Γεώργιος Ανδρούτσος. Ελαιογραφία του Δ. Τσόκου 1860, αρ.κατ. 356. Εθνικό Ιστορικό Μουσείο. |
Τον Νοέμβριο (2009) συμπληρώθηκαν 160 χρόνια από τον θάνατο του Γεωργίου Ανδρούτσου, Ναυάρχου του Σπετσιώτικου Στόλου κατά τον Αγώνα της Ανεξαρτησίας (1821-1829). Τιμώντας τη μνήμη του Ναυάρχου παραθέτουμε χρονολογικό μητρώο του, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην άγνωστη στους περισσότερους μετεπαναστατική δραστηριότητά του. Να αναφέρουμε χαρακτηριστικά, ότι σε έγκυρες εγκυκλοπαίδειες, βιογραφικά λεξικά και ιστορικές εκδόσεις, γράφεται ότι ο Ανδρούτσος μετά την Επανάσταση αποσύρθηκε στις Σπέτσες όπου ιδιώτευσε. Να προσθέσουμε ακόμη ότι δίνεται λανθασμένη και η χρονολογίατου θανάτου του (1851 αντί του ορθού 1849). Μετά από διεξοδική έρευνά μας σε αρχεία και μητρώα προκύπτει ότι ο Γεώργιος Ανδρούτσος, είχε μιαν ενδιαφέρουσα πορεία στις τάξεις του διοργανούμενου Πολεμικού Ναυτικού, συμμετέχοντας ενεργά σε όλες τις εκφάνσεις της δημόσιας ζωής του νεοσύστατου ελληνικού κράτους.
Ο Γεώργιος Ανδρούτσος γεννήθηκε στις Σπέτσες περί το 1782. Οι γονείς τουΙωάννης Αναστασίου Ανδρούτσος και Διαμάντω Ιω. Ντούβρου (ή Δούβρου) εκτός του Γεωργίου είχαν άλλους δύο γιούς: τον Αναστάσιο (1786-1835;) έναν από τους πλέον εξέχοντες προκρίτους του νησιού και ναύαρχο του σπετσιώτικου στόλου κατά το πρώτο έτος της Επαναστάσεως και τον Κυριάκο (1791-1861) με σημαντική κι αυτού την συμμετοχή στο Ναυτικό Αγώνα του ’21 και μια κόρη την Σταματίνα σύζυγο του γενναίου πυρπολητή Κοσμά Μπαρμπάτση.
Ο Γεώργιος Ανδρούτσος με τη σύζυγό του Χριστίνα (άγνωστο το επώνυμό της) απέκτησαν πέντε γιούς, τον Ιωάννη (1808), τον Ανδρέα (1818), τον Κυριάκο (1822), τον Αριστείδη (1824) και τον Νικόλαο και δύο κόρες την Κονδυλία που παντρεύτηκε τον πρωτότοκο γιο του Χατζηγιάννη Μέξη Θεόδωρο και την Μαριγώ σύζυγο του Βασιλείου Παύλου Χατζηαναργύρου. Ο Ανδρούτσος είναι γνωστός και ως Κολανδρούτσος (από το αλβανικό Κόλιας=Νικόλαος –το όνομα του προπάππου του– και Ανδρούτσος). Η καταγωγή της οικογένειάς του είναι από την Αργολίδα και το πιθανότερο είναι ότι εγκαταστάθηκαν στις Σπέτσες μαζί με άλλους πρόσφυγες μετά το τέλος του Βενετοτουρκικού πολέμου και την παράδοση του Ναυπλίου στους Τούρκους το 1715.
«Όλοι αυτοί αν και δίγλωσσοι και με αλβανικά, τις περισσότερες φορές, διακριτικά επώνυμα (όπως τουρκικά ήταν και των Ελλήνων της Μικράς Ασίας) είχαν ακμαία ελληνική συνείδηση και ακλόνητη ορθόδοξη χριστιανική πίστη, γνωρίσματα που μεταλαμπάδευσαν και στα παιδιά τους που ήλθαν σε επιγαμίες μεταξύ τους, διαμορφώνοντας την άρχουσα τάξη που θα ανοίξει τους ορίζοντες της ναυτικής ακμής και της επαναστατικής δόξας των Σπετσών» [1].
Χρονολογικό Μητρώο
Το χρονολόγιο διαιρείται σε πέντε ενότητες, που αντιπροσωπεύουν αντίστοιχες χρονικές περιόδους. Όπου συναντώνται ημερομηνίες μέσα σε παρένθεση αντιστοιχούν στο Γρηγοριανό (νέο) ημερολόγιο που ακολουθούσε η βαυαρική γραφειοκρατία συγχρόνως με το Ιουλιανό (παλαιό) ημερολόγιο που ήταν σε ισχύ τότε στην Ελλάδα.
Α. Προεπαναστατική περίοδος
Ιανουάριος 1828. Ο Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας απονέμει στον Γεώργιο Ανδρούτσο το βαθμό του Αντιναυάρχου.
21 Ιουνίου 1829. Διορίζεται μέλος της επιτροπής για την σύσταση αλληλοδιδακτικού σχολείου στις Σπέτσες.
1 Νοεμβρίου 1829. Διορίζεται μαζί με τον Αντιναύαρχο Γεώργιο Σαχτούρη και τον Μοίραρχο Κωνσταντίνο Κανάρη, συνδιευθυντής της «Ναυτικής Υπηρεσίας του εν Πόρω Ναυστάθμου». Η Ναυτική Υπηρεσία μπορεί να χαρακτηρισθεί με τα σημερινά δεδομένα, ως Αρχηγείο του Στόλου και Ναυτικό Τεχνικό Συμβούλιο. Με Διάταγμα του Κυβερνήτη καθορίζεται η αρχαιότητα μεταξύ των ανώτατων Αξιωματικών του Πολεμικού Ναυτικού. Ο Ανδρούτσος τίθεται τρίτος κατά σειρά μετά τους Μιαούλη και Σαχτούρη.
Αύγουστος 1830. Το πλοίο του ‘Παγκρατίων’ βυθίζεται εξαιτίας τρικυμίας στη Σύρο.
20 Μαρτίου 1831. Διορίζεται μέλος της επιτροπής για τη στελέχωση του Ναυτικού Ταξιαρχικού Σώματος, το οποίο ιδρύθηκε από τον Καποδίστρια, για την οικονομική ανακούφιση των πλοιάρχων του Αγώνα που δεν κατείχαν δημόσια θέση.
17 Ιουλίου - 1 Αυγούστου 1831. Κατά τα γεγονότα της κατάληψης του Στόλου και του Ναυστάθμου Πόρου από τους Υδραίους υπό τον Μιαούλη, παρέμεινε πιστός στον Κυβερνήτη και μαζί με τον Σαχτούρη και τους νομιμόφρονες Αξιωματικούς και πληρώματα, διαπεραιώθηκε στον Γαλατά. Στις 28/7, και ενώ είχε μεσολαβήσει η σύγκρουση των στασιαστών με την υπό τον Ρίκορδ ρωσική μοίρα και η πυρπόληση της κορβέτας ‘Νήσος των Σπετσών’, ο Ανδρούτσος και οι λοιποί Αξιωματικοί υπέβαλαν αναφορά προς τον Κυβερνήτη με οξείς χαρακτηρισμούς κατά των στασιαστών και ιδίως κατά του Μιαούλη. Την 1/8, μετά την ανατίναξη των εθνικών πλοίων ‘Ελλάς’ και ‘Ύδρα’ και τη φυγή του Μιαούλη και των συντρόφων του στην Ύδρα, επανήλθε στο Ναύσταθμο και, σε συνεργασία με τον Κανάρη, ανέλαβε την ευθύνη της εξασφάλισης των εγκαταστάσεων του Ναυστάθμου από ενδεχόμενη επάνοδο των στασιαστών.
14 Αυγούστου 1831. Ο Καποδίστριας αναθέτει στον Αντιναύαρχο Γ. Ανδρούτσο την εφαρμογή του ναυτικού αποκλεισμού της Ύδρας. Ο αποκλεισμός, που δεν απέδωσε σπουδαία αποτελέσματα, διήρκεσε μέχρι την ημέρα της δολοφονίας του Καποδίστρια, την Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 1831.
Δ. Μεσοδιάστημα - Εμφύλιος πόλεμος (Οκτ. 1831 - Ιαν. 1833)
Τη δολοφονία του Καποδίστρια ακολούθησε περίοδος αναρχίας και σκληρού εμφύλιου πολέμου, ανάμεσα στις δύο αντίπαλες παρατάξεις οι οποίες είχαν διαμορφωθεί, την «Καποδιστριακή» και την «Συνταγματική». Μετά την παραίτηση, στις 28/3/1832, του Αυγουστίνου Καποδίστρια, ο οποίος είχε εκλεγεί από την Ε΄ Εθνοσυνέλευση ως «Προεστώς της Ελλάδος», την διακυβέρνηση ανέλαβε αρχικά 5μελής και στη συνέχεια 7μελής Διοικητική Επιτροπή. Το κύρος και η εξουσία της Επιτροπής αυτής στο εσωτερικό της χώρας ήσαν μηδαμινά.
Ο Αντιναύαρχος Ανδρούτσος, αντί να πλεύσει με την υπ’ αυτόν μοίρα στο Ναύπλιο και να τεθεί υπό τις διαταγές της Επιτροπής, κατέπλευσε στις Σπέτσες, νησί που παρέμενε πιστό στην Καποδιστριακή παράταξη και είχε γίνει την περίοδο αυτή το κέντρο της αντιπολίτευσης. Ο ίδιος ο Ανδρούτσος, σε αναφορά του προς την Αντιβασιλεία [3], εκθέτει ως εξής την δραστηριότητά του κατά το διάστημα αυτής της εμφύλιας σύγκρουσης: «Εις τους θορύβους, οίτινες κατεσπάραξαν την Ελλάδα κατά τα έτη 1831-1832 και έμελλον επί τέλους να την αφανίσωσι κατά κράτος, ο υποφαινόμενος, εκ της ανατεθειμένης εις αυτόν υπηρεσίας και εις τον βαθμόν τον οποίον κατείχε, ενόμισεν ότι εχρεώστει, με όλας τας δυνάμεις του, με όλην την υπόληψίν του και την επιρροήν του, να υποβαστάξη τον αρχηγόν της Κυβερνήσεως άχρι αναγορεύσεως του Βασιλέως. Διετήρησεν πιστήν εις αυτόν την πατρίδαν του Τιπάρηνον [4] και διεφύλαξεν αβλαβή τα εθνικά πλοία, όσα ούτος εις αυτόν ενεπιστεύθη προς τον σκοπόν τούτον. Σταθερός εις τας αρχάς του περί πίστεως προς την νομίμως καθεστώσαν εξουσίαν, άμα εφάνησαν απ’ έξω της Τιπαρήνου τα πλοία τα φέροντα τον σωτήριον της Ελλάδος, τον παμπόθητον Μονάρχην μας, έσπευσε να εκπλεύση εις προϋπάντησίν του, και να παραδώση εις την Α.Μ. τα πλοία, τα οποία κατ’ ευτυχίαν, ηδυνήθη να διαφυλάξη».
Ε. Οθωνική περίοδος (1833-1862)
1(13) Απριλίου 1839. Αναβάλλεται η μετάθεσή του και παραμένει στην Αρχηγία της Μοίρας των Δυτικών Παραλίων.
Ιούνιος 1839. Μυείται στη Φιλορθόδοξη Εταιρεία, μυστική οργάνωση προσκείμενη στο ρωσικό κόμμα, που εμφανιζόταν ως αλυτρωτική κίνηση. Οι απώτεροι όμως, στόχοι την εταιρείας ήσαν η απόκτηση και με τη βία ακόμη, ιδιαίτερων προνομίων και υπεροχής για το κόμμα των Ναπαίων (όπως αποκαλούνταν οι οπαδοί του ρωσικού κόμματος), και η εγκαθίδρυση ενός ορθόδοξου Βασιλείου, χωρίς να διευκρινίζεται αν θα ανάγκαζαν τον Όθωνα να ασπασθεί το ορθόδοξο δόγμα ή θα τον αντικαθιστούσαν με άλλον ορθόδοξο πρίγκηπα. Μαζί με τον Ανδρούτσο μυήθηκε και ο Γ. Σαχτούρης Διευθυντής του Ναυστάθμου Πόρου. Οι συνωμοτικές κινήσεις της εταιρείας αποκαλύφθηκαν το Νοέμβριο του 1839, χωρίς όμως να υπάρξει καμία επίπτωση ή δίωξη για τον Ανδρούτσο και τον Σαχτούρη.
25 Ιαν. (6 Φεβ.) 1841. Με το υπ’ αριθ. 232 Β.Δ. προάγεται στο Βαθμό του Υποναυάρχου «διά τας εν καιρώ του Αγώνος και της Βασιλ. Κυβερνήσεως υπηρεσίας» και μετατίθεται στους διαθέσιμους.
ΙΙΙ. Συνταγματική Μοναρχία (1843-1862).
Η ΠΕΙΡΑΤΕΙΑ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΤΟ 1821 ΚΑΙ Η ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ
Ο Γεώργιος Ανδρούτσος με τη σύζυγό του Χριστίνα (άγνωστο το επώνυμό της) απέκτησαν πέντε γιούς, τον Ιωάννη (1808), τον Ανδρέα (1818), τον Κυριάκο (1822), τον Αριστείδη (1824) και τον Νικόλαο και δύο κόρες την Κονδυλία που παντρεύτηκε τον πρωτότοκο γιο του Χατζηγιάννη Μέξη Θεόδωρο και την Μαριγώ σύζυγο του Βασιλείου Παύλου Χατζηαναργύρου. Ο Ανδρούτσος είναι γνωστός και ως Κολανδρούτσος (από το αλβανικό Κόλιας=Νικόλαος –το όνομα του προπάππου του– και Ανδρούτσος). Η καταγωγή της οικογένειάς του είναι από την Αργολίδα και το πιθανότερο είναι ότι εγκαταστάθηκαν στις Σπέτσες μαζί με άλλους πρόσφυγες μετά το τέλος του Βενετοτουρκικού πολέμου και την παράδοση του Ναυπλίου στους Τούρκους το 1715.
«Όλοι αυτοί αν και δίγλωσσοι και με αλβανικά, τις περισσότερες φορές, διακριτικά επώνυμα (όπως τουρκικά ήταν και των Ελλήνων της Μικράς Ασίας) είχαν ακμαία ελληνική συνείδηση και ακλόνητη ορθόδοξη χριστιανική πίστη, γνωρίσματα που μεταλαμπάδευσαν και στα παιδιά τους που ήλθαν σε επιγαμίες μεταξύ τους, διαμορφώνοντας την άρχουσα τάξη που θα ανοίξει τους ορίζοντες της ναυτικής ακμής και της επαναστατικής δόξας των Σπετσών» [1].
Χρονολογικό Μητρώο
Το χρονολόγιο διαιρείται σε πέντε ενότητες, που αντιπροσωπεύουν αντίστοιχες χρονικές περιόδους. Όπου συναντώνται ημερομηνίες μέσα σε παρένθεση αντιστοιχούν στο Γρηγοριανό (νέο) ημερολόγιο που ακολουθούσε η βαυαρική γραφειοκρατία συγχρόνως με το Ιουλιανό (παλαιό) ημερολόγιο που ήταν σε ισχύ τότε στην Ελλάδα.
Α. Προεπαναστατική περίοδος
1813. Ναυπηγείται στις Σπέτσες το πλοίο του ‘Παγκρατίων’, ναυαρχίδα του σπετσιώτικου στόλου κατά τις ναυτικές επιχειρήσεις του Αγώνα. Ανάμεσα στα 1800-1810 αναφέρεται η ναυπήγηση ενός ακόμη πλοίου του Ανδρούτσου με πιθανό όνομα ‘Άγιος Νικόλαος’, ενώ στο νηολόγιο του 1834, εμφανίζεται ως συνιδιοκτήτης του βρικίου ‘Οδυσσεύς’. Ο Ανδρούτσος ασχολήθηκε με το εμπόριο, όπως και οι υπόλοιποι νησιώτες που κατόπιν ανεδείχθησαν στους ενδόξους ναυμάχους του 1821, χωρίς να έχει να παρουσιάσει κάποιο εξαιρετικό γεγονός στη ναυτική-εμπορική δραστηριότητά του.
Β. Αγώνας της Ανεξαρτησίας (1821-1829)
Β. Αγώνας της Ανεξαρτησίας (1821-1829)
15 Απριλίου 1821. Εκλέγεται μέλος της Επιτροπής των προκρίτων για την πολιτική διοίκηση των Σπετσών και την διεύθυνση των ναυτικών επιχειρήσεων.
8-16 Σεπτεμβρίου 1822. Ναύαρχος της σπετσιώτικης μοίρας κατά τη Ναυμαχία των Σπετσών και τις επιχειρήσεις στον Αργολικό Κόλπο.
12 Ιουλίου 1824. Εκλέγεται Ναύαρχος των Σπετσών μετά την άρνηση του Εκτελεστικού, να αναλάβει την ηγεσία του σπετσιώτικου Στόλου ο προταθείς από το Συμβούλιο των προκρίτων του νησιού, Παναγιώτης Μπότασης, αντιπρόεδρος του Σώματος.
Ο Ανάργυρος Χατζηαναργύρου χαρακτηρίζει τον Ανδρούτσο ως «ανδρείον και καλόν πατριώτην», ενώ ο Αναστάσιος Ορλάνδος τον χαρακτηρίζει ως «άνδρα γενναίον μεν τίμιον και σοβαρόν, αλλ’ ουχί και ικανότητος αναλόγου προς την ναυαρχικήν θέσιν» και αναφερόμενος στην σκοπιμότητα της εκλογής του γράφει: «Οφείλεται δε η μη εύστοχος αύτη εκλογή αυτού εις την μεγάλην δημοτικότητα του αδελφού του Αναστασίου Ανδρούτσου, εις την αντιζηλίαν των φατριών,και εις την υπερίσχυσιν της ολιγαρχικής μερίδος» [2]. Πάντως υπό την ηγεσία του, ο Στόλος των Σπετσών, σε στενή συνεργασία με τους Στόλους της Ύδρας και των Ψαρών, οδηγήθηκε σε πολλές νικηφόρες ναυμαχίες κι επιχειρήσεις: ναυμαχία πορθμού Κω-Αλικαρνασσού (24/8/1824), ναυμαχία Γέροντα (29/8/1824), ναυμαχία βόρεια του Ηρακλείου Κρήτης (1/11 και νύκτα 1 προς 2/11/1824), ναυμαχία Καφηρέα (20/5/1825), ναυμαχία του Πατραϊκού (23/7/1825), προσπάθειες ανεφοδιασμού του Μεσολογγίου (30/3 μέχρι 8/4/1826), ναυτικές αψιμαχίες περί τη Σάμο (14/7 μέχρι 17/7/1826) και το Βόρειο Αιγαίο μέχρι 28/8/1826. Ο ίδιος ο Σπετσιώτης Ναύαρχος διακρίθηκε ιδιαίτερα για την τόλμη του στις ναυτικές επιχειρήσεις.
27 Νοεμβρίου 1826. Η Κυβέρνηση απονέμει στον Γ. Ανδρούτσο το αξίωμα του Στολάρχου.
20 Δεκεμβρίου 1826. Διορίζεται «α΄ καπετάνιος» της νεότευκτης φρεγάτας ‘Ελλάς’ για την οποία ο Ανδρούτσος πρότεινε στην Κυβέρνηση «σχέδιον τι περί διοργανώσεως και εισαγωγής της ευταξίας» το οποίο έγινε αποδεκτό. Μαζί με τον Ανδρούτσο διορίσθηκαν και οι Ανδρέας Μιαούλης ως Αρχηγός του Στόλου επιβαίνων του ‘Ελλάς’ και Νικολής Αποστόλης (Ναύαρχος των Ψαρών) ως «β΄καπετάνιος» της φρεγάτας. Οι Ανδρούτσος και Αποστόλης όμως, αρνήθηκαν να υπηρετήσουν υπό τον Μιαούλη, εξακολουθώντας την τακτική των νησιών τους να μην ανέχονται την επίσημη αναγνώριση προβαδίσματος στον Υδραίο Ναύαρχο.
Μάρτιος 1827. Εκλέγεται από το συμβούλιο των προκρίτων του νησιού για να υποδεχθεί εκ μέρους των σπετσιωτών τον Αρχιναύαρχο λόρδο Κόχραν.
30 Μαΐου - 20 Ιουνίου 1827. Επικεφαλής της ναυτικής Μοίρας των Σπετσών, στην αποτυχημένη επιδρομή του, υπό τον Αρχιναύαρχο Κόχραν, ελληνικού Στόλου, κατά του Ναυστάθμου του αιγυπτιακού Στόλου στην Αλεξάνδρεια.
Σεπτέμβριος 1827. Ο Ανδρούτσος, ονομασθείς «Μοίραρχος του κατά την Χίον στολίσκου», καταπλέει επιβαίνων του ‘Παγκρατίωνα’, στην Χίο και επικεφαλής των πλοίων που είχαν στο μεταξύ μεταφέρει στο νησί το υπό τον Φαβιέρο εκστρατευτικό σώμα, άρχισε να εφαρμόζει το ναυτικό αποκλεισμό που είχε επιβάλει στο νησί η Αντικυβερνητική Επιτροπή της Ελλάδος. Ο αποκλεισμός της Χίου και οι επιχειρήσεις πάνω στο νησί εξακολούθησαν και μετά την άφιξη στην Ελλάδα του Ιωάννη Καποδίστρια. Τουρκική ναυτική μοίρα υπό τον Ταχήρ πασά, μετά από ναυμαχία με τα πλοία του Ανδρούτσου και του Παπανικολή στις 27 Φεβρουαρίου 1828, αποβίβασε, στις 2 Μαρτίου, στρατιωτική δύναμη στο νησί με αποτέλεσμα να αποθαρρυνθούν οι αρχηγοί των ελληνικών δυνάμεων, να αποφασισθεί η λύση της πολιορκίας του Κάστρου της Χίου και τα πλοία να
αποχωρήσουν μεταφέροντας το εκστρατευτικό σώμα και πρόσφυγες στην ελεύθερη Ελλάδα.
Γ. Καποδιστριακή περίοδος (1828-1831)
8-16 Σεπτεμβρίου 1822. Ναύαρχος της σπετσιώτικης μοίρας κατά τη Ναυμαχία των Σπετσών και τις επιχειρήσεις στον Αργολικό Κόλπο.
12 Ιουλίου 1824. Εκλέγεται Ναύαρχος των Σπετσών μετά την άρνηση του Εκτελεστικού, να αναλάβει την ηγεσία του σπετσιώτικου Στόλου ο προταθείς από το Συμβούλιο των προκρίτων του νησιού, Παναγιώτης Μπότασης, αντιπρόεδρος του Σώματος.
Ο Ανάργυρος Χατζηαναργύρου χαρακτηρίζει τον Ανδρούτσο ως «ανδρείον και καλόν πατριώτην», ενώ ο Αναστάσιος Ορλάνδος τον χαρακτηρίζει ως «άνδρα γενναίον μεν τίμιον και σοβαρόν, αλλ’ ουχί και ικανότητος αναλόγου προς την ναυαρχικήν θέσιν» και αναφερόμενος στην σκοπιμότητα της εκλογής του γράφει: «Οφείλεται δε η μη εύστοχος αύτη εκλογή αυτού εις την μεγάλην δημοτικότητα του αδελφού του Αναστασίου Ανδρούτσου, εις την αντιζηλίαν των φατριών,και εις την υπερίσχυσιν της ολιγαρχικής μερίδος» [2]. Πάντως υπό την ηγεσία του, ο Στόλος των Σπετσών, σε στενή συνεργασία με τους Στόλους της Ύδρας και των Ψαρών, οδηγήθηκε σε πολλές νικηφόρες ναυμαχίες κι επιχειρήσεις: ναυμαχία πορθμού Κω-Αλικαρνασσού (24/8/1824), ναυμαχία Γέροντα (29/8/1824), ναυμαχία βόρεια του Ηρακλείου Κρήτης (1/11 και νύκτα 1 προς 2/11/1824), ναυμαχία Καφηρέα (20/5/1825), ναυμαχία του Πατραϊκού (23/7/1825), προσπάθειες ανεφοδιασμού του Μεσολογγίου (30/3 μέχρι 8/4/1826), ναυτικές αψιμαχίες περί τη Σάμο (14/7 μέχρι 17/7/1826) και το Βόρειο Αιγαίο μέχρι 28/8/1826. Ο ίδιος ο Σπετσιώτης Ναύαρχος διακρίθηκε ιδιαίτερα για την τόλμη του στις ναυτικές επιχειρήσεις.
27 Νοεμβρίου 1826. Η Κυβέρνηση απονέμει στον Γ. Ανδρούτσο το αξίωμα του Στολάρχου.
20 Δεκεμβρίου 1826. Διορίζεται «α΄ καπετάνιος» της νεότευκτης φρεγάτας ‘Ελλάς’ για την οποία ο Ανδρούτσος πρότεινε στην Κυβέρνηση «σχέδιον τι περί διοργανώσεως και εισαγωγής της ευταξίας» το οποίο έγινε αποδεκτό. Μαζί με τον Ανδρούτσο διορίσθηκαν και οι Ανδρέας Μιαούλης ως Αρχηγός του Στόλου επιβαίνων του ‘Ελλάς’ και Νικολής Αποστόλης (Ναύαρχος των Ψαρών) ως «β΄καπετάνιος» της φρεγάτας. Οι Ανδρούτσος και Αποστόλης όμως, αρνήθηκαν να υπηρετήσουν υπό τον Μιαούλη, εξακολουθώντας την τακτική των νησιών τους να μην ανέχονται την επίσημη αναγνώριση προβαδίσματος στον Υδραίο Ναύαρχο.
Μάρτιος 1827. Εκλέγεται από το συμβούλιο των προκρίτων του νησιού για να υποδεχθεί εκ μέρους των σπετσιωτών τον Αρχιναύαρχο λόρδο Κόχραν.
30 Μαΐου - 20 Ιουνίου 1827. Επικεφαλής της ναυτικής Μοίρας των Σπετσών, στην αποτυχημένη επιδρομή του, υπό τον Αρχιναύαρχο Κόχραν, ελληνικού Στόλου, κατά του Ναυστάθμου του αιγυπτιακού Στόλου στην Αλεξάνδρεια.
Σεπτέμβριος 1827. Ο Ανδρούτσος, ονομασθείς «Μοίραρχος του κατά την Χίον στολίσκου», καταπλέει επιβαίνων του ‘Παγκρατίωνα’, στην Χίο και επικεφαλής των πλοίων που είχαν στο μεταξύ μεταφέρει στο νησί το υπό τον Φαβιέρο εκστρατευτικό σώμα, άρχισε να εφαρμόζει το ναυτικό αποκλεισμό που είχε επιβάλει στο νησί η Αντικυβερνητική Επιτροπή της Ελλάδος. Ο αποκλεισμός της Χίου και οι επιχειρήσεις πάνω στο νησί εξακολούθησαν και μετά την άφιξη στην Ελλάδα του Ιωάννη Καποδίστρια. Τουρκική ναυτική μοίρα υπό τον Ταχήρ πασά, μετά από ναυμαχία με τα πλοία του Ανδρούτσου και του Παπανικολή στις 27 Φεβρουαρίου 1828, αποβίβασε, στις 2 Μαρτίου, στρατιωτική δύναμη στο νησί με αποτέλεσμα να αποθαρρυνθούν οι αρχηγοί των ελληνικών δυνάμεων, να αποφασισθεί η λύση της πολιορκίας του Κάστρου της Χίου και τα πλοία να
αποχωρήσουν μεταφέροντας το εκστρατευτικό σώμα και πρόσφυγες στην ελεύθερη Ελλάδα.
Γ. Καποδιστριακή περίοδος (1828-1831)
Ιανουάριος 1828. Ο Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας απονέμει στον Γεώργιο Ανδρούτσο το βαθμό του Αντιναυάρχου.
21 Ιουνίου 1829. Διορίζεται μέλος της επιτροπής για την σύσταση αλληλοδιδακτικού σχολείου στις Σπέτσες.
1 Νοεμβρίου 1829. Διορίζεται μαζί με τον Αντιναύαρχο Γεώργιο Σαχτούρη και τον Μοίραρχο Κωνσταντίνο Κανάρη, συνδιευθυντής της «Ναυτικής Υπηρεσίας του εν Πόρω Ναυστάθμου». Η Ναυτική Υπηρεσία μπορεί να χαρακτηρισθεί με τα σημερινά δεδομένα, ως Αρχηγείο του Στόλου και Ναυτικό Τεχνικό Συμβούλιο. Με Διάταγμα του Κυβερνήτη καθορίζεται η αρχαιότητα μεταξύ των ανώτατων Αξιωματικών του Πολεμικού Ναυτικού. Ο Ανδρούτσος τίθεται τρίτος κατά σειρά μετά τους Μιαούλη και Σαχτούρη.
Αύγουστος 1830. Το πλοίο του ‘Παγκρατίων’ βυθίζεται εξαιτίας τρικυμίας στη Σύρο.
20 Μαρτίου 1831. Διορίζεται μέλος της επιτροπής για τη στελέχωση του Ναυτικού Ταξιαρχικού Σώματος, το οποίο ιδρύθηκε από τον Καποδίστρια, για την οικονομική ανακούφιση των πλοιάρχων του Αγώνα που δεν κατείχαν δημόσια θέση.
17 Ιουλίου - 1 Αυγούστου 1831. Κατά τα γεγονότα της κατάληψης του Στόλου και του Ναυστάθμου Πόρου από τους Υδραίους υπό τον Μιαούλη, παρέμεινε πιστός στον Κυβερνήτη και μαζί με τον Σαχτούρη και τους νομιμόφρονες Αξιωματικούς και πληρώματα, διαπεραιώθηκε στον Γαλατά. Στις 28/7, και ενώ είχε μεσολαβήσει η σύγκρουση των στασιαστών με την υπό τον Ρίκορδ ρωσική μοίρα και η πυρπόληση της κορβέτας ‘Νήσος των Σπετσών’, ο Ανδρούτσος και οι λοιποί Αξιωματικοί υπέβαλαν αναφορά προς τον Κυβερνήτη με οξείς χαρακτηρισμούς κατά των στασιαστών και ιδίως κατά του Μιαούλη. Την 1/8, μετά την ανατίναξη των εθνικών πλοίων ‘Ελλάς’ και ‘Ύδρα’ και τη φυγή του Μιαούλη και των συντρόφων του στην Ύδρα, επανήλθε στο Ναύσταθμο και, σε συνεργασία με τον Κανάρη, ανέλαβε την ευθύνη της εξασφάλισης των εγκαταστάσεων του Ναυστάθμου από ενδεχόμενη επάνοδο των στασιαστών.
14 Αυγούστου 1831. Ο Καποδίστριας αναθέτει στον Αντιναύαρχο Γ. Ανδρούτσο την εφαρμογή του ναυτικού αποκλεισμού της Ύδρας. Ο αποκλεισμός, που δεν απέδωσε σπουδαία αποτελέσματα, διήρκεσε μέχρι την ημέρα της δολοφονίας του Καποδίστρια, την Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 1831.
Δ. Μεσοδιάστημα - Εμφύλιος πόλεμος (Οκτ. 1831 - Ιαν. 1833)
Τη δολοφονία του Καποδίστρια ακολούθησε περίοδος αναρχίας και σκληρού εμφύλιου πολέμου, ανάμεσα στις δύο αντίπαλες παρατάξεις οι οποίες είχαν διαμορφωθεί, την «Καποδιστριακή» και την «Συνταγματική». Μετά την παραίτηση, στις 28/3/1832, του Αυγουστίνου Καποδίστρια, ο οποίος είχε εκλεγεί από την Ε΄ Εθνοσυνέλευση ως «Προεστώς της Ελλάδος», την διακυβέρνηση ανέλαβε αρχικά 5μελής και στη συνέχεια 7μελής Διοικητική Επιτροπή. Το κύρος και η εξουσία της Επιτροπής αυτής στο εσωτερικό της χώρας ήσαν μηδαμινά.
Ο Αντιναύαρχος Ανδρούτσος, αντί να πλεύσει με την υπ’ αυτόν μοίρα στο Ναύπλιο και να τεθεί υπό τις διαταγές της Επιτροπής, κατέπλευσε στις Σπέτσες, νησί που παρέμενε πιστό στην Καποδιστριακή παράταξη και είχε γίνει την περίοδο αυτή το κέντρο της αντιπολίτευσης. Ο ίδιος ο Ανδρούτσος, σε αναφορά του προς την Αντιβασιλεία [3], εκθέτει ως εξής την δραστηριότητά του κατά το διάστημα αυτής της εμφύλιας σύγκρουσης: «Εις τους θορύβους, οίτινες κατεσπάραξαν την Ελλάδα κατά τα έτη 1831-1832 και έμελλον επί τέλους να την αφανίσωσι κατά κράτος, ο υποφαινόμενος, εκ της ανατεθειμένης εις αυτόν υπηρεσίας και εις τον βαθμόν τον οποίον κατείχε, ενόμισεν ότι εχρεώστει, με όλας τας δυνάμεις του, με όλην την υπόληψίν του και την επιρροήν του, να υποβαστάξη τον αρχηγόν της Κυβερνήσεως άχρι αναγορεύσεως του Βασιλέως. Διετήρησεν πιστήν εις αυτόν την πατρίδαν του Τιπάρηνον [4] και διεφύλαξεν αβλαβή τα εθνικά πλοία, όσα ούτος εις αυτόν ενεπιστεύθη προς τον σκοπόν τούτον. Σταθερός εις τας αρχάς του περί πίστεως προς την νομίμως καθεστώσαν εξουσίαν, άμα εφάνησαν απ’ έξω της Τιπαρήνου τα πλοία τα φέροντα τον σωτήριον της Ελλάδος, τον παμπόθητον Μονάρχην μας, έσπευσε να εκπλεύση εις προϋπάντησίν του, και να παραδώση εις την Α.Μ. τα πλοία, τα οποία κατ’ ευτυχίαν, ηδυνήθη να διαφυλάξη».
Ε. Οθωνική περίοδος (1833-1862)
Ι. Αντιβασιλεία (Ιαν. 1833 - Μάϊ. 1835).
21 Απριλίου 1833. Διορίζεται μέλος της «επί των ναυτικών εκδουλεύσεων εξεταστικής επιτροπής», στην οποίαν «ανετέθη η εξακρίβωσις και εκτίμησις των κατά το διάστημα του Αγώνος παρασχεθεισών εκδουλεύσεων υπό των διαφόρων ναυτικών». Η επιτροπή άρχισε τις εργασίες της στις 26 Μαΐου 1833 και διενεργώντας 76 συνεδριάσεις ολοκλήρωσε το έργο της στις 26 Σεπτεμβρίου 1833.
19(31) Μαΐου 1834. Ο Γεώργιος Ανδρούτσος υποβάλλει αναφορά Προς την Υψηλήν Αντιβασιλείαν με την οποία ζητεί την ένταξή του στο Π.Ν. διαμαρτυρόμενος ταυτοχρόνως για τον παραγκωνισμό του στους μέχρι τότε γενόμενους διορισμούς.
18(30) Σεπτεμβρίου 1834. Βαθμολογείται Πλοίαρχος Α΄ Τάξεως και διορίζεται στο Στόλο.
25 Σεπτεμβρίου 1834. Ορκοδοσία του ως Αξιωματικού του Πολεμικού Ναυτικού και ένταξή του στους διαθέσιμους. Σύμφωνα με τα τότε ισχύοντα, διαθεσιμότητα εθεωρείτο «η ειδική θέσις του γενικού Αξιωματικού ή επιτελούς ανήκοντος μεν εις τον απαρτιστικόν του Ναυτικού στρατού οργανισμόν, προσωρινώς δε μένοντος άνευ υπηρεσίας». Στην ουσία όμως, για τους περισσότερους από τους ναυμάχους ο μισθός της διαθεσιμότητας ήταν ένας εύσχημος τρόπος απονομής σύνταξης.
1834. Το όνομα του Ανδρούτσου δίνεται τιμητικά σε μια από τις νεότευκτες κανονιοφόρους του Στόλου, οι οποίες ναυπηγήθηκαν στο Ναύσταθμο Πόρου.
ΙΙ. Βασιλική απολυταρχία (1835-1843).
21 Απριλίου 1833. Διορίζεται μέλος της «επί των ναυτικών εκδουλεύσεων εξεταστικής επιτροπής», στην οποίαν «ανετέθη η εξακρίβωσις και εκτίμησις των κατά το διάστημα του Αγώνος παρασχεθεισών εκδουλεύσεων υπό των διαφόρων ναυτικών». Η επιτροπή άρχισε τις εργασίες της στις 26 Μαΐου 1833 και διενεργώντας 76 συνεδριάσεις ολοκλήρωσε το έργο της στις 26 Σεπτεμβρίου 1833.
19(31) Μαΐου 1834. Ο Γεώργιος Ανδρούτσος υποβάλλει αναφορά Προς την Υψηλήν Αντιβασιλείαν με την οποία ζητεί την ένταξή του στο Π.Ν. διαμαρτυρόμενος ταυτοχρόνως για τον παραγκωνισμό του στους μέχρι τότε γενόμενους διορισμούς.
18(30) Σεπτεμβρίου 1834. Βαθμολογείται Πλοίαρχος Α΄ Τάξεως και διορίζεται στο Στόλο.
25 Σεπτεμβρίου 1834. Ορκοδοσία του ως Αξιωματικού του Πολεμικού Ναυτικού και ένταξή του στους διαθέσιμους. Σύμφωνα με τα τότε ισχύοντα, διαθεσιμότητα εθεωρείτο «η ειδική θέσις του γενικού Αξιωματικού ή επιτελούς ανήκοντος μεν εις τον απαρτιστικόν του Ναυτικού στρατού οργανισμόν, προσωρινώς δε μένοντος άνευ υπηρεσίας». Στην ουσία όμως, για τους περισσότερους από τους ναυμάχους ο μισθός της διαθεσιμότητας ήταν ένας εύσχημος τρόπος απονομής σύνταξης.
1834. Το όνομα του Ανδρούτσου δίνεται τιμητικά σε μια από τις νεότευκτες κανονιοφόρους του Στόλου, οι οποίες ναυπηγήθηκαν στο Ναύσταθμο Πόρου.
ΙΙ. Βασιλική απολυταρχία (1835-1843).
20 Σεπτ. (2 Οκτ.) 1835 - 6(18) Φεβρουαρίου 1836. Διορίζεται μέλος Συμβουλίων Κρίσεων των Αξιωματικών και Υπαξιωματικών του Στόλου και Πρόεδρος πολεμικού Συμβουλίου (Ναυτοδικείου).
21 Φεβρουαρίου 1836. Απονέμεται στον Γ. Ανδρούτσο το Αργυρούν Αριστείον του Αγώνα 1821-1829.
25 Απρ. (7 Μαΐ.) 1836. Απονομή του παρασήμου του Ταξιάρχη του Τάγματος του Σωτήρος.
17(29) Ιουνίου 1837. Με επιστολή του προς τον βασιλέα Όθωνα, ο Γ. Ανδρούτσος εκφράζει την πίκρα του γιατί εξακολουθεί να παραμένει στους διαθέσιμους και ζητεί να του δοθεί η ευκαιρία να υπηρετήσει την Πατρίδα και τον βασιλέα.
3(15) Δεκεμβρίου 1837. Με απόφαση του Όθωνα, ο Πλοίαρχος Α΄ Τάξεως Γεώργιος Ανδρούτσος διορίζεται Αρχηγός της Ναυτικής Μοίρας των Δυτικών Παραλίων του Κράτους (Ιονίου Πελάγους).
11(23) Μαρτίου 1839. Μετατίθεται στη Ναυτική Μοίρα του Αιγαίου Πελάγους.
21 Φεβρουαρίου 1836. Απονέμεται στον Γ. Ανδρούτσο το Αργυρούν Αριστείον του Αγώνα 1821-1829.
25 Απρ. (7 Μαΐ.) 1836. Απονομή του παρασήμου του Ταξιάρχη του Τάγματος του Σωτήρος.
17(29) Ιουνίου 1837. Με επιστολή του προς τον βασιλέα Όθωνα, ο Γ. Ανδρούτσος εκφράζει την πίκρα του γιατί εξακολουθεί να παραμένει στους διαθέσιμους και ζητεί να του δοθεί η ευκαιρία να υπηρετήσει την Πατρίδα και τον βασιλέα.
3(15) Δεκεμβρίου 1837. Με απόφαση του Όθωνα, ο Πλοίαρχος Α΄ Τάξεως Γεώργιος Ανδρούτσος διορίζεται Αρχηγός της Ναυτικής Μοίρας των Δυτικών Παραλίων του Κράτους (Ιονίου Πελάγους).
11(23) Μαρτίου 1839. Μετατίθεται στη Ναυτική Μοίρα του Αιγαίου Πελάγους.
1(13) Απριλίου 1839. Αναβάλλεται η μετάθεσή του και παραμένει στην Αρχηγία της Μοίρας των Δυτικών Παραλίων.
Ιούνιος 1839. Μυείται στη Φιλορθόδοξη Εταιρεία, μυστική οργάνωση προσκείμενη στο ρωσικό κόμμα, που εμφανιζόταν ως αλυτρωτική κίνηση. Οι απώτεροι όμως, στόχοι την εταιρείας ήσαν η απόκτηση και με τη βία ακόμη, ιδιαίτερων προνομίων και υπεροχής για το κόμμα των Ναπαίων (όπως αποκαλούνταν οι οπαδοί του ρωσικού κόμματος), και η εγκαθίδρυση ενός ορθόδοξου Βασιλείου, χωρίς να διευκρινίζεται αν θα ανάγκαζαν τον Όθωνα να ασπασθεί το ορθόδοξο δόγμα ή θα τον αντικαθιστούσαν με άλλον ορθόδοξο πρίγκηπα. Μαζί με τον Ανδρούτσο μυήθηκε και ο Γ. Σαχτούρης Διευθυντής του Ναυστάθμου Πόρου. Οι συνωμοτικές κινήσεις της εταιρείας αποκαλύφθηκαν το Νοέμβριο του 1839, χωρίς όμως να υπάρξει καμία επίπτωση ή δίωξη για τον Ανδρούτσο και τον Σαχτούρη.
25 Ιαν. (6 Φεβ.) 1841. Με το υπ’ αριθ. 232 Β.Δ. προάγεται στο Βαθμό του Υποναυάρχου «διά τας εν καιρώ του Αγώνος και της Βασιλ. Κυβερνήσεως υπηρεσίας» και μετατίθεται στους διαθέσιμους.
ΙΙΙ. Συνταγματική Μοναρχία (1843-1862).
3 Σεπτεμβρίου 1843. Ο Ανδρούτσος ευρισκόμενος στις Σπέτσες, τάχθηκε υπέρ της Επαναστάσεως για την παραχώρηση από τον Όθωνα Συντάγματος και τιμήθηκε με τον Σταυρό των Επαρχιών (αναμνηστικό μετάλλιο που απονεμήθηκε σε όσους εκδηλώθηκαν ενεργά υπέρ της Επαναστάσεως στις επαρχίες).
Οκτώβριος 1843. Συνυπογράφει υπόμνημα των Αξιωματικών του Στόλου (δημοσιεύθηκε σε παράρτημα της εφημερίδας Ανεξάρτητος), με το οποίο καταφέρονταν κατά των Αξιωματικών του Ναυτικού που είχαν αναλάβει την διοργάνωση του Όπλου στη βάση των ισχυόντων στα ξένα Ναυτικά. Η αντίδραση αυτή στην προσπάθεια εκσυγχρονισμού του Π.Ν. υπήρξε μεγάλη «καθόσον οι γεροντώτεροι μετά δυσκολίας προσέβλεπον εις τας καινοτομίας ας εσκόπουν να επιβάλλωσιν οι νεώτεροι».
1 Μαρτίου 1844. Υποναύαρχος, πρώτος στην επετηρίδα των Αξιωματικών του Πολεμικού Ναυτικού. Παραμένει όμως στους διαθέσιμους, χωρίς να αποστρατεύεται και λόγω του ότι ήταν ο τελευταίος στη ζωή από τους Αρχηγούς του Τρινήσιου Στόλου του 1821.
20 Νοεμβρίου 1849. Ο Ναύαρχος Γεώργιος Ανδρούτσος πεθαίνει στις Σπέτσες σε ηλικία 67 ετών.
16 Φεβρουαρίου 1866. Απονέμεται στον Γεώργιο Ανδρούτσο, μετά θάνατον, ο βαθμός του Αντιναυάρχου του Πολεμικού Ναυτικού. Ο Ναύαρχος Γεώργιος Ανδρούτσος «απλοϊκός τον χαρακτήρα και αγαθός» [η λέξη αγαθός με την σημασία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας δηλαδή: ικανός, δυνατός, γενναίος, δίκαιος], όπως τον περιγράφει ο Χατζηαναργύρου, ανήκει στην κατηγορία εκείνων των αγωνιστών, στεριανών και θαλασσινών, οι οποίοι παρά τη σημαντική τους συμβολή στον Αγώνα της Ανεξαρτησίας αλλά και στην προσπάθεια διοργανώσεως της νεοσύστατης Πολιτείας, από σεμνότητα και ανιδιοτέλεια δεν επιζήτησαν την προβολή τους, με αποτέλεσμα να παραμείνουν στη σκιά της λήθης.
Οκτώβριος 1843. Συνυπογράφει υπόμνημα των Αξιωματικών του Στόλου (δημοσιεύθηκε σε παράρτημα της εφημερίδας Ανεξάρτητος), με το οποίο καταφέρονταν κατά των Αξιωματικών του Ναυτικού που είχαν αναλάβει την διοργάνωση του Όπλου στη βάση των ισχυόντων στα ξένα Ναυτικά. Η αντίδραση αυτή στην προσπάθεια εκσυγχρονισμού του Π.Ν. υπήρξε μεγάλη «καθόσον οι γεροντώτεροι μετά δυσκολίας προσέβλεπον εις τας καινοτομίας ας εσκόπουν να επιβάλλωσιν οι νεώτεροι».
1 Μαρτίου 1844. Υποναύαρχος, πρώτος στην επετηρίδα των Αξιωματικών του Πολεμικού Ναυτικού. Παραμένει όμως στους διαθέσιμους, χωρίς να αποστρατεύεται και λόγω του ότι ήταν ο τελευταίος στη ζωή από τους Αρχηγούς του Τρινήσιου Στόλου του 1821.
20 Νοεμβρίου 1849. Ο Ναύαρχος Γεώργιος Ανδρούτσος πεθαίνει στις Σπέτσες σε ηλικία 67 ετών.
16 Φεβρουαρίου 1866. Απονέμεται στον Γεώργιο Ανδρούτσο, μετά θάνατον, ο βαθμός του Αντιναυάρχου του Πολεμικού Ναυτικού. Ο Ναύαρχος Γεώργιος Ανδρούτσος «απλοϊκός τον χαρακτήρα και αγαθός» [η λέξη αγαθός με την σημασία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας δηλαδή: ικανός, δυνατός, γενναίος, δίκαιος], όπως τον περιγράφει ο Χατζηαναργύρου, ανήκει στην κατηγορία εκείνων των αγωνιστών, στεριανών και θαλασσινών, οι οποίοι παρά τη σημαντική τους συμβολή στον Αγώνα της Ανεξαρτησίας αλλά και στην προσπάθεια διοργανώσεως της νεοσύστατης Πολιτείας, από σεμνότητα και ανιδιοτέλεια δεν επιζήτησαν την προβολή τους, με αποτέλεσμα να παραμείνουν στη σκιά της λήθης.
ΔΕΣ:
ΟΙ ΕΛΛΗΝΙΚΟΙ ΕΜΦΥΛΙΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ (1823 - 1825)
--------------------
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Άδωνις Κ. Κύρου, Ο προεπαναστατικός εποικισμός στο νησί των Σπετσών.
[2] Α. Ορλάνδος, Ναυτικά, τ. Α΄, σελ.41.
[3] Βλ. εγγραφή χρονολογικού μητρώου με ημερομηνία 19(31) Μαΐου 1834.
[4] Η Αντιβασιλεία μετονόμασε τις Σπέτσες σε Τιπάρηνο για αρχαιολογική, δήθεν, ακρίβεια. Στην πραγματικότητα όμως, εξαιτίας μια διαδεδομένης κατά τον Μεσαίωνα και καθιερωμένη σε βενετσιάνικους και ολλανδικούς χάρτες του 17ου αιώνα, ονομασίας που λανθασμένα αποδιδόταν στις Σπέτσες. Η αυθαίρετη αυτή μετονομασία του νησιού, που με το όνομα Σπέτσες (παραφθορά της αρχαίας ονομασίας Πιτυούσσα) έγραψε σελίδες δόξας στην ιστορία της Παλιγγενεσίας του Έθνους μας, συνάντησε τη δυναμική αντίδραση των Σπετσιωτών. Έτσι, με το Β.Δ. της 15(27) Ιουλίου 1834 «Περί της ονοματοθεσίας της νήσου Σπετσών», επαναφέρθηκε η ονομασία Σπέτσες.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Άδωνις Κ. Κύρου, Ο προεπαναστατικός εποικισμός στο νησί των Σπετσών.
[2] Α. Ορλάνδος, Ναυτικά, τ. Α΄, σελ.41.
[3] Βλ. εγγραφή χρονολογικού μητρώου με ημερομηνία 19(31) Μαΐου 1834.
[4] Η Αντιβασιλεία μετονόμασε τις Σπέτσες σε Τιπάρηνο για αρχαιολογική, δήθεν, ακρίβεια. Στην πραγματικότητα όμως, εξαιτίας μια διαδεδομένης κατά τον Μεσαίωνα και καθιερωμένη σε βενετσιάνικους και ολλανδικούς χάρτες του 17ου αιώνα, ονομασίας που λανθασμένα αποδιδόταν στις Σπέτσες. Η αυθαίρετη αυτή μετονομασία του νησιού, που με το όνομα Σπέτσες (παραφθορά της αρχαίας ονομασίας Πιτυούσσα) έγραψε σελίδες δόξας στην ιστορία της Παλιγγενεσίας του Έθνους μας, συνάντησε τη δυναμική αντίδραση των Σπετσιωτών. Έτσι, με το Β.Δ. της 15(27) Ιουλίου 1834 «Περί της ονοματοθεσίας της νήσου Σπετσών», επαναφέρθηκε η ονομασία Σπέτσες.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου