μου — του φέρνω δώρα;
Δεν έχω θάρρος αχ! και τί να πω δε ξέρω,
ενώ τις προσφορές στον τάφο του θα χύνω·
ή τα λόγια να λέω που η συνήθεια ορίζει:
καλή να δίνει αντίχαρη σ᾽ αυτούς που στέλλουν
τη χάρη αυτή — κι άξιο μισθό στα κρίματά των;
ή έτσι χωρίς μιλιά και καταφρονεμένα,
καθώς και κείνος χάθηκε, στη γης να χύσω
να τις ρουφήξει τις χοές, κι ευτύς πετώντας
την υδρία να φύγω, σαν ένας που ρίχτει
καθάρματα, χωρίς να στρέψω μάτι πίσω;
100 Πάρτε και σεις μέρος στη σκέψη αυτή μου, φίλες,
αφού μια έχθρα κοινή στα σπίτια μας ενώνει.
Ανοίξετέ μου τις καρδιές σας δίχως φόβο,
γιατ᾽ όμοια μοίρα κι ένα ελεύτερο προσμένει
κι εκείνον που ᾽ναι σ᾽ αλλουνού εξουσία σκλάβος.
Λέγε, να ζεις, αν τίποτε πιο καλό ξέρεις.
ΧΟΡΟΣ
Βωμός για μένα του πατέρα σου είναι ο τάφος
και μ᾽ άγιο εμπρός του σεβασμό, μια που προστάζεις,
ό,τι μου λέει μέσα μου η καρδιά θ᾽ ακούσεις.
ΗΛΕΚΤΡΑ
Μιλά καθώς του τάφου του σ᾽ εμπνέει το σέβας.
ΧΟΡΟΣ
Χύνε κι εύχου καλό για όσους τον αγαπούνε.
ΗΛΕΚΤΡΑ
110 Και ποιοί ᾽ναι οι φίλοι αυτοί που λες να ονοματίσω;
ΧΟΡΟΣ
Εσένα πρώτα πες κι όσοι ᾽ναι εχθροί του Αιγίστου.
ΗΛΕΚΤΡΑ
Λοιπόν θενα ευχηθώ για μένα και για σένα;
ΧΟΡΟΣ
Μόνη σου πια στοχάσου το και θα εννοήσεις.
ΗΛΕΚΤΡΑ
Στη συντροφιά μας ποιό λοιπόν να βάλω ακόμα;
ΧΟΡΟΣ
Μην τον ξεχνάς, κι αν μακριά λείπει, τον Ορέστη.
ΗΛΕΚΤΡΑ
Καλά το λες και μ᾽ έφερες και με στο νου μου.
ΧΟΡΟΣ
Τώρα λοιπόν θυμήσου και για τους φονιάδες —
ΗΛΕΚΤΡΑ
Τί λες να πω; εξηγήσου μου κι εγώ να μάθω.
ΧΟΡΟΣ
Να ᾽ρθει γι᾽ αυτούς κάποιος απ᾽ τους θεούς ή ανθρώπους —
ΗΛΕΚΤΡΑ
120 Και τί απ᾽ τα δυο; κριτής τωνε ή εκδικητής των;
ΧΟΡΟΣ
Τόσο να πεις: το αίμα να πληρώσει με αίμα.
ΗΛΕΚΤΡΑ
Μα τέτοια ευχή μου στους θεούς δε θα ᾽ταν κρίμα;
ΧΟΡΟΣ
Κρίμα; και πώς; σ᾽ εχθρούς κακό ν᾽ ανταποδίνεις;