Κάποιες στιγµές στη ζωή σου εύχεσαι να είχες άλλους γονείς. Κάποιες άλλες – παραδέξου το – εύχεσαι να είχες άλλα παιδιά. Στην πρόσφατη στήλη του στο αμερικανικό «Time» ο Τζόελ Στάιν εξομολογείται ότι σε έναν αγώνα ποδοσφαίρου του πεντάχρονου γιου του, Λάσλο, αναρωτήθηκε πώς θα ήταν να έχει έναν άλλο γιο.
Σχεδόν ευχήθηκε να ήταν παιδί του ένας συνομήλικος συμπαίκτης του γιου του, ο Γκέιμπ, ένας εξαιρετικά ευφυής πιτσιρικάς που τυγχάνει να είναι και ο καλύτερος παίκτης της ομάδας: «Μας φαντάζομαι να περνάμε μαζί τα Σαββατοκύριακα μας παρακολουθώντας επαγγελματική ποδηλασία, να παίζουμε σκάκι, να τρώμε άγνωστα τυριά και να κοροϊδεύουμε τα υπόλοιπα παιδιά στην ομάδα».
Ο Στάιν διακόπτει την ονειροπόλησή του για να παραδεχτεί ότι είναι πλέον πολύ αργά, ότι όπως και να ‘χει έχει «ξεμείνει» με τον αληθινό γιό του που απέχει από το genius της ντρίμπλας: «Είμαι συναισθηματικά εξαρτημένος από το να τον βλέπω να τρέχει πίσω από τα άλλα παιδιά στο γήπεδο μασώντας τον γιακά του, από το να τον ηρεμώ στη διάρκεια των διαλειμμάτων».
Αντιλαμβάνονται από πολύ νωρίς ότι η γονεϊκότητα είναι εκ προοιμίου ένα ταξίδι στο άγνωστο. Και ότι μπορεί να βρεθείς να μεγαλώνεις ένα παιδί που είναι εντελώς ξένο προς εσένα ή ένα παιδί που ακόμη και εσύ, ο πατέρας ή η μητέρα του, δυσκολεύεσαι να δεχτείς. Και όμως, όσο και αν η αγάπη τους δοκιμάζεται πολλές φορές, οι γονείς αυτοί τελικά (τις περισσότερες τουλάχιστον φορές) θα αγκαλιάσουν χωρίς όρια αυτά τα τόσο «ξεχωριστά» παιδιά τους.
Προσωπικώς δυσκολεύτηκα να προσαρμοστώ στη… δυσανεξία της κόρης μου στα φιλιά (καθότι προτιμά να εκδηλώνει την τρυφερότητά της με άλλους τρόπους). Όταν σταμάτησα να ενοχλούμαι με αυτό («Μα ούτε στη μαμά δεν θα δώσεις ένα φιλάκι;») είχα, νομίζω, κάνει ένα βήμα πιο κοντά της. Τελικά πρέπει να το αποδεχτούμε: τα παιδιά μας γεννιούνται από εμάς αλλά δεν προσομοιάζουν (ούτε βέβαια ανήκουν) σε εμάς.
Όπως θα μου πει εμφατικά ο προαναφερθείς Αντριου Σόλομον, η διαφορετικότητα είναι το πρώτο με το οποίο θα πρέπει να συμφιλιωθείς από την πρώτη εκείνη, την αναπόδραστη στιγμή μέσα στην αίθουσα τοκετού: «Κάποιοι γονείς έχουν παιδιά που τους μοιάζουν, πολλοί έχουν παιδιά που διαφέρουν ριζικά από τους ίδιους. Τελικά όμως όλοι οι γονείς αντιμετωπίζουν ως έναν βαθμό το διαφορετικό στο παιδί τους. Όλοι κάποια στιγμή θα αναρωτηθούν πώς ξεφύτρωσαν μέσα στο σπίτι τους αυτά τα εξωγήινα πλάσματα».
Σχεδόν ευχήθηκε να ήταν παιδί του ένας συνομήλικος συμπαίκτης του γιου του, ο Γκέιμπ, ένας εξαιρετικά ευφυής πιτσιρικάς που τυγχάνει να είναι και ο καλύτερος παίκτης της ομάδας: «Μας φαντάζομαι να περνάμε μαζί τα Σαββατοκύριακα μας παρακολουθώντας επαγγελματική ποδηλασία, να παίζουμε σκάκι, να τρώμε άγνωστα τυριά και να κοροϊδεύουμε τα υπόλοιπα παιδιά στην ομάδα».
Ο Στάιν διακόπτει την ονειροπόλησή του για να παραδεχτεί ότι είναι πλέον πολύ αργά, ότι όπως και να ‘χει έχει «ξεμείνει» με τον αληθινό γιό του που απέχει από το genius της ντρίμπλας: «Είμαι συναισθηματικά εξαρτημένος από το να τον βλέπω να τρέχει πίσω από τα άλλα παιδιά στο γήπεδο μασώντας τον γιακά του, από το να τον ηρεμώ στη διάρκεια των διαλειμμάτων».
Είναι δύσκολο να αποδεχτείς το παιδί σου για αυτό που είναι. Να συμφιλιωθείς με ό,τι δεν είναι το ιδεώδες, το αψεγάδιαστο βιολογικό σου αποτύπωμα (ούτε βεβαίως μια εξωραϊσμένη μορφή του) όπως θέλεις να νομίζεις. Οτι δεν είναι η tabula rasa πάνω στην οποία εσύ καλείσαι να εγγράψεις ad libitum (κατά βούληση) τα δικά σου δεδομένα. Το παιδί σου έρχεται στον κόσμο με προκαθορισμένες (πολύ μακριά από τον δικό σου έλεγχο) ικανότητες, κλίσεις, ρωγμές. Εσύ μπορείς να κάνεις πολλά για να τις εκθρέψεις, να τις δαμάσεις, να τις «μεταποιήσεις». Δεν μπορείς όμως να τις αντιστρέψεις ή να τις καταργήσεις, στο πλαίσιο ενός προσωπικού σχεδίου ευγονικής.Θυμάμαι πάντα το αιρετικό βιβλίο «Far from the tree» (σε ελεύθερη απόδοση «Πολύ μακριά από τη μηλιά») του αμερικανού δημοσιογράφου Αντριου Σόλομον. Αφορά δέκα κατηγορίες «ξεχωριστών παιδιών» (από αυτιστικά και κωφά ως παιδιά με σύνδρομο Down και σχιζοφρένεια), παιδιών δηλαδή που δεν θα ήθελες επ’ ουδενί λόγω να αποκτήσεις. Το πιο συναρπαστικό κομμάτι στην τολμηρή έρευνα του Σόλομον (με τον οποίο είχα την τύχη και να συνομιλήσω) είναι οι ίδιοι οι γονείς των παιδιών αυτών και το μακρύ (και ανοίκειο) ταξίδι οδύνης και μεγαλείου που κλήθηκαν να πραγματοποιήσουν. Και όμως αυτοί οι γονείς έχουν ένα πλεονέκτημα έναντι «ημών» (που παριστάνουμε τους πολιτικά ορθούς).
Αντιλαμβάνονται από πολύ νωρίς ότι η γονεϊκότητα είναι εκ προοιμίου ένα ταξίδι στο άγνωστο. Και ότι μπορεί να βρεθείς να μεγαλώνεις ένα παιδί που είναι εντελώς ξένο προς εσένα ή ένα παιδί που ακόμη και εσύ, ο πατέρας ή η μητέρα του, δυσκολεύεσαι να δεχτείς. Και όμως, όσο και αν η αγάπη τους δοκιμάζεται πολλές φορές, οι γονείς αυτοί τελικά (τις περισσότερες τουλάχιστον φορές) θα αγκαλιάσουν χωρίς όρια αυτά τα τόσο «ξεχωριστά» παιδιά τους.
Προσωπικώς δυσκολεύτηκα να προσαρμοστώ στη… δυσανεξία της κόρης μου στα φιλιά (καθότι προτιμά να εκδηλώνει την τρυφερότητά της με άλλους τρόπους). Όταν σταμάτησα να ενοχλούμαι με αυτό («Μα ούτε στη μαμά δεν θα δώσεις ένα φιλάκι;») είχα, νομίζω, κάνει ένα βήμα πιο κοντά της. Τελικά πρέπει να το αποδεχτούμε: τα παιδιά μας γεννιούνται από εμάς αλλά δεν προσομοιάζουν (ούτε βέβαια ανήκουν) σε εμάς.
Όπως θα μου πει εμφατικά ο προαναφερθείς Αντριου Σόλομον, η διαφορετικότητα είναι το πρώτο με το οποίο θα πρέπει να συμφιλιωθείς από την πρώτη εκείνη, την αναπόδραστη στιγμή μέσα στην αίθουσα τοκετού: «Κάποιοι γονείς έχουν παιδιά που τους μοιάζουν, πολλοί έχουν παιδιά που διαφέρουν ριζικά από τους ίδιους. Τελικά όμως όλοι οι γονείς αντιμετωπίζουν ως έναν βαθμό το διαφορετικό στο παιδί τους. Όλοι κάποια στιγμή θα αναρωτηθούν πώς ξεφύτρωσαν μέσα στο σπίτι τους αυτά τα εξωγήινα πλάσματα».
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου