Το να αρχίσουμε τις προσπάθειες για να πάψουμε να νιώθουμε τις ίδιες μας τις ανάγκες είναι μια στρατηγική για να ανακουφίσουμε τον πόνο της απογοήτευσης.
Θα εξασκήσουμε για χρόνια αυτό το σχέδιο επιβίωσης: να προσπαθούμε να μην καταγράφουμε τις ανάγκες μας. Και ίσως μια μέρα να φτάσουμε να ταυτιστούμε με αυτόν τον τρόπο ύπαρξης. Τότε πια δεν θα πρόκειται για στρατηγική, αλλά για την προσωπικότητά μας. Εγώ δεν χρειάζομαι τίποτα· τα καταφέρνω μόνος μου. Θα μείνουμε κολλημένοι σ’ αυτήν τη σκέψη και θα ξεχάσουμε αυτό που πραγματικά είμαστε, αυτό που μας προκαλεί πραγματική χαρά, γαλήνη και απόλαυση.
Εκείνη τη στιγμή θα φανεί ίσως αυτό που ο Έριχ Φρομ εξηγεί στο βιβλίο του Να έχεις ή να είσαι: θα πιστέψουμε πως ένα καινούργιο αυτοκίνητο, ένα ακριβότερο σπίτι, το τελευταίο αποσμητικό ή ένας λογαριασμός με αρκετά λεφτά θα μας κάνουν ευτυχισμένους.
Η κοινωνία της κατανάλωσης μας πουλάει την ιδέα πως η ιδιοκτησία είναι η πόρτα· τα κλειδιά είναι να αγοράζουμε, να ξοδεύουμε και να αλλάζουμε. Όταν αυτές οι έννοιες γίνουν τμήμα των πεποιθήσεών μας, η χειραγώγηση της συμπεριφοράς μας θα είναι εύκολη υπόθεση. Ωστόσο, μόλις αποκτήσουμε αυτό που επιθυμούμε, θα συνειδητοποιήσουμε πως «αυτό» δεν μας αρκεί, και γρήγορα οι διαφημίσεις θα μας υποδείξουν κάτι άλλο, ώστε να συνεχίσουμε την προσπάθεια από λάθος δρόμο.
Θα έπρεπε να έρθει κάποτε η μέρα που θα μπορέσουμε να σταματήσουμε και να καταλάβουμε πως δεν είναι αυτός ο σωστός δρόμος. Είναι ώρα να ψάξουμε μέσα μας- να ακούσουμε ξανά τους εαυτούς μας. Αλλά δεν είναι τόσο εύκολο.
Έχουμε ξεχάσει πώς γίνεται, και πολλές φορές θα πρέπει να ζητήσουμε από κάποιον άλλον να μας βοηθήσει να μάθουμε ξανά ποιοι είμαστε και να μας παρακινήσει να επανακτήσουμε τη σοφία που είχαμε παιδιά, τότε που μπορούσαμε να γελάμε και να παίζουμε ασταμάτητα.
Ας μιλήσουμε για την πρόκληση να μάθουμε να ακούμε τον εαυτό μας, να τον λαμβάνουμε υπόψη, να τον δούμε όπως οι γονείς μας δεν ήξεραν να τον βλέπουν, στο πλάι του αγαπημένου μας προσώπου.
Είναι πολύ οδυνηρό να έχεις ανάγκη και να μην παίρνεις αυτό που χρειάζεσαι, κι αυτό είναι το βασικό πρόβλημα. Κανείς δε θέλει να νιώσει τον πόνο τού να χρειάζεται κάτι και να μην το έχει.
Αλλά αυτός ο πόνος είναι η μόνη διέξοδος για να μπορέσω να ανακαλύψω τις αληθινές μου ανάγκες και, μόνο αν τις ανακαλύψω, θα μπορέσω μετά (μετά!) να τις ικανοποιήσω. Γιατί, αν αντιστεκόμαστε στο να νιώσουμε ευάλωτοι, κάθε φορά θα σκληραίνουμε όλο και περισσότερο και θα απομακρυνόμαστε από την πιθανότητα να διαπιστώσουμε τι χρειαζόμαστε.
Και, επίσης, με αυτόν τον τρόπο μειώνουμε και τη δεκτική μας ικανότητα.
Πρέπει να λάβουμε υπόψη πως, πιθανότατα, αυτή η στρατηγική τού να μην νιώθουμε, μας φάνηκε χρήσιμη κατά την παιδική ηλικία. Ίσως να ήταν ιδιαιτέρως έξυπνο να γίνουμε αναίσθητοι απέναντι σε μια ανάγκη μας που δεν μπορούσαμε να ικανοποιήσουμε.
Αλλά, ως ενήλικες, μπορούμε να δώσουμε σ’ εμάς τους ίδιους αυτό που χρειαζόμαστε, ή να βρούμε τα κατάλληλα πρόσωπα για να τους το ζητήσουμε. Δεν είμαστε πια εξαρτημένοι από τους γονείς μας.
Θα εξασκήσουμε για χρόνια αυτό το σχέδιο επιβίωσης: να προσπαθούμε να μην καταγράφουμε τις ανάγκες μας. Και ίσως μια μέρα να φτάσουμε να ταυτιστούμε με αυτόν τον τρόπο ύπαρξης. Τότε πια δεν θα πρόκειται για στρατηγική, αλλά για την προσωπικότητά μας. Εγώ δεν χρειάζομαι τίποτα· τα καταφέρνω μόνος μου. Θα μείνουμε κολλημένοι σ’ αυτήν τη σκέψη και θα ξεχάσουμε αυτό που πραγματικά είμαστε, αυτό που μας προκαλεί πραγματική χαρά, γαλήνη και απόλαυση.
Εκείνη τη στιγμή θα φανεί ίσως αυτό που ο Έριχ Φρομ εξηγεί στο βιβλίο του Να έχεις ή να είσαι: θα πιστέψουμε πως ένα καινούργιο αυτοκίνητο, ένα ακριβότερο σπίτι, το τελευταίο αποσμητικό ή ένας λογαριασμός με αρκετά λεφτά θα μας κάνουν ευτυχισμένους.
Η κοινωνία της κατανάλωσης μας πουλάει την ιδέα πως η ιδιοκτησία είναι η πόρτα· τα κλειδιά είναι να αγοράζουμε, να ξοδεύουμε και να αλλάζουμε. Όταν αυτές οι έννοιες γίνουν τμήμα των πεποιθήσεών μας, η χειραγώγηση της συμπεριφοράς μας θα είναι εύκολη υπόθεση. Ωστόσο, μόλις αποκτήσουμε αυτό που επιθυμούμε, θα συνειδητοποιήσουμε πως «αυτό» δεν μας αρκεί, και γρήγορα οι διαφημίσεις θα μας υποδείξουν κάτι άλλο, ώστε να συνεχίσουμε την προσπάθεια από λάθος δρόμο.
Θα έπρεπε να έρθει κάποτε η μέρα που θα μπορέσουμε να σταματήσουμε και να καταλάβουμε πως δεν είναι αυτός ο σωστός δρόμος. Είναι ώρα να ψάξουμε μέσα μας- να ακούσουμε ξανά τους εαυτούς μας. Αλλά δεν είναι τόσο εύκολο.
Έχουμε ξεχάσει πώς γίνεται, και πολλές φορές θα πρέπει να ζητήσουμε από κάποιον άλλον να μας βοηθήσει να μάθουμε ξανά ποιοι είμαστε και να μας παρακινήσει να επανακτήσουμε τη σοφία που είχαμε παιδιά, τότε που μπορούσαμε να γελάμε και να παίζουμε ασταμάτητα.
Ας μιλήσουμε για την πρόκληση να μάθουμε να ακούμε τον εαυτό μας, να τον λαμβάνουμε υπόψη, να τον δούμε όπως οι γονείς μας δεν ήξεραν να τον βλέπουν, στο πλάι του αγαπημένου μας προσώπου.
Είναι πολύ οδυνηρό να έχεις ανάγκη και να μην παίρνεις αυτό που χρειάζεσαι, κι αυτό είναι το βασικό πρόβλημα. Κανείς δε θέλει να νιώσει τον πόνο τού να χρειάζεται κάτι και να μην το έχει.
Αλλά αυτός ο πόνος είναι η μόνη διέξοδος για να μπορέσω να ανακαλύψω τις αληθινές μου ανάγκες και, μόνο αν τις ανακαλύψω, θα μπορέσω μετά (μετά!) να τις ικανοποιήσω. Γιατί, αν αντιστεκόμαστε στο να νιώσουμε ευάλωτοι, κάθε φορά θα σκληραίνουμε όλο και περισσότερο και θα απομακρυνόμαστε από την πιθανότητα να διαπιστώσουμε τι χρειαζόμαστε.
Και, επίσης, με αυτόν τον τρόπο μειώνουμε και τη δεκτική μας ικανότητα.
Πρέπει να λάβουμε υπόψη πως, πιθανότατα, αυτή η στρατηγική τού να μην νιώθουμε, μας φάνηκε χρήσιμη κατά την παιδική ηλικία. Ίσως να ήταν ιδιαιτέρως έξυπνο να γίνουμε αναίσθητοι απέναντι σε μια ανάγκη μας που δεν μπορούσαμε να ικανοποιήσουμε.
Αλλά, ως ενήλικες, μπορούμε να δώσουμε σ’ εμάς τους ίδιους αυτό που χρειαζόμαστε, ή να βρούμε τα κατάλληλα πρόσωπα για να τους το ζητήσουμε. Δεν είμαστε πια εξαρτημένοι από τους γονείς μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου