Η Φρύνη ήταν μια διάσημη εταίρα της αρχαιότητας, ξακουστή για το φυσικό της κάλλος. Έζησε κατά τον 4ο αιώνα π.Χ. στην αρχαία Αθήνα, ωστόσο καταγόταν από τις Θεσπιές της Βοιωτίας στις οποίες και φέρεται να γεννήθηκε το 371 ή το 365 π.Χ..
Ο πατέρας της λεγόταν Επικλής και το πραγματικό της όνομα ήταν Μνησαρέτη, αλλά εξαιτίας του χλωμού (ωχρού) δέρματός της έμεινε γνωστή ως Φρύνη (το όνομα προκύπτει από το αμφίβιο φρύνος). Σχετικά με τη ζωή της διασώζονται πολλά διάσημα ιστορικά ανέκδοτα, ενώ θεωρείται πως αποτέλεσε το μοντέλο για το διάσημο άγαλμα, γνωστό ως «Αφροδίτη της Κνίδου», έργο του Πραξιτέλη. Η Φρύνη πέθανε στην Αθήνα το 310 π.Χ..
Οι αφηγήσεις τη θέλουν εξαιρετικά όμορφη και πρέπει να είχε μεγάλη επιτυχία στους κύκλους των πλουσίων πολιτών. Ερχόμενη στην αρχαία Αθήνα ξεκίνησε να εργάζεται ως αυλήτρια όπου πολύ σύντομα απέκτησε δόξα και πολλά χρήματα καλούμενη στα σπουδαιότερα συμπόσια της εποχής της με συνέπεια να συνδεθεί με πολλούς σημαντικούς άνδρες της πόλης. Είναι δε διάσημη γιατί ζητούσε πολύ υψηλή αμοιβή.
Ο κωμικός ποιητής Μάχων αφηγείται πως ζητούσε μια μνα για μια νύχτα. Αναφέρεται μάλιστα πως όριζε η ίδια τα χρήματα που θα έπαιρνε, ανάλογα με το πώς αισθανόταν για τον εκάστοτε πελάτη. Αν τον έβρισκε αντιπαθητικό το ποσό που θα ζητούσε ήταν υπέρογκο. Από την άλλη προσέφερε τον εαυτό της δωρεάν στο φιλόσοφο Διογένη τον Σινωπέα, επειδή θαύμαζε το μυαλό του. Ο Διογένης ο Λαέρτιος παραθέτει ένα περιστατικό στο οποίο η Φρύνη προσπάθησε μάταια να αποπλανήσει το φιλόσοφο Ξενοκράτη.
Τα πλούτη που συγκέντρωνε χάρις στην ομορφιά της ήταν τόσα πολλά ώστε, σύμφωνα με την αφήγηση του Καλλίστρατου, προσφέρθηκε να ανοικοδομήσει τα τείχη της Θήβας, τα οποία είχαν καταστραφεί από τον Αλέξανδρο το Μέγα το 336 π.Χ. Έθεσε, ωστόσο, έναν όρο: να τοποθετηθεί η επιγραφή: «Καταστράφηκαν από τον Αλέξανδρο, επισκευάστηκαν από τη Φρύνη την εταίρα». Οι αρχές της πόλης αρνήθηκαν αυτή τη συναλλαγή.
Σε κάποιους εορτασμούς προς τιμήν του Ποσειδώνα στην Ελευσίνα, αφαίρεσε τα ρούχα της, έλυσε τα μαλλιά της και προχώρησε γυμνή προς τη θάλασσα, μπροστά στα μάτια του κόσμου. Ο ζωγράφος Απελλής, λέγεται, πως εμπνεύστηκε από το γεγονός αυτό για να φιλότεχνήσει το περίφημο έργο «Αφροδίτη Αναδυόμενη», για το οποίο η ίδια η Φρύνη πόζαρε ως μοντέλο. Ο Αθήναιος και ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος αναφέρουν πως αποτελεί επίσης το μοντέλο για το διάσημο άγαλμα, γνωστό ως «Αφροδίτη της Κνίδου», έργο του Πραξιτέλη.
Ο Κλαύδιος Αιλιανός στο έργο του αναφέρει πως οι Αθηναίοι αφιέρωσαν στους Δελφούς ένα άγαλμα της Φρύνης από χρυσάφι. Ο Αθήναιος συμπληρώνει πως ήταν έργο του Πραξιτέλη και έφερε την υπογραφή «Φρύνη, κόρη του Επικλή από τις Θεσπιές».
Η δίκη της Φρύνης
Κάποια στιγμή, την προσέγγισε ο ρήτορας Ευθίας. Η Φρύνη απέρριψε όλες του τις προτάσεις, γιατί τον θεωρούσε πολύ άσχημο και αγενή. Ο Ευθίας θίχτηκε και αποφάσισε να τιμωρήσει την αυθάδη εταίρα. Την κατηγόρησε ότι προσπαθούσε να εισάγει στην Αθήνα μία θρησκεία απ’ τη Θράκη, που θα έβλαπτε τα ήθη των νεαρών κοριτσιών. Αυτή ήταν ίσως η πιο συνηθισμένη κατηγορία στην αρχαία Αθήνα. Ο φιλόσοφος Σωκράτης είχε εκτελεστεί για τον ίδιο λόγο.
Ο Ευθίας έσυρε τη Φρύνη στο δικαστήριο, όπου την εκπροσώπησε ο πρώην εραστής της, Υπερείδης. Παρά το ανυπόστατο της κατηγορίας του Ευθία, η δίκη δεν εξελισσόταν αισίως για την εταίρα. Οι δικαστές φαίνονταν να έχουν πειστεί απ’ το κατηγορητήριο και πίστευαν ότι ο Υπερείδης ήταν επηρεασμένος απ’ τη σχέση του με τη Φρύνη. Λίγο πριν παρθεί η τελική απόφαση, ο Υπερείδης τράβηξε την εταίρα στο κέντρο του δικαστηρίου, για να μπορούν να την δουν όλοι. Χωρίς να πει κουβέντα, έσκισε τα ρούχα της και αποκάλυψε στον κόσμο, το εκθαμβωτικά όμορφο κορμί της.
Οι δικαστές τα έχασαν. Νόμισαν ότι έβλεπαν μπροστά τους την ίδια τη Θεά Αφροδίτη. Τα μέλη του δικαστηρίου εντυπωσιάστηκαν τόσο – σύμφωνα με μια εκδοχή η φυσική ομορφιά θεωρούταν σημείο της εύνοιας των θεών την εποχή εκείνη – που την αθώωσαν πανηγυρικά.
Οι φήμες για το απαράμιλλο κάλλος της εταίρας αποδείχθηκαν αληθινές. Την εποχή εκείνη, ο κόσμος πίστευε ότι η σωματική ομορφιά είχε σχέση με το ήθος και την εύνοια των Θεών. Όταν οι δικαστές αντίκρισαν την τελειότητα της Φρύνης, πείστηκαν ότι αν καταδίκαζαν αυτή τη γυναίκα, καταδίκαζαν την αγαπημένη των Θεών. Η εταίρα αθωώθηκε και η φήμη ότι ήταν η επίγεια Θεά Αφροδίτη εξαπλώθηκε. Ωστόσο ο ρήτορας εκδιώχτηκε από τον Άρειο Πάγο.
Πολύ γρήγορα, ο Πραξιτέλης έγινε ένας απ’ τους πιο αφοσιωμένους εραστές της Φρύνης. Λέγεται ότι ήταν ο μόνος που αγάπησε πραγματικά η εταίρα. Η Φρύνη έγινε η μούσα του γλύπτη και με πρότυπο εκείνη, έφτιαξε 3 αγάλματα.
Το πρώτο το αγόρασαν οι Κνίδιοι και έγινε ξακουστό ως η Αφροδίτη της Κνίδου.
Το δεύτερο ήταν από πεντελικό μάρμαρο και ο Πραξιτέλης το δώρισε στη γενέτειρα της Φρύνης, στις Θεσπιές.
Το τρίτο ήταν ολόχρυσο και στήθηκε στους Δελφούς.
Η Φρύνη, παρά τον έρωτά της, δεν έχανε ευκαιρία να αποκομίσει δώρα απ’ τον Πραξιτέλη. Κάποια στιγμή της είπε, ότι θα της έδινε ότι του ζητούσε. Εκείνη ήθελε το μεγαλύτερο αριστούργημά του. Τότε ο Πραξιτέλης της απάντησε, ότι δεν μπορούσε να ξεχωρίσει ανάμεσα στα έργα του, ίσως για να αποφύγει να της δώσει το αγαπημένο του.
Η πανούργα Φρύνη δεν τον πίστεψε. Έβαλε έναν υπηρέτη του Πραξιτέλη να φωνάξει μες στη μέση της νύχτας, ότι είχε πάρει φωτιά το εργαστήριο του γλύπτη. Ο Πραξιτέλης έντρομος, ζήτησε να βγάλουν έξω το άγαλμα του Έρωτα. Η Φρύνη, που ήταν ξαπλωμένη δίπλα του, χαμογέλασε πονηρά και τον ενημέρωσε ότι το εργαστήριο δεν κινδύνευε.
Εκείνη είχε στήσει όλο το σχέδιο, για να μάθει ποιο ήταν το αγαπημένο του έργο. «Τον Έρωτα θα μου δώσεις», του είπε και ο Πραξιτέλης δεν μπόρεσε να αρνηθεί. «Στοιχημάτισα να νικήσω άνθρωπο, όχι άγαλμα».
Η Φρύνη είχε βάλει στοίχημα, ότι κανείς άντρας δεν μπορούσε να αντισταθεί στα κάλλη της. Επέλεξε ως θύμα το φιλόσοφο Ξενοκράτη, μαθητή του Πλάτωνα και δάσκαλο του Δημοσθένη. Πήγε στο σπίτι του και του ζήτησε να διανυκτερεύσει εκεί, με τη δικαιολογία ότι την κυνηγούσαν ληστές. Ο Ξενοκράτης τη φιλοξένησε. Τη νύχτα, η Φρύνη μπήκε κρυφά στο δωμάτιο του Ξενοκράτη και ξάπλωσε δίπλα του.
Ο φιλόσοφος δεν ενέδωσε στον πειρασμό. Της ζήτησε να επιστρέψει στο δωμάτιό της και η Φρύνη υπάκουσε, απογοητευμένη. Την επόμενη μέρα, όταν γνωστοποιήθηκε η αποτυχία της, η Φρύνη προσπάθησε να δικαιολογηθεί λέγοντας: «Στοιχημάτισα να νικήσω άνθρωπο, όχι άγαλμα».
Ο πατέρας της λεγόταν Επικλής και το πραγματικό της όνομα ήταν Μνησαρέτη, αλλά εξαιτίας του χλωμού (ωχρού) δέρματός της έμεινε γνωστή ως Φρύνη (το όνομα προκύπτει από το αμφίβιο φρύνος). Σχετικά με τη ζωή της διασώζονται πολλά διάσημα ιστορικά ανέκδοτα, ενώ θεωρείται πως αποτέλεσε το μοντέλο για το διάσημο άγαλμα, γνωστό ως «Αφροδίτη της Κνίδου», έργο του Πραξιτέλη. Η Φρύνη πέθανε στην Αθήνα το 310 π.Χ..
Οι αφηγήσεις τη θέλουν εξαιρετικά όμορφη και πρέπει να είχε μεγάλη επιτυχία στους κύκλους των πλουσίων πολιτών. Ερχόμενη στην αρχαία Αθήνα ξεκίνησε να εργάζεται ως αυλήτρια όπου πολύ σύντομα απέκτησε δόξα και πολλά χρήματα καλούμενη στα σπουδαιότερα συμπόσια της εποχής της με συνέπεια να συνδεθεί με πολλούς σημαντικούς άνδρες της πόλης. Είναι δε διάσημη γιατί ζητούσε πολύ υψηλή αμοιβή.
Ο κωμικός ποιητής Μάχων αφηγείται πως ζητούσε μια μνα για μια νύχτα. Αναφέρεται μάλιστα πως όριζε η ίδια τα χρήματα που θα έπαιρνε, ανάλογα με το πώς αισθανόταν για τον εκάστοτε πελάτη. Αν τον έβρισκε αντιπαθητικό το ποσό που θα ζητούσε ήταν υπέρογκο. Από την άλλη προσέφερε τον εαυτό της δωρεάν στο φιλόσοφο Διογένη τον Σινωπέα, επειδή θαύμαζε το μυαλό του. Ο Διογένης ο Λαέρτιος παραθέτει ένα περιστατικό στο οποίο η Φρύνη προσπάθησε μάταια να αποπλανήσει το φιλόσοφο Ξενοκράτη.
Τα πλούτη που συγκέντρωνε χάρις στην ομορφιά της ήταν τόσα πολλά ώστε, σύμφωνα με την αφήγηση του Καλλίστρατου, προσφέρθηκε να ανοικοδομήσει τα τείχη της Θήβας, τα οποία είχαν καταστραφεί από τον Αλέξανδρο το Μέγα το 336 π.Χ. Έθεσε, ωστόσο, έναν όρο: να τοποθετηθεί η επιγραφή: «Καταστράφηκαν από τον Αλέξανδρο, επισκευάστηκαν από τη Φρύνη την εταίρα». Οι αρχές της πόλης αρνήθηκαν αυτή τη συναλλαγή.
Σε κάποιους εορτασμούς προς τιμήν του Ποσειδώνα στην Ελευσίνα, αφαίρεσε τα ρούχα της, έλυσε τα μαλλιά της και προχώρησε γυμνή προς τη θάλασσα, μπροστά στα μάτια του κόσμου. Ο ζωγράφος Απελλής, λέγεται, πως εμπνεύστηκε από το γεγονός αυτό για να φιλότεχνήσει το περίφημο έργο «Αφροδίτη Αναδυόμενη», για το οποίο η ίδια η Φρύνη πόζαρε ως μοντέλο. Ο Αθήναιος και ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος αναφέρουν πως αποτελεί επίσης το μοντέλο για το διάσημο άγαλμα, γνωστό ως «Αφροδίτη της Κνίδου», έργο του Πραξιτέλη.
Ο Κλαύδιος Αιλιανός στο έργο του αναφέρει πως οι Αθηναίοι αφιέρωσαν στους Δελφούς ένα άγαλμα της Φρύνης από χρυσάφι. Ο Αθήναιος συμπληρώνει πως ήταν έργο του Πραξιτέλη και έφερε την υπογραφή «Φρύνη, κόρη του Επικλή από τις Θεσπιές».
Η δίκη της Φρύνης
Κάποια στιγμή, την προσέγγισε ο ρήτορας Ευθίας. Η Φρύνη απέρριψε όλες του τις προτάσεις, γιατί τον θεωρούσε πολύ άσχημο και αγενή. Ο Ευθίας θίχτηκε και αποφάσισε να τιμωρήσει την αυθάδη εταίρα. Την κατηγόρησε ότι προσπαθούσε να εισάγει στην Αθήνα μία θρησκεία απ’ τη Θράκη, που θα έβλαπτε τα ήθη των νεαρών κοριτσιών. Αυτή ήταν ίσως η πιο συνηθισμένη κατηγορία στην αρχαία Αθήνα. Ο φιλόσοφος Σωκράτης είχε εκτελεστεί για τον ίδιο λόγο.
Ο Ευθίας έσυρε τη Φρύνη στο δικαστήριο, όπου την εκπροσώπησε ο πρώην εραστής της, Υπερείδης. Παρά το ανυπόστατο της κατηγορίας του Ευθία, η δίκη δεν εξελισσόταν αισίως για την εταίρα. Οι δικαστές φαίνονταν να έχουν πειστεί απ’ το κατηγορητήριο και πίστευαν ότι ο Υπερείδης ήταν επηρεασμένος απ’ τη σχέση του με τη Φρύνη. Λίγο πριν παρθεί η τελική απόφαση, ο Υπερείδης τράβηξε την εταίρα στο κέντρο του δικαστηρίου, για να μπορούν να την δουν όλοι. Χωρίς να πει κουβέντα, έσκισε τα ρούχα της και αποκάλυψε στον κόσμο, το εκθαμβωτικά όμορφο κορμί της.
Οι δικαστές τα έχασαν. Νόμισαν ότι έβλεπαν μπροστά τους την ίδια τη Θεά Αφροδίτη. Τα μέλη του δικαστηρίου εντυπωσιάστηκαν τόσο – σύμφωνα με μια εκδοχή η φυσική ομορφιά θεωρούταν σημείο της εύνοιας των θεών την εποχή εκείνη – που την αθώωσαν πανηγυρικά.
Οι φήμες για το απαράμιλλο κάλλος της εταίρας αποδείχθηκαν αληθινές. Την εποχή εκείνη, ο κόσμος πίστευε ότι η σωματική ομορφιά είχε σχέση με το ήθος και την εύνοια των Θεών. Όταν οι δικαστές αντίκρισαν την τελειότητα της Φρύνης, πείστηκαν ότι αν καταδίκαζαν αυτή τη γυναίκα, καταδίκαζαν την αγαπημένη των Θεών. Η εταίρα αθωώθηκε και η φήμη ότι ήταν η επίγεια Θεά Αφροδίτη εξαπλώθηκε. Ωστόσο ο ρήτορας εκδιώχτηκε από τον Άρειο Πάγο.
Πολύ γρήγορα, ο Πραξιτέλης έγινε ένας απ’ τους πιο αφοσιωμένους εραστές της Φρύνης. Λέγεται ότι ήταν ο μόνος που αγάπησε πραγματικά η εταίρα. Η Φρύνη έγινε η μούσα του γλύπτη και με πρότυπο εκείνη, έφτιαξε 3 αγάλματα.
Το πρώτο το αγόρασαν οι Κνίδιοι και έγινε ξακουστό ως η Αφροδίτη της Κνίδου.
Το δεύτερο ήταν από πεντελικό μάρμαρο και ο Πραξιτέλης το δώρισε στη γενέτειρα της Φρύνης, στις Θεσπιές.
Το τρίτο ήταν ολόχρυσο και στήθηκε στους Δελφούς.
Η Φρύνη, παρά τον έρωτά της, δεν έχανε ευκαιρία να αποκομίσει δώρα απ’ τον Πραξιτέλη. Κάποια στιγμή της είπε, ότι θα της έδινε ότι του ζητούσε. Εκείνη ήθελε το μεγαλύτερο αριστούργημά του. Τότε ο Πραξιτέλης της απάντησε, ότι δεν μπορούσε να ξεχωρίσει ανάμεσα στα έργα του, ίσως για να αποφύγει να της δώσει το αγαπημένο του.
Η πανούργα Φρύνη δεν τον πίστεψε. Έβαλε έναν υπηρέτη του Πραξιτέλη να φωνάξει μες στη μέση της νύχτας, ότι είχε πάρει φωτιά το εργαστήριο του γλύπτη. Ο Πραξιτέλης έντρομος, ζήτησε να βγάλουν έξω το άγαλμα του Έρωτα. Η Φρύνη, που ήταν ξαπλωμένη δίπλα του, χαμογέλασε πονηρά και τον ενημέρωσε ότι το εργαστήριο δεν κινδύνευε.
Εκείνη είχε στήσει όλο το σχέδιο, για να μάθει ποιο ήταν το αγαπημένο του έργο. «Τον Έρωτα θα μου δώσεις», του είπε και ο Πραξιτέλης δεν μπόρεσε να αρνηθεί. «Στοιχημάτισα να νικήσω άνθρωπο, όχι άγαλμα».
Η Φρύνη είχε βάλει στοίχημα, ότι κανείς άντρας δεν μπορούσε να αντισταθεί στα κάλλη της. Επέλεξε ως θύμα το φιλόσοφο Ξενοκράτη, μαθητή του Πλάτωνα και δάσκαλο του Δημοσθένη. Πήγε στο σπίτι του και του ζήτησε να διανυκτερεύσει εκεί, με τη δικαιολογία ότι την κυνηγούσαν ληστές. Ο Ξενοκράτης τη φιλοξένησε. Τη νύχτα, η Φρύνη μπήκε κρυφά στο δωμάτιο του Ξενοκράτη και ξάπλωσε δίπλα του.
Ο φιλόσοφος δεν ενέδωσε στον πειρασμό. Της ζήτησε να επιστρέψει στο δωμάτιό της και η Φρύνη υπάκουσε, απογοητευμένη. Την επόμενη μέρα, όταν γνωστοποιήθηκε η αποτυχία της, η Φρύνη προσπάθησε να δικαιολογηθεί λέγοντας: «Στοιχημάτισα να νικήσω άνθρωπο, όχι άγαλμα».
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου