Όλο και πιο συχνά και πιο έντονα παρατηρούμε να αναδύεται μια νοοτροπία γονέων με μη ρεαλιστικές ή υπερβολικές προσδοκίες.
Επιπλέον, παρατηρείται το φαινόμενο οι γονείς με υπερβολικές προσδοκίες από τα παιδιά τους να αναλαμβάνουν δράση οι ίδιοι για την εκπλήρωση των προσδοκιών αυτών. Μοιάζει να έχουν μεταβολίσει τον γονεϊκό τους ρόλο σε ένα είδος μάνατζερ που έχει έναν και μοναδικό σκοπό: τη διάκριση του παιδιού τους.
Εδώ δεν εννοούμε απλά την επαγγελματική αποκατάσταση που είναι μια παλιά ιστορία και ανέκαθεν ήταν η μεγάλη προσδοκία των Ελλήνων γονέων. Εννοούμε την προσδοκία: «να γίνει το παιδί μου κάτι σημαντικό, να ξεχωρίσει». Μιλάμε για την πρωτιά, την αποθέωση, το χειροκρότημα, τα βραβεία.
Ο ρόλος των προσδοκιών στην ανάπτυξη ενός παιδιού
Οι προσδοκίες δείχνουν στο παιδί τις αξίες που είναι σημαντικές για τους γονείς και ταυτόχρονα εγκαθιδρύουν μέσα του σταθερά κριτήρια, στα οποία μπορεί ανά πάσα στιγμή να καταφύγει. Τη μία στιγμή ενδέχεται να ωφελούν την ανάπτυξη του παιδιού, την επόμενη όμως, μπορούν να αποτελέσουν εμπόδια για την ανάπτυξή του.
Συντελούν στη σωστή και καλή καθοδήγηση του παιδιού από τους γονείς, με στόχο την ενδυνάμωση του χαρακτήρα του παιδιού, το χτίσιμο της αυτοπεποίθησής του και τη διαμόρφωση της ταυτότητας του. Το είδος των προσδοκιών που θέτουμε στους εφήβους και η κοινωνική κουλτούρα μας, όπου το λάθος στιγματίζεται και όλοι αναγνωρίζουν μόνο την επιτυχία, είναι ορισμένα αίτια ώστε πολλοί γονείς να μπαίνουν εύκολα στην παγίδα να θέτουν λανθασμένες προσδοκίες στα παιδιά τους. Η σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ παιδιού και γονέα, στηρίζεται στην ασφάλεια, στην αντανακλαστική ακοή και χρειάζεται να ξεκινήσει από μικρή ηλικία.
Δεν πρέπει, όμως, να ξεχνάμε ότι οι προσδοκίες των γονέων συνήθως γίνονται συμπεριφορές παιδιών. Όταν λοιπόν ένα παιδί ακούει καλά λόγια μόνο για τις διακρίσεις και τις επιτυχίες του θεωρεί ότι αυτά είναι τα μόνα για τα οποία αξίζει να παλεύει, κάτι που αργά ή γρήγορα το οδηγεί στο ανικανοποίητο και στην εξουθένωση. Τα παιδιά, τις περισσότερες φορές, ταυτίζουν τις προσδοκίες που έχουν για τον εαυτό τους με τις προσδοκίες που έχουν οι γονείς τους για αυτά. Σε περίπτωση μη ικανοποίησης των φιλόδοξων στόχων νιώθουν ενοχοποίηση γιατί δεν κατάφεραν να ευχαριστήσουν τους γονείς που έχουν κάνει τόσες θυσίες για εκείνα. Αναρωτιέμαι, όμως, για ποιες θυσίες μιλάμε;
Γιατί τόσες προσδοκίες από τους γονείς;
Υπάρχουν πολλές επεξηγήσεις γιατί οι γονείς να θέτουν αντίστοιχες προσδοκίες στα παιδιά. Άλλες φορές γιατί βιώνουν τη θέση του γονέα ως ρόλο και όχι ως δική τους ωριμότητα, γιατί διακατέχονται από το σύνδρομο "η ζωή που δεν έζησα", γιατί μπαίνουν σε ανόμοιες συγκρίσεις, γιατί δεν έχουν λειτουργική σχέση με τον/την σύζυγο τους, γιατί υπερεκτιμούν τις δυνατότητες των παιδιών τους, γιατί εγκλωβίζονται με οικογενειακά και κοινωνικά στερεότυπα και άλλα. Κάθε περίπτωση είναι διαφορετική αλλά η δυσκολία και τα αρνητικά συναισθήματα που αντανακλώνται στο παιδί είναι περίπου τα ίδια. Το παιδί ενδέχεται να βιώσει ενοχοποίηση και βάρος υπό τις προσδοκίες των γονέων του, θυμό και απογοήτευση. Δεν καταφέρνει να ικανοποιήσει τους γονείς του, όταν "δείχνουν ότι κάνουν τα πάντα για εκείνο".
Οι προσδοκίες των γονέων όταν είναι απαιτητικές, ενισχύουν την απομόνωση του παιδιού, το καθιστούν αδύναμο να σχετισθεί με ασφάλεια, του προκαλούν χαμηλή αυτοεκτίμηση, μπαίνοντας να ορίζεται από τους άλλους ανθρώπους γύρω του, καθώς καλλιεργείται ένα συναίσθημα ανικανοποίητου κενού που πρέπει να καλυφθεί πάντα με έναν καλύτερο τρόπο.
Παλαιότερα οι προσδοκίες των γονέων αφορούσαν σχεδόν αποκλειστικά την επαγγελματική αποκατάσταση των παιδιών τους, σήμερα αφορούν και την διάκριση. Αφορούν τον πρωταθλητισμό και την αναγνώριση. Γενικεύοντας πάντως θα λέγαμε ότι ενώ παλιά το «απαραίτητο» θεωρούταν «σημαντικό», σήμερα το «σημαντικό» έχει φτάσει να θεωρείται «απαραίτητο».
«Προσδοκίες» γονέων παιδεύουσι τέκνα
Μεγάλο ποσοστό των σημερινών γονέων βασανίζονται από ματαίωση του τύπου: «η ζωή που δεν έζησα». Ένας από τους μεγαλύτερους ψυχολόγους ο Καρλ Γιουνγκ έχει δηλώσει εμφατικά τα εξής:
Το βαρύτερο φορτίο για ένα παιδί είναι η ζωή που δεν έζησαν οι γονείς του.
Πολλοί άνθρωποι, από την στιγμή που γίνονται γονείς, αφήνουν στην άκρη οποιαδήποτε δική τους φιλοδοξία, οποιαδήποτε ενασχόληση που προκαλούσε δική τους ευχαρίστηση και ταυτίζουν τον κόσμο τους με τον κόσμο των παιδιών τους. Οι γονείς αυτοί θα ισχυριστούν ότι είναι εγωιστικό να ασχολούνται με τον εαυτό τους και όχι με τα παιδιά τους. Η αλήθεια όμως είναι ότι, όσο αδειάζει η δική τους ζωή, τόσο προσπαθούν να την γεμίσουν με τη ζωή των παιδιών τους. Το πραγματικά εντυπωσιακό με τους γονείς αυτούς είναι ότι, οι μεγάλες προσδοκίες τους αφορούν μόνο τα παιδιά τους αλλά όχι τον εαυτό τους. Από τον εαυτό τους, στην ουσία, δεν υπάρχουν προσδοκίες και εκεί θεωρώ ότι βρίσκεται το πρόβλημα αλλά και η λύση του.
Όταν ένας ενήλικος άνθρωπος γίνεται γονέας τότε είναι που έρχεται ξανά αντιμέτωπος με το παιδί που κάποτε ήταν ο ίδιος, με τις πληγές του, τα τραύματά του, τους φόβους του και τις ανεκπλήρωτες επιθυμίες του. Χρειάζεται συνειδητοποίηση και δύναμη από μέρους του για να αναγνωρίσει ότι κάποιες προσδοκίες που έχει για το παιδί του στην ουσία είναι οι ανεκπλήρωτες και απωθημένες προσδοκίες που είχε για τον εαυτό του. Αν δεν συμβεί κάτι τέτοιο τότε τα δικά του «θέλω» θα γίνουν «θέλω» του παιδιού του με τις γνωστές συνέπειες που περιγράψαμε ήδη.
Τελικά να έχουμε προσδοκίες από τα παιδιά μας ή όχι;
Εδώ οφείλουμε να ξεκαθαρίσουμε κάτι. Οι προσδοκίες των γονιών από τα παιδιά τους όχι μόνο δεν επιδρούν αρνητικά αλλά είναι και απαραίτητες για την ωρίμανση, την ενδυνάμωση του χαρακτήρα τους και την ανάπτυξη της αυτοπεποίθησής τους. Αλλά ποιες προσδοκίες; Οι ρεαλιστικές προσδοκίες που αφορούν εφικτούς, για το παιδί, στόχους και που κατά κύριο λόγο έχουν να κάνουν με την προσπάθεια (όχι με το αποτέλεσμα) και την καλλιέργεια των ανθρώπινων αξιών, του σεβασμού προς τους άλλους και του ήθους. Πάνω από όλα όμως οι προσδοκίες αυτές των γονέων πρέπει να είναι σε συμφωνία και με τα «θέλω» του παιδιού.
Στα παιδιά αρκεί η αγάπη. Σίγουρα;
Πιθανόν να νομίζουμε ότι η πρώτη ανάγκη των παιδιών είναι η αγάπη. Κάνουμε λάθος, η αποδοχή είναι. Και τα παιδιά λαχταρούν να τα αποδεχόμαστε όπως είναι και όχι όπως θα θέλαμε να είναι. Και μην τα υποτιμάμε τα παιδιά, αργά ή γρήγορα συνειδητοποιούν πότε η αποδοχή αυτή είναι άνευ όρων.
Δεν πρέπει να εμμένουμε σε προσδοκίες αλλά να αναζητούμε αυτά για τα οποία είμαστε ευγνώμονες, ακόμα κι όταν τα πράγματα δε βαίνουν όπως ελπίζουμε, και έτσι θα βιώνουμε τη γαλήνη περισσότερο από τη δυσαρέσκεια.
Εγώ κάνω τα δικά μου κι εσύ τα δικά σου.
Δεν ήρθα σε αυτόν τον κόσμο για να ανταποκριθώ στις προσδοκίες σου.
Κι εσύ δεν ήρθες σε αυτόν τον κόσμο για να ανταποκριθείς στις δικές μου προσδοκίες.
Εσύ είσαι εσύ κι εγώ είμαι εγώ.
Κι εάν κατά τύχη τα βρούμε, αυτό θα είναι υπέροχο.
Εάν πάλι όχι, δεν είναι στο χέρι μας.
Επιπλέον, παρατηρείται το φαινόμενο οι γονείς με υπερβολικές προσδοκίες από τα παιδιά τους να αναλαμβάνουν δράση οι ίδιοι για την εκπλήρωση των προσδοκιών αυτών. Μοιάζει να έχουν μεταβολίσει τον γονεϊκό τους ρόλο σε ένα είδος μάνατζερ που έχει έναν και μοναδικό σκοπό: τη διάκριση του παιδιού τους.
Εδώ δεν εννοούμε απλά την επαγγελματική αποκατάσταση που είναι μια παλιά ιστορία και ανέκαθεν ήταν η μεγάλη προσδοκία των Ελλήνων γονέων. Εννοούμε την προσδοκία: «να γίνει το παιδί μου κάτι σημαντικό, να ξεχωρίσει». Μιλάμε για την πρωτιά, την αποθέωση, το χειροκρότημα, τα βραβεία.
Ο ρόλος των προσδοκιών στην ανάπτυξη ενός παιδιού
Οι προσδοκίες δείχνουν στο παιδί τις αξίες που είναι σημαντικές για τους γονείς και ταυτόχρονα εγκαθιδρύουν μέσα του σταθερά κριτήρια, στα οποία μπορεί ανά πάσα στιγμή να καταφύγει. Τη μία στιγμή ενδέχεται να ωφελούν την ανάπτυξη του παιδιού, την επόμενη όμως, μπορούν να αποτελέσουν εμπόδια για την ανάπτυξή του.
Συντελούν στη σωστή και καλή καθοδήγηση του παιδιού από τους γονείς, με στόχο την ενδυνάμωση του χαρακτήρα του παιδιού, το χτίσιμο της αυτοπεποίθησής του και τη διαμόρφωση της ταυτότητας του. Το είδος των προσδοκιών που θέτουμε στους εφήβους και η κοινωνική κουλτούρα μας, όπου το λάθος στιγματίζεται και όλοι αναγνωρίζουν μόνο την επιτυχία, είναι ορισμένα αίτια ώστε πολλοί γονείς να μπαίνουν εύκολα στην παγίδα να θέτουν λανθασμένες προσδοκίες στα παιδιά τους. Η σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ παιδιού και γονέα, στηρίζεται στην ασφάλεια, στην αντανακλαστική ακοή και χρειάζεται να ξεκινήσει από μικρή ηλικία.
Δεν πρέπει, όμως, να ξεχνάμε ότι οι προσδοκίες των γονέων συνήθως γίνονται συμπεριφορές παιδιών. Όταν λοιπόν ένα παιδί ακούει καλά λόγια μόνο για τις διακρίσεις και τις επιτυχίες του θεωρεί ότι αυτά είναι τα μόνα για τα οποία αξίζει να παλεύει, κάτι που αργά ή γρήγορα το οδηγεί στο ανικανοποίητο και στην εξουθένωση. Τα παιδιά, τις περισσότερες φορές, ταυτίζουν τις προσδοκίες που έχουν για τον εαυτό τους με τις προσδοκίες που έχουν οι γονείς τους για αυτά. Σε περίπτωση μη ικανοποίησης των φιλόδοξων στόχων νιώθουν ενοχοποίηση γιατί δεν κατάφεραν να ευχαριστήσουν τους γονείς που έχουν κάνει τόσες θυσίες για εκείνα. Αναρωτιέμαι, όμως, για ποιες θυσίες μιλάμε;
Γιατί τόσες προσδοκίες από τους γονείς;
Υπάρχουν πολλές επεξηγήσεις γιατί οι γονείς να θέτουν αντίστοιχες προσδοκίες στα παιδιά. Άλλες φορές γιατί βιώνουν τη θέση του γονέα ως ρόλο και όχι ως δική τους ωριμότητα, γιατί διακατέχονται από το σύνδρομο "η ζωή που δεν έζησα", γιατί μπαίνουν σε ανόμοιες συγκρίσεις, γιατί δεν έχουν λειτουργική σχέση με τον/την σύζυγο τους, γιατί υπερεκτιμούν τις δυνατότητες των παιδιών τους, γιατί εγκλωβίζονται με οικογενειακά και κοινωνικά στερεότυπα και άλλα. Κάθε περίπτωση είναι διαφορετική αλλά η δυσκολία και τα αρνητικά συναισθήματα που αντανακλώνται στο παιδί είναι περίπου τα ίδια. Το παιδί ενδέχεται να βιώσει ενοχοποίηση και βάρος υπό τις προσδοκίες των γονέων του, θυμό και απογοήτευση. Δεν καταφέρνει να ικανοποιήσει τους γονείς του, όταν "δείχνουν ότι κάνουν τα πάντα για εκείνο".
Οι προσδοκίες των γονέων όταν είναι απαιτητικές, ενισχύουν την απομόνωση του παιδιού, το καθιστούν αδύναμο να σχετισθεί με ασφάλεια, του προκαλούν χαμηλή αυτοεκτίμηση, μπαίνοντας να ορίζεται από τους άλλους ανθρώπους γύρω του, καθώς καλλιεργείται ένα συναίσθημα ανικανοποίητου κενού που πρέπει να καλυφθεί πάντα με έναν καλύτερο τρόπο.
Παλαιότερα οι προσδοκίες των γονέων αφορούσαν σχεδόν αποκλειστικά την επαγγελματική αποκατάσταση των παιδιών τους, σήμερα αφορούν και την διάκριση. Αφορούν τον πρωταθλητισμό και την αναγνώριση. Γενικεύοντας πάντως θα λέγαμε ότι ενώ παλιά το «απαραίτητο» θεωρούταν «σημαντικό», σήμερα το «σημαντικό» έχει φτάσει να θεωρείται «απαραίτητο».
«Προσδοκίες» γονέων παιδεύουσι τέκνα
Μεγάλο ποσοστό των σημερινών γονέων βασανίζονται από ματαίωση του τύπου: «η ζωή που δεν έζησα». Ένας από τους μεγαλύτερους ψυχολόγους ο Καρλ Γιουνγκ έχει δηλώσει εμφατικά τα εξής:
Το βαρύτερο φορτίο για ένα παιδί είναι η ζωή που δεν έζησαν οι γονείς του.
Πολλοί άνθρωποι, από την στιγμή που γίνονται γονείς, αφήνουν στην άκρη οποιαδήποτε δική τους φιλοδοξία, οποιαδήποτε ενασχόληση που προκαλούσε δική τους ευχαρίστηση και ταυτίζουν τον κόσμο τους με τον κόσμο των παιδιών τους. Οι γονείς αυτοί θα ισχυριστούν ότι είναι εγωιστικό να ασχολούνται με τον εαυτό τους και όχι με τα παιδιά τους. Η αλήθεια όμως είναι ότι, όσο αδειάζει η δική τους ζωή, τόσο προσπαθούν να την γεμίσουν με τη ζωή των παιδιών τους. Το πραγματικά εντυπωσιακό με τους γονείς αυτούς είναι ότι, οι μεγάλες προσδοκίες τους αφορούν μόνο τα παιδιά τους αλλά όχι τον εαυτό τους. Από τον εαυτό τους, στην ουσία, δεν υπάρχουν προσδοκίες και εκεί θεωρώ ότι βρίσκεται το πρόβλημα αλλά και η λύση του.
Όταν ένας ενήλικος άνθρωπος γίνεται γονέας τότε είναι που έρχεται ξανά αντιμέτωπος με το παιδί που κάποτε ήταν ο ίδιος, με τις πληγές του, τα τραύματά του, τους φόβους του και τις ανεκπλήρωτες επιθυμίες του. Χρειάζεται συνειδητοποίηση και δύναμη από μέρους του για να αναγνωρίσει ότι κάποιες προσδοκίες που έχει για το παιδί του στην ουσία είναι οι ανεκπλήρωτες και απωθημένες προσδοκίες που είχε για τον εαυτό του. Αν δεν συμβεί κάτι τέτοιο τότε τα δικά του «θέλω» θα γίνουν «θέλω» του παιδιού του με τις γνωστές συνέπειες που περιγράψαμε ήδη.
Τελικά να έχουμε προσδοκίες από τα παιδιά μας ή όχι;
Εδώ οφείλουμε να ξεκαθαρίσουμε κάτι. Οι προσδοκίες των γονιών από τα παιδιά τους όχι μόνο δεν επιδρούν αρνητικά αλλά είναι και απαραίτητες για την ωρίμανση, την ενδυνάμωση του χαρακτήρα τους και την ανάπτυξη της αυτοπεποίθησής τους. Αλλά ποιες προσδοκίες; Οι ρεαλιστικές προσδοκίες που αφορούν εφικτούς, για το παιδί, στόχους και που κατά κύριο λόγο έχουν να κάνουν με την προσπάθεια (όχι με το αποτέλεσμα) και την καλλιέργεια των ανθρώπινων αξιών, του σεβασμού προς τους άλλους και του ήθους. Πάνω από όλα όμως οι προσδοκίες αυτές των γονέων πρέπει να είναι σε συμφωνία και με τα «θέλω» του παιδιού.
Στα παιδιά αρκεί η αγάπη. Σίγουρα;
Πιθανόν να νομίζουμε ότι η πρώτη ανάγκη των παιδιών είναι η αγάπη. Κάνουμε λάθος, η αποδοχή είναι. Και τα παιδιά λαχταρούν να τα αποδεχόμαστε όπως είναι και όχι όπως θα θέλαμε να είναι. Και μην τα υποτιμάμε τα παιδιά, αργά ή γρήγορα συνειδητοποιούν πότε η αποδοχή αυτή είναι άνευ όρων.
Δεν πρέπει να εμμένουμε σε προσδοκίες αλλά να αναζητούμε αυτά για τα οποία είμαστε ευγνώμονες, ακόμα κι όταν τα πράγματα δε βαίνουν όπως ελπίζουμε, και έτσι θα βιώνουμε τη γαλήνη περισσότερο από τη δυσαρέσκεια.
Εγώ κάνω τα δικά μου κι εσύ τα δικά σου.
Δεν ήρθα σε αυτόν τον κόσμο για να ανταποκριθώ στις προσδοκίες σου.
Κι εσύ δεν ήρθες σε αυτόν τον κόσμο για να ανταποκριθείς στις δικές μου προσδοκίες.
Εσύ είσαι εσύ κι εγώ είμαι εγώ.
Κι εάν κατά τύχη τα βρούμε, αυτό θα είναι υπέροχο.
Εάν πάλι όχι, δεν είναι στο χέρι μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου