Κυριακή 21 Ιουλίου 2019

Ο Πλάτων, ο Μάρκος Αυρήλιος και οι φιλόσοφοι-βασιλείς

«τῆς δὲ ζημίας μεγίστη τὸ ὑπὸ πονηροτέρου ἄρχεσθαι, ἐὰν μὴ αὐτὸς ἐθέλῃ ἄρχειν». Πολιτεία, 347c
 
Πλάτων και Πολιτεία.
 
Μαθητής του Σωκράτη, καταγόμενος από αριστοκρατική αθηναϊκή οικογένεια και έχοντας λάβει από πολύ νωρίς προσεγμένη εκπαιδευτική αγωγή, ο Πλάτωνας (428/7-348/7 π.Χ.) υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους φιλοσόφους της ελληνικής αρχαιότητας. Η σκέψη του, έτσι όπως αποτυπώνεται στα έργα του μέσω του διαλόγου, συνυφαίνει θέματα ηθικής, πολιτικής επιστημολογίας και οντολογίας. Στο επίκεντρο της φιλοσοφίας του βρίσκεται η θεωρία των ιδεών, ο λόγος περί ψυχής, ο δεσμός ανάμεσα στην ψυχή και την πόλη και η συνεπακόλουθη ανάγκη ηθικοπολιτικού μετασχηματισμού τους, ο οποίος περιγράφεται με ενάργεια στο έργο του Πολιτεία.
 
Ως είδος συγγραφής η Πολιτεία αποτελεί μια διηγηματική αφήγηση του Σωκράτη σε κάποιον ή κάποιους μη κατονομαζόμενους ακροατές που τον ακούνε σιωπηλοί. Τους διηγείται την ενδιαφέρουσα και μακρά -ολονύκτια- συζήτηση, που είχε πραγματοποιηθεί την προηγούμενη μέρα στον Πειραιά, στο σπίτι ενός ηλικιωμένου πλούσιου μετοίκου από τις Συρακούσες της Σικελίας, του Κέφαλου, με κύριους συνομιλητές δύο ξεχωριστούς νέους, τον Γλαύκωνα και τον Αδείμαντο, μεγαλύτερους αδερφούς του Πλάτωνα. Θεματικός πυρήνας αυτής της συζήτησης είναι το ερώτημα περί της δικαιοσύνης και της αδικίας, αλλά και το αν και κατά πόσο ο άδικος ή δίκαιος άνθρωπος κατακτά την ευτυχία, τόσο σ’ αυτήν όσο και στην άλλη ζωή. Σύμφωνα με τον Πλάτωνα, αφού ο απόλυτα δίκαιος άνθρωπος είναι ο αγαθός και ευτυχισμένος σε κάθε τομέα της ζωής του, γίνεται σαφές ότι η ευτυχία και η δικαιοσύνη εμφανίζονται στην Πολιτεία ως έννοιες ταυτόσημες. Αφορμή για την εκκίνηση της συζήτησης στάθηκε η ανησυχία του Κέφαλου για την τύχη της ψυχής του μετά θάνατον και για το αν οι αδικίες που διέπραξε στην επίγεια ζωή σταθούν αιτίες για την τιμωρία του στον Άδη.
 
Ως και τα μέσα του δεύτερου βιβλίου, ο Γλαύκων, ο Αδείμαντος, ο Πολέμαρχος και ο σοφιστής Θρασύμαχος, αναζητούν την ουσία της δικαιοσύνης και προσπαθούν να προσδιορίσουν τα χαρακτηριστικά της. Πιο συγκεκριμένα, ο Κέφαλος υποστηρίζει ότι η δικαιοσύνη είναι η εντιμότητα στις συναλλαγές, -ο ίδιος ως πλούσιος μπορεί να είναι δίκαιος εφόσον δύναται να εξοφλά τα χρέη του- και συνίσταται στην τήρηση ορισμένων απλοϊκών κανόνων. Όταν τον λόγο παίρνει στη συνέχεια ο Πολέμαρχος, ισχυρίζεται ότι η δικαιοσύνη είναι ταυτόσημη με την απόδοση του καλού στο φίλο και του κακού στον εχθρό. Ωστόσο, η θεωρία του εμφανίζει πολλές αδυναμίες τις οποίες επισημαίνει ο Σωκράτης, καθώς παρακάμπτει εντελώς το ενδεχόμενο ότι ο φίλος μπορεί να είναι άδικος ενώ ο εχθρός να είναι δίκαιος, όπως επίσης ότι το δίκαιο είναι αρετή, άρα εκ φύσεως καλό, γεγονός που αντιτίθεται στην πιθανότητα ότι μπορεί να προκαλέσει κακό έστω και στον εχθρό. Σκληρότερος συνομιλητής αποδεικνύεται ο σοφιστής Θρασύμαχος, ο οποίος δηλώνει ότι ο όρος «δικαιοσύνη» καθορίζεται από το συμφέρον του ισχυρότερου, δηλαδή του άρχοντα. Ο ίδιος κατατάσσει τη δικαιοσύνη στην περιοχή της κακίας και της ανοησίας, ενώ την αδικία στην περιοχή της αρετής και της σοφίας. Χαρακτηρίζει τον άδικο ως ισχυρό, αυτάρκη και ευφυή, εφόσον προνοεί για το προσωπικό του συμφέρον, ενώ τον δίκαιο ως κακό και ανόητο, εφόσον ωφελεί τους άλλους και όχι τον εαυτό του. Οι άνθρωποι δηλαδή για τον σοφιστή, επιλέγοντας την αδικία, εξασφαλίζουν μια ζωή σαφώς καλύτερη. Όταν τον λόγο παίρνει ο Γλαύκων, φαίνεται ότι προσεγγίζει το ζήτημα της δικαιοσύνης βάσει της καθημερινότητας στην οποία δρουν και δραστηριοποιούνται οι πολίτες. Αποδέχεται ότι το δίκαιο είναι κάτι επιθυμητό, αλλά αντιπαρέρχεται την αντίληψη, ότι πρόκειται για έμφυτη αρετή του ατόμου. Υποστηρίζει ότι είναι αποτέλεσμα κοινωνικών συμβιβασμών, οι οποίοι επέρχονται μετά τις πιέσεις που ασκούν οι αδύναμοι στην κοινή γνώμη για την αποφυγή κάθε είδους αδικίας. Και αυτό γιατί δεν μπορούν να διαπράξουν αδικίες χωρίς μετά να υποστούν τις συνέπειές τους. Έτσι, ο Γλαύκων υποστηρίζει ότι όποιος θα μπορούσε να αδικήσει χωρίς να γίνει αντιληπτός, σε καμία περίπτωση δε θα το απέφευγε, καθώς κανείς δεν είναι από την φύση του δίκαιος, αλλά αναγκάζεται να γίνει προκειμένου να αποφύγει την τιμωρία. Σημασία δεν έχει λοιπόν να είναι κανείς δίκαιος, αλλά να φαίνεται δίκαιος. Τελευταίος που εκφράζει τη γνώμη του περί δικαιοσύνης και που ταυτόχρονα παρακινεί τον Σωκράτη να μην περιοριστεί σε μια αφηρημένη περιγραφή της, είναι ο Αδείμαντος. Στρέφεται εναντίον όσων προάγουν την αρετή της δικαιοσύνης, χωρίς όμως να εισχωρούν στην ουσία της, με την πρόφαση ότι η κατάκτησή της είναι έργο δύσκολο και κουραστικό. Αυτοί, είναι οι γονείς, οι δάσκαλοι και οι ιερείς, οι οποίοι ουσιαστικά διδάσκουν τους νέους να αποζητούν όχι την πραγματική δικαιοσύνη, αλλά την φαινομενική, (πχ μέσω ικεσιών και τελετών προς τους Θεούς) και να καρπώνονται τα οφέλη της αδικίας.
 
Η αρετή της δικαιοσύνης.
 
Αφού λοιπόν, οι συνομιλητές ολοκλήρωσαν την επιχειρηματολογία τους σχετικά με το θέμα της δικαιοσύνης, τον λόγο παίρνει ο Σωκράτης. Αποφασίζει να προσεγγίσει το θέμα αρχικώς από το γενικό, δηλαδή υπό το συλλογικό πρίσμα, μέσω της κοινωνίας, και να φτάσει στο επιμέρους, δηλαδή στο άτομο. Επιχειρεί να γνωρίσει την ουσία της δικαιοσύνης μέσα από τη δημιουργία της κοινωνίας και για την επίτευξη αυτού του σκοπού, επιδιώκει να αποδείξει ότι ο άνθρωπος είναι η αληθινή πολιτεία σε σμίκρυνση και ότι η πολιτεία είναι ο αληθινός άνθρωπος σε μεγέθυνση. Ο Πλάτων αντιμετωπίζει αρχικά τον άνθρωπο ως ον στην κοινωνική του διάσταση, του οποίου οι ανάγκες είναι εκ φύσεως κοινωνικά καθορισμένες και δεν είναι τυχαίο ότι στρέφεται στα κοινωνικά φαινόμενα πριν από τα ατομικά. Αντιλαμβάνεται ότι η μέθοδος αυτή μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικότερα για την κατάκτηση της αλήθειας και έτσι ξεκινά τον συλλογισμό του από την σύσταση της πρώτης πολιτείας. Σύμφωνα με τον Σωκράτη, ο άνθρωπος δημιούργησε την πρώτη πολιτική κοινότητα προκειμένου να εξασφαλίσει τα απαραίτητα για την διαβίωση και την επιβίωσή του. Όμως η πραγματική ευημερία είναι αδύνατη χωρίς τον κατάλληλο άρχοντα να κυβερνά. Το πραγματικό ερώτημα λοιπόν είναι, ποιος είναι ο κατάλληλος να αναλάβει τα ηνία του κράτους;
 
Οι φιλόσοφοι-βασιλείς.
 
«(πρέπει) ή να κυβερνήσουν στις πολιτείες οι φιλόσοφοι ή να ασχοληθούν με τη φιλοσοφία (οι βασιλείς)», 473c.
 
Στο χωρίο αυτό της Πολιτείας, ο Πλάτων εκθέτει ουσιαστικά τον χαρακτήρα αυτού που πρέπει να κυβερνά. Σύμφωνα με τα λεγόμενά του, ο φιλόσοφος-βασιλιάς θα είναι ένα άτομο το οποίο θα συνδυάζει δυο δυνάμεις: τη φιλοσοφία με την πολιτική. Αυτή η ένωση είναι απαραίτητη καθώς ο φιλόσοφος, αν δεν είναι και βασιλιάς, δε θα μπορεί να είναι ειλικρινής με τον εαυτό του, επομένως δε θα μπορεί να προσφέρει στο κοινωνικό σύνολο, για το οποίο ενδιαφέρεται από τη φύση του. Επίσης ο φιλόσοφος-βασιλιάς είναι αυτό το πρόσωπο που συνδυάζει την θεωρητική με την πρακτική πλευρά της φιλοσοφίας· από τη μια πλευρά ασχολείται με την πολιτική, δηλαδή με την πρακτική πλευρά της φιλοσοφίας, ενώ από την άλλη πλευρά δεν παραλείπει να φιλοσοφεί και να έχει το δικαίωμα της δημόσιας έκφρασης. Ο άνθρωπος λοιπόν κατέχει τον λόγο, την αλήθεια, και ακριβώς γι’ αυτό μπορεί να σώσει ένα κράτος. Με αυτήν τη λογική, ο φιλόσοφος δεν είναι απλά μόνο ένας μορφωμένος άνθρωπος, αλλά πρωτίστως είναι ένας άνθρωπος φιλαλήθης, με μεγάλη νοητική ικανότητα και ταχεία αντίληψη, ένας καλός καγαθός άνθρωπος.

Βασικό χαρακτηριστικό του φιλόσοφου-βασιλιά είναι η Δικαιοσύνη. Ο φιλόσοφος μπορεί να κυβερνήσει ένα κράτος διότι ως δίκαιος άνθρωπος έχει κάνει πρώτα καλό στον ίδιο του τον εαυτό. Επομένως, μπορεί να κάνει καλό και στους συνανθρώπους του μέσω της δικής του καλοσύνης. Έτσι, στο πρόσωπό του αντικατοπτρίζεται η γνώση του καλού και του κακού, η οποία ταυτίζεται με τη δικαιοσύνη, που αποτελεί ίσως το κυριότερο έργο του φιλόσοφου-βασιλιά. Η ηθική πλευρά του φιλόσοφου-βασιλιά έγκειται στα εξής χαρακτηριστικά του˙ είναι φιλαλήθης, ερωτευμένος με την αιώνια ουσία, είναι παιδιόθεν φιλομαθής, σώφρων, ελεύθερος, δε φοβάται τον θάνατο, δεν είναι ενάντιος στην ομορφιά, κα. Ένα πολύ βασικό ηθικό του γνώρισμα είναι ότι είναι το μόνο πρόσωπο το οποίο μπορεί να συμβάλλει πραγματικά στην ευδαιμονία της πόλης και των πολιτών της. Η ικανότητά του να διαχωρίζει την πολιτική, από την στρατιωτική και την οικονομική δύναμη, πηγάζει από το γεγονός ότι είναι το μόνο πρόσωπο που γνωρίζει έναν τρόπο ζωής που προσφέρει την πραγματική ευδαιμονία, και όχι την εικονική ευδαιμονία της χρηματιστικής κυβέρνησης. Εμμέσως, με τον τρόπο αυτό προβάλλεται η πρακτική πλευρά της φιλοσοφίας, σύμφωνα με την οποία η ίδια μπορεί να οδηγήσει τον άνθρωπο στην άριστη και καλή ζωή. Έχοντας ο φιλόσοφος όλα αυτά τα ηθικά χαρακτηριστικά, διαθέτει αυτόματα εκ φύσεως τη φυσική εκείνη προδιάθεση που θα τον οδηγήσει εύκολα στην Ιδέα κάθε πραγματικού όντος.
 
Ως τέτοιος φιλόσοφος μνημονεύεται ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Μάρκος Αυρήλιος ο οποίος δεν καταχράστηκε ποτέ την απόλυτη εξουσία που του προσέφερε ο τίτλος του αυτοκράτορα. Αποτέλεσε ίσως τον μοναδικό «αυτοκράτορα-φιλόσοφο» στην ιστορία και το ημερολόγιο που κρατούσε κατά τη διάρκεια των εκστρατειών του, «Τὰ εἰς ἑαυτὸν», αποτελεί τη «Βίβλο» του φιλοσοφικού ρεύματος του Στωικισμού…
 
«Μάρκος, ὁ καὶ Ἀντωνῖνος, βασιλεὺς Ῥωμαίων ὁ ἐπαινετὸς κατὰ πάντα φιλόσοφος..». -Λεξικό Σουίδα, 3.
 
Περί του Μάρκου Αυρηλίου.
 
Γνωστός ως ο μοναδικός «φιλόσοφος-βασιλέας» που πέρασε ποτέ από την ιστορία, ο Μάρκος Αυρήλιος (121-180 π.Χ.) κυβέρνησε επί 19 συναπτά έτη το ισχυρότερο κράτος του τότε κόσμου˙ μια αχανή αυτοκρατορία που εκτεινόταν από τη σημερινή Σκωτία μέχρι τη Σαχάρα και από την Ισπανία μέχρι το Ιράκ˙ ένα κράτος που περιελάμβανε όλην την Ευρώπη εντεύθεν του Ρήνου και του Δούναβη και όλη τη Βόρεια Αφρική και τη Μέση Ανατολή, τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.
 
Έχοντας χάσει πολύ νωρίς τον πατέρα του, ο Μάρκος Αυρήλιος “υιοθετήθηκε” από τον παππού του, ο οποίος ανέλαβε την επιμέλεια του εγγονού του και φρόντισε για τη μόρφωσή του. Καθώς ο Μάρκος προοριζόταν να ακολουθήσει πολιτική σταδιοδρομία, κρίθηκε σκόπιμο να διδαχθεί τη ρητορική τέχνη. Ο ίδιος, όμως, αποφάσισε να την εγκαταλείψει, προκειμένου να στραφεί στη φιλοσοφία. Μέσα από τα κείμενα του Κόιντου Ιουνίου Αρουληνού Ρουστικού και τις διδασκαλίες του Κίνα Κάτουλου και του Κλαύδιου Μάξιμου μυήθηκε στη στωική φιλοσοφία, η οποία έμελλε να γίνει ο μόνιμος και αξιόπιστος οδηγός του,  βοηθώντας τον να αντιμετωπίσει με αξιοπρέπεια τα αβάσταχτα βάσανα και τις αλλεπάλληλες ταλαιπωρίες που συνάντησε τόσο στην προσωπική και οικογενειακή ζωή του, όσο και στον δημόσιο βίο του –τους αλλεπάλληλους θανάτους των παιδιών του, τις επονείδιστες απιστίες της γυναίκας του, τις αγωνίες των μαχών, τις δολοπλοκίες και τις αποστασίες των υφισταμένων του, τις φονικές επιδημίες που σάρωναν την επικράτεια, παρασύροντας κάποια στιγμή και τον ίδιο στον θάνατο.
 
Ο Μάρκος Αυρήλιος και η Στωική Φιλοσοφία.
 
Χάρη στη στωική φιλοσοφία, κατέστειλε τα πάθη που θολώνουν το μυαλό και όπως απεφάνθη, πέτυχε, με τις φρόνιμες αποφάσεις που έλαβε τόσο την εποχή των μακροχρόνιων πολέμων, όσο και στα χρόνια της ειρήνης στη Ρώμη, η μικρούλα, όπως την έβλεπε, μέσα στο αχανές σύμπαν, ύπαρξή του να βρει μέσα της την ισορροπία της ψυχής του και να εναρμονιστεί, έτσι, με την παγκόσμια τάξη του κόσμου. Τις σκέψεις του, τις εμπειρίες του από τη ζωή του, το πώς και με πόση αποτελεσματικότητα μας βοηθάει η φιλοσοφία να αντιμετωπίσομε και την πιο δύσκολη ακόμη στιγμή, ο Μάρκος Αυρήλιος τα κατέγραψε σε ένα είδος ημερολογίου, στο οποίο αργότερα δόθηκε ο τίτλος «Τα εις εαυτόν». 
 
«Μην ενεργείς δίχως την θέλησή σου, δίχως το πνεύμα της κοινής ωφελείας, δίχως συγκρότηση ή από αντίδραση. Μην προσπαθείς να κάνεις πιο όμορφη την σκέψη σου με ψεύτικα στολίδια ή πολυλογίες και μην καταπιάνεσαι με τα πάντα. Ο Θεός που είναι μέσα σου, ας είναι ο προστάτης ενός όντος αρσενικού, μεστωμένου, πολιτικού, πολιτισμένου, αρχοντικού και συγκροτημένου, ωσάν εκείνον που περιμένει ήρεμα τη λήξη του βίου, δίχως να χρειάζεται με όρκους να το αποδείξει ή με την ανθρώπινη μαρτυρία. Γαλήνιος, δίχως την ανάγκη της έξωθεν βοηθείας ή της παρηγορίας που παρέχουν οι άλλοι. Διότι όρθιος πρέπει να στέκεις, όχι ορθωμένος από τους άλλους». -Τὰ εἰς ἑαυτόν, 3.5
 
Στο μακροσκελές διάστημα της βασιλείας του, από το 161 έως το 180 π.Χ., ο Μάρκος Αυρήλιος άσκησε με επιτυχία τα καθήκοντά του τόσο στον στρατιωτικό όσο και στον πολιτικό τομέα έτσι, ώστε να αναγνωριστεί ως άξιος ηγέτης της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Ως προς τη στρατιωτική δράση του, προκειμένου να διατηρήσει τα σύνορα της αυτοκρατορίας, πολέμησε για πολλά χρόνια στην Ανατολή, όταν οι Πάρθοι εισέβαλαν στην Αρμενία, και στη Δύση, όταν οι Μαρκομάνοι Γερμανοί παραβίασαν τα βόρεια σύνορα. Σε πολιτικό επίπεδο, πήρε πρωτοβουλίες και έλαβε μέτρα στοχεύοντας στη δημιουργία μιας δικαιότερης και πιο ήπιας κοινωνίας. Εισήγαγε ένα πιο αντιπροσωπευτικό των αναγκών των πολιτών σύστημα φορολόγησης και διεύρυνε τα δικαιώματα των δούλων, καθώς γενίκευσε τις απελευθερώσεις των, τους έδωσε το δικαίωμα να κληρονομούν τον κύριό τους εφόσον ο τελευταίος αυτός δεν είχε συγγενείς και απαγόρευσε τη σωματική τιμωρία και τον φόνο από τον κύριό τους. Συνέστησε ειδικό ταμείο για τους απόρους και ειδική υπηρεσία για τη μέριμνα των ορφανών και οργάνωσε ένα αποτελεσματικό σύστημα επισιτισμού. Φρόντισε για την απαλλαγή των φρενοβλαβών που παρανόμησαν και θέσπισε νόμο σύμφωνα με τον οποίο, στις δίκες, σε περίπτωση αμφιβολιών, να δίνεται μια πιο ευνοϊκή υπέρ του κατηγορούμενου ερμηνεία για την ανθρώπινη ελευθερία. Επιπλέον, περιόρισε τις βαναυσότητες στις δημόσιες μονομαχίες συναντώντας γι’ αυτό την έντονη αντίδραση των πολιτών, οι οποίοι, μάλιστα, στασίασαν εναντίον του όταν αποφάσισε να επιστρατεύσει τους μονομάχους για τον πόλεμο κατά των Μαρκομάνων φωνάζοντάς του ότι ήθελε να τους αποσπάσει από τις διασκεδάσεις για να τους στρέψει στην πληκτική φιλοσοφία. Ο Μάρκος Αυρήλιος άσκησε τα καθήκοντά του ως πολιτικός και ως στρατιωτικός ηγέτης έχοντας σαν γνώμονα των επιλογών του την αλληλεγγύη. Η ανεκτικότητα και η ανεξικακία που τον χαρακτήριζαν υπαγορεύονταν από την πεποίθηση που του καλλιεργήθηκε μέσα του από την αδιάκοπη ενασχόλησή του με την στωική φιλοσοφία.
 
Για τους λόγους αυτούς, τη στοχαστική δηλαδή φύση του και τη διακυβέρνησή του που οριζόταν από τη λογική και τη δικαιοσύνη, σχεδόν ταυτίστηκε με τον «φιλόσοφο-βασιλέα» της πλατωνικής Πολιτείας.
 
«Αν οι φιλόσοφοι δεν γίνουν βασιλείς στις πόλεις, ή αυτοί που ονομάζονται σήμερα βασιλείς και δυνάστες, δεν φιλοσοφήσουν γνήσια κι όσο χρειάζεται, σε τρόπο που να συμπέση στο ίδιο πρόσωπο και δύναμη και φιλοσοφία, και δεν αποκλειστούν αναγκαστικά οι πολλές και διάφορες φύσεις ανθρώπων, που τραβούν σήμερα χωριστά τον ένα ή τον άλλο απ’ αυτούς τους δυο δρόμους, είναι αδύνατο, φίλε μου Γλαύκων, να σταματήση το κακό στις πόλεις και σ’ όλο, νομίζω, το ανθρώπινο γένος, ουδέ να ξεφυτρώση όσο είναι κατορθωτό και να δη το φως του ήλιου και αυτή η πολιτεία που εμείς τώρα χαράξαμε το σχέδιό της». Πλάτων, Πολιτεία 473c-d 
 
Ο Μάρκος Αυρήλιος ως «φιλόσοφος-βασιλέας»
 
Τι είναι αυτό που πραγματικά εμποδίζει ένα φιλόσοφο-βασιλιά να εκτελέσει το έργο του; Η απάντηση βρίσκεται σε πολλούς παράγοντες, όμως αυτός που φαίνεται εμπόδισε το έργο του Μάρκου Αυρηλίου, είναι η κακή κοινωνία. Οι φιλόσοφοι ζώντας σε μια διεφθαρμένη κοινωνία, παρεκκλίνουν από τη φιλοσοφική φύση τους, ζώντας μια κίβδηλη ζωή, ενώ, παράλληλα, πλήττεται και η ίδια η φιλοσοφία, καθώς εξευτελίζεται από τους ανάξιους φιλοσοφούντες. Έτσι, ο φιλόσοφος δεν τελειοποιείται και πολιτικά, καθώς παρασύρεται από το σύνολο της κοινωνίας, το οποίο ακολουθεί εκείνο το οποίο θεωρεί καλό. Ένας τρόπος διαφυγής από την επιρροή της μάζας, τον οποίο ακολούθησε ο Μάρκος Αυρήλιος, είναι η απομόνωση.
 
Ο Πλάτων αναφέρει ότι οι φιλόσοφοι απομονώνονται διότι βλέπουν τη μανία και την κακία της πόλης τους από την οποία θέλουν να ξεφύγουν. Αποτέλεσμα αυτής της απομόνωσης είναι η ζωή των φιλοσόφων να είναι σημαντική διότι ζώντας κατά αυτόν τον τρόπο έχουν κατορθώσει κάτι πολύ σημαντικό και σπάνιο, αλλά παράλληλα η ζωή τους είναι ασήμαντη διότι μένουν ανωφελείς για την πολιτεία. Ο Πλάτων επισήμανε πως η απομόνωση του φιλόσοφου από την πολιτική είναι μόνο το «δεύτερο καλύτερο» πράγμα, διότι ο φιλόσοφος βρίσκει την πλήρη και τελική λειτουργία του μόνο στην πολιτεία ως ηγέτης της, σώζοντας κατά αυτόν τον τρόπο και τον εαυτό του και την πολιτεία. Αυτή η επισήμανση του Πλάτωνα ίσχυε απόλυτα στην περίπτωση του Μάρκου Αυρηλίου˙ ο Μάρκος Αυρήλιος συμμετείχε ενεργά στην πολιτική αλλά παράλληλα ήταν απομονωμένος στο παλάτι του, ακολουθώντας έναν δικό του τρόπο ζωής, βασισμένο στη στωική φιλοσοφία. Προσπάθησε να απομακρυνθεί από τη βαρβαρότητα και την ποταπότητα της πολιτικής διότι ένιωθε ότι πρέπει να ακολουθήσει έναν βίο, ο οποίος θα στόχευε στην ατομική του ευδαιμονία, ωστόσο δεν παρέμεινε αποκομμένος από την πολιτική.

Ο εστεμμένος φιλόσοφος και ο φιλόσοφος-βασιλιάς της πλατωνικής Πολιτείας.
 
Όπως στην Πολιτεία του Πλάτωνα το βασικότερο χαρακτηριστικό που έπρεπε να διέπει έναν ηγεμόνα ήταν η Δικαιοσύνη, έτσι και ο Μάρκος Αυρήλιος χαρακτηριζόταν από ένα βαθύ ήθος σύμφωνα με το οποίο εκδίκαζε υποθέσεις.
 
«Εάν έχεις βεβαιωθεί ότι ο Αίλιος Πρίσκος είναι τόσο φρενοβλαβής ώστε διατελεί μονίμως σε κατάσταση παράνοιας, και επομένως ήταν ανίκανος να συνειδητοποιήσει τι έκανε όταν σκότωνε τη μητέρα του, και δεν την σκότωσε προσποιούμενος τον τρελό, δεν χρειάζεται να σε απασχολεί ο τρόπος τιμωρίας του, αφού η τρέλα από μόνη της αποτελεί τιμωρία, και με το παραπάνω. Ταυτοχρόνως, θα πρέπει να τελεί υπό στενή επιτήρηση και, αν το θεωρείς ενδεδειγμένο, να είναι ακόμη και αλυσοδεμένος. Κι αυτό όχι εν είδει τιμωρίας, παρά για την ασφάλεια των γειτόνων του αλλά και του ιδίου. Αν ωστόσο- όπως συχνά συμβαίνει- υπάρχουν φάσεις όπου έρχεται στα συγκαλά του, θα πρέπει να ερευνήσεις αν διέπραξε το έγκλημά του σε μια τέτοια φάση, και επομένως δεν μπορεί να ζητήσει συγχώρεση επικαλούμενος πνευματική ασθένεια. Αν είχε έτσι το πράγμα, να μας το αναφέρεις, ώστε να εξετάσουμε αν θα πρέπει να τιμωρηθεί σύμφωνα με το μέγεθος του εγκλήματός του- αν όντως το διέπραξε ενόσω ήταν στα συγκαλά του. Εφόσον όμως- όπως γράφεις στην επιστολή σου- η κατάστασή του είναι τέτοια που επιβάλλεται να τον προσέχουν φίλοι, κι ακόμη, να παραμείνει υπό κατ’ οίκον περιορισμό, η σωστή πορεία που θα πρέπει να ακολουθήσεις είναι να καλέσεις εκείνους που ήταν υπεύθυνοι γι’ αυτόν τις μέρες εκείνες, να ερευνήσεις για ποιο λόγο υπήρξαν τόσο αμελείς, και να αποφανθείς για τον καθένα ξεχωριστά, κατά πόσο υπάρχουν ελαφρυντικά ή αν επιβαρύνονται για την αμέλειά τους. Σκοπός της φύλαξης των φρενοβλαβών είναι το να εμποδίζονται, όχι μόνο να βλάπτουν τον εαυτό τους αλλά και να καταστρέφουν τους άλλους· και να συμβεί κάτι τέτοιο, δικαιούμαστε να ρίχνουμε το φταίξιμο σ’ εκείνους που υπήρξαν κάπως αμελείς στην άσκηση των καθηκόντων τους» Απόφαση του Μάρκου Αυρηλίου σε εκδίκαση εγκλήματος.
(Αίλιος Αριστείδης, Εις Ρώμην)
 
Από το χωρίο αυτό γίνεται κατανοητό πως τον Μάρκο Αυρήλιο διέκρινε η δικαιοσύνη τού φιλόσοφου-βασιλιά του Πλάτωνα. Ο φιλόσοφος-βασιλιάς πρέπει να είναι δίκαιος ώστε να μπορεί να κυβερνήσει μια πολιτεία καθώς η δικαιοσύνη αποτελεί μια από τις βασικότερες αρετές που διαθέτει ο άνθρωπος. Ο Μάρκος Αυρήλιος, λοιπόν, όπως φαίνεται και από το εν λόγω απόσπασμα ανταποκρίνεται στον δίκαιο του Πλάτωνα κατά τρόπο απόλυτο.
 
Μοναδικό κεφάλαιο στη ζωή του και βασικός στόχος της πλατωνικής Πολιτείας, είναι η γνωριμία του Μάρκου Αυρηλίου με τη στωική φιλοσοφία καθώς τον επηρέασε τόσο στον τρόπο ζωής του όσο και στον τρόπο διακυβέρνησης της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Κατάφερε να ενώσει τη φιλοσοφία με την πολιτική και έτσι στην καθημερινότητά του υπήρξε λιτοδίαιτος, απλός, χωρίς μάλιστα να του λείπουν και οι ασκητικές τάσεις. Ήταν μετριόφρων, υποχωρητικός στους παλιούς συμβούλους του θρόνου, πιστός στους φίλους του, ευγνώμων προς τους διδασκάλους του. Πολλές φορές στα συγγράμματά του εκθείαζε τον ρόλο της οικογένειας ενώ εξέφραζε τον αποτροπιασμό του για κάθε «ελεύθερο» έρωτα.
 
Συμπερασματικά και συγκρίνοντας τα χαρακτηριστικά του φιλόσοφου-βασιλιά του Πλάτωνα με εκείνα του Μάρκου Αυρηλίου, διαπιστώνεται πως ο Μάρκος Αυρήλιος για την εποχή του υπήρξε ο φιλόσοφος-βασιλιάς του Πλάτωνα. Αν και ήρθε αντιμέτωπος με μια κοινωνία που κάθε άλλο παρά ενάρετη ήταν, κατάφερε εν τούτοις να εφαρμόσει τη στωική φιλοσοφία στην πολιτική και να ανταποκριθεί εξίσου καλά στη φιλοσοφία και την πολιτική, δίνοντας πολλές φορές την αίσθηση ότι αυτό που επιτελεί είναι από μόνο του αντιφατικό, ίσως γιατί ο φιλόσοφος-βασιλιάς του Πλάτωνα είχε δημιουργήσει λανθασμένα αυτήν την εντύπωση…
 
«Ἔνδον σκάπτε, ἔνδον ἡ πηγὴ τοῦ ἀγαθοῦ καὶ ἀεὶ ἀναβλύειν δυναμένη, ἐὰν ἀεὶ σκάπτῃς». Τὰ εἰς ἑαυτόν, Ζ.59

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου