Πέμπτη 13 Αυγούστου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Ἱππόλυτος (121-175)

ΧΟΡΟΣ
Ὠκεανοῦ τις ὕδωρ στάζουσα πέτρα λέγεται, [στρ. α]
βαπτὰν κάλπισι πα-
γὰν ῥυτὰν προιεῖσα κρημνῶν.
125 τόθι μοί τις ἦν φίλα
πορφύρεα φάρεα
ποταμίαι δρόσωι
τέγγουσα, θερμᾶς δ᾽ ἐπὶ νῶτα πέτρας
εὐαλίου κατέβαλλ᾽· ὅθεν μοι
130 πρώτα φάτις ἦλθε δεσποίνας,

τειρομέναν νοσερᾶι κοίται δέμας ἐντὸς ἔχειν [ἀντ. α]
οἴκων, λεπτὰ δὲ φά-
ρη ξανθὰν κεφαλὰν σκιάζειν·
135 τριτάταν δέ νιν κλύω
τάνδ᾽ ἀβρωσίαι
στόματος ἁμέραν
Δάματρος ἀκτᾶς δέμας ἁγνὸν ἴσχειν,
κρυπτῶι πάθει θανάτου θέλουσαν
140 κέλσαι ποτὶ τέρμα δύστανον.

†σὺ γὰρ† ἔνθεος, ὦ κούρα, [στρ. β]
εἴτ᾽ ἐκ Πανὸς εἴθ᾽ Ἑκάτας
ἢ σεμνῶν Κορυβάντων
φοιτᾶις ἢ ματρὸς ὀρείας;
145 †σὺ δ᾽† ἀμφὶ τὰν πολύθη-
ρον Δίκτυνναν ἀμπλακίαις
ἀνίερος ἀθύτων πελανῶν τρύχηι;
φοιτᾶι γὰρ καὶ διὰ Λί-
μνας χέρσον θ᾽ ὕπερ πελάγους
150 δίναις ἐν νοτίαις ἅλμας.

ἢ πόσιν, τὸν Ἐρεχθειδᾶν [ἀντ. β]
ἀρχαγόν, τὸν εὐπατρίδαν,
ποιμαίνει τις ἐν οἴκοις
κρυπτᾶι κοίται λεχέων σῶν;
155 ἢ ναυβάτας τις ἔπλευ-
σεν Κρήτας ἔξορμος ἀνὴρ
λιμένα τὸν εὐξεινότατον ναύταις
φήμαν πέμπων βασιλεί-
αι, λύπαι δ᾽ ὑπὲρ παθέων
160 εὐναία δέδεται ψυχά;

φιλεῖ δὲ τᾶι δυστρόπωι γυναικῶν [ἐπῳδ.]
ἁρμονίαι κακὰ
δύστανος ἀμηχανία συνοικεῖν
ὠδίνων τε καὶ ἀφροσύνας.
165 δι᾽ ἐμᾶς ἦιξέν ποτε νηδύος ἅδ᾽
αὔρα· τὰν δ᾽ εὔλοχον οὐρανίαν
τόξων μεδέουσαν ἀύτευν
Ἄρτεμιν, καί μοι πολυζήλωτος αἰεὶ
σὺν θεοῖσι φοιτᾶι.
170 ἀλλ᾽ ἥδε τροφὸς γεραιὰ πρὸ θυρῶν
τήνδε κομίζουσ᾽ ἔξω μελάθρων.
στυγνὸν δ᾽ ὀφρύων νέφος αὐξάνεται·
τί ποτ᾽ ἐστὶ μαθεῖν ἔραται ψυχή,
τί δεδήληται
175 δέμας ἀλλόχροον βασιλείας.

***
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Σ᾽ ένα βράχον ωκεάνειο [στρ. 1]
τρέχει μια δροσοπηγή,
που τα κρεμαστά νερά της
τα κυλάει απ᾽ τον γκρεμό
σε μια γούρνα — εκεί μιαν φίλην
είχα, που τα πορφυρά της
έπλενε τα πέπλα μέσα
στα νερά τα κρύα κι απάνω
στην προσήλια πετροράχη
τ᾽ άπλωνε. Απ᾽ αυτήνε ξέρω

130 πως αρρώστησε η κυρά μας [αντ. 1]
και στην κάμαρα κλειστή
βολοδέρνει. Μ᾽ αχνά τούλια
τα μαλλιά της τα ξανθά
τα σκεπάζει κι είναι τρίτη
μέρα, και μπουκιά δε βάζει
στο θεϊκό της στόμα, κι όλην
ο κρυφός καημός τη λιώνει.
Θάνατο ζητάει: ν᾽ αράξει
140 στο στερνό λιμάνι του Άδη.

Μη σου χτύπησε τα φρένα [στρ. 2]
κόρη μου κάποιος θεός;
Τάχα ο Πάνας; Τάχα Εκάτη,
ή Κορύβαντες σεμνοί
κι η βουνοκυρά Κυβέλη;
Μην αμέλησες να κάνεις
στη θεά την κυνηγήτρα
μιαν καλή θυσία; Περνάει
πάνου από στεριές, ποτάμια,
150 και πελάγη φουρτουνιασμένα.

Μη τον άντρα σου, αρχηγέτη [αντ. 2]
των Ερεχθειδών, καμιά
τον ξελόγιασε γυναίκα
και τον χαίρεται κρυφά;
Ή κανείς καραβοκύρης
απ᾽ την Κρήτη άραξ᾽ εδώ
κι έφερε κακό μαντάτο
στη βασίλισσα κι η δόλια
έχει πέσει στο κρεβάτι
160 κι όλη μέρα μαραζώνει;

Η μοίρα μας, γυναίκες, το ᾽χει [επωδ.]
να ᾽χουμε πόνους και ζαλάδες,
σαν πιάσουμε παιδί. Κι εμένα
κάποτε ο σίφουνας ετούτος
μου τάραξε τα σωθικά μου.
Παρακαλούσα την τοξεύτραν
την Άρτεμη νά ᾽ρθει βοηθός μου
κι ερχόταν η καλογεννήτρα.
ΚΟΡΥΦΑΙΑ
170 Αλλά βλέπω τη νένα στις πύλες.
Όξω βγάζει τη ρήγισσα. Μαύρη
συννεφιά τής σκεπάζει τα μάτια.
Λαχταράει η ψυχή μου να μάθει
ποιός ο λόγος, που αχάμνησε τόσο.

Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της, Η τέχνη της τελευταίας τριακονταετίας του 5ου αιώνα π.Χ.: Ο «πλούσιος ρυθμός»

6.1.2. Υδρία του «ζωγράφου του Μειδία

Ίσως ο πιο αντιπροσωπευτικός αγγειογράφος του «πλούσιου ρυθμού» είναι ο «ζωγράφος του Μειδία», που πήρε το όνομά του από τον αγγειοπλάστη Μειδία, του οποίου έχει διακοσμήσει αρκετά αγγεία. Ένα από τα πιο όμορφα, φτιαγμένο γύρω στο 410 π.Χ., είναι μια υδρία που βρίσκεται σήμερα στο Βρετανικό Μουσείο, στην οποία εικονίζονται σε ζώνες δύο διαφορετικά μυθολογικά θέματα. Οι μορφές ταυτίζονται και πάλι με επιγραφές. Επάνω βρίσκεται η αρπαγή των κορών του Λευκίππου (των Λευκιππιδών) από τους Διοσκούρους, τον Κάστορα και τον Πολυδεύκη.
 
Η σκηνή διαδραματίζεται σε ένα ιερό της Αφροδίτης και βλέπουμε τη θεά στο κέντρο της παράστασης κάτω, καθισμένη δίπλα στον βωμό της, ενώ ψηλότερα διακρίνεται και το άγαλμά της, που είναι αρχαϊκής τεχνοτροπίας. Δίπλα στην καθιστή θεά γονατίζει η νεαρή Χρυσηίδα. Η Αφροδίτη κοιτάζει προς τη μεριά του Κάστορα που, κρατώντας στα χέρια τη μία από τις δύο αδελφές, την Εριφύλη, κατευθύνεται προς το άρμα του, όπου τον περιμένει ο ηνίοχός του Χρύσιππος έτοιμος να ξεκινήσει. Δύο γυναίκες, η Αγαύη και η Πειθώ, φεύγουν τρομαγμένες, ενώ στην άκρη αριστερά ο Δίας, ο πατέρας των Διοσκούρων, παρακολουθεί τη σκηνή καθιστός. Στο κάτω μέρος βλέπουμε τον Ηρακλή στον κήπο των Εσπερίδων. Στο κέντρο φαίνεται το δέντρο με τα χρυσά μήλα και τον φύλακά τους, το φοβερό φίδι Λάδωνα, τυλιγμένο γύρω του. Αριστερά από το δέντρο μια από τις Εσπερίδες, η Χρυσόθεμις, μαζεύει καρπούς, ενώ πίσω της στέκεται η Αστερόπη, ακουμπώντας στον ώμο της. Στα δεξιά η Λιπάρα στρέφεται προς τον καθιστό Ηρακλή, που αναγνωρίζεται από το ρόπαλο και τη λεοντή, κρατώντας στο αριστερό της χέρι ένα μήλο και ανασηκώνοντας με το δεξί το ιμάτιο της πάνω από τον ώμο. Πίσω από τον Ηρακλή στέκεται ο σύντροφος του, ο Ιόλαος.
 
Αξιοσημείωτο είναι ότι δεν έχουμε εδώ μια πιστή απεικόνιση του μυθικού άθλου του Ηρακλή με τα μήλα των Εσπερίδων. Όπως και σε άλλες παραστάσεις της ίδιας εποχής, ο κήπος των Εσπερίδων παρουσιάζεται εδώ σαν να είναι η χώρα των Μακάρων, δηλαδή ένας ειδυλλιακός παράδεισος όπου πηγαίνουν μετά τον θάνατο τους οι ευσεβείς και ενάρετοι άνθρωποι, για να συνεχίσουν την ύπαρξή τους μέσα σε ευωχίες και ευδαιμονία, όπως πίστευαν ότι συνέβαινε με ορισμένους ήρωες της μυθολογίας. Δεν ξέρουμε πότε δημιουργήθηκε και από πού προέρχεται αυτή η αντίληψη, είναι όμως βέβαιο ότι συνδέεται με εσχατολογικές δοξασίες που διαδόθηκαν ευρύτερα και έγιναν δημοφιλείς προς το τέλος του 5ου αιώνα π.Χ.

Θεωρία Δικαιοσύνης (και Δικαίου)

Η Αληθινή Αρετή κι η αρετή των ανθρώπων

Ο ανθρώπινος στοχασμός (χρησιμοποιούμε τον όρο «στοχασμός» με την έννοια της βαθιάς σκέψης, σαν κάτι βαθύτερο, κι οξύτερο από την απλή ανθρώπινη σκέψη…) ξεκινά (ή θα έπρεπε να ξεκινά) από μία Γενική Αρχή, για να ερμηνεύσει το «Φαινόμενο της Ύπαρξης»… Υπάρχει Μία και Μόνη Οντική (και Οντολογική) Αρχή Πάνω στην Οποία Στηρίζονται όλα… Αυτό δεν είναι μία απλή διαβεβαίωση Μεγάλων Ανθρώπων, όπως ο Βούδας, η ο Ορφέας, για παράδειγμα, ή μία απλή «θεωρία» (κάποιων φιλοσόφων)… Είναι κάτι που μπορεί να «αποδειχθεί» και να διαπιστωθεί (η αλήθεια της διαβεβαίωσης) από όποιον είναι διατεθειμένος να το κάνει…
Πραγματικά, ξεκινώντας αντίστροφα, από την «δεδομένη συνείδηση», (κι αναζητώντας την Πραγματική Εσώτερη Φύση της, μέχρι το Ύστατο Βάθος της…) μπορούμε (διευρύνοντας οντικά, γνωσιολογικά, και πρακτικά την συνείδηση) να ανυψωθούμε σε Μία Συνείδηση Ευρύτερη του εγώ, Ως Μία Παγκόσμια Συνείδηση (που εκφράζει την Ενότητα του Όντος) κι από Εδώ Ως την Αληθινή Μία Φύση του Παντός…
Αυτοί είναι οι δύο τρόποι της ανθρώπινης διερεύνησης του «Φαινομένου της Ύπαρξης», που ισχύουν ταυτόχρονα και αλληλοσυμπληρώνονται…
Η Μία Παγκόσμια Αρχή, η Αληθινή Φύση του Παντός (είτε την Ονομάζουμε Πραγματικότητα, είτε Αληθινό Είναι, είτε Θεό… οι λέξεις δεν έχουν σημασία…) Είναι το Τελείως Είναι των Φιλοσόφων, Είναι η Πλήρης (Αυτογνωσία και) Γνώση, Είναι το Υπέρτατο Αγαθόν, που (Εκδηλώνοντας την Οντική και Γνωσιολογική Ολοκλήρωση) Εκφράζεται σαν Αγαθόν, Ηθική, Αρετή, και Φωτισμένη Δραστηριότητα…
Βεβαίως, το Ον, στο Ξεδίπλωμά Του, μέσα στον Χώρο της Εκδήλωσης και των Φαινομένων, περιλαμβάνει πολλές οντικές καταστάσεις, από την Αρχέγονη Κατάσταση του Τελείως Είναι μέχρι τους κατώτερους κόσμους και τον κόσμο της ύλης… Συνεπώς η «Συμμετοχή» μας στο Ον (στην Ολοκλήρωση του Όντος) έχει διαβαθμίσεις, και η Βίωση της Αληθινής Φύσης μας διαφοροποιείται. Αν στους Ανώτερους Κόσμους τα όντα Βιώνουν την Ενότητα της Οντικής Αρχής τους, στους κατώτερους κόσμους (και μάλιστα στον κόσμο της ύλης) με δυσκολία Βιώνουν την Εσώτερη Φύση τους και Πραγματώνουν την Φυσική Αρετή…
Χρειάζεται κάποιος να Βαδίσει την Οδό της Αυτογνωσίας για να Πραγματοποιήσει Αρετές όπως ο Ανθρωπισμός (δηλαδή η Ευθύνη για τον εαυτό μας και τους άλλους, ο σεβασμός του άλλου, η αλληλοβοήθεια, η κατανόηση, κλπ…), η Ταπεινότητα (δηλαδή το ξεπέρασμα του εγωισμού και η διάθεση για συνεννόηση με τους άλλους…), η Ισότητα (δηλαδή η ίση αντιμετώπιση όλων, που βεβαίως συμπληρώνει τα κενά κι αναπληρώνει τις ελλείψεις στην ζωή…), η Δικαιοσύνη (δηλαδή η αποκατάσταση κάθε ανισότητας, κάθε αδικίας και κάθε «παράλειψης»…
Οι άνθρωποι δεν μπορούν (και ίσως δεν θέλουν) να Βιώσουν την Αληθινή Φύση τους και την Ζωντανή Αρετή κι αρκούνται στην υλική ευημερία, την «όποια» ψυχολογική ισορροπία, και την στερεότυπη σκέψη που προσλαμβάνουν από το «περιβάλλον»… Και επειδή το επίπεδο των ανθρώπων (από οντική, γνωσιολογική, και ηθική άποψη) είναι πολύ χαμηλό, οι κοινωνίες οργανώνονται με ελλιπή τρόπο, κι αντιμετωπίζουν πάντα (εδώ και χιλιάδες χρόνια μέχρι σήμερα) σοβαρά προβλήματα…
Η Αληθινή Αρετή Βασίζεται στην Οντολογική Ολοκλήρωση και στην Γνωσιολογική Πληρότητα κι είναι κάτι Ζωντανό… αλλά η ανθρωπότητα, ανίκανη να ανυψωθεί ως αυτή την «πνευματική ανάπτυξη» αντιλαμβάνεται την Αρετή σαν κάτι «Ιδανικό» που πρέπει να «εφαρμοσθεί». Έτσι δημιουργείται ένα αγεφύρωτο χάσμα ανάμεσα στην Αληθινή Αρετή και «αυτό που πράττουμε εμείς». Είναι αλήθεια πως εδώ και χιλιάδες χρόνια οι κοινωνίες προβληματίζονται για το πώς να οργανωθούν και να ζήσουν, προσπαθούν (με βάση την ανθρώπινη πανάρχαια πείρα την παράδοση, τον «πολιτισμό») να βάλουν κανόνες… κι αναφέρονται στην Δικαιοσύνη, στην Ισονομία, στα ανθρώπινα δικαιώματα, κλπ., όλα αυτά δεν είναι ουσιαστικά, τυπικά μόνο αναφέρονται κι ισχύουν. Στην πραγματικότητα οι κοινωνίες των ανθρώπων είναι ζούγκλες…
Η Αληθινή Αρετή (η Δικαιοσύνη, η Ισότητα, κλπ…) Προέρχονται από την Οντολογική Ολοκλήρωση ενώ η «δικαιοσύνη των ανθρώπων» προσπαθεί να προσεγγίσει (χωρίς επιτυχία) κάποιο «ιδανικό» που φαντάζονται οι άνθρωποι… Και μολονότι σε όλες τις εποχές, σε όλα τα μέρη της γης, λίγο πολύ η Δικαιοσύνη γίνεται αντιληπτή με παρόμοιο τρόπο, εντούτοις αυτό (η Δικαιοσύνη) δεν εφαρμόζεται πραγματικά…

Η Αληθινή Δικαιοσύνη και το θεσμοθετημένο δίκαιο

Από πολύ παλιά, οι Αρχαίοι Έλληνες αναζήτησαν την Πραγματικότητα πίσω από τα φαινόμενα (που εμφανίζουν οι αισθήσεις ή «διαπιστώνει» η σκέψη…). Ήδη, από την εποχή (των Προσωκρατικών Φιλοσόφων και) του Παρμενίδη, το Είναι (το Αιώνιο, Αναλλοίωτο, Υπερβατικό, Απροσδιόριστο…) θεωρήθηκε σαν η Πραγματικότητα πίσω από όλα τα Φαινόμενα (του γίγνεσθαι). Αυτό το Αναλλοίωτο Είναι θεωρήθηκε σαν η Ουσία του Παντός ενώ όλα τα κατώτερα φαινόμενα θεωρήθηκαν εκδηλώσεις, διαβαθμίσεις, της Ουσίας. Το Είναι θεωρήθηκε σαν η Αληθινή Φύση της Ύπαρξης, ενώ οι κατώτερες εκδηλώσεις της Φυσικής Ουσίας θεωρήθηκαν σαν «κατώτερη φύση»… Έτσι, Πραγματικότητα, Είναι, Ουσία, Φύση, ταυτίζονται μέσα στον στοχασμό των Ελλήνων, ενώ παράλληλα η Πραγματικότητα (στην Πλήρη Εκδήλωσή της, στην Πλήρη Αντίληψη που μπορούμε να έχουμε για Αυτήν) Συμπεριλαμβάνει Μέσα Της (σαν Εκδηλώσεις) και τα κατώτερα φαινόμενα… Οι Έλληνες είχαν πάντα μία Ενιαία Θεώρηση της Πραγματικότητας. Ενώ διέκριναν την Ουσία από το Φαινόμενο ταυτόχρονα η Θεώρηση της Ύπαρξης αντιλαμβανόταν σαν Ενιαία Πραγματικότητα το Είναι και το Γίγνεσθαι (σαν Εκδήλωση του Είναι). Αντιλαμβάνονταν την Ύπαρξη σε Όλες τις Διαβαθμίσεις της, από την Απόλυτη Φύση μέχρι τις διάφορες εκδηλώσεις της. Με άλλα λόγια από την μία διαφύλασσαν τον Απόλυτο Χαρακτήρα του Είναι (που δεν μπορεί να Ταυτιστεί με τις κατώτερες εκδηλώσεις) κι από την άλλη μεριά δεν απέρριπταν τις κατώτερες εκδηλώσεις του Είναι (τα Φαινόμενα, το Γίγνεσθαι) αλλά τα δέχονταν σαν Εκφράσεις του Είναι μέσα στον Χώρο της Μεταβολής και του Περιορισμένου. Διαφορετικά να το πούμε, δέχονταν την Φύση (το Είναι, το Απόλυτο) σαν την Παγκόσμια Βάση των Πάντων και ταυτόχρονα θεωρούσαν ότι κάθε ον (ύπαρξη, φαινόμενο) «συμμετέχει» στον ένα ή στον άλλο βαθμό στην Αληθινή Φύση. Δηλαδή το ον (σε οποιαδήποτε βαθμίδα της Κλίμακας της Ύπαρξης κι αν το θεωρήσουμε) είναι «Εν Δυνάμει το Ον», Προέρχεται από το Ον, κι Ολοκληρώνεται στο Ον, το Όντως Ον (του Πλάτωνα)… Γι’ αυτό και σαν προορισμός του ανθρώπου είχε τεθεί (κατά την έκφραση του Πλάτωνα) η «Ομοίωσις με τον Θεό» (δηλαδή με το Τελείως Είναι, το Αγαθόν)…
Έτσι, το Είναι, η Αληθινή Φύση, είναι στο στοχασμό των Ελλήνων (αλλά και κάθε λογικού ανθρώπου) το Απόλυτο, το Τελείως Είναι, το Πλήρες Γνώσης (Αντίληψης) και το Ενεργό Αγαθόν που Οδηγεί τα Πάντα στην Ολοκλήρωση. Από Αυτή την Αληθινή Φύση Πηγάζει το Αγαθόν, η Αρετή, Ηθική, η Αξία. Η συμμετοχή στην Αληθινή Φύση ( στον βαθμό που συμμετέχουμε) είναι ταυτόχρονα συμμετοχή στην Αρετή (στον ανάλογο βαθμό που Βιώνουμε την Αληθινή Φύση). Από Αυτή την Αληθινή Φύση Πηγάζει η Αρετή (η Αντίληψη της Ενότητας, η Δικαιοσύνη, η Ισότητα, κλπ.). Αυτή είναι η Έννοια του «Φυσικού Δικαίου», που για όσους Βιώνουν την Αληθινή Φύση τους (στον βαθμό που την βιώνουν) είναι κάτι Αυθόρμητο, Πηγαίο, Ζωντανό, Ενεργό…
Αλλά βέβαια, όσοι δεν Βιώνουν την Βαθύτερη Ουσία τους, κι είναι απορροφημένοι στην σχέση τους με τον εξωτερικό κόσμο, είναι δύσκολο να κατανοήσουν Καταστάσεις (Αρετές, Έννοιες) όπως η Ενότητα, η Δικαιοσύνη, η Ισότητα… Γι' αυτούς τους ανθρώπους η Φύση (η ανθρώπινη φύση) δεν είναι η Αγαθή Φύση (η Βάση του Παντός) αλλά μία κατάσταση κατώτερη, άγρια και χαώδης. Αυτό είναι αλήθεια από μία άποψη...
Στην πραγματικότητα επειδή ακριβώς οι άνθρωποι δεν μπορούν να Ανυψωθούν Ως την Αληθινή Φύση τους γι' αυτό εκδηλώνουν στην ζωή την κατώτερη φύση τους. Συνεπώς ισχύουν και τα δύο: Και η Φύση είναι Αγαθή αλλά και η Φύση (όταν δεν την Βιώνουμε στο Βάθος της αλλά στις επιφανειακές εκδηλώσεις της) εμφανίζεται άγρια και ζωώδης. Από αυτό το γεγονός πηγάζουν οι δύο βασικές αντιλήψεις γιά το Φυσικό Δίκαιο που από την εποχή των Ελλήνων Σοφιστών (τον 6ο και τον 5ο π.Χ. Αιώνα) συζητούνται μέχρι σήμερα. Γι' όσους ή μπορούν να Βιώσουν την Αληθινή Φύση τους μέσα από την Αυτογνωσία και την πνευματική ανάπτυξη η Φύση Είναι Αγαθή και το Φυσικό Δίκαιο Αυθόρμητο και Ζωντανό... ενώ οι κοινωνίες που δεν μπορούν να ανυψωθούν ως Αυτό το Επίπεδο βιώνουν μία διαφορετική πραγματικότητα, χωρίς Αρετή, Αληθινό Δίκαιο, χωρίς “ανθρωπιά”. Έτσι το Φυσικό Δίκαιο γι' αυτούς προηγείται των κανόνων που θεσπίζουν οι άνθρωποι, και θα έπρεπε οι ανθρώπινες κοινωνίες να εμπνέονται και να προσπαθούν να προσεγγίσουν το Φυσικό Δίκαιο αλλά σπάνια το κάνουν.
Το “κατά Φύσιν ζειν” σημαίνει ακριβώς να Διερευνούμε και να Βιώνουμε την Αληθινή Φύση μας κι όχι βέβαια να ζούμε την φύση (την ζωώδη και άγρια) που έχουν υπ' όψιν τους πολλοί... Ένα από τα σημαντικότερα κείμενα όλων των αιώνων, η “Αντιγόνη” του Σοφοκλή προβληματίζεται ακριβώς πάνω στην σαφή διάκριση του Φυσικού Δικαίου και του ανθρώπινου νόμου. Όλοι οι αληθινοί άνθρωποι είναι με το μέρος του Φυσικού Δικαίου, αλλά σίγουρα υπάρχουν κι ανθρώπινα τέρατα που μπορούν να υποστηρίξουν τους πιο άδικους κι απάνθρωπους νόμους...
Από την άλλη μεριά υπάρχουν άνθρωποι (φιλόσοφοι, κλπ) που υποστηρίζουν ότι η Φύση (κι ανθρώπινη φύση ειδικότερα) είναι άγρια και χαώδης και συνεπώς η θέσπιση κανόνων και νόμων βάζει σε τάξη την κοινωνία που αλλιώς θα ήταν ζούγκλα. Από την άποψή τους έχουν δίκιο. Θα πρέπει όμως να διευκρινιστεί ότι άλλη έννοια δίνουν στην Φύση οι Αρχαίοι Έλληνες κι όσοι ακολουθούν το στοχασμό τους κι άλλη έννοια δίνουν στην “Φύση” οι οπαδοί αυτής της δεύτερης άποψης... Μάλιστα, μολονότι είμαστε υποχρεωμένοι να διακρίνουμε το Δίκαιο της Φύσης (που είναι Πηγαίο και Ζωντανό) από τις ανθρώπινες κατασκευές (κώδικες, κανόνες, νόμους, ήθη, έθιμα) από την άλλη μεριά δεν μπορούμε να απορρίψουμε το θετικό δίκαιο (το θεσμοθετημένο από κοινωνίες δίκαιο) όταν έχουμε να κάνουμε με ανθρώπους που συμπεριφέρονται σαν “ζώα”. Αντίθετα, οφείλουμε να “δείξουμε” το Δίκαιο της Φύσης και να το έχουμε σαν Πρότυπο (την Αρετή, την Δικαιοσύνη, την Ισότητα, κλπ.) στην θέσπιση των ανθρώπινων νόμων. Τώρα, το κατά πόσο θα εφαρμοσθούν όλα αυτά είναι άλλο θέμα (που θα πρέπει να απασχολήσει τους ανθρωπολόγους, τους κοινωνιολόγους και τους ιστορικούς...). Επειδή ακριβώς οι ανθρώπινοι νόμοι (κι οι κανόνες συμβίωσης), ακόμα κι όταν επικαλούνται την Αρετή, την Δικαιοσύνη, την Ισότητα, κλπ., δεν εφαρμόζονται γι' αυτό οι κοινωνίες (μολονότι θεσπίζουν νόμους για να μην είναι ζούγκλες) τελικά καταλήγουν σε ζούγκλες... Γι' αυτό και φιλόσοφοι, όπως οι Κυνικοί στην Αρχαιότητα, αναζητούν να Βιώσουν την Αληθινή Φύση και το Δίκαιο της Φύσης γυρίζοντας την πλάτη στην διεφθαρμένη κοινωνία.

Το Φυσικό Δίκαιο μέσα στην Ιστορία

Όλα όσα αφορούν την Φύση, το Δίκαιο της Φύσης, τους ανθρώπινους νόμους, έχουν διερευνηθεί πλήρως από τους Αρχαίους Έλληνες. Έχουμε Κατανοήσει (μαζί με τους Έλληνες) ότι το Φυσικό Δίκαιο είναι το Αληθινό Δίκαιο, ενώ οι ανθρώπινοι νόμοι όχι μόνο “υπολείπονται” του Δικαίου της Φύσης αλλά συχνά είναι σε αντίθεση με το Αληθινό Δίκαιο (με αποτέλεσμα οι κοινωνίες να είναι μόνο κατ' όνομα “κοινωνίες δικαίου”, ενώ στην πραγματικότητα οι νόμοι δεν εφαρμόζονται, ή είναι “άδικοι” και συχνά απάνθρωποι...).
Πολλούς αιώνες μετά, ευρωπαίοι στοχαστές (φιλόσοφοι, νομοθέτες, κλπ) ασχολήθηκαν ξανά με το θέμα, αλλά είναι ελάχιστα αυτά που πρόσθεσαν σε όσα είπαν οι Έλληνες Σοφοί (τουλάχιστον από φιλοσοφική άποψη, από την άποψη της “Φιλοσοφίας του Δικαίου”... όχι από την άποψη της νομικής επιστήμης).
Ο Γκρότιους (16ος, 17ος αιώνας) ήταν πάνω από όλα θεολόγος (το έργο του “Περί της Αληθείας της Χριστιανικής Θρησκείας” μάλιστα, είναι από τους καλύτερους “κώδικες πίστης” της χριστιανικής γραμματείας) και μετά νομοθέτης, κι ό,τι άλλο... Ακολουθώντας την χριστιανική αντίληψη (δεν θεωρεί όπως οι Έλληνες την Φύση Ενιαία στο Βάθος της αλλά) διακρίνει σαφώς την Θεία Φύση από την ανθρώπινη φύση... αλλά θεωρεί την ανθρώπινη φύση αγαθή (λόγω της “θείας” προέλευσής της). Από αυτή την αγαθή φύση λοιπόν που είναι προικισμένη με λογική πηγάζει αυθόρμητα η δικαιοσύνη και οι γενικές αρχές του δικαίου που έχουν απόλυτο χαρακτήρα και πρέπει να εφαρμόζονται από τους ανθρώπους. Ανεξαρτήτως λοιπόν του Θεού, ο άνθρωπος έχει από την φύση του την ικανότητα να θέτει και να εφαρμόζει το Δίκαιο. Αυτό το Φυσικό Δίκαιο λοιπόν πρέπει να εφαρμόζεται κι ανάμεσα στα έθνη (κι εδώ, ο Γκρότιους με το έργο του “Περί του δικαίου του πολέμου και της ειρήνης” γίνεται ιδρυτής του “δημοσίου διεθνούς δικαίου”, πρόδρομος των διεθνών οργανισμών, των Ηνωμένων Εθνών, του Διεθνούς Δικαστηρίου, κλπ....), αλλά και μέσα στα έθνη (όπου το Φυσικό Δίκαιο προηγείται του θετικού δικαίου, το οποίο πρέπει να συντάσσεται με τις γενικές αρχές του Φυσικού Δικαίου... γιατί έτσι μόνο “νομιμοποιείται” το ανθρώπινο δίκαιο, οι νόμοι, κλπ...). Από το Φυσικό Δίκαιο εξάλλου πηγάζουν και στο Φυσικό Δίκαιο στηρίζονται τα “Ανθρώπινα Δικαιώματα” τα οποία συχνά καταπατώνται από διάφορες εθνικές κυβερνήσεις και νομοθεσίες (ακόμα κι εδώ στην “πολιτισμένη” Ευρώπη, και εντός της “γερμανικής” ευρωζώνης, κοντά μας, δίπλα μας, στην ίδια την “Ελλάδα”...). Ο Γκρότιους, χωρίς να έχει το “μεταφυσικό ύψος” και την ανάλυση σε βάθος της Έννοιας της Δικαιοσύνης (όπως οι Αρχαίοι Έλληνες) προσέφερε εντούτοις στην ανθρωπότητα κάποιες στέρεες βάσεις για το Δίκαιο, πάνω στις οποίες μπορούσαν να οικοδομήσουν οι άνθρωποι μία αληθινή, δίκαιη κοινωνία. Ο Γκρότιους επηρέασε με την σκέψη του μεγάλους στοχαστές όπως ο Άγγλος Λοκ κι ο Γάλλος Ρουσσώ...
Ο Λοκ (17ος αιώνας), γιατρός στο επάγγελμα, έθεσε (από φιλοσοφική άποψη) πολλές από τις αρχές της σύγχρονης φιλελεύθερης δημοκρατίας (σε μία εποχή ταραγμένη), αναδεικνύοντας την στενή σχέση της “πολιτικής” με το “δίκαιο”... Παραβλέποντας κάποιες ολιγαρχικές απόψεις του, που σήμερα έχουν ξεπεραστεί, μπορεί κάποιος να βρει πολλά θετικά στην σκέψη αυτού του σοφού του Διαφωτισμού. Στο “Δύο πραγματείες περί διακυβερνήσεως” ανασκευάζει πλήρως τις θέσεις του Φίλμερ (για την Ελέω Θεού απόλυτη μοναρχία) και του Χομπς (για το απολυταρχικό κράτος) αναδεικνύοντας την νομιμότητα των ατομικών και πολιτικών ελευθεριών... Κατά τον Λοκ το “κοινωνικό συμβόλαιο” (δηλαδή η απόφαση των ανθρώπων να ζήσουν μαζί σύμφωνα με κάποιους κανόνες) δεν εξουσιοδοτεί και δεν νομιμοποιεί κανένα, άρχοντα, βασιλιά, τύραννο, να διαχειρίζεται την εξουσία όπως θέλει. Είναι απαραίτητο ένα δεύτερο, “πολιτικό συμβόλαιο”, για να νομιμοποιηθεί η πολιτική εξουσία, η οποία, όπως και να έχει, είναι προσωρινή, ελέγξιμη, και ανακαλλέσιμη όταν συγκρούεται με το αληθινό συμφέρον της κοινωνίας. Με αυτή την έννοια, κάθε αντίσταση και κάθε εξέγερση του λαού, που είναι κάτοχος της κυριαρχίας, της εξουσίας, σε μία “άδικη εξουσία” νομιμοποιείται, (ο “άδικος” χαρακτήρας της διακυβέρνησης αναδεικνύεται και αποδεικνύεται βέβαια από την καταπάτηση των “γενικών αρχών του δικαίου” και των “ανθρωπίνων δικαιωμάτων”...). Η Κυριαρχία (η Εξουσία) “παραχωρείται” από τον λαό στους “εκπροσώπους της εξουσίας” (σαν πολιτική εξουσία) με ένα σκοπό, να προστατέψει την ελευθερία των ατόμων και της ιδιοκτησίας τους. Δεν είναι ούτε απόλυτη, ούτε αιώνια. Αν δεν επιτελεί τον σκοπό της “αυτοκαταργείται” και... καταλύεται βίαια, όταν ξεπεράσει την ανοχή της κοινωνίας...
Ο Ρουσσώ (18ος αιώνας), όπως οι Αρχαίοι Σοφιστές στην Αθήνα (στον στοχασμό των οποίων οφείλει πολλά...), υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους “κριτικούς του πολιτισμού” και των θεσμών, αναδεικνύοντας (με την δύναμη της λογικής) όλα τα αρνητικά του “πολιτισμού”, όλα τα στραβά στο ήθος των ανθρώπων, κι όλη την ανοησία στα ήθη των κοινωνιών... Ο άνθρωπος από την φύση του είναι “καλός” (λογικός, δίκαιος, κλπ.) αλλά μέσα στην δήθεν πολιτισμένη κοινωνία (που δεν μπορεί, εξαιτίας ισχυρών μειοψηφιών, και αδρανών μαζών, να τηρήσει τις γενικές αρχές του δικαίου) ο άνθρωπος διαφθείρεται και γίνεται “κακός”. Ο άνθρωπος, από την φύση του, είναι ελεύθερος. Η “ελευθερία” αποτελεί προϋπόθεση για την συγκρότηση (με την θέληση όλων) μίας δίκαιης κοινωνίας. Η βίαιη “οργάνωση” μίας κοινότητας δεν αποτελεί κοινωνία. Οι σύγχρονες κοινωνίες (για την εποχή του Ρουσσώ, αλλά και την σημερινή εποχή) στηρίζονται ακριβώς στην “βία” για να υπάρξουν και να λειτουργήσουν, (στην βία που εκδηλώνεται με πολλούς τρόπους, με την - μη αντιπροσωπευτική της λαϊκής θέλησης - πολιτική εξουσία, τις δυνάμεις καταστολής, την οικονομική και συνεπώς βιολογική εξάρτηση, την ιδεολογική χειραγώγηση μέσω της κατευθυνόμενης αγωγής και παιδείας, κλπ...). Έτσι, ο άνθρωπος από ελεύθερος γίνεται “σκλάβος” μέσα σε ένα σύστημα που τον υπερβαίνει, που δεν μπορεί να ελέγξει, και από το οποίο δεν μπορεί να ξεφύγει... Ακόμα, ο άνθρωπος από την φύση του χρειάζεται πολύ λίγα για να είναι “ευτυχισμένος”. Οι πολιτισμένες κοινωνίες (βασισμένες στην ιδιοκτησία, το κέρδος, την κατανάλωση, κλπ) κάνουν τον άνθρωπο δυστυχισμένο... Ο Ρουσσώ, στο έργο του “Λόγος για τις πηγές της ανισότητας των ανθρώπων” αναδεικνύει τις πηγές της ανισότητας, της αδικίας, της δυστυχίας. Ο θεσμός της “ατομικής ιδιοκτησίας” (τουλάχιστον όπως εφαρμόζεται) είναι η πηγή των αναρίθμητων κακών. Η γη δεν είναι κανενός. Αυτός που φράζει την γη είναι εγωιστής, ατομικιστής, αντικοινωνικός... Κι όσοι τον μιμούνται είναι “ανόητοι” και δεν καταλαβαίνουν που οδηγείται έτσι η κοινωνία... Βέβαια, όλα αυτά τα είχαν πει όλοι οι Μεγάλοι Διδάσκαλοι, όλοι οι Μεγάλοι Φιλόσοφοι, κι αργότερα (από τον Ρουσσώ) θα τα ξαναπεί (με πιό επιστημονικό τρόπο) ο Μαρξ και ο Ένγκελς... (Σήμερα, ο πλούτος της γης έχει συσσωρευτεί από ελάχιστους ανθρώπους στον πλανήτη, οι οποίοι ελέγχουν και χειραγωγούν τις πολιτικές εξουσίες, ενώ οι λαοί, έχοντας παρασυρθεί σε κοινωνίες που οργανώθηκαν σύμφωνα με τα συμφέροντα των λίγων που κατέχουν τον πλούτο κι όχι σύμφωνα με τα συμφέροντα των πολλών της κοινωνίας, χειραγωγούνται, ιδεολογικά, πολιτικά, οικονομικά, “σύρονται” κυριολεκτικά μέσα σε ένα κύκλο δυστυχίας, από τον οποίο δεν υπάρχει διέξοδος, παρά μόνον, ίσως, μέσω της “λαϊκής επανάστασης”... Ο χειρότερος κόσμος, στην Κλίμακα των Κόσμων, είναι ετούτος εδώ, ο υλικός κόσμος... και ένας από τους χειρότερους πλανήτες ζωής – γιατί σίγουρα υπάρχουν εκατομμύρια πλανήτες ζώντων σε όλους τους γαλαξίες – είναι ετούτος εδώ, της γης... Όλοι οι νοήμονες άνθρωποι αισθάνονται άσχημα γιατί δεν “είμαστε” άνθρωποι, δεν ζούμε σαν άνθρωποι, αλλά σαν ζώα, που αλληλοσπαράσουν το ένα το άλλο...). Ο Ρουσσώ, διαπιστώνοντας τα αδιέξοδα του σύγχρονου πολιτισμού (άλλωστε δεν έχουν αλλάξει πολλά από την εποχή του) δεν αρνείται τον πολιτισμό, αλλά προτείνει μία “διαφορετική” οργάνωση της κοινωνίας, που πρέπει να “μορφωθεί”, να κατανοήσει την κατάσταση στην οποία βρίσκεται και να συμφωνήσει να την αλλάξει... Το Κοινωνικό Συμβόλαιο του Ρουσσώ (“Κοινωνικό Συμβόλαιο, ή αρχές του πολιτικού δικαίου”) υπήρξε ένα από τα πιό επαναστατικά κείμενα σε όλους τους αιώνες, κι αποτέλεσε την Ιδεολογική Βάση της Γαλλικής Επανάστασης (του 1789). Κι αν δεν εφαρμόζεται σήμερα (η “άμεση συμμετοχική δημοκρατία”) είναι γιατί δεν συμφέρει την πλουτοκρατία και τα πολιτικά ανδρείκελα που χρησιμοποιούν γιά να κυβερνούν τον πλανήτη, και γιατί ο “κοιμισμένος” λαός δεν το “απαιτεί” (όπως έχει δικαίωμα και υποχρέωση να το κάνει...). Αξίζει να αναφερθούμε πιό αναλυτικά σε αυτό το ιερό κείμενο του Διαφωτισμού...

Το Κοινωνικό Συμβόλαιο

Βιβλίο Πρώτο. Πέρα από την οποιαδήποτε φιλοσοφική θεωρία περί Δικαίου, και πέρα από θεωρητικές “τοποθετήσεις”, άμεσα, πρακτικά, η μόνη πηγή εξουσίας που νομιμοποιείται είναι η κοινωνία, ο ίδιος ο λαός, όλοι. Κανένα Φυσικό Δίκαιο (ή άλλο δίκαιο) και καμία Δύναμη (φυσική, πολιτική, οικονομική...) δεν μπορεί να θέσει δίκαιο και να νομιμοποιήσει εξουσία. Μόνο ο λαός που εκφράζει την “γενική βούληση” μπορεί να δημιουργήσει δίκαιο και μόνο ο λαός είναι (όσο υφίσταται) ακατάλυτη πηγή εξουσίας. Η “γενική θέληση”, η συμφωνία όλων (με όρους ισότητας) και η φυσική (κι όχι νοθευμένη) πλειοψηφία μπορεί να οικοδομήσει κοινωνία και να την κάνει να λειτουργήσει. Το “κοινωνικό συμβόλαιο” δεν καταργεί την ατομική ελευθερία του ανθρώπου. Αντίθετα, την προϋποθέτει. Γιατί μόνο όταν οι άνθρωποι είναι ελεύθεροι και ίσοι μπορούν (οικειοθελώς) να συμφωνήσουν σε μία “κοινή” πορεία.
Σημείωση: α) Βεβαίως η “γενική βούληση” δεν διαμορφώνεται αυθαίρετα. Είναι αποτέλεσμα πολιτισμικών διεργασιών χιλιετηρίδων, στηρίζεται στην Έννοια του Φυσικού Δικαίου, στην εμπειρία των ανθρώπων από την “κοινή” ζωή τους, στην Λογική, σε ήθη και έθιμα, που έχουν κατασταλάξει...
β) Γιά να είναι ολοκληρωμένη, σαφής, και λειτουργική, η “γενική θέληση” χρειάζεται όλοι να είναι “ενήμεροι”, να έχουν γνώση, γνώσεις, πληροφορίες... Γι' αυτό κι ο Ρουσσώ θεωρεί ότι η κοινωνία μπορεί να υπάρξει και να επιβιώσει μόνο με την αληθινή, φωτισμένη, ειλικρινή, και πλήρη “αγωγή”. (Αυτός είναι ο λόγος που έγραψε το δεύτερο σημαντικό βιβλίο του, το “Αιμίλιος, ή Περί Αγωγής”).

Βιβλίο Δεύτερο. Πρέπει να γίνει σαφές ότι μόνη πηγή κυριαρχίας, εξουσίας, είναι ο λαός, που εκφράζει την “γενική βούληση”. Η “γενική βούληση” έχει σαν αντικείμενο και περιεχόμενο το κοινό συμφέρον. Δεν είναι δυνατόν η “γενική βούληση” να συγκρουσθεί με το κοινό συμφέρον. Όταν η “γενική βούληση” εκτρέπεται από το “κοινό καλό” σημαίνει ότι δεν είναι “γνήσια”. Μόνο λοιπόν η γνήσια “γενική βούληση” νομιμοποιείται να θέτει κανόνες δικαίου, νόμους. Νόμος που δεν αποβλέπει στο κοινό καλό (όχι το “θεωρητικό”, ή “νοθευμένο”, γενικό καλό, αλλά το άμεσο, πρακτικό, γενικό καλό) δεν είναι νόμος. Είναι ανθρώπινη παρεκτροπή.

Βιβλίο Τρίτο. Η “γενική βούληση” του λαού εκφράζεται με εκπροσώπους που εκλέγονται με απλή (κι όχι νοθευμένη) πλειοψηφία. Οι πολιτικοί άρχοντες είναι εκλεγμένοι εντολοδόχοι της “βούλησης του λαού” και πρέπει να συμμορφώνονται με αυτήν. Ούτε δική τους διαφορετική βούληση μπορούν να έχουν, ούτε δικαίωμα έχουν να “χειραγωγούν” τον λαό, ούτε άλλο συμφέρον μπορούν να “υπηρετούν”. Επειδή όμως πρακτικά είναι βέβαιο ότι όλα αυτά θα συμβούν γι' αυτό η “εκάστοτε κυβέρνηση” πρέπει να ελέγχεται. Να ελέγχεται όχι απλά με την εκλογή ή μη εκλογή αλλά και για τα πεπραγμένα της, για τα οποία πρέπει να υπάρχουν κανόνες, συνέπειες, κυρώσεις. Ο λαός δεν παραδίδει ποτέ εν λευκώ την εξουσία για να κάνει η κυβέρνηση ό,τι θέλει. Οι πολιτικοί άρχοντες είναι εντολοδόχοι υπηρέτες του λαού κι όχι “αφεντάδες”. Έτσι το μόνο νόμιμο πολιτικό σύστημα είναι η “Άμεση Συμμετοχική Δημοκρατία” που με απλή (κι όχι νοθευμένη) πλειοψηφία αποφασίζει κι εκλέγει, ελέγχει την εξουσία (τους εντολοδόχους της) και στην ανάγκη τους ανακαλεί (όταν δεν κάνουν το έργο για το οποίο έλαβαν εντολή). Γι' αυτό και στο πολιτικό σύστημα πρέπει να υπάρχουν μηχανισμοί ελέγχου και απόδοσης ευθυνών (δημοψήφισμα, λαϊκά δικαστήρια, κλπ). Ο λαός που αφήνει τις τύχες του σε αλλόφρονες υπηρέτες άλλων συμφερόντων (κι όχι των δικών του) είναι άξιος της μοίρας του και των επιλογών του.

Βιβλίο Τέταρτο. Ο λαός (που εκφράζει την “γενική βούληση”) σαν μόνη πηγή εξουσίας είναι πηγή ακατάλυτη. Κι ο λαός πρέπει να συμμετέχει άμεσα και συνεχώς στην εκλογή και (κυρίως) στον έλεγχο της εξουσίας και στην αλλαγή της (όταν χρειάζεται). Ο λαός δεν μπορεί να εμπιστεύεται κανέναν χωρίς να τον ελέγχει, γιατί αυτό σημαίνει παραχώρηση της εξουσίας του κι ένας τέτοιος λαός δεν είναι λαός ελεύθερων ανθρώπων, αλλά λαός δούλων... Τέλος σε περιόδους κρίσεων (κοινωνικών, πολιτικών, οικονομικών...) ο ίδιος ο λαός (και μόνον αυτός) μπορεί παρακάμπτοντας οποιαδήποτε πολιτική εξουσία (συμβαίνει ή λειτουργεί) να αναθέσει στους πιο “άξιους” (αποδεδειγμένα από το ήθος τους, την κοινωνική δράση τους και το ανθρωπιστικό έργο τους) να βγάλουν την κοινωνία από την κρίση. Στο τέταρτο κεφάλαιο του Τέταρτου Βιβλίου με τίτλο “δικτατορία” αποσαφηνίζεται ότι ο λαός (και μόνον αυτός) έχει όχι μόνο ηθικό δικαίωμα αλλά και έμπρακτη υποχρέωση να παραμερίσει οποιαδήποτε “ανίκανη εξουσία” και να αναθέσει σε κοινά αποδεκτά πρόσωπα (κι όχι εγκάθετους και διορισμένους από άλλα κέντρα εξουσίας) να βρουν διέξοδο σε οποιαδήποτε σοβαρή κρίση, πάντα με γνώμονα το συμφέρον του λαού (κι όχι με γνώμονα άλλα, ξένα, σκοτεινά, συμφέροντα).

Δικαιοσύνη ή δίκαιο

Αν ο άνθρωπος χρειάζεται (να Ανυψωθεί Πνευματικά και) να Κατανοήσει την Αληθινή (Εσώτερη, Ανώτερη) Φύση του για να Βιώσει την Αληθινή Αρετή και την Έννοια της “Πραγματικής Δικαιοσύνης” εντούτοις, επειδή η Φύση Είναι Μία (κι ας Διαβαθμίζεται σε οντικά, κοσμικά, αντιληπτικά επίπεδα) κι Αντανακλάται (η Ανώτερη Φύση) και στους κατώτερους κόσμους, οποιοσδήποτε (διαθέτει κοινό νου, λογική) μπορεί να συλλάβει, έστω και έμμεσα, την Έννοια της Πραγματικής Δικαιοσύνης με την βοήθεια άλλων εννοιών που είναι “περιεχόμενες” μέσα στην Πλατιά Έννοια της Δικαιοσύνης. Μπορούμε να κατανοήσουμε την Δικαιοσύνη,
σαν Ισότητα των Ανθρώπων,
σαν Ανθρωπισμό (δηλαδή ενδιαφέρον και μέριμνα για τους συνανθρώπους μας),
σαν δικαίωμα αξιοπρεπούς επιβίωσης (όχι διαβίωσης, που σημαίνει μία καλύτερη ποιότητα ζωής) που πρέπει να έχει κάθε άνθρωπος πάνω στην γη.
Η Πραγματική Δικαιοσύνη απαιτεί αυτά τα τρία ελάχιστα που αναφέραμε. Αλλά το θετικό θεσμοθετημένο δίκαιο, σε ολόκληρο τον πλανήτη (παρά τις “διακηρύξεις” του) δεν εξασφαλίζει τίποτα από όλα αυτά. Η Δικαιοσύνη είναι πολύ απλή όταν την νοιώθουμε και θέλουμε να την εφαρμόσουμε. Αλλά επειδή οι άνθρωποι είναι μπερδεμένοι (ή τους έχουν μπερδέψει) έχουν χτίσει ένα τεράστιο όγκο θεσμοθετημένου δικαίου που είναι όμως σκουπίδια (αφού δεν μπορούν να εξασφαλίσουν την ελάχιστη Δικαιοσύνη). Ενώ τα συντάγματα (όπου υπάρχουν) κι οι νόμοι μιλούν θεωρητικά για Δικαιοσύνη, ισονομία, ανθρώπινα δικαιώματα, κλπ., όλα αυτά δεν εφαρμόζονται στην πράξη αλλά πάντα βλέπουμε (ακόμα και σε “πολιτισμένες” υποτίθεται χώρες, όπως οι ευρωπαϊκές... προπάντων σε αυτές...) όλα αυτά να “καταστρατηγούνται” βάναυσα. Τα συντάγματα και οι νόμοι δεν είναι για να “διακηρύττουν” απλώς, αλλά για να εξασφαλίζουν την Εφαρμογή της Δικαιοσύνης...
Υπάρχει Δικαιοσύνη; Ας αναρωτηθεί ο καθένας κι ας απαντήσει στον εαυτό του. Προσωπικά δεν βλέπουμε να υπάρχει Δικαιοσύνη... Είναι οι άνθρωποι ίσοι; Πως γίνεται άλλοι να συσσωρεύουν τεράστιο πλούτο (συχνά “κλέβοντας” τους συνανθρώπους τους) κι άλλοι να μην μπορούν να επιβιώσουν;... Υπάρχει ανθρωπισμός στην κοινωνία ή η κοινωνία είναι μία ζούγκλα; Πως γίνεται κάποιοι να οχυρώνονται μέσα στον “πλούτο του ατομισμού” τους και άλλοι άνθρωποι να “αφήνονται” κυριολεκτικά στην τύχη τους, που είναι η φτώχεια και η δυστυχία; Υπάρχουν ανθρώπινα δικαιώματα; Πως γίνεται να έχουν δικαιώματα όσοι “έννομα” ή παράνομα (όπως υποστηρίζουμε εμείς) συσσωρεύουν πλούτο κι άλλοι δεν έχουν δικαίωμα να επιβιώσουν; Πως γίνεται ο μισός πλανήτης να καταναλώνει ασυλλόγιστα και να πετάει πλούτο στις χωματερές κι ο άλλος μισός πλανήτης να λιμοκτονεί;.. Δυστυχώς ο “πολιτισμός” μας (παρ' όλη την τεχνολογική ανάπτυξη) είναι στο μηδέν.
Αλλά το σοβαρότερο ερώτημα είναι άλλο. Θέλουμε Δικαιοσύνη; Αληθινή Δικαιοσύνη; Ή θέλουμε αυτό το άψυχο, ανήθικο, άδικο, δίκαιο των εθνών; Θέλουμε μία Αληθινή Κοινωνία; ΄Ή θέλουμε να σώσουμε το τομάρι μας μέσα στην πολιτισμένη ζούγκλα που φτιάξαμε; Τι θέλουμε; Δικαιοσύνη ή δίκαιο; Γιατί αν θέλουμε Δικαιοσύνη, Αληθινή Δικαιοσύνη, Πρέπει να Φτιάξουμε μία Άλλη Κοινωνία.

Ποιά Κοινωνία θέλουν οι άνθρωποι;

Προσωπικά (από “μεταφυσική καταγωγή”, από παιδεία, από πεποίθηση...) θέλουμε να πιστεύουμε ότι είμαστε πνευματικοί άνθρωποι (με την έννοια του προσανατολισμού, όχι της τελειωμένης κατάστασης) κι έχουμε σαν μέριμνα (δεν λέμε σκοπό, στόχο...) την Αυτογνωσία, την Πνευματική Ανάπτυξη, να Ζήσουμε σύμφωνα με την Αληθινή Φύση μας... αλλά παράλληλα είμαστε μέσα στην κοινωνία, μέσα στα προβλήματά της... Αν και Βαδίζουμε την Οδό που Δίδαξε ο Βούδας, ο Ορφέας, οι Μεγάλοι Φιλόσοφοι, δεν λέμε ότι μπορεί ή χρειάζεται να το κάνει ο καθένας. Αν θέλει κάποιος να Ανυψωθεί Μέσα του Ως την Αληθινή Ανώτερη Φύση του μπορεί να το κάνει (και δυνατότητα έχει, και ελευθερία, κι είναι απόλυτα δική του επιλογή) και μακάρι να το κάνει. Θα είναι Ευλογημένος... Αλλά πέρα από αυτό, όλοι μας, ο καθένας μας, έχει (όχι μόνο οντική και οντολογική αλλά και) ηθική υποχρέωση να είναι Παρών στον κόσμο, στην κοινωνία, ανάμεσα στους ανθρώπους. (Άλλωστε όλοι οι Μεγάλοι Διδάσκαλοι και Φιλόσοφοι, είχαν κοινωνική δράση, δίδαξαν, άνοιξαν δρόμους, ακόμα και σε πρακτικά ζητήματα...). Όλοι μας, ο καθένας μας, έχει υποχρέωση να συνεισφέρει με την παρουσία του ένα Ελάχιστο Δικαιοσύνης, να προσφέρει στην ισότητα των ανθρώπων (με τις αντιλήψεις του, την συμπεριφορά του), να προσφέρει στον ανθρωπισμό (κι εξανθρωπισμό) της κοινωνίας (και τουλάχιστον να μην συγκρούεται με τους άλλους, αν δεν μπορεί να μεριμνήσει για τον συνάνθρωπό του). Κι όταν πέφτει (μετά τον κάματο της μέρας) να κοιμηθεί να μην ¨ξεχνά” πόσοι ξαγρυπνούν μέσα στην φτώχεια, την αρρώστια, την δυστυχία...
Αν ο καθένας μας δεν Προσφέρει αυτό το Ελάχιστο Δικαιοσύνης στον άνθρωπο, στην ανθρωπότητα, στην κοινωνία, τότε ο κόσμος δεν θα αλλάξει ποτέ...
Μην κοροϊδευόμαστε. Ούτε Θεός, ούτε σωτήρες, ούτε διανοούμενοι, ούτε πολιτικοί, ούτε κανένας άλλος θα μας σώσει. Εμείς, μόνοι μας, ο καθένας όσο μπορεί, πρέπει να Αλλάξουμε την Κοινωνία...
Επιτέλους! Ποιά κοινωνία θέλουν οι άνθρωποι; Ποιά κοινωνία θέλεις εσύ;

Αναζητώντας το Αγαθόν, την Αληθινή Αρετή και την Ιδανική Πολιτεία

Η Φύση (η Φύση μας, η Πραγματική, Υπερβατική, Αιώνια, Φύση μας, που Είναι το Υπόβαθρο κάθε ύπαρξης, και της δικής μας ύπαρξης) Είναι Αυτό που Είναι, Ελεύθερη (στην πραγματικότητα), Αναλλοίωτη (μέσα στην εξέλιξη), και Πάντα, Στήριγμα της “περιορισμένης ύπαρξής” μας... Η Φύση Στηρίζεται μόνο στον Εαυτό Της και Μπορεί να “Αυτορυθμίζεται”, όσο κι αν περιπλανιέται μέσα στους κόσμους, και στις πιο “αφύσικες” καταστάσεις, για εκατομμύρια χρόνια...
Εν τω μεταξύ όμως, για μάς, τα περιορισμένα πλάσματα (είτε στους ανώτερους αόρατους κόσμους, είτε στη “γη”) είναι σημαντικό να “κατανοήσουμε” την κατάστασή μας και να ζήσουμε όσο πιο “σωστά” γίνεται, για να αποκομίσουμε το μέγιστο κέρδος από την ύπαρξή μας... Το Μόνο Σταθερό Θεμέλιο, ο Μόνος Γνώμονας Κατανόησης, και η Μόνη Πυξίδα Προσανατολισμού, Είναι η “Φύση” μας (η Βαθύτερη Άγνωστη Φύση μας, που όμως Υπάρχει και μας Στηρίζει...). Ο Μόνος Δρόμος λοιπόν που μπορούμε να Βαδίσουμε είναι ο “Δρόμος της Αυτογνωσίας”. Η Αυτογνωσία δεν είναι ούτε το ιδανικό τέρμα κάποιας πνευματικής προσπάθειας, ούτε κάποια πρακτική, ή τεχνική, που ασκούν κάποιοι ασκητές, ούτε τίποτα άλλο. Η Αυτογνωσία είναι το Συνεχές Άνοιγμα της Φύσης μας, η Απελευθέρωση της Φύσης μας, Εδώ, Τώρα, στην Παρούσα Κατάσταση που Βιώνουμε. Η Πραγματικότητα είναι “αυτό που βιώνουμε”: Γι' αυτό χρειάζεται να “βλέπουμε καθαρά” (χωρίς την παρέμβαση της σκέψης, του ατομικού συμφέροντος, ή της ζωώδους υλικής φύσης μας...). Η Αλήθεια Αποκαλύπτεται όταν βλέπουμε, όταν “βλέπουμε απλά” (χωρίς παραμορφώσεις)...
Η Φύση Είναι Ελεύθερη (από την Ίδια την Ουσία της), δεν πρέπει να την περιορίζουμε. Όταν η Φύση Αφήνεται Ελεύθερη, να Ενεργεί Τελείως Αυθόρμητα, Πηγάζει από Μέσα μας, η Αληθινή Κατανόηση, η Ορθή Δράση, κι η Αληθινή Αρετή... Τι σημαίνει αυτό σε απλά λόγια; σε πρακτικό επίπεδο; Η εμπειρία που έχει συσωρεύσει η ανθρωπότητα είναι χρήσιμη σε πρακτικό επίπεδο αλλά όλη αυτή η εμπειρία, οι γνώσεις, οι θεωρίες, δεν μπορούν να μας “προσανατολίσουν”. Οι ανθρώπινες γνώσεις, η μνήμη, το “παρελθόν”, δεν μπορεί να δημιουργήσει “Ηθική”. Σε πνευματικό επίπεδο όλα αυτά πρέπει να παραμεριστούν, κι η Αληθινή Φύση μας πρέπει να Αναδυθεί, γιά να μπορέσει (αφού Κατανοήσει) να Προσανατολιστεί και να Εκδηλώσει Αυθόρμητα την Αληθινή Αρετή. Η Ηθική Είναι Αυθόρμητη, Πηγαία, κι Αποτέλεσμα Γνώσης. Πρέπει Μέσα μας, να Βρούμε την Βάση της Ύπαρξής μας (τον Θεό), να Κατανοήσουμε το αληθινό νόημα της ύπαρξής μας (που Πηγάζει από την Αιωνιότητα) και να Θεμελιώσουμε με την Γνώση μας, την θέλησή μας, και τις πράξεις μας, τις “Βασικές Αξίες της Ζωής”, που είναι (Αιώνια) Ύπαρξη, Ενότητα (των πάντων), Δικαιοσύνη (στην ύπαρξή μας, στην αντίληψή μας, στην συμπεριφορά μας), Ισότητα (όλων των όντων μεταξύ τους), Υπέρβαση του εγώ χάριν του εμείς (κι αυτό είναι το πνευματικό νόημα της ταπεινότητας), και τέλος Ανθρωπισμό κι αλληλεγγύη μεταξύ των ανθρώπων... Όλα αυτά Πηγάζουν Αυθόρμητα από Μέσα μας, όταν Αφήνουμε την Αληθινή Φύση μας να Εκδηλωθεί (όταν δεν εμπλέκεται η σκέψη, οι θεωρίες, οι αντιλήψεις, τα συμφέροντα, οι υστεροβουλίες, κι όλη η ανθρώπινη ανοησία...)...
Η “Υπέρτατη Φώτιση” του Βούδα, ή η “Υπέρτατη Ένωση με τον Θεό” του Ιησού έρχεται όταν Απελευθερώνουμε την Αληθινή Φύση μας από την ανθρώπινη ανοησία... όταν σπάμε το δίχτυ της σκέψης, τα σχοινιά των εγωιστικών σκοπών, τις αλυσίδες των ατομικών στόχων... Το μόνο που χρειάζεται είναι απλά να καθαρίσουμε τον εαυτό μας από την “ανοησία”... Και τότε Γινόμαστε (αυτό που Είμαστε Πάντα) Βούδες ή Γιοί του Θεού... και τότε Γνωρίζουμε Ποιοί Είμαστε, Που Είμαστε, και Τι Πρέπει να Κάνουμε...
Αν οι άνθρωποι Λειτουργούσαμε Σύμφωνα με την Αληθινή Φύση μας, αν Φροντίζαμε να Απελευθερώσουμε την Φύση μας από όλη την ανθρώπινη ανοησία (σε επίπεδο σκέψης, ψυχολογικό, υλικό), αν προσπαθούσαμε να καθαρίσουμε τον εαυτό μας από τις πολιτισμένες συνήθειές μας (τις θεωρίες, τον τρόπο ζωής, τις κοινωνικές επιταγές...), αν Βρίσκαμε Μέσα μας τις “Βασικές Αξίες της Ζωής”, την Δικαιοσύνη, την Ισότητα, τον Ανθρωπισμό, θα μπορούσαμε να “συνεννοηθούμε” και να Φτιάξουμε μία Καλύτερη Κοινωνία... Αν οι άνθρωποι δεν γίνουν “σοφοί” (κατά την Φύση τους, όπως δίδασκε ο θείος Πλάτωνας, κι όχι με ηλίθιες γνώσεις, και θεωρίες, και δράσεις) δεν μπορούν να Φτιάξουν Αληθινή Κοινωνία...
Οι κοινωνίες δείχνουν την ποιότητα των ανθρώπων που τις φτιάχνουν, κι οι σημερινές “πολιτισμένες” ζούγκλες δείχνουν ακριβώς ότι είμαστε ακόμα στο επίπεδο του ζώου (βέβαια, του “πολιτισμένου” ζώου, αλλά του ζώου παρόλα αυτά, που δεν διστάζει να βομβαρδίζει λαούς γιά οικονομικά συμφέροντα, ή να καταδικάζει σε φτώχεια κι εξαθλίωση τεράστιους πληθυσμούς με νόμους που περνάμε από εθνικά κοινοβούλια....).
Χρειάζεται πρώτα απ' όλα, εμείς οι ίδιοι, ο καθένας μας, να βγει από τον λαβύρινθο του εγωισμού του, να αντιληφθεί ότι είναι ύπαρξη εξαρτώμενη (από Κάπου Αλλού) κι ότι γύρω του υπάρχουν άνθρωποι, αληθινοί άνθρωποι, σαν αυτόν, σάρκα από την σάρκα του, αίμα από το αίμα του, συνάνθρωποί του (όχι σκιές, οι νούμερα, όπως βλέπουν πολλοί τους συνανθρώπους τους). Πρέπει πρώτα να “σώσουμε” τον εαυτό μας και μετά την κοινωνία. Κι αν εμείς, είμαστε πραγματικά “συνειδητοποιημένοι” πως επιτρέπουμε σε κάποιους θρασείς ανίδεους να μας κυβερνούν, να μας κατευθύνουν, να μας εκμεταλλεύονται και να κάνουν την κοινωνία ζούγκλα;...
Έτσι, πρέπει οι άνθρωποι, (ο καθένας μας) να γίνουμε Ηθικοί (με την έννοια που αναλύσαμε πιο πάνω) και μετά να απαιτήσουμε και να απαιτούμε από την κοινωνία να είναι “Ηθική”. Όσοι είναι Ηθικοί (και πρέπει να το αποδείξουν έμπρακτα) πρέπει να καθαρίσουν την κοινωνία από την ανηθικότητα... Σήμερα, όλοι γνωριζόμαστε μεταξύ μας, καθένας γνωρίζει ποιός είναι ποιός. Γνωρίζουμε τον ρόλο που παίζουν οι πλουτοκράτες, γνωρίζουμε τον ρόλο που παίζουν τα πολιτικά ανδρείκελα σε ολόκληρο τον πλανήτη, και στην “Ελλάδα” τους (γιατί δυστυχώς η Ελλάδα δεν ανήκει στους Έλληνες, αλλά σε τραπεζίτες, εγκάθετους, και ρουφιάνους...). Κανένας (αχρείος) δεν νομιμοποιείται με την νόθευση της λαϊκής θέλησης, με την παράκαμψη συντάγματος και νόμων, με την βία, να “κυβερνά”, Κανένας δεν έχει δικαίωμα να αποφασίζει ερήμην μας. Κανένας πια, σήμερα, δεν μπορεί να ξεγελάσει κανένα. Κι όταν γραφτεί η “αληθινή ιστορία” (όχι η “κρατική ιστορία” των ρουφιάνων) θα αποδώσει ευθύνες για το ποιός είναι ο καθένας και τι ρόλο έπαιξε σε αυτό τον έρημο τόπο...
Όποιος δεν μπορεί να ζει σε μία Αληθινή Ηθική και Δίκαιη Κοινωνία, ας πάει σπίτι του, ας κλειστεί σπίτι του, κι ας πάψει να ενοχλεί τους συνανθρώπους του και να καταστρέφει την κοινωνία... Εκβιαστές τραπεζίτες, ξεπουλημένοι πολιτικοί, αδρανείς δικαστικοί, επίορκοι διανοούμενοι, κομματόσκυλα, κάθε είδους παράσιτο που βρωμίζει αυτή την κοινωνία πρέπει να καταλάβουν (όλοι τους) ότι δεν είναι αυτοί η κοινωνία. Η Κοινωνία είναι οι απλοί άνθρωποι που θέλουν να ζήσουν με δικαιοσύνη, ήσυχα, ίσοι μεταξύ ίσων, άνθρωποι μεταξύ ανθρώπων... απλά να ζήσουν, τίποτα άλλο... Πως; Πότε; Ως πότε παλληκάρια μπορούμε να υπομένουμε χωρίς να Επαναστατούμε;...

Τόσα πολλά «θέλω»

Φανταστείτε αυτή τη σκηνή: ζητάμε από τριακόσιους ή τετρακόσιους ανθρώπους, άγνωστους μεταξύ τους, να σχηματίσουν ζευγάρια και να θέσουν στον παρτεναίρ τους μία και μόνη ερώτηση: «Τι θέλεις;» ξανά και ξανά και ξανά.

Υπάρχει τίποτα απλούστερο; Μία αθώα ερώτηση και η απάντησή της.

Κι όμως, έχω δει επανειλημμένα αυτή την ομαδική άσκηση να προκαλεί συναισθήματα απρόσμενης έντασης.

Συχνά μέσα σε μερικά λεπτά η αίθουσα πάλλεται από τη συγκίνηση. Άντρες και γυναίκες –που δεν είναι με κανέναν τρόπο απελπισμένοι ή στερημένοι, αλλά επιτυχημένοι, λειτουργικοί, καλοντυμένοι άνθρωποι που λάμπουν με την παρουσία τους- συνταράζονται ως το βαθύτερο είναι τους.

Αναζητούν αυτούς που έχουν χαθεί για πάντα – νεκρούς ή απόντες γονείς, συζύγους, παιδιά, φίλους: «Θέλω να σε ξαναδώ». «Θέλω την αγάπη σου». «Θέλω να ξέρω πως είσαι περήφανος για μένα». «Θέλω να ξέρεις ότι σε αγαπάω και πόσο λυπάμαι που δεν σ’ το είπα ποτέ». «Θέλω να γυρίσεις – είμαι τόσο μόνος». «Θέλω την παιδική ηλικία που δεν είχα ποτέ». «Θέλω να ξαναβρώ την υγεία μου – να ξαναγίνω νέος. Θέλω να μ’ αγαπάνε, να με σέβονται. Θέλω η ζωή μου να έχει νόημα. Θέλω να κατορθώσω κάτι. Θέλω να είμαι σημαντικός για τους άλλους, να με θυμούνται».

Τόσα πολλά «θέλω». Τόση πολλή λαχτάρα. Και τέτοια οδύνη, τόσο κοντά στην επιφάνεια, ώστε ν’ αποκαλύπτεται μέσα σε λίγα μόνο λεπτά.

Οδύνη για το πεπρωμένο. Οδύνη για την ύπαρξη. Οδύνη που είναι πάντα εκεί, που κυκλοφορεί συνεχώς κάτω από τη μεμβράνη της ζωής. Οδύνη που την αγγίζουμε πάρα πολύ εύκολα.

Πολλά πράγματα – μία απλή άσκηση, λίγα λεπτά βαθύτερου συλλογισμού, ένα έργο τέχνης, ένα κήρυγμα, μία προσωπική κρίση που περνάμε, μία απώλεια- μας υπενθυμίζουν ότι τα βαθύτερα «θέλω» μας δεν μπορούν ποτέ να πραγματοποιηθούν: η επιθυμία μας να μείνουμε νέοι, να σταματήσει η διαδικασία της γήρανσης, να επιστρέψουν όσοι έχουν χαθεί, να έχουμε αιώνια αγάπη, προστασία, σπουδαιότητα.

Οι τεμπέλικες σκέψεις ενός τεμπέλη

Η τεμπελιά ήταν ανέκαθεν τα δυνατά μας σημεία.

Δεν υπερηφανεύομαι γι' αυτό, είναι κάτι σαν χάρισμα και ελάχιστοι το διαθέτουν.

Υπάρχουν πολλοί οκνηροί άνθρωποι και πολλοί χασομέρηδες, αλλά ένας αυθεντικός τεμπέλης είναι σπάνιο είδος.

Δεν είναι κάποιος που περιφέρεται άσκοπα με τα χέρια στις τσέπες του.

Αντιθέτως, το κύριο χαρακτηριστικό του είναι πως είναι πάντα τρομερά πολυάσχολος.

Κανείς δεν μπορεί να απολαύσει την τεμπελιά αν δεν έχει άφθονη δουλειά να κάνει.

Δεν έχει πλάκα να μην κάνεις τίποτα όταν δεν έχεις τίποτα να κάνεις.

Σ' αυτές τις περιπτώσεις το χάσιμο χρόνου γίνεται απλώς μια απασχόληση, και μάλιστα εξαντλητική.

Η τεμπελιά, όπως και τα φιλιά, για να είναι γλυκιά πρέπει να είναι κλεμμένη.
 

ΜΙΛΑ!

Πίσω από κάθε ψυχοσωματική παθολογία βρίσκονται λόγια που δεν έχουν ειπωθεί.
 
Συναισθήματα πολλά που μένουν καταπιεσμένα, ενώ σε πολλές περιπτώσεις είναι άγνωστα από τον ίδιο τον άνθρωπο, ο οποίος αισθάνεται μεν δυσάρεστα, μία διάχυτη δυσφορία, αλλά δεν μπορεί πάντα να κατονομάσει πώς νιώθει.
 
Το συναίσθημα είναι ο βασικός σύνδεσμος ψυχής και σώματος. Τα συναισθήματα είναι οι βασικοί διαμορφωτές της εσωτερικής βιοχημείας. Κάθε συναίσθημα αντιστοιχεί σε ενεργοποίηση συγκεκριμένων κέντρων στον εγκέφαλο, ο οποίος δίνει εντολή για την παραγωγή και διακίνηση ορμονών και την ενεργοποίηση του νευρικού συστήματος. Αυτό σημαίνει ότι το συναίσθημα επιδρά και αλλάζει το σώμα.

Ακούω συχνά το παράπονο: "Έχω πολλά νεύρα"! Σχεδόν πάντα πίσω από τέτοια κατάσταση εκνευρισμών βρίσκονται και πάλι συναισθήματα καταπιεσμένα, που δεν έχουν ειπωθεί την ώρα που πρέπει.

Μία άλλη συχνή περίπτωση που χαλά τις σχέσεις του ατόμου είναι όταν κάποια στιγμή μετά από μεγάλη συσσώρευση ξεσπά σαν ηφαίστειο σε στιγμή που κανείς δεν το περιμένει.

Η αιτία ενός τέτοιου ξεσπάσματος συνήθως δεν αντιστοιχεί με την σημασία του τελευταίου αυτού ερεθίσματος από το περιβάλλον και για αυτό προκαλεί έκπληξη στους άλλους. Ένα τέτοιο εκλυτικό γεγονός, δεν είναι παρά η σταγόνα που έκανε το ποτήρι (ψυχισμό) να ξεχειλίσει κι όπως ξεχύνεται η σαμπάνια από ένα μπουκάλι ερμητικά κλειστό όταν ανοίξουμε τον φελλό, έτσι ξεσπά κι η θύελλα της συσσωρευμένης σιωπής.

Όταν δεν μιλάμε, καταπιέζουμε ένα δυσάρεστο συναίσθημα και δεν το αφήνουμε να μετασχηματιστεί.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα εδώ είναι η μνησικακία, που σύμφωνα με την Κινεζική Ιατρική συνδέεται με την εμφάνιση Καρκίνου.

Δυστυχώς δεν έχουμε μάθει να αναγνωρίζουμε τι νιώθουμε. Γνωρίζουμε αυτό που σκεφτόμαστε συνήθως κι όταν συζητάμε μιλάμε κυρίως για σκέψεις, για τις απόψεις μας.

Παρατηρώ ότι αυτό συμβαίνει γιατί οι περισσότερες οικογένειες δεν μαθαίνουν στα παιδιά τους να αναγνωρίζουν τα συναισθήματά τους, μιλούν σπάνια ή ποτέ για συναισθήματα μεταξύ τους. Πιθανόν κι οι ίδιοι οι γονείς να μην αναγνωρίζουν τα δικά τους συναισθήματα γιατί ποτέ κανείς δεν τους δίδαξε την σημασία τους.

Αντίθετα, σε μερικές περιπτώσεις και κουλτούρες, η σιωπή θεωρείται αρετή. "Δώσε τόπο στην οργή"... Κι η οργή πάει και φωλιάζει στην ψυχή και την κατατρώει. Το ίδιο και πολλά άλλα συναισθήματα που δεν θέλουμε να φέρουμε στην επιφάνεια γιατί θεωρούμε ότι δεν είναι πρέπον, ότι μπορεί να έχουμε κάποιο πρόβλημα που αισθανόμαστε έτσι κλπ.

Η οικογένεια δεν είναι παρά ένας κοινωνικός μικρόκοσμος. Έτσι, μπορούμε να πούμε ότι φέρει συμπεριφορές που συναντιούνται γενικότερα στην κοινωνία και διαδίδονται και από άλλους θεσμούς. Ο δυτικός κόσμος του 20ου αι. κυρίως και λιγότερο σήμερα, έδωσε μεγάλη έμφαση στον Λόγο, τη λογική, παράδοση που μας έρχεται από τον διαφωτισμό και που κατάφερε να οδηγήσει σε μεγάλα επιτεύγματα. Το να μιλάμε για συναισθήματα θα μπορούσε να σημαίνει και παλινδρόμηση στην πρόοδο. Ειδικά οι άντρες έχουν υποστεί μεγάλη καταπίεση στην έκφραση των συναισθημάτων.

Ωστόσο αυτό αλλάζει προς όφελος και των ατόμων. Η λογική είναι πάντα παρούσα, αλλά αρχίζουμε να αναγνωρίζουμε την σημασία της συναισθηματικής αναγνώρισης και έκφρασης.

Έτσι, σήμερα, η συναισθηματική νοημοσύνη (στην οποία ανήκει και η αναγνώριση αλλά και το μοίρασμα συναισθημάτων) θεωρείται μία από τις σημαντικότερες αρετές για την πρόσληψη κάποιου στελέχους σε μεγάλη εταιρεία.

Τα οφέλη όταν μιλάμε επί της ουσίας είναι μεγάλα. Τόσο για μας τους ίδιους, όσο και για τις σχέσεις μας με τους άλλους. Η αναγνώριση των συναισθημάτων και η επικοινωνία τους σε δικούς μας ανθρώπους είναι κάτι εξαιρετικά ανακουφιστικό και είναι στοιχείο επικοινωνίας που βοηθά στην προσέγγιση με τον άλλο.

Τα περισσότερα προβλήματα στις σχέσεις των ανθρώπων αντιμετωπίζονται όταν καταφέρνουν να μιλήσουν. Αυτή η επικοινωνία ενήλικα προς ενήλικα έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά για να είναι επιτυχημένη:

1) Επικεντρώνεται μόνο στα δικά μας συναισθήματα.
2) Δεν κρίνει τον άλλο.
3) Δεν μιλά με υποτιμητικά λόγια για κανέναν από τους δύο (ούτε τον εαυτό ούτε τον άλλο)
4) Διαθέτουμε χώρο μέσα μας για να ακούσουμε τον άλλον χωρίς αμέσως να τον διακόψουμε, ή να βιαζόμαστε να πούμε τα δικά μας (βλέπε το άρθρο μου για την δύναμη της ακρόασης στην επικοινωνία).
5) Η συζήτηση, δεν ανασύρει όλα τα προβλήματα του παρελθόντος στο σήμερα. Κανένας δεν είναι ακριβώς το ίδιο πρόσωπο που ήταν πριν από χρόνια, πόσο μάλλον μέσα σε μία δυναμική σχέσης που συνεχώς αλλάζει.
6) Δεν υπάρχει ειρωνεία ή κοροϊδία. Αντίθετα το καλοπροαίρετο χιούμορ βοηθά πολύ, καθώς ελαφρύνει την ατμόσφαιρα και ξεκουράζει όταν γίνεται με μέτρο.
7) Δεν μιλάμε με υπονοούμενα, αλλά με λόγια καθαρά και σταράτα, πάντα με ευγένεια κι όχι με πρόθεση επίθεσης.
8) Δεν υπάρχει νικητής και ηττημένος σε μία συζήτηση.
9) Δεν μιλάμε ασταμάτητα, αναλύοντας τα πάντα ή πηγαίνοντας από το ένα θέμα στο άλλο. Τα πολλά λόγια είναι φτώχεια και μπερδεύουν τον συνομιλητή! Από ένα σημείο και μετά ο συνομιλητής κουράζεται, μπαίνει σε σύγχυση και παύει να ακούει. Λιγότερα και πιο ουσιαστικά και επικεντρωμένα λόγια στο θέμα της συζήτησης.
10) Ο σεβασμός είναι απαραίτητη προϋπόθεση.
11) Δεν είμαστε χειριστικοί προσπαθώντας να δημιουργήσουμε στον άλλον ενοχές, να εκβιάσουμε κλπ. κλπ. Η εξουσία στις σχέσεις μόνο τις καταστρέφει και φυσικά δεν υπάρχει νικητής και ηττημένος.

Τα παραπάνω αναφέρονται στην επικοινωνία από ενήλικα σε ενήλικα. Οι περισσότερες προτάσεις ισχύουν και στην περίπτωση της επικοινωνίας γονιού-παιδιού ή εφήβου. Ωστόσο σε αυτές τις περιπτώσεις αν είστε γονιός για να βοηθήσετε το παιδί ή και τον έφηβο να αναπτύξει συναισθηματική νοημοσύνη, να μπορεί να αναγνωρίζει τα συναισθήματά του και να τα επικοινωνεί μπορείτε να:

1) Κατονομάζετε το δικό σας συναίσθημα όταν μιλάτε με το παιδί.
2) Ονομάζετε και το δικό του συναίσθημα ώστε να μπορεί να το ταυτοποιεί και να ξέρει που οφείλεται η δυσφορία του, όποτε την νοιώθει. Η ταυτοποίηση του συναισθήματος, η αναγνώρισή του από τον ίδιο τον έφηβο μπορεί να τον ανακουφίσει πάρα πολύ. Όταν για παράδειγμα τον βλέπουμε εκνευρισμένο μπορούμε να του πούμε "Νομίζω ότι έχεις αρκετό άγχος αυτόν τον καιρό" ή "Μάλλον σε έχει θυμώσει κάτι;" κλπ. Προχωράμε διερευνητικά με διακριτικότητα αλλά πάντα ονομάζουμε τα συναισθήματα για να βοηθήσουμε στην αναγνώρισή τους από το ίδιο το παιδί.
3) Δεν του λέμε να κρύβει τα συναισθήματα του και τις εκδηλώσεις του. Δεν είναι κακό να κλαίει κανείς, αντίθετα είναι δείγμα ότι βρίσκεται σε σύνδεση με το συναίσθημα και ταυτόχρονα ανακουφίζεται.
4) Δεν είναι ντροπή να μοιράζεται τα συναισθήματά του. Αντίθετα βοηθά στις σχέσεις του με τους άλλους.

Πάρα πολλά λοιπόν από τα περιστατικά που καταφτάνουν στο γραφείο έχουν αυτόν τον κοινό παρονομαστή. Οι άνθρωποι δεν μιλούν για την ουσία και δεν εκφράζουν τα συναισθήματά τους.

Κατά την θεραπεία τους, ανακαλύπτουν πρώτα τι αισθάνονται, μαθαίνουν να το αναγνωρίζουν και σταδιακά αρχίζουν και βρίσκουν τον δρόμο της έκφρασης. Μετά από κάποιο χρόνο, τα ψυχοσωματικά συμπτώματα εξαφανίζονται.

Πολλές σχέσεις οικογενειακές και συντροφικές εξελίσσονται. Οι έφηβοι και τα παιδιά αισθάνονται λιγότερο ευάλωτοι κι έχουν καλύτερες σχέσεις με την οικογένεια. Η δυσφορία και ο εκνευρισμός εξαφανίζονται. Εφιάλτες υποχωρούν.
Αναπνέουμε και πάλι κανονικά και αβίαστα.

Ο έρωτας είναι πράγματι μια «διαδικασία αλήθειας»

Υποστηρίζω ότι ο έρωτας είναι πράγματι αυτό που αποκαλώ στη φιλοσοφική μου ιδιόλεκτο μια «διαδικασία αλήθειας», δηλαδή μια εμπειρία όπου ένας ορισμένος τύπος αλήθειας κατασκευάζεται. Αυτή η αλήθεια είναι πολύ απλά η αλήθεια πάνω στο Δύο. Η αλήθεια της διαφοράς ως τέτοιας.

Και θεωρώ ότι ο έρωτας –αυτό που αποκαλώ η «σκηνή του Δύο»- είναι αυτή η εμπειρία. Υπό αυτή την έννοια κάθε έρωτας που αποδέχεται τη δοκιμασία, που αποδέχεται τη διάρκεια, που αποδέχεται ακριβώς αυτή την εμπειρία του κόσμου από τη σκοπιά της διαφοράς παράγει με τον τρόπο του μια νέα αλήθεια πάνω στη διαφορά.

Γι΄ αυτό ακριβώς κάθε αληθινός έρωτας ενδιαφέρει ολόκληρη την ανθρωπότητα, όσο ταπεινός κι αν είναι φαινομενικά, όσο κρυμμένος κι αν είναι. Ξέρουμε καλά ότι οι ερωτικές ιστορίες παθιάζουν όλο τον κόσμο! Ο φιλόσοφος οφείλει να ρωτήσει γιατί μας παθιάζουν.

Γιατί όλες αυτές οι ταινίες, όλα αυτά τα μυθιστορήματα, όλα αυτά τα τραγούδια εξ ολοκλήρου αφιερωμένα σε ερωτικές ιστορίες; Πρέπει σίγουρα να υπάρχει κάτι το καθολικό στον έρωτα ώστε αυτές οι ιστορίες να ενδιαφέρουν ένα τόσο μεγάλο κοινό.

Το καθολικό που υπάρχει είναι ότι κάθε έρωτας προτείνει μια καινούργια εμπειρία αλήθειας σχετικά με το να είμαστε δύο και όχι ένας.

Το ότι μπορούμε να συναντήσουμε και να αποκτήσουμε την εμπειρία του κόσμου με έναν άλλο τρόπο απ΄ ότι μέσω μιας μοναχικής συνείδησης, ιδού αυτό για το οποιοσδήποτε έρωτας μας προσφέρει μια καινούργια απόδειξη.

Και γι΄ αυτό αγαπάμε τον έρωτα, αγαπάμε να αγαπάμε, αλλά επίσης αγαπάμε για να αγαπούν και οι άλλοι.

Πολύ απλά γιατί αγαπάμε τις αλήθειες. Αυτό ακριβώς είναι που προσδίδει όλο το νόημά της στη φιλοσοφία: οι άνθρωποι αγαπούν τις αλήθειες, ακόμα κι όταν δεν ξέρουν ότι τις αγαπούν.

Ερωτεύομαι σημαίνει έρχομαι αντιμέτωπος, πέρα από κάθε μοναξιά, με ότι από τον κόσμο μπορεί να εντατικοποιήσει την ύπαρξη.

Μέσα σ’ αυτόν τον κόσμο βλέπω, άμεσα, την πηγή της ευτυχίας που μου προσφέρει η παρουσία του άλλου δίπλα μου.

Το «σ’ αγαπώ» γίνεται: υπάρχεις και είσαι η πηγή της ύπαρξής μου μέσα στον κόσμο.

Στο νερό αυτής της πηγής βλέπω τη χαρά μας, τη δική σου πρώτα από όλα.

Βλέπω, όπως στο ποίημα του Μαλλαρμέ:

Στον κυματισμό εσύ να γίνεσαι
Η γυμνή σου αγαλλίαση

Υπνική Παράλυση & δαιμόνια

Πόσοι απο εσάς έχετε ξυπνήσει ανίκανοι να μιλήσετε ή να κινηθείτε; Αν το έχετε πάθει δεν είστε οι μόνοι. Ο κλασικός προσδιορισμός του φαινομένου αποκαλείται Υπνική Παράλυση. Μπορεί να διαρκέσει μερικά δευτερόλεπτα, μερικά λεπτά ή σε ορισμένες περιπτώσεις περισσότερο και συνήθως συμβαίνει ακριβώς πρίν τον ύπνο η πριν το ξύπνημα. Αρκετοί άνθρωποι αναφέρουν πως κατά την διάρκεια της εμπειρίας νιώθουν μία παρουσία που πολύ συχνά περιγράφεται ως «κακόβουλη», απειλητική ή δαιμονική. Συνήθως η εν λόγω εμπειρία προκαλεί το αίσθημα του τρόμου.
 

Υπνική Παράλυση

 
Η παρουσία συνήθως έχει οπτική παρουσία αλλά μερικές φορές μονάχα ακουστική. Επίσης αρκετοί άνθρωποι αναφέρουν πως επικρατεί η αίσθηση πως αιωρούνται ή πως βρίσκονται έξω από το σώμα τους. Πιστεύουν πως το Φαινόμενο είναι άκρως πνευματικό, παρά φυσικό.
 
Στον μοντέρνο Ιατρικό κόσμο αυτές οι εμπειρίες προσδιορίζονται ως «υπναγωγικές» και «υπνοπομπικές» Παραισθήσεις, άποψη που επιστρατεύεται συχνά για να εξηγήσει τις πνευματικές εμπειρίες από μία επιστημονική σκοπιά, αναφέροντάς τες ως ψυχο-παθολογικές. Είναι ακτανόητο πως η Υπνική Παράλυση συμπίπτει με τους μηχανισμούς του νου. Αυτό που δεν είναι ευρέως κατανοητό όμως είναι οι παράξενες και ξεχωριστές εμπειρίες που αποκομίζει το άτομο όταν βιώνει την υπνική παράλυση. Και αυτό διότι στην σύγχρονη κοινωνία απωθούνται συζητήσεις ή μία αιτιολόγηση πως η πνευματική εμπειρία είναι η πιθανότερη εξήγηση για ένα παράδοξο και σύνθετο φαινόμενο.
 
Φαίνεται πως ο Ακαδημαϊκός κόσμος περιορίζει τις πιθανότητες μιας πνευματικότητας στην εμπειρία, και δεν συμμερίζεται την άποψη πως ο απλός κόσμος ίσως έχει κάτι να προσφέρει στην εξήγηση του φαινομένου μέσω των εξατομικευμένων εμπειριών. Υπάρχουν πεποιθήσεις που βασίζονται στις εμπειρίες αυτές και έχουν απορριφθεί ως «προληπτικές». Κι όμως θα έπρεπε να ερευνηθούν περαιτέρω για αναλυτικότερα συμπεράσματα. Αυτές οι εμπειρίες της υπνικής παράλυσης που πηγάζουν επίσης από τις πνευματικές παραδόσεις ανά τον κόσμο.
 
Στον σύγχρονο Δυτικό κόσμο υπάρχουν τέτοια φαινόμενα για περισσότερα από 100 χρόνια που εξηγούνται σε μία ψυχο-παθολογική βάση. Άρα επικρατεί η άποψη  πως αυτές οι εμπειρίες είναι κοινές και πως συμβαίνουν σε «φυσιολογικούς» ανθρώπους.
 
Έτσι σχεδόν όλες οι Επιστημονικές προσεγγίσεις για την Υπνική Παράλυση υποθέτουν πως οι εμπειρίες είναι στην ουσία ανθρώπινες παραισθήσεις. Ενώ ίσως θα έπρεπε να ξεκινήσει η εξήγηση του φαινομένου από μία τελείως ουδέτερη αφετηρία, οι περισσότερες μελέτες αποκλείουν παντελώς την ιδέα μιας «πραγματικότητας» πίσω από την φαινομενική και ανθρώπινη «παραίσθηση» του ατόμου που βιώνει την υπνική παράλυση. Αυτό επειδή οι μετρήσεις πραγματοποιούνται με βιολογικές και χημικές δραστηριότητες κατά την διάρκεια της υπνικής παράλυσης δεν σημαίνει πως υπάρχει μία άρρηκτη σχέση μεταξύ της επιστήμης και της ίδιας της εμπειρίας.
 
Και ίσως υπάρχουν και άλλα ζητήματα που ίσως θα πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν, μιας και η κβαντική επιστήμη μας αποδεικνύει πως υπάρχουν κόσμοι μέσα στον κόσμο μας που δεν μπορούμε καν να αντιληφθούμε με τις ανθρώπινες αισθήσεις.
The day Science begins to study non – physican Phenomenon, it will make more progress than it made in the previous centuries of its existence – Nikola Tesla
H Πνευματική Εμπειρία.
 
Οι σύγχρονοι ερευνητές δυσκολεύονται να προσδιορίσουν την ψυχή και την πνευματικότητα και όπως σημειώθηκε παραπάνω αυτές οι έννοιες δεν προσεγγίζονται επαρκώς από την επιστημονική κοινότητα. Αρκετό από τους αναγνώστες σίγουρα θα είναι εξοικειωμένοι με τις έννοιες αυτές που υπάγονται στον όρο «πνευματικότητα» και περιλαμβάνουν εξωσωματικές εμπειρίες, επιθανάτιες εμπειρίες, και πολλά ακόμη.
 
Είναι σημαντικό να διαπιστώσουμε πως αρκετές εμπειρίες που έχουν οι άνθρωποι και αφορούν το  «πνευματικό» πεδίο συμβαίνουν όταν το άτομο είναι σε κατάσταση πλήρους συνειδητότητας και εγρήγορσης και όχι κατά την διάρκεια αυτού που οι ερευνητές του ύπνου ονομάζουν Υπνική Παράλυση. Πιθανόν το επίπεδο της επιστημονικής κατανόησης να μην έχει φτάσει τα απαιτούμενα επίπεδα εξέλιξης ούτως ώστε να εξηγήσει επαρκώς και σε ολόκληρο το εύρος του το φαινόμενο.
 
Σίγουρα φαίνεται πως υπάρχει η πνευματική διάσταση στο ζήτημα της υπνικής παράλυσης. Και αυτό διότι σχεδόν όλες οι πνευματικές παραδόσεις του κόσμου αποδέχονται την διαδικασία του ύπνου ως την δίοδο προς μία αστρική πραγματικότητα όπου η επικοινωνία με το επέκεινα είναι εφικτή. Αυτό ίσως εξηγεί και την παρουσία της «δαιμονικής» οντότητας που ακινητοποιεί τα άτομα που βιώνουν την εμπειρία και ίσως τελικά η μόρα να είναι όντως η αστρική κακοδαιμονική οντότητα που τρέφεται από την αιθερική ουσία του ατόμου, που την στιγμή του ύπνου (και ειδικά αν δεν είναι εκπαιδευμένος να απωθήσει κάτι τέτοιο) είναι ευάλωτος σε αστρικές ονειρικές επιθέσεις.
 

Ό,τι δεν σε σέβεται, δεν σου αξίζει

Μια υγιής ερωτική σχέση για να ευδοκιμήσει χρειάζεται προσπάθεια και από τις δυο πλευρές. Βασικό συστατικό για να μπορέσει να εξελιχθεί μια σχέση και να διαρκέσει είναι ο σεβασμός. Αν δεν υπάρχει από την αρχή ή χαθεί στην πορεία, το τέλος της σχέσης δεν θα αργήσει να έρθει. Πώς ορίζεται όμως η λέξη σεβασμός ανάμεσα σε δυο ερωτευμένους ανθρώπους;

Ο περιορισμός της ελευθερίας ο οποίος μεταφράζεται ως ζήλια είναι ένα δείγμα ότι ο σύντροφός σου δεν σε σέβεται. Η ζήλια είναι φυσικό να υπάρχει αλλά σε λογικά πλαίσια και μικρές δόσεις, απαραίτητες για να αισθάνονται οι σύντροφοι ποθητοί από το ταίρι τους. Όταν όμως η ζήλια φτάσει σε ακραίες καταστάσεις, όπως ο περιορισμός της ελευθερίας, η καχυποψία που ενισχύει τα σενάρια περί απσχειστίας καταλήγοντας σε προσβολές και λέξεις χυδαίες, ξυλοδαρμούς, είναι μη φυσιολογική. Ο άνθρωπος που αγαπά δεν προσπαθεί να φυλακίσει τον σύντροφό του αλλά επιδιώκει να είναι ευτυχισμένος. Εκτός αυτού, αν δεν υπάρχει εμπιστοσύνη μεταξύ δυο ανθρώπων δεν υπάρχει λόγος να είναι μαζί.

Ακόμη ένα χαρακτηριστικό ότι ο σύντροφος σου δεν σε σέβεται είναι πως σε υποτιμάει συνεχώς και δεν πιστεύει στις δυνατότητές σου. Να είσαι με τον άνθρωπο τον οποίο θαυμάζεις αλλά και σε θαυμάζει. Να νιώθεις υπερήφανος ότι τον συστήνεις και εκείνος το ίδιο για σένα.

Σκέφτεται μονάχα τον εαυτό του; Πράττει με βάση τις δικές του ανάγκες; Φέρεται αγενέστατα στην οικογένεια και τους φίλους σου; Μερικά ακόμη χαρακτηριστικά που πρέπει να σου κρούσουν τον κώδωνα της έλλειψης σεβασμού του αγαπημένου σου.

Συνήθως τα άτομα που διακατέχονται από έλλειψη σεβασμού είναι χειριστικά. Ξέρουν πώς να πείσουν το ταίρι τους να αλλάξει γνώμη και να τους δώσει ακόμη μια ευκαιρία. Η αλλαγή όμως αυτή δεν πρόκειται να έρθει ποτέ. Οι άνθρωποι αυτοί δεν πρόκειται να αλλάξουν όσες ευκαιρίες κι αν τους δώσετε. Για ποιον λόγο όμως να μπείτε στην διαδικασία να δώσετε έστω και μια ευκαιρία;

Γιατί να μένετε σε σχέσεις στις οποίες αναλώνεστε; Δημιουργούμε έναν ερωτικό δεσμό για να είμαστε χαρούμενοι και όχι προβληματισμένοι και στεναχωρημένοι. Την επόμενη φορά που θα συναντήσεις το υποψήφιο ταίρι σου να θυμάσαι πως ότι δεν σε σέβεται, δεν σου αξίζει και προχώρησε παρακάτω χωρίς να χρονοτριβείς με καταστάσεις δυσάρεστες οι οποίες θα έχουν αντίκτυπο στο μέλλον σου.

Οι παθιασμένοι άνθρωποι

Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι φτιαγμένοι από άλλο μέταλλο.

Άνθρωποι που δεν νοιάζονται για λογαριάζουν τις συνθήκες, δεν κάνουν πίσω στις θύελλες και τις καταιγίδες της ζωής, δεν τρομάζουν από τον καιρό. Γιατί κουβαλούν πάντα μέσα τους τον δικό τους καιρό.

Άνθρωποι περίεργοι στο να γνωρίζουν άλλους ανθρώπους χωρίς όριο. Και να μαθαίνουν.

Άνθρωποι που ξέρουν τις ικανότητες αλλά και τις αδυναμίες τους και δημιουργούν όνειρα κάθε μέρα. Όνειρα που κυνηγούν μέχρι την τελική επίτευξή τους. Ή τουλάχιστον μέχρι να τα πλησιάσουν, απολαμβάνοντας τη διαδρομή.

Που εμπιστεύονται το ένστικτο αλλά και τη φαντασία τους. Που στηρίζονται στη λογική αλλά είναι πάντα ικανοί και για μικρές ή μεγάλες ανατροπές.

Που λένε ναι, αλλά ξέρουν και πότε να πουν όχι.

Άνθρωποι που μπορούν να φεύγουν από το μέτριο, το λίγο, το αδιάφορο. Που δεν χάνουν τον χρόνο τους με το να λυπούνται τον εαυτό τους για όσα τους έχουν συμβεί, για το πως τους φέρθηκαν άλλοι, για το πως ήρθαν τα πράγματα. Δεν φοβούνται το ρίσκο και τις αλλαγές. Ξέρουν ότι το σύμπαν δεν τους χρωστάει τίποτα. Και δημιουργούν τις δικές τους ευκαιρίες για να φτάσουν πιο κοντά στο όνειρό τους.

Άνθρωποι που ξέρουν ότι δεν αρκεί να ονειρεύονται, αλλά πρέπει να αξίζουν και τα όνειρά τους με τις πράξεις τους.

Άνθρωποι που ξέρουν να ζουν, γιατί γνωρίζουν πολύ καλά πως αν κρατήσουν τους στόχους και τις επιθυμίες τους τα όνειρά τους μέσα τους χωρίς να κάνουν καμία ενέργεια γι’ αυτά, θα γίνουν απωθημένα και μια μέρα θα τους εκδικηθούν, θα τους πνίξουν.

Άνθρωποι που δεν βάζουν όριο στα όνειρα ως που να κινδυνέψουν, άνθρωποι που ζουν τη ζωή στο έπακρο, που δεν φοβούνται τον πόνο γιατί ξέρουν πως χωρίς αυτόν δεν θα μπορούσαν να βιώσουν, κυριολεκτικά πραγματικά την ευτυχία.

Άνθρωποι που είναι αυθεντικοί στην αγάπη αλλά και στον πόνο. Και δεν τσιγκουνεύονται στον έρωτα. Ούτε φοβούνται να ρισκάρουν για χάρη του. Τολμούν να νιώσουν κι ας ξέρουν πως είναι πάντα πιθανό τόσο να πληγώσουν όσο και να πληγωθούν.

Άνθρωποι που ξέρουν να χωρίζουν. Χωρίς μίσος και εμπάθεια. Γιατί ξέρουν καλά ότι το αντίθετο της αγάπης δεν είναι το μίσος αλλά η απάθεια. Ξέρουν να χωρίζουν γιατί πιστεύουν πως όταν αυτός που αγαπά στέκεται εμπόδιο στο δρόμο του άλλου, τότε πια δεν τον αγαπά.

Άνθρωποι που ταξιδεύουν νοερά και κυριολεκτικά. Που διαβάζουν. Που καλλιεργούν το μυαλό τους.

Άνθρωποι που σκέφτονται πέρα από τα όριά τους, που χάνουν την αίσθηση του χρόνου, που αναζητούν συνεχώς το καινούριο. Που δεν διστάζουν να ρωτούν και να μαθαίνουν. Που δείχνουν πραγματική ευγνωμοσύνη σε όσους την αξίζουν. Που έχουν συνειδητοποιήσει ότι σ΄ αυτόν τον κόσμο μας που κινείται τόσο γρήγορα, το να μένεις στάσιμος είναι σαν να κινείσαι προς τα πίσω, και το να κινείσαι προς τα πίσω είναι σαν να πεθαίνεις.

Άνθρωποι που ξέρουν εμπειρικά πλέον ότι η ζωή συγχωρεί, τους πολύ τολμηρούς, τους τρελούς και τις αξίες.

Παθιασμένοι άνθρωποι. Αν ποτέ τους συναντήσεις, κράτησε τους στη ζωή σου. Το δίχως άλλο, ξέρουν να τη ζουν με πάθος.

«Ταξιδεύετε» γρήγορα για να «ζείτε» πολλά χρόνια

Οι αρχαίοι Έλληνες ήταν οι πρώτοι που ασχολήθηκαν με τα προβλήματα του χρόνου, του χώρου και της κίνησης· όμως μόλις στον εικοστό αιώνα ήρθαν στο φως οι σωστές απαντήσεις.

Η αύξηση της ταχύτητας ενός κινούμενου σώματος, σημαίνει αυτόματα τη μείωση του αναγκαίου χρόνου για να διανύσει μιαν απόσταση. Η μείωση της ταχύτητας σημαίνει το αντίθετο.

Η απόσταση Παρίσι-Τουρ είναι περίπου 230 χιλιόμετρα. Ένα αυτοκίνητο που ταξιδεύει από το Παρίσι, με 115 χιλιόμετρα περίπου την ώρα, θα φτάσει στην Τουρ σε δυο ώρες. Αν το αυτοκίνητο τρέξει με 230 χιλιόμετρα την ώρα, θα φτάσει μια ώρα νωρίτερα. Η μείωση του χρόνου στο μισό είναι αποτέλεσμα της αύξησης της ταχύτητας. Ένα από τα πιο παράξενα συμπεράσματα, που βγαίνει από τις εξισώσεις της σχετικότητας είναι σε σχέση με τη διαστολή του χρόνου. Ο ρυθμός του χρόνου επιβραδύνεται σ’ ένα σώμα, που κινείται με πολύ μεγάλη ταχύτητα.

Σύμφωνα με τους μαθηματικούς τύπους του Λόρεντς, για τη συστολή του χρόνου, και τους τύπους του Αϊνστάιν, για τη διαστολή, μπορούν να συμβούν παράξενα πράγματα στους ανθρώπους, που ταξιδεύουν στ’ άστρα με ταχύτητα σχεδόν σαν αυτήν του φωτός. Μια ωραία κοπέλα μπορεί να «κλείσει» σαν ακορντεόν ή να γίνει λεπτή σαν σαρδέλα κι όμως δε θα της φαίνεται παράξενο. Και το πιο παράξενο, ο κυβερνήτης του διαστημόπλοιου θα εξακολουθεί να τη θεωρεί ωραία. Ο χρόνος θα περνά τόσο αργά, που για να φτάσουμε από το μεσημεριανό στο βραδινό φαγητό θα χρειάζονται ολόκληρες δεκαετίες· κι όμως κανείς δε θα διαμαρτύρεται. Κι ακόμη, το πιο παράξενο· το ταξίδι αυτό είναι για την κοπέλα μια επιχείρηση ξανανιώματος, αφού το πυραυλοκίνητο διαστημόπλοιο θα την εκσφενδονίσει σ’ ένα μακρινό αιώνα.

Έτσι, το ημερολόγιο του διαστημόπλοιου θα αλλάζει σελίδα κάθε είκοσι-τέσσερις ώρες· τα γεύματα θα γίνονται κανονικά και οι αστροναύτες θα κοιμούνται μετά τη δουλειά της ημέρας. Τίποτε δε θα δείχνει ότι, αφότου έφυγαν από τη Γη, ο χρόνος τους πήρε άλλο ρυθμό.

Ας υποθέσουμε, ότι από τη Διεθνή Διεύθυνση Διαστήματος θα εκτοξευτεί το 2050 ένα εξερευνητικό διαστημόπλοιο με προορισμό τις Πλειάδες. Οι πλησιέστερες Πλειάδες απέχουν περίπου έντεκα έτη φωτός από τον πλανήτη μας.

Το διαστημόπλοιο «Γη 328», μόλις φτάσει στον προορισμό του, στρίβει απότομα, χωρίς να χάσει την επιτάχυνσή του, κι επιστρέφει στη Γη. Σύμφωνα με το ημερολόγιο του κυβερνήτη, το ταξίδι είχε διάρκεια είκοσι-δύο χρόνια, δηλαδή μέχρι το 2072.

Ωστόσο, με την επιστροφή του στη Γη, ο κυβερνήτης θα αντιμετωπίσει μεγαλύτερες δυσκολίες από τους ναύτες του Μαγγελάνου, που άλλωστε είχαν διαφορά μόνο μιας μέρας.

Πρώτα απ’ όλα δεν μπορεί να εντοπίσει τη βάση. Η Γη, πέρα από τα γενικά της γεωγραφικά χαρακτηριστικά, φαίνεται σαν ένας άλλος πλανήτης. Κάποιες παλιές πόλεις δεν υπάρχουν πια στο χάρτη, ενώ αντίθετα έχουν ξεπροβάλει καινούργιες. Οι συμπατριώτες του μιλούν άλλη διάλεκτο. Και η πιο μεγάλη έκπληξη είναι το ημερολόγιο της Γης, που δείχνει το έτος 3050! Ο κυβερνήτης, όταν έφυγε ήταν τριάντα-τριών χρόνων και τώρα έχει φτάσει τα πενήντα-πέντε. Κι όμως, το ημερολόγιο της Γης δείχνει ότι πέρασαν 1000 χρόνια. Το διαστημικό λοιπόν ταξίδι του, δεν ήταν παρά ένα ταξίδι στο χρόνο, αφού πέρασε 978 χρόνια μέσα στο μέλλον.

Ύβρις

Η ύβρις ήταν βασική αντίληψη της κοσμοθεωρίας των αρχαίων Ελλήνων. Όταν κάποιος, υπερεκτιμώντας τις ικανότητες και τη δύναμή του (σωματική, αλλά κυρίως πολιτική, στρατιωτική και οικονομική), συμπεριφερόταν με βίαιο, αλαζονικό και προσβλητικό τρόπο απέναντι στους άλλους, στους νόμους της πολιτείας και κυρίως απέναντι στον άγραφο θεϊκό νόμο -που επέβαλλαν όρια στην ανθρώπινη δράση-, θεωρούνταν ότι διέπραττε «ὕβριν», δηλ. παρουσίαζε συμπεριφορά με την οποία επιχειρούσε να υπερβεί τη θνητή φύση του και να εξομοιωθεί με τους θεούς, με συνέπεια την προσβολή και τον εξοργισμό τους.

Η βίαια, αυθάδης και αλαζονική αυτή στάση/συμπεριφορά, που αποτελούσε για τον αρχαίο ελληνικό κόσμο παραβίαση της ηθικής τάξης και απόπειρα ανατροπής της κοινωνικής ισορροπίας και γενικότερα της τάξης του κόσμου, πιστευόταν ότι (επαναλαμβανόμενη, και μάλιστα μετά από προειδοποιήσεις των ίδιων των θεών) οδηγούσε τελικά στην πτώση και καταστροφή του «ὑβριστοῦ» (ὕβρις > ὑβρίζω > ὑβριστής).

Αποδίδοντας την αντίληψη σχετικά με την ύβρη και τις συνέπειές της, όπως τουλάχιστον παρουσιάζεται στην αρχαιότερή της μορφή, με το σχήμα ὓβρις→ἂτη→νέμεσις→τίσις μπορούμε να πούμε ότι οι αρχαίοι πίστευαν πως μια «ὕβρις» συνήθως προκαλούσε την επέμβαση των θεών, και κυρίως του Δία, που έστελνε στον υβριστή την «ἄτην», δηλαδή το θόλωμα, την τύφλωση του νου. Αυτή με τη σειρά της οδηγούσε τον υβριστή σε νέες ύβρεις, ώσπου να διαπράξει μια πολύ μεγάλη α-νοησία, να υποπέσει σε ένα πολύ σοβαρό σφάλμα, το οποίο προκαλούσε την «νέμεσιν», την οργή και εκδίκηση δηλαδή των θεών, που επέφερε την «τίσιν», δηλ. την τιμωρία και τη συντριβή/καταστροφή του.

Από την κλασική εποχή και μετά, σε πολλές περιπτώσεις οι έννοιες Άτη, Δίκη και Νέμεσις φαίνεται να αποκτούν στη συνείδηση των ανθρώπων ισοδύναμη σημασία, αυτήν της θείας τιμωρίας.

Η λέξη ύβρις πέρα από τη λόγια νεοελληνική χρήση της με τις σημασίες «βρισιά» (κυρίως στον πληθυντικό αριθμό «ύβρεις») και συνακόλουθα «κάτι που θίγει την τιμή και την αξιοπρέπεια κάποιου» -οι οποίες είναι φυσιολογικές εξελίξεις της αρχαίας σημασίας-, αρκετές φορές χρησιμοποιείται και στην εποχή μας, σε πιο προσεγμένο επίπεδο λόγου, με την αρχαιοελληνική σημασία της για να χαρακτηρίσει ανάλογες αλαζονικές συμπεριφορές συνανθρώπων μας.

Αυτοί που βαδίζουν  με  κεφάλι  σκυφτό

Τίποτα δεν κουράζει, δεν απογοητεύει, δεν μαραζώνει τον άνθρωπο (των εξελιγμένων κοινωνιών, σαν τη δική μας) όσο η διάσταση και η δυσαρμονία ανάμεσα στις ικανότητες, στα  αισθήματα και στις ιδέες του από το ένα μέρος, και στο επάγγελμα που ασκεί για βιοπορισμό  ή στο ρόλο που παίζει μέσα στον κοινωνικό βίο από το άλλο μέρος. Εάν δώσομε σ’ αυτή την  πρόταση  τη  θετική  της  διατύπωση,  θα  έχομε  μιαν  άλλη  όψη  της  αλήθειας.  Όταν  ένας  άνθρωπος, στην επαγγελματική και κοινωνική του ζωή, εργάζεται σύμφωνα με τις δυνάμεις, τις  διαθέσεις  και  τις  βλέψεις  του,  όταν  επομένως  ό,τι  λέγει  και  ό,τι  πράττει  βρίσκεται  σε  αρμονία με τον εσώτερο εαυτό του και με τους (μικρούς ή μεγάλους) σκοπούς που έχει τάξει  στη ζωή του, αυτός και στον κάματο αντέχει και στη φθορά: δεν αρρωσταίνει, δεν λυγίζει, δεν  γερνάει — είναι πάντοτε ακμαίος, εύθυμος, νέος.

Για  να  βεβαιώσομε  αυτή  τη  γνώμη,  δεν  χρειάζονται  μεγάλες  αναλύσεις.  Αρκεί  η  απλή  παρατήρηση των περιπτώσεων που μας προσφέρονται κάθε μέρα στο άμεσο περιβάλλον μας, για να μας πείσει. Ποιοι άνθρωποι απ’ αυτούς που μας τριγυρίζουν, είναι πιο δραστήριοι, πιο  αισιόδοξοι, πιο ζωντανοί; — Εκείνοι που βρήκαν το δρόμο τους. Δηλαδή εκείνοι που πέτυχαν  να δώσουν σ’ αυτό  το μέρος  της ύπαρξης που καλύπτεται από  την κοινωνική  ζωή   περιεχόμενο  σύμφωνο  με  τον  εσωτερικό  τους  κόσμο:  με  τις  επιθυμίες,  τις  προσδοκίες, τις φιλοδοξίες τους. Τους βλέπεις να τσακίζονται στη δουλειά όλη την ημέρα, να  περιορίζουν στο ελάχιστο τον ύπνο, την ανάπαυση, την ψυχαγωγία τους, και όμως ποτέ να μη  δυσανασχετούν,  να  μη  καταπονούνται,  να  μην  αποθαρρύνονται  από  τα  εμπόδια  ή  να  απελπίζονται από τις μικροαποτυχίες, αλλά να έχουν πάντα το χαμόγελο στα χείλη, τη χαρά  και την πίστη στην καρδιά, έτοιμοι, κάθε φορά που δυσκολεύεται η πορεία τους από κάποιαν  ατυχία, να  ξαναρχίζουν  το έργο  τους με κέφι, με ενθουσιασμό, με αυτοπεποίθηση. Απορείς  που βρίσκουν οι άνθρωποι αυτοί τα αποθέματα της δραστηριότητας, και ιδίως τα κεφάλαια  της  αισιοδοξίας,  που  ξοδεύονται  χωρίς  να  λιγοστεύουν.  Και  θαυμάζεις  την  ευθυμία,  τη  φρεσκάδα,  τα  νιάτα  τους —  ακόμη  και  σε  προχωρημένη  ηλικία.  Το  μυστικό  τους (χάρισμα  ακριβό  και  αναντικατάστατο)  είναι  η  εσωτερική  τους  αρμονία:  λέγουν  και  πράττουν  εκείνα  που  έχουν  μέσα  στην  ψυχή  τους,  μικρό  ή  μεγάλο,  αδιάφορο.  Δεν  φορούν  μάσκα,  δεν  υποκρίνονται, δεν πιστεύουν άλλα απ’ αυτά που λέγουν, ούτε κάνουν εκείνα που μέσα τους  αποστρέφονται ή αντιπαθούν. Μαραγκοί είναι; Την αγαπούν την τέχνη τους και την ασκούν  με όρεξη. Παπάδες είναι; Πιστεύουν στο λειτούργημά τους και το υπηρετούν με ευχαρίστηση. Γιατροί  είναι; Τους  εμπνέει  η  εργασία  τους,  την  προσέχουν,  τη  χαίρονται.  Πολιτικοί  είναι; Βρίσκονται στην παράταξη που μάχεται για τα ίδια ιδανικά, μιλούν την ίδια γλώσσα με τους  συμπολεμιστές  τους,  και  για  τούτο  είναι  πάντα  έτοιμοι  για  κόπους  και  θυσίες.  Πώς  να  λυγίσουν, πώς να φθαρούν, πώς να γεράσουν τέτοιοι άνθρωποι;

Κοιτάξετε  έπειτα  τους άλλους,  τους  δυσαρμονικούς, εκείνους  που κουβαλούν  μέσα  τους  τη  διάσταση, την αντίφαση, την ασυναρτησία. Για αλλού ξεκίνησαν, και αλλού βρέθηκαν. Καλώς  ή κακώς πίστεψαν ότι ήσαν καμωμένοι για κάτι άλλο, ότι είχαν τις ικανότητες που χρειάζονται  για  να  κερδίσουν  χρήματα,  ν’  αποκτήσουν  υπόληψη,  να  διακριθούν  στην  τέχνη,  στην  επιστήμη,  στην  πολιτική,  αλλά  ο  δρόμος  που  πήραν  (αιτία  η  ολιγωρία,  η  ανάγκη  ή  και  η  σύμπτωση) τους απομάκρυνε από τις επιθυμίες και τα όνειρά τους. Και τώρα, υποχρεωμένοι  να βγάλουν το ψωμί τους ή να κρατήσουν μια δαπανηρή θέση κοινωνική που δεν μπορούν να  την εγκαταλείψουν, αναγκάζονται να ασκούν ένα επάγγελμα που τους ενοχλεί, ή να παίζουν  ένα  ρόλο  που  δεν  τους  πάει,  ή  να  διακηρύττουν  πράγματα  που  δεν  τα  πιστεύουν.  Αυτή  η  δυσαρμονία  έχει  σαν  αποτέλεσμα  να  χάνουν  τα  αντιστύλιά  τους,  τον  άξονα  της  υπόστασής  τους,  και  να  γίνονται  μεμψίμοιροι,  βαρύθυμοι,  κακεντρεχείς.  Αρρωσταίνουν.  Και  αρρωσταίνουν  όχι  μόνο  ψυχικά,  αλλά  και  σωματικά. (Πολύ  συχνά  λησμονούμε  ότι  τα  δύο  αυτά  στοιχεία  πάνε  μαζί).  Και  γι’  αυτό  βαδίζουν  με  κεφάλι  σκυφτό,  με  καρδιά  κλειστή, σκοτεινή, δίχως χαρά, δίχως καλοσύνη (και αυτά πάνε μαζί). Θέλγητρα δεν έχει γι’ αυτούς η  ζωή,  κουράζονται  εύκολα,  γερνάνε  γρήγορα.  Γιατί  μέσα  τους  δεν  υπάρχει  δύναμη,  φως, αρμονία. Αλλά διχασμός, τύψεις, ερημία.

Ανέκαθεν θεωρήθηκε αρχή αναμφισβήτητη ότι όχι η βαρειά, η δύσκολη, η αδιάκοπη, αλλά η  εργασία η ασυμβίβαστη με το χαρακτήρα, με τη φιλοτιμία, με τις πραγματικές ικανότητες και  επιδιώξεις του ανθρώπου τον φθείρει και τον εξευτελίζει. Για τούτο και επιβάλλεται ως ποινή. Τιμωρείσαι  να κάνεις  εκείνο  που  δεν  σου  ταιριάζει,  που  δεν  μπορείς  να  θέλεις,  που  δεν  το  ανέχεσαι. Από την ώρα που αναγκάζεσαι να υποστείς αυτή τη δεινή κατάσταση, έχεις χάσει  μαζί με την ελευθερία και τη χαρά της ζωής. Και για να εξακολουθήσεις ακόμη να δέχεσαι να  ζεις,  ένας  τρόπος  υπάρχει:  να  αναιρέσεις  σιγά  ‐  σιγά  την  ανθρωπιά  σου  και  να  γίνεις  υποζύγιο. Αυτή είναι η έννοια του δούλου. Ο δούλος δεν εργάζεται — δουλεύει∙ γι’ αυτό ό,τι  κάνει  δεν  είναι  έργο,  είναι  δουλειά,  επειδή  δεν  το  εκλέγει  ελεύθερα,  ούτε  το  πράττει  με  ευχαρίστηση,  αλλά  αναγκάζεται  να  το  εκτελεί  με  όλο  που  είναι  ασυμβίβαστο  προς  τον  εσωτερικό  του  κόσμο —έως  τη  στιγμή  που  θα  έχει  ψυχικά  εξουθενωθεί,  θα  έχει  χάσει  την  αίσθηση και την υπερηφάνεια των ανθρώπινων ιδιοτήτων και των ανθρώπινων δικαιωμάτων  του,  και  δεν  θα  υποφέρει  πια  απ’  αυτό  τον  εξευτελισμό.  Αλλά  τότε  δεν  θα  ξεχωρίζει  πλέον  από το ζώο. — Υπάρχουν «δουλειές» που δεν είναι καταπονητικές ή επαίσχυντες∙ που κάποτε  μάλιστα φαίνονται «απ’ έξω» λαμπρές και αξιοζήλευτες. Να «κοσμείς» λ.χ. με το παράστημα  και την εορταστική σου εμφάνιση το παλάτι ενός ισχυρού, ή να διασκεδάζεις με το «πνεύμα» σου τους συνδαιτημόνες του. Να έχεις (χάρη στις παραχωρήσεις, στην υποτακτικότητα, στους  συμβιβασμούς που καταδέχτηκες να κανείς) περιβληθεί υψηλά αξιώματα που εξασφαλίζουν  στον κάτοχο τους τιμές και πλούτη. Αν όλα αυτά τα αισθάνεσαι σαν ξένα και αντίθετα προς  τον βαθύτερο εαυτό σου, ασυμβίβαστα προς ό,τι θα μπορούσες και θα έπρεπε να επιδιώξεις  και να επιτύχεις στη ζωή, είσαι ένας δυστυχής, ένας τραγικός άνθρωπος, καταδικασμένος να  λυγίσεις κάτω από το βάρος του εικονικού θριάμβου σου.

Η νεώτερη Ψυχολογία πρόσεξε ιδιαίτερα τις βαθειές αλλοιώσεις που προκαλεί στην ψυχική  και στη σωματική κατάσταση του ανθρώπου η δυσαρμονία που γεννιέται στον αισθηματικό  του  κόσμο,  στους  χώρους  της  ερωτικής  ζωής.  Οι  αναλύσεις  της  υπήρξαν  πραγματικά  αποκαλυπτικές∙  άνοιξαν  δρόμους  απροσδόκητους  για  την  ανίχνευση  του  λαβύρινθου  της  ανθρώπινης  ψυχής.  Γρήγορα  όμως  έγινε  αντιληπτό  ότι  ο  άνθρωπος  έχει  και  μια  κοινωνική  διάσταση  που  πρέπει  να  εξερευνηθεί. (Ιστορικά  η  πρόοδος  αυτή  πραγματοποιήθηκε  με  το  πέρασμα  από  τον  Freud  στον Adler).  Ζει  μέσα  στην  κοινωνία,  για  την  κοινωνία  και  από  την  κοινωνία. Και με τις σχέσεις αυτές υφαίνεται ο οικονομικός και ο πολιτικός ιστός που τυλίγει  όλους  μας.  Εδώ  έχει  τη  θέση  του  σαν  παράγων  (που  προσδιορίζει  και  προσδιορίζεται)  το  επάγγελμα,  κατά  τη  γενικότερη  έννοιά  του. Το  τι  πράττομε,  όχι  μόνο  για  να  ποριστούμε  τα  μέσα της ζωής αλλά και για να «γεμίσομε» κατά κάποιο τρόπο αυτή τη ζωή, έχει πολύ μεγάλη  σημασία.  Σημασίαν  αποφασιστική  για  τη  διαμόρφωση  της  προσωπικότητας  και  της  μοίρας  μας. Άλλοτε  ταυτιζόμαστε εσωτερικά  με  την κοινωνική  διάσταση  της  ύπαρξής  μας, και  τότε  πορευόμαστε  ομαλά∙  άλλοτε  πάλι  δεν  κατορθώνομε  να  βρούμε  ή  να  αποκαταστήσομε  την  αρμονία ανάμεσα στο τι λέγομε και πράττομε, και στο τι γίνεται ή πάει να γίνει μέσα μας, και  τότε καταστρέφεται μαζί με την ψυχική και η σωματική μας επάρκεια και αντοχή — μια τριβή  προκαλείται  επικίνδυνη  και  ανυπόφορη  και  σιγά  ‐  σιγά  ρημάζομε,  αρρωσταίνομε, δυστυχούμε. Γινόμαστε μίζεροι, βάναυσοι, μισαλλόδοξοι, κακοί. Έχομε χάσει μαζί με τη χαρά  της  ζωής  και  την  αγάπη  προς  τον  συνάνθρωπο.  Όλοι  μας  φταίνε,  επειδή  είμαστε  βαθιά  δυσαρεστημένοι  με  τον  εαυτό  μας.  Πικραμένοι,  απογοητευμένοι,  κουρασμένοι,  επειδή  δεν  μπορούμε  να  υπερνικήσομε  την  αντίφαση  που  μας  φθείρει,  τα  βάζομε  με  τους  άλλους  (προπάντων  με  όσους  έχουν  πραγματοποιήσει  στη  ζωή  τους  εκείνο  που  εμείς  δεν  κατορθώσαμε)  με  μιαν  επιθετικότητα,  με  μια  κακεντρέχεια,  με  ένα  μίσος  που  μένουν  ανεξήγητα  για  τον  κοινό  παρατηρητή.  Κατά  βάθος,  αντιπαθούμε  τους  άλλους  —  επειδή αντιπαθούμε  τον  εαυτό  μας.  Μας  έχει  γίνει  ανυπόφορος  (με  τη  δειλία,  τις  προδοσίες,  την  υποκρισία του), και για τούτο δεν υποφέρομε κανένα. Όταν μάλιστα τους βλέπομε ακμαίους, αισιόδοξους, ευτυχείς η δυστυχία μας πολλαπλασιάζεται. Καθώς και η κακότητά μας

Sören Kierkegaard: Περί αγωνίας

ΚΙΡΚΕΓΚΑΡΝΤ: 1813–1855

Αγωνία και ανθρώπινο άτομο

§1

Ο Κίρκεγκαρντ είναι ο φιλόσοφος που έφερε στο κέντρο της φιλοσοφικής σκέψης την έννοια της αγωνίας και από αυτόν στη συνέχεια την παρέλαβε και την εμπλούτισε με τις δικές του σημάνσεις ο σύγχρονος υπαρξισμός. Τη συγκεκριμένη έννοια τη συζητεί ουσιωδώς στο έργο του η έννοια της αγωνίας. Τι μας λέει συγκεκριμένα; Πως η αγωνία δεν ταυτίζεται με το συναίσθημα του φόβου, του άγχους και της ανησυχίας. Ενώ αυτά εδώ τα συναισθήματα γεννιούνται από ένα συγκεκριμένο κίνητρο, η αγωνία δεν προκύπτει από κάτι συγκεκριμένο. Ο φόβος, ας πούμε, προκαλείται από την ύπαρξη κάποιου συγκεκριμένου κινδύνου. Η αγωνία όμως δεν έχει να κάνει με κάποιον κίνδυνο, γιατί τότε θα ήταν φόβος και όχι αγωνία. Με τι έχει να κάνει; Με το γεγονός της ύπαρξης του ανθρώπινου ατόμου.   

§2

Πιο ειδικά, το ανθρώπινο άτομο αρχίζει να καταλαμβάνεται από αγωνία, όταν αναλογίζεται την κατάστασή του μέσα στον κόσμο. Ορισμένως λοιπόν η αγωνία είναι μια μορφή απελπισίας, χωρίς όμως να γίνεται ή να είναι ουσιαστικά εμφανής ο λόγος γι’ αυτό. Αυτό ωστόσο που είναι εμφανές σχετίζεται με ακόλουθο: η αγωνία δεν συνιστά ένα δευτερεύον συναίσθημα της ύπαρξής μας, αλλά ουσιώδη κατάσταση που προσδιορίζει την ανθρώπινη φύση. Γιατί συμβαίνει αυτό; Επειδή η αγωνία ανήκει στην πνευματικότητά μας ως ανθρώπινων όντων. Ανάλογα με την ένταση ή την ανάπτυξη της εν λόγω πνευματικότητας, η αγωνία είναι κι αυτή μικρότερης ή μεγαλύτερης εμβέλειας ή έντασης. Εφόσον το ανθρώπινο άτομο είναι στον έναν ή τον άλλο βαθμό πνευματικό ον, η αγωνία δεν μπορεί να απουσιάζει από τη ζωή του. Είναι αναπόφευκτη και δεν αποβάλλεται ή δεν εξαλείφεται με κανέναν τρόπο.

§3

Στο βιβλίο του η έννοια της αγωνίας, ο Κίρκεγκαρντ σημειώνει, μεταξύ άλλων, πως το άτομο, ως ελεύθερη ύπαρξη, διαθέτει τη δυνατότητα να επιλέγει και να πραγματοποιεί την ελευθερία του με πολλούς τρόπους. Η δυνατότητα της επιλογής σημαίνει ότι το άτομο μπορεί να ευτυχήσει, μπορεί και να δυστυχήσει, αναλόγως με τις επιλογές του. Βέβαια εδώ δεν κατανοεί τη δυνατότητα της επιλογής έτσι όπως την κατανοεί ο κοινός νους, αλλά πιο βαθιά και πλήρως συνυφασμένη με την ύπαρξή του ως τέτοια: η επιλογή, όποια κι αν είναι, εισάγει το άτομο σε μια συγκεκριμένη ζωή, η οποία, είτε είναι ευτυχισμένη ή λιγότερο ευτυχισμένη ή και διόλου, μπορεί να κυοφορεί δυστυχία για αυτό. Εάν από την άλλη πλευρά, το άτομο αρνηθεί τη δυνατότητα της επιλογής, με μαθηματική ακρίβεια επιλέγει την παράλυση της ζωής του. Όποια κατεύθυνση κι αν ακολουθήσει, δεν διαφαίνεται θετική έκβαση της ζωής του. 

§4

Τι διαφαίνεται; Μηδενισμός; Όχι. Απεναντίας δείχνεται η εγγενής αδυναμία της θνητότητας, του πεπερασμένου της ύπαρξής μας να ζει έξω από την εκ της αγωνίας απειλή, έξω από τα μαρτυρικά πάθη της ζωής. Εδώ ο φιλόσοφος έχει ως ορατό παράδειγμα λόγου την επί της γης εμπειρία του Χριστού. Αναφέρει ορισμένα σημεία αυτής της εμπειρίας: π.χ. σύμφωνα με την περιγραφή του Ευαγγελίου, ο Χριστός αγωνιούσε έως τη στιγμή του θανάτου του. Επίσης, λίγο πριν το θάνατό του, πρόφερε εκείνα τα φοβερά, γεμάτα υπαρξιακή αγωνία, λόγια: Θεέ μου, γιατί με εγκατέλειψες. Ως αντιστάθμισμα αυτής της περατής κατάστασης του ανθρώπου, υπάρχει η απειρία, η απεραντοσύνη που εκπορεύεται από την πνευματικότητα και την πίστη. Ως προς τον θρησκευτικό της χαρακτήρα η πίστη εντάσσεται στο θρησκευτικό στάδιο της ζωής και στο πνεύμα του χριστιανισμού, που διέπεται από το δικό του παράδοξο: π.χ. η πίστη είναι ρήγμα σε σχέση με την καθημερινότητα, αλλά και ολοκληρωτική υποταγή στον θεό έξω και πέρα από κάθε κοινωνικό νόμο. Εν τέλει, σε τι μας βοηθά η αγωνία; Στο μέλλον. Το παρελθόν το εκάστοτε μπορεί να είναι πηγή δυστυχίας, το μέλλον όμως μέσα από το παρατηρητήριο της αγωνίας διανοίγεται με βάση την επίγνωση που μας προσφέρει μια προηγούμενη εμπειρία της αγωνίας.

ΠΛΑΤΩΝ: Πολιτεία (330b-331b)

[330b] Ποῖ᾽ ἐπεκτησάμην, ἔφη, ὦ Σώκρατες; μέσος τις γέγονα χρηματιστὴς τοῦ τε πάππου καὶ τοῦ πατρός. ὁ μὲν γὰρ πάππος τε καὶ ὁμώνυμος ἐμοὶ σχεδόν τι ὅσην ἐγὼ νῦν οὐσίαν κέκτημαι παραλαβὼν πολλάκις τοσαύτην ἐποίησεν, Λυσανίας δὲ ὁ πατὴρ ἔτι ἐλάττω αὐτὴν ἐποίησε τῆς νῦν οὔσης· ἐγὼ δὲ ἀγαπῶ ἐὰν μὴ ἐλάττω καταλίπω τούτοισιν, ἀλλὰ βραχεῖ γέ τινι πλείω ἢ παρέλαβον.
Οὗ τοι ἕνεκα ἠρόμην, ἦν δ᾽ ἐγώ, ὅτι μοι ἔδοξας οὐ σφόδρα [330c] ἀγαπᾶν τὰ χρήματα, τοῦτο δὲ ποιοῦσιν ὡς τὸ πολὺ οἳ ἂν μὴ αὐτοὶ κτήσωνται· οἱ δὲ κτησάμενοι διπλῇ ἢ οἱ ἄλλοι ἀσπάζονται αὐτά. ὥσπερ γὰρ οἱ ποιηταὶ τὰ αὑτῶν ποιήματα καὶ οἱ πατέρες τοὺς παῖδας ἀγαπῶσιν, ταύτῃ τε δὴ καὶ οἱ χρηματισάμενοι περὶ τὰ χρήματα σπουδάζουσιν ὡς ἔργον ἑαυτῶν, καὶ κατὰ τὴν χρείαν ᾗπερ οἱ ἄλλοι. χαλεποὶ οὖν καὶ συγγενέσθαι εἰσίν, οὐδὲν ἐθέλοντες ἐπαινεῖν ἀλλ᾽ ἢ τὸν πλοῦτον.
Ἀληθῆ, ἔφη, λέγεις.
[330d] Πάνυ μὲν οὖν, ἦν δ᾽ ἐγώ. ἀλλά μοι ἔτι τοσόνδε εἰπέ· τί μέγιστον οἴει ἀγαθὸν ἀπολελαυκέναι τοῦ πολλὴν οὐσίαν κεκτῆσθαι;
Ὅ, ἦ δ᾽ ὅς, ἴσως οὐκ ἂν πολλοὺς πείσαιμι λέγων. εὖ γὰρ ἴσθι, ἔφη, ὦ Σώκρατες, ὅτι, ἐπειδάν τις ἐγγὺς ᾖ τοῦ οἴεσθαι τελευτήσειν, εἰσέρχεται αὐτῷ δέος καὶ φροντὶς περὶ ὧν ἔμπροσθεν οὐκ εἰσῄει. οἵ τε γὰρ λεγόμενοι μῦθοι περὶ τῶν ἐν Ἅιδου, ὡς τὸν ἐνθάδε ἀδικήσαντα δεῖ ἐκεῖ διδόναι [330e] δίκην, καταγελώμενοι τέως, τότε δὴ στρέφουσιν αὐτοῦ τὴν ψυχὴν μὴ ἀληθεῖς ὦσιν· καὶ αὐτός —ἤτοι ὑπὸ τῆς τοῦ γήρως ἀσθενείας ἢ καὶ ὥσπερ ἤδη ἐγγυτέρω ὢν τῶν ἐκεῖ μᾶλλόν τι καθορᾷ αὐτά— ὑποψίας δ᾽ οὖν καὶ δείματος μεστὸς γίγνεται καὶ ἀναλογίζεται ἤδη καὶ σκοπεῖ εἴ τινά τι ἠδίκησεν. ὁ μὲν οὖν εὑρίσκων ἑαυτοῦ ἐν τῷ βίῳ πολλὰ ἀδικήματα καὶ ἐκ τῶν ὕπνων, ὥσπερ οἱ παῖδες, θαμὰ ἐγειρόμενος δειμαίνει [331a] καὶ ζῇ μετὰ κακῆς ἐλπίδος· τῷ δὲ μηδὲν ἑαυτῷ ἄδικον συνειδότι ἡδεῖα ἐλπὶς ἀεὶ πάρεστι καὶ ἀγαθὴ γηροτρόφος, ὡς καὶ Πίνδαρος λέγει. χαριέντως γάρ τοι, ὦ Σώκρατες, τοῦτ᾽ ἐκεῖνος εἶπεν, ὅτι ὃς ἂν δικαίως καὶ ὁσίως τὸν βίον διαγάγῃ,
γλυκεῖά οἱ καρδίαν
ἀτάλλοισα γηροτρόφος συναορεῖ
ἐλπὶς ἃ μάλιστα θνατῶν πολύστροφον
γνώμαν κυβερνᾷ.
εὖ οὖν λέγει θαυμαστῶς ὡς σφόδρα. πρὸς δὴ τοῦτ᾽ ἔγωγε τίθημι τὴν τῶν χρημάτων κτῆσιν πλείστου ἀξίαν εἶναι, οὔ [331b] τι παντὶ ἀνδρὶ ἀλλὰ τῷ ἐπιεικεῖ καὶ κοσμίῳ. τὸ γὰρ μηδὲ ἄκοντά τινα ἐξαπατῆσαι ἢ ψεύσασθαι, μηδ᾽ αὖ ὀφείλοντα ἢ θεῷ θυσίας τινὰς ἢ ἀνθρώπῳ χρήματα ἔπειτα ἐκεῖσε ἀπιέναι δεδιότα, μέγα μέρος εἰς τοῦτο ἡ τῶν χρημάτων κτῆσις συμβάλλεται. ἔχει δὲ καὶ ἄλλας χρείας πολλάς· ἀλλὰ ἕν γε ἀνθ᾽ ἑνὸς οὐκ ἐλάχιστον ἔγωγε θείην ἂν εἰς τοῦτο ἀνδρὶ νοῦν ἔχοντι, ὦ Σώκρατες, πλοῦτον χρησιμώτατον εἶναι.

***
[330b] Τί τα ηύξησα, Σωκράτη; εγώ, ως οικονομολόγος, κράτησα το μέσο μεταξύ του πάππου μου και του πατέρα μου· γιατί ο πάππος μου, που έχω και το όνομά του, κληρονόμησε όση απάνω κάτω περιουσία έχω κι εγώ τώρα, και την έκαμε πολλές φορές περισσότερη· ο πατέρας μου πάλι, ο Λυσανίας, την έκαμε ακόμη μικρότερη απ᾽ ό,τι είναι τώρα· εγώ θα είμαι ευχαριστημένος, αν δεν αφήσω λιγότερα σ᾽ αυτούς, μα και κάτι μάλιστα παραπάνω απ᾽ όσα παρέλαβα.
Σου έκαμα αυτή την ερώτηση, είπα εγώ, γιατί πάντα μου φάνηκε πως δεν [330c] πολυαγαπάς τα χρήματα· πράγμα που συμβαίνει συνήθως σε κείνους που δεν απόκτησαν οι ίδιοι τα πλούτη τους· ενώ απεναντίας, εκείνοι που τ᾽ αποκτούν μόνοι τους τ᾽ αγαπούν διπλάσια από τους άλλους· γιατί όπως οι ποιηταί αγαπούν τα ποιήματά τους κι οι πατέρες τα παιδιά των, έτσι κι όσοι αφοσιώθηκαν ν᾽ αποκτήσουν χρήματα τ᾽ αγαπούν σα δημιούργημά των, μ᾽ ακόμα και γιατί βρίσκουν, καθώς και όλοι οι άλλοι άνθρωποι, ωφέλεια απ᾽ αυτά. Κι έτσι είναι και πολύ δύσκολοι στις σχέσεις των, γιατί τίποτε άλλο δε θέλουν να εκτιμούν έξω από τον πλούτο.
Έχεις δίκιο, μου αποκρίθηκε ο Κέφαλος.
[330d] Και πολύ μεγάλο μάλιστα, επρόστεσα εγώ· αλλά τόσο μόνο πες μου ακόμα· ποιό είναι, κατά τη γνώμη σου, το πιο μεγάλο αγαθό που έχεις απολαύσει από τη μεγάλη σου περιουσία;
Εκείνο, μου αποκρίθηκε, που ίσως και να μη μου πιστεύσουν οι περισσότεροι, αν το ακούσουν. Γνώριζε όμως, Σωκράτη, πως, όταν κανείς βρίσκεται κοντά στο τέλος της ζωής του, τον πιάνει ένας φόβος και μια συλλογή για τα πράγματα, που ούτε τα ᾽βαζε πριν στο νου του· γιατί όλα εκείνα που διηγούνται για τον Άδη και για τις τιμωρίες που περιμένουν εκεί κάτω [330e] όσους έκαμαν αδικίες σ᾽ αυτό τον κόσμο, ενώ ως τώρα τα περίπαιζε, τότε δα αρχίζουν και ανησυχούν την ψυχή του, μήπως τάχα είναι αληθινά· και είτε ένεκα από την αδυναμία της γεροντικής ηλικίας, είτε γιατί βρίσκεται ίσως κοντύτερα σ᾽ εκείνα, τα βλέπει κάπως τώρα καθαρότερα. Ανησυχία λοιπόν και τρόμος γεμίζουν την ψυχή του και αρχίζει να εξετάζει και ν᾽ αναθεωρεί τις πράξεις του, μήπως έκαμε καμιά αδικία· και κείνος που βρίσκει στη ζωή του πολλά αδικήματα, ο φόβος τον κάνει και μέσα στον ύπνο του να πηδά επάνω, σαν τα παιδιά, [331a] και να ζει πάντα σε απελπισία. Ενώ όσοι δεν έχουν στη συνείδησή τους το βάρος καμιάς αδικίας, τους παραστέκει πάντα μια ελπίδα γλυκιά και «αγαθή τροφός του γήρατος», καθώς λέει και ο Πίνδαρος· γιατί πραγματικώς με πολλή χάρη το είπ᾽ εκείνος, Σωκράτη, πως όποιος περάσει τη ζωή του μ᾽ ευσέβεια και δικαιοσύνη,
γλυκιά η ελπίδα τον ακλουθά
συντρόφισσα στα γερατειά του,
που θεραπεύει την καρδιά
και κυβερνάει τα λογικά
του ανθρώπου του αστάτου
όπως πολύ θαυμάσια το λέγει. Ως προς αυτό λοιπόν θεωρώ εγώ πως έχουν τα πλούτη μεγάλη αξία, όχι [331b] για κάθε άνθρωπο βέβαια, αλλά για τον μετρημένο και φρόνιμο. Συντείνουν δηλαδή κατά μέγα μέρος να μην εξαναγκαστεί κανείς, έστω και χωρίς να το θέλει, να εξαπατήσει και να γελάσει τον άλλο και να μην αναχωρήσει για τον άλλο κόσμο φοβισμένος, αν τύχει και χρωστά ή θυσίες σε κανένα θεό, ή χρήματα σε άνθρωπο· είναι βέβαια και για πολλά άλλα ωφέλιμα τα χρήματα· αλλά εγώ, αν τα ζυγίσω ένα προς ένα, θα έκρινα πως αυτή είναι όχι η μικρότερη ωφέλεια το πλούτου για έναν άνθρωπο που έχει νου.