Η ατμόσφαιρα που επικρατεί στους περισσότερους γάμους είναι αυτή της κυριαρχίας και της υποταγής. Ενώ οι ρόλοι μπορεί να ποικίλλουν ανάλογα με τις διαφορετικές συζυγικές καταστάσεις, η ατμόσφαιρα παραμένει πάντα η ίδια. Ο ένας σύντροφος κυριαρχεί πάνω στον άλλο κι αυτό είναι όρος για τη συνύπαρξη. Η πορεία ενός τυπικού γάμου και των σημείων ψυχολογικής κρίσης του εξελίσσεται όπως αυτή του παρακάτω φανταστικού ζευγαριού.
Την εποχή του γάμου, ο σύζυγος είναι είκοσι τριών χρονών κι η γυναίκα του είκοσι. Αυτός είναι μάλλον πιο μορφωμένος κι έχει εξασφαλίσει μια αξιοπρεπή δουλειά που του αποφέρει αρκετά χρήματα, ενώ αυτή εργάζεται ως γραμματέας, υπάλληλος ή ασκεί ένα κατεξοχήν γυναικείο επάγγελμα, όπως αυτό της δασκάλας ή της νοσοκόμας.
Δουλειά της συζύγου είναι να ικανοποιεί τις επιθυμίες του άντρα μέχρι να γίνει μητέρα. Ύστερα από τέσσερα χρόνια γάμου υπάρχουν δυο-τρία παιδιά κι η γυναίκα υπηρετεί ως σύζυγος και μητέρα το σπίτι. Ο ρόλος της είναι να φροντίζει το σπίτι, τα παιδιά και τον άντρα της. Επαγγελματικά έχει θέση υπηρέτριας και ψυχολογικά βρίσκεται σε θέση υποταγής.
Η δουλειά του άντρα αποκτάει γενικά μεγαλύτερη σημασία γιατί αυτός εξασφαλίζει χρήματα για να συντηρηθεί η οικογένεια. Οι επιτυχίες του είναι κι επιτυχίες της γυναίκας του κι οι κοινωνικές επαφές του είναι οι φίλοι τους. Αυτός έχει μια ανώτερη θέση μέσα στο σπίτι κι ο ρόλος της γυναίκας συχνά συνίσταται στο να κάνει τη ζωή του όσο το δυνατόν πιο άνετη.
Η γυναίκα περνά το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας της με τα παιδιά ή κουβεντιάζοντας με γειτόνισσες που βρίσκονται στην ίδια ψυχολογική κατάσταση. Όταν ο άντρας της περνάει κρίση στη δουλειά του, υποφέρει κι αυτή μαζί του.
Γενικά μιλώντας, οποιοσδήποτε αντικειμενικός παρατηρητής θα μπορούσε να διακρίνει σ’ αυτή τη σχέση έναν κυρίαρχο κι έναν υποτακτικό. Η γυναίκα έχει αποδεχθεί αυτού του είδους τη σχέση, πιθανόν και να την επιδίωξε, επειδή ανέκαθεν αυτή ήξερε. Πρότυπό της ήταν ο γάμος των γονιών της, καθώς και των άλλων που έβλεπε γύρω της καθώς μεγάλωνε. Και ως συνήθως η εξάρτηση από το σύζυγο πήρε απλώς τη θέση της εξάρτησης από τους γονείς. Ο άντρας, παρομοίως, αναζητούσε μια γυναίκα που να μιλά ήρεμα, να είναι ευγενική, η οποία θα ενίσχυε και θ’ αποδεχόταν το γεγονός ότι αυτός είναι ο κουβαλητής κι ο επικεφαλής στις μεταξύ τους υποθέσεις. Έτσι οι δύο αυτοί άνθρωποι πραγμάτωσαν την επιθυμία τους και την ιδέα που σ’ όλη τους τη ζωή είχαν για το γάμο.
Ύστερα από μερικά χρόνια γάμου (τέσσερα ως εφτά), η κρίση αρχίζει να ξεσπάει.
Η υποτακτική σύντροφος αρχίζει να νιώθει παγιδευμένη, ασήμαντη κι ανικανοποίητη, επειδή νιώθει πως η συμβολή της δεν είναι σημαντική. Ο άντρας ενθαρρύνει τη σύζυγο να είναι περισσότερο ο εαυτός της, πιο σίγουρη και ν’ αναλαμβάνει τις ευθύνες για τη ζωή της, παύοντας να λυπάται τον εαυτό της.
Αυτά είναι τα πρώτα μηνύματα που έρχονται σε σύγκρουση με τις επιθυμίες της όταν παντρευόταν. «Αν θες να εργαστείς γιατί δεν ψάχνεις για δουλειά;» ή «Ξανάρχισε το σχολείο». Την ενθαρρύνει ν’ αναζητήσει νέες διεξόδους, να πάψει να νιώθει τόσο κενή. Με δυο λόγια, να γίνει κάτι διαφορετικό απ’ αυτό που ήταν ως τώρα, μια υποτακτική υπηρέτρια. Η γυναίκα μέχρι τώρα πίστευε πως για οποιαδήποτε δυστυχία του άντρα της υπεύθυνη ήταν αυτή. «Πού έκανα λάθος;»
Αν αυτός είναι δυστυχισμένος ή απογοητευμένος, εκείνη νιώθει πως δεν κράτησε τη στάση που έπρεπε ή πως δεν είναι πια τόσο γοητευτική. Η υποτακτική σύντροφος έχει ανάλογη νοοτροπία και αξιολογεί όλα τα προβλήματα του άντρα της σε σχέση με τον εαυτό της.
Αυτή την περίοδο του γάμου ο άντρας είναι πολύ απασχολημένος με την προαγωγή του, τις κοινωνικές του επαφές και την επαγγελματική του δραστηριότητα. Βρίσκεται σε ανοδική πορεία και μια μεμψίμοιρη σύζυγος είναι κάτι που δεν θα μπορούσε ν’ ανεχθεί. Επειδή έχει πολλές ευκαιρίες να συναναστρέφεται πολλούς και διαφορετικούς ανθρώπους (κάτι που έχει αρνηθεί στην υποτακτική σύζυγό του), έχει αλλάξει. Έχει αποκτήσει ακόμη μεγαλύτερη σιγουριά για τον εαυτό του, έχει πολλές απαιτήσεις απ’ τους άλλους και δεν ανέχεται την αδυναμία – ακόμη και στα μέλη της οικογένειάς του. Γι’ αυτό και παρακινεί τη γυναίκα του «να οργανώσει τη ζωή της».
Κατά την ίδια περίοδο ο σύζυγος είναι πιθανόν ν’ αποζητάει σεξουαλικές διεξόδους έξω από το γάμο. Έχει πολλές τέτοιες ευκαιρίες κι αναζητάει τη συντροφιά πιο γοητευτικών γυναικών. Καμιά φορά η υποτακτική σύντροφος αρχίζει τους δικούς της πειραματισμούς. Μπορεί ν’ αναλάβει μια εθελοντική εργασία, να γραφτεί σε κάποιο σχολείο, να αρχίσει ψυχοθεραπεία, να δημιουργήσει κάποια ερωτική σχέση – και τα περισσότερα απ’ αυτά ο σύζυγος τα υποστηρίζει μ’ ενθουσιασμό.
Τώρα η υποτακτική σύζυγος ίσως αρχίσει να αντιλαμβάνεται διαφορετικά τη συμπεριφορά της. Συνειδητοποιεί ότι η ίδια επέλεξε την υποταγή σ’ όλη της τη ζωή κι όχι μόνο στο γάμο της. Η συμπεριφορά της για αναζήτηση της έγκρισης ήταν κάτι που η ίδια ποτέ δεν αμφισβήτησε, μα τώρα αρχίζει να μπαίνει στο δρόμο της ευθύνης του εαυτού της εξαλείφοντας κάθε εξάρτηση, ακόμη και την εξάρτηση από τους γονείς, τον άντρα, τους φίλους ή τα παιδιά της.
Αρχίζει ν’ αποκτάει εμπιστοσύνη στον εαυτό της. Μπορεί ακόμη να βρει και δουλειά ή να αποκτήσει νέους φίλους. Αρχίζει ν’ αντιστέκεται στον κυριαρχικό σύζυγο και αρνείται την εκμετάλλευση που καθόριζε την τύχη της από τότε που παντρεύτηκε. Απαιτεί ισότητα και δεν ικανοποιείται πια περιμένοντας να της παραχωρηθεί. Απλούστατα, την κατακτά. Επιμένει να μοιράζονται τις δουλειές του σπιτιού, συμπεριλαμβανομένης της φροντίδας των παιδιών.
Αυτή η τάση ανεξαρτησίας κι η μεταστροφή από τον εξωτερικό στον εσωτερικό τρόπο σκέψης από μέρους της γυναίκας δεν γίνεται εύκολα αποδεκτή απ’ τον άντρα. Νιώθει ν’ απειλείται. Η αγωνία έχει μπει στη ζωή του, σε μια περίοδο που δεν μπορεί να την υποφέρει.
Το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται είναι μια σύζυγος που «σήκωσε κεφάλι», έστω κι αν ως τώρα αυτός την προέτρεπε να γίνει περισσότερο ο εαυτός της, να σκέφτεται πιο πολύ τον εαυτό της. Δεν περίμενε ότι θα δημιουργούσε ένα τέρας και πολύ περισσότερο ότι η γυναίκα του θα αμφισβητούσε την κατεστημένη κυριαρχία του.
Τότε ο άντρας πιθανόν ν’ αντιδράσει με μια πιο κυριαρχική στάση, που στο παρελθόν πάντα έφερνε αποτελέσματα όταν ήθελε να βάλει την υποτακτική σύζυγο στη θέση της. Της λέει πως είναι ανόητο να εργάζεται από τη στιγμή που δίνει σχεδόν όλο το μισθό της για την μπέιμπυ-σίτερ. Τονίζει πόσο παράλογη είναι η αντίληψη ότι είναι ίσοι.
Την κανακεύει: «Δεν χρειάζεται να εργάζεσαι, τα έχεις όλα, το μόνο που πρέπει να κάνεις είναι να φροντίζεις το σπίτι σου και να είσαι η μητέρα των παιδιών σου». Δοκιμάζει ακόμη και την ενοχή: «Τα παιδιά υποφέρουν», «Δεν μπορώ ν’ ανεχτώ αυτή την κατάσταση που δημιούργησες». Ίσως μάλιστα να την απειλήσει και με διαζύγιο ή, ως έσχατο επιχείρημα, με αυτοκτονία. Αυτά συχνά πιάνουν.
Η γυναίκα λέει στον εαυτό της «Ω! Κοντεύω να τα τινάξω όλα στον αέρα!» και ξαναγυρίζει στον υποτακτικό ρόλο της. Αυτή η κυριαρχική στάση χρησίμευσε για να της υπενθυμίσει τη θέση της. Αλλά αν εκείνη αρνηθεί να υποχωρήσει, ο γάμος πλέον κινδυνεύει.
Όπως και να ‘χει το πράγμα, πρόκειται για οριστική κρίση. Αν η γυναίκα επιμείνει ν’ αντικαταστήσει την υποτακτικότητά της με αυτοπεποίθηση, ο σύζυγος, που έχει ανάγκη να κυριαρχεί πάνω σε κάποιον, μπορεί να την εγκαταλείψει για μια νεότερη, η οποία θα τον αντιμετωπίσει με σεβασμό σαν ένα χαριτωμένο ζωάκι που αντικρίζει τον αφέντη του από χαμηλά.
Απ’ την άλλη μεριά, ο γάμος μπορεί να βγει απ’ αυτή την κρίση και να συμβεί μια ενδιαφέρουσα αλλαγή. Η ατμόσφαιρα της κυριαρχίας και της υποταγής θα επικρατεί ακόμη στο γάμο. Γιατί αυτό είναι το μόνο είδος γάμου που κι οι δυο σύζυγοι γνωρίζουν.
Τώρα ο σύζυγος συχνά θα παίρνει υποτακτικό ρόλο, από φόβο μήπως χάσει αυτό που αγαπά και απ’ το οποίο εξαρτιέται. Αρχίζει να μένει περισσότερο στο σπίτι, έρχεται πιο κοντά στα παιδιά (από ενοχή για την προηγούμενη παραμέλησή τους), μπορεί να λέει φράσεις όπως: «Δεν με χρειάζεσαι πια», «Έχεις αλλάξει, δεν είσαι το κορίτσι που παντρεύτηκα και δεν είμαι σίγουρος αν μ’ αρέσει ο καινούργιος σου εαυτός».
Ο άντρας αρχίζει να αυτοοικτίρεται όλο και περισσότερο, πίνει και γίνεται ακόμη πιο υποτακτικός, από ανάγκη να εκμεταλλευτεί τη γυναίκα του ή να επανακτήσει την εδώ και πολύ καιρό χαμένη ανωτερότητά του.
Η σύζυγος έχει πλέον φτιάξει καριέρα ή στοχεύει προς αυτήν` έχει τους δικούς της φίλους κι αναπτύσσει ενδιαφέροντα έξω από το σπίτι. Ίσως να έχει και μια ερωτική περιπέτεια σαν αντίποινο, αλλά τουλάχιστον νιώθει όμορφα καθώς δέχεται θαυμασμό και κομπλιμέντα για τα βήματά της.
Ωστόσο, η άσχημη ατμόσφαιρα εξακολουθεί να υπάρχει κι η κρίση ελλοχεύει απειλητική.
Όσο ο ένας σύντροφος πρέπει να είναι πιο σημαντικός από τον άλλο και ο φόβος του διαζυγίου κρατάει δεμένους και τους δυο, η εξάρτηση εξακολουθεί να είναι ο θεμέλιος λίθος του γάμου.
Ο κυριαρχικός σύντροφος είτε άντρας είναι είτε γυναίκα, δεν ικανοποιείται έχοντας σύζυγο ένα σκλάβο. Νομικά ο γάμος μπορεί να επιβιώσει, αλλά η αγάπη κι η επικοινωνία μεταξύ των δύο συντρόφων θα έχουν καταστραφεί.
Σ’ αυτή την περίπτωση το διαζύγιο είναι η συνηθισμένη λύση, αλλά αν δεν το επιλέξουν, οι δυο αυτοί άνθρωποι ακολουθούν χωριστούς δρόμους όντας παντρεμένοι – δεν κάνουν έρωτα, μένουν σε χωριστά δωμάτια και η επικοινωνία τους βασίζεται στην αμοιβαία αδιαφορία και όχι στην κατανόηση.
Μια διαφορετική κατάληξη είναι επίσης πιθανή, αν κι οι δυο σύντροφοι αποφασίσουν να επανεκτιμήσουν τον εαυτό τους και τη σχέση τους. Αν κι οι δυο προσπαθήσουν ν’ απαλλαγούν από λαθεμένες ζώνες, αν αγαπιούνται τόσο ώστε να επιτρέπει ο ένας στον άλλο να διαλέξει την προσωπική του ολοκλήρωση, τότε ο γάμος μπορεί ν’ ανθήσει και να ωριμάσει.
Με δυο ανθρώπους σίγουρους για τον εαυτό τους, που ενδιαφέρεται τόσο πολύ ο ένας για τον άλλο ώστε να ενισχύουν την ανεξαρτησία κι όχι την εξάρτηση, μοιραζόμενοι ταυτόχρονα την ευτυχία της αμοιβαίας αγάπης τους, ο γάμος μπορεί να είναι μια γοητευτική προοπτική. Αλλά, όταν δυο άνθρωποι προσπαθούν να σμίξουν έτσι που να γίνουν ένα, ή ο ένας προσπαθεί με οποιονδήποτε τρόπο να κυριαρχήσει πάνω στον άλλο, η σπίθα που όλοι έχουμε μέσα μας αγωνίζεται για μια από τις μεγαλύτερες ανθρώπινες ανάγκες – την ανεξαρτησία.
Η μακροβιότητα δεν αποτελεί ένδειξη επιτυχίας του γάμου. Πολλοί άνθρωποι μένουν παντρεμένοι από φόβο για το άγνωστο, από αδράνεια ή, απλώς, επειδή δεν έχουν τι άλλο να κάνουν.
Σ’ έναν πετυχημένο γάμο, σ’ ένα γάμο όπου κι οι δυο σύντροφοι νιώθουν πραγματική αγάπη, καθένας είναι πρόθυμος να επιτρέψει στον άλλο να διαλέξει, αντί να κυριαρχήσει πάνω του. Δεν υπάρχει διαρκής διαμάχη για την υποχρέωση να σκέφτεσαι και να μιλάς για λογαριασμό του άλλου και να απαιτείς να κάνει αυτό που υποτίθεται ότι πρέπει.
Η εξάρτηση είναι το φίδι στον παράδεισο ενός ευτυχισμένου γάμου. Δημιουργεί πρότυπα κυριαρχίας και υποταγής και τελικά καταστρέφει τις σχέσεις. Αυτή η λαθεμένη ζώνη μπορεί να εκμηδενιστεί, αλλά δεν θα είναι μια ήρεμη μάχη, μια που όταν η εξουσία κι ο έλεγχος αμφισβητούνται ελάχιστοι τα εγκαταλείπουν χωρίς αγώνα. Κάτι ακόμη σημαντικότερο, η εξάρτηση δεν πρέπει να συγχέεται με τον έρωτα. Αν στη συνένωση δυο ψυχών υπάρξουν κάποιοι χώροι ελευθερίας, τότε κατά παράδοξο τρόπο ο γάμος γίνεται πιο συμπαγής.
ΓΟΥΑΙΗΝ ΝΤΥΕΡ, ΟΙ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΤΩΝ ΣΦΑΛΜΑΤΩΝ ΣΑΣ
Την εποχή του γάμου, ο σύζυγος είναι είκοσι τριών χρονών κι η γυναίκα του είκοσι. Αυτός είναι μάλλον πιο μορφωμένος κι έχει εξασφαλίσει μια αξιοπρεπή δουλειά που του αποφέρει αρκετά χρήματα, ενώ αυτή εργάζεται ως γραμματέας, υπάλληλος ή ασκεί ένα κατεξοχήν γυναικείο επάγγελμα, όπως αυτό της δασκάλας ή της νοσοκόμας.
Δουλειά της συζύγου είναι να ικανοποιεί τις επιθυμίες του άντρα μέχρι να γίνει μητέρα. Ύστερα από τέσσερα χρόνια γάμου υπάρχουν δυο-τρία παιδιά κι η γυναίκα υπηρετεί ως σύζυγος και μητέρα το σπίτι. Ο ρόλος της είναι να φροντίζει το σπίτι, τα παιδιά και τον άντρα της. Επαγγελματικά έχει θέση υπηρέτριας και ψυχολογικά βρίσκεται σε θέση υποταγής.
Η δουλειά του άντρα αποκτάει γενικά μεγαλύτερη σημασία γιατί αυτός εξασφαλίζει χρήματα για να συντηρηθεί η οικογένεια. Οι επιτυχίες του είναι κι επιτυχίες της γυναίκας του κι οι κοινωνικές επαφές του είναι οι φίλοι τους. Αυτός έχει μια ανώτερη θέση μέσα στο σπίτι κι ο ρόλος της γυναίκας συχνά συνίσταται στο να κάνει τη ζωή του όσο το δυνατόν πιο άνετη.
Η γυναίκα περνά το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας της με τα παιδιά ή κουβεντιάζοντας με γειτόνισσες που βρίσκονται στην ίδια ψυχολογική κατάσταση. Όταν ο άντρας της περνάει κρίση στη δουλειά του, υποφέρει κι αυτή μαζί του.
Γενικά μιλώντας, οποιοσδήποτε αντικειμενικός παρατηρητής θα μπορούσε να διακρίνει σ’ αυτή τη σχέση έναν κυρίαρχο κι έναν υποτακτικό. Η γυναίκα έχει αποδεχθεί αυτού του είδους τη σχέση, πιθανόν και να την επιδίωξε, επειδή ανέκαθεν αυτή ήξερε. Πρότυπό της ήταν ο γάμος των γονιών της, καθώς και των άλλων που έβλεπε γύρω της καθώς μεγάλωνε. Και ως συνήθως η εξάρτηση από το σύζυγο πήρε απλώς τη θέση της εξάρτησης από τους γονείς. Ο άντρας, παρομοίως, αναζητούσε μια γυναίκα που να μιλά ήρεμα, να είναι ευγενική, η οποία θα ενίσχυε και θ’ αποδεχόταν το γεγονός ότι αυτός είναι ο κουβαλητής κι ο επικεφαλής στις μεταξύ τους υποθέσεις. Έτσι οι δύο αυτοί άνθρωποι πραγμάτωσαν την επιθυμία τους και την ιδέα που σ’ όλη τους τη ζωή είχαν για το γάμο.
Ύστερα από μερικά χρόνια γάμου (τέσσερα ως εφτά), η κρίση αρχίζει να ξεσπάει.
Η υποτακτική σύντροφος αρχίζει να νιώθει παγιδευμένη, ασήμαντη κι ανικανοποίητη, επειδή νιώθει πως η συμβολή της δεν είναι σημαντική. Ο άντρας ενθαρρύνει τη σύζυγο να είναι περισσότερο ο εαυτός της, πιο σίγουρη και ν’ αναλαμβάνει τις ευθύνες για τη ζωή της, παύοντας να λυπάται τον εαυτό της.
Αυτά είναι τα πρώτα μηνύματα που έρχονται σε σύγκρουση με τις επιθυμίες της όταν παντρευόταν. «Αν θες να εργαστείς γιατί δεν ψάχνεις για δουλειά;» ή «Ξανάρχισε το σχολείο». Την ενθαρρύνει ν’ αναζητήσει νέες διεξόδους, να πάψει να νιώθει τόσο κενή. Με δυο λόγια, να γίνει κάτι διαφορετικό απ’ αυτό που ήταν ως τώρα, μια υποτακτική υπηρέτρια. Η γυναίκα μέχρι τώρα πίστευε πως για οποιαδήποτε δυστυχία του άντρα της υπεύθυνη ήταν αυτή. «Πού έκανα λάθος;»
Αν αυτός είναι δυστυχισμένος ή απογοητευμένος, εκείνη νιώθει πως δεν κράτησε τη στάση που έπρεπε ή πως δεν είναι πια τόσο γοητευτική. Η υποτακτική σύντροφος έχει ανάλογη νοοτροπία και αξιολογεί όλα τα προβλήματα του άντρα της σε σχέση με τον εαυτό της.
Αυτή την περίοδο του γάμου ο άντρας είναι πολύ απασχολημένος με την προαγωγή του, τις κοινωνικές του επαφές και την επαγγελματική του δραστηριότητα. Βρίσκεται σε ανοδική πορεία και μια μεμψίμοιρη σύζυγος είναι κάτι που δεν θα μπορούσε ν’ ανεχθεί. Επειδή έχει πολλές ευκαιρίες να συναναστρέφεται πολλούς και διαφορετικούς ανθρώπους (κάτι που έχει αρνηθεί στην υποτακτική σύζυγό του), έχει αλλάξει. Έχει αποκτήσει ακόμη μεγαλύτερη σιγουριά για τον εαυτό του, έχει πολλές απαιτήσεις απ’ τους άλλους και δεν ανέχεται την αδυναμία – ακόμη και στα μέλη της οικογένειάς του. Γι’ αυτό και παρακινεί τη γυναίκα του «να οργανώσει τη ζωή της».
Κατά την ίδια περίοδο ο σύζυγος είναι πιθανόν ν’ αποζητάει σεξουαλικές διεξόδους έξω από το γάμο. Έχει πολλές τέτοιες ευκαιρίες κι αναζητάει τη συντροφιά πιο γοητευτικών γυναικών. Καμιά φορά η υποτακτική σύντροφος αρχίζει τους δικούς της πειραματισμούς. Μπορεί ν’ αναλάβει μια εθελοντική εργασία, να γραφτεί σε κάποιο σχολείο, να αρχίσει ψυχοθεραπεία, να δημιουργήσει κάποια ερωτική σχέση – και τα περισσότερα απ’ αυτά ο σύζυγος τα υποστηρίζει μ’ ενθουσιασμό.
Τώρα η υποτακτική σύζυγος ίσως αρχίσει να αντιλαμβάνεται διαφορετικά τη συμπεριφορά της. Συνειδητοποιεί ότι η ίδια επέλεξε την υποταγή σ’ όλη της τη ζωή κι όχι μόνο στο γάμο της. Η συμπεριφορά της για αναζήτηση της έγκρισης ήταν κάτι που η ίδια ποτέ δεν αμφισβήτησε, μα τώρα αρχίζει να μπαίνει στο δρόμο της ευθύνης του εαυτού της εξαλείφοντας κάθε εξάρτηση, ακόμη και την εξάρτηση από τους γονείς, τον άντρα, τους φίλους ή τα παιδιά της.
Αρχίζει ν’ αποκτάει εμπιστοσύνη στον εαυτό της. Μπορεί ακόμη να βρει και δουλειά ή να αποκτήσει νέους φίλους. Αρχίζει ν’ αντιστέκεται στον κυριαρχικό σύζυγο και αρνείται την εκμετάλλευση που καθόριζε την τύχη της από τότε που παντρεύτηκε. Απαιτεί ισότητα και δεν ικανοποιείται πια περιμένοντας να της παραχωρηθεί. Απλούστατα, την κατακτά. Επιμένει να μοιράζονται τις δουλειές του σπιτιού, συμπεριλαμβανομένης της φροντίδας των παιδιών.
Αυτή η τάση ανεξαρτησίας κι η μεταστροφή από τον εξωτερικό στον εσωτερικό τρόπο σκέψης από μέρους της γυναίκας δεν γίνεται εύκολα αποδεκτή απ’ τον άντρα. Νιώθει ν’ απειλείται. Η αγωνία έχει μπει στη ζωή του, σε μια περίοδο που δεν μπορεί να την υποφέρει.
Το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται είναι μια σύζυγος που «σήκωσε κεφάλι», έστω κι αν ως τώρα αυτός την προέτρεπε να γίνει περισσότερο ο εαυτός της, να σκέφτεται πιο πολύ τον εαυτό της. Δεν περίμενε ότι θα δημιουργούσε ένα τέρας και πολύ περισσότερο ότι η γυναίκα του θα αμφισβητούσε την κατεστημένη κυριαρχία του.
Τότε ο άντρας πιθανόν ν’ αντιδράσει με μια πιο κυριαρχική στάση, που στο παρελθόν πάντα έφερνε αποτελέσματα όταν ήθελε να βάλει την υποτακτική σύζυγο στη θέση της. Της λέει πως είναι ανόητο να εργάζεται από τη στιγμή που δίνει σχεδόν όλο το μισθό της για την μπέιμπυ-σίτερ. Τονίζει πόσο παράλογη είναι η αντίληψη ότι είναι ίσοι.
Την κανακεύει: «Δεν χρειάζεται να εργάζεσαι, τα έχεις όλα, το μόνο που πρέπει να κάνεις είναι να φροντίζεις το σπίτι σου και να είσαι η μητέρα των παιδιών σου». Δοκιμάζει ακόμη και την ενοχή: «Τα παιδιά υποφέρουν», «Δεν μπορώ ν’ ανεχτώ αυτή την κατάσταση που δημιούργησες». Ίσως μάλιστα να την απειλήσει και με διαζύγιο ή, ως έσχατο επιχείρημα, με αυτοκτονία. Αυτά συχνά πιάνουν.
Η γυναίκα λέει στον εαυτό της «Ω! Κοντεύω να τα τινάξω όλα στον αέρα!» και ξαναγυρίζει στον υποτακτικό ρόλο της. Αυτή η κυριαρχική στάση χρησίμευσε για να της υπενθυμίσει τη θέση της. Αλλά αν εκείνη αρνηθεί να υποχωρήσει, ο γάμος πλέον κινδυνεύει.
Όπως και να ‘χει το πράγμα, πρόκειται για οριστική κρίση. Αν η γυναίκα επιμείνει ν’ αντικαταστήσει την υποτακτικότητά της με αυτοπεποίθηση, ο σύζυγος, που έχει ανάγκη να κυριαρχεί πάνω σε κάποιον, μπορεί να την εγκαταλείψει για μια νεότερη, η οποία θα τον αντιμετωπίσει με σεβασμό σαν ένα χαριτωμένο ζωάκι που αντικρίζει τον αφέντη του από χαμηλά.
Απ’ την άλλη μεριά, ο γάμος μπορεί να βγει απ’ αυτή την κρίση και να συμβεί μια ενδιαφέρουσα αλλαγή. Η ατμόσφαιρα της κυριαρχίας και της υποταγής θα επικρατεί ακόμη στο γάμο. Γιατί αυτό είναι το μόνο είδος γάμου που κι οι δυο σύζυγοι γνωρίζουν.
Τώρα ο σύζυγος συχνά θα παίρνει υποτακτικό ρόλο, από φόβο μήπως χάσει αυτό που αγαπά και απ’ το οποίο εξαρτιέται. Αρχίζει να μένει περισσότερο στο σπίτι, έρχεται πιο κοντά στα παιδιά (από ενοχή για την προηγούμενη παραμέλησή τους), μπορεί να λέει φράσεις όπως: «Δεν με χρειάζεσαι πια», «Έχεις αλλάξει, δεν είσαι το κορίτσι που παντρεύτηκα και δεν είμαι σίγουρος αν μ’ αρέσει ο καινούργιος σου εαυτός».
Ο άντρας αρχίζει να αυτοοικτίρεται όλο και περισσότερο, πίνει και γίνεται ακόμη πιο υποτακτικός, από ανάγκη να εκμεταλλευτεί τη γυναίκα του ή να επανακτήσει την εδώ και πολύ καιρό χαμένη ανωτερότητά του.
Η σύζυγος έχει πλέον φτιάξει καριέρα ή στοχεύει προς αυτήν` έχει τους δικούς της φίλους κι αναπτύσσει ενδιαφέροντα έξω από το σπίτι. Ίσως να έχει και μια ερωτική περιπέτεια σαν αντίποινο, αλλά τουλάχιστον νιώθει όμορφα καθώς δέχεται θαυμασμό και κομπλιμέντα για τα βήματά της.
Ωστόσο, η άσχημη ατμόσφαιρα εξακολουθεί να υπάρχει κι η κρίση ελλοχεύει απειλητική.
Όσο ο ένας σύντροφος πρέπει να είναι πιο σημαντικός από τον άλλο και ο φόβος του διαζυγίου κρατάει δεμένους και τους δυο, η εξάρτηση εξακολουθεί να είναι ο θεμέλιος λίθος του γάμου.
Ο κυριαρχικός σύντροφος είτε άντρας είναι είτε γυναίκα, δεν ικανοποιείται έχοντας σύζυγο ένα σκλάβο. Νομικά ο γάμος μπορεί να επιβιώσει, αλλά η αγάπη κι η επικοινωνία μεταξύ των δύο συντρόφων θα έχουν καταστραφεί.
Σ’ αυτή την περίπτωση το διαζύγιο είναι η συνηθισμένη λύση, αλλά αν δεν το επιλέξουν, οι δυο αυτοί άνθρωποι ακολουθούν χωριστούς δρόμους όντας παντρεμένοι – δεν κάνουν έρωτα, μένουν σε χωριστά δωμάτια και η επικοινωνία τους βασίζεται στην αμοιβαία αδιαφορία και όχι στην κατανόηση.
Μια διαφορετική κατάληξη είναι επίσης πιθανή, αν κι οι δυο σύντροφοι αποφασίσουν να επανεκτιμήσουν τον εαυτό τους και τη σχέση τους. Αν κι οι δυο προσπαθήσουν ν’ απαλλαγούν από λαθεμένες ζώνες, αν αγαπιούνται τόσο ώστε να επιτρέπει ο ένας στον άλλο να διαλέξει την προσωπική του ολοκλήρωση, τότε ο γάμος μπορεί ν’ ανθήσει και να ωριμάσει.
Με δυο ανθρώπους σίγουρους για τον εαυτό τους, που ενδιαφέρεται τόσο πολύ ο ένας για τον άλλο ώστε να ενισχύουν την ανεξαρτησία κι όχι την εξάρτηση, μοιραζόμενοι ταυτόχρονα την ευτυχία της αμοιβαίας αγάπης τους, ο γάμος μπορεί να είναι μια γοητευτική προοπτική. Αλλά, όταν δυο άνθρωποι προσπαθούν να σμίξουν έτσι που να γίνουν ένα, ή ο ένας προσπαθεί με οποιονδήποτε τρόπο να κυριαρχήσει πάνω στον άλλο, η σπίθα που όλοι έχουμε μέσα μας αγωνίζεται για μια από τις μεγαλύτερες ανθρώπινες ανάγκες – την ανεξαρτησία.
Η μακροβιότητα δεν αποτελεί ένδειξη επιτυχίας του γάμου. Πολλοί άνθρωποι μένουν παντρεμένοι από φόβο για το άγνωστο, από αδράνεια ή, απλώς, επειδή δεν έχουν τι άλλο να κάνουν.
Σ’ έναν πετυχημένο γάμο, σ’ ένα γάμο όπου κι οι δυο σύντροφοι νιώθουν πραγματική αγάπη, καθένας είναι πρόθυμος να επιτρέψει στον άλλο να διαλέξει, αντί να κυριαρχήσει πάνω του. Δεν υπάρχει διαρκής διαμάχη για την υποχρέωση να σκέφτεσαι και να μιλάς για λογαριασμό του άλλου και να απαιτείς να κάνει αυτό που υποτίθεται ότι πρέπει.
Η εξάρτηση είναι το φίδι στον παράδεισο ενός ευτυχισμένου γάμου. Δημιουργεί πρότυπα κυριαρχίας και υποταγής και τελικά καταστρέφει τις σχέσεις. Αυτή η λαθεμένη ζώνη μπορεί να εκμηδενιστεί, αλλά δεν θα είναι μια ήρεμη μάχη, μια που όταν η εξουσία κι ο έλεγχος αμφισβητούνται ελάχιστοι τα εγκαταλείπουν χωρίς αγώνα. Κάτι ακόμη σημαντικότερο, η εξάρτηση δεν πρέπει να συγχέεται με τον έρωτα. Αν στη συνένωση δυο ψυχών υπάρξουν κάποιοι χώροι ελευθερίας, τότε κατά παράδοξο τρόπο ο γάμος γίνεται πιο συμπαγής.
ΓΟΥΑΙΗΝ ΝΤΥΕΡ, ΟΙ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΤΩΝ ΣΦΑΛΜΑΤΩΝ ΣΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου