Καὶ ἐγένετο ἐν ἐκείναις ταῖς ἡμέραις ἦλθεν Ἰησοῦς ἀπὸ Ναζαρὲτ τῆς Γαλιλαίας καὶ ἐβαπτίσθη ὑπὸ Ἰωάννου εἰς τὸν Ἰορδάνην καὶ εὐθὲως ἀναβαίνων ἀπὸ τοῦ ὕδατος εἶδεν σχιζομένους τοὺς οὐρανοὺς καὶ τὸ πνεῦμα ὡσεὶ περιστερὰν καταβαῖνον ἐπ’ αὐτόν• καὶ φωνὴ ἐγένετο ἐκ τῶν οὐρανῶν Σὺ εἶ ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός ἐν ὦ εὐδόκησα. Καὶ εὐθὺς τὸ πνεῦμα αὐτὸν ἐκβάλλει εἰς τὴν ἔρημον καὶ ἦν ἐκεῖ ἐν τῇ ἐρήμῳ ἡμέρας τεσσαράκοντα πειραζόμενος ὑπὸ τοῦ Σατανᾶ, καὶ ἦν μετὰ τῶν θηρίων, καὶ οἱ ἄγγελοι διηκόνουν αὐτῷ.
(Κατά «Μάρκον», 1:9-13)
Καὶ βαπτισθεὶς ὁ Ἰησοῦς ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος• καὶ ἰδού, ἀνεῴχθησαν αὐτῷ οἱ οὐρανοί καὶ εἶδεν τὸ πνεῦμα τοῦ θεοῦ καταβαῖνον ὡσεὶ περιστερὰν καὶ ἐρχόμενον ἐπ’ αὐτόν• καὶ ἰδού, φωνὴ ἐκ τῶν οὐρανῶν λέγουσα Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα. Τότε ὁ Ἰησοῦς ἀνήχθη εἰς τὴν ἔρημον ὑπὸ τοῦ πνεύματος πειρασθῆναι ὑπὸ τοῦ διαβόλου.
(Κατά «Ματθαίον», 3:16-17 – 4:1)
Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ βαπτισθῆναι ἅπαντα τὸν λαὸν καὶ Ἰησοῦ βαπτισθέντος καὶ προσευχομένου ἀνεῳχθῆναι τὸν οὐρανὸν καὶ καταβῆναι τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον σωματικῷ εἴδει ὡσεὶ περιστερὰν ἐπ’ αὐτόν καὶ φωνὴν ἐξ οὐρανοῦ γενέσθαι λέγουσαν, Σὺ εἶ ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός ἐν σοὶ ἠυδόκησα… Ἰησοῦς δὲ πνεύματος ἁγίου πλήρης ὑπέστρεψεν ἀπὸ τοῦ Ἰορδάνου καὶ ἤγετο ἐν τῷ πνεύματι εἰς τήν ἐρήμον ἡμέρας τεσσαράκοντα πειραζόμενος ὑπὸ τοῦ διαβόλου.
(Κατά «Λουκάν», 3:21-22 – 4:1-2)
Στο τέταρτο ευαγγέλιο όμως, φαίνεται να βρίσκεται στην Κανά της Γαλιλαίας σε γάμο: «Καὶ τῇ ἡμέρᾳ τῇ τρίτῃ γάμος ἐγένετο ἐν Κανὰ τῆς Γαλιλαίας καὶ ἦν ἡ μήτηρ τοῦ Ἰησοῦ ἐκεῖ• ἐκλήθη δὲ καὶ ὁ Ἰησοῦς καὶ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ εἰς τὸν γάμον» (Κατά «Ιωάννην», 2:1-2).
Βασικός ισχυρισμός των σύγχρονων «απολογητών» είναι ότι στο «κατά Ιωάννην» ευαγγέλιο έχουμε την μαρτυρία του Προδρόμου για την βάπτιση του Ιησού, και όχι αυτό καθαυτό το «γεγονός». Συγκεκριμένα, ο συγγραφέας μας δίνει την μαρτυρία του Ιωάννη του Βαπτιστή προς τους ιερείς και τους Λευίτες στους στίχους 19-28 του πρώτου κεφαλαίου. Την επόμενη μέρα, «τῇ ἐπαύριον» (1:29), μαρτυρά πάλι για τον Ιησού τον οποίο είδε ερχόμενο προς αυτόν. Επειδή στους επόμενους στίχους (29-34) αναφέρει ότι δεν τον ήξερε αλλά τον αναγνώρισε επειδή το Πνεύμα του Θεού έμεινε πάνω του, υπονοείται ότι ο Ιησούς είχε ήδη βαπτιστεί και ότι είχε κάποιο χρόνο παραμονής στον Ιορδάνη. Αυτό αποδεικνύεται και με τις επαναλαμβανόμενες φράσεις «τη επαύριον» (αναφέρεται τρείς φορές), που δηλώνουν μέρες. Αυτό όμως έρχεται σε αντίθεση με τις σαφείς αναφορές των συνοπτικών, ότι μετά την βάπτιση («τότε», σύμφωνα με το κατά «Ματθαίον» ή «ευθύς», σύμφωνα με το κατά «Μάρκον»), ο Ιησούς οδηγήθηκε στην έρημο.
Συνεχίζοντας την διήγησή του ο συγγραφέας του κατά «Ιωάννην», δίνει μια επιπλέον μαρτυρία του Βαπτιστή, η οποία έγινε αιτία δύο μαθητές του να τον αφήσουν και να προσκολληθούν στον Ιησού (στ. 35-43). Την επομένη, ο Ιησούς μετέβη στην Γαλιλαία. Στην συνέχεια, αναφέρεται ο γάμος στην Κανά.
Σύμφωνα με τους απολογητές, η τρίτη μέρα δεν πρέπει να αριθμείται από την βάπτιση, αλλά από την επιστροφή από την έρημο. Δηλαδή, 43 ημέρες περίπου μετά τη βάπτιση. Μέσα σε αυτό το χρονικό πλαίσιο, λαμβάνουν χώρα και οι πειρασμοί, χωρίς να αναφέρονται από τον συγγραφέα του συγκεκριμένου ευαγγελίου. Αυτό αναφέρει ο θεολόγος Π. Τρεμπέλας, όπου παραφράζει το παραπάνω χωρίο ως εξής: «Και την τρίτην ημέραν μετά την αναχώρησιν των από την έρημον του Ιορδάνου…». Και με αυτόν τον τρόπο, προσπαθεί η ορθόδοξη χριστιανική απολογητική να καλύψει την αντίφαση.
Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Ας αντλήσουμε το υλικό μας (όπως κάνουμε συνήθως) μέσα από τις ίδιες τις πηγές, με σειρά και τάξη, και εξετάζοντας τις λεπτομέρειες διότι εκεί θα δούμε την απάτη.
Στο κατά «Μάρκον», ο Ιησούς ξεκινά από την Γαλιλαία με σκοπό να πάει στον Ιορδάνη για να βαπτιστεί από τον Ιωάννη. Αφού βαπτίζεται, «εὐθὺς τὸ πνεῦμα αὐτὸν ἐκβάλλει εἰς τὴν ἔρημον καὶ ἦν ἐκεῖ ἐν τῇ ἐρήμῳ ἡμέρας τεσσαράκοντα πειραζόμενος ὑπὸ τοῦ Σατανᾶ» (1:12-13). Κατά την παραμονή του Ιησού στην έρημο πρέπει να προσέξουμε ότι δεν ήταν μόνος, τον υπηρετούσαν άγγελοι «καὶ ἦν ἐκεῖ ἐν τῇ ἐρήμῳ ἡμέρας τεσσαράκοντα πειραζόμενος ὑπὸ τοῦ σατανᾶ, καὶ ἦν μετὰ τῶν θηρίων, καὶ οἱ ἄγγελοι διηκόνουν αὐτῷ.» (Μαρκ. 1,13), δηλαδή τι του κάνανε; αέρα με τις φτερούγες τους; του παρασκεύαζαν φαγητό; του κατασκευάζανε κατάλυμα; του ικανοποιούσαν διάφορες σωματικές και σεξουαλικές ανάγκες; Μετά τις σαράντα μέρες, επιστρέφει στην Γαλιλαία και μετά καλεί τον Ανδρέα και τον Πέτρο (στ. 16). Επίσης, να τονιστεί ένα ακόμα πολύ σημαντικό στοιχείο (που θα μας βοηθήσει παρακάτω), ότι ο Ιωάννης κλείστηκε στην φυλακή κατά τη διάρκεια της παραμονής του Ιησού στην έρημο. «Μετὰ δὲ τὸ παραδοθῆναι τὸν Ἰωάννην ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς εἰς τὴν Γαλιλαίαν» (1:14). Επομένως, όταν ο Ιησούς επανήλθε στα μέρη του μετά από τους πειρασμούς στην έρημο, ο Ιωάννης ήταν ήδη φυλακή.
Στο κατά «Ματθαίον» αναφέρονται περίπου τα ίδια, με τη διαφορά ότι ο Ιησούς πειράστηκε από τον διάβολο αφού πρώτα νήστεψε σαράντα μέρες. «νηστεύσας ἡμέρας τεσσαράκοντα καὶ νύκτας τεσσαράκοντα ὕστερον ἐπείνασεν. Καὶ προσελθὼν αὐτῷ ὁ πειράζων εἶπεν…» (4:2-3). Ο συγγραφέας του ευαγγελίου συμφωνεί με τον συγγραφέα του κατά «Μάρκον», ότι ο Ιωάννης παραδόθηκε στην φυλακή κάπου ανάμεσα στην περίοδο των σαράντα ημερών. «Ἀκούσας δὲ ὁ Ἰησοῦς ὅτι Ἰωάννης παρεδόθη ἀνεχώρησεν εἰς τὴν Γαλιλαίαν» (4:12).
Στο κατά «Λουκάν» ευαγγέλιο, αναφέρονται επιπλέον πληροφορίες. Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής ήταν στην έρημο παιδιόθεν. «Τὸ δὲ παιδίον ηὔξανεν καὶ ἐκραταιοῦτο πνεύματι καὶ ἦν ἐν ταῖς ἐρήμοις ἕως ἡμέρας ἀναδείξεως αὐτοῦ πρὸς τὸν Ἰσραήλ» (1:80). Σύμφωνα με τον ίδιο συγγραφέα, ο Ιωάννης ξεκίνησε την αποστολή του βαπτίσματος, κατόπιν «θεϊκής οδηγίας». «ἐπ’ ἀρχιερέων Ἅννα καὶ Καϊάφα ἐγένετο ῥῆμα θεοῦ ἐπὶ Ἰωάννην τὸν τοῦ Ζαχαρίου υἱὸν ἐν τῇ ἐρήμῳ καὶ ἦλθεν εἰς πᾶσαν τὴν περίχωρον τοῦ Ἰορδάνου κηρύσσων βάπτισμα μετανοίας εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν» (3:2-3). Αυτό σημαίνει ότι δεν ήξερε φυσιογνωμικά τον Ιησού, εφόσον ποτέ του δεν τον συνάντησε. Το πότε τον γνώρισε, καθίσταται σαφέστατο από την μαρτυρία του ίδιου, η οποία διασώζεται στο κατά «Ιωάννην» ευαγγέλιο, όπου λέει: «Καὶ ἐμαρτύρησεν Ἰωάννης λέγων ὅτι Τεθέαμαι τὸ πνεῦμα καταβαῖνον ὡσεὶ περιστερὰν ἐξ οὐρανοῦ καὶ ἔμεινεν ἐπ’ αὐτόν κἀγὼ οὐκ ᾔδειν αὐτόν ἀλλ’ ὁ πέμψας με βαπτίζειν ἐν ὕδατι ἐκεῖνός μοι εἶπεν Ἐφ ὃν ἂν ἴδῃς τὸ πνεῦμα καταβαῖνον καὶ μένον ἐπ’ αὐτόν οὗτός ἐστιν ὁ βαπτίζων ἐν πνεύματι ἁγίῳ κἀγὼ ἑώρακα καὶ μεμαρτύρηκα ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ θεοῦ» (1:32-34). Τον γνώρισε λοιπόν, κατόπιν της θεϊκής καθοδηγήσεως· «όποιον δεις να μένει πάνω του το Πνεύμα του Θεού». Στο κατά «Μάρκον» και κατά «Ματθαίον» όμως, γνωρίζονται πριν τη βάπτιση. «Τότε παραγίνεται ὁ Ἰησοῦς ἀπὸ τῆς Γαλιλαίας ἐπὶ τὸν Ἰορδάνην πρὸς τὸν Ἰωάννην τοῦ βαπτισθῆναι ὑπ’ αὐτοῦ· ὁ δὲ Ἰωάννης διεκώλυεν αὐτὸν λέγων, Ἐγὼ χρείαν ἔχω ὑπὸ σοῦ βαπτισθῆναι καὶ σὺ ἔρχῃ πρός με» (3:13-14).
Αντιθέτως, στο τέταρτο ευαγγέλιο, επιστρέφοντας από την έρημο «τῇ ἡμέρᾳ τῇ τρίτῃ», έχει μαζί του όλους τους μαθητές και κάνει το πρώτο σημείο του ώστε να τους δείξει τη δόξα του. «Ταύτην ἐποίησεν τὴν ἀρχὴν τῶν σημείων ὁ Ἰησοῦς ἐν Κανὰ τῆς Γαλιλαίας καὶ ἐφανέρωσεν τὴν δόξαν αὐτοῦ καὶ ἐπίστευσαν εἰς αὐτὸν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ» (2:11).
Αν το πρώτο σημείο έγινε στην Κανά παρόντων των μαθητών, τότε πως είναι δυνατόν το κατά «Λουκάν» να αναφέρει σημεία πριν την συγκρότηση της ομάδας των δώδεκα; Για παράδειγμα, η κλήση του Πέτρου αναφέρεται στο πέμπτο κεφάλαιο, όπου ήδη έχουν προηγηθεί «σημεία». Σημειωτέον, ότι ο συγγραφέας του κατά «Λουκάν», γράφει στον πρόλογό του προς τον Θεόφιλο όπου και απευθύνεται, ότι «πᾶσιν ἀκριβῶς καθεξῆς σοι γράψαι κράτιστε Θεόφιλε» (1:3). Δηλαδή, του τα γράφει όλα με ακρίβεια και με σειρά.
Ακόμα, ο Βαπτιστής φυλακίζεται πολύ αργότερα. Διότι μετά τον γάμο στην Κανά (άρα, μετά τους πειρασμούς στην έρημο), μετά την μετάβασή του στην Καπερναούμ και την ολιγοήμερη παραμονή του εκεί με τους μαθητές, μετά την μετάβαση στα Ιεροσόλυμα για το Πάσχα των Ιουδαίων, μετά την εκδίωξη των εμπόρων από τον Ναό, μετά την συνομιλία του με τον Νικόδημο, μετά την επάνοδο στην Ιουδαία, ο Ιησούς βρήκε τον Βαπτιστή να εξακολουθεί να βαπτίζει. Δεν είχε μπει ακόμα φυλακή. Αναφέρεται ρητά αυτό κατά την ανάγνωση του δευτέρου και του τρίτου κεφαλαίου, αλλά και από τα παρακάτω· «Μετὰ ταῦτα ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς καὶ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ εἰς τὴν Ἰουδαίαν γῆν καὶ ἐκεῖ διέτριβεν μετ’ αὐτῶν καὶ ἐβάπτιζεν· ἦν δὲ καὶ Ἰωάννης βαπτίζων ἐν Αἰνὼν ἐγγὺς τοῦ Σαλείμ ὅτι ὕδατα πολλὰ ἦν ἐκεῖ καὶ παρεγίνοντο καὶ ἐβαπτίζοντο• οὔπω γὰρ ἦν βεβλημένος εἰς τὴν φυλακὴν ὁ Ἰωάννης» (3:22-24).
Ο συγγραφέας του κατά «Λουκάν» μας δίνει την αιτία που ο Ιωάννης φυλακίστηκε· «ὁ δὲ Ἡρῴδης ὁ τετράρχης, ἐλεγχόμενος ὑπ’ αὐτοῦ περὶ Ἡρῳδιάδος τῆς γυναικὸς φιλίππου τοῦ ἀδελφοῦ αὐτοῦ καὶ περὶ πάντων ὧν ἐποίησεν πονηρῶν ὁ Ἡρῴδης προσέθηκεν καὶ τοῦτο ἐπὶ πᾶσιν καὶ κατέκλεισεν τὸν Ἰωάννην ἐν τῇ φυλακῇ» (3:19-20). Αυτό σημαίνει ότι ο Ιωάννης πήγε φυλακή και παρέμεινε εκεί ως το τέλος της ζωής του. (Το ερώτημα του Ιωάννη:
Συνοψίζοντας, λέμε τα εξής:
1. Οι συνοπτικοί αναφέρουν τους πειρασμούς ακριβώς μετά τη βάπτιση. Στο τέταρτο ευαγγέλιο δεν αναφέρονται καθόλου οι πειρασμοί.
2. Οι συνοπτικοί θέλουν τον Ιησού να φέρεται «υπό του Πνεύματος» στην έρημο. Μάλιστα, ο συγγραφέας του κατά «Μάρκον» χρησιμοποιεί το ρήμα «εκβάλλει» στην έρημο. Δηλαδή, τον βγάζει, τον απομακρύνει σε έρημο τόπο. Στο τέταρτο ευαγγέλιο, ο Ιησούς φαίνεται ότι μετά τη βάπτιση παραμένει κοντά στον Βαπτιστή. Μάλιστα αυτό έγινε αιτία να φύγουν από τον Βαπτιστή δύο μαθητές του και να προσκολληθούν στον Ιησού, ΠΡΙΝ πάει στην Γαλιλαία ο Ιησούς. Ο ένας ήταν ο Ανδρέας (που η ίδια η εκκλησία αποκάλεσε «πρωτόκλητο»). Στους συνοπτικούς όμως, πηγαίνει στον Ιησού ΜΕΤΑ την επιστροφή από την έρημο.
3. Στους συνοπτικούς δεν έχει ακόμα σχηματίσει την ομάδα των δώδεκα όταν πάει στην Γαλιλαία. Στο τέταρτο ευαγγέλιο όμως την έχει ήδη δημιουργήσει.
4. Στους συνοπτικούς, ο Ιωάννης μπαίνει στην φυλακή ενώ ο Ιησούς είναι στην έρημο. Στο τέταρτο, φυλακίζεται πολύ μετά την επιστροφή του Ιησού από αυτήν.
Οι διαφορετικές διηγήσεις δεν προέρχονται από γραπτά που μας άφησαν οι αυτόπτες (Ματθαίος και Ιωάννης), ούτε από ανθρώπους που γνώρισαν τους αυτόπτες (Μάρκος, Λουκάς). Πρόκειται περί διαφορετικών προφορικών παραδόσεων που αλλοιώθηκαν από στόμα σε στόμα.
Τα κείμενα αυτά γράφτηκαν πολύ μετά από αυτά στα οποία αναφέρονται. Οι οποιεσδήποτε διασταυρώσεις των γραφομένων δεν ήταν εφικτές, καθώς ούτε ακόμα αποτελούσαν επιμέρους κείμενα ενός βιβλίου (όπως σήμερα), ούτε είχε ο καθένας την ευχέρεια να τα έχει στην βιβλιοθήκη του ανά πάσα στιγμή.
Η παράδοση που θέλει την ταύτιση των συγγραφέων με τους αποστόλους και τους μαθητές τους, είναι μεταγενέστερη και προέρχεται από τον Ειρηναίο της Λυών κατά το δεύτερο ήμισυ του δευτέρου αιώνος κοινής εποχής. Και αυτό, στην προσπάθεια του Ειρηναίου να παραγκωνίσει τις υπόλοιπες ομάδες που επικαλούνταν διαφορετικά ευαγγέλια για να στηρίξουν τις απόψεις τους. Αυτή η παράδοση έγινε -για ευνόητους λόγους-παράδοση της Εκκλησίας. Η αλήθεια όμως είναι διαφορετική, καθώς τα ευαγγέλια παραδόθηκαν ανώνυμα και οι τίτλοι τους προστέθηκαν εκ των υστέρων από τους διάφορους αντιγραφείς.
ΔΕΣ:
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου