4.2.2. Ο ναός του Δία στην Ολυμπία
Ένα μνημείο που φέρνει μπροστά στα μάτια μας την τέχνη της πρώιμης κλασικής εποχής στη λαμπρότερη μορφή της είναι ο ναός του Δία στην Ολυμπία. Πληροφορίες για την κατασκευή του ναού μάς δίνει ο περιηγητής Παυσανίας (Ελλάδος περιήγησις 5.10.2):
«Ο ναός του Δία και το άγαλμα έγιναν από τα λάφυρα που πήραν οι Ηλείοι όταν υπόταξαν με πόλεμο τους Πισαίους και τους περιοίκους, οι οποίοι είχαν αποστατήσει μαζί με τους Πισαίους. Το άγαλμα είναι έργο του Φειδία, όπως μαρτυρεί μια επιγραφή που υπάρχει κάτω από τα πόδια του Δία: «μ᾽ έκαμε ο Φειδίας, γιος του Χαρμίδη, Αθηναίος». Ο ναός είναι δωρικού ρυθμού περίστυλος απ᾽ έξω· ως υλικό χρησιμοποιήθηκε εγχώριος πωρόλιθος· το ύψος του ως το αέτωμα είναι εξηνταοκτώ πόδια, το πλάτος ενενηνταπέντε και το μήκος διακόσια τριάντα. Αρχιτέκτονας του ναού ήταν ένας ντόπιος Λίβων.»
Η τελική νίκη των Ηλείων στον πόλεμο εναντίον των κατοίκων της Πίσας και των άλλων πόλεων της κοιλάδας του Αλφειού τοποθετείται από τους ιστορικούς το 472 π.Χ. Μετά τη νίκη αυτή η πόλη της Ήλιδας έγινε κυρίαρχη της Ολυμπίας και οι Ηλείοι ήταν πλέον οι μόνιμοι διοργανωτές των Ολυμπιακών Αγώνων. Η μεγάλη πολιτική και στρατιωτική επιτυχία των Ηλείων δικαιολογεί την απόφασή τους να χτίσουν έναν μνημειακό ναό για τον Δία στο ιερό της Ολυμπίας, την Ἄλτιν. Η κατασκευή του ναού πρέπει να είχε ολοκληρωθεί το 457 π.Χ. Αυτό το συνάγουμε από την πληροφορία που μας δίνει ο περιηγητής Παυσανίας ότι στην κορυφή της ανατολικής πλευράς του, κάτω από το κεντρικό ακρωτήριο, ήταν κρεμασμένη μια ασπίδα, αφιερωμένη από τους Λακεδαιμονίους μετά τη νίκη τους κατά των Αργείων και των Αθηναίων στη μάχη της Τανάγρας, που έγινε τη χρονιά εκείνη. Μπορούμε, επομένως, να πούμε ότι ο ναός χτίστηκε ανάμεσα στο 472 και το 457 π.Χ.
Ο ναός του Δία στην Ολυμπία θεωρείται το πιο αντιπροσωπευτικό παράδειγμα περίπτερου δωρικού ναού της κλασικής εποχής· έχει έξι κίονες στην πρόσοψη και δεκατρείς στις μακρές πλευρές, ενώ το κυρίως κτίσμα περιλαμβάνει πρόδομο, σηκό και οπισθόδομο. Οι διαστάσεις του ναού είναι επιβλητικές: 64,12 m x 27,68 m. Το ύψος των κιόνων είναι 10,53 m και το συνολικό ύψος του κτηρίου ως την κορυφή της στέγης ξεπερνά τα 16 m. Ο ναός του Δία είναι ο μεγαλύτερος αρχαίος ναός της Πελοποννήσου· το μνημειακό του μέγεθος και ο πλούτος του γλυπτού διακόσμου προκαλούν δικαιολογημένα τον θαυμασμό.
Το λατρευτικό άγαλμα του Δία, έργο του Φειδία από ελεφαντόδοντο και χρυσό, κατασκευάστηκε και τοποθετήθηκε στον σηκό αρκετά χρόνια μετά την αποπεράτωση του ναού, στα χρόνια 435-430 π.Χ.. Αλλά ο μαρμάρινος γλυπτός διάκοσμος, που σώζεται σε σχετικά καλή κατάσταση, είναι σύγχρονος με την κατασκευή του ναού. Ο διάκοσμος αυτός περιλαμβάνει δώδεκα ανάγλυφες μετόπες τοποθετημένες ανά έξι επάνω από τον πρόναο και επάνω από τον οπισθόδομο καθώς και δύο αετωματικές συνθέσεις. Στις μετόπες εικονίζονται οι δώδεκα άθλοι του Ηρακλή. Η τεχνοτροπία είναι πολύ διαφορετική από εκείνη των μετοπών του θησαυρού των Αθηναίων και των αετωμάτων του ναού της Αφαίας. Εδώ οι μορφές στέκονται και κινούνται πολύ πιο ελεύθερα και ο τρόπος με τον οποίο αποδίδονται τα σώματα και τα ρούχα τα κάνει να φαίνονται πιο φυσικά. Ενδεικτικό παράδειγμα είναι η μετόπη που εικονίζει τον Ηρακλή καθώς προσπαθεί να καθαρίσει την κόπρο του Αυγεία. Ο ήρωας ετοιμάζεται να ανοίξει με λοστό ένα ρήγμα στον τοίχο του στάβλου, από όπου θα εισρεύσει το ορμητικό νερό του Αλφειού και θα παρασύρει την κόπρο· πίσω του η προστάτιδά του θεά, η Αθηνά, του δείχνει με το δόρυ της το σημείο όπου πρέπει να χτυπήσει.
Ακόμη πιο σαφής είναι αυτή η τάση στα γλυπτά των αετωμάτων. Στο ανατολικό αέτωμα εικονίζεται ένας τοπικός μύθος, η αρματοδρομία του Πέλοπα και του Οινόμαου. Ο Πέλοπας, που έδωσε το όνομά του στην Πελοπόννησο, ήταν ένας από τους πολλούς υποψήφιους γαμπρούς που είχαν ζητήσει το χέρι της Ιπποδάμειας, της όμορφης κόρης του βασιλιά της Πίσας Οινόμαου. Αλλά ο Οινόμαος (που είχε πάρει έναν χρησμό, σύμφωνα με τον οποίο ο γαμπρός του θα τον σκότωνε) είχε θέσει όρο ότι, για να παντρευτεί κάποιος την κόρη του, έπρεπε να τον νικήσει σε αγώνα αρματοδρομίας· αν ο υποψήφιος γαμπρός έχανε, η τιμωρία του ήταν ο θάνατος. Στην πραγματικότητα ο Οινόμαος ήταν αδύνατο να χάσει, γιατί τα άλογά του, δώρο του Άρη, ήταν ανίκητα. Ανάμεσα στους μνηστήρες ήταν και ο Πέλοπας, ο οποίος κατέφυγε σε ένα τέχνασμα: ζήτησε από την Ιπποδάμεια, που τον είχε ερωτευθεί, να πείσει τον ηνίοχο του Οινόμαου, τον Μυρτίλο, να μην στερεώσει καλά τους τροχούς του άρματός του και έτσι στη διάρκεια της αρματοδρομίας το άρμα διαλύθηκε και ο Οινόμαος σκοτώθηκε. Στη σύνθεση του αετώματος εικονίζεται στη μέση ο Δίας, που καθορίζει τη μοίρα των ανθρώπων· στα δεξιά του είναι ο νεαρός Πέλοπας με τη μνηστή του την Ιπποδάμεια και στα αριστερά του ο ηλικιωμένος Οινόμαος με τη γυναίκα του τη Στερόπη. Μετά τους πρωταγωνιστές βλέπουμε τα δύο άρματα με τους ηνιόχους, δύο ηλικιωμένους άνδρες που παρακολουθούν την προετοιμασία του αγώνα καθιστοί, και στα άκρα δύο ξαπλωμένες ανδρικές μορφές, που ενσαρκώνουν τους δύο ποταμούς της Ολυμπίας, τον Αλφειό και τον Κλάδεο.
Στο δυτικό αέτωμα εικονίζεται η θεσσαλική Κενταυρομαχία. Στη Θεσσαλία ζούσαν οι Λαπίθες, και στον γάμο ενός από αυτούς, του Πειρίθου, ήταν προσκεκλημένοι και οι Κένταυροι, καθώς ήταν συγγενείς της νύφης. Στο γλέντι όμως που ακολούθησε οι Κένταυροι μέθυσαν και επιτέθηκαν στις γυναίκες των Λαπιθών για να τις βιάσουν. Τότε οι Λαπίθες συνεπλάκησαν μαζί τους και τους έδιωξαν, αφού σκότωσαν αρκετούς. Στη μάχη συμμετείχε και ο Αθηναίος Θησέας, που ήταν φίλος του Πειρίθου. Οι Κένταυροι δεν έχουν ακόμη ηττηθεί, είναι όμως σαφές ότι δεν θα καταφέρουν να επικρατήσουν. Στο κέντρο της παράστασης δεσπόζει η επιβλητική μορφή του Απόλλωνα, που απλώνει το χέρι για να σταματήσει το κακό, ενώ δεξιά και αριστερά του μάχονται οι δύο πρωταγωνιστές, ο Πειρίθους και ο Θησέας. Η μάχη με τους Κενταύρους συμβόλιζε στα μάτια των αρχαίων Ελλήνων τη νίκη του πολιτισμού και της σωφροσύνης ενάντια στην κτηνώδη βία.
Τα αετωματικά γλυπτά του ναού του Δία στην Ολυμπία έχουν μεγάλη σημασία και καλλιτεχνική αξία, γιατί είναι τα πρώτα μνημειακά σύνολα στα οποία βλέπουμε ξεκάθαρα τη νέα τεχνοτροπία που εμφανίστηκε στην ελληνική τέχνη την πρώτη εικοσαετία του 5ου αιώνα π.Χ. και επικράτησε μετά τους Περσικούς Πολέμους. Η σύνθεση του ανατολικού αετώματος είναι στατική, αλλά η ένταση και η αγωνία που διακατέχει τα πρόσωπα είναι εμφανής στη στάση τους και στην έκφραση των προσώπων τους. Χαρακτηριστική είναι η φυσιογνωμία του ηλικιωμένου άνδρα (ίσως είναι ο μάντης Ίαμος) με το φαλακρό κεφάλι και την πλαδαρή σάρκα, που φαίνεται να έχει προαισθανθεί το επικείμενο τραγικό τέλος του Οινόμαου. Ενδεικτική για την τόλμη στον σχεδιασμό και τον ρεαλισμό στην απόδοση των λεπτομερειών είναι επίσης η μορφή του νεαρού γυμνού ιπποκόμου, που κάθεται οκλαδόν στο έδαφος, αγγίζοντας με το χέρι τα δάχτυλα του ποδιού. Έντονη και ζωηρή είναι αντίθετα η δράση στο δυτικό αέτωμα, όπου οι Κένταυροι συμπλέκονται με τους Λαπίθες και τις γυναίκες τους. Αξιοσημείωτη είναι εδώ η διαφορά ανάμεσα στα σεμνά και ατάραχα πρόσωπα των Λαπιθίδων και τις άγριες, σχεδόν δαιμονικές φυσιογνωμίες των Κενταύρων.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου