Η Κατάθλιψη ως Διαταραχή στα διάφορα κοινωνικά και πολιτισμικά πλαίσια
Η κατάθλιψη ως βίωμα αλλά και ως διαταραχή έχει αποτελέσει μία από τις πρώτες ασθένειες στον Δυτικό πολιτισμό αλλά και σε Διεθνές επίπεδο, αν και βιώνεται σε άλλη ένταση και βαθμό, εξαιτίας των πολιτισμικών παραδόσεων στις αναπτυσσόμενες χώρες. Η κατάθλιψη έχει την ρίζα της στους αρχαίους χρόνους και αποτελεί μια ψυχική διαταραχή, όπου υπάρχει σε όλες τις κοινωνίες σε ψυχιατρικό επίπεδο, αλλά το νόημα της και η αντιμετώπισή της επεκτάθηκε και στην επιστήμη της Ψυχολογίας. Το επίπεδο των γνωστικών διεργασιών, οι στάσεις, οι κανόνες, το αξιακό σύστημα και οι ρόλοι στους διάφορους πολιτισμούς, παραδοσιακών και μη, δυτικών και μη δυτικών, φαίνεται ότι έχει αντίκτυπο στο πως βιώνεται και αντιμετωπίζεται μια ψυχική ασθένεια (Triandis, 1994). Αν και στα αρχικά στάδια ονομαζόταν μελαγχολία ωστόσο όπως και σήμερα η κατάθλιψη, ως ψυχική νόσος, έχει τα ίδια χαρακτηριστικά όπως τότε και εκτείνεται σε όλους τους πολιτισμούς με συμπτώματα στην διάθεση, τις διαταραχές στην πρόσληψη τροφής, την αϋπνία, τον εκνευρισμό, την αποθάρρυνση αλλά και την έλλειψη ενδιαφέροντος σε καθημερινές δραστηριότητες και την κοινωνική ζωή του ατόμου, με έντονη σωματική καταπόνηση και εξάντληση, όπως καταγράφεται στο Διαγνωστικόκαι Στατιστικό Εγχειρίδιο Ψυχικών Διαταραχών καθώς είναι το εργαλείο ταξινόμησης και διάγνωσης (DSM, 1994).
Στους δυτικούς πολιτισμούς φαίνεται ότι η έκφρασή της ποικίλει και στα ποιοτικά χαρακτηριστικά αλλά και στο έντονο στοιχείο με το υπερβολικό άγχος που υπάρχει σε ένταση στον δυτικό πολιτισμό, την απώλεια σεξουαλικότητας, την παροδική έκπτωση κάποιων γνωστικών διεργασιών αλλά και τον αρνητικό ιδεασμό, τις αυτοκτονικές τάσεις και τις ψυχωσικές εκδηλώσεις. Ωστόσο ο Girishmar Misra, (1996) αναφέρεται στους κινδύνους που μπορεί να ενέχει η καθολικότητα της Ψυχολογίας της Δύσης. Χαρακτηριστική και αξιοσημείωτη είναι επίσης η αναφορά Marsella, (2003) ότι η Ψυχολογία της Δύσης είναι κυρίαρχη σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον και είναι ένα φαινόμενο με πολιτική υπόσταση και κοινωνικές πτυχές και όχι μια πραγματική αποτύπωση με αξιοπιστία και εγκυρότητα, διότι ΔΕΝ καταγράφει όλες της εκφάνσεις της συμπεριφοράς του ατόμου στα διάφορα πολιτισμικά και κοινωνικά πλαίσια.
Πολιτισμικές Διαφορές της Καταθλιπτικής Διαταραχής
Σε Διαπολιτισμικό επίπεδο η Πολιτισμική Ψυχολογία μελετάει τη συσχέτιση της ψυχικής ζωής και υγείας με τον πολιτισμό δίνοντας έμφαση στις ψυχολογικές και ψυχοπαθολογικές πλευρές του ανθρώπου και κυρίως πως αυτές εκδηλώνονται σε διαφορετικά πολιτισμικά περιβάλλοντα. Η διαταραχή της κατάθλιψης παρουσιάζεται με ένα παγκόσμιο παθοφυσιολογικό υπόβαθρο πάνω στο οποίο οικοδομείται διαφορετική κατά περίσταση συμπτωματολογία ανάλογα με το πολιτισμικό – ιδεολογικό περιβάλλον (Marsella, 2003). Διαπιστώθηκε ότι στην κλινική εικόνα του ασθενούς, επιδρά το εκάστοτε πολιτισμικό περιβάλλον στην έκφραση της υποκειμενικής συμπτωματολογίας, στο διαγνωστικό αποτέλεσμα, στην θεραπευτική αγωγή και στις προσδοκίες του αποτελέσματος (Castillo, 1997). Στον μη Δυτικό Πολιτισμό έχει καταγραφεί ότι η συμπτωματολογία είναι σωματικής φύσεως ενώ κάποια συναισθήματα απουσιάζουν από το συμπεριφορικό πλαίσιο του ατόμου. Είναι πάντως γεγονός ότι σε πατροπαράδοτες κοινωνίες ενδέχεται να έχουμε περισσότερο εξωτερικευμένες αντιδράσεις και μεγαλύτερη ποικιλία σωματικών συμπτωμάτων (Pirutinsky, Rosmarin, Pargament, Midlarsky, 2011).
Τα συναισθήματα του ανθρώπου ως φυλλογεννετικά και ψυχικά φαινόμενα παρουσιάζουν οικουμενικότητα και καθολικότητα αναφέρει χαρακτηριστικά ο Kleinman (1980).
Η ΔΙΑΦΟΡΑ ΕΓΚΕΙΤΑΙ ΣΕ ΚΑΘΕ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΟΜΑΔΑ ΚΑΙ ΑΠΟ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ ΣΕ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ ΚΑΙ ΜΕ ΠΟΙΑ ΕΤΙΚΕΤΑ ΟΝΟΜΑΖΕΤΑΙ ΤΟ ΚΑΘΕ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑ.
Επειδή μάλιστα η ταμπέλα που δίνεται σε κάθε συναίσθημα όπως αυτό της καταθλιπτικής διάθεσης του ανθρώπου το κάνουν περισσότερο ή λιγότερο αναγνωρίσιμο, είναι λάθος να θεωρούμε ότι αυτό το συναίσθημα απουσιάζει από συγκεκριμένους πολιτισμούς (Kleinman, 1980).
Στην Διαπολιτισμική Ψυχολογία η ερμηνεία της κατάθλιψης χωρίζεται στις εξής κατευθύνσεις:
Η μία κατεύθυνση θεωρεί ότι η κατάθλιψη είναι απόρροια εξωγενών παραγόντων και πνευματιστικών και δαιμονικών δυνάμεων, όπως της μαγείας και των πνευμάτων. Αυτή η εξήγηση θα μπορούσε να αποτελέσει τη λογική συνέπεια της πίστης που σε όλους τους πολιτισμούς υπάρχει και αναφέρεται σε υπερφυσικές βουλήσεις και δυνάμεις που επεμβαίνουν στην ζωή των ανθρώπων με μεγάλη ισχύ, χωρίς τη θέλησή τους. Μάλιστα αυτή η στάση μπορεί να είναι παλιά και να αφορά περισσότερο παραδοσιακές κοινωνίες αλλά είναι διαδεδομένη ακόμη και σήμερα (Jadhav, 2000).
Η άλλη κατεύθυνση θεωρεί ότι η κατάθλιψη είναι αποτέλεσμα της οκνηρίας και της τεμπελιάς, οι οποίες καταγράφονται ως αμαρτία, γιατί παραβαίνουν τις ηθικές εντολές σε ότι αφορά την δράση και την εργασία στη ζωή των ανθρώπων που είναι ιερές. Σε αυτή την περίπτωση η κατάθλιψη μεταφράζεται ως μεγίστη οκνηρία και αποδίδεται σε διαβολικές επιρροές και δαιμονοποιείται. Μάλιστα σε αυτή την περίπτωση επειδή είναι έντονο το στοιχείο της ατομικής ευθύνης, έχουμε ενοχικές λογικές και μαζοχιστικές τάσεις από το άτομο που βιώνει την κατάθλιψη (Kendle, Hettema, Butera, Gardner, Prescot, 2003).
Η τελευταία κατεύθυνση υποστηρίζει ότι η κατάθλιψη μέσω της συμπωματολογίας που παρουσιάζει είναι καρμική και είναι αποτέλεσμα του πεπρωμένου και της μοίρας του ανθρώπου που τη βιώνει και δεν μπορεί κανείς να την αποτρέψει. Αυτή η εξήγηση για να κατανοηθεί η κατάθλιψη, είναι διαδεδομένη σε ανατολικές θρησκείες όπως στα ινδουιστικά και βουδιστικά θρησκευτικά ιδεώδη και διαμορφώνονται με τη λογική και το νόμο του κάρματος του (Murphy, Laird, Monson, Sobol, Leighton, 2000). Συχνά πιστεύουν ότι ο άνθρωπος μπορεί να υποστεί κάποια δεινά για την τωρινή ζωή μου ως ανταπόδοση της συμπεριφοράς του και της «προηγούμενης ζωής του». Έτσι αυτό που βιώνει θεωρείται από πολλούς πολιτισμούς μια πορεία προς την εξιλέωση του ατόμου (Livaditis, 2003). Στις νεώτερες κοινωνίες και κυρίως στις δυτικές κοινωνίες καταγράφεται αυξητική πορεία της κατάθλιψης, λόγω του έντονου τρόπου ζωής αλλά και γιατί ο άνθρωπος λειτουργεί ατομικά, ωστόσο αυτή η αύξηση μπορεί να οφείλεται γιατί πλέον η κατάθλιψη αναγνωρίζεται σε αντίθεση με παλαιότερες εποχές, γι’ αυτό γίνεται λόγος για την «εποχή της κατάθλιψης».
Θεραπευτικές παρεμβάσεων για την κατάθλιψη στο Δυτικό και Μη-Δυτικό κόσμο
Πολιτισμικά και μέσω της καταγραφής της Κοινωνικής Ανθρωπολογίας οι θεραπείες της κατάθλιψης αντιμετωπιζόταν παλιά αλλά και σήμερα σε μη δυτικές κοινωνίας και σε αρχέγονους πολιτισμούς με εξορκισμούς, τελετουργίες για εξιλέωση λόγω των πεποιθήσεων ότι ο άνθρωπος που το βιώνει κυριεύεται από κακά πνεύματα και από δαιμονικά στοιχεία (Pfeiffer 1994, Kirmayer 2004). Η αποτελεσματικότητα κάποιας θεραπευτικής αγωγής πιθανό να οφειλόταν στο placebo effect (Kaptchuk, Kerr, Zanger, 2009).
Στον δυτικό κυρίως κόσμο και στα αναπτυγμένα κράτη η κατάθλιψη πλέον είναι μια διαταραχή που αντιμετωπίζεται με φαρμακολογία από τον ψυχίατρο και με ψυχοθεραπεία. Μάλιστα η γνωστική και συμπεριφορική μορφή ψυχοθεραπείας έχει περισσότερα και καλύτερα αποτελέσματα (DeRubeis, Siegle, Hollon, 2008). Η λελογισμένη επαφή και θεραπεία με αυτές τις μεθόδους δύναται να οδηγήσει σε βελτίωση των συνθηκών ζωής του ατόμου και την σωστότερη αντιμετώπιση της αρρώστιας από τον ίδιο τον άρρωστο και επομένως οι παρενέργειες της κατάθλιψης τείνουν να είναι πιο ήπιες. Ωστόσο ακόμη και στις δυτικές κοινωνίες και όχι μόνο σε παραδοσιακές μη δυτικές κοινωνίες υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός ασθενών που βιώνει καταθλιπτική διαταραχή και δεν χρησιμοποιεί σύγχρονες θεραπευτικές μεθόδους και επιστημονική βοήθεια από ψυχίατρο και ψυχολόγο. Έτσι καταφεύγουν σε παραδοσιακές μορφές και δομές που ασκούν συμβουλευτικό ρόλο και παρηγοριά όπως η εκκλησία με την εξομολόγηση σε πνευματικό ενώ υπάρχει και κάποιος πληθυσμός που νοσεί και πιστεύει ότι αυτή η κατάσταση θα φύγει από μόνη της και περιμένουν άπραγοι πότε θα συμβεί και θα αποχωρήσουν τα συμπτώματα. Υπάρχουν πάλι αρκετοί ασθενείς που προσέρχονται σε ιατρούς άλλων ειδικοτήτων με διάφορα συμπτώματα όπως ταχυπαλμία ή πόνος στο κεφάλι ή το στομάχι με αποτέλεσμα η κατάθλιψη να υποαξιολογείται και να μη διαγιγνώσκεται, με αποτέλεσμα την δυστυχία των ασθενών (Gilbody, Whitty, Grimshaw, Thomas 2003, Arroll Khin, Kerse 2003).
Στην Ελλάδα που αποτελεί μια παραδοσιακή κοινωνία, πολλά περιστατικά δεν διαγιγνώσκονται ακόμη και σήμερα, με αποτέλεσμα οι ασθενείς να παραιτούνται από την καθημερινότητα, τις κοινωνικές επαφές και να βυθίζονται στο πρόβλημα. Απαιτείται μια πληρέστερη ενημέρωση και γνώση των ανθρώπων της ελληνικής κοινωνίας και κυρίως του νοσηλευτικού και ιατρικού δυναμικού που εργάζονται στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, για να επιτευχθεί η καλύτερη και μέγιστη δυνατή αντιμετώπιση, χωρίς κοινωνικό στίγμα και ταμπού στις ψυχικές ασθένειες.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου