Έχοντας διαβεί πλέον το κατώφλι του 21ου αιώνα, δεν είναι λίγοι αυτοί που διατείνονται ότι η πρόοδος που έχει συντελεστεί στο ανθρώπινο γένος είναι μοναδική και αξιοσημείωτη. Υποστηρίζουν μάλιστα με στόμφο, πως οι απειράριθμες κατακτήσεις στο χώρο της τεχνολογίας και του πολιτισμού είναι δηλωτικές της χαοτικής απόστασης που χωρίζει τον σύγχρονο από τον πρωτόγονο άνθρωπο. Είναι, άραγε, δικαιολογημένη και εύλογη αυτή η αντίληψη ή μήπως ο σημερινός homo sapiens είναι, όπως με θαυμαστό σαρκασμό εκφράζει ο ποιητής Νίκος Καρούζος, ένας homo σάπιος;
Αν επιχειρούσαμε να σχηματίσουμε το πορτραίτο του ανθρώπου κατά την αυγή της δημιουργίας του, θα διακρίναμε τα εξής βασικά χαρακτηριστικά: Αρπακτικότητα, μοχθηρία, βαρβαρότητα, απληστία. Πρόκειται για γνωρίσματα που αναγνωρίζονται και σε όλα τα υπόλοιπα όντα του ζωικού βασιλείου, με τη διαφορά πως ο άνθρωπος τα γιγαντώνει σε πολλαπλάσιο βαθμό, εκμεταλλευόμενος τη δύναμη του «λογικού» με την οποία είναι εξοπλισμένος. Ο προϊστορικός άνθρωπος προσανατολίζει τη δράση του στην ικανοποίηση των φυσικών ενστίκτων του και την υπακοή στις ζωτικές του ορμές. Είναι ένα θηρίο ανήμερο που αγνοεί την έννοια της πειθαρχίας και αδυνατεί να χαλιναγωγηθεί. Οι πράξεις του καθοδηγούνται από την έμφυτη τάση του να επιβιώνει και να επιβάλλεται στο περιβάλλον του και, όπως είναι φυσικό, ελάχιστα είναι τα ψήγματα πνευματικότητας που κουβαλά.
Επιστρέφοντας στο τώρα, γινόμαστε μάρτυρες μιας άνευ προηγουμένου εξέλιξης του ανθρώπου. Αναμφισβήτητα, τα επιτεύγματα και οι τεχνολογικές κορυφές που έχει πατήσει μοιάζουν χιμαιρικές και πιάνει κανείς τον εαυτό του να τα κοιτά αποσβολωμένος. Επιπλέον, οι γνώσεις, οι αξίες και οτιδήποτε ονομάζουμε πολιτισμό, μας κατακλύζουν σε κάθε έκφανση της ζωής μας. Το πόσο πολύ έχει πλατύνει ο όρος πολιτισμός, αποτυπώνεται και στο γνωμικό του Αμερικανού συγγραφέα Μαρκ Τουέην, ο οποίος αρκετά συμπυκνωμένα και συνάμα σκωπτικά φτάνει στο σημείο να ορίσει τον πολιτισμό ως τον «ασταμάτητο πολλαπλασιασμό μη αναγκαίων αναγκών». Επιπροσθέτως, αυτό που γεμίζει περηφάνια το σύγχρονο άνθρωπο είναι το γεγονός πως έχει τιθασεύσει και ελέγξει τις μέχρι πρότινος αδάμαστες δυνάμεις της φύσης, έχοντας μετατραπεί σε έναν επιδέξιο ναυτικό που συγκρατεί στιβαρά το καράβι της ζωής παρά τους όποιους κλυδωνισμούς.
Σε κάθε περίπτωση, το σύντομο αυτό κείμενο και ο «δυσκοίλιος» σε θέματα γραφής συντάκτης του, δεν είναι σε θέση να αναπτύξει με πληρότητα τις πληθωρικές και ατελεύτητες αρετές και ικανότητες του σημερινού ανθρώπου. Το ερώτημα, ωστόσο που εγείρεται, είναι μήπως, παρά τις μυριάδες επευφημίες, ο άνθρωπος δεν έχει ανέβει τόσο πολλά σκαλοπάτια στην, ομολογουμένως, ζόρικη σκάλα του πνεύματος ή για να το θέσω λίγο πιο ποιητικά αν πέρα από αυτή τη λαμπρή άνθηση του μπουμπουκιού, το άγριο κλαρί με τα αναλλοίωτα μειονεκτήματα εξακολουθεί να υφίσταται.
Την απάντηση μπορεί να την λάβει ο καθένας αν αφουγκραστεί τους παλμούς της κοινότητας που τον περιβάλλει κι αν παρατηρήσει προσεκτικά τις ανθρώπινες σχέσεις, έτσι όπως αυτές υφαίνονται στον ιστό της κοινωνίας. Η δική μου άποψη που σμιλεύεται και τείνει να αποκρυσταλλωθεί, είναι ότι η ανθρωπιά χάνει έδαφος στους καιρούς μας ή ίσως και να πνέει τα λοίσθια.
Για την επίρρωση του άνωθεν ισχυρισμού δεν θα επεκταθώ σε πολλούς τομείς(αυτό άλλωστε είναι έργο μιας πραγματείας και όχι ενός δοκιμίου), αλλά θα εστιάσω την προσοχή μου στην κεντρομόλο δύναμη που κινεί τον σύγκαιρο κόσμο, που δεν είναι άλλη από το χρήμα. Εξάλλου, χρειάζεται να έχει πολλή μυωπία κάποιος για να μη μπορέσει να διακρίνει, ότι ο άνθρωπος έχει απολέσει την αυτοκυριαρχία του, έχοντας αναγορεύσει ως δυνάστη του το χρήμα. Το χρήμα, λοιπόν, θεωρείται το κρηπίδωμα πάνω στο όποιο θα εδραιώσει ο άνθρωπος το οικοδόμημα που λέγεται ζωή και, επιπλέον, το μέσο με το οποίο θα πορευτεί με άνεση στα μονοπάτια του βίου του. Ωστόσο, η ψυχωτική εμμονή που έχει αναπτύξει με αυτό, το έχει μετατρέψει σε ένα επικίνδυνο τοξικό, ένα παραισθησιογόνο που προκαλεί εθισμό και απαιτεί ολοένα και περισσότερες δόσεις.
Από τη στιγμή που το άτομο επιδίδεται σε μια ατέρμονη και μετά μανίας αναζήτηση του «χρυσού νομίσματος», νομίζω ότι προκύπτει ως λογική απόρροια ο εκτροχιασμός του από τις ράγες της ανθρωπιάς. Η αλλοτρίωση και ο εξανδραποδισμός του είναι παροιμιώδης ενώ η διολίσθησή του προς το δρόμο της διαφθοράς, της υποκρισίας και της ποταπότητας φαντάζει αναπόφευκτη. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, τα άτομα χάνουν την ανθρωπιά τους και η ιδιοτέλεια και το συμφέρον αφηνιάζουν αντικαθιστώντας την αθωότητα και την ανυστεροβουλία. Ένα χαρακτηριστικό, μάλιστα, παράδειγμα της χαμέρπειας του ανθρώπου είναι το μίσος και ο φθόνος που εκσφενδονίζει για οποιονδήποτε καταφέρνει να ορθοποδήσει οικονομικά και να σταδιοδρομήσει.
Ο αναγνώστης μπορεί πιθανόν να με κατηγορήσει ότι του αποπνέω μια έκδηλη αρνητικότητα και έναν έντονο νιχιλισμό, για αυτόν τον λόγο, έχει το ελεύθερο να με καταποντίσει με λυρικές(ή υβριστικές) καταιγίδες του τύπου ότι υπεισέρχομαι στην οπτική του ως ένα μίζερο φως ή ότι συνιστώ μια νότα παραφωνίας στο ξένοιαστο και ευτυχισμένο πεντάγραμμο της ζωής του. Παρ’ όλα αυτά, οι συμπεριφορές που ανέδειξα παραπάνω, δε νομίζω ότι προσιδιάζουν σε εχέφρονα όντα, που αξίζουν να αποκαλούνται άνθρωποι. Εν τέλει, σε αυτό που μπορεί να καταλήξει κανείς με κάποια περίσκεψη είναι ότι η ανθρώπινη κοινωνία έχει μεταλλαχθεί σε μια εξευγενισμένη ζούγκλα που συντίθεται από εξελιγμένους αγρίους. Η ανθρωπότητα μπορεί δικαίως να καυχιέται ότι αποτελεί τον πιο γλυκό και ευχάριστο καρπό του περιβολιού της ζωής, ωστόσο, πέρα από την εξαίσια και ακτινοβολούσα φλούδα, το κουκούτσι του πρωτογονισμού φαίνεται να παραμένει. Το αν μπορεί να εξοστρακιστεί, είναι κουβέντα μιας άλλης ιστορίας…
Αν επιχειρούσαμε να σχηματίσουμε το πορτραίτο του ανθρώπου κατά την αυγή της δημιουργίας του, θα διακρίναμε τα εξής βασικά χαρακτηριστικά: Αρπακτικότητα, μοχθηρία, βαρβαρότητα, απληστία. Πρόκειται για γνωρίσματα που αναγνωρίζονται και σε όλα τα υπόλοιπα όντα του ζωικού βασιλείου, με τη διαφορά πως ο άνθρωπος τα γιγαντώνει σε πολλαπλάσιο βαθμό, εκμεταλλευόμενος τη δύναμη του «λογικού» με την οποία είναι εξοπλισμένος. Ο προϊστορικός άνθρωπος προσανατολίζει τη δράση του στην ικανοποίηση των φυσικών ενστίκτων του και την υπακοή στις ζωτικές του ορμές. Είναι ένα θηρίο ανήμερο που αγνοεί την έννοια της πειθαρχίας και αδυνατεί να χαλιναγωγηθεί. Οι πράξεις του καθοδηγούνται από την έμφυτη τάση του να επιβιώνει και να επιβάλλεται στο περιβάλλον του και, όπως είναι φυσικό, ελάχιστα είναι τα ψήγματα πνευματικότητας που κουβαλά.
Επιστρέφοντας στο τώρα, γινόμαστε μάρτυρες μιας άνευ προηγουμένου εξέλιξης του ανθρώπου. Αναμφισβήτητα, τα επιτεύγματα και οι τεχνολογικές κορυφές που έχει πατήσει μοιάζουν χιμαιρικές και πιάνει κανείς τον εαυτό του να τα κοιτά αποσβολωμένος. Επιπλέον, οι γνώσεις, οι αξίες και οτιδήποτε ονομάζουμε πολιτισμό, μας κατακλύζουν σε κάθε έκφανση της ζωής μας. Το πόσο πολύ έχει πλατύνει ο όρος πολιτισμός, αποτυπώνεται και στο γνωμικό του Αμερικανού συγγραφέα Μαρκ Τουέην, ο οποίος αρκετά συμπυκνωμένα και συνάμα σκωπτικά φτάνει στο σημείο να ορίσει τον πολιτισμό ως τον «ασταμάτητο πολλαπλασιασμό μη αναγκαίων αναγκών». Επιπροσθέτως, αυτό που γεμίζει περηφάνια το σύγχρονο άνθρωπο είναι το γεγονός πως έχει τιθασεύσει και ελέγξει τις μέχρι πρότινος αδάμαστες δυνάμεις της φύσης, έχοντας μετατραπεί σε έναν επιδέξιο ναυτικό που συγκρατεί στιβαρά το καράβι της ζωής παρά τους όποιους κλυδωνισμούς.
Σε κάθε περίπτωση, το σύντομο αυτό κείμενο και ο «δυσκοίλιος» σε θέματα γραφής συντάκτης του, δεν είναι σε θέση να αναπτύξει με πληρότητα τις πληθωρικές και ατελεύτητες αρετές και ικανότητες του σημερινού ανθρώπου. Το ερώτημα, ωστόσο που εγείρεται, είναι μήπως, παρά τις μυριάδες επευφημίες, ο άνθρωπος δεν έχει ανέβει τόσο πολλά σκαλοπάτια στην, ομολογουμένως, ζόρικη σκάλα του πνεύματος ή για να το θέσω λίγο πιο ποιητικά αν πέρα από αυτή τη λαμπρή άνθηση του μπουμπουκιού, το άγριο κλαρί με τα αναλλοίωτα μειονεκτήματα εξακολουθεί να υφίσταται.
Την απάντηση μπορεί να την λάβει ο καθένας αν αφουγκραστεί τους παλμούς της κοινότητας που τον περιβάλλει κι αν παρατηρήσει προσεκτικά τις ανθρώπινες σχέσεις, έτσι όπως αυτές υφαίνονται στον ιστό της κοινωνίας. Η δική μου άποψη που σμιλεύεται και τείνει να αποκρυσταλλωθεί, είναι ότι η ανθρωπιά χάνει έδαφος στους καιρούς μας ή ίσως και να πνέει τα λοίσθια.
Για την επίρρωση του άνωθεν ισχυρισμού δεν θα επεκταθώ σε πολλούς τομείς(αυτό άλλωστε είναι έργο μιας πραγματείας και όχι ενός δοκιμίου), αλλά θα εστιάσω την προσοχή μου στην κεντρομόλο δύναμη που κινεί τον σύγκαιρο κόσμο, που δεν είναι άλλη από το χρήμα. Εξάλλου, χρειάζεται να έχει πολλή μυωπία κάποιος για να μη μπορέσει να διακρίνει, ότι ο άνθρωπος έχει απολέσει την αυτοκυριαρχία του, έχοντας αναγορεύσει ως δυνάστη του το χρήμα. Το χρήμα, λοιπόν, θεωρείται το κρηπίδωμα πάνω στο όποιο θα εδραιώσει ο άνθρωπος το οικοδόμημα που λέγεται ζωή και, επιπλέον, το μέσο με το οποίο θα πορευτεί με άνεση στα μονοπάτια του βίου του. Ωστόσο, η ψυχωτική εμμονή που έχει αναπτύξει με αυτό, το έχει μετατρέψει σε ένα επικίνδυνο τοξικό, ένα παραισθησιογόνο που προκαλεί εθισμό και απαιτεί ολοένα και περισσότερες δόσεις.
Από τη στιγμή που το άτομο επιδίδεται σε μια ατέρμονη και μετά μανίας αναζήτηση του «χρυσού νομίσματος», νομίζω ότι προκύπτει ως λογική απόρροια ο εκτροχιασμός του από τις ράγες της ανθρωπιάς. Η αλλοτρίωση και ο εξανδραποδισμός του είναι παροιμιώδης ενώ η διολίσθησή του προς το δρόμο της διαφθοράς, της υποκρισίας και της ποταπότητας φαντάζει αναπόφευκτη. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, τα άτομα χάνουν την ανθρωπιά τους και η ιδιοτέλεια και το συμφέρον αφηνιάζουν αντικαθιστώντας την αθωότητα και την ανυστεροβουλία. Ένα χαρακτηριστικό, μάλιστα, παράδειγμα της χαμέρπειας του ανθρώπου είναι το μίσος και ο φθόνος που εκσφενδονίζει για οποιονδήποτε καταφέρνει να ορθοποδήσει οικονομικά και να σταδιοδρομήσει.
Ο αναγνώστης μπορεί πιθανόν να με κατηγορήσει ότι του αποπνέω μια έκδηλη αρνητικότητα και έναν έντονο νιχιλισμό, για αυτόν τον λόγο, έχει το ελεύθερο να με καταποντίσει με λυρικές(ή υβριστικές) καταιγίδες του τύπου ότι υπεισέρχομαι στην οπτική του ως ένα μίζερο φως ή ότι συνιστώ μια νότα παραφωνίας στο ξένοιαστο και ευτυχισμένο πεντάγραμμο της ζωής του. Παρ’ όλα αυτά, οι συμπεριφορές που ανέδειξα παραπάνω, δε νομίζω ότι προσιδιάζουν σε εχέφρονα όντα, που αξίζουν να αποκαλούνται άνθρωποι. Εν τέλει, σε αυτό που μπορεί να καταλήξει κανείς με κάποια περίσκεψη είναι ότι η ανθρώπινη κοινωνία έχει μεταλλαχθεί σε μια εξευγενισμένη ζούγκλα που συντίθεται από εξελιγμένους αγρίους. Η ανθρωπότητα μπορεί δικαίως να καυχιέται ότι αποτελεί τον πιο γλυκό και ευχάριστο καρπό του περιβολιού της ζωής, ωστόσο, πέρα από την εξαίσια και ακτινοβολούσα φλούδα, το κουκούτσι του πρωτογονισμού φαίνεται να παραμένει. Το αν μπορεί να εξοστρακιστεί, είναι κουβέντα μιας άλλης ιστορίας…
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου