Δευτέρα 20 Μαρτίου 2023

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΛΥΣΙΑΣ, ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ

ΛΥΣ 33.1–9

Έπαινος του Ηρακλή, ιδρυτή των Ολυμπιακών αγώνων – Κατάκριση των συγχρόνων του ρήτορα για έλλειψη ομόνοιας

Στα Ολύμπια του 388 π.Χ. διαβάστηκε ο Ολυμπιακός, επιδεικτικός λόγος, το σωζόμενο απόσπασμα του οποίου ακολουθεί. Με αυτόν ο ρήτορας απευθύνει έκκληση για την ένωση όλων των Ελλήνων εναντίον του τυράννου των Συρακουσών Διονυσίου του Α´.


[1] Ἄλλων τε πολλῶν καὶ καλῶν ἔργων ἕνεκα, ὦ ἄνδρες,
ἄξιον Ἡρακλέους μεμνῆσθαι, καὶ ὅτι τόνδε τὸν ἀγῶνα
πρῶτος συνήγειρε δι’ εὔνοιαν τῆς Ἑλλάδος. ἐν μὲν γὰρ
τῷ τέως χρόνῳ ἀλλοτρίως αἱ πόλεις πρὸς ἀλλήλας διέ-
κειντο· [2] ἐπειδὴ δὲ ἐκεῖνος τοὺς τυράννους ἔπαυσε καὶ τοὺς
ὑβρίζοντας ἐκώλυσεν, ἀγῶνα μὲν σωμάτων ἐποίησε, φιλο-
τιμίαν <δὲ> πλούτου, γνώμης δ’ ἐπίδειξιν ἐν τῷ καλλί-
στῳ τῆς Ἑλλάδος, ἵνα τούτων ἁπάντων ἕνεκα εἰς τὸ αὐτὸ
συνέλθωμεν, τὰ μὲν ὀψόμενοι, τὰ δ’ ἀκουσόμενοι· ἡγήσατο
γὰρ τὸν ἐνθάδε σύλλογον ἀρχὴν γενήσεσθαι τοῖς Ἕλλησι
τῆς πρὸς ἀλλήλους φιλίας. [3] ἐκεῖνος μὲν οὖν ταῦθ’ ὑφηγή-
σατο, ἐγὼ δὲ ἥκω οὐ μικρολογησόμενος οὐδὲ περὶ τῶν
ὀνομάτων μαχούμενος. ἡγοῦμαι γὰρ ταῦτα ἔργα μὲν εἶναι
σοφιστῶν λίαν ἀχρήστων καὶ σφόδρα βίου δεομένων, ἀνδρὸς
δὲ ἀγαθοῦ καὶ πολίτου πολλοῦ ἀξίου περὶ τῶν μεγίστων
συμβουλεύειν, ὁρῶν οὕτως αἰσχρῶς διακειμένην τὴν Ἑλ-
λάδα, καὶ πολλὰ μὲν αὐτῆς ὄντα ὑπὸ τῷ βαρβάρῳ, πολλὰς
δὲ πόλεις ὑπὸ τυράννων ἀναστάτους γεγενημένας. [4] καὶ ταῦτα
εἰ μὲν δι’ ἀσθένειαν ἐπάσχομεν, στέργειν ἂν ἦν ἀνάγκη
τὴν τύχην· ἐπειδὴ δὲ διὰ στάσιν καὶ τὴν πρὸς ἀλλήλους
φιλονικίαν, πῶς οὐκ ἄξιον τῶν μὲν παύσασθαι τὰ δὲ κω-
λῦσαι, εἰδότας ὅτι φιλονικεῖν μέν ἐστιν εὖ πραττόντων,
γνῶναι δὲ τὰ βέλτιστα τῶν οἵων ἡμῶν; [5] ὁρῶμεν γὰρ τοὺς
κινδύνους καὶ μεγάλους καὶ πανταχόθεν περιεστηκότας·
ἐπίστασθε δὲ ὅτι ἡ μὲν ἀρχὴ τῶν κρατούντων τῆς θαλάτ-
της, τῶν δὲ χρημάτων βασιλεὺς ταμίας, τὰ δὲ τῶν Ἑλλή-
νων σώματα τῶν δαπανᾶσθαι δυναμένων, ναῦς δὲ πολλὰς
<μὲν> αὐτὸς κέκτηται, πολλὰς δ’ ὁ τύραννος τῆς Σικε-
λίας. [6] ὥστε ἄξιον τὸν μὲν πρὸς ἀλλήλους πόλεμον κατα-
θέσθαι, τῇ δ’ αὐτῇ γνώμῃ χρωμένους τῆς σωτηρίας ἀντέ-
χεσθαι, καὶ περὶ μὲν τῶν παρεληλυθότων αἰσχύνεσθαι,
περὶ δὲ τῶν μελλόντων ἔσεσθαι δεδιέναι, καὶ πρὸς τοὺς
προγόνους ἁμιλλᾶσθαι, οἳ τοὺς μὲν βαρβάρους ἐποίησαν
τῆς ἀλλοτρίας ἐπιθυμοῦντας τῆς σφετέρας αὐτῶν στερεῖ-
σθαι, τοὺς δὲ τυράννους ἐξελάσαντες κοινὴν ἅπασι τὴν ἐλευ-
θερίαν κατέστησαν. [7] θαυμάζω δὲ Λακεδαιμονίους πάντων
μάλιστα, τίνι ποτὲ γνώμῃ χρώμενοι καομένην τὴν Ἑλλάδα
περιορῶσιν, ἡγεμόνες ὄντες τῶν Ἑλλήνων οὐκ ἀδίκως,
καὶ διὰ τὴν ἔμφυτον ἀρετὴν καὶ διὰ τὴν πρὸς τὸν πόλεμον
ἐπιστήμην, μόνοι δὲ οἰκοῦντες ἀπόρθητοι καὶ ἀτείχιστοι
καὶ ἀστασίαστοι καὶ ἀήττητοι καὶ τρόποις ἀεὶ τοῖς αὐτοῖς
χρώμενοι· ὧν ἕνεκα ἐλπὶς ἀθάνατον τὴν ἐλευθερίαν αὐτοὺς
κεκτῆσθαι, καὶ ἐν τοῖς παρεληλυθόσι κινδύνοις σωτῆρας
γενομένους τῆς Ἑλλάδος περὶ τῶν μελλόντων προορᾶσθαι.
[8] οὐ τοίνυν ὁ ἐπιὼν καιρὸς τοῦ παρόντος βελτίων· οὐ γὰρ
ἀλλοτρίας δεῖ τὰς τῶν ἀπολωλότων συμφορὰς νομίζειν
ἀλλ’ οἰκείας, οὐδ’ ἀναμεῖναι, ἕως ἂν ἐπ’ αὐτοὺς ἡμᾶς αἱ
δυνάμεις ἀμφοτέρων ἔλθωσιν, ἀλλ’ ἕως ἔτι ἔξεστι, τὴν
τούτων ὕβριν κωλῦσαι. [9] τίς γὰρ οὐκ ἂν <ἀγανακτήσει>εν
ὁρῶν ἐν τῷ πρὸς ἀλλήλους πολέμῳ μεγάλους αὐτοὺς γε-
γενημένους; ὧν οὐ μόνον αἰσχρῶν ὄντων ἀλλὰ καὶ δεινῶν,
τοῖς μὲν μεγάλα ἡμαρτηκόσιν ἐξουσία γεγένηται τῶν πε-
πραγμένων, τοῖς δὲ Ἕλλησιν οὐδεμία αὐτῶν τιμωρία ...

***
Και δι' άλλα πολλά και σπουδαία έργα, πολίται, αξίζει να ενθυμούμεθα τον Ηρακλέα, και διότι τούτον τον αγώνα πρώτος συνέστησε από αγάπην προς τους Έλληνας.

Διότι πρωτύτερα μεν αι πόλεις διέκειντο εχθρικώς προς αλλήλας. Όταν δε εκείνος κατήργησε τους τυράννους και περιέστειλεν εκείνους που εφέροντο αλαζονικώς προς τους άλλους, συνέστησε αγώνας μεν επιδείξεως σωματικών προτερημάτων, πλούτου και σοφίας, εις τον ωραιότατον τούτον τόπον της Ελλάδος, ίνα χάριν όλων αυτών συνέλθωμεν, όπως άλλα μεν ίδωμεν, άλλα δε ακούωμεν. Διότι ενόμισεν ότι η ενταύθα συνάθροισις θα γίνη διά τους Έλληνας αρχή της μεταξύ των φιλίας.

Εκείνος μεν λοιπόν ταύτα υπέδειξεν, εγώ δε έχω έλθει ενταύθα ουχί διά να είπω μικρολογίας ουδέ να φιλονικήσω διά λέξεις. Διότι νομίζω ότι ταύτα είναι έργα πτωχών και αχρήστων σοφιστών, ανδρός δε χρηστού και αξίου πολίτου έργον νομίζω ότι είναι να συμβουλεύη περί των μεγίστων ζητημάτων, διότι βλέπω ότι η Ελλάς ευρίσκεται εις την κακίστην κατάστασιν, ότι πολλαί χώραι αυτής ευρίσκονται υπό την εξουσίαν των βαρβάρων και ότι πολλαί πόλεις έχουν καταστραφή υπό των τυράννων.

Και εάν μεν ταύτα επάσχομεν από αδυναμίαν, αναγκαίον θα ήτο να υπομένωμεν την τύχην μας· επειδή δε πάσχομεν ταύτα ένεκα των διαφωνιών μας και των μεταξύ μας φιλονικιών, πώς δεν αξίζει να παύσωμεν μεν τας διαφωνίας και φιλονικίας, όπου υπάρχουν, να εμποδίσωμεν δε να αναπτυχθούν τοιαύται όπου δεν υπάρχουν, γνωρίζοντες ότι οι ευτυχούντες μεν δύνανται να φιλονικούν μεταξύ των, οι δυστυχούντες δε πρέπει να καταλάβουν το συμφέρον των;

Διότι βλέπω μεν ότι οι κίνδυνοι και μεγάλοι είναι και πανταχόθεν μας περιβάλλουν, γνωρίζετε δε ότι η κυριαρχία μεν ανήκει σ' εκείνον που είναι κύριος της θαλάσσης, ότι δε τα χρήματα τα έχει ο βασιλεύς της Περσίας, ότι τα σώματα των Ελλήνων ανήκουν σ'αυτούς που δύνανται να εξοδεύουν, και ότι πολλά μεν πλοία έχει αυτός, πολλά δε ο τύραννος της Σικελίας.

Ώστε αξίζει να παύσωμεν τον μεταξύ μας πόλεμον και ομοθυμαδόν να φροντίσωμεν διά την σωτηρίαν μας, και διά τα παρελθόντα μεν να αισχυνώμεθα, διά τα μέλλοντα δε να φοβώμεθα, και να μιμούμεθα τους προγόνους μας, οι οποίοι έκαμαν τους μεν βαρβάρους, που επεθύμησαν την ξένην χώραν, να στερηθούν της ιδικής των, τους δε τυράννους εκδιώξαντες κατέστησαν την ελευθερίαν κοινόν κτήμα όλων των Ελλήνων.

Απορώ δε πάρα πολύ με τους Λακεδαιμονίους, τι τέλος πάντων σκεπτόμενοι παραβλέπουν να καίεται όλη η Ελλάς, ενώ έχουν δικαίως την ηγεμονίαν της Ελλαδος και διά την έμφυτον ανδρείαν των και διά την πολεμικήν των επιστήμην, και ενώ μόνοι εξ όλων των Ελλήνων κατοικούν την πόλιν των χωρίς ποτέ αύτη να κυριευθή, χωρίς ποτέ να γίνη στάσις, χωρίς ποτέ να νικηθούν, χωρίς να έχουν φρούρια, μεταχειριζόμενοι πάντοτε τον ίδιον τρόπον διοικήσεως· ένεκα των οποίων υπάρχει ελπίς ότι αιωνίως θα είναι ελεύθεροι, και επειδή έγιναν κατά το παρελθόν σωτήρες της Ελλάδος, υπάρχει ελπίς ότι θα φροντίσουν και εις το μέλλον.

Το μέλλον λοιπόν δεν θα είναι καλύτερον του παρόντος. Διότι δεν πρέπει να θεωρούμεν ξένας τας συμφοράς των καταστραφέντων αλλ' ιδικάς μας, ουδέ πρέπει να αναμείνωμεν έως ότου και των δύο αι δυνάμεις έλθουν εναντίον μας , αλλά πρέπει, έως ότου ακόμη είναι καιρός, να εμποδίσωμεν την αυθάδειαν τούτων.

Διότι ποιος μπορεί να μη εντρέπεται βλέπων ότι αυτοί έχουν γίνει ισχυροί ένεκα των εμφυλίων πολέμων μας; Επειδή αυτά είναι όχι μόνον άσχημα, αλλά και φοβερά, οι μεν μεγάλα εγκλήματα διαπράξαντες έχουν πράξει όσα ήθελον, οι δε Έλληνες δεν έχουν τιμωρήσει αυτούς.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου