Δευτέρα 28 Δεκεμβρίου 2015

Σεξουαλικότητες: μια σύντομη ματιά

Αυτό το άρθρο απευθύνεται σε όσους και όσες ενδιαφέρονται να μαθαίνουν για τη σεξουαλικότητα. Η σεξουαλικότητα αποτελεί ένα μεγάλο πεδίο που, όπως όλα στη ζωή, δεν παύει να εξελίσσεται.
 
Εδώ θα ασχοληθώ με ένα μικρό, εισαγωγικό θα έλεγα, μέρος του. Πρόθεσή μου είναι να συμβάλλω στη γνωριμία κυρίως με την ψυχολογική πλευρά αυτού του ζητήματος, βασισμένη σε σχετικές σύγχρονες και αναγνωρισμένες έρευνες, και με εξερευνητική διάθεση απέναντι σε αυθαίρετες, υπερ-απλουστευμένες ή δογματικές αντιλήψεις.
Σε αυτό το άρθρο, και θέλω να το κάνω ξεκάθαρο από την αρχή, δεν αναφέρομαι σε περιπτώσεις όπου η κοινωνία ή/και η πολιτεία χρειάζεται να προλαμβάνει και να προφυλάσσει τα μέλη της από σεξουαλικά επιβλαβείς και εγκληματικές συμπεριφορές όπως είναι π.χ. η παιδεραστία, η σεξουαλική βία, εκμετάλλευση κτλ. Αναφέρομαι κυριότατα στις σεξουαλικότητες που εκφράζονται μέσα από οικειοθελείς και συναινετικές σεξουαλικές ή άλλες σχέσεις και συνειδητές επιλογές στη ζωή ενήλικων ανθρώπων.
Φυσικά, η επιλογή για το πώς θα χρησιμοποιήσεις αυτές τις πληροφορίες ή για το τι θες να πιστεύεις για τα θέματα αυτά είναι δίκη σου.
 
Τι είναι;
Σύμφωνα με τον Αμερικανικό Σύλλογο Ψυχολόγων, ένας γενικός ορισμός είναι ότι «η ανθρώπινη σεξουαλικότητα είναι η ικανότητα του ανθρώπου να έχει ερωτικές εμπειρίες και συνδέσεις.» (APA, 2013)
Η σεξουαλικότητα δεν είναι παρά μια ακόμη πλευρά της ανθρώπινης φύσης. Το να ταυτίζεται και να αντιμετωπίζεται ολόκληρο το άτομο μόνο με βάση τη σεξουαλικότητα είναι μια αποσπασματική και μονοδιάστατη αν όχι στρεβλή προσέγγιση, όπως με το να αντιμετωπίζεται κανείς π.χ. με βάση το χρώμα του δέρματος, το βάρος του σώματος, την οικογενειακή κατάσταση ή την απόδοση στα μαθηματικά.
Ωστόσο, η σεξουαλικότητα αποτελεί κι ένα αναπόσπαστο και πολύτιμο κομμάτι της ανθρώπινης φύσης σε πολλά επίπεδα, είτε κανείς το αναγνωρίζει είτε όχι, είτε το αποδέχεται είτε όχι.
Η σεξουαλικότητα δεν έχει να κάνει μόνο με το βιολογικό/σωματικό επίπεδο αλλά και με το ψυχικό.
Είναι μια ακόμη διάσταση του ανθρώπου, που μπορεί να τον ταξιδέψει από τις ρίζες της ζωώδους του φύσης μέχρι τη συνένωση με τον Άλλο/η και το υπερβατικό και εκστατικό βίωμα της ύπαρξής του. Κι αυτό ίσως κάποιες φορές να φοβίζει - και ίσως ως ένα βαθμό να είναι φυσικό να φοβίζει.
Όμως, η ημιμάθεια, η έλλειψη παιδείας και έγκυρης ενημέρωσης μπορεί να εντείνει το φόβο σε βαθμό που να μη μπορεί πια να δει κανείς καθαρά μια πλευρά της φύσης του/της.
Η σεξουαλικότητα ενός ανθρώπου μπορεί να επηρεάσει τo σεξουαλικό του/της ενδιαφέρον και την έλξη για έναν άλλο άνθρωπο. Και όχι μόνο. Η σχέση ενός ανθρώπου με τη σεξουαλικότητά του μπορεί μεταξύ άλλων να επηρεάζει τις σχέσεις του, τη δουλειά του, τη δημιουργικότητά του, την ποιότητα της ζωής του γενικότερα.
Δεν φαίνεται να βιώνουν όλοι οι άνθρωποι τη σεξουαλικότητα με τον ίδιο τρόπο ούτε με την ίδια ένταση. Κι αυτό είναι καθ’ολα φυσιολογικό και σεβαστό. Ο κάθε άνθρωπος, όμως, μπορεί να βιώσει και να εκφράσει τη σεξουαλικότητά του/της με πολλούς τρόπους και σε πολλά επίπεδα. Για παράδειγμα μέσα από το σώμα, τις σκέψεις, τις φαντασιώσεις, τις επιθυμίες, τα πιστεύω, τις αξίες, τις αντιλήψεις, τις συμπεριφορές, τις πρακτικές, τις σχέσεις κτλ.
Σε κάποιους ανθρώπους που ο σεξουαλικός τους εαυτός έχει τραυματιστεί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο συνήθως η καλή επιμόρφωση καθώς και η καλή ψυχολογική θεραπεία μπορεί να είναι ωφέλιμα.
 
Το προσωπικό και το πολιτικό
Η ανθρώπινη σεξουαλικότητα δεν μελετήθηκε σοβαρά από επιστημονικής άποψης μέχρι και πρόσφατα.
Φαίνεται μέσα από την ιστορία ότι οι βασικές πολιτικές, κοινωνικές και θρησκευτικές μορφές πατριαρχικής κυριως εξουσίας είχαν συχνά τη δυνατότητα να καταδικάζουν, να διαστρεβλώνουν, να στιγματίζουν ή να αποσιωπούν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τα ζητήματα που αφορούσαν την ανθρώπινη σεξουαλικότητα.
Από τις επικρατέστερες αντιλήψεις για τη σεξουαλικότητα ή τη χαλιναγώγιση των σεξουαλικών παρορμήσεων ήταν π.χ. πως ο,τιδήποτε αφορά τη σεξουαλικότητα ειναι κάτι κυρίως αρνητικό ή/και βρώμικο που πρέπει να ελέγχεται αυστηρά, να καταπνίγεται με κάθε τρόπο ή ακόμα και να τιμωρείται, η έμμηνος ρύση είναι κάτι μιαρό, ο αυνανισμός είναι διαβολικός, κτλ.
Το πότε, πώς, πού και με ποιον/α θα έχει κανείς σεξουαλική σχέση ή πώς και πόση σεξουαλική ευχαρίστηση είναι αποδεκτή είναι κάτι για το οποίο είχαν συχνά ηχηρό λόγο βασικές πολιτικές και θρησκευτικές ηγεσίες, ακόμα κι αν οι ίδιες θεωρητικά απαρνούνταν τη σεξουαλική φύση του ανθρώπου ή δεν δέχονταν να επικαιροποιήσουν αξιόπιστα τις γνώσεις τους γύρω από αυτά τα ζητήματα.
Ιστορικά η πιο αποδεχτή πλευρά της ανθρώπινης σεξουαλικότητας φαίνεται να ήταν η πλευρά που αφορά την αναπαραγωγή και το ποια θα «πρέπει» να είναι η δυναμική στους ρόλους μεταξύ άντρα και γυναίκας. Προφανώς, όμως, η ανθρώπινη σεξουαλικότητα φαίνεται ότι δεν περιορίζεται στο πεδίο της αναπαραγωγής – αυτό είναι απλά ένα μέρος της.
Πρωτοπόρος στην, για πρώτη φορά, επιστημονικά τεκμηριωμένη μελέτη της ανθρώπινης σεξουαλικότητας υπήρξε ο Alfred Kinsey (1894-1956). Οι έρευνές του μάλιστα υπήρξαν μαζί και με άλλες βάση κινητοποίησης για την σεξουαλική επανάσταση του ’60 και του ’70 στην Αμερική.
Ο Kinsey, βασισμένος σε εντυπωσιακά μεγάλο όγκο δεδομένων που είχε συλλέξει, μας μίλησε για πρώτη φορά για την ποικιλία, τις δυσκολίες, την ομορφιά και την πολυπλοκότητα της σεξουαλικότητας στον άνθρωπο. Κατέρριψε το στερεότυπο της ασπρόμαυρης αντίληψης για τη σεξουαλική συμπεριφορά ( π.χ. τα γένη, άντρας/γυναίκα, ετεροφυλία/ομοφυλοφιλία, τύποι οργασμών) και αντ’ αυτού μας πρότεινε να τη δούμε σε ένα πιο ευρύ και πλούσιο φάσμα. Με αυτή την οπτική προτιμώ να μιλάω όχι τόσο για σεξουαλικότητα όσο για σεξουαλικότητες.
Οι έρευνες του Kinsey από ένα σημείο και πέρα έπαψαν να χρηματοδοτούνται καθώς τα καινοτόμα για την εποχή ευρήματα άρχισαν να ενοχλούν τις κατεστημένες αντιλήψεις και τα παραδοσιακά πλαίσια. Μερικά χρόνια αργότερα δημιουργήθηκε το Ινστιτούτο Κinsey που μέχρι και σήμερα συνεχίζει το έργο του.
 
Τι γίνεται σήμερα; 
Τα ευρήματα των ερευνών του Kinesy συχνά συμπλέουν και επιβεβαιώνονται από πιο πρόσφατες έρευνες που γίνονται εως και σήμερα, όπως π.χ. η έρευνα του Gerulf Rieger στο τμήμα Ψυχολογίας του Essex (2015), του Πανεπιστημίου Harvard, του Cornell, της Georgia κ.α (βλ. Πηγές). Ο βιολόγος Βagemihl (1999) παραθέτει στο βιβλίο του τα πάνω από 450 είδη του ζωικού βασιλείου στα οποία συναντάται ομοφυλοφιλική συμπεριφορά. 
Τι, λοιπόν, άραγε είναι αυτό που ενοχλεί και πιθανόν φοβίζει στη σεξουαλικότητα και στις διαφορετικές πλευρές της π.χ. στην Ελλάδα του 2016; Τι είναι αυτό που π.χ. καθιστά ακόμη τόσο άβολη τη σύγχρονη απαλλαγμένη από δογματισμό και προκαταλήψεις διδασκαλία της σεξουαλικής διαπαιδαγώγισης στην εκπαίδευση – σε εκπαιδευτές και εκπαιδευόμενους; Τι ίσως μπορεί και χρειάζεται να βελτιωθεί;
Ποια ακριβώς είναι η σχέση μεταξύ της προσωπικής και της πολιτικής/κοινωνικής πλευράς της σεξουαλικότητας; Με βάση ποιές αξίες; Πόση αρμοδιότητα μπορούν να έχουν γι’ αυτά τα ζητήματα άνθρωποι που δεν γνωρίζουν (ή δεν θέλουν να γνωρίζουν), που δεν έχουν καμία ανάλογη κατάρτιση (ή πρόθεση σύγχρονης επιμόρφωσης), που που δεν ακούν τις χιλιάδες ανθρώπινες ιστορίες πόνου, χαράς, μαρτυρίου, λύτρωσης, που έχουν να κάνουν με τη σεξουαλικότητα στις διαφορετικές μορφές της;
Για παράδειγμα, μόλις το καλοκαίρι που μας πέρασε απαγορεύτηκε η κλειτοριδεκτομή στη Νιγηρία. Μια εγκληματική πρακτική που εφαρμόστηκε σε εκατομμύρια γυναίκες - και εφαρμόζεται ακόμη σε άλλες χώρες - βασισμένη στις τοπικές κοινωνικές αντιλήψεις ότι έτσι μια γυναίκα γίνεται «καθαρή» και μόνο έτσι μπορεί να παντρευτεί.
Κατά παρόμοιο τρόπο, και συμφωνώ σε αυτό με τον ψυχοθεραπευτή Andrew Samuels, οι ψυχίατροι και οι ψυχολόγοι στη Δύση καθυστέρησαν να αποκηρύξουν την ομοφυλοφιλία ως ασθένεια, μια προσέγγιση που κληροδοτήθηκε κυρίως από τoν 12ο αιώνα. Η αποκήρυξη αυτή έγινε μόλις το 1973, κάτω και από την πίεση των ευρημάτων του Kinsey καθώς και των κοινωνικών κινημάτων της σεξουαλικής επανάστασης, που καλούσαν για αποκατάσταση της ισοτιμίας και της αυτονομίας πέρα από ηθικοπλαστικές και δογματικές αντιλήψεις.
Αναρωτιέμαι αν οι καθυστερήσεις και γενικά η αποσιώπηση ζητημάτων που αφορούν τη σεξουαλικότητα ανέστειλε (και αναστέλλει) την καλύτερη ψυχο-σεξουαλική ωρίμανση και ενηλικίωση πολλών ανθρώπων και κοινωνιών.
Η ενοχοποίηση του σώματος και των γεννητικών οργάνων (ειδικά στις γυναίκες), η σεξουαλική βία και κακοποίηση, η ταύτιση του ανδρισμού με τα αρσενικά γεννητικά όργανα και την “ικανότητα” επιθετικότητας και επιβολής δύναμης (και σεξουαλικής), ο σεξισμός, η σεξουαλική υπερ-έκθεση, η αντικειμενικοποίηση (ειδικά στις γυναίκες), ο μισογυνισμός, η ομοφοβία, η κακή πορνογραφική προσέγγιση της ερωτικής έκφρασης είναι μερικά παραδείγματα που έχουν να κάνουν και με το βαθμό αξιόπιστης ενημέρωσης, σεξουαλικής ωρίμανσης και συμφιλίωσης του ατόμου και των κοινωνιών με τη σεξουαλικότητα και τις διαφορετικές πλευρές της.
Τέλος, κατά τη γνώμη μου, δεν πρέπει γενικά να ξεχνάμε ότι πίσω από τις όποιες απρόσωπες ταμπέλες (πολιτικές, κοινωνικές, φυλετικές, σεξουαλικές, κ.α.), τους απρόσωπους όρους, τους χαρακτηρισμούς και τη χρήση τους με ρατσιστικές προθέσεις, υπάρχουν άνθρωποι, πραγματικές ζωές και υπάρχουν και σχέσεις. Συγγενικές σχέσεις, εργασιακές σχέσεις, διαπροσωπικές σχέσεις κι ακόμα βαθιές προσωπικές κι αυθεντικές συντροφικές σχέσεις.
---------------
Πηγές
Adams, E. H., Wright, W. L., Bethany, A (1996). Is Homophobia Associated With Homosexual Arousal? University of Georgia. Journal of Abnormal Psychology, Vol.105, No. 3440-445.
American Psychological Association. (2013)."Sexual orientation, homosexuality and bisexuality". Archived from the original on August 8, 2013.

Bagemihl, B. (1999). Biological Exuberance: Animal Homosexuality and Natural Diversity. St. Martins Press.

Giacomo Gioca et al. (2015). Psychoticism, immature defense mechanisms and fearful attachment style are associated with higher homophobic attitude. Journal of Sexual Medicine Vol 12 (9).

Netta, W., William, S. R., Cody, R. D., Przybylski, K. A., Nicole, L., Richard, M, R. (2012). Parental autonomy support and discrepancies between implicit and explicit sexual identities: Dynamics of self-acceptance and defense. Journal of Personality and Social Psychology, Vol102(4), 815-832.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου