Απώλεια, Πένθος, πρακτική Φιλοσοφία και Μεταμόρφωση
Φτάνεις σε μια ηλικία, ένα στάδιο ζωής, συνήθως κάπου μετά τα 50 ή 60, αφού έχεις βρει την ταυτότητά σου, τον εαυτό σου, έχεις σπουδάσει, έχεις βρει δουλειά κι έχεις πετύχει (ή έχεις πιάσει ταβάνι) στη καριέρα σου, έχεις (παρα)γνωρίσει το σεξ, έχεις βιώσει τον έρωτα και το πάθος, τη ηδονή και την υπέρβασή της, έχεις υποταχθεί στον και υπερβεί τον γάμο και (σαν μικρός Θεός παιδαγωγός) έχεις οδηγήσει παιδιά να πετάξουν λεύτερα έξω απ τη φωλιά, έχεις χωρίσει και μάλλον ξαναγαπήσει (τι επανεκκίνηση!), έχεις ασχοληθεί (ρομαντικά) κι απογοητευτεί (αηδιαστικά) με την πολιτική και την θρησκεία, έχεις (τι προνόμιο!) διαβάσει, ταξιδέψει, γράψει, ερευνήσει, καλλιτεχνήσει και προσωπικά εξελιχθεί, έχεις προσφέρει και πάρει αγάπη κι ομορφιά (ευτυχώς υπάρχουνε κι αυτά!) για να μην μακρυγορώ… έχεις καταλάβει, λίγο ή πολύ, πως λειτουργεί ο γήινος κόσμος κι οι άνθρωποί του και πόσο ίδια (ή και χειρότερα…) θα παραμείνουν κατά τη διάρκεια της ζωής σου παρά τις προσπάθειές σου (και ίσως κάθε σοφότερού σου) ως επαγγελματίας, γονιός, καλλιτέχνης, φιλόσοφος, εραστής, αγωνιστής ή ηγέτης…
Κι εκεί που νόμιζες ότι όλα πηγαίνανε κατ’ ευχήν και σύμφωνα με το πρόγραμμά σου… κάποιοι, κι εγώ, κι εσύ… φτάνεις ύπουλα (ακόμη κι αν σ’ έχουν προειδοποιήσει οι προπαθώντες) σ’ ένα ψυχολογικό στάδιο (είναι ορμονικό; κοινωνικό; ψυχιατρικό; υπαρξιακό; βιώνοντας απώλειες ορμονών, ικανοτήτων, αξίας, φίλων, ρόλων…) ένα στάδιο όπου συνειδητοποιείς ότι έχεις ικανοποιήσει τους στόχους που η κοινωνία σου κι εσύ (ως καλά κοινωνικοποιημένο παιδί της, πολύ μικρό σε θέληση κι ανίδεο για τον εαυτό σου) είχες θέσει…. Και (τι σοκ!) δεν έχεις άλλους πλέον… Όχι ότι δεν υπάρχουν. Απλά εσύ δεν πολυενδιαφέρεσαι. Κυρίως αν κολλημένος σε μια μπανάλ ζωή επαγγελματικής, σεξερωτικής, φιλικής, καθημερινής ρουτίνας και ανούσιας πεζότητας… (Μα όχι μόνο τότε…). Κυρίως αν εστιάζεσαι στη κλεψύδρα που αδειάζει. Κι αναρωτιέσαι αν άξιζε, αν έζησες για σένα ή για τους άλλους. Αν είσαι θυμωμένος ή εκπληρωμένος…
Συχνά σ’ αυτή την κρίση της “μέσης” ηλικίας (λένε, μα ουσιαστικά σε οποιαδήποτε ηλικία) ή στάδιο, σ’ αυτή την καμπή κι απόφαση ή κρίση (του “τι κάνω τώρα που ν’ αξίζει για μένα”…) σε χτυπάει άλλοτε “διακριτικά” (στους υψηλά λειτουργικούς, με τις καλές ψυχολογικές άμυνες, του χιούμορ, της μετουσίωσης, της δημιουργίας, της υποστηρικτικής αγάπης, της πίστης…) κι άλλοτε βαριά κι ανελέητα (σαν ψυχιατρική διαταραχή) μια υπαρξιακή αδιαφορία και μελαγχολία, μια θλίψη κι ένα άγχος, ενίοτε μια παράλυσή, αν όχι ψύχωση ή αποπροσωποποίηση, με κεντρομόλο (σε καταπίνει εσωστροφικά σαν δίνει) ή φυγόκεντρο (σε δυαλύει σε χαλάσματα) επίκεντρο και πλαίσιο… την α-Νοησία και Ματαιότητα (“κι επειδή επιβιώσαμε κι ενισχύσαμε το γήινο είδος, στο Άπειρο Σύμπαν, τι ακριβώς καταφέραμε;”) κι αυτό το επερχόμενο Τέλος (των στόχων, της ζωής σου).
Κάποιοι θα προσκολληθούν στα παιδιά τους, θα ζουν μέσα από αυτά και τις μικρές τους φιλοδοξίες, σχεδόν πανομοιότυπες με τις παλιές δικές μας (βλ. σπουδές, σεξ, έρωτας, δουλειά, σπίτι, οικογένεια, ταξίδια, κοινωνική επιτυχία…).
Στο “ν’ αγαπάς και να δουλεύεις” είχε αποφανθεί λακωνικά ο Σιγκμουντ Φρόιντ ότι αποστάζεται κι υλοποιείται το Νόημα της ζωής μας! Και το ψυχαναλυτικό ή γενικότερα το φιλοσοφικό “γνώθι σ’ αυτόν” μας προστατεύει από την τύφλα της άγνοιας και της ενεργειακής μας επένδυσης (ψυχικής, χρονικής, συναισθηματικής, παραγωγικής, ηδονικής, ζωικής, επιθετικής, θανατηφόρου, κλπ) σε ανούσια για εμάς έργα.
Κάποιοι θα παρατήσουν (μπουχτισμένοι και παρορμητικά ή περίσκεπτα και συστηματικά) δουλειά, συζύγους, παιδιά, κονφορμισμούς και θα ταξιδέψουν “ελεύθερα” σε (ή θ’ αποσπάσουν προσοχή από την αγωνία τους με) άλλα κορμιά και σεξ (το αντίδοτο του Θανάτου, κυριολεκτικά και ψυχολογικά ή ψυχαγωγικά), με μαστούρες, τρέλες, πάθια κι απολαύσεις…
Άλλοι θα απομονωθούν με τα σκυλιά τους στην εξοχή, σε μοναστήρια, βιβλία, συγγραφές, σιωπηλά έργα τέχνης και φιλοσοφικά ησυχαστήρια…
Πολλοί θα επιμηκύνουν τεχνητά τη ζωή και τα Νοήματά της, αναιρώντας τον θάνατο, “πιστεύοντας” σε εξωγήινες, άυλες, πνευματικές, ψυχικές, ανακυκλώσιμες ή μετενσαρκωμένες ζωές και τους παντοδύναμους θεούς που καταφέρνουν τέτοια κόλπα Αθανασίας και παραδεισένιων ανταμοιβών. Τυχεροί! (Όχι για εμένα.)
Κάποιοι θ’ αυτοκτονήσουν (καταθλιπτικά; ευθανασιακά; ποιος ξέρει;) έχοντας ολοκληρώσει τον δημιουργικό ή ανακυκλωτικό κύκλο τους, επιθυμώντας ή προσδοκώντας τίποτα άλλο πλέον από τον εαυτό τους, τους ανθρώπους ή την ζωή… (Τα υψηλότερα ποσοστά κατάθλιψης και αυτοκτονιών συμβαίνουν σε ηλικίες άνω των 65, άντρες, μόνους).
Εξυπακούεται ότι κάποιοι άλλοι θα πρέπει να το φιλοσοφήσουμε αλλιώς, ώστε να μην πέσουμε στο ανούσιο ή στην κατάθλιψη (της ανηδονίας, δυσφορίας, αναποφασιστικότητας, αδιαφορίας, αδράνοιας, απουσίας κινήτρων-στόχων). Ώστε να κρατήσουμε κάποια ηδονική νοηματική ισορροπία ανάμεσα στα επιτεύγματα και τις μνήμες τις παρελθούσας ζωής μας και σε κάποιες ίσως πιο Συνειδητές κι Εκούσιες και Ριζοσπαστικές, εύχομαι, παροντικες και μελλοντικές επιθυμίες, νοήματα, δράσεις κι εκπλήρωση… Με το “ριζοσπαστικες” εννοώ ότι εξαιτίας της Ικανοποίησης μας – ή μη – στην Ωριμότητά μας έχουμε μια αδέσποτη πλέον Ελευθερία που απαιτεί και προστάζει Δημιουργική Μεταμόρφωση!
Αν αυτά τα νοήματα κι οι δράσεις θα είναι ηδονικά, δημιουργικά, διδασκαλικά, φιλοσοφικά, εγωκεντρικά ή αλτρουιστικά, καλλιτεχνικά, ευεργετικά, υπερβατικά, συμβολικά ή πρακτικά, επαναστατικά, ταπεινά, ενσυναισθηματικα ή ναρκισσιστικά, συντροφικά ή μοναχικά, της προσφοράς ή της κυριαρχίας, ντόπια ή παγκόσμια, ζωής ή θανάτου (ή κάποιος συνδυασμός αυτών κι άλλων πολλών) θα επιλέξει ο καθένας μας.
Ο Χόρχε Μπουκάι (στον Δρόμο των Δακρύων) έγραψε ότι κάποια πράγματα είναι απαραίτητο να τα έχουμε καθορίσει/τακτοποιήσει μέσα μας: τη σεξουαλική μας ταυτότητα, μια φιλοσοφική ή ηθική άποψη, τη σχέση ή τα όρια με τους γονείς μας, το σχέδιο/στόχους της ζωής μας και τη θέση μας απέναντι στο θάνατο… Αλλιώς δεν ξέρουμε ποιοι είμαστε και τι χάνεται και πως θα αναπληρωθεί.
Όλη μας η ζωή είναι μία αλληλουχία Τυχαίων και Απρόβλεπτων ή/και Αναγκαίων κι Αναπόφευκτων Απωλειών. Για όλους μας σε λιγότερο ή περισσότερο υποφερτό βαθμό, για κάποιους δύσμοιρους σε αφάνταστα τραγικό.
Από το κορμί της μητέρας μας, την παιδική άγνοια, αθωότητα κι ανευθυνότητα, την εφηβική απολυτότητα, ανεμελιά και παντοδυναμία, τη ρομαντική «άνευ όρων» αγάπη, την “άσβηστη” έκσταση της ηδονής, την ανέμελη εργένικη ζωή, την εμπιστοσύνη των «φίλων» μας, την αρμονική ευτυχισμένη «νορμάλ» οικογένειά μας, τα όνειρά μας για “δημιουργική” εργασία ή “αξιοκρατικό” εισόδημα, της Αξίας μας, των “ασυμβίβαστων” ηθικών ιδανικών μας, της “αστιγμάτιστης” εθνικής μας ιστορίας, της ανιδιοτελούς θρησκευτικής “αλήθειας”, του “καλοκάγαθου” κράτους μας και των κοινωνικών του “αξιών”, την αίσθηση “ασφάλειας” και “βεβαιότητας”, “συνέχειας” και “πραγματικότητας”, τη “φερεγγυότητα” του μυαλού μας και την “αξιοπιστία” της γνώσης μας, την αγάπη και ηθικότητα των παιδιών μας, την υγιή λειτουργία μας ή βασική χρησιμότητά μας, την “ανεξαρτησία” και “αυτοδιάθεσή” μας, την “εξέλιξη” ή “ολοκλήρωση” έργων, σχέσεων κι Ονείρων, τον Κόσμο μας όπως τον υποθέταμε, γνωρίζαμε και επιθυμούσαμε να είναι (αχ… πόσο ειρηνικό, δίκαιο, ασφαλή, λογικό, προβλέψιμο, ανθρώπινο, αξιοπρεπή, ελπιδοφόρο), των ποικίλων αυταπατών και ψευδαισθήσεων που γεμίζανε με Νόημα την συμπαντικά Ανόητη Στιγμιαία Μικροβιακή ζωή μας μέχρι τον αναπόφευκτα φυσικό τερματισμό της Ζωής, της δικής μας ή (συχνά πολύ χειρότερα) των λατρεμένων αγαπημένων μας.
Όσοι το έχουν βιώσει το γνωρίζουν ενδόμυχα, κάθε Βίαιη, Τραγική, Ακατανόητη ή κατά συρροή Απώλεια, χωρίς το κατάλληλο φιλοσοφικο-ψυχολογικό “μπόλιασμα”, οδηγεί σε ένα καταστροφικό Υπαρξιακό Ακρωτηριασμό, σ’ ένα Καταθλιπτικό Άγχος που μπορεί να “ξεσκίσει” το ανεπαρκώς προετοιμασμένο (για την «παραμόρφωση») άτομο στις ραφές που κρατούσανε σε συνοχή την ταυτότητά του.
Ή… παρά την Οδύνη, το Κενό, την Αγωνία και τη Σύγχυση, με την κατάλληλη ψυχολογική-υπαρξιακή φιλοσόφηση και τη δημιουργία νέου Νοήματος, μιας νέας ίσως Ταυτότητας (και, σαν τον ποταμό του Ηράκλειτου, ποτέ δεν είμαστε ακριβώς ίδιοι με τον παρελθοντικό εαυτό μας, κάτι που το συνειδητοποιούμε σταδιακά σε βάθος χρόνου ή και άμεσα μετά από σημαντικές αλλαγές) εν δυνάμει οδηγούμαστε σ’ ένα (επώδυνο και θλιβερό αρχικά μα) ψυχολογικά υγιές πένθος και τις αναγκαίες δημιουργικές – ανατρεπτικές ή υπερβατικές – κι εξελικτικές προσαρμογές που “μετουσιώνουν” το Μοιραία «Σημαδεμένο» Πρόσωπο σε ένα γαλήνιο, συνειδητό, δημιουργικό και ολοκληρωμένο «Άνθρωπο», φορέα μιας (επειδή πεπερασμένης μα και ηθικά ελεύθερης, όχι ντετερμινιστικής – πιστεύουμε αξιωματικά) Πολύτιμης «Πνευματικής» Ζωής!
Το πένθος είναι η επώδυνη μα απαραίτητη φυσιολογική διαδικασία, της επεξεργασίας μιας απώλειας (εξωτερικής/πραγματικής ή εσωτερικής/υποκειμενικής, απότομης ή προοδευτικής), που αποσκοπεί στην προσαρμογή και την εναρμόνιση της εσωτερικής μας με την εξωτερική μας κατάσταση (της δημιουργίας ενός νέου εαυτού) απέναντι σε μια νέα πραγματικότητα.
Θα υπενθυμίσω ένα γράμμα του Γερμανού φιλοσοφημένου ποιητή και ενός από τους πιο ψυχολογημένους που έχω διαβάσει Ράινερ Μαρία Ρίλκε (από το “Η Σοφία του Ρίλκε“):
-Πόσο θα πρέπει να γεράσει κανείς για να ‘χει αληθινά αποθαυμάσει, να μην του έχει ξεφύγει τίποτα από τα του κόσμου τούτου· πόσα ακόμη δεν υποτιμούμε, παραβλέπουμε, παραγνωρίζουμε. Θεέ μου, πόσες ευκαιρίες και πόσα παραδείγματα για να γίνουμε κάτι… – και απέναντι σ’ όλα αυτά πόση νωθρότητα , πολυδιάσπαση κι αδυναμία θέλησης εκ μέρους μας.
Τι είναι λοιπόν αυτό που όλοι μας χρειαζόμαστε με τον πλέον επιτακτικό τρόπο; Η παροδικότητα και το εφήμερο να μην ταυτίζονται με χωρισμό, διότι τα έχουμε από κοινού με όσα πέρασαν μέσα από τα χέρια μας και χάθηκαν αφού είμαστε κι εμείς εφήμεροι. Συνυπάρχουμε όλοι ενωμένοι ταυτόχρονα σ’ ένα Είναι όπου η έννοια του χωρισμού είναι εξίσου αδιανόητη…
Αν δεν επιλυθεί η υπαρξιακή αυτή κρίση ώστε να κατακτήσουμε την αίσθηση της Αποδοχής των Ορίων και του Τέλους μας, την αίσθηση μιας κάποιας Ολοκλήρωσης ή και Συνέχειας, κάποιου Νοήματος και Αξιοποίησης της γήινης ζωής μας… θα καραδοκεί (συχνά για πολλά χρόνια, όλο και πιο επικίνδυνη όσο το Κενό θεριεύει) μια αγέλαστη, άνευ επιστροφής, μοναχική κατάβαση στην παγωμένη χειμωνιάτικη σπηλιά ή χειρότερα μια Κόλαση Ανοησίας, Τρόμου και Απελπισίας.
Το παραπάνω θίγει ο σοφός ΔανοΑμερικανός ψυχαναλυτής Εrik Erikson στα 3-4 τελευταία από τα 8 ψυχοκοινωνικά (σε αντίθεση με τα αμφιλεγόμενα Φροϋδικά ψυχοσεξουαλικά) στάδια-κρίσεις της ανθρώπινης ζωής. Τα τελευταία τρία του μετά την ηλικία των 40 είναι:
6- Οικειότητα ενάντια στην Απομόνωση,
7- Πανανθρώπινο Ενδιαφέρον/Δημιουργικότητα ενάντια στην Αυτο-απορρόφηση και
8- Πληρότητα/Ακεραιότητα ενάντια στην Απελπισία!
Ο Εrik Erikson (1902-1994) ανέπτυξε μια ψυχοκοινωνική θεωρία για την ανάπτυξη του ανθρώπου. Έβλεπε την ανάπτυξη του ανθρώπου, της προσωπικότητας του, ως μια δυναμική διαδικασία, η οποία συνεχίζεται μέχρι το τέλος της ζωής (και δεν τελειώνει στα πρώτα 5-6 χρόνια μας). Σε κάθε ψυχοκοινωνικό στάδιο του Erikson τα άτομα καλούνται να επιλύσουν συγκρούσεις/κρίσεις προκειμένου να εξελιχθούν περαιτέρω ισορροπημένα (υγιώς). Οι ανεπίλυτες συγκρούσεις οδηγούν σε αναπτυξιακά προβλήματα σε επόμενα στάδια.
Τα 8 ψυχοκοινωνικά στάδια εν συντομία:
1) Εμπιστοσύνη vs Δυσπιστία (γέννηση ως 1 έτους)
Αν ικανοποιημένα από τους φροντιστές τους τα βρέφη αναπτύσσουν εμπιστοσύνη για τον κόσμο, ο οποίος μοιάζει να είναι ασφαλής.
2) Αυτονομία vs Ντροπή & Αμφιβολία (1-3 ετών)
Τα νήπια ανακαλύπτουν το σώμα τους, τις λειτουργίες του και τον έλεγχό του (τουαλέτα, φαγητο, ντύσιμο). Το παιδί πρέπει να μάθει να ελέγχει το σώμα του, προκειμένου να αποκτήσει μια αίσθηση εμπιστοσύνης και αυτονομία.
3) Πρωτοβουλία vs Ενοχή (3-6 ετών)
Τα παιδιά σταδιακά ανακαλύπτουν τον κόσμο. Πρέπει να εξερευνήσουν το περιβάλλον τους αποτελεσματικά, να ανακαλύψουν πράγματα και να αναπτύξουν την ικανότητα να αντιμετωπίζουν ανθρώπους και καταστάσεις.
4) Φιλοπονία vs Κατωτερότητα (6-12 ετών)
Λόγω γνωστικής και κινητικής ανάπτυξης, τα παιδιά αποκτούν περισσότερες δεξιότητες, τις εξασκούν (πχ σε ομαδικά παιχνίδια) και τις μεταφέρουν στο σχολείο και τον έξω κόσμο. Σε περίπτωση γενικευμένης κατάκρισης ή απαξίωσής τους αναπτύσσουν αίσθημα κατωτερότητας, αποδιοργάνωση, χαμηλή αυτοεκτίμηση και μειονεκτική αυτοεικόνα.
Κι τώρα αυτά που μας ενδιαφέρουν περισσότερο όσο ωριμάζουμε και γερνάμε:
5) Ταυτότητα vs Σύγχυση Ρόλου και Εαυτού (12-18 ετών και άνω)
Στην εφηβεία και νεότητα, ενσωματώνουμε μέσα στην εικόνα του εαυτού μας διάφορους ρόλους: Φίλος, αδερφός, μαθητής, σύντροφος, αθλητής κλπ. Έτσι διαμορφώνεται σταδιακά μια σταθερή μα και τροποποιήσιμη ταυτότητα αναγκών, δεξιοτήτων, προτιμήσεων, μοτίβων, στόχων, κλπ, που βοηθά στην αντιμετώπιση και προσαρμογή στο περιβάλλον. Έλλειψη σταθερής ταυτότητας προκαλεί σύγχυση και αποδιοργάνωση. Κατανοείτε γιατί οι μεγάλες αλλαγές (σε υγεία, σχέσεις, εργασία, φιλίες – ακόμη και στα κίνητρά μας) μετά τα 60 μπορούν να μας αποσυντονίσουν…
6) Οικειότητα vs Απομόνωση (18-40+ ετών)
Με την έναρξη της ενήλικης ζωής η ενδόμυχη οικειότητα (ή συντροφικότητα/φιλία) αρχίζει να παίζει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του ανθρώπου. Οικειότητα είναι η ικανότητα του ατόμου να μοιράζεται τη ζωή και τον εαυτό του με άλλα πρόσωπα, δίχως να φοβάται ότι θα χάσει τη δική του ταυτότητα. Εάν προηγούμενων σταδίων κρίσεις δεν έχουν επιλυθεί, το άτομο δυσκολεύεται με την οικειότητα και συχνά απομονώνεται. Αυτό επειδή όταν η ταυτότητα, η δομή, του ατόμου είναι αδύναμη, η οικειότητα φοβίζει κι απειλεί με εγκλωβισμό ή αφανισμό του Εαυτού.
7) Πανανθρώπινο Ενδιαφέρον/Δημιουργικότητα vs Αυτο-απορρόφηση (40-65 ετών)
Ο ώριμος ενήλικας πλέον, αν η ανάπτυξη έχει συντελεστεί σωστά, είναι ελεύθερος να κατευθύνει την προσοχή και το ενδιαφέρον του στους άλλους, πέραν του εαυτού του. Νοιαζόμαστε για τα παιδιά, την οικογένειά μας, για κοινωνικά, εργασιακά, περιβαλλοντολογικά ζητήματα. Κι εδώ αν υπάρχουν ανεπίλυτες συγκρούσεις, η προσοχή στρέφεται δυσανάλογα κι ανισόρροπα προς τον εαυτό (αυτο-απορρόφηση). Να γεμίσουμε το Κενό μας. Η αυτο-απορρόφηση μπορεί να ερμηνευθεί και ως αίσθηση στασιμότητας, περιορισμού ή εγκλεισμού και ανίας. Προβληματικότατη όταν συμβαίνει υπερβολικά. Να το πούμε αλλιώς, απαραίτητη κι εδώ η ισορροπία ανάμεσα στην γαλήνια φιλοσοφημένη εσωστρέφεια ή μοναχικότητα και την δημιουργική αλληλεπίδραση με το “άλλο” ή εξωστρέφεια!
Και το 8ο που έδωσε τον τίτλο στην σημερινή παρουσίαση:
8) Πληρότητα/Ολοκλήρωση/Ακεραιότητα vs Απελπισία (65+).
Το τελευταίο στάδιο.
Εξαρτουμένου των προηγούμενων, καθώς το άτομο πλησιάζει στο τέλος της ζωής του, κάποιοι αισθάνονται πληρότητα και ικανοποίηση με τις επιλογές και τις πράξεις τους, νιώθουν πως η ζωή τους είχε νόημα και δεν χαραμίστηκε. Άλλοι νιώθουν μετανιωμένοι για τις (μάλλον ανούσιες, λανθασμένες, άχαρες, μίζερες ή μη αυθεντικές για τον εαυτό τους) επιλογές και “πνίγονται” στην απόγνωση, κατάθλιψη, εθισμούς και υπαρξιακό τρόμο… μην προλαβαίνοντας να διορθώσουν λάθη ή να ολοκληρώσουν την μισή ζωή τους.
Κάθε κρίση παραμένει παρούσα (κυρίως αν ανεκπλήρωτη) σε όλη τη διάρκεια της ζωής του ατόμου κι η ανάπτυξή μας είναι μια δυναμική και συνεχής διαδικασία.
Θεωρώ μαζί με πολλούς ψυχοθεραπευτές, κυρίως της υπαρξιακής-ανθρωπιστικής παράδοσης ότι η ψυχοθεραπεία πρέπει να είναι ουσιαστική πρακτική φιλοσοφία. Οι αρχαίοι μας την εξασκούσαν ως τρόπο ζωής, ως στόχο Ευδαιμονίας. Όχι απλά συμπτωματική ανακούφιση όπως κάποιες ψυχοθεραπείες. Ποιος ουσιαστικότερος από τον αγαπημένο Επίκουρο.
Ο Ιρβιν Γιάλομ (Στον Κήπο του Επίκουρου) γράφει:
– Η υπαρξιακή κοσμοθεωρία μου στην οποία, βασιζω την κλινική μου δουλειά, ασπάζεται τον ορθολογισμό, απέχει από τις υπερφυσικές πίστεις και υποστηρίζει ότι η Ζωή γενικά, και η δική μας, ανθρώπινη ειδικά, είναι αποτέλεσμα τυχαίων γεγονότων. Ότι παρόλο που λαχταράμε να διατηρηθούμε στην ύπαρξη μας, είμαστε πεπερασμένα όντα. Ότι βρισκόμαστε πεταμένοι σ’ αυτή την ύπαρξη μόνοι, χωρίς προκαθορισμένη δομή ζωής ή πεπρωμένο. Ότι ο καθένας μας πρέπει ν’ αποφασίσει πως να ζήσει όσο γίνεται πληρέστερα, πιο ευτυχισμένα, πιο ηθικά και πιο ουσιαστικά.
– Η υπαρξιακή μέθοδος είναι μια από πολλές ψυχοθεραπευτικές μεθόδους – κι όλες έχουν τον ίδιο λόγο ύπαρξης – να διακονήσουν την ανθρώπινη απόγνωση. Η υπαρξιακή ψυχοθεραπευτική θέση δηλώνει ότι αυτό που μας προκαλεί σύγχυση δεν πηγάζει μόνο από το βιολογικό μας γενετικό υπόστρωμα (ψυχοφαρμακολογικό μοντέλο), δεν πηγάζει μόνο από τη πάλη μας, με απωθημένες, ενστικτικές ορμές (Φροϋδική θέση), δεν πηγάζει μόνο από τους σημαντικούς ενηλίκους που έχουμε ενδοβάλλει, οι οποίοι ενδέχεται να ήταν άστοργοι, χωρίς αγάπη, νευρωτικοί (θεωρία των αντικειμενοτρόπων σχέσεων), δεν πηγάζει μόνο από κάποιους διαταραγμένους τρόπους σκέψης (γνωσιακή συμπεριφορική θέση), ούτε μόνο από θραύσματα λησμονημένων τραυματικών μνημών ή από τρέχουσες κρίσεις ζωής που αφορούν την καριέρα μας ή τη σχέση μας με σημαντικούς άλλους, αλλά και από μια κατά πρόσωπο συνάντηση με την ύπαρξή μας.
– Κάθε επιλογή μας είναι μια, αφυπνιστική εμπειρία. Εμπεριέχει μια παραίτηση από κάτι και κάθε παραίτηση μάς κάνει να συνειδητοποιούμε τα όρια και τη παροδικότητα μας.
Συμπληρώνει η άγνωστη στην Ελλάδα μα εξαιρετική ψυχαναλύτρια και ποιήτρια Judith Viorst (στο βιβλίο της Aναγκαίες Απώλειες, 1986).
– Έχω μάθει ότι στην πορεία της ζωής μας και φεύγουμε και μας αφήνουν και αφήνουμε πολλά απ’ ότι αγαπάμε. Η απώλεια είναι η τιμή που πληρώνουμε για να ζούμε. Είναι επίσης μια σημαντική πηγή της ανάπτυξής μας και του κέρδους μας. Φτιάχνοντας τον δρόμο μας από τη γέννηση έως τον θάνατο, αναπόφευκτα πρέπει να προχωρήσουμε παρά την οδύνη της αέναης εγκατάλειψης λατρεμένων κομματιών μας. Πρέπει να αντιμετωπίσουμε τις αναγκαίες μας απώλειες. Πρέπει να κατανοήσουμε πως αυτές οι απώλειες συνδέονται με τα οφέλη μας. Διότι μόνο αφήνοντας την θολών ορίων ευδαιμονία της ενότητας μάνας-βρέφους, γινόμαστε ένας συνειδητός, μοναδικός και διαχωρισμένος εαυτός, ο οποίος ανταλλάσσει την ψευδαίσθηση τού απόλυτου ασφαλούς καταφυγίου του για τα θριαμβευτικά άγχη του μοναχικού αναστήματος. Και υποκλινόμενοι στο απαγορευμένο και το αδύνατο, γινόμαστε ένας ηθικός, υπεύθυνος, ενήλικας εαυτός, που ανακαλύπτει – εντός των ορίων που επιβάλλει η αναγκαιότητα – την ελευθερία και επιλογές του. Και εγκαταλείποντας τις απίθανες προσδοκίες μας, γινόμαστε ένας τρυφερά συνδεδεμένος εαυτός, που αποκηρύσσει εξιδανικευμένα οράματα τέλειας φιλίας, γάμου, παιδιών κ.ά. για τις γλυκές ατέλειες πολύ ανθρώπινων σχέσεων. Και στην αντιμετώπιση των ασταμάτητων απωλειών μας από τον Χρόνο και τον Θάνατο, γινόμαστε ένας εαυτός που θρηνεί και προσαρμόζεται και ανακαλύπτει σε κάθε στάδιο, μέχρι τελικής ανάσας, ευκαιρίες για δημιουργικές μεταμορφώσεις!
Και θα σας διαβάσω, επίσης από τη Σοφία του Ρίλκε, κάτι για την “τέχνη” και θεωρώ ότι αν αντικαταστήσουμε τη λέξη “ζωή” αντί τέχνη ισχύει στο ακέραιο. Η αλλιώς, γράφει κάτι για την Τέχνη της Ζωής (όπως, πάλι οι αρχαίοι μας ενσωμάτωναν την τέχνη στην καθημερινότητά τους, στην ρητορική τους, το θέατρο στην πολιτική, την ομορφιά στη λατρεία, την Φύση στο σπίτι μα εμείς οι σύγχρονοι παγιδευμένοι αστοί την έχουμε κλειδώσει σε νεκρά μουσεία και θεωρητικά βιβλία):
– Η Τέχνη [ή Ζωή] δεν είναι το ξεδιάλεγμα των ωραιότερων στοιχείων του κόσμου αλλά η αυτόματη, άκοπη, μεταμόρφωση του σε κάτι υπέροχο. Ο θαυμασμός με τον οποίο ορμά στα πράγματα (όλα ανεξαιρέτως) οφείλει να είναι τόσο ασυγκράτητος, τόσο δυνατός, τόσο φωτεινός, που το αντικείμενο να μη έχει το χρόνο να συνειδητοποιήσει την ασχήμια ή την αθλιότητά του. Ακόμη και μες στο τρομερότερο πράγμα δεν υπάρχει τίποτε τόσο απωθητικό και αρνητικό που να μην μπορεί η πολλαπλή δράση της καλλιτεχνικής [και φιλοσοφικής προσθέτω] δεξιοτεχνίας να το αφήσει πίσω της προικίζοντάς το με ένα γερό, θετικό πλεόνασμα, μεταμορφώνοντάς το σε κάτι δηλωτικό της Ύπαρξης, γεμάτο θέληση για ζωή: σε άγγελο.
Και γράφει:
– Αυτή η οριστική, ελεύθερη κατάφαση του κόσμου μεταφέρει την καρδιά σ’ ένα άλλο επίπεδο εμπειρίας. Τα εκλογικά της σφαιρίδια δεν φέρουν πια τις ενδείξεις ευτυχία – δυστυχία, οι πόλοι της δεν λέγονται ζωή – θάνατος. Μέτρο της δεν είναι η απόσταση μεταξύ των Αντιθέσεων. (…) Τέχνη [η Ζωή] είναι το πάθος για το Όλο. Το αποτέλεσμα της; Ή αταραξία και η ισορροπία της πληρότητας.
– Η Φύση, τα πράγματα που μας, περιβάλλουν και που τα χρησιμοποιούμε, ανήκουν στο προσωρινό και το εύθραυστο· όσο όμως βρισκόμαστε εδώ αυτά είναι η δική μας, περιουσία, κι αυτά είναι οι φίλοι μας, αυτά μοιράζονται την ανάγκη μας και τη χαρά μας, όπως υπήρξαν και στο παρελθόν οι έμπιστοι των προγόνων μας. Οφείλουμε λοιπόν να μην τα κακομεταχειριζομαστε ή ταπεινωνουμε αλλά για χάρη ακριβώς αυτής της προσωρινοτητας, που τη μοιράζονται μαζί μας να τα κατανοήσουμε… και να τα μεταμορφωσουμε. Ναι, διότι δικό μας καθήκον είναι να, εγχαραξουμε τη προσωρινή κι εύθραυστη τουτη γη τόσο βαθιά, με τόσο πόνο και τόσο πάθος μέσα μας, ώστε η ουσία, της να αναστηθεί και πάλι μέσα μας “αόρατη”. Είμαστε οι μέλισσες του αοράτου. Αέναα συλλέγουμε το μέλι του ορατού, για να το συσσωρεύσουμε στη μεγάλη χρυσή κυψέλη του αόρατου.
Είναι εξαιρετικά δύσκολο – το νιώθουμε ενοχικά διαστροφικό και προδοτικό – να αποδεχτούμε ότι ο θάνατος του αγαπημένου προσώπου μας (με διττή σημασία: του άλλου ή του πρώην δικού μας…) απαιτεί μια Γαλήνια, Ζωογόνο, Ευδαιμονική και Φιλοσοφημένη Μεταμόρφωση του εαυτού μας…
Κι όμως, μετά τον πόνο, την θλίψη και αποδιοργάνωση του πένθους – της κάθε απώλειας, απουσίας και κρίσης – αυτό ακριβώς πρέπει να συμβεί για να μην χαραμιστεί μέσα μας αφενός ως ένα αναπλήρωτο κενό ο Θάνατός του… κι αφετέρου η ζωή μας ως μια άχρηστη παράπλευρη απώλειά του…
Το Κενό πρέπει να βρει το Νόημά του στην Πλήρωσή του με άλλη Αγάπη και Ζωή!
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου