8.11 Η μυκηναϊκή διάλεκτος
Η μυκηναϊκή διάλεκτος χωρίζεται από τις υπόλοιπες διαλέκτους με ένα χρονικό διάστημα εξακοσίων τουλάχιστον ετών. Τα κείμενα της μυκηναϊκής (γραμμένα στη γραμμική Β) χρονολογούνται στον 13ο αιώνα π.Χ. και θα χρειαστεί να περάσουν εξακόσια χρόνια για να αρχίσουμε να έχουμε (σε αλφαβητική γραφή) μαρτυρίες, δηλαδή επιγραφές, για τις αρχαίες διαλέκτους. Αυτή η μεγάλη χρονική απόσταση εξηγεί την αρχαϊκότητα της μυκηναϊκής διαλέκτου. Η τροπή του -τι σε -σι, που διαχωρίζει τις ανατολικές από τις δυτικές διαλέκτους, έχει ήδη γίνει στη μυκηναϊκή, όπως δείχνει ο τύπος di-do-si = δίδωσι και όχι δίδωτι. Γι' αυτό η μυκηναϊκή κατατάσσεται στις ανατολικές διαλέκτους. Αλλά η μυκηναϊκή διατηρεί χαρακτηριστικά που έχουν χαθεί στις ανατολικές διαλέκτους, όπως τις γνωρίζουμε από τις μαρτυρίες των αλφαβητικών επιγραφών (από το 750 π.Χ. και μετά). Έτσι, διατηρεί τον φθόγγο [w] (το δίγαμμα) που, όπως είδαμε, έχει χαθεί στις ανατολικές (αλλά όχι στις δυτικές) διαλέκτους. Στον αττικό τύπο κόρη, λ.χ., αντιστοιχεί ο μυκηναϊκός κόρϝα [kόrwa]. Αλλά ο τύπος κόρϝα φανερώνει και κάτι άλλο. Αν θυμάστε, λέγαμε πριν ότι οι ανατολικές διάλεκτοι ξεχωρίζουν από τις δυτικές κατά το ότι οι δεύτερες έχουν ᾱ (δηλαδή μακρό [a]) εκεί που οι πρώτες έχουν η, δηλαδή μακρό [e]: μήτηρ στις ανατολικές διαλέκτους, μάτηρ στις δυτικές· κόρα στις δυτικές διαλέκτους, κόρη στις ανατολικές. Στη μυκηναϊκή, αν και ανατολική διάλεκτο, βρίσκουμε τον τύπο κόρϝα. Τί σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι αυτή η συγκεκριμένη διαφορά μεταξύ ανατολικών και δυτικών διαλέκτων δεν ισχύει ακόμα στον 13ο αιώνα π.Χ., την εποχή δηλαδή της μυκηναϊκής. Την εποχή αυτή ανατολικές και δυτικές διάλεκτοι έχουν ᾱ. Η τροπή του ᾱ σε η (δηλαδή σε μακρό [e]), που διαχώρισε, ως προς αυτό το φαινόμενο, ανατολικές και δυτικές διαλέκτους, έγινε μετά τη μυκηναϊκή εποχή.
Στη μυκηναϊκή διατηρείται επίσης ο φθόγγος [h], για τον οποίο είπαμε ότι χάθηκε νωρίς στις ανατολικές διαλέκτους, κυρίως στην ιωνική. Στη μυκηναϊκή διατηρούνται ακόμα κάποιοι φθόγγοι που δεν εμφανίζονται σε καμία διάλεκτο της πρώτης χιλιετίας π.Χ. Αν συγκρίνετε την αρχαία ελληνική λέξη τις 'κάποιος, ποιος' και τη λατινική quis 'κάποιος, ποιος', θα προσέξετε ότι μοιάζουν. Αν συγκρίνετε την αρχαία ελληνική λέξη τέσσαρες (ή τέτταρες στην αττική διάλεκτο) με την λατινική λέξη quattuor, που σημαίνει το ίδιο, θα προσέξετε πάλι ότι μοιάζουν. Τέτοιες ομοιότητες δεν μπορεί να είναι τυχαίες. Με βάση τέτοιες ομοιότητες οι «αρχαιολόγοι» της γλώσσας, οι ιστορικοί γλωσσολόγοι, υποθέτουν (όπως είδαμε σε προηγούμενο κεφάλαιο) ότι τα ελληνικά και τα λατινικά (αλλά και άλλες γλώσσες, λ.χ. τα αρχαία ινδικά) κατάγονται από έναν κοινό «πρόγονο» που ονομάζεται (θα θυμάστε γιατί) ινδοευρωπαϊκή. Και για να ξαναγυρίσουμε στα ζευγάρια τις/quis, τέσσαρες (τέτταρες)/quattuor, οι ιστορικοί γλωσσολόγοι πιστεύουν ότι ο κοινός πρόγονος των ζευγαριών αυτών άρχιζε, όπως στα λατινικά, με τους φθόγγους qu- και, για να το γράψουμε όπως προφέρεται, με τον φθόγγο [kw] . Τέτοιοι φθόγγοι ονομάζονται χειλοϋπερωικοί, γιατί το ένα κομμάτι τους, το [w], σχηματίζεται με το στρογγύλεμα των χειλιών, ενώ το άλλο κομμάτι τους, το [k], σχηματίζεται με την ανύψωση του πίσω μέρους της γλώσσας προς την «υπερώα» (το μαλακό μέρος του ουρανίσκου). Έτσι λοιπόν οι «αρχαιολόγοι» της γλώσσας υποθέτουν ότι ο «πρόγονος» του τις είχε ως πρώτο φθόγγο το [kw]: kwis, και ότι με τον χρόνο αυτό το [kw] άλλαξε στα ελληνικά και έγινε [t]: τις. Αντίστοιχα, υποθέτουν ότι και ο «πρόγονος» της λέξης τέσσαρες/τέτταρες αρχίζει με έναν τέτοιο χειλοϋπερωικό φθόγγο [kw], όπως στο λατινικό quattuor [kwattuor]. Με τον χρόνο και στη λέξη αυτή ο χειλοϋπερωικός φθόγγος [kw] άλλαξε και έγινε [t]: τέσσαρες/τέτταρες. Αυτή η υπόθεση επιβεβαιώθηκε από την αποκρυπτογράφηση της μυκηναϊκής. Στη μυκηναϊκή το πρώτο συνθετικό της λέξης τετράπους 'με τέσσερα πόδια' είναι kwetro-. Η μυκηναϊκή λοιπόν, ως αρχαϊκή διάλεκτος, διατηρεί τους χειλοϋπερωικούς φθόγγους που δεν υπάρχουν πια στις διαλέκτους της πρώτης χιλιετίας.
Ένας ακόμη αρχαϊσμός της μυκηναϊκής είναι ότι διατηρεί μια πτώση που δεν υπάρχει πια στις διαλέκτους της υστερότερης εποχής. Η πτώση αυτή είναι η οργανική, που δηλώνει το όργανο, το μέσο. Θυμηθείτε τί λέγαμε για την πτώση αυτή στο προηγούμενο κεφάλαιο. Έτσι εμφανίζεται στα ουσιαστικά η κατάληξη -φι που εκφράζει την οργανική πτώση: ἁνίαφι, που σημαίνει 'με ηνία', δηλαδή με χαλινάρια. Η πτώση αυτή έχει χαθεί πια στα αρχαία ελληνικά της πρώτης χιλιετίας και η έννοια του οργάνου, του μέσου, εκφράζεται με τη δοτική. Στα νέα ελληνικά το όργανο ή το μέσο εκφράζεται περιφραστικά («αναλυτικά» και όχι «συνθετικά»): με το χαλινάρι, με μαχαίρι κλπ.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου