Ο όρος “εξωτικό” έγινε συνώνυμο της Μέσης Ανατολής στις αρχές του 19ου αιώνα. Όταν ο Βίκτωρ Ουγκό εξέδιδε το 1829 την ποιητική συλλογή Les Orientales, μπορούσε στον πρόλογο να διακηρύττει: «Η Ανατολή σήμερα μας απασχολεί όλους όσο ουδέποτε στο παρελθόν. Συνιστά ζήτημα γενικευμένου ενδιαφέροντος – το οποίο ενστερνίζεται και ο υποφαινόμενος».
Τα ποιήματα του έθεταν σε περίοπτη θέση τις πρώτες ύλες του έργου των Ευρωπαίων οριενταλιστών: πειρατές, πασάδες, μπαχάρια, μουστάκια, δερβίσηδες.. Μιλούσαν για εκείνους που έπιναν τσάι μέντας σε ποτηράκια. Το αναγνωστικό κοινό υποδέχτηκε με ανοιχτές αγκάλες το έργο- όπως συνέβη άλλωστε με το Χίλιες και μία νύχτες, τα ανατολίτικα μυθιστορήματα του Γουόλτερ Σκοτ και το εκτενές ποίημα του Μπάυρον «Ο Γκιαούρ». Τον Ιανουάριο του 1832 ο Ευγένιος Ντελακρουά πήγε στη Βόρεια Αφρική για να αποτυπώσει στον καμβά τον εξωτισμό της Ανατολής. Τρεις μόλις μήνες μετά την άφιξή του στην Ταγγέρη, είχε φτάσει να φορά τοπική ενδυμασία και να υπογράφει τις επιστολές προς τον αδελφό του με την προσωνυμία «Ο Αφρικανός σου».
Ακόμη και οι δημόσιοι χώροι στην Ευρώπη άρχιζαν ν’ αποκτούν ανατολίτικες πινελιές. Στις 14 Σεπτεμβρίου 1833 ένα πλήθος συναγμένο στις όχθες του Σηκουάνα κοντά στη Ρουέν υποδεχόταν με ιαχές το Λούξορ, το σκαρί του γαλλικού στόλου που ανηφόριζε τον ποταμό προς το Παρίσι. Ερχόταν από την Αλεξάνδρεια και μετέφερε σε ειδικά κατασκευασμένη βάση το γιγαντιαίο οβελίσκο που είχε αφαιρεθεί από το ναϊκό σύμπλεγμα των Θηβών, προκειμένου να τοποθετηθεί στη διαχωριστική νησίδα ενός μεγάλου μπουλβάρ, στην Πλας ντε λα Κονκόρντ της γαλλικής πρωτεύουσας.
Η λέξη «εξωτικός» στην κοινότοπη εκδοχή της σχετίζεται με τη φυγή- υπονοεί τη γοητεία που μας ασκεί ένα ξένο μέρος, επειδή απλώς είναι καινούριο και διαφορετικό: επειδή έχει καμήλες, ενώ στον τόπο μας υπάρχουν άλογα- επειδή βλέπουμε απέριττα κτίρια, ενώ στην πόλη μας έχουν στολίδια. Υπάρχει όμως και η πιθανότητα να αντλούμε απόλαυση από κάτι βαθύτερο: ίσως να θεωρούμε πολύτιμα αυτά τα ξένα στοιχεία όχι μόνο επειδή δεν τα έχουμε ξαναδεί, αλλά κι επειδή νιώθουμε ότι απηχούν τον εαυτό μας και τις πεποιθήσεις μας πιο πιστά από κάθετί που μπορούμε να βρούμε στον τόπο μας
Οι λόγοι πχ που το Άμστερνταμ με ενθουσίαζε συνδέονταν στενά με τα στοιχεία εκείνα που μου προξενούσαν δυσαρέσκεια στην πατρίδα μου: την έλλειψη μοντερνικής διάθεσης και αισθητικής απλότητας, την άρνησή της να παραδεχτεί την τετελεσμένη αστικοποίηση της ζωής, τη νοοτροπία της να κρύβεται πίσω από κουρτίνες.
Αυτό που μας φαίνεται εξωτικό σε μια ξένη χώρα μπορεί κάλλιστα να είναι ό,τι μάταια αναζητάμε στον τόπο μας.
ΑΛΑΙΝ ΝΤΕ ΜΠΟΤΤΟΝ, Η ΤΕΧΝΗ ΤΟΥ ΤΑΞΙΔΙΟΥ
Τα ποιήματα του έθεταν σε περίοπτη θέση τις πρώτες ύλες του έργου των Ευρωπαίων οριενταλιστών: πειρατές, πασάδες, μπαχάρια, μουστάκια, δερβίσηδες.. Μιλούσαν για εκείνους που έπιναν τσάι μέντας σε ποτηράκια. Το αναγνωστικό κοινό υποδέχτηκε με ανοιχτές αγκάλες το έργο- όπως συνέβη άλλωστε με το Χίλιες και μία νύχτες, τα ανατολίτικα μυθιστορήματα του Γουόλτερ Σκοτ και το εκτενές ποίημα του Μπάυρον «Ο Γκιαούρ». Τον Ιανουάριο του 1832 ο Ευγένιος Ντελακρουά πήγε στη Βόρεια Αφρική για να αποτυπώσει στον καμβά τον εξωτισμό της Ανατολής. Τρεις μόλις μήνες μετά την άφιξή του στην Ταγγέρη, είχε φτάσει να φορά τοπική ενδυμασία και να υπογράφει τις επιστολές προς τον αδελφό του με την προσωνυμία «Ο Αφρικανός σου».
Ακόμη και οι δημόσιοι χώροι στην Ευρώπη άρχιζαν ν’ αποκτούν ανατολίτικες πινελιές. Στις 14 Σεπτεμβρίου 1833 ένα πλήθος συναγμένο στις όχθες του Σηκουάνα κοντά στη Ρουέν υποδεχόταν με ιαχές το Λούξορ, το σκαρί του γαλλικού στόλου που ανηφόριζε τον ποταμό προς το Παρίσι. Ερχόταν από την Αλεξάνδρεια και μετέφερε σε ειδικά κατασκευασμένη βάση το γιγαντιαίο οβελίσκο που είχε αφαιρεθεί από το ναϊκό σύμπλεγμα των Θηβών, προκειμένου να τοποθετηθεί στη διαχωριστική νησίδα ενός μεγάλου μπουλβάρ, στην Πλας ντε λα Κονκόρντ της γαλλικής πρωτεύουσας.
Η λέξη «εξωτικός» στην κοινότοπη εκδοχή της σχετίζεται με τη φυγή- υπονοεί τη γοητεία που μας ασκεί ένα ξένο μέρος, επειδή απλώς είναι καινούριο και διαφορετικό: επειδή έχει καμήλες, ενώ στον τόπο μας υπάρχουν άλογα- επειδή βλέπουμε απέριττα κτίρια, ενώ στην πόλη μας έχουν στολίδια. Υπάρχει όμως και η πιθανότητα να αντλούμε απόλαυση από κάτι βαθύτερο: ίσως να θεωρούμε πολύτιμα αυτά τα ξένα στοιχεία όχι μόνο επειδή δεν τα έχουμε ξαναδεί, αλλά κι επειδή νιώθουμε ότι απηχούν τον εαυτό μας και τις πεποιθήσεις μας πιο πιστά από κάθετί που μπορούμε να βρούμε στον τόπο μας
Οι λόγοι πχ που το Άμστερνταμ με ενθουσίαζε συνδέονταν στενά με τα στοιχεία εκείνα που μου προξενούσαν δυσαρέσκεια στην πατρίδα μου: την έλλειψη μοντερνικής διάθεσης και αισθητικής απλότητας, την άρνησή της να παραδεχτεί την τετελεσμένη αστικοποίηση της ζωής, τη νοοτροπία της να κρύβεται πίσω από κουρτίνες.
Αυτό που μας φαίνεται εξωτικό σε μια ξένη χώρα μπορεί κάλλιστα να είναι ό,τι μάταια αναζητάμε στον τόπο μας.
ΑΛΑΙΝ ΝΤΕ ΜΠΟΤΤΟΝ, Η ΤΕΧΝΗ ΤΟΥ ΤΑΞΙΔΙΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου