ΘΟΥΚ 7.86.1–7.87.6
(ΘΟΥΚ 7.75.1–7.87.6: Η καταστροφή του αθηναϊκού εκστρατευτικού σώματος)
Η τύχη των Αθηναίων αιχμαλώτων και των δύο στρατηγών – Γενική αποτίμηση της εκστρατείας
[7.86.1] Ξυναθροισθέντες δὲ οἱ Συρακόσιοι καὶ οἱ ξύμμαχοι, τῶν
τε αἰχμαλώτων ὅσους ἐδύναντο πλείστους καὶ τὰ σκῦλα
ἀναλαβόντες, ἀνεχώρησαν ἐς τὴν πόλιν. [7.86.2] καὶ τοὺς μὲν
ἄλλους Ἀθηναίων καὶ τῶν ξυμμάχων ὁπόσους ἔλαβον κατε-
βίβασαν ἐς τὰς λιθοτομίας, ἀσφαλεστάτην εἶναι νομίσαντες
τήρησιν, Νικίαν δὲ καὶ Δημοσθένη ἄκοντος τοῦ Γυλίππου
ἀπέσφαξαν. ὁ γὰρ Γύλιππος καλὸν τὸ ἀγώνισμα ἐνόμιζέν
οἱ εἶναι ἐπὶ τοῖς ἄλλοις καὶ τοὺς ἀντιστρατήγους κομίσαι
Λακεδαιμονίοις. [7.86.3] ξυνέβαινε δὲ τὸν μὲν πολεμιώτατον αὐ-
τοῖς εἶναι, Δημοσθένη, διὰ τὰ ἐν τῇ νήσῳ καὶ Πύλῳ, τὸν
δὲ διὰ τὰ αὐτὰ ἐπιτηδειότατον· τοὺς γὰρ ἐκ τῆς νήσου
ἄνδρας τῶν Λακεδαιμονίων ὁ Νικίας προὐθυμήθη, σπονδὰς
πείσας τοὺς Ἀθηναίους ποιήσασθαι, ὥστε ἀφεθῆναι. [7.86.4] ἀνθ’
ὧν οἵ τε Λακεδαιμόνιοι ἦσαν αὐτῷ προσφιλεῖς κἀκεῖνος οὐχ
ἥκιστα διὰ τοῦτο πιστεύσας ἑαυτὸν τῷ Γυλίππῳ παρέδωκεν.
ἀλλὰ τῶν Συρακοσίων τινές, ὡς ἐλέγετο, οἱ μὲν δείσαντες,
ὅτι πρὸς αὐτὸν ἐκεκοινολόγηντο, μὴ βασανιζόμενος διὰ τὸ
τοιοῦτο ταραχὴν σφίσιν ἐν εὐπραγίᾳ ποιήσῃ, ἄλλοι δέ, καὶ
οὐχ ἥκιστα οἱ Κορίνθιοι, μὴ χρήμασι δὴ πείσας τινάς, ὅτι
πλούσιος ἦν, ἀποδρᾷ καὶ αὖθις σφίσι νεώτερόν τι ἀπ’ αὐτοῦ
γένηται, πείσαντες τοὺς ξυμμάχους ἀπέκτειναν αὐτόν. [7.86.5] καὶ
ὁ μὲν τοιαύτῃ ἢ ὅτι ἐγγύτατα τούτων αἰτίᾳ ἐτεθνήκει,
ἥκιστα δὴ ἄξιος ὢν τῶν γε ἐπ’ ἐμοῦ Ἑλλήνων ἐς τοῦτο
δυστυχίας ἀφικέσθαι διὰ τὴν πᾶσαν ἐς ἀρετὴν νενομισμένην
ἐπιτήδευσιν.
[7.87.1] Τοὺς δ’ ἐν ταῖς λιθοτομίαις οἱ Συρακόσιοι χαλεπῶς τοὺς
πρώτους χρόνους μετεχείρισαν. ἐν γὰρ κοίλῳ χωρίῳ ὄντας
καὶ ὀλίγῳ πολλοὺς οἵ τε ἥλιοι τὸ πρῶτον καὶ τὸ πνῖγος ἔτι
ἐλύπει διὰ τὸ ἀστέγαστον καὶ αἱ νύκτες ἐπιγιγνόμεναι τοὐ-
ναντίον μετοπωριναὶ καὶ ψυχραὶ τῇ μεταβολῇ ἐς ἀσθένειαν
ἐνεωτέριζον, [7.87.2] πάντα τε ποιούντων αὐτῶν διὰ στενοχωρίαν
ἐν τῷ αὐτῷ καὶ προσέτι τῶν νεκρῶν ὁμοῦ ἐπ’ ἀλλήλοις
ξυννενημένων, οἳ ἔκ τε τῶν τραυμάτων καὶ διὰ τὴν μετα-
βολὴν καὶ τὸ τοιοῦτον ἀπέθνῃσκον, καὶ ὀσμαὶ ἦσαν οὐκ
ἀνεκτοί, καὶ λιμῷ ἅμα καὶ δίψῃ ἐπιέζοντο (ἐδίδοσαν γὰρ
αὐτῶν ἑκάστῳ ἐπὶ ὀκτὼ μῆνας κοτύλην ὕδατος καὶ δύο
κοτύλας σίτου), ἄλλα τε ὅσα εἰκὸς ἐν τῷ τοιούτῳ χωρίῳ
ἐμπεπτωκότας κακοπαθῆσαι, οὐδὲν ὅτι οὐκ ἐπεγένετο αὐτοῖς·
[7.87.3] καὶ ἡμέρας μὲν ἑβδομήκοντά τινας οὕτω διῃτήθησαν ἁθρόοι·
ἔπειτα πλὴν Ἀθηναίων καὶ εἴ τινες Σικελιωτῶν ἢ Ἰταλιω-
τῶν ξυνεστράτευσαν, τοὺς ἄλλους ἀπέδοντο. [7.87.4] ἐλήφθησαν
δὲ οἱ ξύμπαντες, ἀκριβείᾳ μὲν χαλεπὸν ἐξειπεῖν, ὅμως δὲ
οὐκ ἐλάσσους ἑπτακισχιλίων. [7.87.5] ξυνέβη τε ἔργον τοῦτο
[Ἑλληνικὸν] τῶν κατὰ τὸν πόλεμον τόνδε μέγιστον γενέ-
σθαι, δοκεῖν δ’ ἔμοιγε καὶ ὧν ἀκοῇ Ἑλληνικῶν ἴσμεν, καὶ
τοῖς τε κρατήσασι λαμπρότατον καὶ τοῖς διαφθαρεῖσι δυστυ-
χέστατον· [7.87.6] κατὰ πάντα γὰρ πάντως νικηθέντες καὶ οὐδὲν
ὀλίγον ἐς οὐδὲν κακοπαθήσαντες πανωλεθρίᾳ δὴ τὸ λεγό-
μενον καὶ πεζὸς καὶ νῆες καὶ οὐδὲν ὅτι οὐκ ἀπώλετο, καὶ
ὀλίγοι ἀπὸ πολλῶν ἐπ’ οἴκου ἀπενόστησαν. ταῦτα μὲν τὰ
περὶ Σικελίαν γενόμενα.
[7.86.1] Ξυναθροισθέντες δὲ οἱ Συρακόσιοι καὶ οἱ ξύμμαχοι, τῶν
τε αἰχμαλώτων ὅσους ἐδύναντο πλείστους καὶ τὰ σκῦλα
ἀναλαβόντες, ἀνεχώρησαν ἐς τὴν πόλιν. [7.86.2] καὶ τοὺς μὲν
ἄλλους Ἀθηναίων καὶ τῶν ξυμμάχων ὁπόσους ἔλαβον κατε-
βίβασαν ἐς τὰς λιθοτομίας, ἀσφαλεστάτην εἶναι νομίσαντες
τήρησιν, Νικίαν δὲ καὶ Δημοσθένη ἄκοντος τοῦ Γυλίππου
ἀπέσφαξαν. ὁ γὰρ Γύλιππος καλὸν τὸ ἀγώνισμα ἐνόμιζέν
οἱ εἶναι ἐπὶ τοῖς ἄλλοις καὶ τοὺς ἀντιστρατήγους κομίσαι
Λακεδαιμονίοις. [7.86.3] ξυνέβαινε δὲ τὸν μὲν πολεμιώτατον αὐ-
τοῖς εἶναι, Δημοσθένη, διὰ τὰ ἐν τῇ νήσῳ καὶ Πύλῳ, τὸν
δὲ διὰ τὰ αὐτὰ ἐπιτηδειότατον· τοὺς γὰρ ἐκ τῆς νήσου
ἄνδρας τῶν Λακεδαιμονίων ὁ Νικίας προὐθυμήθη, σπονδὰς
πείσας τοὺς Ἀθηναίους ποιήσασθαι, ὥστε ἀφεθῆναι. [7.86.4] ἀνθ’
ὧν οἵ τε Λακεδαιμόνιοι ἦσαν αὐτῷ προσφιλεῖς κἀκεῖνος οὐχ
ἥκιστα διὰ τοῦτο πιστεύσας ἑαυτὸν τῷ Γυλίππῳ παρέδωκεν.
ἀλλὰ τῶν Συρακοσίων τινές, ὡς ἐλέγετο, οἱ μὲν δείσαντες,
ὅτι πρὸς αὐτὸν ἐκεκοινολόγηντο, μὴ βασανιζόμενος διὰ τὸ
τοιοῦτο ταραχὴν σφίσιν ἐν εὐπραγίᾳ ποιήσῃ, ἄλλοι δέ, καὶ
οὐχ ἥκιστα οἱ Κορίνθιοι, μὴ χρήμασι δὴ πείσας τινάς, ὅτι
πλούσιος ἦν, ἀποδρᾷ καὶ αὖθις σφίσι νεώτερόν τι ἀπ’ αὐτοῦ
γένηται, πείσαντες τοὺς ξυμμάχους ἀπέκτειναν αὐτόν. [7.86.5] καὶ
ὁ μὲν τοιαύτῃ ἢ ὅτι ἐγγύτατα τούτων αἰτίᾳ ἐτεθνήκει,
ἥκιστα δὴ ἄξιος ὢν τῶν γε ἐπ’ ἐμοῦ Ἑλλήνων ἐς τοῦτο
δυστυχίας ἀφικέσθαι διὰ τὴν πᾶσαν ἐς ἀρετὴν νενομισμένην
ἐπιτήδευσιν.
[7.87.1] Τοὺς δ’ ἐν ταῖς λιθοτομίαις οἱ Συρακόσιοι χαλεπῶς τοὺς
πρώτους χρόνους μετεχείρισαν. ἐν γὰρ κοίλῳ χωρίῳ ὄντας
καὶ ὀλίγῳ πολλοὺς οἵ τε ἥλιοι τὸ πρῶτον καὶ τὸ πνῖγος ἔτι
ἐλύπει διὰ τὸ ἀστέγαστον καὶ αἱ νύκτες ἐπιγιγνόμεναι τοὐ-
ναντίον μετοπωριναὶ καὶ ψυχραὶ τῇ μεταβολῇ ἐς ἀσθένειαν
ἐνεωτέριζον, [7.87.2] πάντα τε ποιούντων αὐτῶν διὰ στενοχωρίαν
ἐν τῷ αὐτῷ καὶ προσέτι τῶν νεκρῶν ὁμοῦ ἐπ’ ἀλλήλοις
ξυννενημένων, οἳ ἔκ τε τῶν τραυμάτων καὶ διὰ τὴν μετα-
βολὴν καὶ τὸ τοιοῦτον ἀπέθνῃσκον, καὶ ὀσμαὶ ἦσαν οὐκ
ἀνεκτοί, καὶ λιμῷ ἅμα καὶ δίψῃ ἐπιέζοντο (ἐδίδοσαν γὰρ
αὐτῶν ἑκάστῳ ἐπὶ ὀκτὼ μῆνας κοτύλην ὕδατος καὶ δύο
κοτύλας σίτου), ἄλλα τε ὅσα εἰκὸς ἐν τῷ τοιούτῳ χωρίῳ
ἐμπεπτωκότας κακοπαθῆσαι, οὐδὲν ὅτι οὐκ ἐπεγένετο αὐτοῖς·
[7.87.3] καὶ ἡμέρας μὲν ἑβδομήκοντά τινας οὕτω διῃτήθησαν ἁθρόοι·
ἔπειτα πλὴν Ἀθηναίων καὶ εἴ τινες Σικελιωτῶν ἢ Ἰταλιω-
τῶν ξυνεστράτευσαν, τοὺς ἄλλους ἀπέδοντο. [7.87.4] ἐλήφθησαν
δὲ οἱ ξύμπαντες, ἀκριβείᾳ μὲν χαλεπὸν ἐξειπεῖν, ὅμως δὲ
οὐκ ἐλάσσους ἑπτακισχιλίων. [7.87.5] ξυνέβη τε ἔργον τοῦτο
[Ἑλληνικὸν] τῶν κατὰ τὸν πόλεμον τόνδε μέγιστον γενέ-
σθαι, δοκεῖν δ’ ἔμοιγε καὶ ὧν ἀκοῇ Ἑλληνικῶν ἴσμεν, καὶ
τοῖς τε κρατήσασι λαμπρότατον καὶ τοῖς διαφθαρεῖσι δυστυ-
χέστατον· [7.87.6] κατὰ πάντα γὰρ πάντως νικηθέντες καὶ οὐδὲν
ὀλίγον ἐς οὐδὲν κακοπαθήσαντες πανωλεθρίᾳ δὴ τὸ λεγό-
μενον καὶ πεζὸς καὶ νῆες καὶ οὐδὲν ὅτι οὐκ ἀπώλετο, καὶ
ὀλίγοι ἀπὸ πολλῶν ἐπ’ οἴκου ἀπενόστησαν. ταῦτα μὲν τὰ
περὶ Σικελίαν γενόμενα.
***
[7.86.1] Αφού συγκεντρώθηκαν τότε οι Συρακούσιοι κ' οι σύμμαχοί τους, παίρνοντας μαζί τους όσους μπόρεσαν περισσότερους από τους αιχμαλώτους, καθώς και τα λάφυρα, ξεκίνησαν πίσω για την πολιτεία. [7.86.2] Τους άλλους Αθηναίους κι όσους έπιασαν από τους συμμάχους τους, τους κατέβασαν αμέσως στα λατομεία, θεωρώντας πως ήταν ο πιο σίγουρος τόπος να τους κρατήσουνε φυλακισμένους. Το Νικία όμως και το Δημοσθένη, μ' όλο που ο Γύλιππος δεν το ήθελε, τους έσφαξαν. Γιατί ο Γύλιππος θεωρούσε πως θα ήταν ένδοξο κατόρθωμα, αν, πρόσθετα στις άλλες του επιτυχίες, έφερνε στους Λακεδαιμονίους και τους δυο στρατηγούς που είχε νικήσει. [7.86.3] Και σύντυχε ο ένας τους, ο Δημοσθένης, να τους είναι ο πιο μισητός εχτρός, για όσα είχανε σταθεί στην Πύλο και στη Σφακτηρία, ο άλλος όμως, ακριβώς για τα ίδια γεγονότα, ο πιο αγαπητός· γιατί είχε δείξει μεγάλο ζήλο πείθοντας τους Αθηναίους να κλείσουν ειρήνη με τους Λακεδαιμονίους, ώστε ν' αφεθούν ελεύτεροι οι Λακεδαιμόνιοι στρατιώτες που είχαν συλληφθεί στο νησί. [7.86.4] Γι' αυτό τον τιμούσαν οι Λακεδαιμόνιοι πολύ, κι αυτός, από μέρους του, τους είχε μεγάλη εμπιστοσύνη, γι' αυτό παραδόθηκε στο Γύλιππο. Αλλά μερικοί από τους Συρακουσίους φοβήθηκαν, έτσι διαδίδεται, μήπως, επειδή είχαν έρθει σ' επικοινωνία μαζί του, θα τα μαρτυρούσε αν τον εβασάνιζαν, και θα τους δημιουργούσε φασαρίες, τώρα που είχαν όλα τελειώσει καλά· άλλοι πάλι φοβούνταν, και περισσότερο απ' όλους οι Κορίνθιοι, μήπως δωροδοκήσει μερικούς, γιατί ήταν πλούσιος, και τον αφήσουνε να ξεφύγει, και κάποτε, εξ αιτίας του, τους γίνει κανέν' άλλο κακό. Γι' αυτό έπεισαν τους συμμάχους και τον σκότωσαν. [7.86.5] Έτσι λοιπόν θανατώθηκε αυτός από κάποια τέτοια, ή παρόμοια αφορμή υποψίας, ο άνθρωπος που λιγότερο απ' όσους Έλληνες έζησαν στον καιρό μου άξιζε να φτάσει στην άκρα αυτή συμφορά· γιατί είχε φερθεί σ' όλη του τη ζωή ενάρετα σύμφωνα με τα καθιερωμένα.[7.87.1] Τους αιχμαλώτους στα λατομεία τους μεταχειρίστηκαν στην αρχή εξαιρετικά απάνθρωπα οι Συρακούσιοι. Γιατί καθώς ήτανε σε βαθύ λάκκο της γης και πολλοί μαζί σε στενό χώρο, τους έψηνε στην αρχή ο ήλιος και τους βασάνιζε η πνιγερή ζέστη, γιατί δεν είχαν σκεπή για σκιά· και οι φθινοπωρινές νύχτες που ακολούθησαν ήταν πολύ κρύες, και οι απότομες αυτές αλλαγές της θερμοκρασίας έφεραν πολλές αρρώστιες· [7.87.2] κι όλα τους τυραννούσαν από τη στενότητα του χώρου, όπου τα έκαναν όλα στριμωγμένοι όλοι στο ίδιο μέρος· κι ακόμα χειρότερα γιατί οι νεκροί στοιβάζονταν ο ένας απάνω στον άλλο κοντά στους ζωντανούς, όσοι πέθαιναν από τις λαβωματιές τους ή από τις αρρώστιες του καιρού κι άλλους τέτοιους λόγους, και η βρώμα ήταν ανυπόφορη· εξόν απ' αυτά τους βασάνιζε η πείνα και η δίψα (γιατί έδιναν στον καθένα επί οχτώ μήνες ένα κύπελλο νερό την ημέρα και δυο κύπελλα αλεύρι), κι όλα τ' άλλα, όσα είναι επόμενο να υποφέρουν άνθρωποι ριγμένοι σε τέτοιον τόπο, τίποτα δεν έμεινε που να μην το πάθουν. [7.87.3] Και πέρασαν έτσι κάπου εβδομήντα μέρες όλοι μαζί, έπειτα όμως έκτος από τους Αθηναίους, κι όσους τυχόν Σικελιώτες ή Ιταλιώτες είχαν πάρει μέρος στην εκστρατεία μαζί τους, όλους τους άλλους τους πούλησαν για δούλους. [7.87.4] Είχαν πιαστεί αιχμάλωτοι όλοι μαζί, ακριβώς βέβαια θα ήταν αδύνατο να το καθορίσει κανείς, οπωσδήποτε όμως όχι λιγότεροι από εφτά χιλιάδες. [7.87.5] Όλη αυτή η συμφορά ήταν η μεγαλύτερη που σύντυχε στο διάστημα του πολέμου αυτού, κ' εγώ τουλάχιστο θαρρώ και σ' όλες τις Ελληνικές πολεμικές επιχειρήσεις όσες ξέραμε απ' ακουστά, και που στάθηκε τόσο περίδοξη για τους νικητές και τόσο φοβερή γι' αυτούς που χαλάστηκαν· [7.87.6] γιατί νικήθηκαν απ' όλες τις απόψεις, και ολοκληρωτικά, και κανένα τους πάθημα δεν ήτανε σχετικό και μικρό. Και χάθηκαν όλα σε μια, κατά πώς λένε, πανωλεθρία, και το πεζικό και ο στόλος και δεν έμεινε τίποτα που να μην καταστράφηκε, και πολύ λίγοι από τους πολλούς που ξεκίνησαν κατάφεραν να γυρίσουνε στην πατρίδα. Αυτά λοιπόν ήταν όσα έγιναν στη Σικελική εκστρατεία.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου