Εκείνο που αναπτύσσεται ενώ όλα γύρω εξελίσσονται…
Κάθονταν στο αγαπημένο τους σημείο και άκουγαν τη νύχτα καθώς ανάσαινε γύρω τους. Τα φώτα της πόλης στην απέναντι ακτή έμοιαζαν με εκατομμύρια μάτια παράξενων όντων μέσα στην ομορφιά του σκοτεινού στερεώματος.
Μιλούσαν για πολλά, όπως πάντα. Χωρίς συγκεκριμένη θεματολογία, χωρίς πρωτόκολλα. Μονάχα όπως γεννιόνταν μέσα τους.
Κοιτούσαν την απέναντι ακτή και απολάμβαναν την ιερότητα της κάθε στιγμής.
Εκείνος πήρε στα χέρια του λίγη άμμο και την άφησε να χυθεί ανάμεσα στα δάχτυλά του.
«Η βαθιά εμπειρία της μοναχικότητας σε ενηλικιώνει. Όμως όχι μέσα στη ζωή. Αλλά στο θάνατο.
Ζούμε με το μύθο του ανθρώπου ως ‘κοινωνικού όντος’ και από τα μικράτα μας μαθαίνουμε να αλληλεπιδρούμε με τους άλλους όπως όλα τα δίποδα θηλαστικά στις αγέλες. Δεχόμαστε απριορικά την κυριαρχική ύπαρξη ενός Άλφα, ενός ηγέτη, και τη δική μας θέση μέσα στο σύνολο. Ανεξάρτητα με το αν η θέση αυτή που ετεροπροσδιορίζεται μας ταιριάζει ή μας αρμόζει, είμαστε υποχρεωμένοι να την αποδεχθούμε γιατί είμαστε τάχα ‘κοινωνικά’ όντα αλλιώς υποβαθμιζόμαστε στην κατηγορία των ‘θηρίων’ και των απόβλητων περιθωριακών.
Ο μύθος αυτός μας δηλητηριάζει τη σκέψη και το είναι μας κραυγάζει. Είμαστε προικισμένοι με το μεγαλείο της μοναχικής ανάπτυξης εντός ενός ευρύτερου συνόλου που ‘πάσχει’ από αδήριτη εξέλιξη αλλά καταντάμε κοινωνικοποιημένοι μεν –βίαια και τραυματικά- και απαθλιωμένοι… ‘μόνοι κι έρημοι’.
Αυτό συμβαίνει γιατί ζούμε μια εμπειρία αρνητικής ανάπτυξης ή στατικότητας ή έστω αργής και βασανιστικής ανάπτυξης ενώ όλα γύρω εξελίσσονται.
Την λεγόμενη ‘εξέλιξη’ αν και εφόσον συμβαίνει δεν μπορούμε ούτε να την αντιληφθούμε ούτε –αλίμονο – να την επηρεάσουμε.
Είναι περίπου σα να πιστεύεις πως με ένα κουπί θα αλλάξεις τους κυματισμούς σε έναν ωκεανό. Ένα κουπί διαθέτεις και τίποτε άλλο.
Λέμε συχνά την ανοησία ότι εκείνο το περιβάλλον βοήθησε στην εξέλιξή μου ή το άλλο την εμπόδισε, κλπ. Δεν αντιλαμβανόμαστε τα μεγέθη και ανοητολογούμε.
Την μόνη εμπειρία που δυνητικά έχουμε είναι αυτή της εσωτερικής ανάπτυξης και πιθανώς, οι ελάχιστοι εξ ημών, της πνευματικής ολοκλήρωσης. Καμιά εξέλιξη δεν εμποδίζει εμάς να αναπτυχθούμε. Αν περιμένουμε να συμβαδίσουμε την εξέλιξη είναι σα να περιμένουμε τα άστρα να γίνουν μαύρες τρύπες για να αναπτύξουμε διαστημική τεχνολογία. Όλα γύρω εξελίσσονται. Βουβά και αργά. Ας το δεχθούμε κι ας μην γνωρίζουμε την αιτία ή την Αρχή.
Τι γίνεται όμως με τη δική μας ανάπτυξη;»
Έμεινε για λίγο σιωπηλός. Εκείνη κρατούσε στο χέρι της ένα μικρό βότσαλο και όταν έγινε η παύση το πέταξε στη μαύρη θάλασσα που γυάλιζε υπέροχα εμπρός τους.
«Μέσα στο θορυβώδη, πολύβουο κόσμο, εμείς οφείλουμε να αναπτυχθούμε σιωπηρά, σιγηλά και σχεδόν συνωμοτικά. Δηλαδή μοναχικά. Αν αρνηθούμε την πολυτέλεια της μοναχικότητας στον εαυτό μας –τη μοναδική που δεν πρέπει να του στερήσουμε ποτέ- είναι σαν να απαιτούμε χωρίς φιάλες οξυγόνου να τοπογραφήσουμε τους σκοτεινούς βυθούς των θαλασσών. Δεν πρόκειται να γίνει ποτέ κι άλλωστε δεν έχει συμβεί ακόμα.
Είμαστε στα σπάργανα.
Και προχωράμε βασανιστικά και εξοργιστικά αργά.
Στην ουσία φοβόμαστε τη μοναχικότητα γιατί φοβόμαστε την εσωτερική ανάπτυξη.
Όσο χανόμαστε μέσα στους άλλους όλα είναι πιο εύκολα. Ως και η λήθη.
Μέσα στον εαυτό μας δεν μπορούμε να χαθούμε.
Όπου κι αν πάμε θα είμαστε πάλι εμείς.
Η κοινωνικοποίηση σε βοηθά να αντιμετωπίσεις τη ζωή.
Η πνευματική ολοκλήρωση σε βοηθά να αντιμετωπίσεις το θάνατο…»
Δεν ήθελε να της μιλήσει άλλο… έμειναν σιωπηλοί να κοιτούν την ακίνητη θάλασσα.
Ως και ο άνεμος είχε σιγήσει…
Κάθονταν στο αγαπημένο τους σημείο και άκουγαν τη νύχτα καθώς ανάσαινε γύρω τους. Τα φώτα της πόλης στην απέναντι ακτή έμοιαζαν με εκατομμύρια μάτια παράξενων όντων μέσα στην ομορφιά του σκοτεινού στερεώματος.
Μιλούσαν για πολλά, όπως πάντα. Χωρίς συγκεκριμένη θεματολογία, χωρίς πρωτόκολλα. Μονάχα όπως γεννιόνταν μέσα τους.
Κοιτούσαν την απέναντι ακτή και απολάμβαναν την ιερότητα της κάθε στιγμής.
Εκείνος πήρε στα χέρια του λίγη άμμο και την άφησε να χυθεί ανάμεσα στα δάχτυλά του.
«Η βαθιά εμπειρία της μοναχικότητας σε ενηλικιώνει. Όμως όχι μέσα στη ζωή. Αλλά στο θάνατο.
Ζούμε με το μύθο του ανθρώπου ως ‘κοινωνικού όντος’ και από τα μικράτα μας μαθαίνουμε να αλληλεπιδρούμε με τους άλλους όπως όλα τα δίποδα θηλαστικά στις αγέλες. Δεχόμαστε απριορικά την κυριαρχική ύπαρξη ενός Άλφα, ενός ηγέτη, και τη δική μας θέση μέσα στο σύνολο. Ανεξάρτητα με το αν η θέση αυτή που ετεροπροσδιορίζεται μας ταιριάζει ή μας αρμόζει, είμαστε υποχρεωμένοι να την αποδεχθούμε γιατί είμαστε τάχα ‘κοινωνικά’ όντα αλλιώς υποβαθμιζόμαστε στην κατηγορία των ‘θηρίων’ και των απόβλητων περιθωριακών.
Ο μύθος αυτός μας δηλητηριάζει τη σκέψη και το είναι μας κραυγάζει. Είμαστε προικισμένοι με το μεγαλείο της μοναχικής ανάπτυξης εντός ενός ευρύτερου συνόλου που ‘πάσχει’ από αδήριτη εξέλιξη αλλά καταντάμε κοινωνικοποιημένοι μεν –βίαια και τραυματικά- και απαθλιωμένοι… ‘μόνοι κι έρημοι’.
Αυτό συμβαίνει γιατί ζούμε μια εμπειρία αρνητικής ανάπτυξης ή στατικότητας ή έστω αργής και βασανιστικής ανάπτυξης ενώ όλα γύρω εξελίσσονται.
Την λεγόμενη ‘εξέλιξη’ αν και εφόσον συμβαίνει δεν μπορούμε ούτε να την αντιληφθούμε ούτε –αλίμονο – να την επηρεάσουμε.
Είναι περίπου σα να πιστεύεις πως με ένα κουπί θα αλλάξεις τους κυματισμούς σε έναν ωκεανό. Ένα κουπί διαθέτεις και τίποτε άλλο.
Λέμε συχνά την ανοησία ότι εκείνο το περιβάλλον βοήθησε στην εξέλιξή μου ή το άλλο την εμπόδισε, κλπ. Δεν αντιλαμβανόμαστε τα μεγέθη και ανοητολογούμε.
Την μόνη εμπειρία που δυνητικά έχουμε είναι αυτή της εσωτερικής ανάπτυξης και πιθανώς, οι ελάχιστοι εξ ημών, της πνευματικής ολοκλήρωσης. Καμιά εξέλιξη δεν εμποδίζει εμάς να αναπτυχθούμε. Αν περιμένουμε να συμβαδίσουμε την εξέλιξη είναι σα να περιμένουμε τα άστρα να γίνουν μαύρες τρύπες για να αναπτύξουμε διαστημική τεχνολογία. Όλα γύρω εξελίσσονται. Βουβά και αργά. Ας το δεχθούμε κι ας μην γνωρίζουμε την αιτία ή την Αρχή.
Τι γίνεται όμως με τη δική μας ανάπτυξη;»
Έμεινε για λίγο σιωπηλός. Εκείνη κρατούσε στο χέρι της ένα μικρό βότσαλο και όταν έγινε η παύση το πέταξε στη μαύρη θάλασσα που γυάλιζε υπέροχα εμπρός τους.
«Μέσα στο θορυβώδη, πολύβουο κόσμο, εμείς οφείλουμε να αναπτυχθούμε σιωπηρά, σιγηλά και σχεδόν συνωμοτικά. Δηλαδή μοναχικά. Αν αρνηθούμε την πολυτέλεια της μοναχικότητας στον εαυτό μας –τη μοναδική που δεν πρέπει να του στερήσουμε ποτέ- είναι σαν να απαιτούμε χωρίς φιάλες οξυγόνου να τοπογραφήσουμε τους σκοτεινούς βυθούς των θαλασσών. Δεν πρόκειται να γίνει ποτέ κι άλλωστε δεν έχει συμβεί ακόμα.
Είμαστε στα σπάργανα.
Και προχωράμε βασανιστικά και εξοργιστικά αργά.
Στην ουσία φοβόμαστε τη μοναχικότητα γιατί φοβόμαστε την εσωτερική ανάπτυξη.
Όσο χανόμαστε μέσα στους άλλους όλα είναι πιο εύκολα. Ως και η λήθη.
Μέσα στον εαυτό μας δεν μπορούμε να χαθούμε.
Όπου κι αν πάμε θα είμαστε πάλι εμείς.
Η κοινωνικοποίηση σε βοηθά να αντιμετωπίσεις τη ζωή.
Η πνευματική ολοκλήρωση σε βοηθά να αντιμετωπίσεις το θάνατο…»
Δεν ήθελε να της μιλήσει άλλο… έμειναν σιωπηλοί να κοιτούν την ακίνητη θάλασσα.
Ως και ο άνεμος είχε σιγήσει…
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου