Κυριακή 28 Ιουλίου 2024

Ψάρια και θαλασσινά… στα δίχτυα της γλώσσας

Με φανατικούς καταναλωτές αλλά και άλλους που δεν τα προτιμούν ιδιαίτερα, τα ψάρια αποτελούν μια κατά τεκμήριο πολύ υγιεινή τροφή, δυστυχώς ραγδαία μειούμενη παγκοσμίως σε ό,τι αφορά τα αλιεύματα ανοιχτής θαλάσσης, τα ονομαζόμενα και «πελαγίσια» (ή και «αλανιάρικα» στην αργκό των αλιέων), σε σχέση με τα εκτρεφόμενα σε μονάδες ιχθυοκαλλιέργειας.

Επειδή αποτελούσαν ένα από τα βασικά διατροφικά αγαθά των αρχαίων, ήταν φυσικό τα ψάρια να αποκτήσουν την περίοπτη θέση που τους άξιζε και σε επίπεδο συμβολισμών, για παράδειγμα στην αρχαιοελληνική τέχνη (βλέπε την πανέμορφη τοιχογραφία της Σαντορίνης με τον νεαρό ψαρά).

Αλλά και η χριστιανική θρησκεία συνέβαλε στο να εξαπλωθεί ευρέως εικονογραφικά η μορφή του ψαριού. Εκτός από την παλαιοδιαθηκική αφήγηση για το γνωστό κήτος (το οποίο προφανώς ήταν θηλαστικό) που κράτησε στην κοιλιά του τρεις μέρες τον προφήτη Ιωνά, καθοριστικό ρόλο στη διάδοση των σχετικών εικόνων διαδραμάτισε επίσης η επιλογή του Χριστού να επιλέξει απλοϊκούς ψαράδες, με σκοπό αυτοί να γίνουν αλιείς ανθρώπων. Πάμπολλες επίσης οι αναφορές Ευαγγελίων σε ψάρεμα, αλλά και ιχθυοφαγία. Αξίζει να αναφερθεί εν προκειμένω και η ευρέως διαδεδομένη πρωτοχριστιανική παράσταση ΙΧΘΥΣ, με το σχετικό ακρωνύμιο: Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ.

Και η μουσική δεν θα μπορούσε να εξαιρέσει τα ψάρια και θαλασσινά από το ρεπερτόριό της: Από το παραδοσιακό «Ξεκινά μια ψαροπούλα» μέχρι τα λαϊκά «Μπαρμπαγιαννακάκης», «Κάτω στο γιαλό στην άμμο κάνουνε τα ψάρια γάμο», «Κι όλο κλαίνε τα καβουράκια», η γκάμα είναι πραγματικά πολύ πλούσια.

Όμως τα ψάρια και γενικότερα τα θαλασσινά και ιχθυηρά κατέχουν έναν διόλου ασήμαντο ρόλο και στην καθημερινή μας επικοινωνία, καθώς κυρίως ο απλός λαός με τη φαντασία που τον διακρίνει, αλλά και με στόχο πάντα την έντονη εκφραστικότητα, επέλεξε την κατηγορία αυτή για να χαρακτηρίσει με μεταφορικό τρόπο πρόσωπα και καταστάσεις.

Όπως συμβαίνει πάντα στις παρομοιώσεις, χαρακτηριστικές ιδιότητες των παρομοιαζόμενων αντικειμένων τραβούν την προσοχή του μέσου ομιλητή. Αλλά ειδικά στις μεταφορές από το ζωικό βασίλειο, οι μεταφορές έχουν έναν επιπλέον χαρακτήρα: λειτουργούν ως ένα είδος εκφραστικού υπερτονισμού, δίνοντας πάντα έναν πιο ευφημιστικό τόνο στα λεγόμενα. Όπως ακριβώς συμβαίνει στα παραμύθια, μέσω του φαντασιακού απαλύνουν την αρνητική ιδιότητα ή ανυψώνουν τη θετική. Για παράδειγμα, όταν ένας άνθρωπος χαρακτηρίζεται καρχαρίας ή σμέρνα, επειδή ακριβώς δεν μπορεί να είναι κάτι τέτοιο, η μεταφορά είναι μια αποποίηση της ευθύνης του ομιλητή ως προς τον βαθμό πραγματικότητας αυτού που λέει. Από την άλλη όμως, δεν μπορεί να είναι ούτε δελφίνι ή ζαργάνα, και εκεί πάλι η μεταφορά δίνει περιθώριο στη φαντασία να ανεβάσει όσο επιθυμεί τον πήχη της θετικής ιδιότητας. Η φαντασιακή ιδιότητα, δηλαδή, χαμηλώνει ή απογειώνει το επαινούμενο.

Ειδικά στα ψάρια, οι ιδιότητες του σχήματος, της μορφής και της ευελιξίας τραβούν την προσοχή του μέσου ομιλητή ως ανάλογα ανθρώπινων συμπεριφορών, μορφών, ιδιοτήτων. Οδηγούν έτσι σε εκφραστικούς χαρακτηρισμούς, π.χ. της νοητικής αντίληψης (κοκοβιός, ροφός, χάνος), της ηθικής υπόστασης (σμέρνα, καρχαρίας, σουπιά, χέλι), της έλλειψης σθένους (ρέγκα, αθερίνα), και, κυρίως, της μορφής – άλλοτε θετικούς (ζαργάνα, δελφίνι), άλλοτε αρνητικούς (φάλαινα, φώκια).

Όπως πάντα, χωρίς σκοποθεσία εξαντλητικής κάλυψης, θα σταθούμε στα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα μεταφορικών σημασιών για ψάρια και άλλα πλάσματα της θάλασσας:

Ψάρια (γενικά)

αθερίνα: ο ασήμαντος, ο αδύναμος. –Οι δασονόμοι μού έριξαν πρόστιμο επειδή έκοψα ένα κλαδί έλατου, ενώ τους παράνομους υλοτόμους δεν τους λένε τίποτα! –Εμ βέβαια… Κυνηγάνε την αθερίνα κι αφήνουν τους καρχαρίες ανενόχλητους! Με την ίδια σημασία και η λ. μαρίδα (βλ. παρακάτω).

γαύρος (στην ιδιόλεκτο των οπαδών): ο οπαδός του Ολυμπιακού (αθλητικού συλλόγου με έδρα τον Πειραιά). –Οι γαύροι θα έρθουν με 20 πούλμαν.

ζαργάνα: πανέμορφη και καλλίγραμμη γυναίκα. –Ζαργάνα μου εσύ! Πες μου ότι θα με παντρευτείς και θα γίνω χαλί να με πατάς!

καρχαρίας/μεγαλοκαρχαρίας: ο πανίσχυρος, που είναι και ασύδοτος. –Εγώ πλήρωσα πρόστιμο για μια μικρή αποθήκη που έχτισα στο χωριό, ενώ έναν μεγαλοκαρχαρία που έχτισε βίλα μέσα στο δάσος η Πολεοδομία δεν τον ενοχλεί…

κοκοβιός: ο ελαφρόνους, ο αφελής. –Μάνα, εγώ για κοκοβιό τον βλέπω τον γαμπρό μας… –Μια χαρά παιδί είναι! Η αδερφή σου τακτοποιήθηκε! Εσύ να δούμε πότε θα παντρευτείς…

λαβράκι: σημαντικό εύρημα. Λαβράκια έβγαλαν οι έλεγχοι της Οικονομικής Αστυνομίας στη Μύκονο!

μαρίδα:ο ασήμαντος. –Φοβάμαι μη μου βάλουν πρόστιμο γιατί δεν λειτουργεί το POS… –Νίκο, να το φτιάξεις, γιατί βλέπεις ότι με τη μαρίδα ασχολούνται οι εφοριακοί…
ομάδα νεαρών αγοριών, εφήβων. –Θυμάμαι τέλη της δεκαετίας του ’60, την ώρα που σχόλαγε το γυμνάσιο θηλέων, στηνόμασταν έξω απ’ το προαύλιο εμείς η μαρίδα και φλερτάραμε τα κορίτσια.

μελανούρι: μελαχρινή και όμορφη νεαρή γυναίκα (ή άνδρας). –Αυτό το μελανούρι με το κόκκινο μαγιό το είδες; –Λες να μην είδα τέτοιο κορίτσαρο; Αλλά, δυστυχώς, έχει παρέα…

ρέγκα: πολύ αδύνατος (ακριβέστερα: αφυδατωμένος, στεγνός όπως το συγκεκριμένο παστό ψάρι). –Είπαμε να κάνεις δίαιτα, ρε Μήτσο, αλλά εσύ έγινες ρέγκα! Φράση να τον κλαίνε οι ρέγκες για αξιολύπητο άνθρωπο: Ο Μάνθος είναι να τον κλαίν’ οι ρέγκες… Έπιασε τη γυναίκα του με τον υπάλληλό του!

ροφός: αυτός που δεν φαίνεται εύστροφος, ο αποβλακωμένος: –Καλό παιδί φαίνεται ο καινούργιος συνάδελφος, αλλά έχει ένα βλέμμα σα ροφός.

σαρδέλα (στρατιωτική αργκό): σιρίτι, διακριτικό βαθμού υπαξιωματικού. –Ήμουν έφεδρος λοχίας και είχα δυο σαρδέλες στη στολή μου.

σμέρνα: αδίστακτη, μοχθηρή γυναίκα, με δολοφονικά ένστικτα. –Ένα σωρό καλά κορίτσια έχει το νησί μας… Αυτή τη σμέρνα βρήκε να παντρευτεί ο γιος μας;

σπαρίλα: νωχελικότητα, που μοιάζει με αυτή του ψαριού σπάρος. –Πάμε για κάνα καφέ; –Τι καφέ μού λες… Έχω μια σπαρίλα σήμερα… Στις 11 σηκώθηκα απ’ το κρεβάτι…

τσίρος: πολύ αδύνατος, κάτισχνος. –Αυτός ο τσίρος στη φωτογραφία ποιος είναι; –Ο ανιψιός μου, είναι πιλότος!

χάνος: αποχαυνωμένος. –Ρε, τι κοιτάς σα χάνος; Δεν έχεις ξαναδεί σκουλαρίκια στη μύτη;

ψάρι: η λέξη αυτή είναι πασίγνωστη στους άνδρες, καθώς συνδέεται άρρηκτα με τη στρατιωτική ζωή, κυρίως περασμένων εποχών. Λέξη της αργκό του στρατού, η λέξη αυτή έχει πολλές χρήσεις και παράγωγα. Η βασική είναι η αφωνία του ψαριού, οπότε το ρήμα ψαρώνω σημαίνει «φοβάμαι, μένω άφωνος μπροστά είτε στον ανώτερό μου ιεραρχικά είτε στον αρχαιότερο (παλαιότερο) ως προς την ημερομηνία κατάταξης». –Ρε μην ψαρώνεις/μην είσαι ψαράς! Σιγά… Τι θα σου κάνει ο λοχίας; // –Ψάραξ (αρχαιοφανής, πλαστή λέξη)! Γιατί δεν σφουγγάρισες καλά τον θάλαμο; // –Ψαρούκλα, αναφέρσου! // «Απολύομαι, ψαρούκλες, τα μαλλιά μου κάνω μπούκλες» (στιχούργημα, το λένε οι απολυόμενοι προς τους νεότερους ως προς την κατάταξη στρατιώτες, επειδή οι παλιοί πλέον μπορούν να είναι και ακούρευτοι, «να λουφάρουν μαλλί», όπως λένε).

Θαλάσσια θηλαστικά

Στην υποκατηγορία αυτή, άξια παρατήρησης η χρήση μειωτικών χαρακτηρισμών για υπέρβαρα πρόσωπα που περιορίζονται στις γυναίκες:

δελφίνι: καλλίγραμμος/η κολυμβητής/τρια, κυρίως νεαρής ηλικίας. –Πριν από λίγο μάς έστειλε και φωτογραφίες η Μαρίνα με τα δελφινάκια της! // υδροπτέρυγο σκάφος. –Στην Αίγινα πηγαίνουμε πάντα με το δελφίνι.

δελφίνος: νεαρό δελφίνι. Λέξη με ενδιαφέρουσα ιστορία διότι από το γαλλικό λεξιλόγιο «κολύμπησε» και προς το δικό μας κατά τον εξής τρόπο: Αρχικά η λέξη σήμαινε τον διάδοχο του θρόνου (με παράσταση μάλιστα του εν λόγω θηλαστικού στον βασιλικό θυρεό), ενώ σήμερα χρησιμοποιείται για τους επίδοξους διεκδικητές: Συνεχίζονται οι κόντρες μεταξύ των δελφίνων ενόψει των εκλογών, από τις οποίες θα αναδειχθεί ο νέος αρχηγός του κόμματος.

κήτος: πάρα πολύ χοντρός, υπέρβαρος. –Καλή κοπέλα φαίνεται η νύφη, αλλά είναι χοντρούλα… –Τι χοντρούλα, Ρίτσα μου! Κήτος είναι! Ένα βόδι στην καθισιά της θα τρώει…

όρκα: υπέρβαρη γυναίκα. –Αυτή την όρκα στο απέναντι τραπέζι την έχεις δει; –Ρε συ, αυτή θα φάει και το τραπέζι…

φάλαινα: υπέρβαρη γυναίκα. –Αυτή η παρουσιάστρια τα έχει τα κιλά της πάντως… –Την έχω δει από κοντά! Χωρίς υπερβολή… φάλαινα! // –Αυτή η φάλαινα στη φωτογραφία ποια είναι; –Σε παρακαλώ! Η ξαδέρφη μου είναι…

φώκια: χοντρή γυναίκα. –Βλάκα, άντε να χαθείς… –Φύγε από ’δώ, μωρή φώκια, που βγάζεις και γλώσσα! // -Αχ, Γωγώ μου, δεν σου το είπα… Προχθές είδα και την Ελευθερία, τη συμμαθήτριά μας… Φώκια έγινε!

Λοιπά ιχθυηρά (γλυκού ή αλμυρού νερού)

Μια συναφής κατηγορία σχετική με την πραγμάτευση του θέματός μας είναι και οι λοιποί θαλάσσιοι (ή του γλυκού νερού) οργανισμοί: ιχθυηρά, κεφαλόποδα, μαλάκια, οστρακόδερμα… Οι επιστήμονες χρησιμοποιούν διάφορες ονομασίες, εμείς όμως μένουμε προσηλωμένοι στα της γλώσσας:

αστακός: πάνοπλος. Οι επίδοξοι ληστές εισέβαλαν σαν αστακοί στο χρυσοχοείο, αλλά τράπηκαν σε φυγή όταν ενεργοποιήθηκε ο συναγερμός.

αστερίας (με παρασύνδεση προς τη λ. αστέρι): πάρα πολύ σημαντικός. –Τι γκολάρα έβαλες… Είσαι αστερίας, αγόρι μου!

βατράχι: ο βατραχάνθρωπος, στέλεχος της Διοίκησης Υποβρύχιων Καταστροφών του Πολεμικού Ναυτικού. –Κοίτα με τρόπο στο διπλανό ταμείο… Αυτός εκεί με το καρό πουκάμισο είναι βατράχι, υπηρετεί με τον αδερφό μου.

γαρίδα: (για μάτι) διαρκώς ανοιχτό. –Δεν ξαναπίνω καφέ το απόγευμα! –Χθες ήπια ένα φρέντο και… γαρίδα το μάτι μέχρι το πρωί!

κάβουρας: αυτός που κάνει το αντίθετο απ’ ό,τι οι άλλοι. –Πάλι τα ίδια, σαν τον κάβουρα… Βρε παιδάκι μου, γιατί γράφεις κάτω απ’ τις γραμμές του τετραδίου; (Επίσης και εργαλείο για τεχνικές εργασίες, είδος μακρόστενης τανάλιας).

σουπιά: αυτός που πάντα ξεφεύγει από δύσκολες καταστάσεις (όπως κάνει το γνωστό θαλασσινό, που με το μελάνι που εκκρίνει, καταφέρνει να γίνει αόρατο από τους θηρευτές του). –Α, δεν τον ξέρεις καλά τον Μάρκο… Είναι μια σουπιά αυτός…

στρείδι: αυτός που προσκολλάται σε κάποιον. –Κάθε φορά που βγαίνω βόλτα με την κοπέλα μου, έρχεται κι ο αδερφός της! Συνέχεια δίπλα της, σαν το στρείδι!

χέλι: αυτός που καταφέρνει να σωθεί από δύσκολες γι’ αυτόν καταστάσεις. –Προσπάθησαν να τον συλλάβουν για οικονομικές ατασθαλίες, αλλά αυτός είναι χέλι/γλιστράει σαν χέλι! Είχε γραμμένα όλα τα περιουσιακά του στοιχεία σε συγγενικά πρόσωπα! // η λυγερόκορμη γυναίκα. «Είχε ένα κορμί σα χέλι, χόρευε το τσιφτετέλι» (λαϊκό τραγούδι).

χταπόδι: –Με ξέρεις ότι δεν είμαι άνθρωπος της βίας, αλλά όταν τον άκουσα να βρίζει τα παιδιά μου, τον έπιασα και τον χτύπησα κάτω σα χταπόδι! // ελαστικοί ιμάντες που ενώνονται σε ένα σημείο. –Και πώς θα το κουβαλήσεις το δέμα; –Έχω χταπόδι στη μηχανή.

Άλλες σχετικές λέξεις

γυάλα: μικρό ενυδρείο για διακοσμητικά ψάρια // (μεταφορικά) η έλλειψη επικοινωνίας με τον έξω κόσμο, η αδυναμία κατανόησης της πραγματικότητας. –Ξύπνα, Περικλή! Σε γυάλα ζεις;

δαγκάνα: μηχάνημα που μοιάζει με τη λαβίδα των καρκινοειδών (αστακών, καβουριών κ.λπ.). –Κι εκεί που απολαμβάναμε το παγωτό μας, βλέπουμε να περνάει από μπροστά μας το όχημα της Τροχαίας με τις δαγκάνες, μεταφέροντας το αυτοκίνητό μας!

λέπι: το παραμικρό ίχνος. –Μετά την ολοκλήρωση των Αγώνων, οι εγκαταστάσεις λεηλατήθηκαν και δεν έμεινε ούτε λέπι.

πλοκάμια: οι διασυνδέσεις. Σύμφωνα με όσα ανακοινώθηκαν σήμερα το μεσημέρι από την ΕΛΑΣ, οι τρεις διαβόητοι κακοποιοί είχαν απλώσει τα πλοκάμια τους σε όλες τις φυλακές της χώρας.

πολυπλόκαμος: αυτός που έχει πολλές και σκοτεινές διασυνδέσεις. Η πολυπλόκαμη οργάνωση που εξαρθρώθηκε χθες, είχε αναπτύξει εγκληματική δράση σε διάφορες χώρες των Βαλκανίων.

ψαρής: γκρίζος (που έχει το χρώμα του ψαριού). –«Καληνύχτα» τής είπα και τη χάιδεψα στα ψαρά της μαλλιά, καθώς θυμήθηκα με νοσταλγία τη χαμένη μας νιότη.

ψαροκόκαλο: το διακοσμητικό σχέδιο που έχει αυτό το σχήμα. –Αυτό το τραπεζομάντηλο με το ψαροκόκαλο το είχε κεντήσει η μακαρίτισσα η νονά μου.

του γλυκού νερού: αυτός που δεν είναι άξιος, σημαντικός. –Ενώ η σύζυγός του είχε καλύψει τους πολέμους στη Σερβία και στη Σομαλία, αυτός είναι δημοσιογράφος του γλυκού νερού! Πολεμικός ανταποκριτής του γραφείου…

Αλιεία

Σημαντικό είναι και το συναφές πεδίο των ιχθυοσυλληπτικών μεθόδων, οι οποίες επίσης προσφέρουν αρκετές μεταφορικές σημασίες στην καθημερινή μας επικοινωνία.

αγκιστρώνω: –Αγκιστρώθηκε (προσκολλήθηκε φορτικά) πάνω μου, ενώ της είχα πει εξαρχής ότι δεν σκέφτομαι τον γάμο. // Σκοπός της κυβέρνησης είναι η απαγκίστρωση (αποδέσμευση) της χώρας από τον λιγνίτη και η στροφή σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

αλιεύω: μαζεύω, επιδίδομαι στην αναζήτηση: –Πριν από λίγο καιρό σκέφτηκα να αλιεύω τα λάθη που έβρισκα σε σχόλια αναγνωστών στο Διαδίκτυο, αλλά μετά εγκατέλειψα την προσπάθεια, αφού είχα συγκεντρώσει εκατοντάδες μέσα σε μια μέρα!

δόλωμα: Με δόλωμα μια καλλονή-μέλος της συμμορίας, οι κακοποιοί κατάφεραν να υπεξαιρέσουν 200.000 ευρώ από τον τραπεζικό λογαριασμό του ηλικιωμένου.

καμάκι: το φλερτ (συνεκδοχικά, αυτός που συστηματικά επιδίδεται στο φλερτ, κυρίως προς τουρίστριες): –Αυτόν τον ξέρω από τότε που υπηρετούσα στη Ρόδο. Πασίγνωστο καμάκι σε όλο το νησί! /

πυροφάνι: (κυριολεκτικά) παραδοσιακή μέθοδος ψαρέματος με λάμπα που εξέχει από τη βάρκα / (μεταφορικά) καψώνι (υπό μορφή χονδροειδέστατου αστείου) προς στρατιώτη που κοιμάται και στου οποίου το μεγάλο δάχτυλο του ποδιού βάζουν στριφτό χαρτί υγείας, το ανάβουν και… όταν καεί και ξυπνήσει έντρομος ο κοιμώμενος, οι δράστες είναι άφαντοι! –Αυτόν τον καημένο θυμάμαι τον είχαν ταράξει στο πυροφάνι.

τσιμπώ: δίνω σημασία. Μην τσιμπάς… Δεν πρόκειται να σου κάνει τίποτα!

ψαροκασέλα: κακάσχημη γυναίκα. –Το πρωί είδα την ψαροκασέλα του κουνιάδου μου στο μετρό.

ψαρεύω:προσπαθώ να αποσπάσω μυστικό. –Αυτός προσπαθούσε να με ψαρέψει αν τα έχω με την αδερφή του, αλλά εγώ δεν του είπα απολύτως τίποτα. // επιλέγω. Οι ταξιτζήδες στο λιμάνι ψάρευαν τουρίστες κι εμείς περιμέναμε ώρες μες στη ζέστη.
εντοπίζω. –Πού το ψάρεψες (βρήκες) τόσο παλιό βιβλίο;

Αξίζουν μια ειδική αναφορά οι λέξεις δίχτυ και δίκτυο. Το δίχτυ ασφαλώς αποτέλεσε διαχρονικά ανεξάντλητη πηγή παρομοιώσεων και μεταφορών. Π.χ.

Στα δίχτυα του έρωτα πιάστηκε εδώ και τουλάχιστον ένα μήνα η πασίγνωστη τραγουδίστρια, σύμφωνα με το ρεπορτάζ του περιοδικού. // Στα δίχτυα της Οικονομικής Αστυνομίας επιχείρηση εμφιάλωσης ποτών που λειτουργούσε χωρίς άδεια και τους προβλεπόμενους κανόνες υγιεινής. // Ο Μέσι θα εκτελέσει το πέναλτι και… με ένα εντυπωσιακό σουτ η μπάλα καταλήγει στα δίχτυα!

Το αξιοπρόσεκτο είναι ότι η λόγια λέξη δίκτυο, αν και πρόκειται για την ίδια λέξη με το δίχτυ, όπως εξελίχθηκε στο διάβα των αιώνων, έδωσε μια διαφοροποίηση της σημασίας, πολύ χαρακτηριστική στην εποχή μας (ειδικά αν σκεφτούμε τη λέξη Διαδίκτυο): «σύνολο διασυνδεόμενων προσώπων, πραγμάτων ή καταστάσεων». Η σημασιολογική διαφάνεια της λέξης φαίνεται αν αναλογιστούμε τα λόγια του αποστόλου Πέτρου προς τον Χριστό («επί δε τω ρήματί σου χαλάσω το δίκτυον») και μια φράση της καθημερινότητάς μας («Αυτός με την ασχετοσύνη του θα μας χαλάσει το δίκτυο», όπως επίσης δίκτυο γνωριμιών/ύδρευσης κ.ο.κ.).

Συναφές και το ρήμα δικτυώνομαι: δημιουργώ διασυνδέσεις. –Αυτός ο νέος συνάδελφος ούτε μια βδομάδα δεν έχει στη δουλειά και ήδη δικτυώθηκε με τα διευθυντικά στελέχη.

Επώνυμα – Τοπωνύμια

Ευρέως διαδεδομένα είναι τα επώνυμα που προέρχονται από το γλωσσικό πεδίο των θαλασσινών και ιχθυηρών (Καβουρίδης, Μπακαλάρος, Σαρδέλης, Μπαρμπουνάκης, Σαλάχας, Τσίρος, Σουπιός, Ψαραδέλης – και σε σύνθετα: Τσιρογιάννης, Ψαραντώνης, Παπαχελάς, Νικοκάβουρας κ.ο.κ.), όπως επίσης και τα τοπωνύμια (Αστακός Αιτωλοακαρνανίας, Καβούρι Αττικής, Καλαμαριά Θεσσαλονίκης, Αγκίστρι Σαρωνικού, Ψαροφάι Πατρών, Πόρτο Χέλι, Ψαρά κ.ά.).

Και ας κλείσουμε με τη γοργόνα, το πλάσμα που δεν είναι ούτε ψάρι, ούτε ανθρώπινο ον, αλλά κάτι ανάμεσα στα δύο, και που, ως δημιούργημα της ποιητικής φαντασίας, έχει δώσει υπέροχες εικόνες και αφηγήσεις: από τη γοργόνα που αναζητά τον Μέγα Αλέξανδρο στα βάθη των ωκεανών ώς τη Μικρή Γοργόνα του παραμυθά Χανς Κρίστιαν Άντερσεν. Εμείς για κλείσιμο αυτού του κειμένου θα επιλέξουμε την αισθαντική εικόνα των γοργόνων του Τ. Σ. Έλιοτ από το θαυμάσιο «Ερωτικό τραγούδι του Άλφρεντ Προύφροκ» (σε αντίστοιχα εξαιρετική μετάφραση του Τ. Καγιαλή).

«Τις είδα που καβάλαγαν της θάλασσας τα κύματα
Χτενίζαν των κυμάτων τα λευκά μαλλιά, που τα τραβούσε η αύρα
Καθώς φυσούσε τα νερά, άσπρα και μαύρα.

Ώρα πολλή σταθήκαμε στα δώματα της θάλασσας
Πλάι σε θαλασσοκόριτσα στεμμένα φύκια καστανέρυθρα ξεχνιόμαστε
Ώσπου ανθρώπινες φωνές μάς αφυπνίζουν, και πνιγόμαστε».

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου